Page:A Greek English Lexicon of the New Testament.djvu/722

From Wikisource
Jump to navigation Jump to search
This page has been proofread, but needs to be validated.
Biblical Significations.
698
Individual Writers.

πορεύω b. (Sept.)

πορνεία b. (Sept)

πορνεύω 3 (Sept.)

πόρνη 2

ποτήριον b.

πρεσβύτερος 2 a., b., c.

προάγω 2 b.

προσανέχω 2

προσευχή 2 (Philo)

προσήλυτος (Joseph.)

προσκαλέω b.

προστίθημι 2 sub fin. (Sept.)

πρόσωπον 1 b., c., 2, (Sept.)

προφητεύω b., c., d., (Sept.)

προφήτης II. 1 (Sept.)

πρωτότοκος b.

ῥῆμα 2 (Sept.)

ῥίζα 2 (Sept.)

σάββατον 2

σαρκικός 1

σάρκινος 3

σάρξ 2 b. (Sept.), 3 (Sept.), 4

σεβάζομαι 2

σκανδαλίζω (Apocr.)

σκάνδαλον b. (Sept.)

σκηνοπηγία 2 (Sept.)

σκότος b.

σοφία b.

σταυρός 2 b.

στέφανος b. a.

στηρίζω b.

στοιχεῖον 3

στόμα 2 (Sept)

στρατιά 3 (Sept.)

συζητέω b.

συμβιβάζω 3 fin.

συνάγω c. (Sept:)

συναγωγή 2 (Joseph., Philo)

συναίρω 2

συνδοξάζω 2

συνεγείρω fin.

συνέδριον 2 b.

συντελέω 5 (Sept.)

σύντριμμα 2 (Sept.)

σχίσμα b.

σώζω b. (Sept.)

σῶμα 3

σωτήρ (Sept.)

σωτηρία a. (Sept), b., c.

σωτήριον, τό (Sept.)

τέκνον b. (Sept)

τίς 1 e. γ. (Sept.)

τραχηλίζω 2

τύπος 4 γ.

υἱοθεσία a., b.

υἱός 2 (Sept.)

υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου 3 (Sept.)

υἱὸς τοῦ θεοῦ 2, 3, (Sept.)

ὑποκριτής 3 (Sept)

ὑποπνέω b.

ὑποτύπωσις b.

φυλακτήριον 2

φυλάσσω 2 b. (Sept.)

φωτίζω 2 c. (Sept.)

χαρίζομαι b.

χάρις 2 sub fin. 3 a.

χάρισμα (Philo)

χαριτόω 2

χριστός 2

χρίω a. b.

Ψυχή 1 c., 2b.

ψωμίζω b.


IV.

WORDS PECULIAR TO INDIVIDUAL NEW TESTAMENT WRITERS.

N.B. A word which occurs only in a quotation by the N. T. writer from the Septuagint is so marked. In the Apocalypse, which contains no express quotations, a word is so designated only when the context plainly indicates a (conscious or unconscious) reminiscence on the part of the writer. For other explanations see the Prefatory Remarks, p. 688 eq.


1. To Matthew

ἀγγεῖον

ἄγγος ?

ἄγκιστρον

ἀθῷος

αἷμα ἀθῷον

αἷμα δίκαιον

αἱμορροέω

αἱρετίζω

ἀκμήν

ἀμφίβληστρον (Μk. ?)

ἀκριβόω

ἀναβιβάζω

ἀναίτιος

ἄνηθον

ἀπάγχω

ἀπονίπτω

βάρ ?

βαρύτιμος ?

(βασιλεία τῶν οὐρανῶν, see οὐρανός)

βαττολογέω

βιαστὴς

βροχή

δαίμων (Μk. ? Lk. ? Rev. ?)

δάνειον

ὁ δεῖνα

δέσμη

διακαθαρίζω (Lk. ?)

διακωλύω

διαλλάσσω

διασαφέω

δίδραχμον

διέξοδος

διετής

διστάζω

διυλίζω

διχάζω

ἑβδομηκοντάκις

ἔγερσις

ἐγκρύπτω (Lk. ?)

ὁ ἐθνικός (3 Jn. ?)

ἐνθυμέομαι (Acts ?)

εἰδέα (ἰδέα)

εἰρηνοποιός

ἐκλάμπω

Ἐμμανουήλ fr. Sept.

ἐμπορία

ἐμπρήθω

ἐξορκίζω

ἐξώτερος

ἐπιγαμβρεύω

ἐπικαθίζω

ἐπιορκέω

ἐπισπείρω ?

ἐρεύγομαι

ἐρίζω

ἐρίφιον ?

ἑταῖρος

εὐδία ?

εὐνοέω

εὐνουχίζω

εὐρύχωρος

ζιζάνιον

ἠλί

θαυμάσιος

(θεέ voc.)

θεριστῆς

θρῆνος ?

θυμόω

(ἰδέα, see εἰδέα)

ἰῶτα

καθά

καθηγητής

καταθεματίζω ?

καταμανθάνω

καταναθεματίζω ?

καταποντίζω

κῆτος fr. Sept.

κουστωδία

κρυφαῖος ?

κύμινον

κώνωψ

(λαμβάνειν συμβούλιον, see συμβ.)

μαλακία

μεταίρω

μετοικεσία

μίλιον

μισθόω

μυλών ?

νόμισμα

νοσσίον (Lk. ?)

οἰκέτεια ?

οἰκιακός

ὀλιγοπιστία

ὄναρ (κατ' ὄναρ)

ὀνικός (Mk.? Lk.?)

οὐδαμῶς

βασιλεία τῶν οὐρανῶν

παγιδεύω

παραθαλάσσιος

παρακούω (Mk. ?)

παρατιθέναι παραβολήν

παραμιοάζω ?

παροψίς

πεζός ?

πικρῶς (Lk. ?)

πλατύς

πληροῦν τὸ ῥηθέν

πολυλογία

προβιβύζω (Acts?)

προσπαίω ?

προφθάνω

πυρράζω ?