Englishman's Concordance/6

From Wikisource
Jump to navigation Jump to search

ἔα (let alone)

[edit]

Mark 1:24

KJV: Saying Let alone what have we to do with thee thou Jesus of Nazareth art thou come to destroy us I know thee who thou art the Holy One of God
GK: λέγων εα τι ημίν και σοι Ιησού Ναζαρηνέ ήλθες απολέσαι ημάς οίδά σε τις ει ο άγιος του θεού

Luke 4:34

KJV: Saying Let alone what have we to do with thee Jesus of Nazareth art thou come to destroy us I know thee who thou art the Holy One of God
GK: λέγων έα τι ημίν και σοι Ιησού Ναζαρηνέ ήλθες απολέσαι ημάς οίδά σε τις ει ο άγιος του θεού

ἐάν (before)

[edit]

Matthew 4:9

KJV: And saith unto him All these things will I give thee if thou wilt fall down and worship me
GK: και λέγει αυτώ ταύτα πάντα σοι δώσω εάν πεσών προσκυνήσης μοι

Matthew 5:13

KJV: Ye are the salt of the earth but if the salt have lost his savour wherewith shall it be salted it is thenceforth good for nothing but to be cast out and to be trodden under foot of men
GK: υμείς εστέ το άλας της γης εάν δε το άλας μωρανθή εν τίνι αλισθήσεται εις ουδέν ισχύει έτι ει βληθήναι έξω και καταπατείσθαι υπό των ανθρώπων

Matthew 5:19

KJV: Whosoever therefore shall break one of these least commandments and shall teach men so shall be called the least in the kingdom of heaven but whosoever shall do and teach the same shall be called great in the kingdom of heaven
GK: ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτως τους ανθρώπους ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών

Matthew 5:23

KJV: Therefore if thou bring thy gift to the altar and there rememberest that thy brother hath ought against thee
GK: εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον και εκεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου

Matthew 5:32

KJV: But I say unto you That whosoever shall put away his wife saving for the cause of fornication causeth her to commit adultery and whosoever shall marry her that is divorced committeth adultery
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας ποιεί αυτήν μοιχάσθαι και ος εάν απολελυμένην γαμήση μοιχάται

Matthew 5:46

KJV: For if ye love them which love you what reward have ye do not even the publicans the same
GK: εάν γαρ αγαπήσητε τους αγαπώντας υμάς τίνα μισθόν έχετε ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσι

Matthew 5:47

KJV: And if ye salute your brethren only what do more do not even the publicans so
GK: και εάν ασπάσησθε τους αδελφούς υμών μόνον τι περισσόν ποιείτε ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσιν

Matthew 6:14

KJV: For if ye forgive men their trespasses your heavenly Father will also forgive you
GK: εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος

Matthew 6:22

KJV: The light of the body is the eye if therefore thine eye be single thy whole body shall be full of light
GK: ο λύχνος του σώματός εστιν ο οφθαλμός εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η όλον το σώμά σου φωτεινόν έσται

ἑαυτοῦ (alone)

[edit]

Matthew 3:9

KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ

Matthew 6:34

KJV: Take therefore no thought for the morrow for the morrow shall take thought for the things of itself Sufficient unto the day the evil thereof
GK: μη ουν μεριμνήσητε εις την αύριον η γαρ αύριον μεριμνήσει τα εαυτής αρκετόν τη ημέρα η κακία αυτής

Matthew 8:22

KJV: But Jesus said unto him Follow me and let the dead bury their dead
GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτώ ακολούθει μοι και άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς

Matthew 9:3

KJV: And behold certain of the scribes said within themselves This blasphemeth
GK: και ιδού τινές των γραμματέων είπον εν εαυτοίς ούτος βλασφημεί

Matthew 9:21

KJV: For she said within herself If I may but touch his garment I shall be whole
GK: έλεγε γαρ εν εαυτή εάν μόνον άψωμαι του ιματίου αυτού σωθήσομαι

Matthew 12:25

KJV: And Jesus knew their thoughts and said unto them Every kingdom divided against itself is brought to desolation and every city or house divided against itself shall not stand
GK: ειδώς δε ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν αυτοίς πάσα βασιλεία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ερημούται και πάσα πόλις η οικία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ου σταθήσεται

Matthew 12:26

KJV: And if Satan cast out Satan he is divided against himself how shall then his kingdom stand
GK: και ει ο σατανάς τον σατανάν εκβάλλει εφ΄ εαυτόν εμερίσθη πως ουν σταθήσεται η βασιλεία αυτού

Matthew 12:45

KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά

Matthew 13:21

KJV: Yet hath he not root in himself but dureth for a while for when tribulation or persecution ariseth because of the word by and by he is offended
GK: ουκ έχει δε ρίζαν εν εαυτώ αλλά πρόσκαιρός εστι γενομένης δε θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθύς σκανδαλίζεται

ἐάω (commit)

[edit]

Matthew 24:43

KJV: But know this that if the goodman of the house had known in what watch the thief would come he would have watched and would not have suffered his house to be broken up
GK: εκείνο δε γινώσκετε ότι ει ήδει ο οικοδεσπότης ποία φυλακή ο κλέπτης έρχεται εγρηγόρησεν αν και ουκ αν είασε διορυγήναι την οικίαν αυτού

Luke 4:41

KJV: And devils also came out of many crying out and saying Thou art Christ the Son of God And he rebuking suffered them not to speak for they knew that he was Christ
GK: εξήρχετο δε και δαιμόνια από πολλών κράζοντα και λέγοντα ότι συ ει ο Χριστός ο υιός του θεού και επιτιμών ουκ εία αυτά λαλείν ότι ήδεισαν τον Χριστόν αυτόν είναι

Luke 22:51

KJV: And Jesus answered and said Suffer ye thus far And he touched his ear and healed him
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν εάτε έως τούτου και αψάμενος του ωτίου αυτού ιάσατο αυτόν

Acts 5:38

KJV: And now I say unto you Refrain from these men and let them alone for if this counsel or this work be of men it will come to nought
GK: και τα λέγω υμίν απόστητε από των ανθρώπων τούτων και εάσατε αυτούς ότι εάν η εξ ανθρώπων η βουλή αυτη η το έργον τούτο καταλυθήσεται

Acts 14:16

KJV: Who in times past suffered all nations to walk in their own ways
GK: ος εν ταις παρωχημέναις γενεαίς είασε πάντα τα έθνη πορεύεσθαι ταις οδοίς αυτών

Acts 16:7

KJV: After they were come to Mysia they assayed to go into Bithynia but the Spirit suffered them not
GK: ελθόντες κατά την Μυσίαν επείραζον κατά την Βιθυνίαν πορεύεσθαι και ουκ είασεν αυτούς το πνεύμα

Acts 19:30

KJV: And when Paul would have entered in unto the people the disciples suffered him not
GK: του δε Παύλου βουλομένου εισελθείν εις τον δήμον ουκ είων αυτόν οι μαθηταί

Acts 23:32

KJV: On the morrow they left the horsemen to go with him and returned to the castle
GK: τη δε επαύριον εάσαντες τους ιππείς πορεύεσθαι συν αυτώ υπέστρεψαν εις την παρεμβολήν

Acts 27:32

KJV: Then the soldiers cut off the ropes of the boat and let her fall off
GK: τότε οι στρατιώται απέκοψαν τα σχοινία της σκάφης και είασαν αυτήν εκπεσείν

ἑβδομήκοντα (seventy)

[edit]

Luke 10:1

KJV: After these things the Lord appointed other seventy also and sent them two and two before his face into every city and place whither he himself would come
GK: μετά δε ταύτα ανέδειξεν ο κύριος και ετέρους εβδομήκοντα και απέστειλεν αυτούς ανά δύο προ προσώπου αυτού εις πάσαν πόλιν και τόπον ου έμελλεν αυτός έρχεσθαι

Luke 10:17

KJV: And the seventy returned again with joy saying Lord even the devils are subject unto us through thy name
GK: υπέστρεψαν δε οι εβδομήκοντα μετά χαράς λέγοντες κύριε και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματί σου

Acts 7:14

KJV: Then sent Joseph and called his father Jacob to and all his kindred threescore and fifteen souls
GK: αποστείλας δε Ιωσήφ μετεκαλέσατο τον πατέρα αυτού Ιακώβ και πάσαν την συγγένειαν αυτού εν ψυχαίς εβδομήκοντα πέντε

Acts 23:23

KJV: And he called two centurions saying Make ready two hundred soldiers to go to Cæsarea and horsemen threescore and ten and spearmen two hundred at the third hour of the night
GK: και προσκαλεσάμενος δύο τινάς των εκατοντάρχων είπεν ετοιμάσατε στρατιώτας διακοσίους όπως πορευθώσιν έως Καισαρείας και ιππείς εβδομήκοντα και δεξιολάβους διακοσίους από τρίτης ώρας της νυκτός

Acts 27:37

KJV: And we were in all in the ship two hundred threescore and sixteen souls
GK: ήμεν δε εν τω πλοίω αι πάσαι ψυχαί διακόσιαι εβδομήκοντα εξ

ἑβδομηκοντάκισ (seventy times)

[edit]

Matthew 18:22

KJV: Jesus saith unto him I say not unto thee Until seven times but Until seventy times seven
GK: λέγει αυτώ ο Ιησούς ου λέγω σοι εως επτάκις αλλ΄ έως εβδομηκοντάκις επτά

ἕβδομος (seventh)

[edit]

John 4:52

KJV: Then enquired he of them the hour when he began to amend And they said unto him Yesterday at the seventh hour the fever left him
GK: επύθετο ούν παρ΄ αυτών την ώραν εν η κομψότερον έσχε και είπον αυτώ ότι χθές ώραν εβδόμην αφήκεν αυτόν ο πυρετός

Hebrews 4:4

KJV: For he spake in a certain place of the seventh on this wise And God did rest the seventh day from all his works
GK: είρηκε γαρ που περί της εβδόμης ούτως και κατέπαυσεν ο θεος εν τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού

Jude 1:14

KJV: And Enoch also the seventh from Adam prophesied of these saying Behold the Lord cometh with ten thousands of his saints
GK: προεφήτευσε δε και τούτοις έβδομος από Αδάμ Ενώχ λέγων ιδού ήλθε κύριος εν αγίαις μυριάσιν αυτού

Revelation 8:1

KJV: And when he had opened the seventh seal there was silence in heaven about the space of half an hour
GK: και ότε ήνοιξε την σφραγίδα την εβδόμην εγένετο σιγή εν τω ουρανώ ως ημιώριον

Revelation 10:7

KJV: But in the days of the voice of the seventh angel when he shall begin to sound the mystery of God should be finished as he hath declared to his servants the prophets
GK: αλλ΄ εν ταις ημέραις της φωνής του εβδόμου αγγέλου όταν μελλή σαλπίζειν και τελεσθή το μυστήριον του θεού ο ευηγγελισατο τους δούλους αυτού τους προφήτας

Revelation 11:15

KJV: And the seventh angel sounded and there were great voices in heaven saying The kingdoms of this world are become of our Lord and of his Christ and he shall reign for ever and ever
GK: και ο έβδομος άγγελος εσάλπισε και εγένοντο φωναί μεγάλαι εν τω ουρανώ λέγουσαι εγένετο η βασιλεία του κόσμου του κυρίου ημών και του χριστού αυτού και βασιλεύσει εις τους αιώνας των αιώνων

Revelation 16:17

KJV: And the seventh angel poured out his vial into the air and there came a great voice out of the temple of heaven from the throne saying It is done
GK: και ο έβδομος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού εις τον αέρα και εξήλθε φωνή μεγάλη από του ναού του ουρανού από του θρόνου λέγουσα γέγονε

Revelation 21:20

KJV: The fifth sardonyx the sixth sardius the seventh chrysolite the eighth beryl the ninth a topaz the tenth a chrysoprasus the eleventh a jacinth the twelfth an amethyst
GK: ο πέμπτος σαρδόνυξ ο έκτος σάρδιος ο έβδομος χρυσόλιθος ο όγδοος βήρυλλος ο ένατος τοπάζιον ο δέκατος χρυσόπρασος ο ενδέκατος υάκινθος ο δωδέκατος αμέθυστος

Ἕβερ (Eber)

[edit]

Luke 3:35

KJV: Which was of Saruch which was of Ragau which was of Phalec which was of Heber which was of Sala
GK: του Σαρούχ του Ραγαύ του Φαλέκ του Εβέρ του Σαλά

Ἑβραϊκός (Hebrew)

[edit]

Luke 23:38

KJV: And a superscription also was written over him in letters of Greek and Latin and Hebrew THIS IS THE KING OF THE JEWS
GK: ην δε και επιγραφή γεγραμμένη επ΄ αυτώ γράμμασιν Ελληνικοίς και Ρωμαϊκοίς και Εβραϊκοίς ούτός εστιν ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Ἑβραῖος (Hebrew)

[edit]

Acts 6:1

KJV: And in those days when the number of the disciples was multiplied there arose a murmuring of the Grecians against the Hebrews because their widows were neglected in the daily ministration
GK: εν δε ταις ημέραις ταύταις πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους ότι παρεθεωρούντο εν τη διακονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών

2 Corinthians 11:22

KJV: Are they Hebrews so I Are they Israelites so I Are they the seed of Abraham so I
GK: Εβραίοί εισι καγώ Ισραηλίταί εισι καγώ σπέρμα Αβραάμ εισι καγώ

Philippians 3:5

KJV: Circumcised the eighth day of the stock of Israel the tribe of Benjamin an Hebrew of the Hebrews as touching the law a Pharisee
GK: περιτομή οκταήμερος εκ γένους Ισραήλ φυλής Βενιαμίν Εβραίος εξ Εβραίων κατά νόμον Φαρισαίος

Ἑβραΐς (Hebrew)

[edit]

Acts 21:40

KJV: And when he had given him licence Paul stood on the stairs and beckoned with the hand unto the people And when there was made a great silence he spake unto in the Hebrew tongue saying
GK: επιτρέψαντος δε αυτού ο Παύλος εστώς επί των αναβάθμων κατέσεισε τη χειρί τω λαώ πολλής δε σιγής γενομένης προσεφώνησε τη Εβραϊδι διαλέκτω λέγων

Acts 22:2

KJV: And when they heard that he spake in the Hebrew tongue to them they kept the more silence and he saith
GK: ακούσαντες δε ότι τη Εβραϊδι διαλέκτω προσεφώνει αυτοίς μάλλον παρέσχον ησυχίαν

Acts 26:14

KJV: And when we were all fallen to the earth I heard a voice speaking unto me and saying in the Hebrew tongue Saul Saul why persecutest thou me hard for thee to kick against the pricks
GK: πάντων δε καταπεσόντων ημών εις την γην ήκουσα φωνήν λαλούσαν προς με και λέγουσαν τη Εβραϊδι διαλέκτω Σαούλ Σαούλ τι με διώκεις σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν

Ἑβραϊστί (in (the) Hebrew (tongue))

[edit]

John 5:2

KJV: Now there is at Jerusalem by the sheep a pool which is called in the Hebrew tongue Bethesda having five porches
GK: έστι δε εν τοις Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα η επιλεγομένη Εβραϊστί Βηθεσδά πέντε στοάς έχουσα

John 19:13

KJV: When Pilate therefore heard that saying he brought Jesus forth and sat down in the judgment seat in a place that is called the Pavement but in the Hebrew Gabbatha
GK: ο ούν Πιλάτος ακούσας τούτον τον λόγον ήγαγεν έξω τον Ιησούν και εκάθισεν επί του βήματος εις τόπον λεγόμενον Λιθόστρωτον Εβραϊστί δε Γαββαθά

John 19:17

KJV: And he bearing his cross went forth into a place called of a skull which is called in the Hebrew Golgotha
GK: και βαστάζων τον σταυρόν αυτού εξήλθεν εις τον λεγόμενον κρανίου τόπον ος λέγεται Εβραϊστί Γολγοθά

John 19:20

KJV: This title then read many of the Jews for the place where Jesus was crucified was nigh to the city and it was written in Hebrew Greek Latin
GK: τούτον ούν τον τίτλον πολλοί ανέγνωσαν των Ιουδαίων ότι εγγύς ην ο τόπος της πόλεως όπου εσταυρώθη ο Ιησούς και ην γεγραμμένον Εβραϊστί Ελληνιστί Ρωμαϊστί

Revelation 9:11

KJV: And they had a king over them the angel of the bottomless pit whose name in the Hebrew tongue Abaddon but in the Greek tongue hath his name Apollyon
GK: εχουσι βασιλέα επ΄ αυτών άγγελον της αβύσσου όνομα αυτώ Εβραϊστι Αβαδδών εν δε τη Ελληνική όνομα έχει ο Απολλύων

Revelation 16:16

KJV: And he gathered them together into a place called in the Hebrew tongue Armageddon
GK: και συνήγαγεν αυτούς εις τον τόπον τον καλούμενον Εβραϊστί Αρμαγεδών

ἐγγίζω (approach)

[edit]

Matthew 3:2

KJV: And saying Repent ye for the kingdom of heaven is at hand
GK: και λέγων μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών

Matthew 4:17

KJV: From that time Jesus began to preach and to say Repent for the kingdom of heaven is at hand
GK: από τότε ήρξατο ο Ιησούς κηρύσσειν και λέγειν μετανοείτε ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών

Matthew 10:7

KJV: And as ye go preach saying The kingdom of heaven is at hand
GK: πορευόμενοι κηρύσσετε λέγοντες ότι ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών

Matthew 15:8

KJV: This people draweth nigh unto me with their mouth and honoureth me with lips but their heart is far from me
GK: εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού

Matthew 21:1

KJV: And when they drew nigh unto Jerusalem and were come to Bethphage unto the mount of Olives then sent Jesus two disciples
GK: και ότε ήγγισαν εις Ιεροσόλυμα και ήλθον εις Βηθσφαγή προς το όρος των ελαιών τότε ο Ιησούς απέστειλε δύο μαθητάς

Matthew 21:34

KJV: And when the time of the fruit drew near he sent his servants to the husbandmen that they might receive the fruits of it
GK: ότε δε ήγγισεν ο καιρός των καρπών απέστειλεν τους δούλους αυτού προς τους γεωργούς λαβείν τους καρπούς αυτού

Matthew 26:45

KJV: Then cometh he to his disciples and saith unto them Sleep on now and take your rest behold the hour is at hand and the Son of man is betrayed into the hands of sinners
GK: τότε έρχεται προς τους μαθητάς αυτού και λέγει αυτοίς καθεύδετε το λοιπόν και αναπαύεσθε ιδού ήγγικεν η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις χείρας αμαρτωλών

Matthew 26:46

KJV: Rise let us be going behold he is at hand that doth betray me
GK: εγείρεσθε άγωμεν ιδού ήγγικεν ο παραδιδούς με

Mark 1:15

KJV: And saying The time is fulfilled and the kingdom of God is at hand repent ye and believe the gospel
GK: και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του θεού μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω

ἐγγράφω (write (in))

[edit]

2 Corinthians 3:2

KJV: Ye are our epistle written in our hearts known and read of all men
GK: η επιστολή ημών υμείς εστέ εγγεγραμμένη εν ταις καρδίαις ημών γινωσκομένη και αναγινωσκομένη υπό πάντων ανθρώπων

2 Corinthians 3:3

KJV: manifestly declared to be the epistle of Christ ministered by us written not with ink but with the Spirit of the living God not in tables of stone but in fleshy tables of the heart
GK: φανερούμενοι ότι εστέ επιστολή χριστού διακονηθείσα υφ΄ ημών εγγεγραμμένη ου μέλανι αλλά πνεύματι θεού ζώντος ουκ εν πλαξί λιθίναις αλλ΄ εν πλαξί καρδίας σαρκιναίς

ἔγγυος (surety)

[edit]

Hebrews 7:22

KJV: By so much was Jesus made a surety of a better testament
GK: κατά τοσούτον κρείττονος διαθήκης γέγονεν έγγυος Ιησούς

ἐγγύς (from )

[edit]

Matthew 24:32

KJV: Now learn a parable of the fig tree When his branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer nigh
GK: από δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος

Matthew 24:33

KJV: So likewise ye when ye shall see all these things know that it is near at the doors
GK: ούτως και υμείς όταν ίδητε πάντα ταύτα γινώσκετε ότι εγγύς εστιν επί θύραις

Matthew 26:18

KJV: And he said Go into the city to such a man and say unto him The Master saith My time is at hand I will keep the passover at thy house with my disciples
GK: ο δε είπεν υπάγετε εις την πόλιν προς τον δείνα και είπατε αυτώ ο διδάσκαλος λέγει ο καιρός μου εγγύς εστι προς σε ποιώ το πάσχα μετά των μαθητών μου

Mark 13:28

KJV: Now learn a parable of the fig tree When her branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer is near
GK: απο δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν αυτής ήδη ο κλάδος απαλός γένηται και εκφύη τα φύλλα γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος εστίν

Mark 13:29

KJV: So ye in like manner when ye shall see these things come to pass know that it is nigh at the doors
GK: ούτω και υμείς όταν ταύτα ίδητε γινόμενα γινώσκετε ότι εγγύς εστιν επί θύραις

Luke 19:11

KJV: And as they heard these things he added and spake a parable because he was nigh to Jerusalem and because they thought that the kingdom of God should immediately appear
GK: ακουόντων δε αυτών ταύτα προσθείς είπεν παραβολήν διά το εγγύς αυτόν είναι Ιερουσαλήμ και δοκείν αυτούς ότι παραχρήμα μέλλει η βασιλεία του θεού αναφαίνεσθαι

Luke 21:30

KJV: When they now shoot forth ye see and know of your own selves that summer is now nigh at hand
GK: όταν προβάλωσιν ήδη βλέποντες αφ΄ εαυτών γινώσκετε ότι ήδη εγγύς το θέρος εστίν

Luke 21:31

KJV: So likewise ye when ye see these things come to pass know ye that the kingdom of God is nigh at hand
GK: ούτω και υμείς όταν ίδητε ταύτα γινόμενα γινώσκετε ότι εγγύς εστιν η βασιλεία του θεού

John 2:13

KJV: And the Jews’ passover was at hand and Jesus went up to Jerusalem
GK: και εγγύς ην το πάσχα των Ιουδαίων και ανέβη εις Ιεροσόλυμα ο Ιησούς

ἐγγύτερον (nearer)

[edit]

Romans 13:11

KJV: And that knowing the time that now high time to awake out of sleep for now our salvation nearer than when we believed
GK: και τούτο ειδότες τον καιρόν ότι ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι νυν γαρ εγγύτερον ημών η σωτηρία η ότε επιστεύσαμεν

ἐγείρω (awake)

[edit]

Matthew 2:13

KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό

Matthew 2:14

KJV: When he arose he took the young child and his mother by night and departed into Egypt
GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον

Matthew 2:20

KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου

Matthew 2:21

KJV: And he arose and took the young child and his mother and came into the land of Israel
GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ

Matthew 3:9

KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ

Matthew 8:15

KJV: And he touched her hand and the fever left her and she arose and ministered unto them
GK: και ήψατο της χειρός αυτής και αφήκεν αυτήν ο πυρετός και ηγέρθη και διηκόνει αυτοίς

Matthew 8:25

KJV: And his disciples came to and awoke him saying Lord save us we perish
GK: και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ήγειραν αυτόν λέγοντες κύριε σώσον ημάς απολλύμεθα

Matthew 8:26

KJV: And he saith unto them Why are ye fearful O ye of little faith Then he arose and rebuked the winds and the sea and there was a great calm
GK: και λέγει αυτοίς τι δειλοί εστε ολιγόπιστοι τότε εγερθείς επετίμησε τοις ανέμοις και τη θαλάσση και εγένετο γαλήνη μεγάλη

Matthew 9:5

KJV: For whether is easier to say sins be forgiven thee or to say Arise and walk
GK: τι γαρ εστιν ευκοπώτερον ειπείν αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και περιπάτει

ἔγερσις (resurrection)

[edit]

Matthew 27:53

KJV: And came out of the graves after his resurrection and went into the holy city and appeared unto many
GK: και εξελθόντες εκ των μνημείων μετά την έγερσιν αυτού εισήλθον εις την αγίαν πόλιν και ενεφανίσθησαν πολλοίς

ἐγκάθετος (spy)

[edit]

Luke 20:20

KJV: And they watched and sent forth spies which should feign themselves just men that they might take hold of his words that so they might deliver him unto the power and authority of the governor
GK: και παρατηρήσαντες απέστειλαν εγκαθέτους υποκρινομένους εαυτούς δικαίους είναι ίνα επιλάβωνται αυτού λόγου εις το παραδούναι αυτόν τη αρχή και τη εξουσία του ηγεμόνος

ἐγκαίνια (dedication)

[edit]

John 10:22

KJV: And it was at Jerusalem the feast of the dedication and it was winter
GK: εγένετο δε τα εγκαίνια εν Ιεροσολύμοις και χειμών ην

ἐγκαινίζω (consecrate)

[edit]

Hebrews 9:18

KJV: Whereupon neither the first was dedicated without blood
GK: όθεν ουδ΄ η πρώτη χωρίς αίματος εγκεκαίνισται

Hebrews 10:20

KJV: By a new and living way which he hath consecrated for us through the veil that is to say his flesh
GK: ην ενεκαίνισεν ημίν οδόν πρόσφατον και ζώσαν διά του καταπετάσματος τουτ΄ της σαρκός αυτού

ἐγκαλέω (accuse)

[edit]

Acts 19:38

KJV: Wherefore if Demetrius and the craftsmen which are with him have a matter against any man the law is open and there are deputies let them implead one another
GK: ει μεν ούν Δημήτριος και οι συν αυτώ τεχνίται προς τινα λόγον έχουσι αγοραίοι άγονται και ανθύπατοί εισιν εγκαλείτωσαν αλλήλοις

Acts 19:40

KJV: For we are in danger to be called in question for this day’s uproar there being no cause whereby we may give an account of this concourse
GK: και γαρ κινδυνεύομεν εγκαλείσθαι στάσεως περί της σήμερον μηδενός αιτίου υπάρχοντας περί ου δυνησόμεθα δούναι λόγον της συστροφής ταύτης

Acts 23:28

KJV: And when I would have known the cause wherefore they accused him I brought him forth into their council
GK: βουλόμενος δε γνώναι την αιτίαν δι΄ ην ενέκαλουν αυτώ κατήγαγον αυτόν εις το συνέδριον αυτών

Acts 23:29

KJV: Whom I perceived to be accused of questions of their law but to have nothing laid to his charge worthy of death or of bonds
GK: ον εύρον εγκαλούμενον περί ζητημάτων του νόμου αυτών μηδέν δε άξιον θανάτου η δεσμών έγκλημα έχοντα

Acts 26:2

KJV: I think myself happy king Agrippa because I shall answer for myself this day before thee touching all the things whereof I am accused of the Jews
GK: περί πάντων ων εγκαλούμαι υπό Ιουδαίων βασιλεύ Αγρίππα ήγημαι εμαυτόν μακάριον μέλλων απολογείσθαι επί σου σήμερον

Acts 26:7

KJV: Unto which our twelve tribes instantly serving day and night hope to come For which hope’s sake king Agrippa I am accused of the Jews
GK: εις ην το δωδεκάφυλον ημών εν εκτενεία νύκτα και ημέραν λατρεύον ελπίζει καταντήσαι περί ης ελπίδος εγκαλούμαι βασιλεύ Αγρίππα υπό των Ιουδαίων

Romans 8:33

KJV: Who shall lay any thing to the charge of God’s elect God that justifieth
GK: τις εγκαλέσει κατά εκλεκτών θεού θεός ο δικαιών

ἐγκαταλείπω (forsake)

[edit]

Matthew 27:46

KJV: And about the ninth hour Jesus cried with a loud voice saying Eli Eli lama sabachthani that is to say My God my God why hast thou forsaken me
GK: περί δε την ενάτην ώραν ανεβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων ηλί ηλί λιμά σαβαχθανί τουτ΄ θεέ μου θεέ μου ίνατι με εγκατέλιπες

Mark 15:34

KJV: And at the ninth hour Jesus cried with a loud voice saying Eloi Eloi lama sabachthani which is being interpreted My God my God why hast thou forsaken me
GK: και τη ώρα τη εννάτη εβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων ελωϊ ελωϊ λιμά σαβαχθανί ο εστι μεθερμηνευόμενον ο θεός μου ο θεός μου εις τι με εγκατέλιπες

Acts 2:27

KJV: Because thou wilt not leave my soul in hell neither wilt thou suffer thine Holy One to see corruption
GK: ότι ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδου ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν

Romans 9:29

KJV: And as Esaias said before Except the Lord of Sabaoth had left us a seed we had been as Sodoma and been made like unto Gomorrha
GK: και καθώς προείρηκεν Ησαϊας ει κύριος σαβαώθ εγκατέλιπεν ημίν σπέρμα ως Σόδομα αν εγενήθημεν και ως Γόμορρα αν ωμοιώθημεν

2 Corinthians 4:9

KJV: Persecuted but not forsaken cast down but not destroyed
GK: διωκόμενοι αλλ΄ ουκ εγκαταλειπόμενοι καταβαλλόμενοι αλλ΄ ουκ απολλύμενοι

2 Timothy 4:10

KJV: For Demas hath forsaken me having loved this present world and is departed unto Thessalonica Crescens to Galatia Titus unto Dalmatia
GK: Δημάς γαρ με εγκατέλιπεν αγαπήσας τον νυν αιώνα και επορεύθη εις Θεσσαλονίκην Κρήσκης εις Γαλατίαν Τίτος εις Δαλματίαν

2 Timothy 4:16

KJV: At my first answer no man stood with me but all forsook me that it may not be laid to their charge
GK: εν τη πρώτη μου απολογία ουδείς μοι συμπαρεγένετο αλλά πάντες με εγκατέλιπον μη αυτοίς λογισθείη

Hebrews 10:25

KJV: Not forsaking the assembling of ourselves together as the manner of some but exhorting and so much the more as ye see the day approaching
GK: μη εγκαταλείποντες την επισυναγωγήν εαυτών καθώς έθος τισίν αλλά παρακαλούντες και τοσούτω μάλλον όσω βλέπετε εγγίζουσαν την ημέραν

Hebrews 13:5

KJV: conversation without covetousness content with such things as ye have for he hath said I will never leave thee nor forsake thee
GK: αφιλάργυρος ο τρόπος αρκούμενοι τοις παρούσιν αυτός γαρ είρηκεν ου σε ανώ ουδ΄ ου σε εγκαταλίπω

ἐγκατοικέω (dwell among)

[edit]

2 Peter 2:8

KJV: For that righteous man dwelling among them in seeing and hearing vexed righteous soul from day to day with unlawful deeds
GK: βλέμματι γαρ και ακοή ο δίκαιος εγκατοικών εν αυτοίς ημέραν εξ ημέρας ψυχήν δικαίαν ανόμοις έργοις εβασάνιζεν

ἐγκεντρίζω (graff in(-to))

[edit]

Romans 11:17

KJV: And if some of the branches be broken off and thou being a wild olive tree wert graffed in among them and with them partakest of the root and fatness of the olive tree
GK: ει δε τινες των κλάδων εξεκλάσθησαν συ δε αγριέλαιος ων ενεκεντρίσθης εν αυτοίς και συγκοινωνός της ρίζης και της πιότητος της ελαίας εγένου

Romans 11:19

KJV: Thou wilt say then The branches were broken off that I might be graffed in
GK: ερείς ούν εξεκλάσθησαν οι κλάδοι ίνα εγώ εγκεντρισθώ

Romans 11:23

KJV: And they also if they abide not still in unbelief shall be graffed in for God is able to graff them in again
GK: και εκείνοι δε εάν μη επιμείνωσι τη απιστία εγκεντρισθήσονται δυνατός γαρ εστιν ο θεός πάλιν εγκεντρίσαι αυτούς

Romans 11:24

KJV: For if thou wert cut out of the olive tree which is wild by nature and wert graffed contrary to nature into a good olive tree how much more shall these which be the natural be graffed into their own olive tree
GK: ει γαρ συ εκ της κατά φύσιν εξεκόπης αγριελαίου και παρά φύσιν ενεκεντρίσθης εις καλλιέλαιον πόσω μάλλον ούτοι οι κατά φύσιν εγκεντρισθήσονται τη ιδία ελαία

ἔγκλημα (crime laid against)

[edit]

Acts 23:29

KJV: Whom I perceived to be accused of questions of their law but to have nothing laid to his charge worthy of death or of bonds
GK: ον εύρον εγκαλούμενον περί ζητημάτων του νόμου αυτών μηδέν δε άξιον θανάτου η δεσμών έγκλημα έχοντα

Acts 25:16

KJV: To whom I answered It is not the manner of the Romans to deliver any man to die before that he which is accused have the accusers face to face and have licence to answer for himself concerning the crime laid against him
GK: προς ους απεκρίθην ότι ουκ έστιν έθος Ρωμαίοις χαρίζεσθαί τινα άνθρωπον εις απώλειαν πριν η ο κατηγορούμενος κατά πρόσωπον έχοι τους κατηγόρους τόπον τε απολογίας λάβοι περί του εγκλήματος

ἐγκομβόομαι (be clothed with)

[edit]

1 Peter 5:5

KJV: Likewise ye younger submit yourselves unto the elder Yea all be subject one to another and be clothed with humility for God resisteth the proud and giveth grace to the humble
GK: ομοίως νεώτεροι υποτάγητε πρεσβυτέροις πάντες δε αλλήλοις υποτασσόμενοι την ταπεινοφροσύνην εγκομβώσασθε ότι ο θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν

ἐγκοπή (X hinder)

[edit]

1 Corinthians 9:12

KJV: If others be partakers power over you not we rather Nevertheless we have not used this power but suffer all things lest we should hinder the gospel of Christ
GK: ει άλλοι της εξουσίας υμών μετέχουσιν ου μάλλον ημείς αλλ΄ ουκ εχρησάμεθα τη εξουσία ταύτη αλλά πάντα στέγομεν ίνα μη εγκοπήν τινα δώμεν τω ευαγγελίω του χριστού

ἐγκόπτω (hinder)

[edit]

Acts 24:4

KJV: Notwithstanding that I be not further tedious unto thee I pray thee that thou wouldest hear us of thy clemency a few words
GK: ινα δε μη επί πλείόν σε εγκόπτω παρακαλώ ακούσαί σε ημών συντόμως τη ση επιεικεία

Romans 15:22

KJV: For which cause also I have been much hindered from coming to you
GK: διό και ενεκοπτόμην τα πολλά του ελθείν προς υμάς

Galatians 5:7

KJV: Ye did run well who did hinder you that ye should not obey the truth
GK: ετρέχετε καλώς τις υμάς ανέκοψε τη αληθεία μη πείθεσθαι

1 Thessalonians 2:18

KJV: Wherefore we would have come unto you even I Paul once and again but Satan hindered us
GK: διό ηθελήσαμεν ελθείν προς υμάς εγώ μεν Παύλος και άπαξ και δις και ενέκοψεν ημάς ο σατανάς

ἐγκράτεια (temperance)

[edit]

Acts 24:25

KJV: And as he reasoned of righteousness temperance and judgment to come Felix trembled and answered Go thy way this time when I have a convenient season I will call for thee
GK: διαλεγομένου δε αυτού περί δικαιοσύνης και εγκρατείας και του κρίματος του μέλλοντος έσεσθαι έμφοβος γενόμενος ο Φήλιξ απεκρίθη το νυν έχον πορεύου καιρόν δε μεταλαβών μετακαλέσομαί σε

Galatians 5:23

KJV: Meekness temperance against such there is no law
GK: πραότης εγκράτεια κατά των τοιούτων ουκ έστι νόμος

2 Peter 1:6

KJV: And to knowledge temperance and to temperance patience and to patience godliness
GK: εν δε τη γνώσει την εγκράτειαν εν δε τη εγκρατεία την υπομονήν εν δε τη υπομονή την ευσέβειαν

ἐγκρατεύομαι (can(-not) contain)

[edit]

1 Corinthians 7:9

KJV: But if they cannot contain let them marry for it is better to marry than to burn
GK: ει δε ουκ εγκρατεύονται γαμησάτωσαν κρείσσον γαρ εστι γαμήσαι η πυρούσθαι

1 Corinthians 9:25

KJV: And every man striveth for the mastery is temperate in all things Now they to obtain a corruptible crown but we an incorruptible
GK: πας δε ο αγωνιζόμενος πάντα εγκρατεύεται εκείνοι μεν ούν ίνα φθαρτόν στέφανον λάβωσιν ημείς δε άφθαρτον

ἐγκρατής (temperate)

[edit]

Titus 1:8

KJV: But a lover of hospitality a lover of good men sober just holy temperate
GK: αλλά φιλόξενον φιλάγαθον σώφρονα δίκαιον όσιον εγκρατή

ἐγκρίνω (make of the number)

[edit]

2 Corinthians 10:12

KJV: For we dare not make ourselves of the number or compare ourselves with some that commend themselves but they measuring themselves by themselves and comparing themselves among themselves are not wise
GK: ου γαρ τολμώμεν εγκρίναι η συγκρίναι εαυτούς τισι των εαυτούς συνιστανόντων αλλά αυτοί εν εαυτοίς εαυτούς μετρούντες και συγκρίνοντες εαυτούς εαυτοίς ου συνιούσι

ἐγκρύπτω (hid in)

[edit]

Matthew 13:33

KJV: Another parable spake he unto them The kingdom of heaven is like unto leaven which a woman took and hid in three measures of meal till the whole was leavened
GK: άλλην παραβολήν ελάλησεν αυτοίς ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών ζύμη ην λαβούσα γυνή ενέκρυψεν εις αλεύρου σάτα τρία εώς ου εζυμώθη όλον

Luke 13:21

KJV: It is like leaven which a woman took and hid in three measures of meal till the whole was leavened
GK: ομοία εστί ζύμη ην λαβούσα γυνή έκρυψεν εις αλεύρου σάτα τρία έως ου εζυμώθη όλον

ἔγκυος (great with child)

[edit]

Luke 2:5

KJV: To be taxed with Mary his espoused wife being great with child
GK: απογράψασθαι συν Μαριάμ τη μεμνηστευμένη αυτώ γυναικί ούση εγκύω

ἐγχρίω (anoint)

[edit]

Revelation 3:18

KJV: I counsel thee to buy of me gold tried in the fire that thou mayest be rich and white raiment that thou mayest be clothed and the shame of thy nakedness do not appear and anoint thine eyes with eyesalve that thou mayest see
GK: συμβουλεύω σοι αγοράσαι χρυσίον παρ΄ εμού πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης και ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου και κουλλυριον εγχρισον επι τους οφθαλμούς σου ίνα βλέπης

ἐγώ (I)

[edit]

Matthew 3:11

KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί

Matthew 3:14

KJV: But John forbad him saying I have need to be baptized of thee and comest thou to me
GK: ο δε Ιωάννης διεκώλυεν αυτόν λέγων εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι και συ έρχη πρός με

Matthew 5:22

KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός

Matthew 5:28

KJV: But I say unto you That whosoever looketh on a woman to lust after her hath committed adultery with her already in his heart
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού

Matthew 5:32

KJV: But I say unto you That whosoever shall put away his wife saving for the cause of fornication causeth her to commit adultery and whosoever shall marry her that is divorced committeth adultery
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας ποιεί αυτήν μοιχάσθαι και ος εάν απολελυμένην γαμήση μοιχάται

Matthew 5:34

KJV: But I say unto you Swear not at all neither by heaven for it is God’s throne
GK: εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως μήτε εν τω ουρανώ ότι θρόνος εστί του θεού

Matthew 5:39

KJV: But I say unto you That ye resist not evil but whosoever shall smite thee on thy right cheek turn to him the other also
GK: εγώ δε λέγω υμίν μη αντιστήναι τω πονηρώ αλλ΄ όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σου σιαγόνα στρέψον αυτώ και την άλλην

Matthew 5:44

KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς

ἐδαφίζω (lay even with the ground)

[edit]

Luke 19:44

KJV: And shall lay thee even with the ground and thy children within thee and they shall not leave in thee one stone upon another because thou knewest not the time of thy visitation
GK: και εδαφιούσί σε και τα τέκνα σου εν σοι και ουκ αφήσουσιν εν σοι λίθον επί λίθω ανθ΄ ουκ έγνως τον καιρόν της επισκοπής σου

ἔδαφος (ground)

[edit]

Acts 22:7

KJV: And I fell unto the ground and heard a voice saying unto me Saul Saul why persecutest thou me
GK: έπεσόν τε εις το έδαφος και ήκουσα φωνής λεγούσης μοι Σαούλ Σαούλ τι με διώκεις

ἑδραῖος (settled)

[edit]

1 Corinthians 7:37

KJV: Nevertheless he that standeth stedfast in his heart having no necessity but hath power over his own will and hath so decreed in his heart that he will keep his virgin doeth well
GK: ος δε έστηκεν εδραίος εν τη καρδία μη έχων ανάγκην εξουσίαν δε έχει περί του ιδίου θελήματος και τούτο κέκρικεν εν τη καρδία αυτού του τηρείν την εαυτού παρθένον καλώς ποιεί

1 Corinthians 15:58

KJV: Therefore my beloved brethren be ye stedfast unmoveable always abounding in the work of the Lord forasmuch as ye know that your labour is not in vain in the Lord
GK: ώστε αδελφοί μου αγαπητοί εδραίοι γίνεσθε αμετακίνητοι περισσεύοντες εν τω έργω του κυρίου πάντοτε ειδότες ότι ο κόπος υμών ουκ έστι κενός εν κυρίω

Colossians 1:23

KJV: If ye continue in the faith grounded and settled and not moved away from the hope of the gospel which ye have heard which was preached to every creature under heaven whereof I Paul am made a minister
GK: είγε επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου ου ηκούσατε του κηρυχθέντος εν πάση τη κτίσει τη υπό τον ουρανόν ου εγενόμην εγώ Παύλος διάκονος

ἑδραίωμα (ground)

[edit]

1 Timothy 3:15

KJV: But if I tarry long that thou mayest know how thou oughtest to behave thyself in the house of God which is the church of the living God the pillar and ground of the truth
GK: εαν δε βραδύνω ίνα ειδής πως δει εν οίκω θεού αναστρέφεσθαι ήτις εστίν εκκλησία θεού ζώντος στύλος και εδραίωμα της αληθείας

Ἑζεκίας (Ezekias)

[edit]

Matthew 1:9

KJV: And Ozias begat Joatham and Joatham begat Achaz and Achaz begat Ezekias
GK: Οζίας δε εγέννησε τον Ιωάθαμ Ιωάθαμ δε εγέννησε τον Άχαζ Άχαζ δε εγέννησε τον Εζεκίαν

Matthew 1:10

KJV: And Ezekias begat Manasses and Manasses begat Amon and Amon begat Josias
GK: Εζεκίας δε εγέννησε τον Μανασσή Μανασσής δε εγέννησε τον Αμών Αμών δε εγέννησε τον Ιωσίαν

ἐθελοθρησκεία (will worship)

[edit]

Colossians 2:23

KJV: Which things have indeed a shew of wisdom in will worship and humility and neglecting of the body not in any honour to the satisfying of the flesh
GK: άτινά εστι λόγον μεν έχοντα σοφίας εν εθελοθρησκεία και ταπεινοφροσύνη και αφειδία σώματος ουκ εν τιμή τινί προς πλησμονήν της σαρκός

ἐθίζω (custom)

[edit]

Luke 2:27

KJV: And he came by the Spirit into the temple and when the parents brought in the child Jesus to do for him after the custom of the law
GK: και ήλθεν εν τω πνεύματι εις το ιερόν και εν τω εισαγαγείν τους γονείς το παιδίον Ιησούν του ποιήσαι αυτούς κατά το ειθισμένον του νόμου περί αυτού

ἐθνάρχης (ethnarch)

[edit]

2 Corinthians 11:32

KJV: In Damascus the governor under Aretas the king kept the city of the Damascenes with a garrison desirous to apprehend me
GK: εν Δαμασκώ ο εθνάρχης Αρέτα του βασιλέως εφρούρει την Δαμασκηνών πόλιν πιάσαι με θέλων

ἐθνικός (heathen (man))

[edit]

Matthew 6:7

KJV: But when ye pray use not vain repetitions as the heathen for they think that they shall be heard for their much speaking
GK: προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται

Matthew 18:17

KJV: And if he shall neglect to hear them tell unto the church but if he neglect to hear the church let him be unto thee as an heathen man and a publican
GK: εάν δε παρακούση αυτών ειπέ τη εκκλησία εάν δε και της εκκλησίας παρακούση έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης

ἐθνικῶσ (after the manner of Gentiles)

[edit]

Galatians 2:14

KJV: But when I saw that they walked not uprightly according to the truth of the gospel I said unto Peter before all If thou being a Jew livest after the manner of Gentiles and not as do the Jews why compellest thou the Gentiles to live as do the Jews
GK: αλλ΄ ότε είδον ότι ουκ ορθοποδούσι προς την αλήθειαν του ευαγγελίου είπον τω Πέτρω έμπροσθεν πάντων ει συ Ιουδαίος υπάρχων εθνικώς ζης και ουκ Ιουδαϊκώς τι τα έθνη αναγκάζεις Ιουδαϊζειν

ἔθνος (Gentile)

[edit]

Matthew 4:15

KJV: The land of Zabulon and the land of Nephthalim the way of the sea beyond Jordan Galilee of the Gentiles
GK: γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου Γαλιλαία των εθνών

Matthew 6:32

KJV: For after all these things do the Gentiles seek for your heavenly Father knoweth that ye have need of all these things
GK: πάντα γαρ ταύτα τα έθνη επιζητεί οίδε γαρ ο πατήρ υμών ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων

Matthew 10:5

KJV: These twelve Jesus sent forth and commanded them saying Go not into the way of the Gentiles and into city of the Samaritans enter ye not
GK: τούτους τους δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς παραγγείλας αυτοίς λέγων εις οδόν εθνών μη απέλθητε και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε

Matthew 10:18

KJV: And ye shall be brought before governors and kings for my sake for a testimony against them and the Gentiles
GK: και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν

Matthew 12:18

KJV: Behold my servant whom I have chosen my beloved in whom my soul is well pleased I will put my spirit upon him and he shall shew judgment to the Gentiles
GK: ιδού ο παις μου ον ηρέτισα ο αγαπητός μου εις ον ευδόκησεν η ψυχή μου θήσω το πνεύμά μου επ΄ αυτόν και κρίσιν τοις έθνεσιν απαγγελεί

Matthew 12:21

KJV: And in his name shall the Gentiles trust
GK: και εν τω ονόματι αυτού έθνη ελπιούσιν

Matthew 20:19

KJV: And shall deliver him to the Gentiles to mock and to scourge and to crucify and the third day he shall rise again
GK: και παραδώσουσιν αυτόν τοις έθνεσιν εις το εμπαίξαι και μαστιγώσαι και σταυρώσαι και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται

Matthew 20:25

KJV: But Jesus called them and said Ye know that the princes of the Gentiles exercise dominion over them and they that are great exercise authority upon them
GK: ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος αυτούς είπεν οίδατε ότι οι άρχοντες των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και οι μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αυτών

Matthew 21:43

KJV: Therefore say I unto you The kingdom of God shall be taken from you and given to a nation bringing forth the fruits thereof
GK: διά τούτο λέγω υμίν ότι αρθήσεται αφ΄ υμών η βασιλεία του θεού και δοθήσεται έθνει ποιούντι τους καρπούς αυτής

ἔθος (custom)

[edit]

Luke 1:9

KJV: According to the custom of the priest’s office his lot was to burn incense when he went into the temple of the Lord
GK: κατά το έθος της ιερατείας έλαχε του θυμιάσαι εισελθών εις τον ναόν του κυρίου

Luke 2:42

KJV: And when he was twelve years old they went up to Jerusalem after the custom of the feast
GK: και ότε εγένετο ετών δώδεκα αναβάντων αυτών εις Ιεροσόλυμα κατά το έθος της εορτής

Luke 22:39

KJV: And he came out and went as he was wont to the mount of Olives and his disciples also followed him
GK: και εξελθών επορεύθη κατά το έθος εις το όρος των ελαιών ηκολούθησαν δε αυτώ και οι μαθηταί αυτού

John 19:40

KJV: Then took they the body of Jesus and wound it in linen clothes with the spices as the manner of the Jews is to bury
GK: έλαβον ουν το σώμα του Ιησού και έδησαν αυτό εν οθονίοις μετά των αρωμάτων καθώς έθος εστί τοις Ιουδαίος ενταφιάζειν

Acts 6:14

KJV: For we have heard him say that this Jesus of Nazareth shall destroy this place and shall change the customs which Moses delivered us
GK: ακηκόαμεν γαρ αυτού λέγοντος ότι Ιησούς ο Ναζωραίος ούτος καταλύσει τον τόπον τούτον και αλλάξει το έθη α παρέδωκεν ημίν Μωϋσής

Acts 15:1

KJV: And certain men which came down from Judæa taught the brethren Except ye be circumcised after the manner of Moses ye cannot be saved
GK: και τινες κατελθόντες από της Ιουδαίας εδίδασκον τους αδελφούς ότι εάν μη περιτέμνησθε τω έθει Μωϋσέως ου δύνασθε σωθήναι

Acts 16:21

KJV: And teach customs which are not lawful for us to receive neither to observe being Romans
GK: και καταγγέλλουσιν έθη α ουκ έξεστιν ημίν παραδέχεσθαι ουδέ ποιείν Ρωμαίοις ούσι

Acts 21:21

KJV: And they are informed of thee that thou teachest all the Jews which are among the Gentiles to forsake Moses saying that they ought not to circumcise children neither to walk after the customs
GK: κατηχήθησαν δε περί σου ότι αποστασίαν διδάσκεις από Μωυσέως τους κατά τα έθνη πάντας Ιουδαίους λέγων μη περιτέμνειν αυτούς τα τέκνα μηδέ τοις έθεσι περιπατείν

Acts 25:16

KJV: To whom I answered It is not the manner of the Romans to deliver any man to die before that he which is accused have the accusers face to face and have licence to answer for himself concerning the crime laid against him
GK: προς ους απεκρίθην ότι ουκ έστιν έθος Ρωμαίοις χαρίζεσθαί τινα άνθρωπον εις απώλειαν πριν η ο κατηγορούμενος κατά πρόσωπον έχοι τους κατηγόρους τόπον τε απολογίας λάβοι περί του εγκλήματος

ἔθω (be custom (manner)

[edit]

Matthew 27:15

KJV: Now at feast the governor was wont to release unto the people a prisoner whom they would
GK: κατά δε εορτήν ειώθει ο ηγεμών απολύειν ένα τω όχλω δέσμιον ον ήθελον

Mark 10:1

KJV: And he arose from thence and cometh into the coasts of Judæa by the farther side of Jordan and the people resort unto him again and as he was wont he taught them again
GK: κακείθεν αναστάς έρχεται εις τα όρια της Ιουδαίας διά του πέραν του Ιορδάνου και συμπορεύονται πάλιν όχλοι προς αυτόν και ως ειώθει πάλιν εδίδασκεν αυτούς

Luke 4:16

KJV: And he came to Nazareth where he had been brought up and as his custom was he went into the synagogue on the sabbath day and stood up for to read
GK: και ήλθεν εις την Ναζαρέθ ου ην τεθραμμένος και εισήλθε κατά το ειωθός αυτώ εν τη ημέρα των σαββάτων εις την συναγωγήν και ανέστη αναγνώναι

Acts 17:2

KJV: And Paul as his manner was went in unto them and three sabbath days reasoned with them out of the scriptures
GK: κατά δε το ειωθός τω Παύλω εισήλθε προς αυτούς και επί σάββατα τρία διελέγετο αυτοίς από των γραφών

εἰ (forasmuch as)

[edit]

Matthew 4:3

KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται

Matthew 4:6

KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου

Matthew 5:29

KJV: And if thy right eye offend thee pluck it out and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: ει δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σκανδαλίζει σε έξελε αυτόν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 5:30

KJV: And if thy right hand offend thee cut it off and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: και ει η δεξιά σου χείρ σκανδαλίζει σε έκκοψον αυτήν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 6:23

KJV: But if thine eye be evil thy whole body shall be full of darkness If therefore the light that is in thee be darkness how great that darkness
GK: εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η όλον το σώμά σου σκοτεινόν έσται ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί το σκότος πόσον

Matthew 6:30

KJV: Wherefore if God so clothe the grass of the field which to day is and to morrow is cast into the oven not much more you O ye of little faith
GK: ει δε τον χόρτον του αγρού σήμερον όντα και αύριον εις κλίβανον βαλλόμενον ο θεός ούτως αμφιέννυσιν ου πολλώ μάλλον υμάς ολιγόπιστοι

Matthew 7:11

KJV: If ye then being evil know how to give good gifts unto your children how much more shall your Father which is in heaven give good things to them that ask him
GK: ει ουν υμείς πονηροί όντες οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν

Matthew 8:31

KJV: So the devils besought him saying If thou cast us out suffer us to go away into the herd of swine
GK: οι δε δαίμονες παρεκάλουν αυτόν λέγοντες ει εκβάλλεις ημάς επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων

Matthew 10:25

KJV: It is enough for the disciple that he be as his master and the servant as his lord If they have called the master of the house Beelzebub how much more them of his household
GK: αρκετόν τω μαθητή ίνα γένηται ως ο διδάσκαλος αυτού και ο δούλος ως ο κύριος αυτού ει τον οικοδεσπότην Βεελζεβούβ απεκάλεσαν πόσω μάλλον τους οικιακούς

εἶ (art)

[edit]

Matthew 2:6

KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ

Matthew 4:3

KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται

Matthew 4:6

KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου

Matthew 5:25

KJV: Agree with thine adversary quickly whiles thou art in the way with him lest at any time the adversary deliver thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and thou be cast into prison
GK: ίσθι ευνοών τω αντιδίκω σου ταχύ έως ότου ει εν τη οδώ μετ΄ αυτού μήποτέ σε παραδώ ο αντίδικος τω κριτή και ο κριτής σε παραδώ τω υπηρέτη και εις φυλακήν βληθήση

Matthew 11:3

KJV: And said unto him Art thou he that should come or do we look for another
GK: είπεν αυτώ συ ει ο ερχόμενος η έτερον προσδοκώμεν

Matthew 14:28

KJV: And Peter answered him and said Lord if it be thou bid me come unto thee on the water
GK: αποκριθείς δε αυτώ ο Πέτρος είπε κύριε ει συ ει κέλευσόν με προς σε ελθείν επί τα ύδατα

Matthew 14:33

KJV: Then they that were in the ship came and worshipped him saying Of a truth thou art the Son of God
GK: οι δε εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες αληθώς θεού υιός ει

Matthew 16:16

KJV: And Simon Peter answered and said Thou art the Christ the Son of the living God
GK: αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε συ ει ο Χριστός ο υιός του θεού του ζώντος

Matthew 16:17

KJV: And Jesus answered and said unto him Blessed art thou Simon Bar-jona for flesh and blood hath not revealed unto thee but my Father which is in heaven
GK: και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτώ μακάριος ει Σίμων Βαρ Ιωνά ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι αλλ΄ ο πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς

εἴγε (if (so be that)

[edit]

2 Corinthians 5:3

KJV: If so be that being clothed we shall not be found naked
GK: είγε και ενδυσάμενοι ου γυμνοί ευρεθησόμεθα

Galatians 3:4

KJV: Have ye suffered so many things in vain if yet in vain
GK: τοσαύτα επάθετε εική ει και εική

Ephesians 3:2

KJV: If ye have heard of the dispensation of the grace of God which is given me to you-ward
GK: είγε ηκούσατε την οικονομίαν της χάριτος του θεού της δοθείσης μοι εις υμάς

Ephesians 4:21

KJV: If so be that ye have heard him and have been taught by him as the truth is in Jesus
GK: είγε αυτόν ηκούσατε και εν αυτώ εδιδάχθητε καθώς εστιν αλήθεια εν τω Ιησού

Colossians 1:23

KJV: If ye continue in the faith grounded and settled and not moved away from the hope of the gospel which ye have heard which was preached to every creature under heaven whereof I Paul am made a minister
GK: είγε επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου ου ηκούσατε του κηρυχθέντος εν πάση τη κτίσει τη υπό τον ουρανόν ου εγενόμην εγώ Παύλος διάκονος

εἰ δὲ μήγε ((or) else)

[edit]

Matthew 6:1

KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς

Matthew 9:17

KJV: Neither do men put new wine into old bottles else the bottles break and the wine runneth out and the bottles perish but they put new wine into new bottles and both are preserved
GK: ουδέ βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήγνυνται οι ασκοί και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς καινούς και αμφότερα συντηρούνται

Mark 2:21

KJV: No man also seweth a piece of new cloth on an old garment else the new piece that filled it up taketh away from the old and the rent is made worse
GK: και ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιρράπτει επί ιματίω παλαιώ ει αίρει το πλήρωμα αυτού το καινόν του παλαιού και χείρον σχίσμα γίνεται

Mark 2:22

KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine doth burst the bottles and the wine is spilled and the bottles will be marred but new wine must be put into new bottles
GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήσσει ο οίνος ο νέος τους ασκούς και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά οίνον νέον εις ασκούς καινούς βλητέον

Luke 5:36

KJV: And he spake also a parable unto them No man putteth a piece of a new garment upon an old if otherwise then both the new maketh a rent and the piece that was out of the new agreeth not with the old
GK: έλεγε δε και παραβολήν προς αυτούς ότι ουδείς επίβλημα ιματίου καινού επιβάλλει επί ιμάτιον παλαιόν ει και το καινόν σχίζει και τω παλαιώ ου συμφωνεί το από του καινού

Luke 5:37

KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine will burst the bottles and be spilled and the bottles shall perish
GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήξει ο νέος οίνος τους ασκούς και αυτός εκχυθήσεται και οι ασκοί απολούνται

Luke 10:6

KJV: And if the son of peace be there your peace shall rest upon it if not it shall turn to you again
GK: και εάν η εκεί υιός ειρήνης επαναπαύσεται επ΄ αυτόν η ειρήνη υμών ει εφ΄ υμάς ανακάμψει

Luke 13:9

KJV: And if it bear fruit and if not after that thou shalt cut it down
GK: καν μεν ποιήση καρπόν ει εις το μέλλον εκκόψεις αυτήν

Luke 14:32

KJV: Or else while the other is yet a great way off he sendeth an ambassage and desireth conditions of peace
GK: ει έτι πόρρω αυτού όντος πρεσβείαν αποστείλας ερωτά τα προς ειρήνην

εἶδος (appearance)

[edit]

Luke 3:22

KJV: And the Holy Ghost descended in a bodily shape like a dove upon him and a voice came from heaven which said Thou art my beloved Son in thee I am well pleased
GK: και καταβήναι το πνεύμα το άγιον σωματικώ είδει ωσεί περιστεράν επ΄ αυτόν και φωνήν εξ ουρανού γενέσθαι λέγουσαν συ ει ο υιός μου ο αγαπητός εν σοι ευδόκησα

Luke 9:29

KJV: And as he prayed the fashion of his countenance was altered and his raiment white glistering
GK: και εγένετο εν τω προσεύξασθαι αυτόν το είδος του προσώπου έτερον και ο ιματισμός αυτού λευκός εξαστράπτων

John 5:37

KJV: And the Father himself which hath sent me hath borne witness of me Ye have neither heard his voice at any time nor seen his shape
GK: και ο πέμψας με πατήρ αυτός μεμαρτύρηκεν περί εμού ούτε φωνήν αυτού ακηκόατε πώποτε ούτε είδος αυτού εωράκατε

2 Corinthians 5:7

KJV: For we walk by faith not by sight
GK: διά πίστεως γαρ περιπατούμεν ου διά είδους

1 Thessalonians 5:22

KJV: Abstain from all appearance of evil
GK: από παντός είδους πονηρού απέχεσθε

οἶδα (be aware)

[edit]

Matthew 2:2

KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ

Matthew 2:9

KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον

Matthew 2:10

KJV: When they saw the star they rejoiced with exceeding great joy
GK: ιδόντες δε τον αστέρα εχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα

Matthew 2:11

KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν

Matthew 2:16

KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων

Matthew 3:7

KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Matthew 3:16

KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν

Matthew 4:16

KJV: The people which sat in darkness saw great light and to them which sat in the region and shadow of death light is sprung up
GK: ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς

εἰδωλεῖον (idol's temple)

[edit]

1 Corinthians 8:10

KJV: For if any man see thee which hast knowledge sit at meat in the idol’s temple shall not the conscience of him which is weak be emboldened to eat those things which are offered to idols
GK: εάν γαρ τις ίδη σε τον έχοντα γνώσιν εν ειδωλείω κατακείμενον ουχί η συνείδησις αυτού ασθενούς όντος οικοδομηθήσεται εις το τα ειδωλόθυτα εσθίειν

εἰδωλόθυτος ((meat)

[edit]

Acts 15:29

KJV: That ye abstain from meats offered to idols and from blood and from things strangled and from fornication from which if ye keep yourselves ye shall do well Fare ye well
GK: απέχεσθαι ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας εξ ων διατηρούντες εαυτούς ευ πράξετε έρρωσθε

Acts 21:25

KJV: As touching the Gentiles which believe we have written concluded that they observe no such thing save only that they keep themselves from to idols and from blood and from strangled and from fornication
GK: περί δε των πεπιστευκότων εθνών ημείς επεστείλαμεν κρίναντες μηδέν τοιούτον τηρείν αυτούς ει φυλάσσεσθαι αυτούς το τε ειδωλόθυτον και το αίμα και πνικτόν και πορνείαν

1 Corinthians 8:1

KJV: Now as touching things offered unto idols we know that we all have knowledge Knowledge puffeth up but charity edifieth
GK: περί δε των ειδωλοθύτων οίδαμεν ότι πάντες γνώσιν έχομεν η γνώσις φυσιοί η δε αγάπη οικοδομεί

1 Corinthians 8:4

KJV: As concerning therefore the eating of those things that are offered in sacrifice unto idols we know that an idol nothing in the world and that none other God but one
GK: περί της βρώσεως ούν των ειδωλοθύτων οίδαμεν ότι ουδέν είδωλον εν κόσμω και ότι ουδείς θεός έτερος ει εις

1 Corinthians 8:7

KJV: Howbeit not in every man that knowledge for some with conscience of the idol unto this hour eat as a thing offered unto an idol and their conscience being weak is defiled
GK: αλλ΄ ουκ εν πάσιν η γνώσις τινές δε τη συνειδήσει του ειδώλου έως άρτι ως ειδωλόθυτον εσθίουσι και η συνείδησις αυτών ασθενής ούσα μολύνεται

1 Corinthians 8:10

KJV: For if any man see thee which hast knowledge sit at meat in the idol’s temple shall not the conscience of him which is weak be emboldened to eat those things which are offered to idols
GK: εάν γαρ τις ίδη σε τον έχοντα γνώσιν εν ειδωλείω κατακείμενον ουχί η συνείδησις αυτού ασθενούς όντος οικοδομηθήσεται εις το τα ειδωλόθυτα εσθίειν

1 Corinthians 10:19

KJV: What say I then that the idol is any thing or that which is offered in sacrifice to idols is any thing
GK: τι ούν φημι ότι είδωλόν τι εστιν η ότι ειδωλόθυτόν τι εστιν

1 Corinthians 10:28

KJV: But if any man say unto you This is offered in sacrifice unto idols eat not for his sake that shewed it and for conscience sake for the earth the Lord’s and the fulness thereof
GK: εάν δε τις υμίν είπη τούτο ειδωλόθυτόν εστι μη εσθίετε δι΄ εκείνον τον μηνύσαντα και την συνείδησιν του γαρ κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής

Revelation 2:14

KJV: But I have a few things against thee because thou hast there them that hold the doctrine of Balaam who taught Balac to cast a stumblingblock before the children of Israel to eat things sacrificed unto idols and to commit fornication
GK: αλλ΄ έχω κατά σου ολίγα ότι έχεις εκεί κρατούντας την διδαχήν Βαλαάμ ος εδίδασκε τον Βαλάκ βαλείν σκάνδαλον ενώπιον των υιών Ισραήλ φαγείν ειδωλόθυτα και πορνεύσαι

εἰδωλολατρεία (idolatry)

[edit]

1 Corinthians 10:14

KJV: Wherefore my dearly beloved flee from idolatry
GK: διόπερ αγαπητοί μου φεύγετε από της ειδωλολατρίας

Galatians 5:20

KJV: Idolatry witchcraft hatred variance emulations wrath strife seditions heresies
GK: ειδωλολατρία φαρμακεία έχθραι έρεις ζήλοι θυμοί εριθείαι διχοστασίαι αιρέσεις

Colossians 3:5

KJV: Mortify therefore your members which upon the earth fornication uncleanness inordinate affection evil concupiscence and covetousness which is idolatry
GK: νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης πορνείαν ακαθαρσίαν πάθος επιθυμίαν κακήν και την πλεονεξίαν ήτις εστίν ειδωλολατρεία

1 Peter 4:3

KJV: For the time past of life may suffice us to have wrought the will of the Gentiles when we walked in lasciviousness lusts excess of wine revellings banquetings and abominable idolatries
GK: αρκετός γαρ ημίν ο παρεληλυθώς χρόνος του βίου το θέλημα των εθνών κατεργάσασθαι πεπορευμένους εν ασελγείαις επιθυμίαις οινοφλυγίαις κώμοις πότοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείας

εἰδωλολάτρης (idolater)

[edit]

1 Corinthians 5:10

KJV: Yet not altogether with the fornicators of this world or with the covetous or extortioners or with idolaters for then must ye needs go out of the world
GK: και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου η τοις πλεονέκταις η άρπαξιν η ειδωλολάτραις επεί οφείλετε άρα εκ του κόσμου εξελθείν

1 Corinthians 5:11

KJV: But now I have written unto you not to keep company if any man that is called a brother be a fornicator or covetous or an idolater or a railer or a drunkard or an extortioner with such an one no not to eat
GK: νυνί δε έγραψα υμίν μη συναναμίγνυσθαι εάν τις αδελφός ονομαζόμενος η πόρνος η πλεονέκτης η ειδωλολάτρης η λοίδορος η μέθυσος η άρπαξ τω τοιούτω μηδέ συνεσθίειν

1 Corinthians 6:9

KJV: Know ye not that the unrighteous shall not inherit the kingdom of God Be not deceived neither fornicators nor idolaters nor adulterers nor effeminate nor abusers of themselves with mankind
GK: η ουκ οίδατε ότι άδικοι βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσι μη πλανάσθε ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται

1 Corinthians 10:7

KJV: Neither be ye idolaters as some of them as it is written The people sat down to eat and drink and rose up to play
GK: μηδέ ειδωλολάτραι γίνεσθε καθώς τινες αυτών ως γέγραπται εκάθισεν ο λαός φαγείν και πιείν και ανέστησαν παίζειν

Ephesians 5:5

KJV: For this ye know that no whoremonger nor unclean person nor covetous man who is an idolater hath any inheritance in the kingdom of Christ and of God
GK: τούτο γαρ εστε γινώσκοντες ότι πας πόρνος η ακάθαρτος η πλεονέκτης ος εστιν ειδωλολάτρης ουκ έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του χριστού και θεού

Revelation 21:8

KJV: But the fearful and unbelieving and the abominable and murderers and whoremongers and sorcerers and idolaters and all liars shall have their part in the lake which burneth with fire and brimstone which is the second death
GK: τοις δε δειλοίς και απίστοις και αμαρτωλοίς και εβδελυγμένοις και φονεύσι και πόρνοις και φαρμακοίς και ειδωλολάτραις και πάσι τοις ψευδέσι το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη πυρί και θείω ο εστίν ο θάνατος ο δεύτερος

Revelation 22:15

KJV: For without dogs and sorcerers and whoremongers and murderers and idolaters and whosoever loveth and maketh a lie
GK: έξω οι κύνες και οι φαρμακοί και οι πόρνοι και οι φονείς και οι ειδωλολάτραι και πας φιλών και ποιών ψεύδος

εἴδωλον (idol)

[edit]

Acts 7:41

KJV: And they made a calf in those days and offered sacrifice unto the idol and rejoiced in the works of their own hands
GK: και εμοσχοποίησαν εν ταις ημέραις εκείναις και ανήγαγον θυσίαν τω ειδώλω και ευφραίνοντο εν τοις έργοις των χειρών αυτών

Acts 15:20

KJV: But that we write unto them that they abstain from pollutions of idols and fornication and things strangled and blood
GK: αλλά επιστείλαι αυτοίς του απέχεσθαι από των αλισγημάτων των ειδώλων και της πορνείας και του πνικτού και του αίματος

Romans 2:22

KJV: Thou that sayest a man should not commit adultery dost thou commit adultery thou that abhorrest idols dost thou commit sacrilege
GK: ο λέγων μη μοιχεύειν μοιχεύεις ο βδελυσσόμενος τα είδωλα ιεροσυλείς

1 Corinthians 8:4

KJV: As concerning therefore the eating of those things that are offered in sacrifice unto idols we know that an idol nothing in the world and that none other God but one
GK: περί της βρώσεως ούν των ειδωλοθύτων οίδαμεν ότι ουδέν είδωλον εν κόσμω και ότι ουδείς θεός έτερος ει εις

1 Corinthians 8:7

KJV: Howbeit not in every man that knowledge for some with conscience of the idol unto this hour eat as a thing offered unto an idol and their conscience being weak is defiled
GK: αλλ΄ ουκ εν πάσιν η γνώσις τινές δε τη συνειδήσει του ειδώλου έως άρτι ως ειδωλόθυτον εσθίουσι και η συνείδησις αυτών ασθενής ούσα μολύνεται

1 Corinthians 10:19

KJV: What say I then that the idol is any thing or that which is offered in sacrifice to idols is any thing
GK: τι ούν φημι ότι είδωλόν τι εστιν η ότι ειδωλόθυτόν τι εστιν

1 Corinthians 12:2

KJV: Ye know that ye were Gentiles carried away unto these dumb idols even as ye were led
GK: οίδατε ότι ότε έθνη ήτε προς τα είδωλα τα άφωνα ως αν ήγεσθε απαγόμενοι

2 Corinthians 6:16

KJV: And what agreement hath the temple of God with idols for ye are the temple of the living God as God hath said I will dwell in them and walk in and I will be their God and they shall be my people
GK: τις δε συγκατάθεσις ναώ θεού μετά ειδώλων υμείς γαρ ναός θεού εστε ζώντος καθώς είπεν ο θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω και έσομαι αυτών θεός και αυτοί έσονταί μοι λαός

1 Thessalonians 1:9

KJV: For they themselves shew of us what manner of entering in we had unto you and how ye turned to God from idols to serve the living and true God
GK: αυτοί γαρ περί ημών απαγγέλλουσιν οποίαν είσοδον έσχομεν προς υμάς και πως επεστρέψατε προς τον θεόν από των ειδώλων δουλεύειν θεώ ζώντι και αληθινώ

εἴην (mean)

[edit]

Luke 1:29

KJV: And when she saw she was troubled at his saying and cast in her mind what manner of salutation this should be
GK: η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος

Luke 3:15

KJV: And as the people were in expectation and all men mused in their hearts of John whether he were the Christ or not
GK: προσδοκώντος δε του λαού και διαλογιζομένων πάντων εν ταις καρδίαις αυτών περί του Ιωάννου μήποτε αυτός είη ο Χριστός

Luke 8:9

KJV: And his disciples asked him saying What might this parable be
GK: επηρώτων δε αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες τις είη η παραβολή αύτη

Luke 9:46

KJV: Then there arose a reasoning among them which of them should be greatest
GK: εισήλθε δε διαλογισμός εν αυτοίς το τις αν είη μείζων αυτών

Luke 15:26

KJV: And he called one of the servants and asked what these things meant
GK: και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα

Luke 18:36

KJV: And hearing the multitude pass by he asked what it meant
GK: ακούσας δε όχλου διαπορευομένου επυνθάνετο τι είη τούτο

Luke 22:23

KJV: And they began to enquire among themselves which of them it was that should do this thing
GK: και αυτοί ήρξαντο συζητείν προς εαυτούς το τις άρα είη εξ αυτών ο τούτο μέλλων πράσσειν

John 13:24

KJV: Simon Peter therefore beckoned to him that he should ask who it should be of whom he spake
GK: νεύει ούν τούτω Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τις αν είη περί ου λέγει

Acts 8:20

KJV: But Peter said unto him Thy money perish with thee because thou hast thought that the gift of God may be purchased with money
GK: Πέτρος δε είπε αυτόν το αργύριόν σου συν σοι είη εις απώλειαν ότι την δωρεάν του θεού ενόμισας διά χρημάτων κτάσθαι

εἰ καί (if (that))

[edit]

Matthew 26:33

KJV: Peter answered and said unto him Though all shall be offended because of thee will I never be offended
GK: αποκριθείς δε ο Πέτρος είπεν αυτώ ει πάντες σκανδαλισθήσονται εν σοι εγώ ουδέποτε σκανδαλισθήσομαι

Luke 11:8

KJV: I say unto you Though he will not rise and give him because he is his friend yet because of his importunity he will rise and give him as many as he needeth
GK: λέγω υμίν ει ου δώσει αυτώ αναστάς διά το είναι αυτού φίλον διά γε την αναίδειαν αυτού εγερθείς δώσει αυτώ όσων χρήζει

Luke 11:11

KJV: If a son shall ask bread of any of you that is a father will he give him a stone or if a fish will he for a fish give him a serpent
GK: τίνα δε υμών τον πατέρα αιτήσει ο υιός άρτον μη λίθον επιδώσει αυτώ ει και ιχθύν μη αντί ιχθύος όφιν επιδώσει αυτώ

Luke 11:18

KJV: If Satan also be divided against himself how shall his kingdom stand because ye say that I cast out devils through Beelzebub
GK: ει δε και ο σατανάς εφ΄ εαυτόν διεμερίσθη πως σταθήσεται η βασιλεία αυτού ότι λέγετε εν Βεελζεβούλ εκβάλλειν με τα δαιμόνια

Luke 18:4

KJV: And he would not for a while but afterward he said within himself Though I fear not God nor regard man
GK: και ουκ ηθέλησεν επί χρόνον μετά δε ταύτα είπεν εν εαυτώ ει τον θεόν ου φοβούμαι και άνθρωπον ουκ εντρέπομαι

1 Corinthians 4:7

KJV: For who maketh thee to differ and what hast thou that thou didst not receive now if thou didst receive why dost thou glory as if thou hadst not received
GK: τις γαρ σε διακρίνει τι δε έχεις ο ουκ έλαβες ει δε και έλαβες τι καυχάσαι ως μη λαβών

1 Corinthians 7:21

KJV: Art thou called a servant care not for it but if thou mayest be made free use rather
GK: δούλος εκλήθης μη σοι μελέτω αλλ΄ ει και δύνασαι ελεύθερος γενέσθαι μάλλον χρήσαι

2 Corinthians 4:3

KJV: But if our gospel be hid it is hid to them that are lost
GK: ει δε και έστι κεκαλυμμένον το ευαγγέλιον ημών εν τοις απολλυμένοις εστί κεκαλυμμένον

2 Corinthians 4:16

KJV: For which cause we faint not but though our outward man perish yet the inward is renewed day by day
GK: διό ουκ εκκακούμεν αλλ΄ ει ο έξω ημών άνθρωπος διαφθείρεται αλλ΄ ο έσωθεν ανακαινούνται ημέρα και ημέρα

εἰκῇ (without a cause)

[edit]

Matthew 5:22

KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός

Romans 13:4

KJV: For he is the minister of God thee for good But if thou do that which is evil be afraid for he beareth not the sword in vain for he is the minister of God a revenger to wrath upon him that doeth evil
GK: θεού γαρ διάκονός εστί σοι εις το αγαθόν εάν δε το κακόν ποιής φοβού ου γαρ εική την μάχαιραν φορεί θεού γαρ διάκονός εστίν εκδίκος εις οργήν τω το κακόν πράσσοντι

1 Corinthians 15:2

KJV: By which also ye are saved if ye keep in memory what I preached unto you unless ye have believed in vain
GK: δι΄ ου και σώζεσθε τίνι λόγω ευηγγελισάμην υμίν ει κατέχετε εκτός ει εική επιστεύσατε

Galatians 3:4

KJV: Have ye suffered so many things in vain if yet in vain
GK: τοσαύτα επάθετε εική ει και εική

Galatians 4:11

KJV: I am afraid of you lest I have bestowed upon you labour in vain
GK: φοβούμαι υμάς μη εική κεκοπίακα εις υμάς

Colossians 2:18

KJV: no man beguile you of your reward in a voluntary humility and worshipping of angels intruding into those things which he hath not seen vainly puffed up by his fleshly mind
GK: μηδείς υμάς καταβραβεύετω θέλων εν ταπεινοφροσύνη και θρησκεία των αγγέλων α μη εώρακεν εμβατεύων εική φυσιούμενος υπό του νοός της σαρκός αυτού

εἴκοσι (twenty)

[edit]

Luke 14:31

KJV: Or what king going to make war against another king sitteth not down first and consulteth whether he be able with ten thousand to meet him that cometh against him with twenty thousand
GK: η τις βασιλεύς πορευόμενος συμβαλείν ετέρω βασιλεί εις πόλεμον ουχί καθίσας πρώτον βουλεύεται ει δυνατός εστιν εν δέκα χιλιάσιν απαντήσαι τω μετά είκοσι χιλιάδων ερχομένω επ΄ αυτόν

John 6:19

KJV: So when they had rowed about five and twenty or thirty furlongs they see Jesus walking on the sea and drawing nigh unto the ship and they were afraid
GK: εληλακότες ούν ως σταδίους είκοσιπέντε η τριάκοντα θεωρούσι τον Ιησούν περιπατούντα επί της θαλάσσης και εγγύς του πλοίου γινόμενον και εφοβήθησαν

Acts 1:15

KJV: And in those days Peter stood up in the midst of the disciples and said the number of names together were about an hundred and twenty
GK: και εν ταις ημέραις ταύταις αναστάς Πέτρος εν μέσω των μαθητών είπεν ην τε όχλος ονομάτων επί το αυτό ως εκατόν είκοσιν

Acts 27:28

KJV: And sounded and found twenty fathoms and when they had gone a little further they sounded again and found fifteen fathoms
GK: και βολίσαντες εύρον οργυιάς είκοσι βραχύ δε διαστήσαντες και πάλιν βολίσαντες εύρον οργυιάς δεκαπέντε

1 Corinthians 10:8

KJV: Neither let us commit fornication as some of them committed and fell in one day three and twenty thousand
GK: μηδέ πορνεύωμεν καθώς τινες αυτών επόρνευσαν και έπεσον εν μιά ημέρα εικοσιτρείς χιλιάδες

Revelation 4:4

KJV: And round about the throne four and twenty seats and upon the seats I saw four and twenty elders sitting clothed in white raiment and they had on their heads crowns of gold
GK: και κυκλόθεν του θρόνου θρόνοι εικοσιτεσσαρες και επί τους θρόνους είδον τους εικοσιτεσσαρες πρεσβυτέρους καθημένους περιβεβλημένους εν ιματίοις λευκοίς και επί τας κεφαλάς αυτών στεφάνους χρυσούς

Revelation 4:10

KJV: The four and twenty elders fall down before him that sat on the throne and worship him that liveth for ever and ever and cast their crowns before the throne saying
GK: πεσούνται οι εικοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι ενώπιον του καθημένου επί του θρόνου και προσκυνούσι τω ζώντι εις τους αιώνας των αιώνων και βάλουσι τους στεφάνους αυτών ενώπιον του θρόνου λέγοντες

Revelation 5:8

KJV: And when he had taken the book the four beasts and four twenty elders fell down before the Lamb having every harps and golden vials full of odours which are the prayers of saints
GK: και ότε έλαβε το βιβλίον τα τέσσαρα ζώα και εικοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του αρνίου έχοντες έκαστος κιθάρας και φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων αι εισιν αι προσευχαί των αγίων

Revelation 5:14

KJV: And the four beasts said Amen And the four twenty elders fell down and worshipped him that liveth for ever and ever
GK: και τα τέσσαρα ζώα λέγοντα το αμήν και οι εικοσι τεσσαρες πρεσβύτεροι επεσον και προσεκύνησαν

εἴκω (give place)

[edit]

Galatians 2:5

KJV: To whom we gave place by subjection no, not for an hour that the truth of the gospel might continue with you
GK: οις ουδέ προς ώραν είξαμεν τη υποταγή ίνα η αλήθεια του ευαγγελίου διαμείνη προς υμάς

εἴκω (be like)

[edit]

James 1:6

KJV: But let him ask in faith nothing wavering For he that wavereth is like a wave of the sea driven with the wind and tossed
GK: αιτείτω δε εν πίστει μηδέν διακρινόμενος ο γαρ διακρινόμενος έοικε κλύδωνι θαλάσσης ανεμιζομένω και ριπιζομένω

James 1:23

KJV: For if any be a hearer of the word and not a doer he is like unto a man beholding his natural face in a glass
GK: ότι ει ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω

εἰκών (image)

[edit]

Matthew 22:20

KJV: And he saith unto them Whose this image and superscription
GK: και λέγει αυτοίς τίνος η εικών αύτη και η επιγραφή

Mark 12:16

KJV: And they brought And he saith unto them Whose this image and superscription And they said unto him Cæsar’s
GK: οι δε ήνεγκαν και λέγει αυτοίς τίνος η εικών αύτη και η επιγραφή οι δε είπον αυτώ Καίσαρος

Luke 20:24

KJV: Shew me a penny Whose image and superscription hath it They answered and said Cæsar’s
GK: επιδείξατέ μοι δηνάριον τίνος έχει εικόνα και επιγραφήν αποκριθέντες δε είπον Καίσαρος

Romans 1:23

KJV: And changed the glory of the uncorruptible God into an image made like to corruptible man and to birds and fourfooted beasts and creeping things
GK: και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών

Romans 8:29

KJV: For whom he did foreknow he also did predestinate conformed to the image of his Son that he might be the firstborn among many brethren
GK: ότι ους προέγνω και προώρισεν συμμόρφους της εικόνος του υιού αυτού εις το είναι αυτόν πρωτότοκον εν πολλοίς αδελφοίς

1 Corinthians 11:7

KJV: For a man indeed ought not to cover head forasmuch as he is the image and glory of God but the woman is the glory of the man
GK: ανήρ μεν γαρ ουκ οφείλει κατακαλύπτεσθαι την κεφαλήν εικών και δόξα θεού υπάρχων γυνή δε δόξα ανδρός εστιν

1 Corinthians 15:49

KJV: And as we have borne the image of the earthy we shall also bear the image of the heavenly
GK: και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα του χοϊκού φορεσόμεν και την εικόνα του επουρανίου

2 Corinthians 3:18

KJV: But we all with open face beholding as in a glass the glory of the Lord are changed into the same image from glory to glory as by the Spirit of the Lord
GK: ημείς δε πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν κυρίου κατοπτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν καθάπερ από κυρίου πνεύματος

2 Corinthians 4:4

KJV: In whom the god of this world hath blinded the minds of them which believe not lest the light of the glorious gospel of Christ who is the image of God should shine unto them
GK: εν οις ο θεός του αιώνος τούτου ετύφλωσε τα νοήματα των απίστων εις το μη αυγάσαι αυτοίς τον φωτισμόν του ευαγγελίου της δόξης του χριστού ος εστιν εικών του αοράτου θεού

εἰλικρίνεια (sincerity)

[edit]

1 Corinthians 5:8

KJV: Therefore let us keep the feast not with old leaven neither with the leaven of malice and wickedness but with the unleavened of sincerity and truth
GK: ώστε εορτάζωμεν μη εν ζύμη παλαιά μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας αλλ΄ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας

2 Corinthians 1:12

KJV: For our rejoicing is this the testimony of our conscience that in simplicity and godly sincerity not with fleshly wisdom but by the grace of God we have had our conversation in the world and more abundantly to you-ward
GK: η γαρ καύχησις ημών αύτη εστί το μαρτύριον της συνειδήσεως ημών ότι εν απλότητι και ειλικρινεία θεού ουκ εν σοφία σαρκική αλλ΄ εν χάριτι θεού ανεστράφημεν εν τω κόσμω περισσοτέρως δε προς υμάς

2 Corinthians 2:17

KJV: For we are not as many which corrupt the word of God but as of sincerity but as of God in the sight of God speak we in Christ
GK: ου γαρ εσμεν ως οι λοιποί καπηλεύοντες τον λόγον του θεού αλλ΄ ως εξ ειλικρινείας αλλ΄ ως εκ θεού κατενώπιον του θεού εν χριστώ λαλούμεν

εἰλικρινής (pure)

[edit]

Philippians 1:10

KJV: That ye may approve things that are excellent that ye may be sincere and without offence till the day of Christ
GK: εις το δοκιμάζειν υμάς τα διαφέροντα ίνα ήτε ειλικρινείς και απρόσκοποι εις ημέραν χριστού

2 Peter 3:1

KJV: This second epistle beloved I now write unto you in which I stir up your pure minds by way of remembrance
GK: ταύτην ήδη αγαπητοί δευτέραν υμίν γράφω επιστολήν εν αις διεγείρω υμών εν υπομνήσει την ειλικρινή διάνοιαν

εἱλίσσω (roll together)

[edit]

Revelation 6:14

KJV: And the heaven departed as a scroll when it is rolled together and every mountain and island were moved out of their places
GK: και ο ουρανός απεχωρίσθη ως βιβλίον ελισσόμενον και παν όρος και νήσος εκ των τόπων αυτών εκινήθησαν

εἰ μή (but)

[edit]

Matthew 5:13

KJV: Ye are the salt of the earth but if the salt have lost his savour wherewith shall it be salted it is thenceforth good for nothing but to be cast out and to be trodden under foot of men
GK: υμείς εστέ το άλας της γης εάν δε το άλας μωρανθή εν τίνι αλισθήσεται εις ουδέν ισχύει έτι ει βληθήναι έξω και καταπατείσθαι υπό των ανθρώπων

Matthew 11:27

KJV: All things are delivered unto me of my Father and no man knoweth the Son but the Father neither knoweth any man the Father save the Son and to whom soever the Son will reveal
GK: πάντα μοι παρεδόθη υπό του πατρός μου και ουδείς επιγινώσκει τον υιόν ει ο πατήρ ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει ο υιός και ω εάν βούληται ο υιός αποκαλύψαι

Matthew 12:4

KJV: How he entered into the house of God and did eat the shew bread which was not lawful for him to eat neither for them which were with him but only for the priests
GK: πως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού και τους άρτους της προθέσεως έφαγεν ους ουκ εξόν ην αυτώ φαγείν ουδέ τοις μετ΄ αυτού ει τοις ιερεύσι μόνοις

Matthew 12:24

KJV: But when the Pharisees heard they said This doth not cast out devils but by Beelzebub the prince of the devils
GK: οι δε Φαρισαίοι ακουσάντες είπον ούτος ουκ εκβάλλει τα δαιμόνια ει εν τω Βεελζεβούλ άρχοντι των δαιμονίων

Matthew 12:39

KJV: But he answered and said unto them An evil and adulterous generation seeketh after a sign and there shall no sign be given to it but the sign of the prophet Jonas
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου

Matthew 13:57

KJV: And they were offended in him But Jesus said unto them A prophet is not without honour save in his own country and in his own house
GK: και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς ουκ έστι προφήτης άτιμος ει εν τη πατρίδι αυτού και εν τη οικία αυτού

Matthew 14:17

KJV: And they say unto him We have here but five loaves and two fishes
GK: οι δε λέγουσιν αυτώ ουκ έχομεν ώδε ει πέντε άρτους και δύο ιχθύας

Matthew 15:24

KJV: But he answered and said I am not sent but unto the lost sheep of the house of Israel
GK: ο δε αποκριθείς είπεν ουκ απεστάλην ει εις τα πρόβατα τα απολωλότα οικού Ισραήλ

Matthew 16:4

KJV: A wicked and adulterous generation seeketh after a sign and there shall no sign be given unto it but the sign of the prophet Jonas And he left them and departed
GK: γενεά πονηρά μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου και καταλιπών αυτούς απήλθε

εἰ μή τι (except)

[edit]

Luke 9:13

KJV: But he said unto them Give ye them to eat And they said We have no more but five loaves and two fishes except we should go and buy meat for all this people
GK: είπε δε προς αυτούς δότε αυτοίς υμείς φαγείν οι δε είπον ουκ εισίν ημίν πλείον η πέντε άρτοι και δύο ιχθύες ει πορευθέντες ημείς αγοράσωμεν εις πάντα τον λαόν τούτον βρώματα

1 Corinthians 7:5

KJV: Defraud ye not one the other except with consent for a time that ye may give yourselves to fasting and prayer and come together again that Satan tempt you not for your incontinency
GK: μη αποστερείτε αλλήλους ει μη τι εκ συμφώνου προς καιρόν ίνα σχολάζητε τη νηστεία και τη προσευχή και πάλιν επί το αυτό συνέρχησθε ίνα μη πειράζη υμάς ο σατανάς διά την ακρασίαν υμών

2 Corinthians 13:5

KJV: Examine yourselves whether ye be in the faith prove your own selves Know ye not your own selves how that Jesus Christ is in you except ye be reprobates
GK: εαυτούς πειράζετε ει εστέ εν τη πίστει εαυτούς δοκιμάζετε η ουκ επιγνώσκετε εαυτούς ότι Ιησούς χριστός εν υμίν εστίν ει αδόκιμοί εστε

εἰμί (am)

[edit]

Matthew 3:11

KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί

Matthew 8:8

KJV: The centurion answered and said Lord I am not worthy that thou shouldest come under my roof but speak the word only and my servant shall be healed
GK: και αποκριθείς ο εκατόνταρχος έφη κύριε ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης αλλά μόνον ειπέ λόγον και ιαθήσεται ο παις μου

Matthew 8:9

KJV: For I am a man under authority having soldiers under me and I say to this Go and he goeth and to another Come and he cometh and to my servant Do this and he doeth
GK: και γαρ εγώ άνθρωπός ειμι υπό εξουσίαν έχων υπ΄ εμαυτόν στρατιώτας και λέγω τούτω πορεύθητι και πορεύεται και άλλω έρχου και έρχεται και τω δούλω μου ποίησον τούτο και ποιεί

Matthew 11:29

KJV: Take my yoke upon you and learn of me for I am meek and lowly in heart and ye shall find rest unto your souls
GK: άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς και μάθετε απ΄ εμού ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών

Matthew 14:27

KJV: But straightway Jesus spake unto them saying Be of good cheer it is I be not afraid
GK: ευθέως δε ελάλησεν αυτοίς ο Ιησούς λέγων θαρσείτε εγώ ειμι μη φοβείσθε

Matthew 18:20

KJV: For where two or three are gathered together in my name there am I in the midst of them
GK: ου γαρ εισι δύο η τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα εκεί ειμί εν μέσω αυτών

Matthew 20:15

KJV: Is it not lawful for me to do what I will with mine own Is thine eye evil because I am good
GK: η ουκ έξεστί μοι ποιήσαι ο έλω εν τοις εμοίς ει ο οφθαλμός σου πονηρός εστιν ότι εγώ αγαθός ειμι

Matthew 22:32

KJV: I am the God of Abraham and the God of Isaac and the God of Jacob God is not the God of the dead but of the living
GK: εγώ ειμι ο θεός Αβραάμ και ο θεός Ισαάκ και ο θεός Ιακώβ ουκ έστιν ο θεός νεκρών αλλά ζώντων

Matthew 24:5

KJV: For many shall come in my name saying I am Christ and shall deceive many
GK: πολλοί γαρ ελεύσονται επί τω ονόματί μου λέγοντες εγώ ειμι ο Χριστός και πολλούς πλανήσουσιν

εἶναι (am)

[edit]

Matthew 16:13

KJV: When Jesus came into the coasts of Caesarea Philippi he asked his disciples saying Whom do men say that I the Son of man am
GK: ελθών δε ο Ιησούς εις τα μέρη Καισαρείας της Φιλίππου ηρώτα τους μαθητάς αυτού λέγων τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου

Matthew 16:15

KJV: He saith unto them But whom say ye that I am
GK: λέγει αυτοίς υμείς δε τίνα με λέγετε είναι

Matthew 17:4

KJV: Then answered Peter and said unto Jesus Lord it is good for us to be here if thou wilt let us make here three tabernacles one for thee and one for Moses and one for Elias
GK: αποκριθείς δε ο Πέτρος είπεν τω Ιησού κύριε καλόν εστιν ημάς ώδε είναι ει θέλεις ποιήσωμεν ώδε τρεις σκηνάς σοι μίαν και Μωσή μίαν και μίαν Ηλία

Matthew 19:21

KJV: Jesus said unto him If thou wilt be perfect go sell that thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come follow me
GK: έφη αυτώ ο Ιησούς ει θέλεις τέλειος είναι ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι

Matthew 20:27

KJV: And whosoever will be chief among you let him be your servant
GK: και ος εάν θέλη εν υμίν είναι πρώτος έσται υμών δούλος

Matthew 22:23

KJV: The same day came to him the Sadducees which say that there is no resurrection and asked him
GK: εν εκείνη τη ημέρα προσήλθον αυτώ Σαδδουκαίοι οι λέγοντες μη είναι ανάστασιν και επηρώτησαν αυτόν

Mark 6:49

KJV: But when they saw him walking upon the sea they supposed it had been a spirit and cried out
GK: οι δε ιδόντες αυτόν περιπατούντα επί της θαλάσσης έδοξαν φάντασμα είναι και ανέκραξαν

Mark 8:27

KJV: And Jesus went out and his disciples into the towns of Cæsarea Philippi and by the way he asked his disciples saying unto them Whom do men say that I am
GK: και εξήλθεν ο Ιησούς και οι μαθηταί αυτού εις τας κώμας Καισαρείας της Φιλίππου και εν τη οδώ επηρώτα τους μαθητάς αυτού λέγων αυτοίς τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι

Mark 8:29

KJV: And he saith unto them But whom say ye that I am And Peter answereth and saith unto him Thou art the Christ
GK: και αυτός λέγει αυτοίς υμείς δε τίνα με λέγετε είναι αποκριθείς δε ο Πέτρος λέγει αυτώ συ ει ο Χριστός

εἴπερ (if so be (that))

[edit]

Romans 8:9

KJV: But ye are not in the flesh but in the Spirit if so be that the Spirit of God dwell in you Now if any man have not the Spirit of Christ he is none of his
GK: υμείς δε ουκ εστέ εν σαρκί αλλ΄ εν πνεύματι είπερ πνεύμα θεού οικεί εν υμίν ει δε τις πνεύμα χριστού ουκ έχει ούτος ουκ έστιν αυτού

Romans 8:17

KJV: And if children then heirs heirs of God and joint-heirs with Christ if so be that we suffer with that we may be also glorified together
GK: ει δε τέκνα και κληρονόμοι κληρονόμοι μεν θεού συγκληρονόμοι δε χριστού είπερ συμπάσχομεν ίνα και συνδοξασθώμεν

1 Corinthians 8:5

KJV: For though there be that are called gods whether in heaven or in earth as there be gods many and lords many
GK: και γαρ είπερ εισί λεγόμενοι θεοί είτε εν ουρανώ είτε επί της γης ώσπερ εισί θεοί πολλοί και κύριοι πολλοί

1 Corinthians 15:15

KJV: Yea and we are found false witnesses of God because we have testified of God that he raised up Christ whom he raised not up if so be that the dead rise not
GK: ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του θεού ότι εμαρτυρήσαμεν κατά του θεού ότι ήγειρε τον χριστόν ον ουκ ήγειρεν είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται

2 Thessalonians 1:6

KJV: Seeing a righteous thing with God to recompense tribulation to them that trouble you
GK: είπερ δίκαιον παρά θεώ ανταποδούναι τοις θλίβουσιν υμάς θλίψιν

1 Peter 2:3

KJV: If so be ye have tasted that the Lord gracious
GK: είπερ εγεύσασθε ότι χρηστός ο κύριος

εἴ πως (if by any means)

[edit]

Acts 27:12

KJV: And because the haven was not commodious to winter in the more part advised to depart thence also if by any means they might attain to Phenice to winter an haven of Crete and lieth toward the south west and north west
GK: ανευθέτου δε του λιμένος υπάρχοντος προς παραχειμασίαν οι πλείους έθεντο βουλήν αναχθήναι κακείθεν ει δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι λιμένα της Κρήτης βλέποντα κατά λίβα και κατά χώρον

Romans 1:10

KJV: Making request if by any means now at length I might have a prosperous journey by the will of God to come unto you
GK: δεόμενος ει ήδη ποτέ ευοδωθήσομαι εν τω θελήματι του θεού ελθείν προς υμάς

Romans 11:14

KJV: If by any means I may provoke to emulation my flesh and might save some of them
GK: είπως παραζηλώσω μου την σάρκα και σώσω τινάς εξ αυτών

Philippians 3:11

KJV: If by any means I might attain unto the resurrection of the dead
GK: ει καταντήσω εις την εξανάστασιν των νεκρών

εἰρηνεύω (be at (have)

[edit]

Mark 9:50

KJV: Salt good but if the salt have lost his saltness wherewith will ye season it Have salt in yourselves and have peace one with another
GK: καλόν το άλας εάν δε το άλας άναλον γένηται εν τίνι αυτό αρτύσετε έχετε εν εαυτοίς άλας και ειρηνεύετε εν αλλήλοις

Romans 12:18

KJV: If it be possible as much as lieth in you live peaceably with all men
GK: ει δυνατόν το εξ υμών μετά πάντων ανθρώπων ειρηνεύοντες

2 Corinthians 13:11

KJV: Finally brethren farewell Be perfect be of good comfort be of one mind live in peace and the God of love and peace shall be with you
GK: λοιπόν αδελφοί χαίρετε καταρτίζεσθε παρακαλείσθε το αυτό φρονείτε ειρηνεύετε και ο θεός της αγάπης και ειρήνης έσται μεθ΄ υμών

1 Thessalonians 5:13

KJV: And to esteem them very highly in love for their work’s sake be at peace among yourselves
GK: και ηγείσθαι αυτούς υπερεκπερισσού εν αγάπη διά το έργον αυτών ειρηνεύετε εν εαυτοίς

εἰρήνη (one)

[edit]

Matthew 10:13

KJV: And if the house be worthy let your peace come upon it but if it be not worthy let your peace return to you
GK: και εάν μεν η η οικία αξία ελθετω η ειρήνη υμών επ΄ αυτήν εάν δε μη η αξία η ειρήνη υμών προς υμάς επιστραφήτω

Matthew 10:34

KJV: Think not that I am come to send peace on earth I came not to send peace but a sword
GK: μη νομίσητε ότι ήλθον βαλείν ειρήνην επί την γην ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην αλλά μάχαιραν

Mark 5:34

KJV: And he said unto her Daughter thy faith hath made thee whole go in peace and be whole of thy plague
GK: ο δε είπεν αυτή θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε ύπαγε εις ειρήνην και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου

Luke 1:79

KJV: To give light to them that sit in darkness and the shadow of death to guide our feet into the way of peace
GK: επιφάναι τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις του κατευθύναι τους πόδας ημών εις οδόν ειρήνης

Luke 2:14

KJV: Glory to God in the highest and on earth peace good will toward men
GK: δόξα εν υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία

Luke 2:29

KJV: Lord now lettest thou thy servant depart in peace according to thy word
GK: νυν απολύεις τον δούλόν σου δέσποτα κατά το ρήμά σου εν ειρήνη

Luke 7:50

KJV: And he said to the woman Thy faith hath saved thee go in peace
GK: είπε δε προς την γυναίκα η πίστις σου σέσωκέ σε πορεύου εις ειρήνην

Luke 8:48

KJV: And he said unto her Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole go in peace
GK: ο δε είπεν αυτή θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε πορεύου εις ειρήνην

εἰρηνικός (peaceable)

[edit]

Hebrews 12:11

KJV: Now no chastening for the present seemeth to be joyous but grievous nevertheless afterward it yieldeth the peaceable fruit of righteousness unto them which are exercised there by
GK: πάσα δε παιδεία προς μεν το παρόν ου δοκεί χαράς είναι αλλά λύπης ύστερον δε καρπόν ειρηνικόν τοις δι΄ αυτής γεγυμνασμένοις αποδίδωσι δικαιοσύνης

James 3:17

KJV: But the wisdom that is from above is first pure then peaceable gentle easy to be intreated full of mercy and good fruits without partiality and without hypocrisy
GK: η δε άνωθεν σοφία πρώτον μεν αγνή εστιν έπειτα ειρηνική επιεικής ευπειθής μεστή ελέους και καρπών αγαθών αδιάκριτος και ανυπόκριτος

εἰρηνοποιέω (make peace)

[edit]

Colossians 1:20

KJV: And having made peace through the blood of his cross by him to reconcile all things unto himself by him whether things in earth or things in heaven
GK: και δι΄ αυτού αποκαταλλάξαι τα πάντα εις αυτόν ειρηνοποιήσας διά του αίματος του σταυρού αυτού δι΄ αυτού είτε τα επί της γης είτε τα εν τοις ουρανοίς

εἰρηνοποιός (peacemaker)

[edit]

Matthew 5:9

KJV: Blessed the peacemakers for they shall be called the children of God
GK: μακάριοι οι ειρηνοποιοί ότι αυτοί υιοί θεού κληθήσονται

εἰς ((abundant-)ly)

[edit]

Matthew 2:1

KJV: Now when Jesus was born in Bethlehem of Judaea in the days of Herod the king behold there came wise men from the east to Jerusalem
GK: του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Matthew 2:11

KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν

Matthew 2:12

KJV: And being warned of God in a dream that they should not return to Herod they departed into their own country another way
GK: και χρηματισθέντες κατ΄ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην δι΄ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών

Matthew 2:13

KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό

Matthew 2:14

KJV: When he arose he took the young child and his mother by night and departed into Egypt
GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον

Matthew 2:20

KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου

Matthew 2:21

KJV: And he arose and took the young child and his mother and came into the land of Israel
GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ

Matthew 2:22

KJV: But when he heard that Archelaus did reign in Judaea in the room of his father Herod he was afraid to go thither notwithstanding being warned of God in a dream he turned aside into the parts of Galilee
GK: ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί της Ιουδαίας αντί Ηρώδου του πατρός αυτου εφοβήθη εκεί απελθείν χρηματισθείς δε κατ΄ όναρ ανεχώρησεν εις τα μέρη της Γαλιλαίας

εἷς (a(-n)

[edit]

Matthew 5:18

KJV: For verily I say unto you Till heaven and earth pass one jot or one tittle shall in no wise pass from the law till all be fulfilled
GK: αμήν γαρ λέγω υμίν έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη ιώτα εν η μία κεραία ου παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται

Matthew 5:29

KJV: And if thy right eye offend thee pluck it out and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: ει δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σκανδαλίζει σε έξελε αυτόν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 5:30

KJV: And if thy right hand offend thee cut it off and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: και ει η δεξιά σου χείρ σκανδαλίζει σε έκκοψον αυτήν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 5:41

KJV: And whosoever shall compel thee to go a mile go with him twain
GK: και όστις σε αγγαρεύσει μίλιον εν ύπαγε μετ΄ αυτού δύο

Matthew 6:24

KJV: No man can serve two masters for either he will hate the one and love the other or else he will hold to the one and despise the other Ye cannot serve God and mammon
GK: ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν η γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει η ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει ου δύνασθε θεώ δουλεύειν και μαμμωνά

Matthew 6:27

KJV: Which of you by taking thought can add one cubit unto his stature
GK: τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα

Matthew 6:29

KJV: And yet I say unto you That even Solomon in all his glory was not arrayed like one of these
GK: λέγω δε υμίν ότι ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως εν τούτων

Matthew 8:19

KJV: And a certain scribe came and said unto him Master I will follow thee whithersoever thou goest
GK: και προσελθών εις γραμματεύς είπεν αυτώ διδάσκαλε ακολουθήσω σοι όπου εάν απέρχη

Matthew 9:18

KJV: While he spake these things unto them behold there came a certain ruler and worshipped him saying My daughter is even now dead but come and lay thy hand upon her and she shall live
GK: ταύτα αυτού λαλούντος αυτοίς ιδού άρχων εις ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ΄ αυτήν και ζήσεται

εἰσάγω (bring in(-to))

[edit]

Luke 2:27

KJV: And he came by the Spirit into the temple and when the parents brought in the child Jesus to do for him after the custom of the law
GK: και ήλθεν εν τω πνεύματι εις το ιερόν και εν τω εισαγαγείν τους γονείς το παιδίον Ιησούν του ποιήσαι αυτούς κατά το ειθισμένον του νόμου περί αυτού

Luke 14:21

KJV: So that servant came and shewed his lord these things Then the master of the house being angry said to his servant Go out quickly into the streets and lanes of the city and bring in hither the poor and the maimed and the halt and the blind
GK: και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε

Luke 22:54

KJV: Then took they him and led and brought him into the high priest’s house And Peter followed afar off
GK: συλλαβόντες δε αυτόν ήγαγον και εισήγαγον αυτόν εις τον οίκον του αρχιερέως ο δε Πέτρος ηκολούθει μακρόθεν

John 18:16

KJV: But Peter stood at the door without Then went out that other disciple which was known unto the high priest and spake unto her that kept the door and brought in Peter
GK: ο δε Πέτρος ειστήκει προς τη θύρα έξω εξήλθεν ούν ο μαθητής ο άλλος ος ην γνωστός τω αρχιερεί και είπε τη θυρωρώ και εισήγαγεν τον Πέτρον

Acts 7:45

KJV: Which also our fathers that came after brought in with Jesus into the possession of the Gentiles whom God drave out before the face of our fathers unto the days of David
GK: ην και εισήγαγον διαδεξάμενοι οι πατέρες ημών μετά Ιησού εν τη κατασχέσει των εθνών ων εξώσεν ο θεός από προσώπου των πατέρων ημών έως των ημερών Δαβίδ

Acts 9:8

KJV: And Saul arose from the earth and when his eyes were opened he saw no man but they led him by the hand and brought into Damascus
GK: ηγέρθη δε ο Σαύλος από της γης ανεωγμένων τε των οφθαλμών αυτού ουδένα έβλεπε χειραγωγούντες δε αυτόν εισήγαγον εις Δαμασκόν

Acts 21:28

KJV: Crying out Men of Israel help This is the man that teacheth all every where against the people and the law and this place and further brought Greeks also into the temple and hath polluted this holy place
GK: κράζοντες άνδρες Ισραηλίται βοηθείτε ούτός εστιν ο άνθρωπος ο κατά του λαού και του νόμου και του τόπου τούτου πάντας πανταχού διδάσκων έτι τε και Έλληνας εισήγαγεν εις το ιερόν και κεκοίνωκε τον άγιον τόπον τούτον

Acts 21:29

KJV: For they had seen before with him in the city Trophimus an Ephesian whom they supposed that Paul had brought into the temple
GK: ήσαν γαρ εωρακότες Τρόφιμον τον Εφέσιον εν τη πόλει συν αυτώ ον ενόμιζον ότι εις το ιερόν εισήγαγεν ο Παύλος

Acts 21:37

KJV: And as Paul was to be led into the castle he said unto the chief captain May I speak unto thee Who said Canst thou speak Greek
GK: μέλλων τε εισάγεσθαι εις την παρεμβολήν ο Παύλος λέγει τω χιλιάρχω ει έξεστί μοι ειπείν προς σε ο δε έφη Ελληνιστί γινώσκεις

εἰσακούω (hear)

[edit]

Matthew 6:7

KJV: But when ye pray use not vain repetitions as the heathen for they think that they shall be heard for their much speaking
GK: προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται

Luke 1:13

KJV: But the angel said unto him Fear not Zacharias for thy prayer is heard and thy wife Elisabeth shall bear thee a son and thou shalt call his name John
GK: είπε δε προς αυτόν ο άγγελος μη φοβού Ζαχαρία διότι εισηκούσθη η δέησίς σου και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην

Acts 10:31

KJV: And said Cornelius thy prayer is heard and thine alms are had in remembrance in the sight of God
GK: και φησί Κορνήλιε εισηκούσθη σου η προσευχή και αι ελεημοσύναι σου εμνήσθησαν ενώπιόν του θεού

1 Corinthians 14:21

KJV: In the law it is written With other tongues and other lips will I speak unto this people and yet for all that will they not hear me saith the Lord
GK: εν τω νόμω γέγραπται ότι εν ετερογλώσσοις και εν χείλεσιν ετέροις λαλήσω τω λαώ τούτω και ουδ΄ ούτως εισακούσονταί μου λέγει κύριος

Hebrews 5:7

KJV: Who in the days of his flesh when he had offered up prayers and supplications with strong crying and tears unto him that was able to save him from death and was heard in that he feared
GK: ος εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού δεήσεις τε και ικετηρίας προς τον δυνάμενον σωζείν αυτόν εκ θανάτου μετά κραυγής ισχυράς και δακρύων προσενέγκας και εισακουσθείς από της ευλαβείας

εἰσδέχομαι (receive)

[edit]

2 Corinthians 6:17

KJV: Wherefore come out from among them and be ye separate saith the Lord and touch not the unclean and I will receive you
GK: διό εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε λέγει κύριος και ακαθάρτου μη άπτεσθε καγώ εισδέξομαι υμάς

εἴσειμι (enter (go) into)

[edit]

Acts 3:3

KJV: Who seeing Peter and John about to go into the temple asked an alms
GK: ος ιδών Πέτρον και Ιωάννην μέλλοντας εισιέναι εις το ιερόν ηρώτα ελεημοσύνην

Acts 21:18

KJV: And the following Paul went in with us unto James and all the elders were present
GK: τη δε επιούση εισήει ο Παύλος συν ημίν προς Ιάκωβον πάντες τε παρέγενοντο οι πρεσβύτεροι

Acts 21:26

KJV: Then Paul took the men and the next day purifying himself with them entered into the temple to signify the accomplishment of the days of purification until that an offering should be offered for every one of them
GK: τότε ο Παύλος παραλαβών τους άνδρας τη εχομένη ημέρα συν αυτοίς αγνισθείς εισήει εις το ιερόν διαγγέλλων την εκπλήρωσιν των ημερών του αγνισμού έως ου προσηνέχθη υπέρ ενός εκάστου αυτών η προσφορά

Hebrews 9:6

KJV: Now when these things were thus ordained the priests went always into the first tabernacle accomplishing the service
GK: τούτων δε ούτω κατεσκευασμένων εις μεν την πρώτην σκηνήν διά πάντος εισίασιν οι ιερείς τας λατρείας επιτελούντες

εἰσέρχομαι (X arise)

[edit]

Matthew 5:20

KJV: For I say unto you That except your righteousness shall exceed of the scribes and Pharisees ye shall in no case enter into the kingdom of heaven
GK: λέγω γαρ υμίν ότι εάν μη περιοσσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και Φαρισαίων ου εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών

Matthew 6:6

KJV: But thou when thou prayest enter into thy closet and when thou hast shut thy door pray to thy Father which is in secret and thy Father which seeth in secret shall reward thee openly
GK: συ δε όταν προσεύχη είσελθε εις το ταμείον σου και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ

Matthew 7:13

KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής

Matthew 7:21

KJV: Not every one that saith unto me Lord Lord shall enter into the kingdom of heaven but he that doeth the will of my Father which is in heaven
GK: ου πας ο λέγων μοι κύριε κύριε εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών αλλ΄ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς

Matthew 8:5

KJV: And when Jesus was entered into Capernaum there came unto him a centurion beseeching him
GK: εισελθόντι δε τω Ιησού εις Καπερναούμ προσήλθεν αυτώ εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν

Matthew 8:8

KJV: The centurion answered and said Lord I am not worthy that thou shouldest come under my roof but speak the word only and my servant shall be healed
GK: και αποκριθείς ο εκατόνταρχος έφη κύριε ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης αλλά μόνον ειπέ λόγον και ιαθήσεται ο παις μου

Matthew 9:25

KJV: But when the people were put forth he went in, and took her by the hand and the maid arose
GK: ότε δε εξεβλήθη ο όχλος εισελθών εκράτησε της χειρός αυτής και ηγέρθη το κοράσιον

Matthew 10:5

KJV: These twelve Jesus sent forth and commanded them saying Go not into the way of the Gentiles and into city of the Samaritans enter ye not
GK: τούτους τους δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς παραγγείλας αυτοίς λέγων εις οδόν εθνών μη απέλθητε και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε

Matthew 10:11

KJV: And into whatsoever city or town ye shall enter enquire who in it is worthy and there abide till ye go thence
GK: εις ην δ΄ αν πόλιν η κώμην εισέλθητε εξετάσατε τις εν αυτή άξιός εστι κακεί μείνατε έως αν εξέλθητε

εἰσί (agree)

[edit]

Matthew 2:18

KJV: In Rama was there a voice heard lamentation and weeping and great mourning Rachel weeping her children and would not be comforted because they are not
GK: φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί

Matthew 7:13

KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής

Matthew 7:14

KJV: Because strait the gate and narrow the way which leadeth unto life and few there be that find it
GK: ότι στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν

Matthew 7:15

KJV: Beware of false prophets which come to you in sheep’s clothing but inwardly they are ravening wolves
GK: προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες

Matthew 10:30

KJV: But the very hairs of your head are all numbered
GK: υμών δε και αι τρίχες της κεφαλής πάσαι ηριθμημέναι εισί

Matthew 11:8

KJV: But what went ye out for to see A man clothed in soft raiment behold they that wear soft are in kings’ houses
GK: αλλά τι εξήλθετε ιδείν άνθρωπον εν μαλακοίς ιματίοις ημφιεσμένον ιδού οι τα μαλακά φορούντες εν τοις οίκοις των βασιλείων εισίν

Matthew 12:5

KJV: Or have ye not read in the law how that on the sabbath days the priests in the temple profane the sabbath and are blameless
GK: η ουκ ανέγνωτε εν τω νόμω ότι τοις σάββασιν οι ιερείς εν τω ιερώ το σάββατον βεβηλούσι και αναίτιοί εισι

Matthew 12:48

KJV: But he answered and said unto him that told him Who is my mother and who are my brethren
GK: ο δε αποκριθείς είπε τω ειπόντι αυτώ τις εστιν η μήτηρ μου και τίνες εισίν οι αδελφοί μου

Matthew 13:38

KJV: The field is the world the good seed are the children of the kingdom but the tares are the children of the wicked
GK: ο δε αγρός εστιν ο κόσμος το δε καλόν σπέρμα ούτοί εισιν οι υιοί της βασιλείας τα δε ζιζάνιά εισιν οι υιοί του πονηρού

εἷς καθ’ εἷς (one by one)

[edit]

Mark 14:19

KJV: And they began to be sorrowful and to say unto him one by one it I and another it I
GK: οι δε ήρξαντο λυπείσθαι και λέγειν αυτώ εις καθ΄ εις μη τι εγώ και άλλος μη τι εγώ

John 8:9

KJV: And they which heard being convicted by conscience went out one by one beginning at the eldest unto the last and Jesus was left alone and the woman standing in the midst
GK: οι δε ακούσαντες και υπό της συνειδήσεως ελεγχόμενοι εξήρχοντο εις καθ΄ εις αρξάμενοι από των πρεσβυτέρων και κατελείφθη μόνος ο Ιησούς και η γυνή εν μέσω ούσα

εἰσκαλέω (call in)

[edit]

Acts 10:23

KJV: Then called he them in and lodged And on the morrow Peter went away with them and certain brethren from Joppa accompanied him
GK: εισκαλεσάμενος ουν αυτούς εξένισε τη δε επαύριον ο Πέτρος εξήλθε συν αυτοίς και τινες των αδελφών των από Ιόππης συνήλθον αυτώ

εἴσοδος (coming)

[edit]

Acts 13:24

KJV: When John had first preached before his coming the baptism of repentance to all the people of Israel
GK: προκηρύξαντος Ιωάννου προ προσώπου της εισόδου αυτού βάπτισμα μετανοίας παντί τω λαώ του Ισραήλ

1 Thessalonians 1:9

KJV: For they themselves shew of us what manner of entering in we had unto you and how ye turned to God from idols to serve the living and true God
GK: αυτοί γαρ περί ημών απαγγέλλουσιν οποίαν είσοδον έσχομεν προς υμάς και πως επεστρέψατε προς τον θεόν από των ειδώλων δουλεύειν θεώ ζώντι και αληθινώ

1 Thessalonians 2:1

KJV: For yourselves brethren know our entrance in unto you that it was not in vain
GK: αυτοί γαρ οίδατε αδελφοί την είσοδον ημών την προς υμάς ότι ου κενή γέγονεν

Hebrews 10:19

KJV: Having therefore brethren boldness to enter into the holiest by the blood of Jesus
GK: έχοντες ούν αδελφοί παρρησίαν εις την είσοδον των αγίων εν τω αίματι του Ιησού

2 Peter 1:11

KJV: For so an entrance shall be ministered unto you abundantly into the everlasting kingdom of our Lord and Saviour Jesus Christ
GK: ούτω γαρ πλουσίως επιχορηγηθήσεται υμίν η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του κυρίου ημών και σωτήρος Ιησού χριστού

εἰσπηδάω (run (spring) in)

[edit]

Acts 14:14

KJV: when the apostles Barnabas and Paul heard they rent their clothes and ran in among the people crying out
GK: ακούσαντες δε οι απόστολοι Βαρνάβας και Παύλος διαρρήξαντες τα ιμάτια αυτών εισεπήδησαν εις τον όχλον κράζοντες

Acts 16:29

KJV: Then he called for a light and sprang in and came trembling and fell down before Paul and Silas
GK: αιτήσας δε φώτα εισεπήδησε και έντρομος γενόμενος προσέπεσε τω Παύλω και τω Σίλα

εἰσπορεύομαι (come (enter) in)

[edit]

Matthew 15:17

KJV: Do not ye yet understand that whatsoever entereth in at the mouth goeth into the belly and is cast out into the draught
GK: ούπω νοείτε ότι παν το εισπορευόμενον εις το στόμα εις την κοιλίαν χωρεί και εις αφεδρώνα εκβάλλεται

Mark 1:21

KJV: And they went into Capernaum and straightway on the sabbath day he entered into the synagogue and taught
GK: και εισπορεύονται εις Καπερναούμ και ευθέως τοις σάββασιν εισελθών εις την συναγωγήν εδίδασκεν

Mark 4:19

KJV: And the cares of this world and the deceitfulness of riches and the lusts of other things entering in choke the word and it becometh unfruitful
GK: και αι μέριμναι του αιώνος τούτου και η απάτη του πλούτου και αι περί τα λοιπά επιθυμίαι εισπορευόμεναι συμπνίγουσι τον λόγον και άκαρπος γίνεται

Mark 5:40

KJV: And they laughed him to scorn But when he had put them all out he taketh the father and the mother of the damsel and them that were with him and entereth in where the damsel was lying
GK: και κατεγέλων αυτού ο δε εκβαλών άπαντας παραλαμβάνει τον πατέρα του παιδίου και την μητέρα και τους μετ΄ αυτού και εισπορεύεται όπου ην το παιδίον ανακείμενον

Mark 6:56

KJV: And whithersoever he entered into villages or cities or country they laid the sick in the streets and besought him that they might touch if it were but the border of his garment and as many as touched him were made whole
GK: και όπου αν εισεπορεύετο εις κώμας η πόλεις η αγρούς εν ταις αγοραίς ετίθουν τους ασθενούντας και παρεκάλουν αυτόν ίνα καν του κρασπέδου του ιματίου αυτού άψωνται και όσοι αν ήπτοντο αυτού εσώζοντο

Mark 7:15

KJV: There is nothing from without a man that entering into him can defile him but the things which come out of him those are they that defile the man
GK: ουδέν εστιν έξωθεν του ανθρώπου εισπορευόμενον εις αυτόν ο δύναται αυτόν κοινώσαι αλλά τα εκπορευόμενα απ΄ αυτού εκείνά εστι τα κοινούντα τον άνθρωπον

Mark 7:18

KJV: And he saith unto them Are ye so without understanding also Do ye not perceive that whatsoever thing from without entereth into the man can not defile him
GK: και λέγει αυτοίς ούτω και υμείς ασύνετοί εστε ου νοείτε ότι παν το έξωθεν εισπορευόμενον εις τον άνθρωπον ου δύναται αυτόν κοινώσαι

Mark 7:19

KJV: Because it entereth not into his heart but into the belly and goeth out into the draught purging all meats
GK: ότι ουκ εισπορεύεται αυτού εις την καρδίαν αλλ΄ εις την κοιλίαν και εις τον αφεδρώνα εκπορεύεται καθαρίζον πάντα τα βρώματα

Mark 11:2

KJV: And saith unto them Go your way into the village over against you and as soon as ye be entered into it ye shall find a colt tied whereon never man sat loose him and bring
GK: και λέγει αυτοίς υπάγετε εις την κώμην κατέναντι υμών και ευθέως εισπορευόμενοι εις αυτή ευρήσετε πώλον δεδεμένον εφ΄ ον ουδείς ανθρώπων κεκάθικε λύσαντες αυτόν αγάγετε

εἰστρέχω (run in)

[edit]

Acts 12:14

KJV: And when she knew Peter’s voice she opened not the gate for gladness but ran in and told how Peter stood before the gate
GK: και επιγνούσα την φωνήν του Πέτρου από της χαράς ουκ ήνοιξε τον πυλώνα εισδραμούσα δε απήγγειλεν εστάναι τον Πέτρον προ του πυλώνος

εἰσφέρω (bring (in))

[edit]

Matthew 6:13

KJV: And lead us not into temptation but deliver us from evil For thine is the kingdom and the power and the glory for ever Amen
GK: και μη εσενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας αμήν

Luke 5:18

KJV: And behold men brought in a bed a man which was taken with a palsy and they sought to bring him in and to lay before him
GK: και ιδού άνδρες φέροντες επί κλίνης άνθρωπον ος ην παραλελυμένος και εζήτουν αυτόν εισενεγκείν και θείναι ενώπιον αυτού

Luke 5:19

KJV: And when they could not find by what they might bring him in because of the multitude they went upon the housetop and let him down through the tiling with couch into the midst before Jesus
GK: και μη ευρόντες διά ποίας εισενέγκωσιν αυτόν διά τον όχλον αναβάντες επί το δώμα διά των κεράμων καθήκαν αυτόν συν τω κλινιδίω εις το μέσον έμπροσθεν του Ιησού

Luke 11:4

KJV: And forgive us our sins for we also forgive every one that is indebted to us And lead us not into temptation but deliver us from evil
GK: και άφες ημίν τας αμαρτίας ημών και γαρ αυτοί αφίεμεν παντί οφείλοντι ημίν και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού

Acts 17:20

KJV: For thou bringest certain strange to our ears we would know therefore what these things mean
GK: ξενίζοντα γαρ τινα εισφέρεις εις τας ακοάς ημών βουλόμεθα ούν γνώναι τι αν θέλοι ταύτα είναι

1 Timothy 6:7

KJV: For we brought nothing into world certain we can carry no thing out
GK: ουδέν γαρ εισηνέγκαμεν εις τον κόσμον δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα

Hebrews 13:11

KJV: For the bodies of those beasts whose blood is brought into the sanctuary by the high priest for sin are burned without the camp
GK: ων γαρ εισφέρεται ζώων το αίμα περί αμαρτίας εις τα άγια διά του αρχιερέως τούτών τα σώματα κατακαίεται έξω της παρεμβολής

εἶτα (after that(-ward))

[edit]

Mark 4:17

KJV: And have no root in themselves and so endure but for a time afterward when affliction or persecution ariseth for the word’s sake immediately they are offended
GK: και ουκ έχουσι ρίζαν εν εαυτοίς αλλά πρόσκαιροί εισιν είτα γενομένης θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθέως σκανδαλίζονται

Mark 4:28

KJV: For the earth bringeth forth fruit of herself first the blade then the ear after that the full corn in the ear
GK: αυτομάτη γαρ η γη καρποφορεί πρώτον χόρτον είτα στάχυν είτα πλήρη σίτον εν τω στάχυϊ

Mark 8:25

KJV: After that he put hands again upon his eyes and made him look up and he was restored and saw every man clearly
GK: είτα πάλιν επέθηκε τας χείρας επί τους οφθαλμούς αυτού και εποίησεν αυτόν αναβλέψε και αποκατεστάθη και ενέβλεψεν τηλαυγώς άπαντας

Luke 8:12

KJV: Those by the way side are they that hear then cometh the devil and taketh away the word out of their hearts lest they should believe and be saved
GK: οι δε παρά την οδόν είσιν οι ακούοντες είτα έρχεται ο διάβολος και αίρει τον λόγον από της καρδίας αυτών ίνα μη πιστεύσαντες σωθώσιν

John 13:5

KJV: After that he poureth water into a bason and began to wash the disciples’ feet and to wipe with the towel wherewith he was girded
GK: είτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα και ήρξατο νίπτειν τους πόδας των μαθητών και εκμάσσειν τω λεντίω ω ην διεζωσμένος

John 19:27

KJV: Then saith he to the disciple Behold thy mother And from that hour that disciple took her unto his own
GK: είτα λέγει τω μαθητή ιδού η μήτηρ σου και απ΄ εκείνης της ώρας έλαβεν αυτήν ο μαθητής εις τα ίδια

John 20:27

KJV: Then saith he to Thomas Reach hither thy finger and behold my hands and reach hither thy hand and thrust into my side and be not faithless but believing
GK: είτα λέγει τω Θωμά φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείράς μου και φέρε την χείρά σου και βάλε εις την πλευράν μου και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός

1 Corinthians 12:28

KJV: And God hath set some in the church first apostles secondarily prophets thirdly teachers after that miracles then gifts of healings helps governments diversities of tongues
GK: και ους μεν έθετο ο θεός εν τη εκκλησία πρώτον αποστόλους δεύτερον προφήτας τρίτον διδασκάλους έπειτα δυνάμεις είτα χαρίσματα ιαμάτων αντιλήψεις κυβερνήσεις γένη γλωσσών

1 Corinthians 15:5

KJV: And that he was seen of Cephas then of the twelve
GK: και ότι ώφθη Κηφά είτα τοις δώδεκα

εἴτε (if)

[edit]

Romans 12:6

KJV: Having then gifts differing according to the grace that is given to us whether prophecy according to the proportion of faith
GK: έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα είτε προφητείαν κατά την αναλογίαν της πίστεως

Romans 12:7

KJV: Or ministry on ministering or he that teacheth on teaching
GK: είτε διακονίαν εν τη διακονία είτε ο διδάσκων εν τη διδασκαλία

Romans 12:8

KJV: Or he that exhorteth on exhortation he that giveth with simplicity he that ruleth with diligence he that sheweth mercy with cheerfulness
GK: είτε ο παρακαλών εν τη παρακλήσει ο μεταδιδούς εν απλότητι ο προϊστάμενος εν σπουδή ο ελεών εν ιλαρότητι

1 Corinthians 3:22

KJV: Whether Paul or Apollos or Cephas or the world or life or death or things present or things to come all are yours
GK: είτε Παύλος είτε Απολλώς είτε Κηφάς είτε κόσμος είτε ζωή είτε θάνατος είτε ενεστώτα είτε μέλλοντα πάντα υμών εστιν

1 Corinthians 8:5

KJV: For though there be that are called gods whether in heaven or in earth as there be gods many and lords many
GK: και γαρ είπερ εισί λεγόμενοι θεοί είτε εν ουρανώ είτε επί της γης ώσπερ εισί θεοί πολλοί και κύριοι πολλοί

1 Corinthians 10:31

KJV: Whether therefore ye eat or drink or whatsoever ye do do all to the glory of God
GK: είτε ούν εσθίετε είτε πίνετε είτε τι ποιείτε πάντα εις δόξαν θεού ποιείτε

1 Corinthians 12:13

KJV: For by one Spirit are we all baptized into one body whether Jews or Gentiles whether bond or free and have been all made to drink into one Spirit
GK: και γαρ εν ενί πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν είτε Ιουδαίοι είτε Έλληνες είτε δούλοι είτε ελεύθεροι και πάντες εις εν πνεύμα εποτίσθημεν

1 Corinthians 12:26

KJV: And whether one member suffer all the members suffer with it or one member be honoured all the members rejoice with it
GK: και είτε πάσχει εν μέλος συμπάσχει πάντα τα μέλη είτε δοξάζεται εν μέλος συγχαίρει πάντα τα μέλη

1 Corinthians 13:8

KJV: Charity never faileth but whether prophecies they shall fail whether tongues they shall cease whether knowledge it shall vanish away
GK: η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει είτε δε προφητείαι καταργηθήσονται είτε γλώσσαι παύσονται είτε γνώσις καταργηθήσεται

εἴ τις (he that)

[edit]

Matthew 16:24

KJV: Then said Jesus unto his disciples If any will come after me let him deny himself and take up his cross and follow me
GK: τότε ο Ιησούς είπεν τοις μαθηταίς αυτού ει θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι

Mark 4:23

KJV: If any man have ears to hear let him hear
GK: ει τις έχει ώτα ακούειν ακουέτω

Mark 7:16

KJV: If any man have ears to hear let him hear
GK: ει τις έχει ώτα ακούειν ακουέτω

Mark 8:23

KJV: And he took the blind man by the hand and led him out of the town and when he had spit on his eyes and put his hands upon him he asked him if he saw ought
GK: και επιλαβόμενος της χειρός του τυφλού εξήγαγεν αυτόν έξω της κώμης και πτύσας εις τα όμματα αυτού επιθείς τας χείρας αυτώ επηρώτα αυτόν ει βλέπει

Mark 9:22

KJV: And ofttimes it hath cast him into the fire and into the waters to destroy him but if thou canst do any thing have compassion on us and help us
GK: και πολλάκις αυτόν και εις πυρ έβαλε και εις ύδατα ίνα απολέση αυτόν αλλ΄ ει δύνασαι βοήθησον ημίν σπλαγχνισθείς εφ΄ ημάς

Mark 9:35

KJV: And he sat down and called the twelve and saith unto them If any man desire to be first shall be last of all and servant of all
GK: και καθίσας εφώνησε τους δώδεκα και λέγει αυτοίς ει θέλει πρώτος είναι έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος

Mark 11:25

KJV: And when ye stand praying forgive if ye have ought against any that your Father also which is in heaven may forgive you your trespasses
GK: και όταν στήκητε προσευχόμενοι αφίετε ει τι έχετε κατά τινος ίνα και ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς αφή υμίν τα παραπτώματα υμών

Luke 9:23

KJV: And he said to all If any will come after me let him deny himself and take up his cross daily and follow me
GK: έλεγε δε προς πάντας ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού καθ΄ ημέραν και ακολουθείτω μοι

Luke 14:26

KJV: If any come to me and hate not his father and mother and wife and children and brethren and sisters yea and his own life also he cannot be my disciple
GK: ει έρχεται προς με και ου μισεί τον πατέρα αυτού και την μητέρα και την γυναίκα και τα τέκνα και τους αδελφούς και τας αδελφάς έτι δε και την εαυτού ψυχήν ου δύναταί μου μαθητής είναι

ἐκ (after)

[edit]

Matthew 1:3

KJV: And Judas begat Phares and Zara of Thamar and Phares begat Esrom and Esrom begat Aram
GK: Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ Φαρές δε εγέννησε τον Εσρώμ Εσρώμ δε εγέννησε τον Αράμ

Matthew 1:5

KJV: And Salmon begat Booz of Rachab and Booz begat Obed of Ruth and Obed begat Jesse
GK: Σαλμών δε εγέννησε τον Βοόζ εκ της Ραχάβ Βοόζ δε εγέννησε τον Ωβήδ εκ της Ρούθ Ωβήδ δε εγέννησε τον Ιεσσαί

Matthew 1:6

KJV: And Jesse begat David the king and David the king begat Solomon of her of Urias
GK: Ιεσσαί δε εγέννησε τον Δαβίδ τον βασιλέα Δαβίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα εκ της του Ουρίου

Matthew 1:16

KJV: And Jacob begat Joseph the husband of Mary of whom was born Jesus who is called Christ
GK: Ιακώβ δε εγέννησε τον Ιωσήφ τον άνδρα Μαρίας εξ ης εγεννήθη Ιησούς λεγόμενος Χριστός

Matthew 1:18

KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου

Matthew 1:20

KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου

Matthew 2:6

KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ

Matthew 2:15

KJV: And was there until the death of Herod that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying Out of Egypt have I called my son
GK: και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου

Matthew 3:9

KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ

ἕκαστος (any)

[edit]

Matthew 16:27

KJV: For the Son of man shall come in the glory of his Father with his angels and then he shall reward every man according to his works
GK: μέλλει γαρ ο υιός του ανθρώπου έρχεσθαι εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων αυτού και τότε αποδώσει εκάστω κατά την πράξιν αυτού

Matthew 18:35

KJV: So likewise shall my heavenly Father do also unto you if ye from your hearts forgive not every one his brother their trespasses
GK: ούτως και ο πατήρ μου ο επουρανίος ποιήσει υμίν εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών

Matthew 25:15

KJV: And unto one he gave five talents to another two and to another one to every man according to his several ability and straightway took his journey
GK: και ω μεν έδωκε πέντε τάλαντα ω δε δύο ω δε εν εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν και απεδήμησεν ευθέως

Matthew 26:22

KJV: And they were exceeding sorrowful and began every one of them to say unto him Lord is it I
GK: και λυπούμενοι σφόδρα ήρξαντο λέγειν αυτώ έκαστος αυτών μήτι εγώ ειμι κύριε

Mark 13:34

KJV: as a man taking a far journey who left his house and gave authority to his servants and to every man his work and commanded the porter to watch
GK: ως άνθρωπος απόδημος αφείς την οικίαν αυτού και δους τοις δούλοις αυτού την εξουσίαν και εκάστω το έργον αυτού και τω θυρωρώ ενετείλατο ίνα γρηγορή

Luke 2:3

KJV: And all went to be taxed every one into his own city
GK: και επορεύοντο πάντες απογράφεσθαι έκαστος εις την ιδίαν πόλιν

Luke 4:40

KJV: Now when the sun was setting all they that had any sick with divers diseases brought them unto him and he laid his hands every one of them and healed them
GK: δύνοντος δε του ηλίου πάντες όσοι είχον ασθενούντας νόσοις ποικίλαις ήγαγον αυτούς προς αυτόν ο δε ενί εκάστω αυτών τας χείρας επιθείς εθεράπευσεν αυτούς

Luke 6:44

KJV: For every tree is known by his own fruit For of thorns men do not gather figs nor of a bramble bush gather they grapes
GK: έκαστον γαρ δένδρον εκ του ιδίου καρπού γινώσκεται ου γαρ εξ ακανθών συλλέγουσι σύκα ουδέ εκ βάτου τρυγώσι σταφυλήν

Luke 13:15

KJV: The Lord then answered him and said hypocrite doth not each one of you on the sabbath loose his ox or ass from the stall and lead away to watering
GK: απεκρίθη ούν αυτώ ο κύριος και είπεν υποκριταί έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βουν αυτού η τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει

ἑκάστοτε (always)

[edit]

2 Peter 1:15

KJV: Moreover I will endeavour that ye may be able after my decease to have these things always in remembrance
GK: σπουδάσω δε και εκάστοτε έχειν υμάς μετά την εμήν έξοδον την τούτων μνήμην ποιείσθαι

ἑκατόν (hundred)

[edit]

Matthew 13:8

KJV: But other fell into good ground and brought forth fruit some an hundredfold some sixtyfold some thirtyfold
GK: αλλά δε έπεσεν επί την γην την καλήν και εδίδου καρπόν ο μεν εκατόν ο δε εξήκοντα ο δε τριάκοντα

Matthew 13:23

KJV: But he that received seed into the good ground is he that heareth the word and understandeth which also beareth fruit and bringeth forth some an hundredfold some sixty some thirty
GK: ο δε επί την γην την καλήν σπαρείς ούτός εστιν ο τον λόγον ακούων και συνιών ος δη καρποφορεί και ποιεί ο μεν εκατόν ο δε εξήκοντα ο δε τριάκοντα

Matthew 18:12

KJV: How think ye if a man have an hundred sheep and one of them be gone astray doth he not leave the ninety and nine and goeth into the mountains and seeketh that which is gone astray
GK: τι υμίν δοκεί εάν γένηταί τινι ανθρώπω εκατόν πρόβατα και πλανηθή εν εξ αυτών ουχί αφείς τα ενενήκοντα εννέα επί τα όρη πορευθείς ζητεί το πλανώμενον

Matthew 18:28

KJV: But the same servant went out and found one of his fellowservants which owed him an hundred pence and he laid hands on him and took him by the throat saying Pay me that thou owest
GK: εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού ος ωφείλεν αυτώ εκατόν δηνάρια και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων απόδος μοι ει οφείλεις

Mark 4:8

KJV: And other fell on good ground and did yield fruit that sprang up and increased and brought forth some thirty and some sixty and some an hundred
GK: και άλλο έπεσεν εις την γην την καλήν και εδίδου καρπόν αναβαίνοντα και αυξάνοντα και έφερεν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν

Mark 4:20

KJV: And these are they which are sown on good ground such as hear the word and receive and bring forth fruit some thirtyfold some sixty and some an hundred
GK: και ούτοί εισιν οι επί την γην την καλήν σπαρέντες οίτινες ακούουσι τον λόγον και παραδέχονται και καρποφορούσιν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν

Mark 6:40

KJV: And they sat down in ranks by hundreds and by fifties
GK: και ανέπεσον πρασιαί πρασιαί ανά εκατόν και ανά πεντήκοντα

Luke 15:4

KJV: What man of you having an hundred sheep if he lose one of them doth not leave the ninety and nine in the wilderness and go after that which is lost until he find it
GK: τις άνθρωπος εξ υμών έχων εκατόν πρόβατα και απολέσας εν εξ αυτών ου καταλείπει τα ενενήκοντα εννέα εν τη ερήμω και πορεύεται επί το απολωλός έως εύρη αυτό

Luke 16:6

KJV: And he said An hundred measures of oil And he said unto him Take thy bill and sit down quickly and write fifty
GK: ο δε είπεν εκατόν βάτους ελαίου και είπεν αυτώ δέξαι σου το γράμμα και καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα

ἑκατονταέτης (hundred years old)

[edit]

Romans 4:19

KJV: And being not weak in faith he considered not his own body now dead about an hundred years old neither yet the deadness of Sara’s womb
GK: και μη ασθενήσας τη πίστει ου κατενόησε το εαυτού σώμα ήδη νενεκρωμένον εκατονταέτης που υπάρχων και την νέκρωσιν της μήτρας Σάρρας

ἑκατονταπλασίων (hundredfold)

[edit]

Matthew 19:29

KJV: And every one that hath forsaken houses or brethren or sisters or father or mother or wife or children or lands for my name’s sake shall receive an hundredfold and shall inherit everlasting life
GK: και πας ος αφήκεν οικίαν η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η τέκνα η αγρούς ένεκεν του ονόματός μου εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει

Mark 10:30

KJV: But he shall receive an hundredfold now in this time houses and brethren and sisters and mothers and children and lands with persecutions and in the world to come eternal life
GK: εαν μη λάβη εκατονταπλασίονα νυν εν τω καιρώ τούτω οικίας και άδελφους και αδελφάς και μητέρας και τέκνα και αγρούς μετά διωγμών και εν τω αιώνι τω ερχομένω ζωήν αιώνιον

Luke 8:8

KJV: And other fell on good ground and sprang up and bare fruit an hundredfold And when he had said these things he cried He that hath ears to hear let him hear
GK: και ετέρον έπεσεν επί την γην την αγαθήν και φυέν εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα ταύτα λέγων εφώνει ο έχων ώτα ακουείν ακουέτω

ἑκατοντάρχης (centurion)

[edit]

Matthew 8:5

KJV: And when Jesus was entered into Capernaum there came unto him a centurion beseeching him
GK: εισελθόντι δε τω Ιησού εις Καπερναούμ προσήλθεν αυτώ εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν

Matthew 8:8

KJV: The centurion answered and said Lord I am not worthy that thou shouldest come under my roof but speak the word only and my servant shall be healed
GK: και αποκριθείς ο εκατόνταρχος έφη κύριε ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης αλλά μόνον ειπέ λόγον και ιαθήσεται ο παις μου

Matthew 8:13

KJV: And Jesus said unto the centurion Go thy way and as thou hast believed be it done unto thee And his servant was healed in the selfsame hour
GK: και είπεν ο Ιησούς τω εκατοντάρχη ύπαγε και ως επίστευσας γενηθήτω σοι και ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη

Matthew 27:54

KJV: Now when the centurion and they that were with him watching Jesus saw the earthquake and those things that were done they feared greatly saying Truly this was the Son of God
GK: ο δε εκατόνταρχος και οι μετ΄ αυτού τηρούντες τον Ιησούν ιδόντες τον σεισμόν και τα γενόμενα εφοβήθησαν σφόδρα λέγοντες αληθώς θεού υιός ην ούτος

Luke 7:2

KJV: And a certain centurion’s servant who was dear unto him was sick and ready to die
GK: εκατοντάρχου δε τινος δούλος κακώς έχων έμελλε τελευτάν ος ην αυτώ έντιμος

Luke 7:6

KJV: Then Jesus went with them And when he was now not far from the house the centurion sent friends to him saying unto him Lord trouble not thyself for I am not worthy that thou shouldest enter under my roof
GK: ο δε Ιησούς επορεύετο συν αυτοίς ήδη δε αυτού ου μακράν απέχοντος από της οικίας έπεμψε προς αυτόν ο εκατόνταρχος φίλους λέγων αυτώ κύριε μη σκύλλου ου γαρ ειμι ικανός ίνα υπό την στέγην μου εισέλθης

Luke 23:47

KJV: Now when the centurion saw what was done he glorified God saying Certainly this was a righteous man
GK: ιδών δε ο εκατόνταρχος το γενόμενον εδόξασε τον θεόν λέγων όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην

Acts 10:1

KJV: There was a certain man in Cæsarea called Cornelius a centurion of the band called the Italian
GK: ανήρ δε τις ην εν Καισαρεία ονόματι Κορνήλιος εκατοντάρχης εκ σπείρης της καλουμένης Ιταλικής

Acts 10:22

KJV: And they said Cornelius the centurion a just man and one that feareth God and of good report among all the nation of the Jews was warned from God by an holy angel to send for thee into his house and to hear words of thee
GK: οι δε είπον Κορνήλιος εκατοντάρχης ανήρ δίκαιος και φοβούμενος τον θεόν μαρτυρούμενός τε υπό όλου του έθνους των Ιουδαίων εχρηματίσθη υπό αγγέλου αγίου μεταπέμψασθαί σε εις τον οίκον αυτού και ακούσαι ρήματα παρά σου

ἐκβάλλω (bring forth)

[edit]

Matthew 7:4

KJV: Or how wilt thou say to thy brother Let me pull out the mote out of thine eye and behold a beam in thine own eye
GK: η πως ερείς τω αδελφώ σου άφες εκβάλω το κάρφος από του οφθαλμού σου και ιδού η δοκός εν τω οφθαλμώ σου

Matthew 7:5

KJV: Thou hypocrite first cast out the beam out of thine own eye and then shalt thou see clearly to cast out the mote out of thy brother’s eye
GK: υποκριτά έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου και τότε διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος εκ του οφθαλμού του αδελφού σου

Matthew 7:22

KJV: Many will say to me in that day Lord Lord have we not prophesied in thy name and in thy name have cast out devils and in thy name done many wonderful works
GK: πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα κύριε κύριε ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν

Matthew 8:12

KJV: But the children of the kingdom shall be cast out into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 8:16

KJV: When the even was come they brought unto him many that were possessed with devils and he cast out the spirits with word and healed all that were sick
GK: οψίας δε γενομένης προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λόγω και πάντας του κακώς έχοντας εθεράπευσεν

Matthew 8:31

KJV: So the devils besought him saying If thou cast us out suffer us to go away into the herd of swine
GK: οι δε δαίμονες παρεκάλουν αυτόν λέγοντες ει εκβάλλεις ημάς επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων

Matthew 9:25

KJV: But when the people were put forth he went in, and took her by the hand and the maid arose
GK: ότε δε εξεβλήθη ο όχλος εισελθών εκράτησε της χειρός αυτής και ηγέρθη το κοράσιον

Matthew 9:33

KJV: And when the devil was cast out the dumb spake and the multitudes marvelled saying It was never so seen in Israel
GK: και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ

Matthew 9:34

KJV: But the Pharisees said He casteth out devils through the prince of the devils
GK: οι δε Φαρισαίοι έλεγον εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια

ἔκβασις (end)

[edit]

1 Corinthians 10:13

KJV: There hath no temptation taken you but such as is common to man but God faithful who will not suffer you to be tempted above that ye are able but will with the temptation also make a way to escape that ye may be able to bear
GK: πειρασμός υμάς ουκ είληφεν ει ανθρώπινος πιστός δε ο θεός ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν

Hebrews 13:7

KJV: Remember them which have the rule over you who have spoken unto you the word of God whose faith follow considering the end of conversation
GK: μνημονεύετε των ηγουμένων υμών οίτινες ελάλησαν υμίν τον λόγον του θεού ων αναθεωρούντες την έκβασιν της αναστροφής μιμείσθε την πίστιν

ἐκβολή (+ lighten the ship)

[edit]

Acts 27:18

KJV: And we being exceedingly tossed with a tempest the next they lightened the ship
GK: σφοδρώς δε χειμαζομένων ημών τη εξής εκβολήν εποιούντο

ἐκγαμίζω (give in marriage)

[edit]

Matthew 22:30

KJV: For in the resurrection they neither marry nor are given in marriage but are as the angels of God in heaven
GK: εν γαρ τη αναστάσει ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται αλλ΄ ως άγγελοι του θεού εν ουρανώ εισι

Matthew 24:38

KJV: For as in the days that were before the flood they were eating and drinking marrying and giving in marriage until the day that Noe entered into the ark
GK: ώσπερ γαρ ήσαν εν ταις ημέραις ταις προ του κατακλυσμού τρώγοντες και πίνοντες γαμούντες και εκγαμίζοντες άχρι ης ημέρας εισήλθε Νώε εις την κιβωτόν

Luke 17:27

KJV: They did eat they drank they married wives they were given in marriage until the day that Noe entered into the ark and the flood came and destroyed them all
GK: ήσθιον έπινον εγάμουν εξεγαμίζοντο άχρι ης ημέρας εισήλθε Νώε εις την κιβωτόν και ήλθεν ο κατακλυσμός και απώλεσεν άπαντας

1 Corinthians 7:38

KJV: So then he that giveth in marriage doeth well but he that giveth not in marriage doeth better
GK: ώστε και ο εκγαμίζων καλώς ποιεί ο δε μη εκγαμίζων κρείσσον ποιεί

ἐκγαμίσκω (give in marriage)

[edit]

Luke 20:34

KJV: And Jesus answering said unto them The children of this world marry and are given in marriage
GK: και αποκριθείς είπεν αυτοίς ο Ιησούς οι υιοί του αιώνος τουτού γαμούσι και εκγαμίσκονται

Luke 20:35

KJV: But they which shall be accounted worthy to obtain that world and the resurrection from the dead neither marry nor are given in marriage
GK: οι δε καταξιωθέντες του αιώνος εκείνου τυχείν και της αναστάσεως της εκ νεκρών ούτε γαμούσιν ούτε εκγαμίζονται

ἔκγονος (nephew)

[edit]

1 Timothy 5:4

KJV: But if any widow have children or nephews let them learn first to shew piety at home and to requite their parents for that is good and acceptable before God
GK: ει δε τις χήρα τέκνα η έκγονα έχει μανθανέτωσαν πρώτον τον ίδιον οίκον ευσεβείν και αμοιβάς αποδιδόναι τοις προγόνοις τούτο γαρ εστι καλόν και απόδεκτον ενώπιον του θεού

ἐκδαπανάω (spend)

[edit]

2 Corinthians 12:15

KJV: And I will very gladly spend and be spent for you though the more abundantly I love you the less I be loved
GK: εγώ δε ήδιστα δαπανήσω και εκδαπανηθήσομαι υπέρ των ψυχών υμών ει περισσοτέρως υμάς αγαπών ήττον αγαπώμαι

ἐκδέχομαι (expect)

[edit]

John 5:3

KJV: In these lay a great multitude of impotent folk of blind halt withered waiting for the moving of the water
GK: εν ταύταις κατέκειτο πλήθος πολύ των ασθενούντων τυφλών χωλών ξηρών εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν

Acts 17:16

KJV: Now while Paul waited for them at Athens his spirit was stirred in him when he saw the city wholly given to idolatry
GK: εν δε ταις Αθήναις εκδεχομένου αυτούς του Παύλου παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν

1 Corinthians 11:33

KJV: Wherefore my brethren when ye come together to eat tarry one for another
GK: ώστε αδελφοί μου συνερχόμενοι εις το φαγείν αλλήλους εκδέχεσθε

1 Corinthians 16:11

KJV: Let no man therefore despise him but conduct him forth in peace that he may come unto me for I look for him with the brethren
GK: μη τις ούν αυτόν εξουθενήση προπέμψατε δε αυτόν εν ειρήνη ίνα έλθη προς με εκδέχομαι γαρ αυτόν μετά των αδελφών

Hebrews 10:13

KJV: From henceforth expecting till his enemies be made his footstool
GK: το λοιπόν εκδεχόμενος έως τεθώσιν οι εχθροί αυτού υποπόδιον των ποδών αυτού

Hebrews 11:10

KJV: For he looked for a city which hath foundations whose builder and maker God
GK: εξεδέχετο γαρ την τους θεμελίους έχουσαν πόλιν ης τεχνίτης και δημιουργός ο θεός

James 5:7

KJV: Be patient therefore brethren unto the coming of the Lord Behold the husbandman waiteth for the precious fruit of the earth and hath long patience for it until he receive the early and latter rain
GK: μακροθυμήσατε ούν αδελφοί έως της παρουσίας του κυρίου ιδού ο γεωργός εκδέχεται τον τίμιον καρπόν της γης μακροθυμών επ΄ αυτώ έως αν λάβη υετόν πρώϊμον και όψιμον

1 Peter 3:20

KJV: Which sometime were disobedient when once the longsuffering of God waited in the days of Noah while the ark was a preparing wherein few that is eight souls were saved by water
GK: απειθήσασί ποτε ότε άπαξ εδέχετο η του θεού μακροθυμία εν ημέραις Νώε κατασκευαζομένης κιβωτού εις ην ολίγαι τουτ΄ οκτώ ψυχαί διεσώθησαν δι΄ ύδατος

ἔκδηλος (manifest)

[edit]

2 Timothy 3:9

KJV: But they shall proceed no further for their folly shall be manifest unto all as theirs also was
GK: αλλ΄ ου προκόψουσιν επί πλείον η γαρ άνοια αυτών έκδηλος έσται πάσιν ως και η εκείνων εγένετο

ἐκδημέω (be absent)

[edit]

2 Corinthians 5:6

KJV: Therefore always confident knowing that whilst we are at home in the body we are absent from the Lord
GK: θαρρούντες ούν πάντοτε και ειδότες ότι ενδημούντες εν τω σώματι εκδημούμεν από του κυρίου

2 Corinthians 5:8

KJV: We are confident and willing rather to be absent from the body and to be present with the Lord
GK: θαρρούμεν δε και ευδοκούμεν μάλλον εκδημήσαι εκ του σώματος και ενδημήσαι προς τον κύριον

2 Corinthians 5:9

KJV: Wherefore we labour that whether present or absent we may be accepted of him
GK: διό και φιλοτιμούμεθα είτε ενδημούντες είτε εκδημούντες ευάρεστοι αυτώ είναι

ἐκδίδωμι (let forth (out))

[edit]

Matthew 21:33

KJV: Hear another parable There was a certain householder which planted a vineyard and hedged it round about and digged a winepress in it and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
GK: άλλην παραβολήν ακούσατε άνθρωπός τις ην οικοδεσπότης όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν

Matthew 21:41

KJV: They say unto him He will miserably destroy those wicked men and will let out vineyard unto other husbandmen which shall render him the fruits in their seasons
GK: λέγουσιν αυτώ κακούς κακώς απολέσει αυτούς και τον αμπελώνα εκδόσεται άλλοις γεωργοίς οίτινες αποδώσουσιν αυτώ τους καρπούς εν τοις καιροίς αυτών

Mark 12:1

KJV: And he began to speak unto them by parables man planted a vineyard and set an hedge about and digged the winefat and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
GK: και ήρξατο αυτοίς εν παραβολαίς λέγειν αμπελώνα εφύτευσεν άνθρωπος και περιέθηκε φραγμόν και ώρυξεν υπολήνιον και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν

Luke 20:9

KJV: Then began he to speak to the people this parable A certain man planted a vineyard and let it forth to husbandmen and went into a far country for a long time
GK: ήρξατο δε προς τον λαόν λέγειν την παραβολήν ταύτην άνθρωπός τις εφύτευσεν αμπελώνα και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησε χρόνους ικανούς

ἐκδιηγέομαι (declare)

[edit]

Acts 13:41

KJV: Behold ye despisers and wonder and perish for I work a work in your days a work which ye shall in no wise believe though a man declare it unto you
GK: ίδετε οι καταφρονηταί και θαυμάσατε και αφανίσθητε ότι έργον εγώ εργάζομαι εν ταις ημέραις υμών ο ου πιστεύσητε εάν τις εκδιηγήται υμίν

Acts 15:3

KJV: And being brought on their way by the church they passed through Phenice and Samaria declaring the conversion of the Gentiles and they caused great joy unto all the brethren
GK: οι μεν ουν προπεμφθέντες υπό της εκκλησίας διήρχοντο την Φοινίκην και Σαμάρειαν εκδιηγούμενοι την επιστροφήν των εθνών και εποίουν χαράν μεγάλην πάσι τοις αδελφοίς

ἐκδικέω (a (re-)venge)

[edit]

Luke 18:3

KJV: And there was a widow in that city and she came unto him saying Avenge me of mine adversary
GK: χήρα δε ην εν τη πόλει εκείνη και ήρχετο προς αυτόν λέγουσα εκδίκησόν με από του αντιδίκου μου

Luke 18:5

KJV: Yet because this widow troubleth me I will avenge her lest by her continual coming she weary me
GK: διά γε το παρέχειν μοι κόπον την χήραν ταύτην εκδικήσω αυτήν ίνα μη εις τέλος ερχομένη υποπιάζη με

Romans 12:19

KJV: Dearly beloved avenge not yourselves but give place unto wrath for it is written Vengeance mine I will repay saith the Lord
GK: μη εαυτούς εκδικούντες αγαπητοί αλλά δότε τόπον τη οργή γέγραπται γαρ εμοί εκδίκησις εγώ ανταποδώσω λέγει κύριος

2 Corinthians 10:6

KJV: And having in a readiness to revenge all disobedience when your obedience is fulfilled
GK: και εν ετοίμω έχοντες εκδικήσαι πάσαν παρακοήν όταν πληρωθή υμών η υπακοή

Revelation 6:10

KJV: And they cried with a loud voice saying How long O Lord holy and true dost thou not judge and avenge our blood on them that dwell on the earth
GK: και έκραζον φωνή μεγάλη λέγοντες έως πότε ο δεσπότης ο άγιος και ο αληθινός ου κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών εκ των κατοικούντων επί της γης

Revelation 19:2

KJV: For true and righteous his judgments for he hath judged the great whore which did corrupt the earth with her fornication and hath avenged the blood of his servants at her hand
GK: ότι αληθιναί και δίκαιαι αι κρίσεις αυτού ότι έκρινε την πόρνην την μεγάλην ήτις διέφθειρε την γην εν τη πορνεία αυτής και εξεδίκησε το αίμα των δούλων αυτού εκ χειρός αυτής

ἐκδίκησις ((a-)

[edit]

Luke 18:7

KJV: And shall not God avenge his own elect which cry day and night unto him though he bear long with them
GK: ο δε θεός ου ποιήσει την εκδίκησιν των εκλεκτών αυτού των βοώντων προς αυτόν ημέρας και νυκτός και μακροθυμών επ΄ αυτοίς

Luke 18:8

KJV: I tell you that he will avenge them speedily Nevertheless when the Son of man cometh shall he find faith on the earth
GK: λέγω υμίν ότι ποιήσει την εκδίκησιν αυτών εν τάχει πλήν ο υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης

Luke 21:22

KJV: For these be the days of vengeance that all things which are written may be fulfilled
GK: ότι ημέραι εκδικήσεως αύταί εισι του πληρωθήναι πάντα τα γεγραμμένα

Acts 7:24

KJV: And seeing one suffer wrong he defended and avenged him that was oppressed and smote the Egyptian
GK: και ιδών τινα αδικούμενον ημύνατο και εποίησεν εκδίκησιν τω καταπονουμένω πατάξας τον Αιγύπτιον

Romans 12:19

KJV: Dearly beloved avenge not yourselves but give place unto wrath for it is written Vengeance mine I will repay saith the Lord
GK: μη εαυτούς εκδικούντες αγαπητοί αλλά δότε τόπον τη οργή γέγραπται γαρ εμοί εκδίκησις εγώ ανταποδώσω λέγει κύριος

2 Corinthians 7:11

KJV: For behold this selfsame thing that ye sorrowed after a godly sort what carefulness it wrought in you yea clearing of yourselves yea indignation yea fear yea vehement desire yea zeal yea revenge In all ye have approved yourselves to be clear in this matter
GK: ιδού γαρ αυτό τούτο το κατά θεόν λυπηθήναι υμάς πόσην κατειργάσατο υμίν σπουδήν αλλά απολογίαν αλλά αγανάκτησιν αλλά φόβον αλλά επιπόθησιν αλλά ζήλον αλλ΄ εκδίκησιν εν παντί συνεστήσατε εαυτούς αγνούς είναι εν τω πράγματι

2 Thessalonians 1:8

KJV: In flaming fire taking vengeance on them that know not God and that obey not the gospel of our Lord Jesus Christ
GK: εν πυρί φλογός διδόντος εκδίκησιν τοις μη ειδόσι θεόν και τοις μη υπακούουσι τω ευαγγελίω του κυρίου ημών Ιησού χριστού

Hebrews 10:30

KJV: For we know him that hath said Vengeance unto me I will recompense saith the Lord And again The Lord shall judge his people
GK: οίδαμεν γαρ τον ειπόντα εμοί εκδίκησις εγώ ανταποδώσω λέγει κύριος και πάλιν κύριος κρινεί τον λαόν αυτού

1 Peter 2:14

KJV: Or unto governors as unto them that are sent by him for the punishment of evildoers and for the praise of them that do well
GK: είτε ηγεμόσιν ως δι΄ αυτού πεμπομένοις εις εκδίκησιν μεν κακοποιών έπαινον δε αγαθοποιών

ἔκδικος (a (re-)venger)

[edit]

Romans 13:4

KJV: For he is the minister of God thee for good But if thou do that which is evil be afraid for he beareth not the sword in vain for he is the minister of God a revenger to wrath upon him that doeth evil
GK: θεού γαρ διάκονός εστί σοι εις το αγαθόν εάν δε το κακόν ποιής φοβού ου γαρ εική την μάχαιραν φορεί θεού γαρ διάκονός εστίν εκδίκος εις οργήν τω το κακόν πράσσοντι

1 Thessalonians 4:6

KJV: That no go beyond and defraud his brother in matter because that the Lord the avenger of all such as we also have forewarned you and testified
GK: το μη υπερβαίνειν και πλεονεκτείν εν τω πράγματι τον αδελφόν αυτού διότι έκδικος ο κύριος περί πάντων τούτων καθώς και προείπαμεν υμίν και διεμαρτυράμεθα

ἐκδιώκω (persecute)

[edit]

Luke 11:49

KJV: Therefore also said the wisdom of God I will send them prophets and apostles and of them they shall slay and persecute
GK: διά τούτο και η σοφία του θεού είπεν αποστελώ εις αυτούς προφήτας και αποστόλους και εξ αυτών αποκτενούσι και εκδιώξουσιν

1 Thessalonians 2:15

KJV: Who both killed the Lord Jesus and their own prophets and have persecuted us and they please not God and contrary to all men
GK: των και τον κύριον αποκτεινάντων Ιησούν και τους ιδίους προφήτας και ημάς εκδιωξάντων και θεώ μη αρεσκόντων και πάσιν ανθρώποις εναντίων

ἔκδοτος (delivered)

[edit]

Acts 2:23

KJV: Him being delivered by the determinate counsel and foreknowledge of God ye have taken and by wicked hands have crucified and slain
GK: τούτον τη ωρισμένη βουλή και προγνώσει του θεού έκδοτον λαβόντες διά χειρών ανόμων προσπήξαντες ανείλετε

ἐκδοχή (looking for)

[edit]

Hebrews 10:27

KJV: But a certain fearful looking for of judgment and fiery indignation which shall devour the adversaries
GK: φοβερά δε τις εκδοχή κρίσεως και πυρός ζήλος εσθίειν μέλλοντος τους υπεναντίους

ἐκδύω (strip)

[edit]

Matthew 27:28

KJV: And they stripped him and put on him a scarlet robe
GK: και εκδύσαντες αυτόν περιέθηκαν αυτώ χλαμύδα κοκκίνην

Matthew 27:31

KJV: And after that they had mocked him they took the robe off from him and put his own raiment on him and led him away to crucify
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την χλαμύδα και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια αυτού και απήγαγον αυτόν εις το σταυρώσαι

Mark 15:20

KJV: And when they had mocked him they took off the purple from him and put his own clothes on him and led him out to crucify him
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την πορφύραν και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια τα ίδια και εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν

Luke 10:30

KJV: And Jesus answering said A certain man went down from Jerusalem to Jericho and fell among thieves which stripped him of his raiment and wounded and departed leaving half dead
GK: υπολαβών δε ο Ιησούς είπεν άνθρωπός τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ και λησταίς περιέπεσεν οι και εκδύσαντες αυτόν και πληγάς επιθέντες απήλθον αφέντες ημιθανή τυγχάνοντα

2 Corinthians 5:4

KJV: For we that are in tabernacle do groan being burdened not for that we would be unclothed but clothed that mortality might be swallowed up life
GK: και γαρ οι όντες εν τω σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι επειδή ου θέλομεν εκδύσασθαι αλλ΄ επενδύσασθαι ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής

ἐκεῖ (there)

[edit]

Matthew 2:13

KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό

Matthew 2:15

KJV: And was there until the death of Herod that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying Out of Egypt have I called my son
GK: και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου

Matthew 2:22

KJV: But when he heard that Archelaus did reign in Judaea in the room of his father Herod he was afraid to go thither notwithstanding being warned of God in a dream he turned aside into the parts of Galilee
GK: ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί της Ιουδαίας αντί Ηρώδου του πατρός αυτου εφοβήθη εκεί απελθείν χρηματισθείς δε κατ΄ όναρ ανεχώρησεν εις τα μέρη της Γαλιλαίας

Matthew 5:24

KJV: Leave there thy gift before the altar and go thy way first be reconciled to thy brother and then come and offer thy gift
GK: άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου

Matthew 6:21

KJV: For where your treasure is there will your heart be also
GK: όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών εκεί έσται και η καρδία υμών

Matthew 8:12

KJV: But the children of the kingdom shall be cast out into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 12:45

KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά

Matthew 13:42

KJV: And shall cast them into a furnace of fire there shall be wailing and gnashing of teeth
GK: και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 13:50

KJV: And shall cast them into the furnace of fire there shall be wailing and gnashing of teeth
GK: και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

ἐκεῖθεν (from that place)

[edit]

Matthew 4:21

KJV: And going on from thence he saw other two brethren James of Zebedee and John his brother in a ship with Zebedee their father mending their nets and he called them
GK: και προβάς εκείθεν είδεν άλλους δύο αδελφούς Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών καταρτίζοντας τα δίκτυα αυτών και εκάλεσεν αυτούς

Matthew 5:26

KJV: Verily I say unto thee by no means come out thence till thou hast paid the uttermost farthing
GK: αμήν λέγω σοι ου εξέλθης εκείθεν έως αν αποδώς τον έσχατον κοδράντην

Matthew 9:9

KJV: And as Jesus passed forth from thence he saw a man named Matthew sitting at the receipt of custom and he saith unto him Follow me And he arose, and followed him
GK: και παράγων ο εκείθεν είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον Ματθαίον λεγόμενον και λεγεί αυτώ ακολούθει μοι και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ

Matthew 9:27

KJV: And when Jesus departed thence two blind men followed him crying and saying Son of David have mercy on us
GK: και παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ

Matthew 11:1

KJV: And it came to pass when Jesus had made an end of commanding his twelve disciples he departed thence to teach and to preach in their cities
GK: και εγένετο ότε ετέλεσεν ο Ιησούς διατάσσων τοις δώδεκα μαθηταίς αυτού μετέβη εκείθεν του διδάσκειν και κηρύσσειν εν ταις πόλεσιν αυτών

Matthew 12:9

KJV: And when he was departed thence he went into their synagogue
GK: και μεταβάς εκείθεν ήλθεν εις την συναγωγήν αυτών

Matthew 12:15

KJV: But when Jesus knew he withdrew himself from thence and great multitudes followed him and he healed them all
GK: ο δε Ιησούς γνους ανεχώρησεν εκείθεν και ηκολούθησαν αυτώ όχλοι πολλοί και εθεράπευσεν αυτούς πάντας

Matthew 13:53

KJV: And it came to pass when Jesus had finished these parables he departed thence
GK: και εγένετο ότε ετέλεσεν ο τας παραβολάς ταύτας μετήρεν εκείθεν

Matthew 14:13

KJV: When Jesus heard he departed thence by ship into a desert place apart and when the people had heard they followed him on foot out of the cities
GK: και ακούσας ο Ιησούς ανεχώρησεν εκείθεν εν πλοίω εις έρημον τόπον κατ΄ ιδίαν και ακούσαντες οι όχλοι ηκολούθησαν αυτώ πεζή από των πόλεων

ἐκεῖνος (he)

[edit]

Matthew 3:1

KJV: In those days came John the Baptist preaching in the wilderness of Judaea
GK: εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας

Matthew 7:22

KJV: Many will say to me in that day Lord Lord have we not prophesied in thy name and in thy name have cast out devils and in thy name done many wonderful works
GK: πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα κύριε κύριε ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν

Matthew 7:25

KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν

Matthew 7:27

KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη

Matthew 8:13

KJV: And Jesus said unto the centurion Go thy way and as thou hast believed be it done unto thee And his servant was healed in the selfsame hour
GK: και είπεν ο Ιησούς τω εκατοντάρχη ύπαγε και ως επίστευσας γενηθήτω σοι και ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη

Matthew 8:28

KJV: And when he was come to the other side into the country of the Gergesenes there met him two possessed with devils coming out of the tombs exceeding fierce so that no man might pass by that way
GK: και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι χαλεποί λίαν ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν διά της οδού εκείνης

Matthew 9:22

KJV: But Jesus turned him about and when he saw her he said Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole And the woman was made whole from that hour
GK: ο δε Ιησούς επιστραφείς και ιδών αυτήν είπε θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης

Matthew 9:26

KJV: And the fame hereof went abroad into all that land
GK: και εξήλθεν η φήμη αύτη εις όλην την γην εκείνην

Matthew 9:31

KJV: But they when they were departed spread abroad his fame in all that country
GK: οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη

ἐκεῖσε (there)

[edit]

Acts 21:3

KJV: Now when we had discovered Cyprus we left it on the left hand and sailed into Syria and landed at Tyre for there the ship was to unlade her burden
GK: αναφανέντες δε την Κύπρον και καταλιπόντες αυτήν ευώνυμον επλέομεν εις Συρίαν και κατήχθημεν εις Τύρον εκείσε γαρ ην το πλοίον αποφορτιζόμενον τον γόμον

Acts 22:5

KJV: As also the high priest doth bear me witness and all the estate of the elders from whom also I received letters unto the brethren and went to Damascus to bring them which were there bound unto Jerusalem for to be punished
GK: ως και ο αρχιερεύς μαρτυρεί μοι και παν το πρεσβυτέριον παρ΄ ων και επιστολάς δεξάμενος προς τους αδελφούς εις Δαμασκόν επορευόμην άξων και τους εκείσε όντας δεδεμένους εις Ιερουσαλήμ ίνα τιμωρηθώσιν

ἐκζητέω (en- (re-)quire)

[edit]

Luke 11:50

KJV: That the blood of all the prophets which was shed from the foundation of the world may be required of this generation
GK: ίνα εκζητηθή το αίμα πάντων των προφητών το εκχυνόμενον από καταβολής κόσμου από της γενεάς ταύτης

Luke 11:51

KJV: From the blood of Abel unto the blood of Zacharias which perished between the altar and the temple verily I say unto you It shall be required of this generation
GK: από του αίματος Αβελ έως του αίματος Ζαχαρίου του απολομένου μεταξύ του θυσιαστηρίου και του οίκου ναι λέγω υμίν εκζητηθήσεται από της γενεάς ταύτης

Acts 15:17

KJV: That the residue of men might seek after the Lord and all the Gentiles upon whom my name is called saith the Lord who doeth all these things
GK: όπως αν εκζητήσωσιν οι κατάλοιποι των ανθρώπων τον κύριον και πάντα τα έθνη εφ΄ ους επικέκληται το όνομά μου επ΄ αυτούς λέγει κύριος ο ποιών ταύτα πάντα

Romans 3:11

KJV: There is none that understandeth there is none that seeketh after God
GK: ουκ έστιν ο συνιών ουκ έστιν ο εκζητών τον θεόν

Hebrews 11:6

KJV: But without faith impossible to please for he that cometh to God must believe that he is and he is a rewarder of them that diligently seek him
GK: χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι πιστεύσαι γαρ δει τον προσερχόμενον τω θεώ ότι έστι και τοις εκζητούσιν αυτόν μισθαποδότης γίνεται

Hebrews 12:17

KJV: For ye know how that afterward when he would have inherited the blessing he was rejected for he found no place of repentance though he sought it carefully with tears
GK: ίστε γαρ ότι και μετέπειτα θέλων κληρονομήσαι την ευλογίαν απεδοκιμάσθη μετανοίας γαρ τόπον ουχ εύρε καίπερ μετά δακρύων εκζητήσας αυτήν

1 Peter 1:10

KJV: Of which salvation the prophets have enquired and searched diligently who prophesied of the grace unto you
GK: περί ης σωτηρίας εξεζήτησαν και εξηρεύνησαν προφήται οι περί της εις υμάς χάριτος προφητεύσαντες

ἐκθαμβέομαι (affright)

[edit]

Mark 9:15

KJV: And straightway all the people when they beheld him were greatly amazed and running to saluted him
GK: και ευθέως πας ο όχλος ιδών αυτόν εξεθαμβήθη και προστρέχοντες ησπάζοντο αυτόν

Mark 14:33

KJV: And he taketh with him Peter and James and John and began to be sore amazed and to be very heavy
GK: και παραλαμβάνει τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και Ιωάννην μεθ΄ εαυτού και ήρξατο εκθαμβείσθαι και αδημονείν

Mark 16:5

KJV: And entering into the sepulchre they saw a young man sitting on the right side clothed in a long white garment and they were affrighted
GK: και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς περιβεβλημένον στολήν λευκήν και εξεθαμβήθησαν

Mark 16:6

KJV: And he saith unto them Be not affrighted Ye seek Jesus of Nazareth which was crucified he is risen he is not here behold the place where they laid him
GK: ο δε λέγει αυταίς μη εκθαμβείσθε Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον ηγέρθη ουκ έστιν ώδε ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν

ἔκθαμβος (greatly wondering)

[edit]

Acts 3:11

KJV: And the lame man which was healed held Peter and John all the people ran together unto them in the porch that is called Solomon’s greatly wondering
GK: κρατούντος δε του ιαθέντος χωλού τον Πέτρον και Ιωάννην συνέδραμε προς αυτούς πας ο λαός επί τη στοά τη καλουμένη Σολομώντος έκθαμβοι

ἔκθετος (cast out)

[edit]

Acts 7:19

KJV: The same dealt subtilly with our kindred evil entreated our fathers so that they cast out their young children to the end they might not live
GK: ούτος κατασοφισάμενος το γένος ημών εκάκωσε τους πατέρας ημών του ποιείν έκθετα τα βρέφη αυτών εις το μη ζωογονείσθαι

ἐκκαθαίρω (purge (out))

[edit]

1 Corinthians 5:7

KJV: Purge out therefore the old leaven that ye may be a new lump as ye are unleavened For even Christ our passover is sacrificed for us
GK: εκκαθάρατε ούν την παλαιάν ζύμην ίνα ήτε νέον φύραμα καθώς εστε άζυμοι και γαρ το πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη χριστός

2 Timothy 2:21

KJV: If a man therefore purge himself from these he shall be a vessel unto honour sanctified and meet for the master’s use prepared unto every good work
GK: εάν ούν τις εκκαθάρη εαυτόν από τούτων έσται σκεύος εις τιμήν ηγιασμένον και εύχρηστον τω δεσπότη εις παν έργον αγαθόν ητοιμασμένον

ἐκκαίω (burn)

[edit]

Romans 1:27

KJV: And likewise also the men leaving the natural use of the woman burned in their lust one toward another men with men working that which is unseemly and receiving in themselves that recompence of their error which was meet
GK: ομοίως τε και οι άρρενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες

ἐκκακέω (faint)

[edit]

Luke 18:1

KJV: And he spake a parable unto them that men ought always to pray and not to faint
GK: έλεγε δε και παραβολήν αυτοίς προς το δειν πάντοτε προσεύχεσθαι και μη εκκακείν

2 Corinthians 4:1

KJV: Therefore seeing we have this ministry as we have received mercy we faint not
GK: δια τούτο έχοντες την διακονίαν ταύτην καθώς ηλεήθημεν ουκ εκκακούμεν

2 Corinthians 4:16

KJV: For which cause we faint not but though our outward man perish yet the inward is renewed day by day
GK: διό ουκ εκκακούμεν αλλ΄ ει ο έξω ημών άνθρωπος διαφθείρεται αλλ΄ ο έσωθεν ανακαινούνται ημέρα και ημέρα

Galatians 6:9

KJV: And let us not be weary in well doing for in due season we shall reap if we faint not
GK: το δε καλόν ποιούντες μη εκκακώμεν καιρώ γαρ ιδίω θερίσομεν μη εκλυόμενοι

Ephesians 3:13

KJV: Wherefore I desire that ye faint not at my tribulations for you which is your glory
GK: διό αιτούμαι μη εκκακείν εν ταις θλίψεσί μου υπέρ υμών ήτις εστί δόξα υμών

2 Thessalonians 3:13

KJV: But ye brethren be not weary in well doing
GK: υμείς δε αδελφοί μη εκκακήσητε καλοποιούντες

ἐκκεντέω (pierce)

[edit]

John 19:37

KJV: And again another scripture saith They shall look on him whom they pierced
GK: και πάλιν ετέρα γραφή λέγει όψονται εις ον εξεκέντησαν

Revelation 1:7

KJV: Behold he cometh with clouds and every eye shall see him and they which pierced him and all kindreds of the earth shall wail because of him Even so Amen
GK: ιδού έρχεται μετά των νεφελών και όψεται αυτόν πας οφθαλμός και οίτινες αυτόν εξεκέντησαν και κόψονται επ΄ αυτόν πάσαι αι φυλαί της γης ναι αμήν

ἐκκλάω (break off)

[edit]

Romans 11:17

KJV: And if some of the branches be broken off and thou being a wild olive tree wert graffed in among them and with them partakest of the root and fatness of the olive tree
GK: ει δε τινες των κλάδων εξεκλάσθησαν συ δε αγριέλαιος ων ενεκεντρίσθης εν αυτοίς και συγκοινωνός της ρίζης και της πιότητος της ελαίας εγένου

Romans 11:19

KJV: Thou wilt say then The branches were broken off that I might be graffed in
GK: ερείς ούν εξεκλάσθησαν οι κλάδοι ίνα εγώ εγκεντρισθώ

Romans 11:20

KJV: Well because of unbelief they were broken off and thou standest by faith Be not highminded but fear
GK: καλώς τη απιστία εξεκλάσθησαν συ δε τη πίστει έστηκας μη υψηλοφρόνει αλλά φοβού

ἐκκλείω (exclude)

[edit]

Romans 3:27

KJV: Where boasting then It is excluded By what law of works Nay but by the law of faith
GK: που ούν η καύχησις εξεκλείσθη διά ποίου νόμου των έργων ουχί αλλά διά νόμου πίστεως

Galatians 4:17

KJV: They zealously affect you not well yea they would exclude you that ye might affect them
GK: ζηλούσιν υμάς ου καλώς αλλά εκκλείσαι υμάς θέλουσιν ίνα αυτούς ζηλούτε

ἐκκλησία (assembly)

[edit]

Matthew 16:18

KJV: And I say also unto thee That thou art Peter and upon this rock I will build my church and the gates of hell shall not prevail against it
GK: καγώ δε σοι λέγω οτι συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής

Matthew 18:17

KJV: And if he shall neglect to hear them tell unto the church but if he neglect to hear the church let him be unto thee as an heathen man and a publican
GK: εάν δε παρακούση αυτών ειπέ τη εκκλησία εάν δε και της εκκλησίας παρακούση έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης

Acts 2:47

KJV: Praising God and having favour with all the people And the Lord added to the church daily such as should be saved
GK: αινούντες τον θεόν και έχοντες χάριν προς όλον τον λαόν ο δε κύριος προσετίθει τους σωζομένους καθ΄ ημέραν τη εκκλησία

Acts 5:11

KJV: And great fear came upon all the church and upon as many as heard these things
GK: και εγένετο φόβος μέγας εφ΄ όλην την εκκλησίαν και επί πάντας τους ακούοντας ταύτα

Acts 7:38

KJV: This is he, that was in the church in the wilderness with the angel which spake to him in the mount Sina and our fathers who received the lively oracles to give unto us
GK: ούτός εστιν ο γενόμενος εν τη εκκλησία εν τη ερήμω μετά του αγγέλου του λαλούντος αυτώ εν τω όρει Σινά και των πατέρων ημών ος εδέξατο λόγια ζώντα δούναι ημίν

Acts 8:1

KJV: And Saul was consenting unto his death And at that time there was a great persecution against the church which was at Jerusalem and they were all scattered abroad throughout the regions of Judæa and Samaria except the apostles
GK: Σαύλος δε ην συνευδοκών τη αναιρέσει αυτού εγένετο δε εν εκείνη τη ημέρα διωγμός μέγας επί την εκκλησίαν την εν Ιεροσολύμοις πάντες δε διεσπάρησαν κατά τας χώρας της Ιουδαίας και Σαμαρείας πλην των αποστόλων

Acts 8:3

KJV: As for Saul he made havock of the church entering into every house and haling men and women committed to prison
GK: Σαύλος δε ελυμαίνετο την εκκλησίαν κατά τους οίκους εισπορευόμενος σύρων τε άνδρας και γυναίκας παρεδίδου εις φυλακήν

Acts 9:31

KJV: Then had the churches rest throughout all Judæa and Galilee and Samaria and were edified and walking in the fear of the Lord and in the comfort of the Holy Ghost were multiplied
GK: αι μεν ούν εκκλησίαι καθ΄ όλης της Ιουδαίας και Γαλιλαίας και Σαμαρείας είχον ειρήνην οικοδομούμεναι και πορευόμεναι τω φόβω του κυρίου και τη παρακλήσει του αγίου πνεύματος επληθύνοντο

Acts 11:22

KJV: Then tidings of these things came unto the ears of the church which was in Jerusalem and they sent forth Barnabas that he should go as far as Antioch
GK: ηκούσθη δε ο λόγος εις τα ώτα της εκκλησίας της εν Ιεροσολύμοις περί αυτών και εξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθείν έως Αντιόχειας

ἐκκλίνω (avoid)

[edit]

Romans 3:12

KJV: They are all gone out of the way they are together become unprofitable there is none that doeth good no, not one
GK: πάντες εξέκλιναν άμα ηχρειώθησαν ουκ έστι ποιών χρηστότητα ουκ έστιν έως ενός

Romans 16:17

KJV: Now I beseech you brethren mark them which cause divisions and offences contrary to the doctrine which ye have learned and avoid them
GK: παρακαλώ δε υμάς αδελφοί σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν ην υμείς εμάθετε ποιούντας και εκκλίνατε απ΄ αυτών

1 Peter 3:11

KJV: Let him eschew evil and do good let him seek peace and ensue it
GK: εκκλινάτω από κακού και ποιησάτω αγαθόν ζητησάτω ειρήνην και διωξάτω αυτήν

ἐκκολυμβάω (swim out)

[edit]

Acts 27:42

KJV: And the soldiers’ counsel was to kill the prisoners lest any of them should swim out and escape
GK: των δε στρατιωτών βουλή εγένετο ίνα τους δεσμώτας αποκτείνωσι μη τις εκκολυμβήσας διαφύγη

ἐκκομίζω (carry out)

[edit]

Luke 7:12

KJV: Now when he came nigh to the gate of the city behold there was a dead man carried out the only son of his mother and she was a widow and much people of the city was with her
GK: ως δε ήγγισε τη πύλη της πόλεως και ιδού εξεκομίζετο τεθνηκώς υιός μονογενής τη μητρί αυτού και αυτή ην χήρα και όχλος της πόλεως ικανός συν αυτή

ἐκκόπτω (cut down (off)

[edit]

Matthew 3:10

KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees therefore every tree which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται

Matthew 5:30

KJV: And if thy right hand offend thee cut it off and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: και ει η δεξιά σου χείρ σκανδαλίζει σε έκκοψον αυτήν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 7:19

KJV: Every tree that bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
GK: παν δένδρων μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται

Matthew 18:8

KJV: Wherefore if thy hand or thy foot offend thee cut them off and cast from thee it is better for thee to enter into life halt or maimed rather than having two hands or two feet to be cast into everlasting fire
GK: ει δε η χειρ σου η ο πους σου σκανδαλίζει σε έκκοψον αυτά και βάλε από σου καλόν σοι εστίν εισελθείν εις την ζωήν χωλόν η κυλλόν η δύο χείρας η δύο πόδας έχοντα βληθήναι εις το πυρ το αιώνιον

Luke 3:9

KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees every tree therefore which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται

Luke 13:7

KJV: Then said he unto the dresser of his vineyard Behold these three years I come seeking fruit on this fig tree and find none cut it down why cumbereth it the ground
GK: είπε δε προς τον αμπελουργόν ιδού τρία έτη έρχομαι ζητών καρπόν εν τη συκή ταύτη και ουχ ευρίσκω έκκοψον αυτήν ινατί και την γην καταργεί

Luke 13:9

KJV: And if it bear fruit and if not after that thou shalt cut it down
GK: καν μεν ποιήση καρπόν ει εις το μέλλον εκκόψεις αυτήν

Romans 11:22

KJV: Behold therefore the goodness and severity of God on them which fell severity but toward thee goodness if thou continue in goodness otherwise thou also shalt be cut off
GK: ίδε ούν χρηστότητα και αποτομίαν θεού επί μεν τους πεσόντας αποτομίαν επί δε σε χρηστότητα εάν επιμείνης τη χρηστότητι επεί και συ εκκοπήση

Romans 11:24

KJV: For if thou wert cut out of the olive tree which is wild by nature and wert graffed contrary to nature into a good olive tree how much more shall these which be the natural be graffed into their own olive tree
GK: ει γαρ συ εκ της κατά φύσιν εξεκόπης αγριελαίου και παρά φύσιν ενεκεντρίσθης εις καλλιέλαιον πόσω μάλλον ούτοι οι κατά φύσιν εγκεντρισθήσονται τη ιδία ελαία

ἐκκρεμάννυμι (be very attentive)

[edit]

Luke 19:48

KJV: And could not find what they might do for all the people were very attentive to hear him
GK: και ουχ εύρισκον το τι ποιήσωσιν ο λαός γαρ άπας εξεκρέματο αυτού ακούων

ἐκλαλέω (tell)

[edit]

Acts 23:22

KJV: So the chief captain let the young man depart and charged tell no man that thou hast shewed these things to me
GK: ο μεν ουν χιλίαρχος απέλυσε τον νεανίαν παραγγείλας μηδενί εκλαλήσαι ότι ταύτα ενεφάνισας προς με

ἐκλάμπω (shine forth)

[edit]

Matthew 13:43

KJV: Then shall the righteous shine forth as the sun in the kingdom of their Father Who hath ears to hear let him hear
GK: τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτών ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω

ἐκλανθάνομαι (forget)

[edit]

Hebrews 12:5

KJV: And ye have forgotten the exhortation which speaketh unto you as unto children My son despise not thou the chastening of the Lord nor faint when thou art rebuked of him
GK: και εκλέλησθε της παρακλήσεως ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας κυρίου μηδέ εκλύου υπ΄ αυτού ελεγχόμενος

ἐκλέγομαι (make choice)

[edit]

Mark 13:20

KJV: And except that the Lord had shortened those days no flesh should be saved but for the elect’s sake whom he hath chosen he hath shortened the days
GK: και ει κύριος εκολόβωσε τας ημέρας ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ αλλά διά τους εκλεκτούς ους εξελέξατο εκολόβωσε τας ημέρας

Luke 6:13

KJV: And when it was day he called his disciples and of them he chose twelve whom also he named apostles
GK: και ότε εγένετο ημέρα προσεφώνησε τους μαθητάς αυτού και εκλεξάμενος απ΄ αυτών δώδεκα ους και αποστόλους ωνόμασε

Luke 10:42

KJV: But one thing is needful and Mary hath chosen that good part which shall not be taken away from her
GK: ενός δε εστι χρεία Μαρία δε την αγαθήν μερίδα εξελέξατο ήτις ουκ αφαιρεθήσεται απ΄ αυτής

Luke 14:7

KJV: And he put forth a parable to those which were bidden when he marked how they chose out the chief rooms saying unto them
GK: έλεγε δε προς τους κεκλημένους παραβολήν επέχων πως τας πρωτοκλισίας εξελέγοντο λέγων προς αυτούς

John 6:70

KJV: Jesus answered them Have not I chosen you twelve and one of you is a devil
GK: απεκρίθη αυτοίς ο Ιησούς ουκ εγώ υμάς τους δώδεκα εξελεξάμην και εξ υμών εις διάβολός εστιν

John 13:18

KJV: I speak not of you all I know whom I have chosen but that the scripture may be fulfilled He that eateth bread with me hath lifted up his heel against me
GK: ου περί πάντων υμών λέγω εγώ οίδα ους εξελεξάμην αλλ΄ ίνα η γραφή πληρωθή ο τρώγων μετ΄ εμού τον άρτον επήρεν επ΄ εμέ την πτέρναν αυτού

John 15:16

KJV: Ye have not chosen me but I have chosen you and ordained you that ye should go and bring forth fruit and your fruit should remain that whatsoever ye shall ask of the Father in my name he may give it you
GK: ουχ υμείς με εξελέξασθε αλλ΄ εγώ εξελεξάμην υμάς και έθηκα υμάς ίνα υμείς υπάγητε και καρπόν φέρητε και ο καρπός υμών μένη ίνα ο τι αν αιτήσητε τον πατέρα εν τω ονόματί μου δω υμίν

John 15:19

KJV: If ye were of the world the world would love his own but because ye are not of the world but I have chosen you out of the world therefore the world hateth you
GK: ει εκ του κόσμου ήτε ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ αλλ΄ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου διά τούτο μισεί υμάς ο κόσμος

Acts 1:2

KJV: Until the day in which he was taken up after that he through the Holy Ghost had given commandments unto the apostles whom he had chosen
GK: άχρι ης ημέρας εντειλάμενος τοις αποστόλοις διά πνεύματος αγίου ους εξελέξατο ανελήφθη

ἐκλείπω (fail)

[edit]

Luke 16:9

KJV: And I say unto you Make to yourselves friends of the mammon of unrighteousness that when ye fail they may receive you into everlasting habitations
GK: καγώ υμίν λέγω ποιήσατε εαυτοίς φίλους εκ του μαμωνά της αδίκιας ίνα όταν εκλείπητε δέξωνται υμάς εις τας αιωνίους σκηνάς

Luke 22:32

KJV: But I have prayed for thee that thy faith fail not and when thou art converted strengthen thy brethren
GK: εγώ δε εδεήθην περί σου ίνα μη εκλείπη η πίστις σου και συ ποτε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου

Hebrews 1:12

KJV: And as a vesture shalt thou fold them up and they shall be changed but thou art the same and thy years shall not fail
GK: και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς και αλλαγήσονται συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι

ἐκλεκτός (chosen)

[edit]

Matthew 20:16

KJV: So the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
GK: ούτως έσονται οι έσχατοι πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι πολλοί γαρ εισι κηλτοί ολίγοι δε εκλεκτοί

Matthew 22:14

KJV: For many are called but few chosen
GK: πολλοί γαρ εισι κλητοί ολίγοι δε εκλεκτοί

Matthew 24:22

KJV: And except those days should be shortened there should no flesh be saved but for the elect’s sake those days shall be shortened
GK: και ει εκολοβώθησαν αι ημέραι εκείναι ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ διά δε τους εκλεκτούς κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι

Matthew 24:24

KJV: For there shall arise false Christs and false prophets and shall shew great signs and wonders insomuch that if possible they shall deceive the very elect
GK: εγερθήσονται γαρ ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσιν σημεία μεγάλα και τέρατα ώστε πλανήσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς

Matthew 24:31

KJV: And he shall send his angels with a great sound of a trumpet and they shall gather together his elect from the four winds from one end of heaven to the other
GK: και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος φωνής μεγάλης και επισυνάξουσι τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ΄ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών

Mark 13:20

KJV: And except that the Lord had shortened those days no flesh should be saved but for the elect’s sake whom he hath chosen he hath shortened the days
GK: και ει κύριος εκολόβωσε τας ημέρας ουκ αν εσώθη πάσα σαρξ αλλά διά τους εκλεκτούς ους εξελέξατο εκολόβωσε τας ημέρας

Mark 13:22

KJV: For false Christs and false prophets shall rise and shall shew signs and wonders to seduce if possible even the elect
GK: εγερθήσονται γαρ ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσι σημεία και τέρατα προς το αποπλανάν ει δυνατόν και τους εκλεκτούς

Mark 13:27

KJV: And then shall he send his angels and shall gather together his elect from the four winds from the uttermost part of the earth to the uttermost part of heaven
GK: και τότε αποστελεί τους αγγέλους αυτού και επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ΄ άκρου γης έως άκρου ουρανού

Luke 18:7

KJV: And shall not God avenge his own elect which cry day and night unto him though he bear long with them
GK: ο δε θεός ου ποιήσει την εκδίκησιν των εκλεκτών αυτού των βοώντων προς αυτόν ημέρας και νυκτός και μακροθυμών επ΄ αυτοίς

ἐκλογή (chosen)

[edit]

Acts 9:15

KJV: But the Lord said unto him Go thy way for he is a chosen vessel unto me to bear my name before the Gentiles and kings and the children of Israel
GK: είπε δε προς αυτόν ο κύριος πορεύου ότι σκεύος εκλογής μοι εστίν ούτος του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ

Romans 9:11

KJV: For being not yet born neither having done any good or evil that the purpose of God according to election might stand not of works but of him that calleth
GK: μήπω γαρ γεννηθέντων μηδέ πραξάντων τι αγαθόν η κακόν ίνα η κατ΄ εκλογήν του θεού πρόθεσις μένη ουκ εξ έργων αλλ΄ εκ του καλούντος

Romans 11:5

KJV: Even so then at this present time also there is a remnant according to the election of grace
GK: ούτως ούν και εν τω νυν καιρώ λείμμα κατ΄ εκλογήν χάριτος γέγονεν

Romans 11:7

KJV: What then Israel hath not obtained that which he seeketh for but the election hath obtained it and the rest were blinded
GK: τι ούν ο επιζητεί Ισραήλ τούτου ουκ επέτυχεν η δε εκλογή επέτυχεν οι δε λοιποί επωρώθησαν

Romans 11:28

KJV: As concerning the gospel enemies for your sakes but as touching the election beloved for the fathers’ sakes
GK: κατά μεν το ευαγγέλιον εχθροί δι υμάς κατά δε την εκλογήν αγαπητοί διά τους πατέρας

1 Thessalonians 1:4

KJV: Knowing brethren beloved your election of God
GK: ειδότες αδελφοί ηγαπημένοι υπό θεού την εκλογήν υμών

2 Peter 1:10

KJV: Wherefore the rather brethren give diligence to make your calling and election sure for if ye do these things ye shall never fall
GK: διό μάλλον αδελφοί σπουδάσατε βέβαιαν υμών την κλήσιν και εκλογήν ποιείσθαι ταύτα γαρ ποιούντες ου πταίσητέ ποτε

ἐκλύω (faint)

[edit]

Matthew 9:36

KJV: But when he saw the multitudes he was moved with compassion on them because they fainted and were scattered abroad as sheep having no shepherd
GK: ιδών δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμμένοι ωσεί πρόβατα μη έχοντα ποιμένα

Matthew 15:32

KJV: Then Jesus called his disciples and said I have compassion on the multitude because they continue with me now three days and have nothing to eat and I will not send them away fasting lest they faint in the way
GK: ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού είπε σπλαγχνίζομαι επί τον όχλον ότι ήδη ημέρας τρεις προσμένουσί μοι και ουκ έχουσι τι φάγωσι και απολύσαι αυτούς νήστεις ου θέλω μήποτε εκλυθώσιν εν τη οδώ

Mark 8:3

KJV: And if I send them away fasting to their own houses they will faint by the way for divers of them came from far
GK: και εάν απολύσω αυτούς νήστεις εις οίκον αυτών εκλυθήσονται εν τη οδώ τινές γαρ αυτών μακρόθεν ήκασι

Galatians 6:9

KJV: And let us not be weary in well doing for in due season we shall reap if we faint not
GK: το δε καλόν ποιούντες μη εκκακώμεν καιρώ γαρ ιδίω θερίσομεν μη εκλυόμενοι

Hebrews 12:3

KJV: For consider him that endured such contradiction of sinners against himself lest ye be wearied and faint in your minds
GK: αναλογίσασθε γαρ τον τοιαύτην υπομεμενηκότα υπό των αμαρτωλών εις αυτόν αντιλογίαν ίνα μη κάμητε ταις ψυχαίς υμών εκλυόμενοι

Hebrews 12:5

KJV: And ye have forgotten the exhortation which speaketh unto you as unto children My son despise not thou the chastening of the Lord nor faint when thou art rebuked of him
GK: και εκλέλησθε της παρακλήσεως ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας κυρίου μηδέ εκλύου υπ΄ αυτού ελεγχόμενος

ἐκμάσσω (wipe)

[edit]

Luke 7:38

KJV: And stood at his feet behind weeping and began to wash his feet with tears and did wipe with the hairs of her head and kissed his feet and anointed with the ointment
GK: και στάσα παρά τους πόδας αυτού οπίσω κλαίουσα ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω

Luke 7:44

KJV: And he turned to the woman and said unto Simon Seest thou this woman I entered into thine house thou gavest me no water for my feet but she hath washed my feet with tear and wiped with the hairs of her head
GK: και στραφείς προς την γυναίκα τω Σίμωνι έφη βλέπεις ταύτην την γυναίκα εισήλθόν σου εις την οικίαν ύδωρ επί τους πόδας μου ουκ έδωκας αύτη δε τοις δάκρυσιν έβρεξέ μου τους πόδας και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμαξε

John 11:2

KJV: It was Mary which anointed the Lord with ointment and wiped his feet with her hair whose brother Lazarus was sick
GK: ην δε Μαρια η αλείψασα τον κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτού ταις θριξίν αυτής ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένει

John 12:3

KJV: Then took Mary a pound of ointment of spikenard very costly and anointed the feet of Jesus and wiped his feet with her hair and the house was filled with the odour of the ointment
GK: η ούν Μαρία λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου

John 13:5

KJV: After that he poureth water into a bason and began to wash the disciples’ feet and to wipe with the towel wherewith he was girded
GK: είτα βάλλει ύδωρ εις τον νιπτήρα και ήρξατο νίπτειν τους πόδας των μαθητών και εκμάσσειν τω λεντίω ω ην διεζωσμένος

ἐκμυκτηρίζω (deride)

[edit]

Luke 16:14

KJV: And the Pharisees also who were covetous heard all these things and they derided him
GK: ήκουον δε ταύτα πάντα και οι Φαρισαίοι φιλάργυροι υπάρχοντες και εξεμυκτήριζον αυτόν

Luke 23:35

KJV: And the people stood beholding And the rulers also with them derided saying He saved others let him save himself if he be Christ the chosen of God
GK: και ειστήκει ο λαός θεωρών εξεμυκτήριζον δε και οι άρχοντες συν αυτοίς λέγοντες άλλους έσωσε σωσάτω εαυτόν ει ούτός εστιν ο Χριστός ο του θεού εκλεκτός

ἐκνεύω (convey self away)

[edit]

John 5:13

KJV: And he that was healed wist not who it was for Jesus had conveyed himself away a multitude being in place
GK: ο δε ιαθείς ουκ ήδει τις εστιν ο γαρ Ιησούς εξένευσεν όχλου όντος εν τω τόπω

ἐκνήφω (awake)

[edit]

1 Corinthians 15:34

KJV: Awake to righteousness and sin not for some have not the knowledge of God I speak to your shame
GK: εκνήψατε δικαίως και μη αμαρτάνετε αγνωσίαν γαρ θεού τινές έχουσι προς εντροπήν υμίν λέγω

ἑκούσιος (willingly)

[edit]

Philemon 1:14

KJV: But without thy mind would I do nothing that thy benefit not be as it were of necessity but willingly
GK: χωρίς της σης γνώμης ουδέν ηθέλησα ποιήσαι ίνα μη ως κατά ανάγκην το αγαθόν σου η αλλά κατά εκούσιον

ἑκουσίωσ (wilfully)

[edit]

Hebrews 10:26

KJV: For if we sin wilfully after that we have received the knowledge of the truth there remaineth no more sacrifice for sins
GK: εκουσίως γαρ αμαρτανόντων ημών μετά το λαβείν την επίγνωσιν της αληθείας ουκέτι περί αμαρτιών απολείπεται θυσία

1 Peter 5:2

KJV: Feed the flock of God which is among you taking the oversight not by constraint but willingly not for filthy lucre but of a ready mind
GK: ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του θεού επισκοπούντες μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως

ἔκπαλαι (of a long time)

[edit]

2 Peter 2:3

KJV: And through covetousness shall they with feigned words make merchandise of you whose judgment now of a long time lingereth not and their damnation slumbereth not
GK: και εν πλεονεξία πλαστοίς λόγοις υμάς εμπορεύσονται οις το κρίμα έκπαλαι ουκ αργεί και η απώλεια αυτών ου νυστάζει

2 Peter 3:5

KJV: For this they willingly are ignorant of that by the word of God the heavens were of old and the earth standing out of the water and in the water
GK: λανθάνει γαρ αυτούς τούτο θέλοντας ότι ουρανοί ήσαν έκπαλαι και γη εξ ύδατος και δι΄ ύδατος συνεστώσα τω του θεού λόγω

ἐκπειράζω (tempt)

[edit]

Matthew 4:7

KJV: Jesus said unto him It is written again Thou shalt not tempt the Lord thy God
GK: έφη αυτώ ο Ιησούς πάλιν γέγραπται ουκ εκπειράσεις κύριον τον θεόν σου

Luke 4:12

KJV: And Jesus answering said unto him It is said Thou shalt not tempt the Lord thy God
GK: και αποκριθείς είπεν αυτώ ο Ιησούς ότι είρηται ουκ εκπειράσεις κύριον τον θεόν σου

Luke 10:25

KJV: And behold a certain lawyer stood up and tempted him saying Master what shall I do to inherit eternal life
GK: και ιδού νομικός τις ανέστη εκπειράζων αυτόν και λέγων διδάσκαλε τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω

1 Corinthians 10:9

KJV: Neither let us tempt Christ as some of them also tempted and were destroyed of serpents
GK: μηδέ εκπειράζωμεν τον χριστόν καθώς και τινες αυτών επείρασαν και υπό των όφεων απώλοντο

ἐκπέμπω (send away (forth))

[edit]

Acts 13:4

KJV: So they being sent forth by the Holy Ghost departed unto Seleucia and from thence they sailed to Cyprus
GK: ούτοι μεν ούν εκπεμφθέντες υπό του πνεύματος του αγίου κατήλθον εις την Σελεύκειαν εκείθέν τε απέπλευσαν εις την Κύπρον

Acts 17:10

KJV: And the brethren immediately sent away Paul and Silas by night unto Berea who coming went into the synagogue of the Jews
GK: οι δε αδελφοί ευθέως διά της νυκτός εξέπεμψαν τον τε Παύλον και τον Σίλαν εις Βέροιαν οίτινες παραγενόμενοι εις την συναγωγήν απήεσαν των Ιουδαίων

ἐκπετάννυμι (stretch forth)

[edit]

Romans 10:21

KJV: But to Israel he saith All day long I have stretched forth my hands unto a disobedient and gainsaying people
GK: προς δε τον Ισραήλ λέγει όλην την ημέραν εξεπέτασα τας χείράς μου προς λαόν απειθούντα και αντιλέγοντα

ἐκπίπτω (be cast)

[edit]

Mark 13:25

KJV: And the stars of heaven shall fall and the powers that are in heaven shall be shaken
GK: και οι αστέρες του ουρανού έσονται εκπίπτοντες και αι δυνάμεις αι εν τοις ουρανοίς σαλευθήσονται

Acts 12:7

KJV: And behold the angel of the Lord came upon and a light shined in the prison and he smote Peter on the side and raised him up saying Arise up quickly And his chains fell off from hands
GK: και ιδού άγγελος κυρίου επέστη και φως έλαμψεν εν τω οικήματι πατάξας δε την πλευράν του Πέτρου ήγειρεν αυτόν λέγων ανάστα εν τάχει και εξέπεσον αυτού αι αλύσεις εκ των χειρών

Acts 27:17

KJV: Which when they had taken up they used helps undergirding the ship and fearing lest they should fall into the quicksands strake sail and so were driven
GK: ην άραντες βοηθείας εχρώντο υποζωννύντες το πλοίον φοβούμενοί τε μη εις την Σύρτιν εκπέσωσι χαλάσαντες το σκεύος ούτως εφέροντο

Acts 27:26

KJV: Howbeit we must be cast upon a certain island
GK: εις νήσον δε τινα δει ημάς εκπεσείν

Acts 27:29

KJV: Then fearing lest we should have fallen upon rocks they cast four anchors out of the stern and wished for the day
GK: φοβούμενοί τε μήπως εις τραχείς τόπους εκπέσωμεν εκ πρύμνης ρίψαντες αγκύρας τέσσαρας ηύχοντο ημέραν γενέσθαι

Acts 27:32

KJV: Then the soldiers cut off the ropes of the boat and let her fall off
GK: τότε οι στρατιώται απέκοψαν τα σχοινία της σκάφης και είασαν αυτήν εκπεσείν

Romans 9:6

KJV: Not as though the word of God hath taken none effect For they not all Israel which are of Israel
GK: ουχ οίον δε ότι εκπέπτωκεν ο λόγος του θεού ου γαρ πάντες οι εξ Ισραήλ ούτοι Ισραήλ

1 Corinthians 13:8

KJV: Charity never faileth but whether prophecies they shall fail whether tongues they shall cease whether knowledge it shall vanish away
GK: η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει είτε δε προφητείαι καταργηθήσονται είτε γλώσσαι παύσονται είτε γνώσις καταργηθήσεται

Galatians 5:4

KJV: Christ is become of no effect unto you whosoever of you are justified by the law ye are fallen from grace
GK: κατηργήθητε από του χριστού οίτινες εν νόμω δικαιούσθε της χάριτος εξεπέσατε

ἐκπλέω (sail (away)

[edit]

Acts 15:39

KJV: And the contention was so sharp between them that they departed asunder one from the other and so Barnabas took Mark and sailed unto Cyprus
GK: εγένετο ούν παροξυσμός ώστε αποχωρισθήναι αυτούς απ΄ αλλήλων τον τε Βαρνάβαν παραλαβόντα τον Μάρκον εκπλεύσαι εις Κύπρον

Acts 18:18

KJV: And Paul tarried yet a good while and then took his leave of the brethren and sailed thence into Syria and with him Priscilla and Aquila having shorn head in Cenchrea for he had a vow
GK: ο δε Παύλος έτι προσμείνας ημέρας ικανάς τοις αδελφοίς αποταξάμενος εξέπλει εις την Συρίαν και συν αυτώ Πρίσκιλλα και Ακύλας κειράμενος την κεφαλήν εν Κεγχρεαίς είχε γαρ ευχήν

Acts 20:6

KJV: And we sailed away from Philippi after the days of unleavened bread and came unto them to Troas in five days where we abode seven days
GK: ημείς δε εξεπλεύσαμεν μετά τας ημέρας των αζύμων από Φιλίππων και ήλθομεν προς αυτούς εις την Τρωάδα άχρι ημερών πέντε ου διετρίψαμεν ημέρας επτά

ἐκπληρόω (fulfill)

[edit]

Acts 13:33

KJV: God hath fulfilled the same unto us their children in that he hath raised up Jesus again as it is also written in the second psalm Thou art my Son this day have I begotten thee
GK: ότι ταύτην ο θεός εκπεπλήρωκε τοις τέκνοις αυτών ημίν αναστήσας Ιησούν ως και εν τω ψαλμώ τω δευτέρω γέγραπται υιός μου ει συ εγώ σήμερον γεγέννηκά σε

ἐκπλήρωσις (accomplishment)

[edit]

Acts 21:26

KJV: Then Paul took the men and the next day purifying himself with them entered into the temple to signify the accomplishment of the days of purification until that an offering should be offered for every one of them
GK: τότε ο Παύλος παραλαβών τους άνδρας τη εχομένη ημέρα συν αυτοίς αγνισθείς εισήει εις το ιερόν διαγγέλλων την εκπλήρωσιν των ημερών του αγνισμού έως ου προσηνέχθη υπέρ ενός εκάστου αυτών η προσφορά

ἐκπλήσσω (amaze)

[edit]

Matthew 7:28

KJV: And it came to pass when Jesus had ended these sayings the people were astonished at his doctrine
GK: και εγένετο ότε συνετέλεσεν ο Ιησούς τους λόγους τούτους εξεπλήσσοντο οι όχλοι επί τη διδαχή αυτού

Matthew 13:54

KJV: And when he was come into his own country he taught them in their synagogue insomuch that they were astonished and said Whence hath this this wisdom and mighty works
GK: και ελθών εις την πατρίδα αυτού εδίδασκεν αυτούς εν τη συναγωγή αυτών ώστε εκπλήττεσθαι αυτούς και λέγειν πόθεν τούτω η σοφία αύτη και αι δυνάμεις

Matthew 19:25

KJV: When his disciples heard they were exceedingly amazed saying Who then can be saved
GK: ακούσαντες δε οι μαθηταί αυτού εξεπλήσσοντο σφόδρα λέγοντες τις άρα δύναται σωθήναι

Matthew 22:33

KJV: And when the multitude heard they were astonished at his doctrine
GK: και ακούσαντες οι όχλοι εξεπλήσσοντο επί τη διδαχή αυτού

Mark 1:22

KJV: And they were astonished at his doctrine for he taught them as one that had authority and not as the scribes
GK: και εξεπλήσσοντο επί τη διδαχή αυτού ην γαρ διδάσκων αυτούς ως εξουσίαν έχων και ουχ ως οι γραμματείς

Mark 6:2

KJV: And when the sabbath day was come he began to teach in the synagogue and many hearing were astonished saying From whence hath this these things and what wisdom this which is given unto him that even such mighty works are wrought by his hands
GK: και γενομένου σαββάτου ήρξατο εν τη συναγωγή διδάσκειν και πολλοί ακούοντες εξεπλήσσοντο λέγοντες πόθεν τούτω ταύτα και τις η σοφία η δοθείσα αυτώ ότι και δυνάμεις τοιαύται διά των χειρών αυτού γίνονται

Mark 7:37

KJV: And were beyond measure astonished saying He hath done all things well he maketh both the deaf to hear and the dumb to speak
GK: και υπερπερισσώς εξεπλήσσοντο λέγοντες καλώς πάντα πεποίηκε και τους κωφούς ποιεί ακούειν και τους αλάλους λαλείν

Mark 10:26

KJV: And they were astonished out of measure saying among themselves Who then can be saved
GK: οι δε περισσώς εξεπλήσσοντο λέγοντες προς εαυτούς και τις δύναται σωθήναι

Mark 11:18

KJV: And the scribes and chief priests heard and sought how they might destroy him for they feared him because all the people was astonished at his doctrine
GK: και ήκουσαν οι γραμματείς και οι αρχιερείς και εζήτουν πως αυτόν απολέσωσιν εφοβούντο γαρ αυτόν ότι πας ο όχλος εξεπλήσσετο επί τη διδαχή αυτού

ἐκπνέω (give up the ghost)

[edit]

Mark 15:37

KJV: And Jesus cried with a loud voice and gave up the ghost
GK: ο δε Ιησούς αφείς φωνήν μεγάλην εξέπνευσε

Mark 15:39

KJV: And when the centurion which stood over against him saw that he so cried out and gave up the ghost he said Truly this man was the Son of God
GK: ιδών δε ο κεντυρίων ο παρεστηκώς εξ εναντίας αυτού ότι ούτω κράξας εξέπνευσεν είπεν αληθώς ο άνθρωπος ούτος υιός ην θεού

Luke 23:46

KJV: And when Jesus had cried with a loud voice he said Father into thy hands I commend my spirit and having said thus he gave up the ghost
GK: και φωνήσας φωνή μεγάλη ο Ιησούς είπεν πάτερ εις χείράς σου παραθήσομαι το πνεύμά μου και ταύτα ειπών εξέπνευσεν

ἐκπορεύομαι (come (forth)

[edit]

Matthew 3:5

KJV: Then went out to him Jerusalem and all Judaea and all the region round about Jordan
GK: τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα η Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου

Matthew 4:4

KJV: But he answered and said It is written Man shall not live by bread alone but by every word that proceedeth out of the mouth of God
GK: ο δε αποκριθείς είπε γέγραπται ουκ επ΄ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος αλλ΄ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος θεού

Matthew 15:11

KJV: Not that which goeth into the mouth defileth a man but that which cometh out of the mouth this defileth a man
GK: ου το εισερχόμενον εις το στόμα κοινοί τον άνθρωπον αλλά το εκπορευόμενον εκ του στόματος τούτο κοινοί τον άνθρωπον

Matthew 15:18

KJV: But those things which proceed out of the mouth come forth from the heart and they defile the man
GK: τα δε εκπορευόμενα εκ του στόματος εκ της καρδίας εξέρχεται κακείνα κοινοί τον άνθρωπον

Matthew 17:21

KJV: Howbeit this kind goeth not out but by prayer and fasting
GK: τούτο δε το γένος ουκ εκπορεύεται ει εν προσευχή και νηστεία

Matthew 20:29

KJV: And as they departed from Jericho a great multitude followed him
GK: και εκπορευομένων αυτών από Ιεριχώ ηκολούθησεν αυτώ όχλος πολύς

Mark 1:5

KJV: And there went out unto him all the land of Judæa and they of Jerusalem and were all baptized of him in the river of Jordan confessing their sins
GK: και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ΄ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών

Mark 6:11

KJV: And whosoever shall not receive you nor hear you when ye depart thence shake off the dust under your feet for a testimony against them Verily I say unto you It shall be more tolerable for Sodom and Gomorrha in the day of judgment than for that city
GK: και όσοι αν μη δέξωνται υμάς μηδέ ακούσωσιν υμών εκπορευόμενοι εκείθεν εκτινάξατε τον χούν τον υποκάτω των ποδών υμών εις μαρτύριον αυτοίς αμήν λέγω υμίν ανεκτότερον έσται Σοδόμοις η Γομόρροις εν ημέρα κρίσεως η τη πόλει εκείνη

Mark 7:15

KJV: There is nothing from without a man that entering into him can defile him but the things which come out of him those are they that defile the man
GK: ουδέν εστιν έξωθεν του ανθρώπου εισπορευόμενον εις αυτόν ο δύναται αυτόν κοινώσαι αλλά τα εκπορευόμενα απ΄ αυτού εκείνά εστι τα κοινούντα τον άνθρωπον

ἐκπορνεύω (give self over to fornication)

[edit]

Jude 1:7

KJV: Even as Sodom and Gomorrha and the cities about them in like manner giving themselves over to fornication and going after strange flesh are set forth for an example suffering the vengeance of eternal fire
GK: ως Σόδομα και Γόμορρα και αι περί αυτάς πόλεις τον όμοιον τούτοις τρόπον εκπορνεύσασαι και απελθούσαι οπίσω σαρκός ετέρας πρόκεινται δείγμα πυρός αιωνίου δίκην υπέχουσαι

ἐκπτύω (reject)

[edit]

Galatians 4:14

KJV: And my temptation which was in my flesh ye despised not nor rejected but received me as an angel of God as Christ Jesus
GK: και τον πειρασμόν μου τον εν τη σαρκί μου ουκ εξουθενήσατε ουδέ εξεπτύσατε αλλ΄ ως άγγελον θεού εδέξασθέ με ως χριστόν Ιησούν

ἐκριζόω (pluck up by the root)

[edit]

Matthew 13:29

KJV: But he said Nay lest while ye gather up the tares ye root up also the wheat with them
GK: ο δε έφη ου μήποτε συλλέγοντες τα ζιζάνια εκριζώσητε άμα αυτοίς τον σίτον

Matthew 15:13

KJV: But he answered and said Every plant which my heavenly Father hath not planted shall be rooted up
GK: ο δε αποκριθείς είπε πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσεν ο πατήρ μου ο ουρανίος εκριζωθήσεται

Luke 17:6

KJV: And the Lord said If ye had faith as a grain of mustard seed ye might say unto this sycamine tree Be thou plucked up by the root and be thou planted in the sea and it should obey you
GK: είπε δε ο κύριος ει έχετε πίστιν ως κόκκον σινάπεως ελέγετε αν τη συκαμίνω ταύτη εκριζώθητι και φυτεύθητι εν τη θαλάσση και υπήκουσεν αν υμίν

Jude 1:12

KJV: These are spots in your feasts of charity when they feast with you feeding themselves without fear clouds without water carried about of winds trees whose fruit withereth without fruit twice dead plucked up by the roots
GK: ούτοί εισιν εν ταις αγάπαις υμών σπιλάδες συνευωχούμενοι υμίν αφόβως εαυτούς ποιμαίνοντες νεφέλαι άνυδροι υπό ανέμων παραφερόμεναι δένδρα φθινοπώρινα άκαρπα δις αποθανόντα εκριζωθέντα

ἔκστασις (+ be amazed)

[edit]

Mark 5:42

KJV: And straightway the damsel arose and walked for she was of twelve years And they were astonished with a great astonishment
GK: και ευθέως ανέστη το κοράσιον και περιεπάτει ην γαρ ετών δώδεκα και εξέστησαν εκστάσει μεγάλη

Mark 16:8

KJV: And they went out quickly and fled from the sepulchre for they trembled and were amazed neither said they any thing to any for they were afraid
GK: και εξελθούσαι ταχύ έφυγον από του μνημείου είχε δε αυτάς τρόμος και έκστασις και ουδενί ουδέν είπον εφοβούντο γαρ

Luke 5:26

KJV: And they were all amazed and they glorified God and were filled with fear saying We have seen strange things to day
GK: και έκστασις έλαβεν άπαντας και εδόξαζον τον θεόν και επλήσθησαν φόβου λέγοντες ότι είδομεν παράδοξα σήμερον

Acts 3:10

KJV: And they knew that it was he which sat for alms at the Beautiful gate of the temple and they were filled with wonder and amazement at that which had happened unto him
GK: επεγίνωσκόν τε αυτόν ότι ούτος ην ο προς την ελεημοσύνην καθήμενος επί τη ωραία πύλη του ιερού και επλήσθησαν θάμβους και εκστάσεως επί τω συμβεβηκότι αυτώ

Acts 10:10

KJV: And he became very hungry and would have eaten but while they made ready he fell into a trance
GK: εγένετο δε πρόσπεινος και ήθελε γεύσασθαι παρασκευαζόντων δε εκείνων επέπεσεν επ΄ αυτόν έκστασις

Acts 11:5

KJV: I was in the city of Joppa praying and in a trance I saw a vision A certain vessel descend as it had been a great sheet let down from heaven by four corners and it came even to me
GK: εγώ ήμην εν πόλει Ιόππη προσευχόμενος και είδον εν εκστάσει όραμα καταβαίνον σκεύός τι ως οθόνην μεγάλην τέσσαρσιν αρχαίς καθιεμένην εκ του ουρανού και ήλθεν άχρις εμού

Acts 22:17

KJV: And it came to pass, that when I was come again to Jerusalem even while I prayed in the temple I was in a trance
GK: εγένετο δε μοι υποστρέψαντι εις Ιερουσαλήμ και προσευχομένου μου εν τω ιερώ γενέσθαι με εν εκστάσει

ἐκστρέφω (subvert)

[edit]

Titus 3:11

KJV: Knowing that he that is such is subverted and sinneth being condemned of himself
GK: ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος

ἐκταράσσω (exceedingly trouble)

[edit]

Acts 16:20

KJV: And brought them to the magistrates saying These men being Jews do exceedingly trouble our city
GK: και προσαγαγόντες αυτούς τοις στρατηγοίς είπον ούτοι οι άνθρωποι εκταράσσουσιν ημών την πόλιν Ιουδαίοι υπάρχοντες

ἐκτείνω (cast)

[edit]

Matthew 8:3

KJV: And Jesus put forth hand and touched him saying I will be thou clean And immediately his leprosy was cleansed
GK: και εκτείνας την χείρα ήψατο αυτού ο Ιησούς λέγων θέλω καθαρίσθητι και ευθέως εκαθαρίσθη αυτού η λέπρα

Matthew 12:13

KJV: Then saith he to the man Stretch forth thine hand And he stretched forth and it was restored whole like as the other
GK: τότε λέγει τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου και εξέτεινεν και αποκατεστάθη υγιής ως η άλλη

Matthew 12:49

KJV: And he stretched forth his hand toward his disciples and said Behold my mother and my brethren
GK: και εκτείνας την χείρα αυτού επί τους μαθητάς αυτού είπεν ιδού η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου

Matthew 14:31

KJV: And immediately Jesus stretched forth hand and caught him and said unto him O thou of little faith wherefore didst thou doubt
GK: ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας την χείρα επελάβετο αυτού και λέγει αυτώ ολιγόπιστε εις τι εδίστασας

Matthew 26:51

KJV: And behold one of them which were with Jesus stretched out hand and drew his sword and struck a servant of the high priest’s and smote off his ear
GK: και ιδού εις των μετά Ιησού εκτείνας την χείρα απέσπασεν την μάχαιραν αυτού και πατάξας τον δούλον του αρχιερέως αφείλεν αυτού το ωτίον

Mark 1:41

KJV: And Jesus moved with compassion put forth hand and touched him and saith unto him I will be thou clean
GK: ο δε Ιησούς σπλαγχνισθείς εκτείνας την χείρα ήψατο αυτού και λέγει αυτώ θέλω καθαρίσθητι

Mark 3:5

KJV: And when he had looked round about on them with anger being grieved for the hardness of their hearts he saith unto the man Stretch forth thine hand And he stretched out and his hand was restored whole as the other
GK: και περιβλεψάμενος αυτούς μετ΄ οργής συλλυπούμενος επί τη πωρώσει της καρδίας αυτών λέγει τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου και εξέτεινε και αποκατεστάθη η χειρ αυτού υγιής ως η άλλη

Luke 5:13

KJV: And he put forth hand and touched him saying I will be thou clean And immediately the leprosy departed from him
GK: και εκτείνας την χείρα ήψατο αυτού ειπών θέλω καθαρίσθητι και ευθέως η λέπρα απήλθεν απ΄ αυτού

Luke 6:10

KJV: And looking round about upon them all he said unto the man Stretch forth thy hand And he did so and his hand was restored whole as the other
GK: και περιβλεψάμενος πάντας αυτούς είπεν τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου ο δε εποίησεν ούτως και αποκατεστάθη η χειρ αυτού υγιής ως η άλλη

ἐκτελέω (finish)

[edit]

Luke 14:29

KJV: Lest haply after he hath laid the foundation and is not able to finish all that behold begin to mock him
GK: ίνα μήποτε θέντος αυτού θεμέλιον και μη ισχύοντος εκτελέσαι πάντες οι θεωρούντες άρξωνται έμπαιζειν αυτώ

Luke 14:30

KJV: Saying This man began to build and was not able to finish
GK: λέγοντες ότι ούτος ο άνθρωπος ήρξατο οικοδομείν και ουκ ίσχυσεν εκτελέσαι

ἐκτένεια (X instantly)

[edit]

Acts 26:7

KJV: Unto which our twelve tribes instantly serving day and night hope to come For which hope’s sake king Agrippa I am accused of the Jews
GK: εις ην το δωδεκάφυλον ημών εν εκτενεία νύκτα και ημέραν λατρεύον ελπίζει καταντήσαι περί ης ελπίδος εγκαλούμαι βασιλεύ Αγρίππα υπό των Ιουδαίων

ἐκτενέστερον (more earnestly)

[edit]

Luke 22:44

KJV: And being in an agony he prayed more earnestly and his sweat was as it were great drops of blood falling down to the ground
GK: και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην

ἐκτενής (without ceasing)

[edit]

Acts 12:5

KJV: Peter therefore was kept in prison but prayer was made without ceasing of the church unto God for him
GK: ο μεν ουν Πέτρος ετηρείτο εν τη φυλακή προσευχή δε ην εκτενής γινομένη υπό της εκκλησίας προς τον θεόν υπέρ αυτού

1 Peter 4:8

KJV: And above all things have fervent charity among yourselves for charity shall cover the multitude of sins
GK: προ πάντων δε την εις εαυτούς αγάπην εκτενή έχοντες ότι η αγάπη καλύψει πλήθος αμαρτιών

ἐκτενῶσ (fervently)

[edit]

1 Peter 1:22

KJV: Seeing ye have purified your souls in obeying the truth through the Spirit unto unfeigned love of the brethren love one another with a pure heart fervently
GK: τας ψυχάς υμών ηγνικότες εν τη υπακοή της αληθείας διά πνεύματος εις φιλαδελφίαν ανυπόκριτον εκ καθαράς καρδίας αλλήλους αγαπήσατε εκτενώς

ἐκτίθημι (cast out)

[edit]

Acts 7:21

KJV: And when he was cast out Pharaoh’s daughter took him up, and nourished him for her own son
GK: εκτεθέντα δε αυτόν ανείλετο αυτόν η θυγάτηρ Φαραώ και ανεθρέψατο αυτόν εαυτή εις υιόν

Acts 11:4

KJV: But Peter rehearsed from the beginning and expounded by order unto them saying
GK: αρξάμενος δε ο Πέτρος εξετίθετο αυτοίς καθεξής λέγων

Acts 18:26

KJV: And he began to speak boldly in the synagogue whom when Aquila and Priscilla had heard they took him unto and expounded unto him the way of God more perfectly
GK: ούτός τε ήρξατο παρρησιάζεσθαι εν τη συναγωγή ακούσαντες δε αυτού Ακύλας και Πρίσκιλλα προσελάβοντο αυτόν και ακριβέστερον αυτώ εξέθεντο την του θεού οδόν

Acts 28:23

KJV: And when they had appointed him a day there came many to him into lodging to whom he expounded and testified the kingdom of God persuading them concerning Jesus both out of the law of Moses and the prophets from morning till evening
GK: ταξάμενοι δε αυτώ ημέραν ήκον προς αυτόν εις την ξενίαν πλείονες οις εξετίθετο διαμαρτυρόμενος την βασιλείαν του θεού πείθων τε αυτούς τα περί του Ιησού από τε του νόμου Μωσέως και των προφητών από πρωϊ έως εσπέρας

ἐκτινάσσω (shake (off))

[edit]

Matthew 10:14

KJV: And whosoever shall not receive you nor hear your words when ye depart out of that house or city shake off the dust of your feet
GK: και ος εάν μη δέξηται υμάς μηδέ ακούση τους λόγους υμών εξερχόμενοι της οικίας η της πόλεως εκείνης εκτινάξατε τον κονιορτόν των ποδών υμών

Mark 6:11

KJV: And whosoever shall not receive you nor hear you when ye depart thence shake off the dust under your feet for a testimony against them Verily I say unto you It shall be more tolerable for Sodom and Gomorrha in the day of judgment than for that city
GK: και όσοι αν μη δέξωνται υμάς μηδέ ακούσωσιν υμών εκπορευόμενοι εκείθεν εκτινάξατε τον χούν τον υποκάτω των ποδών υμών εις μαρτύριον αυτοίς αμήν λέγω υμίν ανεκτότερον έσται Σοδόμοις η Γομόρροις εν ημέρα κρίσεως η τη πόλει εκείνη

Acts 13:51

KJV: But they shook off the dust of their feet against them and came unto Iconium
GK: οι δε εκτιναξάμενοι τον κονιορτόν των ποδών αυτών επ΄ αυτούς ήλθον εις Ικόνιον

Acts 18:6

KJV: And when they opposed themselves and blasphemed he shook raiment and said unto them Your blood upon your own heads I clean from henceforth I will go unto the Gentiles
GK: αντιτασσομένων δε αυτών και βλασφημούντων εκτιναξάμενος τα ιμάτια είπε προς αυτούς το αίμα υμών επί την κεφαλήν υμών καθαρός εγώ από του νυν εις τα έθνη πορεύσομαι

ἐκτός (but)

[edit]

Matthew 23:26

KJV: blind Pharisee cleanse first that within the cup and platter that the outside of them may be clean also
GK: Φαρισαίε τυφλέ καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηρίου και της παροψίδος ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν

Acts 26:22

KJV: Having therefore obtained help of God I continue unto this day witnessing both to small and great saying none other things than those which the prophets and Moses did say should come
GK: επικουρίας ουν τυχών της παρά του θεού άχρι της ημέρας ταύτης έστηκα μαρτυρόμενος μικρώ τε και μεγάλω ουδέν εκτός λέγων ων τε οι προφήται ελάλησαν μελλόντων γίνεσθαι και Μωυσής

1 Corinthians 6:18

KJV: Flee fornication Every sin that a man doeth is without the body but he that committeth fornication sinneth against his own body
GK: φεύγετε την πορνείαν παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματός εστιν ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει

1 Corinthians 14:5

KJV: I would that ye all spake with tongues but rather that ye prophesied for greater he that prophesieth than he that speaketh with tongues except he interpret that the church may receive edifying
GK: θέλω δε πάντας υμάς λαλείν γλώσσαις μάλλον δε ίνα προφητεύητε μείζων γαρ ο προφητεύων η ο λαλών γλώσσαις εκτός ει διερμηνεύει ίνα η εκκλησία οικοδομήν λάβη

1 Corinthians 15:2

KJV: By which also ye are saved if ye keep in memory what I preached unto you unless ye have believed in vain
GK: δι΄ ου και σώζεσθε τίνι λόγω ευηγγελισάμην υμίν ει κατέχετε εκτός ει εική επιστεύσατε

1 Corinthians 15:27

KJV: For he hath put all things under his feet But when he saith all things are put under manifest that he is excepted which did put all things under him
GK: πάντα γαρ υπέταξεν υπό τους πόδας αυτού όταν δε είπη ότι πάντα υποτέτακται δήλον ότι εκτός του υποτάξαντος αυτώ τα πάντα

2 Corinthians 12:2

KJV: I knew a man in Christ above fourteen years ago whether in the body I cannot tell or whether out of the body I cannot tell God knoweth such an one caught up to the third heaven
GK: οίδα άνθρωπον εν χριστώ προ ετών δεκατεσσάρων είτε εν σώματι ουκ οίδα είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα ο θεός οίδεν αρπαγέντα τον τοιούτον έως τρίτου ουρανού

2 Corinthians 12:3

KJV: And I knew such a man whether in the body or out of the body I cannot tell God knoweth
GK: και οίδα τον τοιούτον άνθρωπον είτε εν σώματι είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα ο θεός οίδεν

1 Timothy 5:19

KJV: Against an elder receive not an accusation but before two or three witnesses
GK: κατά πρεσβυτέρου κατηγορίαν μη παραδέχου εκτός ει επί δύο η τριών μαρτύρων

ἕκτος (sixth)

[edit]

Matthew 20:5

KJV: Again he went out about the sixth and ninth hour and did likewise
GK: οι δε απήλθον πάλιν εξελθών περί έκτην και εννάτην ώραν εποίησεν ωσαύτως

Matthew 27:45

KJV: Now from the sixth hour there was darkness over all the land unto the ninth hour
GK: από δε έκτης ώρας σκότος εγένετο επί πάσαν την γην έως ώρας ενάτης

Mark 15:33

KJV: And when the sixth hour was come there was darkness over the whole land until the ninth hour
GK: γενομένης δε ώρας έκτης σκότος εγένετο εφ΄ όλην την γην έως ώρας ενάτης

Luke 1:26

KJV: And in the sixth month the angel Gabriel was sent from God unto a city of Galilee named Nazareth
GK: εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό του θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας η όνομα Ναζαρέθ

Luke 1:36

KJV: And behold thy cousin Elisabeth she hath also conceived a son in her old age and this is the sixth month with her who was called barren
GK: και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνειληφυία υιόν εν γήρει αυτής και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τη καλουμένη στείρα

Luke 23:44

KJV: And it was about the sixth hour and there was a darkness over all the earth until the ninth hour
GK: ην δε ωσεί ώρα έκτη και σκότος εγένετο εφ΄ όλην την γην έως ώρας ενάτης

John 4:6

KJV: Now Jacob’s well was there Jesus therefore being wearied with journey sat thus on the well it was about the sixth hour
GK: ην δε εκεί πηγή του Ιακώβ ο ούν Ιησούς κεκοπιακώς εκ της οδοιπορίας εκαθέζετο ούτως επί τη πηγή ώρα ην ωσεί έκτη

John 19:14

KJV: And it was the preparation of the passover and about the sixth hour and he saith unto the Jews Behold your King
GK: ην δε παρασκευή του πάσχα ώρα δε ωσεί έκτη και λέγει τοις Ιουδαίοις ίδε ο βασιλεύς υμών

Acts 10:9

KJV: On the morrow as they went on their journey and drew nigh unto the city Peter went up upon the housetop to pray about the sixth hour
GK: τη δε επαύριον οδοιπορούντων εκείνων και τη πόλει εγγιζόντων ανέβη Πέτρος επί το δώμα προσεύξασθαι περί ώραν έκτην

ἐκτρέπω (avoid)

[edit]

1 Timothy 1:6

KJV: From which some having swerved have turned aside unto vain jangling
GK: ων τινές αστοχήσαντες εξετράπησαν εις ματαιολογίαν

1 Timothy 5:15

KJV: For some are already turned aside after Satan
GK: ήδη γαρ τινες εξετράπησαν οπίσω του σατανά

1 Timothy 6:20

KJV: O Timothy keep that which is committed to thy trust avoiding profane vain babblings and oppositions of science falsely so called
GK: ω Τιμόθεε την παρακαταθήκην φύλαξον εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως

2 Timothy 4:4

KJV: And they shall turn away ears from the truth and shall be turned unto fables
GK: και από μεν της αληθείας την ακοήν αποστρέψουσιν επί δε τους μύθους εκτραπήσονται

Hebrews 12:13

KJV: And make straight paths for your feet lest that which is lame be turned out of the way but let it rather be healed
GK: και τροχιάς ορθάς ποιήσατε τοις ποσίν υμών ίνα μη το χωλόν εκτραπή ιαθή δε μάλλον

ἐκτρέφω (bring up)

[edit]

Ephesians 5:29

KJV: For no man ever yet hated his own flesh but nourisheth and cherisheth it even as the Lord the church
GK: ουδείς γαρ ποτε την εαυτού σάρκα εμίσησεν αλλ΄ εκτρέφει και θάλπει αυτήν καθώς και ο κύριος την εκκλησίαν

Ephesians 6:4

KJV: And ye fathers provoke not your children to wrath but bring them up in the nurture and admonition of the Lord
GK: και οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών αλλ΄ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία κυρίου

ἔκτρωμα (born out of due time)

[edit]

1 Corinthians 15:8

KJV: And last of all he was seen of me also as of one born out of due time
GK: έσχατον δε πάντων ωσπερί τω εκτρώματι ώφθη καμοί

ἐκφέρω (bear)

[edit]

Luke 15:22

KJV: But the father said to his servants Bring forth the best robe and put on him and put a ring on his hand and shoes on feet
GK: είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας

Acts 5:6

KJV: And the young men arose wound him up and carried out and buried
GK: αναστάντες δε οι νεώτεροι συνέστειλαν αυτόν και εξενέγκαντες έθαψαν

Acts 5:9

KJV: Then Peter said unto her How is it that ye have agreed together to tempt the Spirit of the Lord behold the feet of them which have buried thy husband at the door and shall carry thee out
GK: ο δε Πέτρος είπεν προς αυτήν τι ότι συνεφωνήθη υμίν πειράσαι το πνεύμα κυρίου ιδού οι πόδες των θαψάντων τον άνδρα σου επί τη θύρα και εξοίσουσί σε

Acts 5:10

KJV: Then fell she down straightway at his feet and yielded up the ghost and the young men came in and found her dead and carrying forth buried by her husband
GK: έπεσε δε παραχρήμα παρά τους πόδας αυτού και εξέψυξεν εισελθόντες δε οι νεανίσκοι εύρον αυτήν νεκράν και εξενέγκαντες έθαψαν προς τον άνδρα αυτής

Acts 5:15

KJV: Insomuch that they brought forth the sick into the streets and laid on beds and couches that at the least the shadow of Peter passing by might overshadow some of them
GK: ώστε κατά τας πλατείας εκφέρειν τους ασθενείς και τιθέναι επί κλινών και κραββάτων ίνα ερχομένου Πέτρου καν η σκιά επισκιάση τινί αυτών

1 Timothy 6:7

KJV: For we brought nothing into world certain we can carry no thing out
GK: ουδέν γαρ εισηνέγκαμεν εις τον κόσμον δήλον ότι ουδέ εξενεγκείν τι δυνάμεθα

Hebrews 6:8

KJV: But that which beareth thorns and briers rejected and nigh unto cursing whose end to be burned
GK: εκφέρουσα δε ακάνθας και τριβόλους αδόκιμος και κατάρας εγγύς ης το τέλος εις καύσιν

ἐκφεύγω (escape)

[edit]

Luke 21:36

KJV: Watch ye therefore and pray always that ye may be accounted worthy to escape all these things that shall come to pass and to stand before the Son of man
GK: αγρυπνείτε ούν εν παντί καιρώ δεόμενοι ίνα καταξιωθήτε εκφυγείν πάντα τα μέλλοντα γίνεσθαι και σταθήναι έμπροσθεν του υιού του ανθρώπου

Acts 16:27

KJV: And the keeper of the prison awaking out of his sleep and seeing the prison doors open he drew out his sword and would have killed himself supposing that the prisoners had been fled
GK: έξυπνος δε γενόμενος ο δεσμοφύλαξ και ιδών ανεωγμένας τας θύρας της φυλακής σπασάμενος μάχαιραν έμελλεν εαυτόν αναιρείν νομίζων εκπεφευγέναι τους δεσμίους

Acts 19:16

KJV: And the man in whom the evil spirit was leaped on them and overcame them and prevailed against them so that they fled out of that house naked and wounded
GK: και εφαλλόμενος επ΄ αυτούς ο άνθρωπος εν ω ην το πνεύμα το πονηρόν και κατακυριεύσας αυτών ίσχυσε κατ΄ αυτών ώστε γυμνούς και τετραυματισμένους εκφυγείν εκ του οίκου εκείνου

Romans 2:3

KJV: And thinkest thou this O man that judgest them which do such things and doest the same that thou shalt escape the judgment of God
GK: λογίζη δε τούτο ω άνθρωπε ο κρίνων τους τα τοιαύτα πράσσοντας και ποιών αυτά ότι συ εκφεύξη το κρίμα του θεού

2 Corinthians 11:33

KJV: And through a window in a basket was I let down by the wall and escaped his hands
GK: και διά θυρίδος εν σαργάνη εχαλάσθην διά του τείχους και εξέφυγον τας χείρας αυτού

1 Thessalonians 5:3

KJV: For when they shall say Peace and safety then sudden destruction cometh upon them as travail upon a woman with child and they shall not escape
GK: όταν γαρ λέγωσιν ειρήνη και ασφάλεια τότε αιφνίδιος αυτοίς εφίσταται όλεθρος ώσπερ η ωδίν τη εν γαστρί εχούση και ου εκφύγωσιν

Hebrews 2:3

KJV: How shall we escape if we neglect so great salvation which at the first began to be spoken by the Lord was confirmed unto us by them that heard
GK: πως ημείς εκφευξόμεθα τηλικαύτης αμελήσαντες σωτηρίας ήτις αρχήν λαβούσα λαλείσθαι διά του κυρίου υπό των ακουσάντων εις ημάς εβεβαιώθη

ἐκφοβέω (terrify)

[edit]

2 Corinthians 10:9

KJV: That I may not seem as if I would terrify you by letters
GK: ίνα μη δόξω ως αν εκφοβείν υμάς διά των επιστολών

ἔκφοβος (sore afraid)

[edit]

Mark 9:6

KJV: For he wist not what to say for they were sore afraid
GK: ου γαρ ήδει τι λαλήσει ήσαν γαρ έκφοβοι

Hebrews 12:21

KJV: And so terrible was the sight Moses said I exceedingly fear and quake
GK: και ούτω φοβερόν ην το φανταζόμενον Μωϋσης είπεν έκφοβός ειμι και έντρομος

ἐκφύω (put forth)

[edit]

Matthew 24:32

KJV: Now learn a parable of the fig tree When his branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer nigh
GK: από δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος

Mark 13:28

KJV: Now learn a parable of the fig tree When her branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer is near
GK: απο δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν αυτής ήδη ο κλάδος απαλός γένηται και εκφύη τα φύλλα γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος εστίν

ἐκχέω (gush (pour) out)

[edit]

Matthew 9:17

KJV: Neither do men put new wine into old bottles else the bottles break and the wine runneth out and the bottles perish but they put new wine into new bottles and both are preserved
GK: ουδέ βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήγνυνται οι ασκοί και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς καινούς και αμφότερα συντηρούνται

Matthew 23:35

KJV: That upon you may come all the righteous blood shed upon the earth from the blood of righteous Abel unto the blood of Zacharias son of Barachias whom ye slew between the temple and the altar
GK: όπως έλθη εφ΄ υμάς παν αίμα δίκαιον εκχυνόμενον επί της γης απο του αίματος Αβελ του δικαίου έως του αίματος Ζαχαρίου υιού Βαραχίου ον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου

Matthew 26:28

KJV: For this is my blood of the new testament which is shed for many for the remission of sins
GK: τούτο γαρ εστι το αίμά μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών

Mark 2:22

KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine doth burst the bottles and the wine is spilled and the bottles will be marred but new wine must be put into new bottles
GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήσσει ο οίνος ο νέος τους ασκούς και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά οίνον νέον εις ασκούς καινούς βλητέον

Mark 14:24

KJV: And he said unto them This is my blood of the new testament which is shed for many
GK: και είπεν αυτοίς τούτό εστι το αίμά μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον

Luke 5:37

KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine will burst the bottles and be spilled and the bottles shall perish
GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήξει ο νέος οίνος τους ασκούς και αυτός εκχυθήσεται και οι ασκοί απολούνται

Luke 11:50

KJV: That the blood of all the prophets which was shed from the foundation of the world may be required of this generation
GK: ίνα εκζητηθή το αίμα πάντων των προφητών το εκχυνόμενον από καταβολής κόσμου από της γενεάς ταύτης

Luke 22:20

KJV: Likewise also the cup after supper saying This cup the new testament in my blood which is shed for you
GK: ωσαύτως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων τούτο το ποτήριον η καινή διαθήκη εν τω αίματί το υπέρ υμών εκχυνόμενον

John 2:15

KJV: And when he had made a scourge of small cords he drove them all out of the temple and the sheep and the oxen and poured out the changers’ money and overthrew the tables
GK: και ποιήσας φραγέλλιον εκ σχοινίων πάντας εξέβαλεν εκ του ιερού τα τε πρόβατα και τους βόας και των κολλυβιστών εξέχεε το κέρμα και τας τραπέζας ανέστρεψε

ἐκχωρέω (depart out)

[edit]

Luke 21:21

KJV: Then let them which are in Judæa flee to the mountains and let them which are in the midst of it depart out and let not them that are in the countries enter thereinto
GK: τότε οι εν τη Ιουδαία φευγέτωσαν εις τα όρη και οι εν μέσω αυτήν εκχωρείτωσαν και οι εν ταις χώραις μη εισερχέσθωσαν εις αυτήν

ἐκψύχω (give (yield) up the ghost)

[edit]

Acts 5:5

KJV: And Ananias hearing these words fell down and gave up the ghost and great fear came on all them that heard these things
GK: ακούων δε ο Ανανίας τους λόγους τούτους πεσών εξέψυξε και εγένετο φόβος μέγας επί πάντας τους ακούοντας ταύτα

Acts 5:10

KJV: Then fell she down straightway at his feet and yielded up the ghost and the young men came in and found her dead and carrying forth buried by her husband
GK: έπεσε δε παραχρήμα παρά τους πόδας αυτού και εξέψυξεν εισελθόντες δε οι νεανίσκοι εύρον αυτήν νεκράν και εξενέγκαντες έθαψαν προς τον άνδρα αυτής

Acts 12:23

KJV: And immediately the angel of the Lord smote him because he gave not God the glory and he was eaten of worms and gave up the ghost
GK: παραχρήμα δε επάταξεν αυτόν άγγελος κυρίου ανθ΄ ουκ έδωκε την δόξαν τω θεώ και γενόμενος σκωληκόβρωτος εξέψυξεν

ἑκών (willingly)

[edit]

Romans 8:20

KJV: For the creature was made subject to vanity not willingly but by reason of him who hath subjected in hope
GK: τη γαρ ματαιότητι η κτίσις υπετάγη ουχ εκούσα αλλά διά τον υποτάξαντα επ΄ ελπίδι

1 Corinthians 9:17

KJV: For if I do this thing willingly I have a reward but if against my will a dispensation is committed unto me
GK: ει γαρ εκών τούτο πράσσω μισθόν έχω ει δε άκων οικονομίαν πεπίστευμαι

ἐλαία (olive (berry)

[edit]

Matthew 21:1

KJV: And when they drew nigh unto Jerusalem and were come to Bethphage unto the mount of Olives then sent Jesus two disciples
GK: και ότε ήγγισαν εις Ιεροσόλυμα και ήλθον εις Βηθσφαγή προς το όρος των ελαιών τότε ο Ιησούς απέστειλε δύο μαθητάς

Matthew 24:3

KJV: And as he sat upon the mount of Olives the disciples came unto him privately saying Tell us when shall these things be and what the sign of thy coming and of the end of the world
GK: καθημένου δε αυτού επί του όρους των ελαιών προσήλθον αυτώ οι μαθηταί κατ΄ ιδίαν λέγοντες ειπέ ημίν πότε ταύτα έσται και τι το σημείον της σης παρουσίας και της συντελείας του αιώνος

Matthew 26:30

KJV: And when they had sung an hymn they went out into the mount of Olives
GK: και υμνήσαντες εξήλθον εις το όρος των ελαιών

Mark 11:1

KJV: And when they came nigh to Jerusalem unto Bethphage and Bethany at the mount of Olives he sendeth forth two of his disciples
GK: και ότε εγγίζουσιν εις Ιερουσαλήμ εις Βηθφαγή και Βηθανίαν προς το όρος των ελαιών αποστέλλει δύο των μαθητών αυτού

Mark 13:3

KJV: And as he sat upon the mount of Olives over against the temple Peter and James and John and Andrew asked him privately
GK: και καθημένου αυτού εις το όρος των ελαιών κατέναντι του ιερού επηρώτων αυτόν κατ΄ ιδίαν Πέτρος και Ιάκωβος και Ιωάννης και Ανδρέας

Mark 14:26

KJV: And when they had sung an hymn they went out into the mount of Olives
GK: και υμνήσαντες εξήλθον εις το όρος των ελαιών

Luke 19:29

KJV: And it came to pass when he was come nigh to Bethphage and Bethany at the mount called of Olives he sent two of his disciples
GK: και εγένετο ως ήγγισεν εις Βηθσφαγή και Βηθανίαν προς το όρος το καλούμενον ελαιών απέστειλε δύο των μαθητών αυτού

Luke 19:37

KJV: And when he was come nigh even now at the descent of the mount of Olives the whole multitude of the disciples began to rejoice and praise God with a loud voice for all the mighty works that they had seen
GK: εγγίζοντος δε αυτού ήδη προς τη καταβάσει του όρους των ελαιών ήρξαντο άπαν το πλήθος των μαθητών χαίροντες αίνειν τον θεόν φωνή μεγάλη περί πασών ων είδον δυνάμεων

Luke 21:37

KJV: And in the day time he was teaching in the temple and at night he went out and abode in the mount that is called of Olives
GK: ην δε τας ημέρας εν τω ιερώ διδάσκων τας δε νύκτας εξερχόμενος ηυλίζετο εις το όρος το καλούμενον ελαιών

ἔλαιον (oil)

[edit]

Matthew 25:3

KJV: They that foolish took their lamps and took no oil with them
GK: αίτινες μωραί λαβούσαι τας λαμπάδας αυτών ουκ έλαβον μεθ΄ εαυτών έλαιον

Matthew 25:4

KJV: But the wise took oil in their vessels with their lamps
GK: αι δε φρόνιμοι έλαβον έλαιον εν τοις αγγείοις αυτών μετά των λαμπάδων αυτών

Matthew 25:8

KJV: And the foolish said unto the wise Give us of your oil for our lamps are gone out
GK: αι δε μωραί ταις φρονίμοις είπον δότε ημίν εκ του ελαίου υμών ότι αι λαμπάδες ημών σβέννυνται

Mark 6:13

KJV: And they cast out many devils and anointed with oil many that were sick and healed
GK: και δαιμόνια πολλά εξέβαλλον και ήλειφον ελαίω πολλούς αρρώστους και εθεράπευον

Luke 7:46

KJV: My head with oil thou didst not anoint but this woman hath anointed my feet with ointment
GK: ελαίω την κεφαλήν μου ουκ ήλειψας αύτη δε μύρω ήλειψέ μου τους πόδας

Luke 10:34

KJV: And went to and bound up his wounds pouring in oil and wine and set him on his own beast and brought him to an inn and took care of him
GK: και προσελθών κετέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού

Luke 16:6

KJV: And he said An hundred measures of oil And he said unto him Take thy bill and sit down quickly and write fifty
GK: ο δε είπεν εκατόν βάτους ελαίου και είπεν αυτώ δέξαι σου το γράμμα και καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα

Hebrews 1:9

KJV: Thou hast loved righteousness and hated iniquity therefore God thy God hath anointed thee with the oil of gladness above thy fellows
GK: ηγάπησας δικαιοσύνην και εμίσησας ανομίαν διά τούτο έχρισέ σε ο θεός ο θεός σου έλαιον αγαλλιάσεως παρά τους μετόχους σου

James 5:14

KJV: Is any sick among you let him call for the elders of the church and let them pray over him anointing him with oil in the name of the Lord
GK: ασθενεί τις εν υμίν προσκαλεσάσθω τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας και προσευξάσθωσαν επ΄ αυτόν αλείψαντες αυτόν ελαίω εν τω ονόματι του κυρίου

ἐλαιών (Olivet)

[edit]

Acts 1:12

KJV: Then returned they unto Jerusalem from the mount called Olivet which is from Jerusalem a sabbath day s journey
GK: τότε υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ από όρους του καλουμένου ελαιώνος ο εστιν εγγύς Ιερουσαλήμ σαββάτου έχον οδόν

Ἐλαμίτης (Elamite)

[edit]

Acts 2:9

KJV: Parthians and Medes and Elamites and the dwellers in Mesopotamia and in Judæa and Cappadocia in Pontus and Asia
GK: Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν Ιουδαίαν τε και Καππαδοκίαν Πόντον και την Ασίαν

ἐλάσσων (less)

[edit]

John 2:10

KJV: And saith unto him Every man at the beginning doth set forth good wine and when men have well drunk then that which is worse thou hast kept the good wine until now
GK: και λέγει αυτώ πας άνθρωπος πρώτον τον καλόν οίνον τίθησι και όταν μεθυσθώσι τότε τον ελάσσω συ τετήρηκας τον καλόν οίνον έως άρτι

Romans 9:12

KJV: It was said unto her The elder shall serve the younger
GK: ερρέθη αυτή ότι ο μείζων δουλεύσει τω ελάσσονι

1 Timothy 5:9

KJV: Let not a widow be taken into the number under threescore years old having been the wife of one man
GK: χήρα καταλεγέσθω μη έλαττον ετών εξήκοντα γεγονυία ενός ανδρός γυνή

Hebrews 7:7

KJV: And without all contradiction the less is blessed of the better
GK: χωρίς δε πάσης αντιλογίας το έλαττον υπό του κρείττονος ευλογείται

ἐλαττονέω (have lack)

[edit]

2 Corinthians 8:15

KJV: As it is written He that much had nothing over and he that little had no lack
GK: καθώς γέγραπται ο το πολύ ουκ επλεόνασε και ο το ολίγον ουκ ηλαττόνησε

ἐλαττόω (decrease)

[edit]

John 3:30

KJV: He must increase but I decrease
GK: εκείνον δει αυξάνειν εμέ δε ελαττούσθαι

Hebrews 2:7

KJV: Thou madest him a little lower than the angels thou crownedst him with glory and honour and didst set him over the works of thy hands
GK: ηλάττωσας αυτόν βραχύ τι παρ΄ αγγέλους δόξη και τιμή εστεφάνωσας αυτόν και κατέστησας αυτόν επί τα έργα των χειρών σου

Hebrews 2:9

KJV: But we see Jesus, who was made a little lower than the angels for the suffering of death crowned with glory and honour that he by the grace of God should taste death for every man
GK: τον δε βραχύ τι παρ΄ αγγέλους ηλαττωμένον βλέπομεν Ιησούν διά το πάθημα του θανάτου δόξη και τιμή εστεφανωμένον όπως χάριτι θεού υπέρ παντός γεύσηται θανάτου

ἐλαύνω (carry)

[edit]

Mark 6:48

KJV: And he saw them toiling in rowing for the wind was contrary unto them and about the fourth watch of the night he cometh unto them walking upon the sea and would have passed by them
GK: και είδεν αυτούς βασανιζομένους εν τω ελαύνειν ην γαρ ο άνεμος εναντίος αυτοίς και περί τετάρτην φυλακήν της νυκτός έρχεται προς αυτούς περιπατών επί της θαλάσσης και ήθελε παρελθείν αυτούς

Luke 8:29

KJV: For he had commanded the unclean spirit to come out of the man For oftentimes it had caught him and he was kept bound with chains and in fetters and he brake the bands and was driven of the devil into the wilderness
GK: παρήγγελλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους

John 6:19

KJV: So when they had rowed about five and twenty or thirty furlongs they see Jesus walking on the sea and drawing nigh unto the ship and they were afraid
GK: εληλακότες ούν ως σταδίους είκοσιπέντε η τριάκοντα θεωρούσι τον Ιησούν περιπατούντα επί της θαλάσσης και εγγύς του πλοίου γινόμενον και εφοβήθησαν

James 3:4

KJV: Behold also the ships which though so great and driven of fierce winds yet are they turned about with a very small helm whithersoever the governor listeth
GK: ιδού και τα πλοία τηλικαύτα όντα και υπό σκληρών ανέμων ελαυνόμενα μετάγεται υπό ελαχίστου πηδαλίου όπου αν η ορμή του ευθύνοντος βούληται

2 Peter 2:17

KJV: These are wells without water clouds that are carried with a tempest to whom the mist of darkness is reserved for ever
GK: ούτοί εισι πηγαί άνυδροι νεφέλαι υπό λαίλαπος ελαυνόμεναι οις ο ζόφος του σκότους εις αιώνα τετήρηται

ἐλαφρία (lightness)

[edit]

2 Corinthians 1:17

KJV: When I therefore was thus minded did I use lightness or the things that I purpose do I purpose according to the flesh that with me there should be yea yea and nay nay
GK: τούτο ούν βουλευόμενος μη άρα τη ελαφρία εχρησάμην η α βουλεύομαι κατά σάρκα βουλεύομαι ίνα η παρ΄ εμοί το ναι ναι και το ου ου

ἐλαφρός (light)

[edit]

Matthew 11:30

KJV: For my yoke easy and my burden is light
GK: ο γαρ ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστιν

2 Corinthians 4:17

KJV: For our light affliction which is but for a moment worketh for us a far more exceeding eternal weight of glory
GK: το γαρ παραυτίκα ελαφρόν της θλίψεως ημών καθ΄ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ημίν

ἐλάχιστος (least)

[edit]

Matthew 2:6

KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ

Matthew 5:19

KJV: Whosoever therefore shall break one of these least commandments and shall teach men so shall be called the least in the kingdom of heaven but whosoever shall do and teach the same shall be called great in the kingdom of heaven
GK: ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτως τους ανθρώπους ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών

Matthew 25:40

KJV: And the King shall answer and say unto them Verily I say unto you Inasmuch as ye have done unto one of the least of these my brethren ye have done unto me
GK: και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς αμήν λέγω υμίν εφ΄ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε

Matthew 25:45

KJV: Then shall he answer them saying Verily I say unto you Inasmuch as ye did not to one of the least of these ye did not to me
GK: τότε αποκριθήσεται αυτοίς λέγων αμήν λέγω υμίν εφ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων ουδέ εμοί εποιήσατε

Luke 12:26

KJV: If ye then be not able to do that thing which is least why take ye thought for the rest
GK: ει ούν ούτε ελάχιστον δύνασθε τι περί των λοιπών μεριμνάτε

Luke 16:10

KJV: He that is faithful in that which is least is faithful also in much and he that is unjust in the least is unjust also in much
GK: ο πιστός εν ελαχίστω και εν πολλώ πιστός εστι και ο εν ελαχίστω άδικος και εν πολλώ άδικός εστιν

Luke 19:17

KJV: And he said unto him Well thou good servant because thou hast been faithful in a very little have thou authority over ten cities
GK: και είπεν αυτώ ευ αγαθέ δούλε ότι εν ελαχίστω πιστός εγένου ίσθι εξουσίαν έχων επάνω δέκα πόλεων

1 Corinthians 4:3

KJV: But with me it is a very small thing that I should be judged of you or of man’s judgment yea I judge not mine own self
GK: εμοί δε εις ελάχιστόν εστιν ίνα υφ΄ υμών ανακριθώ η υπό ανθρωπίνης ημέρας αλλ΄ ουδέ εμαυτόν ανακρίνω

1 Corinthians 6:2

KJV: Do ye not know that the saints shall judge the world and if the world shall be judged by you are ye unworthy to judge the smallest matters
GK: ουκ οίδατε ότι οι άγιοι τον κόσμον κρινούσι και ει εν υμίν κρίνεται ο κόσμος ανάξιοί εστε κριτηρίων ελαχίστων

ἐλαχιστότερος (less than the least)

[edit]

Ephesians 3:8

KJV: Unto me who am less than the least of all saints is this grace given that I should preach among the Gentiles the unsearchable riches of Christ
GK: εμοί τω ελαχιστοτέρω πάντων των αγίων εδόθη η χάρις αύτη εν τοις έθνεσιν ευαγγελίσασθαι τον ανεξιχνίαστον πλούτον του χριστού

Ἐλεάζαρ (Eleazar)

[edit]

Matthew 1:15

KJV: And Eliud begat Eleazar and Eleazar begat Matthan and Matthan begat Jacob
GK: Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ

ἔλεγξις (rebuke)

[edit]

2 Peter 2:16

KJV: But was rebuked for his iniquity the dumb ass speaking with man’s voice forbad the madness of the prophet
GK: έλεγξιν δε έσχεν ιδίας παρανομίας υποζύγιον άφωνον εν ανθρώπου φωνή φθεγξάμενον εκώλυσε την του προφήτου παραφρονίαν

ἔλεγχος (evidence)

[edit]

2 Timothy 3:16

KJV: All scripture given by inspiration of God and profitable for doctrine for reproof for correction for instruction in righteousness
GK: πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν προς έλεγχον προς επανόρθωσιν προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη

Hebrews 11:1

KJV: Now faith is the substance of things hoped for the evidence of things not seen
GK: έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων

ἐλέγχω (convict)

[edit]

Matthew 18:15

KJV: Moreover if thy brother shall trespass against thee go and tell him his fault between thee and him alone if he shall hear thee thou hast gained thy brother
GK: εάν δε αμάρτηση εις σε ο αδελφός σου υπαγέ και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου εάν σου ακούση εκέρδησας τον αδελφόν σου

Luke 3:19

KJV: But Herod the tetrarch being reproved by him for Herodias his brother Philip’s wife and for all the evils which Herod had done
GK: ο δε Ηρώδης ο τετράρχης ελεγχόμενος υπ΄ αυτού περί Ηρωδιάδος της γυναικός του αδελφού αυτού Φιλιππου και περί πάντων ων εποίησε πονηρών ο Ηρώδης

John 3:20

KJV: For every one that doeth evil hateth the light neither cometh to the light lest his deeds should be reproved
GK: πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού

John 8:9

KJV: And they which heard being convicted by conscience went out one by one beginning at the eldest unto the last and Jesus was left alone and the woman standing in the midst
GK: οι δε ακούσαντες και υπό της συνειδήσεως ελεγχόμενοι εξήρχοντο εις καθ΄ εις αρξάμενοι από των πρεσβυτέρων και κατελείφθη μόνος ο Ιησούς και η γυνή εν μέσω ούσα

John 8:46

KJV: Which of you convinceth me of sin And if I say the truth why do ye not believe me
GK: τις εξ υμών ελέγχει με περί αμαρτίας ει δε αλήθειαν λέγω διατί υμείς ου πιστεύετέ μοι

John 16:8

KJV: And when he is come he will reprove the world of sin and of righteousness and of judgment
GK: και ελθών εκείνος ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας και περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως

1 Corinthians 14:24

KJV: But if all prophesy and there come in one that believeth not or unlearned he is convinced of all he is judged of all
GK: εάν δε πάντες προφητεύωσιν εισέλθη δε τις άπιστος η ιδιώτης ελέγχεται υπό πάντων ανακρίνεται υπό πάντων

Ephesians 5:11

KJV: And have no fellowship with the unfruitful works of darkness but rather reprove
GK: και μη συγκοινωνείτε τοις έργοις τοις ακάρποις του σκότους μάλλον δε και ελέγχετε

Ephesians 5:13

KJV: But all things that are reproved are made manifest by the light for whatsoever doth make manifest is light
GK: τα δε πάντα ελεγχόμενα υπό του φωτός φανερούται παν γαρ το φανερούμενον φως εστι

ἐλεεινός (miserable)

[edit]

1 Corinthians 15:19

KJV: If in this life only we have hope in Christ we are of all men most miserable
GK: ει εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν χριστώ μόνον ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν

Revelation 3:17

KJV: Because thou sayest I am rich and increased with goods and have need of nothing and knowest not that thou art wretched and miserable and poor and blind and naked
GK: ότι λέγεις ότι πλούσιός ειμι και πεπλούτηκα και ουδενός χρείαν έχω και ουκ οίδας ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός

ἐλεέω (have compassion (pity on))

[edit]

Matthew 5:7

KJV: Blessed the merciful for they shall obtain mercy
GK: μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται

Matthew 9:27

KJV: And when Jesus departed thence two blind men followed him crying and saying Son of David have mercy on us
GK: και παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ

Matthew 15:22

KJV: And behold a woman of Canaan came out of the same coasts and cried unto him saying Have mercy on me O Lord Son of David my daughter is grievously vexed with a devil
GK: και ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα εκραύγασεν αυτώ λέγουσα ελέησόν με κύριε υιέ Δαβίδ η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται

Matthew 17:15

KJV: Lord have mercy on my son for he is lunatick and sore vexed for ofttimes he falleth into the fire and oft into the water
GK: κύριε ελέησόν μου τον υιόν ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ

Matthew 18:33

KJV: Shouldest not thou also have had compassion on thy fellowservant even as I had pity on thee
GK: ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου ως και εγώ σε ηλέησα

Matthew 20:30

KJV: And behold two blind men sitting by the way side when they heard that Jesus passed by cried out saying Have mercy on us O Lord Son of David
GK: και ιδού δύο τυφλοί καθήμενοι παρά την οδόν ακούσαντες ότι Ιησούς παράγει έκραξαν λέγοντες ελέησον ημάς κύριε υιός Δαβίδ

Matthew 20:31

KJV: And the multitude rebuked them because they should hold their peace but they cried the more saying Have mercy on us O Lord Son of David
GK: ο δε όχλος επετίμησεν αυτοίς ίνα σιωπήσωσιν οι δε μείζον έκραζον λέγοντες ελέησον ημάς κύριε υιός Δαβίδ

Mark 5:19

KJV: Howbeit Jesus suffered him not but saith unto him Go home to thy friends and tell them how great things the Lord hath done for thee and hath had compassion on thee
GK: ο δε Ιησούς ουκ αφήκεν αυτόν αλλά λέγει αυτώ ύπαγε εις τον οίκόν σου προς τους σους και ανάγγειλον αυτοίς όσα σοι ο κύριος εποίησεν και ηλέησέ σε

Mark 10:47

KJV: And when he heard that it was Jesus of Nazareth he began to cry out and say Jesus Son of David have mercy on me
GK: και ακούσας ότι Ιησούς ο Ναζωραίός εστιν ήρξατο κράζειν και λέγειν ο υιός Δαβίδ Ιησού ελέησόν με

ἐλεημοσύνη (alms(-deeds))

[edit]

Matthew 6:1

KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς

Matthew 6:2

KJV: Therefore when thou doest alms do not sound a trumpet before thee as the hypocrites do in the synagogues and in the streets that they may have glory of men Verily I say unto you They have their reward
GK: όταν ουν ποιής ελεημοσύνην μη σαλπίσης έμπροσθέν σου ώσπερ οι υποκριταί ποιούσιν εν ταις συναγωγαίς και εν ταις ρύμαις όπως δοξασθώσιν υπό των ανθρώπων αμήν λέγω υμίν απέχουσι τον μισθόν αυτών

Matthew 6:3

KJV: But when thou doest alms let not thy left hand know what thy right hand doeth
GK: σου δε ποιούντος ελεημοσύνην μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου

Matthew 6:4

KJV: That thine alms may be in secret and thy Father which seeth in secret himself shall reward thee openly
GK: όπως η σου η ελεημοσύνη εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αυτός αποδώσει σοι εν τω φανερώ

Luke 11:41

KJV: But rather give alms of such things as ye have and behold all things are clean unto you
GK: πλην τα ενόντα δότε ελεημοσύνη και ιδού πάντα καθαρά υμίν εστιν

Luke 12:33

KJV: Sell that ye have and give alms provide yourselves bags which wax not old a treasure in the heavens that faileth not where no thief approacheth neither moth corrupteth
GK: πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην ποιήσατε εαυτοίς βαλάντια μη παλαιούμενα θησαυρόν ανέκλειπτον εν τοις ουρανοίς όπου κλέπτης ουκ εγγίζει ουδέ σης διαφθείρει

Acts 3:2

KJV: And a certain man lame from his mother’s womb was carried whom they laid daily at the gate of the temple which is called Beautiful to ask alms of them that entered into the temple
GK: και τις ανήρ χωλός εκ κοιλίας μητρός αυτού υπάρχων εβαστάζετο ον ετίθουν καθ΄ ημέραν προς την θύραν του ιερού την λεγομένην ωραίαν του αιτείν ελεημοσύνην παρά των εισπορευομένων εις το ιερόν

Acts 3:3

KJV: Who seeing Peter and John about to go into the temple asked an alms
GK: ος ιδών Πέτρον και Ιωάννην μέλλοντας εισιέναι εις το ιερόν ηρώτα ελεημοσύνην

Acts 3:10

KJV: And they knew that it was he which sat for alms at the Beautiful gate of the temple and they were filled with wonder and amazement at that which had happened unto him
GK: επεγίνωσκόν τε αυτόν ότι ούτος ην ο προς την ελεημοσύνην καθήμενος επί τη ωραία πύλη του ιερού και επλήσθησαν θάμβους και εκστάσεως επί τω συμβεβηκότι αυτώ

ἐλεήμων (merciful)

[edit]

Matthew 5:7

KJV: Blessed the merciful for they shall obtain mercy
GK: μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται

Hebrews 2:17

KJV: Wherefore in all things it behoved him to be made like unto brethren that he might be a merciful and faithful high priest in things to God to make reconciliation for the sins of the people
GK: όθεν ώφειλε κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι ίνα ελεήμων γένηται και πιστός αρχιερεύς τα προς τον θεόν εις το ιλάσκεσθαι τας αμαρτίας του λαού

ἔλεος ((+ tender) mercy)

[edit]

Matthew 9:13

KJV: But go ye and learn what meaneth I will have mercy and not sacrifice for I am not come to call the righteous but sinners to repentance
GK: πορευθέντες δε μάθετε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν

Matthew 12:7

KJV: But if ye had known what meaneth I will have mercy and not sacrifice ye would not have condemned the guiltless
GK: ει δε εγνώκειτε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ουκ αν κατεδικάσατε τους αναιτίους

Matthew 23:23

KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye pay tithe of mint and anise and cummin and have omitted the weightier of the law judgment mercy and faith these ought ye to have done and not to leave the other undone
GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν ταύτα έδει ποιήσαι κακείνα μη αφίεναι

Luke 1:50

KJV: And his mercy on them that fear him from generation to generation
GK: και το έλεος αυτού εις γενεάς γενεών τοις φοβουμένοις αυτόν

Luke 1:54

KJV: He hath holpen his servant Israel in remembrance of mercy
GK: αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού μνησθήναι ελέους

Luke 1:58

KJV: And her neighbours and her cousins heard how the Lord had shewed great mercy upon her and they rejoiced with her
GK: και ήκουσαν οι περίοικοι και οι συγγενείς αυτής ότι εμεγάλυνε κύριος το έλεος αυτού μετ΄ αυτής και συνέχαιρον αυτή

Luke 1:72

KJV: To perform the mercy to our fathers and to remember his holy covenant
GK: ποιήσαι έλεος μετά των πατέρων ημών και μνησθήναι διαθήκης αγίας αυτού

Luke 1:78

KJV: Through the tender mercy of our God whereby the dayspring from on high hath visited us
GK: διά σπλάγχνα ελέους θεού ημών εν οις επεσκέψατο ημάς ανατολή εξ ύψους

Luke 10:37

KJV: And he said He that shewed mercy on him Then said Jesus unto him Go and do thou likewise
GK: ο δε είπεν ο ποιήσας το έλεος μετ΄ αυτού είπεν ούν αυτώ ο Ιησούς πορεύου και συ ποίει ομοίως

ἐλευθερία (liberty)

[edit]

Romans 8:21

KJV: Because the creature itself also shall be delivered from the bondage of corruption into the glorious liberty of the children of God
GK: ότι και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του θεού

1 Corinthians 10:29

KJV: Conscience I say not thine own but of the other for why is my liberty judged of another conscience
GK: συνείδησιν δε λέγω ουχί την εαυτού αλλά την του ετέρου ίνατι γαρ η ελευθερία μου κρίνεται υπό άλλης συνειδήσεως

2 Corinthians 3:17

KJV: Now the Lord is that Spirit and where the Spirit of the Lord there liberty
GK: ο δε κύριος το πνεύμά εστιν ου δε το πνεύμα κυρίου εκεί ελευθερία

Galatians 2:4

KJV: And that because of false brethren unawares brought in who came in privily to spy out our liberty which we have in Christ Jesus that they might bring us into bondage
GK: διά δε τους παρεισάκτους ψευδαδελφούς οίτινες παρεισήλθον κατασκοπήσαι την ελευθερίαν ημών ην έχομεν εν χριστώ Ιησού ίνα ημάς καταδουλώσωνται

Galatians 5:1

KJV: Stand fast therefore the liberty wherewith Christ hath made us free and be not entangled again the yoke of bondage
GK: τη ελευθερία ούν η χριστός ημάς ηλευθέρωσεν στήκετε και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε

Galatians 5:13

KJV: For brethren ye have been called unto liberty only not liberty for an occasion to the flesh but by love serve one another
GK: υμείς γαρ επ΄ ελευθερία εκληθητε αδελφοί μόνον μη την ελευθερίαν εις αφορμήν τη σαρκί αλλά διά της αγάπης δουλεύετε αλλήλοις

James 1:25

KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται

James 2:12

KJV: So speak ye and so do as they that shall be judged by the law of liberty
GK: ούτω λαλείτε και ούτω ποιείτε ως διά νόμου ελευθερίας μέλλοντες κρίνεσθαι

1 Peter 2:16

KJV: As free and not using liberty for a cloke of maliciousness but as the servants of God
GK: ως ελεύθεροι και μη ως επικάλυμμα έχοντες της κακίας την ελευθερίαν αλλ΄ ως δούλοι θεού

ἐλεύθερος (free (man)

[edit]

Matthew 17:26

KJV: Peter saith unto him Of strangers Jesus saith unto him Then are the children free
GK: λέγει αυτώ ο Πέτρος από των αλλοτρίων έφη αυτώ ο Ιησούς άρα γε ελεύθεροί εισιν οι υιοί

John 8:33

KJV: They answered him We be Abraham’s seed and were never in bondage to any man how sayest thou Ye shall be made free
GK: απεκρίθησαν αυτώ σπέρμα Αβραάμ εσμεν και ουδενί δεδουλεύκαμεν πώποτε πως συ λέγεις ότι ελεύθεροι γενήσεσθε

John 8:36

KJV: If the Son therefore shall make you free ye shall be free indeed
GK: εάν ούν ο υιός υμάς ελευθερώση όντως ελεύθεροι έσεσθε

Romans 6:20

KJV: For when ye were the servants of sin ye were free from righteousness
GK: ότε γαρ δούλοι ήτε της αμαρτίας ελεύθεροι ήτε τη δικαιοσύνη

Romans 7:3

KJV: So then if while husband liveth she be married to another man she shall be called an adulteress but if her husband be dead she is free from law so that she is no adulteress though she be married to another man
GK: άρα ούν ζώντος του ανδρός μοιχαλίς χρηματίσει εάν γένηται ανδρί ετέρω εάν δε αποθάνη ο ανήρ ελευθέρα εστίν από του νόμου του μη είναι αυτήν μοιχαλίδα γενομένην ανδρί ετέρω

1 Corinthians 7:21

KJV: Art thou called a servant care not for it but if thou mayest be made free use rather
GK: δούλος εκλήθης μη σοι μελέτω αλλ΄ ει και δύνασαι ελεύθερος γενέσθαι μάλλον χρήσαι

1 Corinthians 7:22

KJV: For he that is called in the Lord a servant is the Lord’s freeman likewise also he that is called free is Christ’s servant
GK: ο γαρ εν κυρίω κληθείς δούλος απελεύθερος κυρίου εστίν ομοίως και ο ελεύθερος κληθείς δούλός εστι χριστού

1 Corinthians 7:39

KJV: The wife is bound by the law as long as her husband liveth but if her husband be dead she is at liberty to be married to whom she will only in the Lord
GK: γυνή δέδεται νόμω εφ όσον χρόνον ζη ο ανήρ αυτής εάν δε κοιμηθή ο ανήρ αυτής ελευθέρα εστίν ω θέλει γαμηθήναι μόνον εν κυρίω

1 Corinthians 9:1

KJV: Am I not an apostle am I not free have I not seen Jesus Christ our Lord are not ye my work in the Lord
GK: ουκ ειμί αποστόλος ουκ ειμί ελεύθερος ουχί Ιησούν χριστόν τον κυριόν ημών εώρακα ου το έργον μου υμείς εστε εν κυρίω

ἐλευθερόω (deliver)

[edit]

John 8:32

KJV: And ye shall know the truth and the truth shall make you free
GK: και γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς

John 8:36

KJV: If the Son therefore shall make you free ye shall be free indeed
GK: εάν ούν ο υιός υμάς ελευθερώση όντως ελεύθεροι έσεσθε

Romans 6:18

KJV: Being then made free from sin ye became the servants of righteousness
GK: ελευθερωθέντες δε από της αμαρτίας εδουλώθητε τη δικαιοσύνη

Romans 6:22

KJV: But now being made free from sin and become servants to God ye have your fruit unto holiness and the end everlasting life
GK: νυνί δε ελευθερωθέντες από της αμαρτίας δουλωθέντες δε τω θεώ έχετε τον καρπόν υμών εις αγιασμόν το δε τέλος ζωήν αιώνιον

Romans 8:2

KJV: For the law of the Spirit of life in Christ Jesus hath made me free from the law of sin and death
GK: ο γαρ νόμος του πνεύματος της ζωής εν χριστώ Ιησού ηλευθέρωσέ με από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου

Romans 8:21

KJV: Because the creature itself also shall be delivered from the bondage of corruption into the glorious liberty of the children of God
GK: ότι και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του θεού

Galatians 5:1

KJV: Stand fast therefore the liberty wherewith Christ hath made us free and be not entangled again the yoke of bondage
GK: τη ελευθερία ούν η χριστός ημάς ηλευθέρωσεν στήκετε και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε

ἔλευσις (coming)

[edit]

Acts 7:52

KJV: Which of the prophets have not your fathers persecuted and they have slain them which shewed before of the coming of the Just One of whom ye have been now the betrayers and murderers
GK: τίνα των προφητών ουκ εδίωξαν οι πατέρες υμών και απέκτειναν τους προκαταγγείλαντας περί της ελεύσεως του δικαίου ου νυν υμείς προδόται και φονείς γεγένησθε

ἐλεφάντινος (of ivory)

[edit]

Revelation 18:12

KJV: The merchandise of gold and silver and precious stones and of pearls and fine linen and purple and silk and scarlet and all thyine wood and all manner vessels of ivory and all manner vessels of most precious wood and of brass and iron and marble
GK: γόμον χρυσού και αργύρου και λίθου τιμίου και μαργαρίτου και βύσσου και πορφυρού και σηρικού και κοκκίνου και παν ξύλον θυϊνον και παν σκεύος ελεφάντινον και παν σκεύος εκ ξύλου τιμιωτάτου και χαλκού και σιδήρου και μαρμάρου

Ἐλιακείμ (Eliakim)

[edit]

Matthew 1:13

KJV: And Zorobabel begat Abiud and Abiud begat Eliakim and Eliakim begat Azor
GK: Ζοροβάβελ δε εγέννησε τον Αβιούδ Αβιούδ δε εγέννησε τον Ελιακείμ Ελιακείμ δε εγέννησε τον Αζώρ

Luke 3:30

KJV: Which was of Simeon which was of Juda which was of Joseph which was of Jonan which was of Eliakim
GK: του Σιμεών του Ιούδα του Ιωσήφ του Ιωνάν του Ελιακείμ

Ἐλιέζερ (Eliezer)

[edit]

Luke 3:29

KJV: Which was of Jose which was of Eliezer which was of Jorim which was of Matthat which was of Levi
GK: του Ιωσή του Ελιέζερ του Ιωρείμ του Ματθάτ του Λευϊ

Ἐλιούδ (Eliud)

[edit]

Matthew 1:14

KJV: And Azor begat Sadoc and Sadoc begat Achim and Achim begat Eliud
GK: Αζώρ δε εγέννησε τον Σαδώκ Σαδώκ δε εγέννησε τον Αχείμ Αχείμ δε εγέννησε τον Ελιούδ

Matthew 1:15

KJV: And Eliud begat Eleazar and Eleazar begat Matthan and Matthan begat Jacob
GK: Ελιούδ δε εγέννησε τον Ελεάζαρ Ελεάζαρ δε εγέννησε τον Ματθάν Ματθάν δε εγέννησε τον Ιακώβ

Ἐλισάβετ (Elisabeth)

[edit]

Luke 1:5

KJV: There was in the days of Herod the king of Judæa a certain priest named Zacharias of the course of Abia and his wife of the daughters of Aaron and her name Elisabeth
GK: εγένετο εν ταις ημέραις Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαίας ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά και η γυνή αυτού εκ των θυγατέρων Ααρών και το όνομα αυτής Ελισάβετ

Luke 1:7

KJV: And they had no child because that Elisabeth was barren and they both were well stricken in years
GK: και ουκ ην αυτοίς τέκνον καθότι η Ελισάβετ ην στείρα και αμφότεροι προβεβηκότες εν ταις ημέραις αυτών ήσαν

Luke 1:13

KJV: But the angel said unto him Fear not Zacharias for thy prayer is heard and thy wife Elisabeth shall bear thee a son and thou shalt call his name John
GK: είπε δε προς αυτόν ο άγγελος μη φοβού Ζαχαρία διότι εισηκούσθη η δέησίς σου και η γυνή σου Ελισάβετ γεννήσει υιόν σοι και καλέσεις το όνομα αυτού Ιωάννην

Luke 1:24

KJV: And after those days his wife Elisabeth conceived and hid herself five months saying
GK: μετά δε ταύτας τας ημέρας συνέλαβεν Ελισάβετ η γυνή αυτού και περιέκρυβεν εαυτήν μήνας πέντε λέγουσα ότι

Luke 1:36

KJV: And behold thy cousin Elisabeth she hath also conceived a son in her old age and this is the sixth month with her who was called barren
GK: και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνειληφυία υιόν εν γήρει αυτής και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τη καλουμένη στείρα

Luke 1:40

KJV: And entered into the house of Zacharias and saluted Elisabeth
GK: και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ

Luke 1:41

KJV: And it came to pass that, when Elisabeth heard the salutation of Mary the babe leaped in her womb and Elisabeth was filled with the Holy Ghost
GK: και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής και επλήσθη πνεύματος αγίου η Ελισάβετ

Luke 1:57

KJV: Now Elisabeth’s full time came that she should be delivered and she brought forth a son
GK: τη δε Ελισάβετ επλήσθη ο χρόνος του τεκείν αυτήν και εγέννησεν υιόν

Ἐλισσαῖος (Elissæus)

[edit]

Luke 4:27

KJV: And many lepers were in Israel in the time of Eliseus the prophet and none of them was cleansed saving Naaman the Syrian
GK: και πολλοί λεπροί ήσαν επί Ελισσαίου του προφήτου εν τω Ισραήλ και ουδείς αυτών εκαθαρίσθη ει Νεεμάν ο Σύρος

ἑλίσσω (fold up)

[edit]

Hebrews 1:12

KJV: And as a vesture shalt thou fold them up and they shall be changed but thou art the same and thy years shall not fail
GK: και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς και αλλαγήσονται συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι

ἕλκος (sore)

[edit]

Luke 16:21

KJV: And desiring to be fed with the crumbs which fell from the rich man’s table moreover the dogs came and licked his sores
GK: και επιθυμών χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού

Revelation 16:2

KJV: And the first went and poured out his vial upon the earth and there fell a noisome and grievous sore upon the men which had the mark of the beast and them which worshipped his image
GK: και απήλθεν ο πρώτος και εξέχεε την φιάλην αυτού επί την γην και εγένετο έλκος κακόν και πονηρόν εις τους ανθρώπους τους έχοντας το χάραγμα του θηρίου και τους προσκυνούντας τη εικόνι αυτού

Revelation 16:11

KJV: And blasphemed the God of heaven because of their pains and their sores and repented not of their deeds
GK: και εβλασφήμησαν τον θεόν του ουρανού εκ των πόνων αυτών και εκ των ελκών αυτών και ου μετενόησαν εκ των έργων αυτών

ἑλκόω (full of sores)

[edit]

Luke 16:20

KJV: And there was a certain beggar named Lazarus which was laid at his gate full of sores
GK: πτωχός δε τις ην ονόματι Λάζαρος ος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος

ἑλκύω (draw)

[edit]

John 6:44

KJV: No man can come to me except the Father which hath sent me draw him and I will raise him up at the last day
GK: ουδείς δύναται ελθείν προς με εαν μη ο πατήρ ο πέμψας με ελκύση αυτόν και εγώ αναστήσω αυτόν τη εσχάτη ημέρα

John 12:32

KJV: And I if I be lifted up from the earth will draw all unto me
GK: καγώ εάν υψωθώ εκ της γης πάντας ελκύσω προς εμαυτόν

John 18:10

KJV: Then Simon Peter having a sword drew it and smote the high priest’s servant and cut off his right ear The servant’s name was Malchus
GK: Σίμων ουν Πέτρος έχων μάχαιραν είλκυσεν αυτήν και έπαισε τον του αρχιερέως δούλον και απέκοψεν αυτού το ωτίον το δεξιόν ην δε όνομα τω δούλω Μάλχος

John 21:6

KJV: And he said unto them Cast the net on the right side of the ship and ye shall find They cast therefore and now they were not able to draw it for the multitude of fishes
GK: ο δε είπεν αυτοίς βάλετε εις τα δεξιά μέρη του πλοίου το δίκτυον και ευρήσετε έβαλον ούν και ουκέτι αυτό ελκύσαι ίσχυσαν από του πλήθους των ιχθύων

John 21:11

KJV: Simon Peter went up and drew the net to land full of great fishes an hundred and fifty and three and for all there were so many yet was not the net broken
GK: ανέβη Σίμων Πέτρος και είλκυσεν το δίκτυον επί της γης μεστόν ιχθύων μεγάλων εκατόν πεντηκοντατριών και τοσούτων όντων ουκ εσχίσθη το δίκτυον

Acts 16:19

KJV: And when her masters saw that the hope of their gains was gone they caught Paul and Silas and drew into the marketplace unto the rulers
GK: ιδόντες δε οι κύριοι αυτής ότι εξήλθεν η ελπίς της εργασίας αυτών επιλαβόμενοι τον Παύλον και τον Σίλαν είλκυσαν εις την αγοράν επί τους άρχοντας

Acts 21:30

KJV: And all the city was moved and the people ran together and they took Paul and drew him out of the temple and forthwith the doors were shut
GK: εκινήθη τε η πόλις όλη και εγένετο συνδρομή του λαού και επιλαβόμενοι του Παύλου είλκον αυτόν έξω του ιερού και ευθέως εκλείσθησαν αι θύραι

James 2:6

KJV: But ye have despised the poor Do not rich men oppress you and draw you before the judgment seats
GK: υμείς δε ητιμάσατε τον πτωχόν ουχ οι πλούσιοι καταδυναστεύουσιν υμών και αυτοί έλκουσιν υμάς εις κριτήρια

Ἑλλάς (Greece)

[edit]

Acts 20:2

KJV: And when he had gone over those parts and had given them much exhortation he came into Greece
GK: διελθών δε τα μέρη εκείνα και παρακαλέσας αυτούς λόγω πολλώ ήλθεν εις την Ελλάδα

Ἕλλην (Gentile)

[edit]

John 7:35

KJV: Then said the Jews among themselves Whither will he go that we shall not find him will he go unto the dispersed among the Gentiles and teach the Gentiles
GK: είπον ούν οι Ιουδαίοι προς εαυτούς που ούτος μέλλει πορεύεσθαι ότι ημείς ουχ ευρήσομεν αυτόν μη εις την διασποράν των Ελλήνων μέλλει πορεύεσθαι και διδάσκειν τους Έλληνας

John 12:20

KJV: And there were certain Greeks among them that came up to worship at the feast
GK: ήσαν δε τινες Έλληνες εκ των αναβαινόντων ίνα προσκυνήσωσιν εν τη εορτή

Acts 14:1

KJV: And it came to pass in Iconium that they went both together into the synagogue of the Jews and so spake that a great multitude both of the Jews and also of the Greeks believed
GK: εγένετο δε εν Ικονίω κατά το αυτό εισελθείν αυτούς εις την συναγωγήν των Ιουδαίων και λαλήσαι ούτως ώστε πιστεύσαι Ιουδαίων τε και Ελλήνων πολύ πλήθος

Acts 16:1

KJV: Then came he to Derbe and Lystra and behold a certain disciple was there named Timotheus the son of a certain woman which was a Jewess and believed but his father a Greek
GK: κατήντησε δε εις Δέρβην και Λύστραν και ιδού μαθητής τις ην εκεί ονόματι Τιμόθεος υιός γυναικός τινος Ιουδαίας πιστής πατρός δε Έλληνος

Acts 16:3

KJV: Him would Paul have to go forth with him and took and circumcised him because of the Jews which were in those quarters for they knew all that his father was a Greek
GK: τούτον ηθέλησεν ο Παύλος συν αυτώ εξελθείν και λαβών περιέτεμεν αυτόν διά τους Ιουδαίους τους όντας εν τοις τόποις εκείνοις ήδεισαν γαρ άπαντες τον πατέρα αυτού ότι Έλλην υπήρχεν

Acts 17:4

KJV: And some of them believed and consorted with Paul and Silas and of the devout Greeks a great multitude and of the chief women not a few
GK: και τινες εξ αυτών επείσθησαν και προσεκληρώθησαν τω Παύλω και τω Σίλα των τε σεβομένων Ελλήνων πολύ πλήθος γυναικών τε των πρώτων ουκ ολίγαι

Acts 18:4

KJV: And he reasoned in the synagogue every sabbath and persuaded the Jews and the Greeks
GK: διελέγετο δε εν τη συναγωγή κατά παν σάββατον έπειθέ τε Ιουδαίους και Έλληνας

Acts 18:17

KJV: Then all the Greeks took Sosthenes the chief ruler of the synagogue and beat before the judgment seat And Gallio cared for none of those things
GK: επιλαβόμενοι δε πάντες οι Έλληνες Σωσθένην τον αρχισυνάγωγον έτυπτον έμπροσθεν του βήματος και ουδέν τούτων τω Γαλλίωνι έμελλεν

Acts 19:10

KJV: And this continued by the space of two years so that all they which dwelt in Asia heard the word of the Lord Jesus both Jews and Greeks
GK: τούτο δε εγένετο επί έτη δύο ώστε πάντας τους κατοικούντας την Ασίαν ακούσαι τον λόγον του κυρίου Ιησού Ιουδαίους τε και Έλληνας

Ἑλληνικός (Greek)

[edit]

Luke 23:38

KJV: And a superscription also was written over him in letters of Greek and Latin and Hebrew THIS IS THE KING OF THE JEWS
GK: ην δε και επιγραφή γεγραμμένη επ΄ αυτώ γράμμασιν Ελληνικοίς και Ρωμαϊκοίς και Εβραϊκοίς ούτός εστιν ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Revelation 9:11

KJV: And they had a king over them the angel of the bottomless pit whose name in the Hebrew tongue Abaddon but in the Greek tongue hath his name Apollyon
GK: εχουσι βασιλέα επ΄ αυτών άγγελον της αβύσσου όνομα αυτώ Εβραϊστι Αβαδδών εν δε τη Ελληνική όνομα έχει ο Απολλύων

Ἑλληνίς (Greek)

[edit]

Mark 7:26

KJV: The woman was a Greek a Syrophenician by nation and she besought him that he would cast forth the devil out of her daughter
GK: ην δε η γυνή Ελληνίς Συροφοίνισσα τω γένει και ηρώτα αυτόν ίνα το δαιμόνιον εκβάλλη εκ της θυγατρός αυτής

Acts 17:12

KJV: Therefore many of them believed also of honourable women which were Greeks and of men not a few
GK: πολλοί μεν ούν εξ αυτών επίστευσαν και των Ελληνίδων γυναικών των ευσχημόνων και ανδρών ουκ ολίγοι

Ἑλληνιστής (Grecian)

[edit]

Acts 6:1

KJV: And in those days when the number of the disciples was multiplied there arose a murmuring of the Grecians against the Hebrews because their widows were neglected in the daily ministration
GK: εν δε ταις ημέραις ταύταις πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους ότι παρεθεωρούντο εν τη διακονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών

Acts 9:29

KJV: And he spake boldly in the name of the Lord Jesus and disputed against the Grecians but they went about to slay him
GK: και παρρησιαζόμενος εν τω ονόματι του κυρίου Ιησού ελάλει τε και συνεζήτει προς τους Ελληνιστάς οι δε επεχείρουν αυτόν ανελείν

Acts 11:20

KJV: And some of them were men of Cyprus and Cyrene which when they were come to Antioch spake unto the Grecians preaching the Lord Jesus
GK: ήσαν δε τινες εξ αυτών άνδρες Κύπριοι και Κυρηναίοι οίτινες εισελθόντες εις Αντιόχειαν ελάλουν προς τους Ελληνιστάς ευαγγελιζόμενοι τον κύριον Ιησούν

Ἑλληνιστί (Greek)

[edit]

John 19:20

KJV: This title then read many of the Jews for the place where Jesus was crucified was nigh to the city and it was written in Hebrew Greek Latin
GK: τούτον ούν τον τίτλον πολλοί ανέγνωσαν των Ιουδαίων ότι εγγύς ην ο τόπος της πόλεως όπου εσταυρώθη ο Ιησούς και ην γεγραμμένον Εβραϊστί Ελληνιστί Ρωμαϊστί

Acts 21:37

KJV: And as Paul was to be led into the castle he said unto the chief captain May I speak unto thee Who said Canst thou speak Greek
GK: μέλλων τε εισάγεσθαι εις την παρεμβολήν ο Παύλος λέγει τω χιλιάρχω ει έξεστί μοι ειπείν προς σε ο δε έφη Ελληνιστί γινώσκεις

ἐλλογέω (impute)

[edit]

Romans 5:13

KJV: For until the law sin was in the world but sin is not imputed when there is no law
GK: άχρι γαρ νόμου αμαρτία ην εν κόσμω αμαρτία δε ουκ ελλογείται μη όντος νόμου

Philemon 1:18

KJV: If he hath wronged thee or oweth ought put that on mine account
GK: ει δε τι ηδίκησέ σε η οφείλει τούτο εμοί ελλόγει

Ἐλμωδάμ (Elmodam)

[edit]

Luke 3:28

KJV: Which was of Melchi which was of Addi which was of Cosam which was of Elmodam which was of Er
GK: του Μελχί του Αδδί του Κωσάμ του Ελμωδάμ του Ηρ

ἐλπίζω ((have)

[edit]

Matthew 12:21

KJV: And in his name shall the Gentiles trust
GK: και εν τω ονόματι αυτού έθνη ελπιούσιν

Luke 6:34

KJV: And if ye lend of whom ye hope to receive what thank have ye for sinners also lend to sinners to receive as much again
GK: και εάν δανείζητε παρ΄ ων ελπίζετε απολαβείν ποία υμίν χάρις εστί και γαρ αμαρτωλοί αμαρτωλοίς δανείζουσιν ίνα απολάβωσι τα ίσα

Luke 23:8

KJV: And when Herod saw Jesus he was exceeding glad for he was desirous to see him of a long because he had heard many things of him and he hoped to have seen some miracle done by him
GK: ο δε Ηρώδης ιδών τον Ιησούν εχάρη λίαν ην γαρ θέλων εξ ικανού ιδείν αυτόν διά το ακούειν πολλά περί αυτού και ήλπιζέ τι σημείον ιδείν υπ΄ αυτού γινόμενον

Luke 24:21

KJV: But we trusted that it had been he which should have redeemed Israel and beside all this to day is the third day since these things were done
GK: ημείς δε ηλπίζομεν ότι αυτός εστιν ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ αλλά γε συν πάσι τούτοις τρίτην ταύτην ημέραν άγει σήμερον αφ΄ ου ταύτα εγένετο

John 5:45

KJV: Do not think that I will accuse you to the Father there is that accuseth you Moses in whom ye trust
GK: μη δοκείτε ότι εγώ κατηγορήσω υμών προς τον πάτερα έστιν ο κατηγορών υμών Μωσής εις ον υμείς ηλπίκατε

Acts 24:26

KJV: He hoped also that money should have been given him of Paul that he might loose him wherefore he sent for him the oftener and communed with him
GK: άμα δε και ελπίζων ότι χρήματα δοθήσεται αυτώ υπό του Παύλου όπως λύση αυτόν διό και πυκνότερον αυτόν μεταπεμπόμενος ωμίλει αυτώ

Acts 26:7

KJV: Unto which our twelve tribes instantly serving day and night hope to come For which hope’s sake king Agrippa I am accused of the Jews
GK: εις ην το δωδεκάφυλον ημών εν εκτενεία νύκτα και ημέραν λατρεύον ελπίζει καταντήσαι περί ης ελπίδος εγκαλούμαι βασιλεύ Αγρίππα υπό των Ιουδαίων

Romans 8:24

KJV: For we are saved by hope but hope that is seen is not hope for what a man seeth why doth he yet hope for
GK: τη γαρ ελπίδι εσώθημεν ελπίς δε βλεπομένη ουκ έστιν ελπίς ο γαρ βλέπει τις τι και ελπίζει

Romans 8:25

KJV: But if we hope for that we see not do we with patience wait for
GK: ει δε ο ου βλέπομεν ελπίζομεν δι΄ υπομονής απεκδεχόμεθα

ἐλπίς (faith)

[edit]

Acts 2:26

KJV: Therefore did my heart rejoice and my tongue was glad moreover also my flesh shall rest in hope
GK: διά τούτο ευφράνθη η καρδία μου και ηγαλλιάσατο η γλώσσά μου έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ΄ ελπίδι

Acts 16:19

KJV: And when her masters saw that the hope of their gains was gone they caught Paul and Silas and drew into the marketplace unto the rulers
GK: ιδόντες δε οι κύριοι αυτής ότι εξήλθεν η ελπίς της εργασίας αυτών επιλαβόμενοι τον Παύλον και τον Σίλαν είλκυσαν εις την αγοράν επί τους άρχοντας

Acts 23:6

KJV: But when Paul perceived that the one part were Sadducees and the other Pharisees he cried out in the council Men brethren I am a Pharisee the son of a Pharisee of the hope and resurrection of the dead I am called in question
GK: γνούς δε ο Παύλος ότι το εν μέρος εστί Σαδδουκαίων το δε έτερον Φαρισαίων έκραξεν εν τω συνεδρίω άνδρες αδελφοί εγώ Φαρισαίός ειμι υιός Φαρισαίου περί ελπίδος και αναστάσεως νεκρών εγώ κρίνομαι

Acts 24:15

KJV: And have hope toward God which they themselves also allow that there shall be a resurrection of the dead both of the just and unjust
GK: ελπίδα έχων εις τον θεόν ην και αυτοί ουτοί προσδέχονται ανάστασιν μέλλειν έσεσθαι νεκρών δικαίων τε και αδίκων

Acts 26:6

KJV: And now I stand and am judged for the hope of the promise made of God unto our fathers
GK: και νυν επ΄ ελπίδι της προς τους πατέρας επαγγελίας γενομένης υπό του θεού έστηκα κρινόμενος

Acts 26:7

KJV: Unto which our twelve tribes instantly serving day and night hope to come For which hope’s sake king Agrippa I am accused of the Jews
GK: εις ην το δωδεκάφυλον ημών εν εκτενεία νύκτα και ημέραν λατρεύον ελπίζει καταντήσαι περί ης ελπίδος εγκαλούμαι βασιλεύ Αγρίππα υπό των Ιουδαίων

Acts 27:20

KJV: And when neither sun nor stars in many days appeared and no small tempest lay on all hope that we should be saved was then taken away
GK: μήτε δε ηλίου μήτε άστρων επιφαινόντων επί πλείονας ημέρας χείμωνός τε ουκ ολίγου επικειμένου λοιπόν περιηρείτο πάσα ελπίς του σώζεσθαι ημάς

Acts 28:20

KJV: For this cause therefore have I called for you to see and to speak with because that for the hope of Israel I am bound with this chain
GK: διά ταύτην ουν την αιτίαν παρεκάλεσα υμάς ιδείν και προσλαλήσαι ένεκεν γαρ της ελπίδος του Ισραήλ την άλυσιν ταύτην περίκειμαι

Romans 4:18

KJV: Who against hope believed in hope that he might become the father of many nations according to that which was spoken So shall thy seed be
GK: ος παρ΄ ελπίδα επ΄ ελπίδι επίστευσεν εις το γενέσθαι αυτόν πατέρα πολλών εθνών κατά το ειρημένον ούτως έσται το σπέρμα σου

Ἐλύμας (Elymas)

[edit]

Acts 13:8

KJV: But Elymas the sorcerer for so is his name by interpretation withstood them seeking to turn away the deputy from the faith
GK: ανθίστατο δε αυτοίς Ελύμας ο μάγος ούτω γαρ μεθερμηνεύεται το όνομα αυτού ζητών διαστρέψαι τον ανθύπατον από της πίστεως

ἐλωΐ (Eloi)

[edit]

Mark 15:34

KJV: And at the ninth hour Jesus cried with a loud voice saying Eloi Eloi lama sabachthani which is being interpreted My God my God why hast thou forsaken me
GK: και τη ώρα τη εννάτη εβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων ελωϊ ελωϊ λιμά σαβαχθανί ο εστι μεθερμηνευόμενον ο θεός μου ο θεός μου εις τι με εγκατέλιπες

ἐμαυτοῦ (me)

[edit]

Matthew 8:9

KJV: For I am a man under authority having soldiers under me and I say to this Go and he goeth and to another Come and he cometh and to my servant Do this and he doeth
GK: και γαρ εγώ άνθρωπός ειμι υπό εξουσίαν έχων υπ΄ εμαυτόν στρατιώτας και λέγω τούτω πορεύθητι και πορεύεται και άλλω έρχου και έρχεται και τω δούλω μου ποίησον τούτο και ποιεί

Luke 7:7

KJV: Wherefore neither thought I myself worthy to come unto thee but say in a word and my servant shall be healed
GK: διό ουδέ εμαυτόν ηξίωσα προς σε ελθείν αλλά είπε λόγω και ιαθήσεται ο παις μου

Luke 7:8

KJV: For I also am a man set under authority having under me soldiers and I say unto one Go and he goeth and to another Come and he cometh and to my servant Do this and he doeth
GK: και γαρ εγώ ανθρωπός ειμι υπό εξουσίαν τασσόμενος έχων υπ΄ εμαυτόν στρατιώτας και λέγω τούτω πορεύθητι και πορεύεται και άλλω έρχου και έρχεται και τω δούλω μου ποίησον τούτο και ποιεί

John 5:30

KJV: I can of mine own self do nothing as I hear I judge and my judgment is just because I seek not mine own will but the will of the Father which hath sent me
GK: ου δύναμαι εγώ ποιείν απ΄ εμαυτού ουδέν καθώς ακούω κρίνω και η κρίσις η εμή δικαία εστίν ότι ου ζητώ το θέλημα το εμόν αλλά το θέλημα του πέμψαντός με πατρός

John 5:31

KJV: If I bear witness of myself my witness is not true
GK: εάν εγώ μαρτυρώ περί εμαυτού η μαρτυρία μου ουκ έστιν αληθής

John 7:17

KJV: If any man will do his will he shall know of the doctrine whether it be of God or I speak of myself
GK: εάν τις θέλη το θέλημα αυτού ποιείν γνώσεται περί της διδαχής πότερον εκ του θεού εστιν η εγώ απ΄ εμαυτού λαλώ

John 7:28

KJV: Then cried Jesus in the temple as he taught saying Ye both know me and ye know whence I am and I am not come of myself but he that sent me is true whom ye know not
GK: έκραξεν ούν εν τω ιερώ διδάσκων ο Ιησούς και λέγων καμέ οίδατε και οίδατε πόθεν ειμί και απ΄ εμαυτού ουκ ελήλυθα αλλ΄ έστιν αληθινός ο πέμψας με ον υμείς ουκ οίδατε

John 8:14

KJV: Jesus answered and said unto them Though I bear record of myself my record is true for I know whence I came and whither I go but ye cannot tell whence I come and whither I go
GK: απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτοίς καν εγώ μαρτυρώ περί εμαυτού αληθής εστιν η μαρτυρία μου ότι οίδα πόθεν ήλθον και που υπάγω υμείς δε ουκ οίδατε πόθεν έρχομαι και που υπάγω

John 8:18

KJV: I am one that bear witness of myself and the Father that sent me beareth witness of me
GK: εγώ ειμι ο μαρτυρών περί εμαυτού και μαρτυρεί περί εμού ο πέμψας με πατήρ

ἐμβαίνω (come (get) into)

[edit]

Matthew 8:23

KJV: And when he was entered into a ship his disciples followed him
GK: και εμβάντι αυτώ εις το πλοίον ηκολούθησαν αυτώ οι μαθηταί αυτού

Matthew 9:1

KJV: And he entered into a ship and passed over and came into his own city
GK: και εμβάς εις το πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν

Matthew 13:2

KJV: And great multitudes were gathered together unto him so that he went into a ship and sat and the whole multitude stood on the shore
GK: και συνήχθησαν προς αυτόν όχλοι πολλοί ώστε αυτόν εις το πλοίον εμβάντα καθήσθαι και πας ο όχλος επί τον αιγιαλόν ειστήκει

Matthew 14:22

KJV: And straightway Jesus constrained his disciples to get into a ship and to go before him unto the other side while he sent the multitudes away
GK: και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν εώς ου απολύση τους όχλους

Matthew 14:32

KJV: And when they were come into the ship the wind ceased
GK: και εμβάντων αυτών εις το πλοίον εκόπασεν ο άνεμος

Matthew 15:39

KJV: And he sent away the multitude and took ship and came into the coasts of Magdala
GK: και απολύσας τους όχλους ενέβη εις το πλοίον και ήλθεν εις τα όρια Μαγδαλά

Mark 4:1

KJV: And he began again to teach by the sea side and there was gathered unto him a great multitude so that he entered into a ship and sat in the sea and the whole multitude was by the sea on the land
GK: και πάλιν ήρξατο διδάσκειν παρά την θάλασσαν και συνήχθη προς αυτόν όχλος πολύς ώστε αυτόν εμβάντα εις το πλοίον καθήσθαι εν τη θάλασση και πάς ο όχλος προς την θάλασσαν επί της γης ην

Mark 5:18

KJV: And when he was come into the ship he that had been possessed with the devil prayed him that he might be with him
GK: και εμβάντος αυτού εις το πλοίον παρεκάλει αυτόν ο δαιμονισθείς ίνα η μετ΄ αυτού

Mark 6:45

KJV: And straightway he constrained his disciples to get into the ship and to go to the other side before unto Bethsaida while he sent away the people
GK: και ευθέως ηνάγκασε τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν εις το πέραν προς Βηθσαϊδά έως αυτός απολύση τον όχλον

ἐμβάλλω (cast into)

[edit]

Luke 12:5

KJV: But I will forewarn you whom ye shall fear Fear him, which after he hath killed hath power to cast into hell yea I say unto you Fear him
GK: υποδείξω δε υμίν τίνα φοβηθήτε φοβήθητε τον μετά το αποκτείναι εξουσίαν έχοντα εμβαλείν εις την γέενναν ναι λέγω υμίν τούτον φοβήθητε

ἐμβάπτω (dip)

[edit]

Matthew 26:23

KJV: And he answered and said He that dippeth hand with me in the dish the same shall betray me
GK: ο δε αποκριθείς είπεν ο εμβάψας μετ΄ εμού εν τω τρυβλίω την χείρα ούτός με παραδώσει

Mark 14:20

KJV: And he answered and said unto them one of the twelve that dippeth with me in the dish
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς εις εκ των δώδεκα ο εμβαπτόμενος μετ΄ εμού εις το τρυβλίον

John 13:26

KJV: Jesus answered He it is to whom I shall give a sop when I have dipped And when he had dipped the sop he gave to Judas Iscariot of Simon
GK: αποκρίνεται ο Ιησούς εκείνός εστιν ω εγώ βάψας το ψωμίον επιδώσω και εμβάψας το ψωμίον δίδωσιν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτη

ἐμβατεύω (intrude into)

[edit]

Colossians 2:18

KJV: no man beguile you of your reward in a voluntary humility and worshipping of angels intruding into those things which he hath not seen vainly puffed up by his fleshly mind
GK: μηδείς υμάς καταβραβεύετω θέλων εν ταπεινοφροσύνη και θρησκεία των αγγέλων α μη εώρακεν εμβατεύων εική φυσιούμενος υπό του νοός της σαρκός αυτού

ἐμβιβάζω (put in)

[edit]

Acts 27:6

KJV: And there the centurion found a ship of Alexandria sailing into Italy and he put us therein
GK: κακεί ευρών ο εκατόνταρχος πλοίον Αλεξανδρινόν πλέον εις την Ιταλίαν ενεβίβασεν ημάς εις αυτό

ἐμβλέπω (behold)

[edit]

Matthew 6:26

KJV: Behold the fowls of the air for they sow not neither do they reap nor gather into barns yet your heavenly Father feedeth them Are ye not much better than they
GK: εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών

Matthew 19:26

KJV: But Jesus beheld and said unto them With men this is impossible but with God all things are possible
GK: εμβλέψας δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς παρά ανθρώποις τούτο αδύνατόν εστι παρά δε θεώ πάντα δυνατά

Mark 8:25

KJV: After that he put hands again upon his eyes and made him look up and he was restored and saw every man clearly
GK: είτα πάλιν επέθηκε τας χείρας επί τους οφθαλμούς αυτού και εποίησεν αυτόν αναβλέψε και αποκατεστάθη και ενέβλεψεν τηλαυγώς άπαντας

Mark 10:21

KJV: Then Jesus beholding him loved him and said unto him One thing thou lackest go thy way sell whatsoever thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come take up the cross and follow me
GK: ο δε Ιησούς εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν και είπεν αυτώ εν σοι υστερεί ύπαγε όσα έχεις πώλησον και δος τοις πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι άρας τον σταυρόν

Mark 10:27

KJV: And Jesus looking upon them saith With men impossible but not with God for with God all things are possible
GK: εμβλέψας δε αυτοίς ο Ιησούς λέγει παρά ανθρώποις αδύνατον αλλ΄ ου παρά θεώ πάντα γαρ δυνατά εστι παρά των θεώ

Mark 14:67

KJV: And when she saw Peter warming himself she looked upon him and said And thou also wast with Jesus of Nazareth
GK: και ιδούσα τον Πέτρον θερμαινόμενον εμβλέψασα αυτώ λέγει και συ μετά του Ναζαρηνού Ιησού ήσθα

Luke 20:17

KJV: And he beheld them and said What is this then that is written The stone which the builders rejected the same is become the head of the corner
GK: ο εμβλέψας αυτοίς είπεν τι ούν εστι το γεγραμμένον τούτο λίθον ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες ούτος εγενήθη εις κεφαλήν γωνίας

Luke 22:61

KJV: And the Lord turned and looked upon Peter And Peter remembered the word of the Lord how he had said unto him Before the cock crow thou shalt deny me thrice
GK: και στραφείς ο κύριος ενέβλεψεν τω Πέτρω και υπεμνήσθη ο Πέτρος του λόγου του κυρίου ως είπεν αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνήση με τρις

John 1:36

KJV: And looking upon Jesus as he walked he saith Behold the Lamb of God
GK: και εμβλέψας τω Ιησού περιπατούντι λέγει ίδε ο αμνός του θεού

ἐμβριμάομαι (straitly charge)

[edit]

Matthew 9:30

KJV: And their eyes were opened and Jesus straitly charged them saying See no man know
GK: και ανεώχθησαν αυτών οι οφθαλμοί και ενεβριμήσατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων οράτε μηδείς γινωσκέτω

Mark 1:43

KJV: And he straitly charged him and forthwith sent him away
GK: και εμβριμησάμενος αυτώ ευθέως εξέβαλεν αυτόν

Mark 14:5

KJV: For it might have been sold for more than three hundred pence and have been given to the poor And they murmured against her
GK: ηδύνατο γαρ τούτο πραθήναι επάνω τριακοσίων δηναρίων και δοθήναι τοις πτωχοίς και ενεβριμώντο αυτή

John 11:33

KJV: When Jesus therefore saw her weeping and the Jews also weeping which came with her he groaned in the spirit and was troubled
GK: Ιησούς ούν ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντας αυτή Ιουδαίους κλαίοντας ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν

John 11:38

KJV: Jesus therefore again groaning in himself cometh to the grave It was a cave and a stone lay upon it
GK: Ιησούς ούν πάλιν εμβριμώμενος εν εαυτώ έρχεται εις το μνημείον ην δε σπήλαιον και λίθος επέκειτο επ΄ αυτώ

ἐμέ (I)

[edit]

Matthew 10:37

KJV: He that loveth father or mother more than me is not worthy of me and he that loveth son or daughter more than me is not worthy of me
GK: ο φιλών πατέρα η μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος και ο φιλών υιόν η θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος

Matthew 10:40

KJV: He that receiveth you receiveth me and he that receiveth me receiveth him that sent me
GK: ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται και ο εμέ δεχόμενος δέχεται τον αποστείλαντά με

Matthew 18:5

KJV: And whoso shall receive one such little child in my name receiveth me
GK: και ος εάν δέξηται παιδίον τοιούτον εν επί τω ονόματί μου εμέ δέχεται

Matthew 18:6

KJV: But whoso shall offend one of these little ones which believe in me it were better for him that a millstone were hanged about his neck and he were drowned in the depth of the sea
GK: ος δ΄ αν σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ συμφέρει αυτώ ίνα κρεμασθή μύλος ονικός επί τον τράχηλον αυτού και καταποντισθή εν τω πελάγει της θαλάσσης

Matthew 18:21

KJV: Then came Peter to him and said Lord how oft shall my brother sin against me and I forgive him till seven times
GK: τότε προσελθών αυτώ ο Πέτρος είπε κύριε ποσάκις αμαρτήσει εις εμέ ο αδελφός μου και αφήσω αυτώ έως επτάκις

Matthew 26:10

KJV: When Jesus understood he said unto them Why trouble ye the woman for she hath wrought a good work upon me
GK: γνους δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς τι κόπους παρέχετε τη γυναικί έργον γαρ καλόν ειργάσατο εις εμέ

Matthew 26:11

KJV: For ye have the poor always with you but me ye have not always
GK: πάντοτε γαρ τους πτωχούς έχετε μεθ΄ εαυτών εμέ δε ου πάντοτε έχετε

Mark 9:37

KJV: Whosoever shall receive one of such children in my name receiveth me and whosoever shall receive me receiveth not me but him that sent me
GK: ος εάν εν των τοιούτων παιδίων δέξηται επί τω ονόματί μου εμέ δέχεται και ος εάν εμέ δέξηται ουκ εμέ δέχεται αλλά τον αποστείλαντά με

Mark 9:42

KJV: And whosoever shall offend one of little ones that believe in me it is better for him that a millstone were hanged about his neck and he were cast into the sea
GK: και ος αν σκανδαλίση ένα των μικρών των πιστεύοντων εις εμέ καλόν εστιν αυτώ μάλλον ει περίκειται λίθος μυλικός περί τον τράχηλον αυτού και βέβληται εις την θάλασσαν

ἐμέω ((will) spue)

[edit]

Revelation 3:16

KJV: So then because thou art lukewarm and neither cold nor hot I will spue thee out of my mouth
GK: ούτως ότι χλιαρός ει και ου ζεστος ούτε ψυχρος μέλλω σε εμέσαι εκ του στόματός μου

ἐμμαίνομαι (be mad against)

[edit]

Acts 26:11

KJV: And I punished them oft in every synagogue and compelled to blaspheme and being exceedingly mad against them I persecuted even unto strange cities
GK: και κατά πάσας τας συναγωγάς πολλάκις τιμωρών αυτούς ηνάγκαζον βλασφημείν περισσώς τε εμμαινόμενος αυτοίς εδίωκον έως και εις τας έξω πόλεις

Ἐμμανουήλ (Emmanuel)

[edit]

Matthew 1:23

KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός

Ἐμμαούς (Emmaus)

[edit]

Luke 24:13

KJV: And behold two of them went that same day to a village called Emmaus which was from Jerusalem threescore furlongs
GK: και ιδού δύο εξ αυτών ήσαν πορευόμενοι εν αυτή τη ημέρα εις κώμην απέχουσαν σταδίους εξήκοντα από Ιερουσαλήμ η όνομα Εμμαούς

ἐμμένω (continue)

[edit]

Acts 14:22

KJV: Confirming the souls of the disciples exhorting them to continue in the faith and that we must through much tribulation enter into the kingdom of God
GK: επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών παρακαλούντες εμμένειν τη πίστει και ότι διά πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του θεού

Galatians 3:10

KJV: For as many as are of the works of the law are under the curse for it is written Cursed every one that continueth not in all things which are written in the book of the law to do them
GK: όσοι γαρ εξ έργων νόμου εισίν υπό κατάραν εισί γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ος ουκ εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμένοις εν τω βιβλίω του νομου του ποιήσαι αυτά

Hebrews 8:9

KJV: Not according to the covenant that I made with their fathers in the day when I took them by the hand to lead them out of the land of Egypt because they continued not in my covenant and I regarded them not saith the Lord
GK: ου κατά την διαθήκην ην εποίησα τοις πατράσιν αυτών εν ημέρα επιλαβομένου μου της χειρός αυτών εξαγαγείν αυτούς εκ γης Αιγύπτου ότι αυτοί ουκ ενέμειναν εν τη διαθήκη μου καγώ ημέλησα αυτών λέγει κύριος

Ἐμμόρ (Emmor)

[edit]

Acts 7:16

KJV: And were carried over into Sychem and laid in the sepulchre that Abraham bought for a sum of money of the sons of Emmor of Sychem
GK: και μετετέθησαν εις Συχέμ και ετέθησαν εν τω μνήματι ω ωνήσατο Αβραάμ τιμής αργυρίου παρά των υιών Εμμόρ του Συχέμ

ἐμοί (I)

[edit]

Matthew 10:32

KJV: Whosoever therefore shall confess me before men him will I confess also before my Father which is in heaven
GK: πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς

Matthew 11:6

KJV: And blessed is who soever shall not be offended in me
GK: και μακάριός εστιν ος εάν μη σκανδαλισθή εν εμοί

Matthew 18:26

KJV: The servant therefore fell down and worshipped him saying Lord have patience with me and I will pay thee all
GK: πεσών ουν ο δούλος προσεκύνει αυτώ λέγων κύριε μακροθύμησον επ΄ εμοί και πάντα σοι αποδώσω

Matthew 18:29

KJV: And his fellowservant fell down at his feet and besought him saying Have patience with me and I will pay thee all
GK: πεσών ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων μακροθύμησον επ΄ εμοί και αποδώσω σοι

Matthew 25:40

KJV: And the King shall answer and say unto them Verily I say unto you Inasmuch as ye have done unto one of the least of these my brethren ye have done unto me
GK: και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς αμήν λέγω υμίν εφ΄ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε

Matthew 25:45

KJV: Then shall he answer them saying Verily I say unto you Inasmuch as ye did not to one of the least of these ye did not to me
GK: τότε αποκριθήσεται αυτοίς λέγων αμήν λέγω υμίν εφ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων ουδέ εμοί εποιήσατε

Matthew 26:31

KJV: Then saith Jesus unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep of the flock shall be scattered abroad
GK: τότε λέγει αυτός ο Ιησούς πάντες υμείς σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη γέγραπται γαρ πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα της ποίμνης

Mark 5:7

KJV: And cried with a loud voice and said What have I to do with thee Jesus Son of the most high God I adjure thee by God that thou torment me not
GK: και κράξας φωνή μεγάλη είπε τι εμοί και σοι Ιησού υιέ του θεού του υψίστου ορκίζω σε τον θεόν μη με βασανίσης

Mark 14:27

KJV: And Jesus saith unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep shall be scattered
GK: και λέγει αυτοίς ο Ιησούς ότι πάντες σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη ότι γέγραπται πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα

ἐμός (of me)

[edit]

Matthew 18:20

KJV: For where two or three are gathered together in my name there am I in the midst of them
GK: ου γαρ εισι δύο η τρεις συνηγμένοι εις το εμόν όνομα εκεί ειμί εν μέσω αυτών

Matthew 20:15

KJV: Is it not lawful for me to do what I will with mine own Is thine eye evil because I am good
GK: η ουκ έξεστί μοι ποιήσαι ο έλω εν τοις εμοίς ει ο οφθαλμός σου πονηρός εστιν ότι εγώ αγαθός ειμι

Matthew 20:23

KJV: And he saith unto them Ye shall drink indeed of my cup and be baptized with the baptism that I am baptized with but to sit on my right hand and on my left is not mine to give but for whom it is prepared of my Father
GK: και λέγει αυτοίς το μεν ποτήριόν μου πίεσθε και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται υπο του πατρός μου

Matthew 25:27

KJV: Thou oughtest therefore to have put my money to the exchangers and at my coming I should have received mine own with usury
GK: έδει ουν σε βαλείν το αργύριόν μου τοις τραπεζίταις και ελθών εγω εκομισάμην αν το εμόν συν τόκω

Mark 8:38

KJV: Whosoever therefore shall be ashamed of me and of my words in this adulterous and sinful generation of him also shall the Son of man be ashamed when he cometh in the glory of his Father with the holy angels
GK: ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων

Mark 10:40

KJV: But to sit on my right hand and on my left hand is not mine to give but for whom it is prepared
GK: το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται

Luke 9:26

KJV: For whosoever shall be ashamed of me and of my words of him shall the Son of man be ashamed when he shall come in his own glory and Father’s and of the holy angels
GK: ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους τούτον ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται όταν έλθη εν τη δόξη αυτού και του πατρός και των αγίων αγγέλων

Luke 15:31

KJV: And he said unto him Son thou art ever with me and all that I have is thine
GK: ο δε είπεν αυτώ τέκνον συ πάντοτε μετ εμού ει και πάντα τα εμά σα εστιν

Luke 22:19

KJV: And he took bread and gave thanks and brake and gave unto them saying This is my body which is given for you this do in remembrance of me
GK: και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς λέγων τούτό εστι το σώμά μου το υπέρ υμών διδόμενον τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν

ἐμοῦ (me)

[edit]

Matthew 5:11

KJV: Blessed are ye when shall revile you and persecute and shall say all manner of evil against you falsely for my sake
GK: μακάριοί εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ΄ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού

Matthew 7:23

KJV: And then will I profess unto them I never knew you depart from me ye that work iniquity
GK: και τότε ομολογήσω αυτοίς ότι ουδέποτε έγνων υμάς αποχωρείτε απ΄ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν

Matthew 10:18

KJV: And ye shall be brought before governors and kings for my sake for a testimony against them and the Gentiles
GK: και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν

Matthew 10:39

KJV: He that findeth his life shall lose it and he that loseth his life for my sake shall find it
GK: ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν

Matthew 11:29

KJV: Take my yoke upon you and learn of me for I am meek and lowly in heart and ye shall find rest unto your souls
GK: άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς και μάθετε απ΄ εμού ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών

Matthew 12:30

KJV: He that is not with me is against me and he that gathereth not with me scattereth abroad
GK: ο μη ων μετ΄ εμού κατ΄ εμού εστι και ο μη συνάγων μετ΄ εμού σκορπίζει

Matthew 15:5

KJV: But ye say Whosoever shall say to father or mother a gift by whatsoever thou mightest be profited by me
GK: υμείς δε λέγετε ος αν είπη τω πατρί η τη μητρί δώρον ο εάν εξ εμού ωφεληθής

Matthew 15:8

KJV: This people draweth nigh unto me with their mouth and honoureth me with lips but their heart is far from me
GK: εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού

Matthew 16:25

KJV: For whosoever will save his life shall lose it and whosoever will lose his life for my sake shall find it
GK: ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι απολέσει αυτήν ος δ΄ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν

ἐμπαιγμός (mocking)

[edit]

Hebrews 11:36

KJV: And others had trial of mockings and scourgings yea moreover of bonds and imprisonment
GK: έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον έτι δε δεσμών και φυλακής

ἐμπαίζω (mock)

[edit]

Matthew 2:16

KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων

Matthew 20:19

KJV: And shall deliver him to the Gentiles to mock and to scourge and to crucify and the third day he shall rise again
GK: και παραδώσουσιν αυτόν τοις έθνεσιν εις το εμπαίξαι και μαστιγώσαι και σταυρώσαι και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται

Matthew 27:29

KJV: And when they had platted a crown of thorns they put upon his head and a reed in his right hand and they bowed the knee before him and mocked him saying Hail King of the Jews
GK: και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν επί την κεφαλήν αυτού και κάλαμον επί την δεξιάν αυτού και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού ενέπαιζον αυτώ λέγοντες χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Matthew 27:31

KJV: And after that they had mocked him they took the robe off from him and put his own raiment on him and led him away to crucify
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την χλαμύδα και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια αυτού και απήγαγον αυτόν εις το σταυρώσαι

Matthew 27:41

KJV: Likewise also the chief priests mocking with the scribes and elders said
GK: ομοίως δε και οι αρχιερείς εμπαίζοντες μετά των γραμματέων και πρεσβυτέρων έλεγον

Mark 10:34

KJV: And they shall mock him and shall scourge him and shall spit upon him and shall kill him and the third day he shall rise again
GK: και εμπαίξουσιν αυτώ και μαστιγώσουσιν αυτόν και εμπτύσουσιν αυτώ και αποκτενούσιν αυτόν και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται

Mark 15:20

KJV: And when they had mocked him they took off the purple from him and put his own clothes on him and led him out to crucify him
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την πορφύραν και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια τα ίδια και εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν

Mark 15:31

KJV: Likewise also the chief priests mocking said among themselves with the scribes He saved others himself he cannot save
GK: ομοίως και οι αρχιερείς εμπαίζοντες προς αλλήλους μετά των γραμματέων έλεγον άλλους έσωσεν εαυτόν ου δύναται σώσαι

Luke 14:29

KJV: Lest haply after he hath laid the foundation and is not able to finish all that behold begin to mock him
GK: ίνα μήποτε θέντος αυτού θεμέλιον και μη ισχύοντος εκτελέσαι πάντες οι θεωρούντες άρξωνται έμπαιζειν αυτώ

ἐμπαίκτης (mocker)

[edit]

2 Peter 3:3

KJV: Knowing this first that there shall come in the last days scoffers walking after their own lusts
GK: τούτο πρώτον γινώσκοντες ότι ελεύσονται επ΄ εσχάτων των ημερών εμπαίκται κατά τας ιδίας αυτών επιθυμίας πορευόμενοι

Jude 1:18

KJV: How that they told you there should be mockers in the last time who should walk after their own ungodly lusts
GK: ότι έλεγον υμίν ότι εν εσχάτω χρόνω έσονται εμπαίκται κατά τας εαυτών επιθυμίας πορευομενοι των ασεβειών

ἐμπεριπατέω (walk in)

[edit]

2 Corinthians 6:16

KJV: And what agreement hath the temple of God with idols for ye are the temple of the living God as God hath said I will dwell in them and walk in and I will be their God and they shall be my people
GK: τις δε συγκατάθεσις ναώ θεού μετά ειδώλων υμείς γαρ ναός θεού εστε ζώντος καθώς είπεν ο θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω και έσομαι αυτών θεός και αυτοί έσονταί μοι λαός

ἐμπίπλημι (fill)

[edit]

Luke 1:53

KJV: He hath filled the hungry with good things and the rich he hath sent empty away
GK: πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλεν κενούς

Luke 6:25

KJV: Woe unto you that are full for ye shall hunger Woe unto you that laugh now for ye shall mourn and weep
GK: ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι ότι πεινάσετε ουαί υμίν οι γελώντες νυν ότι πενθήσετε και κλαύσετε

John 6:12

KJV: When they were filled he said unto his disciples Gather up the fragments that remain that nothing be lost
GK: ως δε ενεπλήσθησαν λέγει τοις μαθηταίς αυτού συναγάγετε τα περισσεύσαντα κλάσματα ίνα μη τι απόληται

Acts 14:17

KJV: Nevertheless he left not himself without witness in that he did good and gave us rain from heaven and fruitful filling our hearts with food and gladness
GK: καίτοιγε ουκ αμάρτυρον αφήκεν αγαθοποιών ουρανόθεν υμίν υετούς δίδους και καιρούς καρποφόρους εμπιπλών τροφής και ευφροσύνης τας καρδίας ημών

Romans 15:24

KJV: Whensoever I take my journey into Spain I will come to you for I trust to see you in my journey and to be brought on my way thitherward by you if first I be somewhat filled with your
GK: ως εάν πορεύωμαι εις την Σπανίαν ελεύσομαι προς υμάς ελπίζω γαρ διαπορευόμενος θεάσασθαι υμάς και υφ΄ υμών προπεμφθήναι εκεί εάν υμών πρώτον από μέρους εμπλησθώ

ἐμπίπτω (fall among (into))

[edit]

Matthew 12:11

KJV: And he said unto them What man shall there be among you that shall have one sheep and if it fall into a pit on the sabbath day will he not lay hold on it and lift out
GK: ο δε είπεν αυτοίς τις έσται εξ υμών άνθρωπος ος έξει πρόβατον εν και εάν εμπέση τούτο τοις σάββασιν εις βόθυνον ουχί κρατήσει αυτό και εγερεί

Luke 10:36

KJV: Which now of these three thinkest thou was neighbour unto him that fell among the thieves
GK: τις ούν τούτων των τριών δοκεί σοι πλησίον γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς

Luke 14:5

KJV: And answered them saying Which of you shall have an ass or an ox fallen into a pit and will not straightway pull him out on the sabbath day
GK: και αποκριθείς προς αυτούς είπε τίνος υμών όνος η βους εις φρέαρ εμπεσείται και ουκ ευθέως ανασπάσει αυτόν εν τη ημέρα του σάββατου

1 Timothy 3:6

KJV: Not a novice lest being lifted up with pride he fall into the condemnation of the devil
GK: μη νεόφυτον ίνα μη τυφωθείς εις κρίμα εμπέση του διαβόλου

1 Timothy 3:7

KJV: Moreover he must have a good report of them which are without lest he fall into reproach and the snare of the devil
GK: δει δε αυτόν και μαρτυρίαν καλήν έχειν από των έξωθεν ίνα μη εις ονειδισμόν εμπέση και παγίδα του διαβόλου

1 Timothy 6:9

KJV: But they that will be rich fall into temptation and a snare and many foolish and hurtful lusts which drown men in destruction and perdition
GK: οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν

Hebrews 10:31

KJV: a fearful thing to fall into the hands of the living God
GK: φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας θεού ζώντος

ἐμπλέκω (entangle (in)

[edit]

2 Timothy 2:4

KJV: No man that warreth entangleth himself with the affairs of life that he may please him who hath chosen him to be a soldier
GK: ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται ταις του βίου πραγματείαις ίνα τω στρατολογήσαντι αρέση

2 Peter 2:20

KJV: For if after they have escaped the pollutions of the world through the knowledge of the Lord and Saviour Jesus Christ they are again entangled therein and overcome the latter end is worse with them than the beginning
GK: ει γαρ αποφυγόντες τα μιάσματα του κόσμου εν επιγνώσει του κυρίου και σωτήρος Ιησού χριστού τούτοις δε πάλιν εμπλακέντες ηττώνται γέγονεν αυτοίς τα έσχατα χείρονα των πρώτων

ἐμπλοκή (plaiting)

[edit]

1 Peter 3:3

KJV: Whose adorning let it not be that outward of plaiting the hair and of wearing of gold or of putting on of apparel
GK: ων έστω ουχ ο έξωθεν εμπλοκής τριχών και περιθέσεως χρυσίων η ενδύσεως ιματίων κόσμος

ἐμπνέω (breathe)

[edit]

Acts 9:1

KJV: And Saul yet breathing out threatenings and slaughter against the disciples of the Lord went unto the high priest
GK: ο δε Σαύλος έτι εμπνέων απειλής και φόνου εις τους μαθητάς του κυρίου προσελθών τω αρχιερεί

ἐμπορεύομαι (buy and sell)

[edit]

James 4:13

KJV: Go to now ye that say To day or to morrow we will go into such a city and continue there a year and buy and sell and get gain
GK: άγε νυν οι λέγοντες σήμερον και αύριον πορευσώμεθα εις τήνδε την πόλιν και ποιήσωμεν εκεί ενιαυτόν ένα και εμπορευσώμεθα και κερδησώμεν

2 Peter 2:3

KJV: And through covetousness shall they with feigned words make merchandise of you whose judgment now of a long time lingereth not and their damnation slumbereth not
GK: και εν πλεονεξία πλαστοίς λόγοις υμάς εμπορεύσονται οις το κρίμα έκπαλαι ουκ αργεί και η απώλεια αυτών ου νυστάζει

ἐμπορία (merchandise)

[edit]

Matthew 22:5

KJV: But they made light of and went their ways one to his farm another to his merchandise
GK: οι δε αμελήσαντες απήλθον ο μεν εις τον ίδιον αγρόν ο δε εις την εμπορίαν αυτού

ἐμπόριον (merchandise)

[edit]

John 2:16

KJV: And said unto them that sold doves Take these things hence make not my Father’s house an house of merchandise
GK: και τοις τας περιστεράς πωλούσιν είπεν άρατε ταύτα εντεύθεν μη ποιείτε τον οίκον του πατρός μου οίκον εμπορίου

ἔμπορος (merchant)

[edit]

Matthew 13:45

KJV: Again the kingdom of heaven is like unto a merchant man seeking goodly pearls
GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω εμπόρω ζητούντι καλούς μαργαρίτας

Revelation 18:3

KJV: For all nations have drunk of the wine of the wrath of her fornication and the kings of the earth have committed fornication with her and the merchants the earth are waxed rich through the abundance of her delicacies
GK: ότι εκ του θυμού του οίνου της πορνείας αυτής πεπότικε πάντα τα έθνη και οι βασιλείς της γης μετ΄ αυτης επόρνευσαν και οι έμποροι της γης εκ της δυνάμεως του στρήνους αυτής επλούτησαν

Revelation 18:11

KJV: And the merchants of the earth shall weep and mourn over her for no man buyeth their merchandise any more
GK: και οι έμποροι της γης κλαίουσι και πενθούσιν επ΄ αυήν ότι τον γόμον αυτών ουδείς αγοράζει ουκέτι

Revelation 18:15

KJV: The merchants of these things which were made rich by her shall stand afar off for the fear of her torment weeping and wailing
GK: οι έμποροι τούτων οι πλουτήσαντες απ΄ αυτής από μακρόθεν στήσονται διά τον φόβον του βασανισμού αυτής κλαίοντες και πενθούντες

Revelation 18:23

KJV: And the light of a candle shall shine no more at all in thee and the voice of the bridegroom and of the bride shall be heard no more at all in thee for thy merchants were the great men of the earth for by thy sorceries were all nations deceived
GK: και φως λύχνου ου φανή εν σοι έτι και φωνή νυμφίου και νύμφης ου ακουσθή εν σοι έτι ότι οι έμποροί σου ήσαν οι μεγιστάνες της γης ότι εν τη φαρμακεία σου επλανήθησαν πάντα τα έθνη

ἐμπρήθω (burn up)

[edit]

Matthew 22:7

KJV: But when the king heard he was wroth and he sent forth his armies and destroyed those murderers and burned up their city
GK: και ακούσας ο βασιλεύς εκείνος ωργίσθη και πέμψας τα στρατεύματα απώλεσεν τους φονείς εκείνους και την πόλιν αυτών ενέπρησε

ἔμπροσθεν (against)

[edit]

Matthew 5:16

KJV: your light so shine before men that they may see your good works and glorify your Father which is in heaven
GK: ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς

Matthew 5:24

KJV: Leave there thy gift before the altar and go thy way first be reconciled to thy brother and then come and offer thy gift
GK: άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου

Matthew 6:1

KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς

Matthew 6:2

KJV: Therefore when thou doest alms do not sound a trumpet before thee as the hypocrites do in the synagogues and in the streets that they may have glory of men Verily I say unto you They have their reward
GK: όταν ουν ποιής ελεημοσύνην μη σαλπίσης έμπροσθέν σου ώσπερ οι υποκριταί ποιούσιν εν ταις συναγωγαίς και εν ταις ρύμαις όπως δοξασθώσιν υπό των ανθρώπων αμήν λέγω υμίν απέχουσι τον μισθόν αυτών

Matthew 7:6

KJV: Give not that which is holy unto the dogs neither cast ye your pearls before swine lest they trample them under their feet and turn again and rend you
GK: μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμων έμπροσθεν των χοίρων μήποτε καταπατήσωσιν αυτούς εν τοις ποσίν αυτών και στραφέντες ρήξωσιν υμάς

Matthew 10:32

KJV: Whosoever therefore shall confess me before men him will I confess also before my Father which is in heaven
GK: πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς

Matthew 10:33

KJV: But whosoever shall deny me before men him will I also deny before my Father which is in heaven
GK: όστις δ΄ αν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς

Matthew 11:10

KJV: For this is of whom it is written Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
GK: ούτος γαρ εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου

Matthew 11:26

KJV: Even so Father for so it seemed good in thy sight
GK: ναι ο πατήρ ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθέν σου

ἐμπτύω (spit (upon))

[edit]

Matthew 26:67

KJV: Then did they spit in his face and buffeted him and others smote him with the palms of their hands
GK: τότε ενέπτυσαν εις το πρόσωπον αυτού και εκολάφισαν αυτόν οι δε ερράπισαν

Matthew 27:30

KJV: And they spit upon him and took the reed and smote him on the head
GK: και εμπτύσαντες εις αυτόν έλαβον τον κάλαμον και έτυπτον εις την κεφαλήν αυτού

Mark 10:34

KJV: And they shall mock him and shall scourge him and shall spit upon him and shall kill him and the third day he shall rise again
GK: και εμπαίξουσιν αυτώ και μαστιγώσουσιν αυτόν και εμπτύσουσιν αυτώ και αποκτενούσιν αυτόν και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται

Mark 14:65

KJV: And some began to spit on him and to cover his face and to buffet him and to say unto him Prophesy and the servants did strike him with the palms of their hands
GK: και ήρξαντό τινες εμπτύειν αυτώ και περικαλύπτειν το πρόσωπον αυτού και κολαφίζειν αυτόν και λέγειν αυτώ προφήτευσον και οι υπηρέται ραπίσμασιν αυτόν έβαλλον

Mark 15:19

KJV: And they smote him on the head with a reed and did spit upon him and bowing knees worshipped him
GK: και έτυπτον αυτού την κεφαλήν καλάμω και ενέπτυον αυτώ και τιθέντες τα γόνατα προσεκύνουν αυτώ

Luke 18:32

KJV: For he shall be delivered unto the Gentiles and shall be mocked and spitefully entreated and spitted on
GK: παραδοθήσεται γαρ τοις έθνεσι και εμπαιχθήσεται και υβρισθήσεται και εμπτυσθήσεται

ἐμφανής (manifest)

[edit]

Acts 10:40

KJV: Him God raised up the third day and shewed him openly
GK: τούτον ο θεός ήγειρε τη τρίτη ημέρα και έδωκεν αυτόν εμφανή γενέσθαι

Romans 10:20

KJV: But Esaias is very bold and saith I was found of them that sought me not I was made manifest unto them that asked not after me
GK: Ησαϊας δε αποτολμά και λέγει ευρέθην τοις εμέ μη ζητούσιν εμφανής εγενόμην τοις εμέ μη επερωτώσι

ἐμφανίζω (appear)

[edit]

Matthew 27:53

KJV: And came out of the graves after his resurrection and went into the holy city and appeared unto many
GK: και εξελθόντες εκ των μνημείων μετά την έγερσιν αυτού εισήλθον εις την αγίαν πόλιν και ενεφανίσθησαν πολλοίς

John 14:21

KJV: He that hath my commandments and keepeth them he it is that loveth me and he that loveth me shall be loved of my Father and I will love him and will manifest myself to him
GK: ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς εκείνός εστιν ο αγαπών με ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του πατρός μου και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν

John 14:22

KJV: Judas saith unto him not Iscariot Lord how is it that thou wilt manifest thyself unto us and not unto the world
GK: λέγει αυτώ Ιούδας ουχ ο Ισκαριώτης κύριε τι γέγονεν ότι ημίν μέλλεις εμφανίζειν σεαυτόν και ουχί τω κόσμω

Acts 23:15

KJV: Now therefore ye with the council signify to the chief captain that he bring him down unto you to morrow as though ye would enquire something more perfectly concerning him and we or ever he come near are ready to kill him
GK: νυν ούν υμείς εμφανίσατε τω χιλιάρχω συν τω συνεδρίω όπως αύριον αυτόν καταγάγη προς υμάς ως μέλλοντας διαγινώσκειν ακριβέστερον τα περί αυτού ημείς δε προ του εγγίσαι αυτόν έτοιμοί εσμεν του ανελείν αυτόν

Acts 23:22

KJV: So the chief captain let the young man depart and charged tell no man that thou hast shewed these things to me
GK: ο μεν ουν χιλίαρχος απέλυσε τον νεανίαν παραγγείλας μηδενί εκλαλήσαι ότι ταύτα ενεφάνισας προς με

Acts 24:1

KJV: And after five days Ananias the high priest descended with the elders and a certain orator Tertullus who informed the governor against Paul
GK: μετά δε πέντε ημέρας κατέβη ο αρχιερεύς Ανανίας μετά των πρεσβυτέρων και ρήτορος Τερτύλλου τινός οίτινες ενεφάνισαν τω ηγεμόνι κατά του Παύλου

Acts 25:2

KJV: Then the high priest and the chief of the Jews informed him against Paul and besought him
GK: ενεφάνισαν δε αυτώ ο αρχιερεύς και οι πρώτοι των Ιουδαίων κατά του Παύλου και παρεκάλουν αυτόν

Acts 25:15

KJV: About whom when I was at Jerusalem the chief priests and the elders of the Jews informed desiring judgment against him
GK: περί ου γενομένου μου εις Ιεροσόλυμα ενεφάνισαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων αιτούμενοι κατ΄ αυτού δίκην

Hebrews 9:24

KJV: For Christ is not entered into the holy places made with hands the figures of the true but into heaven itself now to appear in the presence of God for us
GK: ου γαρ εις χειροποίητα άγια εισήλθεν ο χριστός αντίτυπα των αληθινών αλλ΄ εις αυτόν τον ουρανόν νυν εμφανισθήναι τω προσώπω του θεού υπέρ ημών

ἔμφοβος (affrighted)

[edit]

Luke 24:5

KJV: And as they were afraid and bowed down faces to the earth they said unto them Why seek ye the living among the dead
GK: εμφόβων δε γενομένων αυτών και κλινουσών το πρόσωπον εις την γην είπον προς αυτάς τι ζητείτε τον ζώντα μετά των νεκρών

Luke 24:37

KJV: But they were terrified and affrighted and supposed that they had seen a spirit
GK: πτοηθέντες δε και έμφοβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν

Acts 10:4

KJV: And when he looked on him he was afraid and said What is it Lord And he said unto him Thy prayers and thine alms are come up for a memorial before God
GK: ο δε ατενίσας αυτώ και έμφοβος γενόμενος είπε τι εστι κύριε είπε δε αυτώ αι προσευχαί σου και αι ελεημοσύναι σου ανέβησαν εις μνημόσυνον ενώπιον του θεού

Acts 22:9

KJV: And they that were with me saw indeed the light and were afraid but they heard not the voice of him that spake to me
GK: οι δε συν εμοί όντες το μεν φως εθεάσαντο και έμφοβοι εγένοντο την δε φωνήν ουκ ήκουσαν του λαλούντός μοι

Acts 24:25

KJV: And as he reasoned of righteousness temperance and judgment to come Felix trembled and answered Go thy way this time when I have a convenient season I will call for thee
GK: διαλεγομένου δε αυτού περί δικαιοσύνης και εγκρατείας και του κρίματος του μέλλοντος έσεσθαι έμφοβος γενόμενος ο Φήλιξ απεκρίθη το νυν έχον πορεύου καιρόν δε μεταλαβών μετακαλέσομαί σε

Revelation 11:13

KJV: And the same hour was there a great earthquake and the tenth part of the city fell and in the earthquake were slain of men seven thousand and the remnant were affrighted and gave glory to the God of heaven
GK: και εν εκείνη τη ημέρα εγένετο σεισμός μέγας και το δέκατον της πόλεως έπεσε και απεκτάνθησαν εν τω σεισμώ ονόματα ανθρώπων χιλιάδες επτά και οι λοιποί έμφοβοι εγένοντο και έδωκαν δόξαν τω θεώ του ουρανού

ἐμφυσάω (breathe on)

[edit]

John 20:22

KJV: And when he had said this he breathed on and saith unto them Receive ye the Holy Ghost
GK: και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς λάβετε πνεύμα άγιον

ἔμφυτος (engrafted)

[edit]

James 1:21

KJV: Wherefore lay apart all filthiness and superfluity of naughtiness and receive with meekness the engrafted word which is able to save your souls
GK: διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραϋτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών

ἐν (about)

[edit]

Matthew 1:18

KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου

Matthew 1:20

KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου

Matthew 1:23

KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός

Matthew 2:1

KJV: Now when Jesus was born in Bethlehem of Judaea in the days of Herod the king behold there came wise men from the east to Jerusalem
GK: του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα

Matthew 2:2

KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ

Matthew 2:5

KJV: And they said unto him In Bethlehem of Judaea for thus it is written by the prophet
GK: οι δε είπον αυτώ εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας ούτως γαρ γέγραπται διά του προφήτου

Matthew 2:6

KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ

Matthew 2:9

KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον

Matthew 2:16

KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων

ἐναγκαλίζομαι (take up in arms)

[edit]

Mark 9:36

KJV: And he took a child and set him in the midst of them and when he had taken him in his arms he said unto them
GK: και λαβών παιδίον έστησεν αυτό εν μέσω αυτών και εναγκαλισάμενος αυτό είπεν αυτοίς

Mark 10:16

KJV: And he took them up in his arms put hands upon them and blessed them
GK: και εναγκαλισάμενος αυτά τιθείς τας χείρας επ΄ αυτά ηυλόγει αυτά

ἐνάλιος (thing in the sea)

[edit]

James 3:7

KJV: For every kind of beasts and of birds and of serpents and of things in the sea is tamed and hath been tamed of mankind
GK: πάσα γαρ φύσις θηρίων τε και πετεινών ερπετών τε και εναλίων δαμάζεται και δεδάμασται τη φύσει τη ανθρωπίνη

ἔναντι (before)

[edit]

Luke 1:8

KJV: And it came to pass that while he executed the priest’s office before God in the order of his course
GK: εγένετο δε εν τω ιερατεύειν αυτόν εν τη τάξει της εφημερίας αυτού έναντι του θεού

ἐναντίον (before)

[edit]

Mark 2:12

KJV: And immediately he arose took up the bed and went forth before them all insomuch that they were all amazed and glorified God saying We never saw it on this fashion
GK: και ηγέρθη ευθέως και άρας τον κράββατον εξήλθεν εναντίον πάντων ώστε εξίστασθαι πάντας και δοξάζειν τον θεόν λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν

Luke 20:26

KJV: And they could not take hold of his words before the people and they marvelled at his answer and held their peace
GK: και ουκ ίσχυσαν επιλαβέσθαι αυτού ρήματος εναντίον του λαού και θαυμάσαντες επί τη αποκρίσει αυτού εσίγησαν

Luke 24:19

KJV: And he said unto them What things And they said unto him Concerning Jesus of Nazareth which was a prophet mighty in deed and word before God and all the people
GK: και είπεν αυτοίς ποία οι δε είπον αυτώ τα περί Ιησού του Ναζωραίου ος εγένετο ανήρ προφήτης δυνατός εν έργω και λόγω εναντίον του θεού και παντός του λαού

Acts 7:10

KJV: And delivered him out of all his afflictions and gave him favour and wisdom in the sight of Pharaoh king of Egypt and he made him governor over Egypt and all his house
GK: και εξείλετο αυτόν εκ πασών των θλίψεων αυτού και έδωκεν αυτώ χάριν και σοφίαν εναντίον Φαράω βασιλέως Αιγύπτου και κατέστησεν αυτόν ηγούμενον επ΄ Αίγυπτον και όλον τον οίκον αυτού

Acts 8:32

KJV: The place of the scripture which he read was this He was led as a sheep to the slaughter and like a lamb dumb before his shearer so opened he not his mouth
GK: η δε περιοχή της γραφής ην ανεγίνωσκεν ην αύτη ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού

ἐναντίος ((over) against)

[edit]

Matthew 14:24

KJV: But the ship was now in the midst of the sea tossed with waves for the wind was contrary
GK: το δε πλοίον ήδη μέσον της θαλάσσης ην βασανιζόμενον υπό των κυμάτων ην γαρ εναντίος ο άνεμος

Mark 6:48

KJV: And he saw them toiling in rowing for the wind was contrary unto them and about the fourth watch of the night he cometh unto them walking upon the sea and would have passed by them
GK: και είδεν αυτούς βασανιζομένους εν τω ελαύνειν ην γαρ ο άνεμος εναντίος αυτοίς και περί τετάρτην φυλακήν της νυκτός έρχεται προς αυτούς περιπατών επί της θαλάσσης και ήθελε παρελθείν αυτούς

Mark 15:39

KJV: And when the centurion which stood over against him saw that he so cried out and gave up the ghost he said Truly this man was the Son of God
GK: ιδών δε ο κεντυρίων ο παρεστηκώς εξ εναντίας αυτού ότι ούτω κράξας εξέπνευσεν είπεν αληθώς ο άνθρωπος ούτος υιός ην θεού

Acts 26:9

KJV: I verily thought with myself that I ought do many things contrary to the name of Jesus of Nazareth
GK: εγώ μεν ούν έδοξα εμαυτώ προς το όνομα Ιησού του Ναζωραίου δειν πολλά εναντία πράξαι

Acts 27:4

KJV: And when we had launched from thence we sailed under Cyprus because the winds were contrary
GK: κακείθεν αναχθέντες υπεπλεύσαμεν την Κύπρον διά το τους ανέμους είναι εναντίους

Acts 28:17

KJV: And it came to pass that after three days Paul called the chief of the Jews together and when they were come together he said unto them Men brethren though I have committed nothing against the people or customs of our fathers yet was I delivered prisoner from Jerusalem into the hands of the Romans
GK: εγένετο δε μετά ημέρας τρεις συγκαλέσασθαι τον Παύλον τους όντας των Ιουδαίων πρώτους συνελθόντων δε αυτών έλεγε προς αυτούς άνδρες αδελφοί εγώ ουδέν εναντίον ποιήσας τω λαω η τοις έθεσι τοις πατρώοις δέσμιος εξ Ιεροσολύμων παρεδόθην εις τας χείρας των Ρωμαίων

1 Thessalonians 2:15

KJV: Who both killed the Lord Jesus and their own prophets and have persecuted us and they please not God and contrary to all men
GK: των και τον κύριον αποκτεινάντων Ιησούν και τους ιδίους προφήτας και ημάς εκδιωξάντων και θεώ μη αρεσκόντων και πάσιν ανθρώποις εναντίων

Titus 2:8

KJV: Sound speech that cannot be condemned that he that is of the contrary part may be ashamed having no evil thing to say of you
GK: λόγον υγιή ακατάγνωστον ίνα ο εξ εναντίας εντραπή μηδέν έχων περί ημών λέγειν φαύλον

ἐνάρχομαι (rule (by mistake for )

[edit]

Galatians 3:3

KJV: Are ye so foolish having begun in the Spirit are ye now made perfect by the flesh
GK: ούτως ανόητοί εστε εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε

Philippians 1:6

KJV: Being confident of this very thing that he which hath begun a good work in you will perform until the day of Jesus Christ
GK: πεποιθώς αυτό τούτο ότι ο εναρξάμενος εν υμίν έργον αγαθόν επιτελέσει άχρις ημέρας Ιησού χριστού

ἐνδεής (lacking)

[edit]

Acts 4:34

KJV: Neither was there any among them that lacked for as many as were possessors of lands or houses sold them brought the prices of the things that were sold
GK: ουδέ γαρ ενδεής τις υπήρχεν εν αυτοίς όσοι γαρ κτήτορες χωρίων η οικιών υπήρχον πωλούντες έφερον τας τιμάς των πιπρασκομένων

ἔνδειγμα (manifest token)

[edit]

2 Thessalonians 1:5

KJV: a manifest token of the righteous judgment of God that ye may be counted worthy of the kingdom of God for which ye also suffer
GK: ένδειγμα της δικαίας κρίσεως του θεού εις το καταξιωθήναι υμάς της βασιλείας του θεού υπέρ ης και πάσχετε

ἐνδείκνυμι (do)

[edit]

Romans 2:15

KJV: Which shew the work of the law written in their hearts their conscience also bearing witness and thoughts the mean while accusing or else excusing one another
GK: οίτινες ενδείκνυνται το έργον του νόμου γραπτόν εν ταις καρδίαις αυτών συμμαρτυρούσης αυτών της συνειδήσεως και μεταξύ αλλήλων των λογισμών κατηγορούντων η και απολογουμένων

Romans 9:17

KJV: For the scripture saith unto Pharaoh Even for this same purpose have I raised thee up that I might shew my power in thee and that my name might be declared throughout all the earth
GK: λέγει γαρ η γραφή τω Φαραώ ότι εις αυτό τούτο εξήγειρά σε όπως ενδείξωμαι εν σοι την δύναμίν μου και όπως διαγγελή το όνομά μου εν πάση τη γη

Romans 9:22

KJV: if God willing to shew wrath and to make his power known endured with much longsuffering the vessels of wrath fitted to destruction
GK: ει δε θέλων ο θεός ενδείξασθαι την οργήν και γνωρίσαι το δυνατόν αυτού ήνεγκεν εν πολλή μακροθυμία σκεύη οργής κατηρτισμένα εις απώλειαν

2 Corinthians 8:24

KJV: Wherefore shew ye to them and before the churches the proof of your love and of our boasting on your behalf
GK: την ουν ένδειξιν της αγάπης υμών και ημών καυχήσεως υπέρ υμών εις αυτούς ενδείξασθε και εις πρόσωπον των εκκλησιών

Ephesians 2:7

KJV: That in the ages to come he might shew the exceeding riches of his grace in kindness toward us through Christ Jesus
GK: ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ΄ ημάς εν χριστώ Ιησού

1 Timothy 1:16

KJV: Howbeit for this cause I obtained mercy that in me first Jesus Christ might shew forth all longsuffering for a pattern to them which should hereafter believe on him to life everlasting
GK: αλλά διά τούτο ηλεήθην ίνα εν εμοί πρώτω ενδείξηται Ιησούς χριστός την πάσαν μακροθυμίαν προς υποτύπωσιν των μελλόντων πιστεύειν επ΄ αυτώ εις ζωήν αιώνιον

2 Timothy 4:14

KJV: Alexander the coppersmith did me much evil the Lord reward him according to his works
GK: Αλέξανδρος ο χαλκεύς πολλά μοι κακά ενεδείξατο αποδώη αυτώ ο κύριος κατά τα έργα αυτού

Titus 2:10

KJV: Not purloining but shewing all good fidelity that they may adorn the doctrine of God our Saviour in all things
GK: μη νοσφιζομένους αλλά πίστιν πάσαν ενδεικνυμένους αγαθήν ίνα την διδασκαλίαν του σωτήρος ημών θεού κοσμώσιν εν πάσιν

Titus 3:2

KJV: To speak evil of no man to be no brawlers gentle shewing all meekness unto all men
GK: μηδένα βλασφημείν αμάχους είναι επιεικείς πάσαν ενδεικνυμένους πραότητα προς πάντας ανθρώπους

ἔνδειξις (declare)

[edit]

Romans 3:25

KJV: Whom God hath set forth a propitiation through faith in his blood to declare his righteousness for the remission of sins that are past
GK: ον προέθετο ο θεός ιλαστήριον διά της πίστεως εν τω αυτού αίματι εις ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού διά την πάρεσιν των προγεγονότων αμαρτημάτων

Romans 3:26

KJV: To declare at this time his righteousness that he might be just and the justifier of him which believeth in Jesus
GK: εν τη ανοχή του θεού προς ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού εν τω νυν καιρώ εις το είναι αυτόν δίκαιον και δικαιούντα τον εκ πίστεως Ιησούν

2 Corinthians 8:24

KJV: Wherefore shew ye to them and before the churches the proof of your love and of our boasting on your behalf
GK: την ουν ένδειξιν της αγάπης υμών και ημών καυχήσεως υπέρ υμών εις αυτούς ενδείξασθε και εις πρόσωπον των εκκλησιών

Philippians 1:28

KJV: And in nothing terrified by your adversaries which is to them an evident token of perdition but to you of salvation and that of God
GK: και μη πτυρόμενοι εν μηδενί υπό των αντικειμένων ήτις αυτοίς μεν εστιν ένδειξις απωλείας υμίν δε σωτηρίας και τούτο από θεού

ἕνδεκα (eleven)

[edit]

Matthew 28:16

KJV: Then the eleven disciples went away into Galilee into a mountain where Jesus had appointed them
GK: οι δε ένδεκα μαθηταί επορεύθησαν εις την Γαλιλαίαν εις το όρος ου ετάξατο αυτοίς ο Ιησούς

Mark 16:14

KJV: Afterward he appeared unto the eleven as they sat at meat and upbraided them with their unbelief and hardness of heart because they believed not them which had seen him after he was risen
GK: ύστερον ανακειμένοις αυτοίς τοις ένδεκα εφανερώθη και ωνείδισε την απιστίαν αυτών και σκληροκαρδίαν ότι τοις θεασσαμένοις αυτόν εγηγερμένον ουκ επίστευσαν

Luke 24:9

KJV: And returned from the sepulchre and told all these things unto the eleven and to all the rest
GK: και υποστρέψασαι από του μνημείου απήγγειλαν πάντα ταύτα τοις ένδεκα και πάσι τοις λοιποίς

Luke 24:33

KJV: And they rose up the same hour and returned to Jerusalem and found the eleven gathered together and them that were with them
GK: και αναστάντες αυτή τη ώρα υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ και εύρον συνηθροισμένους τους ένδεκα και τους συν αυτοίς

Acts 1:26

KJV: And they gave forth their lots and the lot fell upon Matthias and he was numbered with the eleven apostles
GK: και έδωκαν κλήρους αυτών και έπεσεν ο κλήρος επί Ματθίαν και συγκατεψηφίσθη μετά των ένδεκα αποστόλων

Acts 2:14

KJV: But Peter standing up with the eleven lifted up his voice and said unto them Ye men of Judæa and all that dwell at Jerusalem be this known unto you and hearken to my words
GK: σταθείς δε Πέτρος συν τοις ένδεκα επήρε την φωνήν αυτού και απεφθέγξατο αυτοίς άνδρες Ιουδαίοι και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ άπαντες τούτο υμίν γνωστόν έστω και ενωτίσασθε τα ρήματά μου

ἑνδέκατος (eleventh)

[edit]

Matthew 20:6

KJV: And about the eleventh hour he went out and found others standing idle and saith unto them Why stand ye here all the day idle
GK: περί δε την ενδεκάτην ώραν εξελθών εύρεν άλλους εστώτας αργούς και λέγει αυτοίς τι ώδε εστήκατε όλην την ημέραν αργοί

Matthew 20:9

KJV: And when they came that about the eleventh hour they received every man a penny
GK: και ελθόντες οι περί την ενδεκάτην ώραν έλαβον ανά δηνάριον

Revelation 21:20

KJV: The fifth sardonyx the sixth sardius the seventh chrysolite the eighth beryl the ninth a topaz the tenth a chrysoprasus the eleventh a jacinth the twelfth an amethyst
GK: ο πέμπτος σαρδόνυξ ο έκτος σάρδιος ο έβδομος χρυσόλιθος ο όγδοος βήρυλλος ο ένατος τοπάζιον ο δέκατος χρυσόπρασος ο ενδέκατος υάκινθος ο δωδέκατος αμέθυστος

ἐνδέχομαι (can (+ not) be)

[edit]

Luke 13:33

KJV: Nevertheless I must walk to day and to morrow and the following for it cannot be that a prophet perish out of Jerusalem
GK: πλήν δει με σήμερον και αύριον και τη εχομένη πορεύεσθαι ότι ουκ ενδέχεται προφήτην απολέσθαι έξω Ιερουσαλήμ

ἐνδημέω (be at home (present))

[edit]

2 Corinthians 5:6

KJV: Therefore always confident knowing that whilst we are at home in the body we are absent from the Lord
GK: θαρρούντες ούν πάντοτε και ειδότες ότι ενδημούντες εν τω σώματι εκδημούμεν από του κυρίου

2 Corinthians 5:8

KJV: We are confident and willing rather to be absent from the body and to be present with the Lord
GK: θαρρούμεν δε και ευδοκούμεν μάλλον εκδημήσαι εκ του σώματος και ενδημήσαι προς τον κύριον

2 Corinthians 5:9

KJV: Wherefore we labour that whether present or absent we may be accepted of him
GK: διό και φιλοτιμούμεθα είτε ενδημούντες είτε εκδημούντες ευάρεστοι αυτώ είναι

ἐνδιδύσκω (clothe in)

[edit]

Luke 8:27

KJV: And when he went forth to land there met him out of the city a certain man which had devils long time and ware no clothes neither abode in house but in the tombs
GK: εξελθόντι δε αυτώ επί την γην υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως ος είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών και ιμάτιον ουκ ενεδιδύσκετο και εν οικία ουκ έμενεν αλλ΄ εν τοις μνήμασιν

Luke 16:19

KJV: There was a certain rich man which was clothed in purple and fine linen and fared sumptuously every day
GK: άνθρωπος δε τις ην πλούσιος και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ ημέραν λαμπρώς

ἔνδικος (just)

[edit]

Romans 3:8

KJV: And not as we be slanderously reported and as some affirm that we say Let us do evil that good may come whose damnation is just
GK: και μη καθώς βλασφημούμεθα και καθώς φασί τινες ημάς λέγειν ότι ποιήσωμεν τα κακά ίνα έλθη τα αγαθά ων το κρίμα ένδικόν εστι

Hebrews 2:2

KJV: For if the word spoken by angels was stedfast and every transgression and disobedience received a just recompence of reward
GK: ει γαρ ο δι΄ αγγέλων λαληθείς λόγος εγένετο βέβαιος και πάσα παράβασις και παρακοή έλαβεν ένδικον μισθαποδοσίαν

ἐνδόμησις (building)

[edit]

Revelation 21:18

KJV: And the building of the wall of it was jasper and the city pure gold like unto clear glass
GK: και ην η ενδόμησις του τείχους αυτής ιάσπις και η πόλις χρυσίον καθαρόν όμοιον υέλω καθαρώ

ἐνδοξάζω (glorify)

[edit]

2 Thessalonians 1:10

KJV: When he shall come to be glorified in his saints and to be admired in all them that believe because our testimony among you was believed in that day
GK: όταν έλθη ενδοξασθήναι εν τοις αγίοις αυτού και θαυμασθήναι εν πάσι τοις πιστεύσασιν ότι επιστεύθη το μαρτύριον ημών εφ΄ υμάς εν τη ημέρα εκείνη

2 Thessalonians 1:12

KJV: That the name of our Lord Jesus Christ may be glorified in you and ye in him according to the grace of our God and the Lord Jesus Christ
GK: όπως ενδοξασθή το όνομα του κυρίου ημών Ιησού χριστού εν υμίν και υμείς εν αυτώ κατά την χάριν του θεού ημών και κυρίου Ιησού χριστού

ἔνδοξος (glorious)

[edit]

Luke 7:25

KJV: But what went ye out for to see A man clothed in soft raiment Behold they which are gorgeously apparelled and live delicately are in kings’ courts
GK: αλλά τι εξεληλύθατε ιδείν άνθρωπον εν μαλακοίς ιματίοις ημφιεσμένον ιδού οι εν ιματισμώ ενδόξω και τρυφή υπάρχοντες εν τοις βασιλείοις εισίν

Luke 13:17

KJV: And when he had said these things all his adversaries were ashamed and all the people rejoiced for all the glorious things that were done by him
GK: και ταύτα λέγοντας αυτού κατησχύνοντο πάντες οι αντικείμενοι αυτώ και πας ο όχλος έχαιρεν επί πάσι τοις ενδόξοις τοις γινομένοις υπ΄ αυτού

1 Corinthians 4:10

KJV: We fools for Christ’s sake but ye wise in Christ we weak but ye strong ye honourable but we despised
GK: ημείς μωροί διά χριστόν υμείς δε φρόνιμοι εν χριστώ ημείς ασθενείς υμείς δε ισχυροί υμείς ένδοξοι ημείς δε άτιμοι

Ephesians 5:27

KJV: That he might present it to himself a glorious church not having spot or wrinkle or any such thing but that it should be holy and without blemish
GK: ίνα παραστήση αυτήν εαυτώ ένδοξον την εκκλησίαν μη έχουσαν σπίλον η ρυτίδα η τι των τοιούτων αλλ΄ ίνα η αγία και άμωμος

ἔνδυμα (clothing)

[edit]

Matthew 3:4

KJV: And the same John had his raiment of camel’s hair and a leathern girdle about his loins and his meat was locusts and wild honey
GK: αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον

Matthew 6:25

KJV: Therefore I say unto you Take no thought for your life what ye shall eat or what ye shall drink nor yet for your body what ye shall put on Is not the life more than meat and the body than raiment
GK: διά τούτο λέγω υμίν μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος

Matthew 6:28

KJV: And why take ye thought for raiment Consider the lilies of the field how they grow they toil not neither do they spin
GK: και περί ενδύματος τι μεριμνάτε καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνει ου κοπιά ουδέ νήθει

Matthew 7:15

KJV: Beware of false prophets which come to you in sheep’s clothing but inwardly they are ravening wolves
GK: προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες

Matthew 22:11

KJV: And when the king came in to see the guests he saw there a man which had not on a wedding garment
GK: εισελθών δε ο βασιλεύς θεάσασθαι τους ανακειμένους είδεν εκεί άνθρωπον ουκ ενδεδυμένον ένδυμα γάμου

Matthew 22:12

KJV: And he saith unto him Friend how camest thou in hither not having a wedding garment And he was speechless
GK: και λέγει αυτώ εταίρε πως εισήλθες ώδε μη έχων ένδυμα γάμου ο δε εφιμώθη

Matthew 28:3

KJV: His countenance was like lightning and his raiment white as snow
GK: ην δε η ιδέα αυτού ως αστραπή και το ένδυμα αυτού λευκόν ωσεί χιών

Luke 12:23

KJV: The life is more than meat and the body than raiment
GK: η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος

ἐνδυναμόω (enable)

[edit]

Acts 9:22

KJV: But Saul increased the more in strength and confounded the Jews which dwelt at Damascus proving that this is very Christ
GK: Σαύλος δε μάλλον ενεδυναμούτο και συνέχυνε τους Ιουδαίους τους κατοικούντας εν Δαμασκώ συμβιβάζων ότι ούτός εστιν ο χριστός

Romans 4:20

KJV: He staggered not at the promise of God through unbelief but was strong in faith giving glory to God
GK: εις δε την επαγγελίαν του θεού ου διεκρίθη τη απιστία αλλ΄ ενεδυναμώθη τη πίστει δους δόξαν τω θεώ

Ephesians 6:10

KJV: Finally my brethren be strong in the Lord and in the power of his might
GK: το λοιπόν αδελφοί μου ενδυναμούσθε εν κυρίω και εν τω κράτει της ισχύος αυτού

Philippians 4:13

KJV: I can do all things through Christ which strengtheneth me
GK: πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντί με χριστώ

1 Timothy 1:12

KJV: And I thank Christ Jesus our Lord who hath enabled me for that he counted me faithful putting me into the ministry
GK: και χάριν έχω τω ενδυναμώσαντί με χριστώ Ιησού τω κυρίω ημών ότι πιστόν με ηγήσατο θέμενος εις διακονίαν

2 Timothy 2:1

KJV: Thou therefore my son be strong in the grace that is in Christ Jesus
GK: συ ούν τέκνον μου ενδυναμού εν τη χάριτι τη εν χριστώ Ιησού

2 Timothy 4:17

KJV: Notwithstanding the Lord stood with me and strengthened me that by me the preaching might be fully known and all the Gentiles might hear and I was delivered out of the mouth of the lion
GK: ο δε κύριός μοι παρέστη και ενεδυνάμωσέ με ίνα δι΄ εμού το κήρυγμα πληροφορηθή και ακούση πάντα τα έθνη και ερρύσθην εκ στόματος λέοντος

Hebrews 11:34

KJV: Quenched the violence of fire escaped the edge of the sword out of weakness were made strong waxed valiant in fight turned to flight the armies of the aliens
GK: έσβεσαν δύναμιν πυρός έφυγον στόματα μαχαίρας ενεδυναμώθησαν από ασθενείας εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων

ἐνδύνω (creep)

[edit]

2 Timothy 3:6

KJV: For of this sort are they which creep into houses and lead captive silly women laden with sins led away with divers lusts
GK: εκ τουτων γαρ εισιν οι ενδύνοντες εις τας οικίας και αιχμαλωτεύοντες τα γυναικάρια σεσωρευμένα αμαρτίαις αγόμενα επιθυμίαις ποικίλαις

ἔνδυσις (putting on)

[edit]

1 Peter 3:3

KJV: Whose adorning let it not be that outward of plaiting the hair and of wearing of gold or of putting on of apparel
GK: ων έστω ουχ ο έξωθεν εμπλοκής τριχών και περιθέσεως χρυσίων η ενδύσεως ιματίων κόσμος

ἐνδύω (array)

[edit]

Matthew 6:25

KJV: Therefore I say unto you Take no thought for your life what ye shall eat or what ye shall drink nor yet for your body what ye shall put on Is not the life more than meat and the body than raiment
GK: διά τούτο λέγω υμίν μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος

Matthew 22:11

KJV: And when the king came in to see the guests he saw there a man which had not on a wedding garment
GK: εισελθών δε ο βασιλεύς θεάσασθαι τους ανακειμένους είδεν εκεί άνθρωπον ουκ ενδεδυμένον ένδυμα γάμου

Matthew 27:31

KJV: And after that they had mocked him they took the robe off from him and put his own raiment on him and led him away to crucify
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την χλαμύδα και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια αυτού και απήγαγον αυτόν εις το σταυρώσαι

Mark 1:6

KJV: And John was clothed with camel’s hair and with a girdle of a skin about his loins and he did eat locusts and wild honey
GK: ην δε Ιωάννης ενδεδυμένος τρίχας καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού και εσθίων ακρίδας και μέλι άγριον

Mark 6:9

KJV: But shod with sandals and not put on two coats
GK: αλλ΄ υποδεδεμένους σανδάλια και μη ενδύσησθε δύο χιτώνας

Mark 15:17

KJV: And they clothed him with purple and platted a crown of thorns and put it about his
GK: και ενδύουσιν αυτόν πορφύραν και περιτιθέασιν αυτώ πλέξαντες ακάνθινον στέφανον

Mark 15:20

KJV: And when they had mocked him they took off the purple from him and put his own clothes on him and led him out to crucify him
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την πορφύραν και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια τα ίδια και εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν

Luke 12:22

KJV: And he said unto his disciples Therefore I say unto you Take no thought for your life what ye shall eat neither for the body what ye shall put on
GK: είπε δε προς τους μαθητάς αυτού διά τούτο υμίν λέγω μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε μηδέ τω σώματι τι ενδύσησθε

Luke 15:22

KJV: But the father said to his servants Bring forth the best robe and put on him and put a ring on his hand and shoes on feet
GK: είπε δε ο πατήρ προς τους δούλους αυτού εξενέγκατε την στολήν την πρώτην και ενδύσατε αυτόν και δότε δακτύλιον εις την χείρα αυτού και υποδήματα εις τους πόδας

ἐνέδρα (lay wait)

[edit]

Acts 25:3

KJV: And desired favour against him that he would send for him to Jerusalem laying wait in the way to kill him
GK: αιτούμενοι χάριν κατ΄ αυτού όπως μεταπέμψηται αυτόν εις Ιερουσαλήμ ένεδραν ποιούντες ανελείν αυτόν κατά την οδόν

ἐνεδρεύω (lay wait for)

[edit]

Luke 11:54

KJV: Laying wait for him and seeking to catch something out of his mouth that they might accuse him
GK: ενεδρεύοντες αυτόν ζητούντες θηρεύσαί τι εκ του στόματος αυτού ίνα κατηγορήσωσιν αυτού

Acts 23:21

KJV: But do not thou yield unto them for there lie in wait for him of them more than forty men which have bound themselves with an oath that they will neither eat nor drink till they have killed him and now are they ready looking for a promise from thee
GK: συ ούν μη πεισθής αυτοίς ενεδρεύουσι γαρ αυτόν εξ αυτών άνδρες πλείους τεσσαράκοντα οίτινες ανεθεμάτισαν εαυτούς μήτε φαγείν μήτε πιείν έως ου ανέλωσιν αυτόν και νυν έτοιμοί εισι προσδεχόμενοι την από σου επαγγελίαν

ἔνεδρον (lying in wait)

[edit]

Acts 23:16

KJV: And when Paul’s sister’s son heard of their lying in wait he went and entered into the castle and told Paul
GK: ακούσας δε ο υιός της αδελφής Παύλον το ένεδρον παραγενόμενος και εισελθών εις την παρεμβολήν απήγγειλε τω Παύλω

ἐνειλέω (wrap in)

[edit]

Mark 15:46

KJV: And he bought fine linen and took him down and wrapped him in the linen and laid him in a sepulchre which was hewn out of a rock and rolled a stone unto the door of the sepulchre
GK: και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω ο ην λελατομημένον εκ πέτρας και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου

ἔνειμι (such things as … have)

[edit]

Luke 11:41

KJV: But rather give alms of such things as ye have and behold all things are clean unto you
GK: πλην τα ενόντα δότε ελεημοσύνη και ιδού πάντα καθαρά υμίν εστιν

ἕνεκα (because)

[edit]

Matthew 5:10

KJV: Blessed they which are persecuted for righteousness’ sake for theirs is the kingdom of heaven
GK: μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών

Matthew 5:11

KJV: Blessed are ye when shall revile you and persecute and shall say all manner of evil against you falsely for my sake
GK: μακάριοί εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ΄ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού

Matthew 10:18

KJV: And ye shall be brought before governors and kings for my sake for a testimony against them and the Gentiles
GK: και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν

Matthew 10:39

KJV: He that findeth his life shall lose it and he that loseth his life for my sake shall find it
GK: ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν

Matthew 16:25

KJV: For whosoever will save his life shall lose it and whosoever will lose his life for my sake shall find it
GK: ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι απολέσει αυτήν ος δ΄ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν

Matthew 19:5

KJV: And said For this cause shall a man leave father and mother and shall cleave to his wife and they twain shall be one flesh
GK: και είπεν ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα και προσκολληθήσεται τη γυναικί αυτού και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν

Matthew 19:29

KJV: And every one that hath forsaken houses or brethren or sisters or father or mother or wife or children or lands for my name’s sake shall receive an hundredfold and shall inherit everlasting life
GK: και πας ος αφήκεν οικίαν η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η τέκνα η αγρούς ένεκεν του ονόματός μου εκατονταπλασίονα λήψεται και ζωήν αιώνιον κληρονομήσει

Mark 8:35

KJV: For whosoever will save his life shall lose it but whosoever shall lose his life for my sake and the gospel’s the same shall save it
GK: ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι απολέσει αυτήν ος δ΄ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου ούτος σώσει αυτήν

Mark 10:7

KJV: For this cause shall a man leave his father and mother and cleave to his wife
GK: ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού

ἐνέργεια (operation)

[edit]

Ephesians 1:19

KJV: And what the exceeding greatness of his power to us-ward who believe according to the working of his mighty power
GK: και τι το υπερβάλλον μέγεθος της δυνάμεως αυτού εις ημάς τους πιστεύοντας κατά την ενέργειαν του κράτους της ισχύος

Ephesians 3:7

KJV: Whereof I was made a minister according to the gift of the grace of God given unto me by the effectual working of his power
GK: ου εγενόμην διάκονος κατά την δωρεάν της χάριτος του θεού την δοθείσάν μοι κατά την ενέργειαν της δυνάμεως αυτού

Ephesians 4:16

KJV: From whom the whole body fitly joined together and compacted by that which every joint supplieth according to the effectual working in the measure of every part maketh increase of the body unto the edifying of itself in love
GK: εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συμβιβαζόμενον διά πάσης αφής της επιχορηγίας κατ΄ ενέργειαν εν μέτρω ενός εκάστου μέρους την αύξησιν του σώματος ποιείται εις οικοδομήν εαυτού εν αγάπη

Philippians 3:21

KJV: Who shall change our vile body that it may be fashioned like unto his glorious body according to the working whereby he is able even to subdue all things unto himself
GK: ος μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών εις το γενέσθαι αυτο σύμμορφον τω σώματι της δόξης αυτού κατά την ενέργειαν του δύνασθαι αυτόν και υποτάξαι εαυτώ τα πάντα

Colossians 1:29

KJV: Whereunto I also labour striving according to his working which worketh in me mightily
GK: εις ο και κοπιώ αγωνιζόμενος κατά την ενέργειαν αυτού την ενεργουμένην εν εμοί εν δυνάμει

Colossians 2:12

KJV: Buried with him in baptism where in also ye are risen with through the faith of the operation of God who hath raised him from the dead
GK: συνταφέντες αυτώ εν τω βαπτίσματι εν ω και συνηγέρθητε διά της πίστεως της ενεργείας του θεού του εγείραντος αυτόν εκ των νεκρών

2 Thessalonians 2:9

KJV: whose coming is after the working of Satan with all power and signs and lying wonders
GK: ου εστιν η παρουσία κατ΄ ενέργειαν του σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους

2 Thessalonians 2:11

KJV: And for this cause God shall send them strong delusion that they should believe a lie
GK: και διά τούτο πέμψει αυτοίς ο θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει

ἐνεργέω (do)

[edit]

Matthew 14:2

KJV: And said unto his servants This is John the Baptist he is risen from the dead and therefore mighty works do shew forth themselves in him
GK: και είπε τοις παισίν αυτού ούτός εστιν Ιωάννης ο βαπτιστής αυτός ηγέρθη από των νεκρών και διά τούτο αι δυνάμεις ενεργούσιν εν αυτώ

Mark 6:14

KJV: And king Herod heard for his name was spread abroad and he said That John the Baptist was risen from the dead and therefore mighty works do shew forth themselves in him
GK: και ήκουσεν ο βασιλεύς Ηρώδης φανερόν γαρ εγένετο το όνομα αύτου και έλεγεν ότι Ιωάννης ο βαπτίζων εκ νεκρών ηγέρθη και διά τούτο ενεργούσιν αι δυνάμεις εν αυτώ

Romans 7:5

KJV: For when we were in the flesh the motions of sins which were by the law did work in our members to bring forth fruit unto death
GK: ότε γαρ ήμεν εν τη σαρκί τα παθήματα των αμαρτιών τα διά του νόμου ενηργείτο εν τοις μέλεσιν ημών εις το καρποφορήσαι τω θανάτω

1 Corinthians 12:6

KJV: And there are diversities of operations but it is the same God which worketh all in all
GK: και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν ο δε αυτός εστι θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν

1 Corinthians 12:11

KJV: But all these worketh one and the selfsame Spirit dividing to every man severally as he will
GK: πάντα δε ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό πνεύμα διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται

2 Corinthians 1:6

KJV: And whether we be afflicted for your consolation and salvation which is effectual in the enduring of the same sufferings which we also suffer or whether we be comforted for your consolation and salvation
GK: είτε δε θλιβόμεθα υπέρ της υμών παρακλήσεως και σωτηρίας της ενεργουμένης εν υπομονή των αυτών παθημάτων ων και ημείς πάσχομεν

2 Corinthians 4:12

KJV: So then death worketh in us but life in you
GK: ώστε ο μεν θάνατος εν ημίν ενεργείται η δε ζωή εν υμίν

Galatians 2:8

KJV: For he that wrought effectually in Peter to the apostleship of the circumcision the same was mighty in me toward the Gentiles
GK: ο γαρ ενεργήσας Πέτρω εις αποστολήν της περιτομής ενήργησε και εμοί εις τα έθνη

Galatians 3:5

KJV: He therefore that ministereth to you the Spirit and worketh miracles among you by the works of the law or by the hearing of faith
GK: ο ούν επιχορηγών υμίν το πνεύμα και ενεργών δυνάμεις εν υμίν εξ έργων νόμου η εξ ακοής πίστεως

ἐνέργημα (operation)

[edit]

1 Corinthians 12:6

KJV: And there are diversities of operations but it is the same God which worketh all in all
GK: και διαιρέσεις ενεργημάτων εισίν ο δε αυτός εστι θεός ο ενεργών τα πάντα εν πάσιν

1 Corinthians 12:10

KJV: To another the working of miracles to another prophecy to another discerning of spirits to another kinds of tongues to another the interpretation of tongues
GK: άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων άλλω δε προφητεία άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων ετέρω δε γένη γλωσσών άλλω δε ερμηνεία γλωσσών

ἐνεργής (effectual)

[edit]

1 Corinthians 16:9

KJV: For a great door and effectual is opened unto me and many adversaries
GK: θύρα γαρ μοι ανέωγε μεγάλη και ενεργής και αντικείμενοι πολλοί

Philemon 1:6

KJV: That the communication of thy faith may become effectual by the acknowledging of every good thing which is in you in Christ Jesus
GK: όπως η κοινωνία της πίστεώς σου ενεργής γένηται εν επιγνώσει παντός έργου αγαθού του εν υμίν εις χριστόν Ιησούν

Hebrews 4:12

KJV: For the word of God quick and powerful and sharper than any twoedged sword piercing even to the dividing asunder of soul and spirit and of the joints and marrow and a discerner of the thoughts and intents of the heart
GK: ζων γαρ ο λόγος του θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμόυ ψυχής τε και πνεύματος αρμών τε και μυελών και κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας

ἐνευλογέω (bless)

[edit]

Acts 3:25

KJV: Ye are the children of the prophets and of the covenant which God made with our fathers saying unto Abraham And in thy seed shall all the kindreds of the earth be blessed
GK: υμείς εστε υιοί των προφητών και της διαθήκης ης διέθετο ο θεός προς τους πατέρας ημών λέγων προς Αβραάμ και εν τω σπέρματί σου ενευλογηθήσονται πάσαι αι πατριαί της γης

Galatians 3:8

KJV: And the scripture foreseeing that God would justify the heathen through faith preached before the gospel unto Abraham In thee shall all nations be blessed
GK: προϊδούσα δε η γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο θεός προευηγγελίσατο τω Αβραάμ ότι ευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη

ἐνέχω (entangle with)

[edit]

Mark 6:19

KJV: Therefore Herodias had a quarrel against him and would have killed him but she could not
GK: η δε Ηρωδιάς ενείχεν αυτώ και ήθελεν αυτόν αποκτείναι και ουκ ηδύνατο

Luke 11:53

KJV: And as he said these things unto them the scribes and the Pharisees began to urge vehemently and to provoke him to speak of many things
GK: λέγοντος δε αυτού ταύτα προς αυτούς ήρξαντο οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι δεινώς ενέχειν και αποστοματίζειν αυτόν περί πλειόνων

Galatians 5:1

KJV: Stand fast therefore the liberty wherewith Christ hath made us free and be not entangled again the yoke of bondage
GK: τη ελευθερία ούν η χριστός ημάς ηλευθέρωσεν στήκετε και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε

ἐνθάδε ((t-)here)

[edit]

Luke 24:41

KJV: And while they yet believed not for joy and wondered he said unto them Have ye here any meat
GK: έτι δε απιστούντων αυτών από της χαράς και θαυμαζόντων είπεν αυτοίς έχετέ τι βρώσιμον ενθάδε

John 4:15

KJV: The woman saith unto him Sir give me this water that I thirst not neither come hither to draw
GK: λέγει προς αυτόν η γυνή κύριε δος μοι τούτο το ύδωρ ίνα μη διψώ μηδέ έρχωμαι ενθάδε αντλείν

John 4:16

KJV: Jesus saith unto her Go call thy husband and come hither
GK: λέγει αυτή ο Ιησούς ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε

Acts 10:18

KJV: And called and asked whether Simon which was surnamed Peter were lodged there
GK: και φωνήσαντες επυνθάνοντο ει Σίμων ο επικαλούμενος Πέτρος ενθάδε ξενίζεται

Acts 16:28

KJV: But Paul cried with a loud voice saying Do thyself no harm for we are all here
GK: εφώνησε δε φωνή μεγάλη ο Παύλος λέγων μηδέν πράξης σεαυτώ κακόν άπαντες γαρ εσμεν ενθάδε

Acts 17:6

KJV: And when they found them not they drew Jason and certain brethren unto the rulers of the city crying These that have turned the world upside down are come hither also
GK: μη ευρόντες δε αυτούς έσυρον τον Ιάσονα και τινας αδελφούς επί τους πολιτάρχας βοώντες ότι οι την οικουμένην αναστατώσαντες ούτοι και ενθάδε πάρεισιν

Acts 25:17

KJV: Therefore when they were come hither without any delay on the morrow I sat on the judgment seat and commanded the man to be brought forth
GK: συνελθόντων ούν αυτών ενθάδε αναβολήν μηδεμίαν ποιησάμενος τη εξής καθίσας επί του βήματος εκέλευσα αχθήναι τον άνδρα

Acts 25:24

KJV: And Festus said King Agrippa and all men which are here present with us ye see this man about whom all the multitude of the Jews have dealt with me both at Jerusalem and here crying that he ought not to live any longer
GK: και φησιν ο Φήστος Αγρίππα βασιλεύ και πάντες οι συμπαρόντες ημίν άνδρες θεωρείτε τούτον περί ου παν το πλήθος των Ιουδαίων ενέτυχόν μοι εν τε Ιεροσολύμοις και ενθάδε επιβοώντες μη δειν ζην αυτόν μηκέτι

ἐνθυμέομαι (think)

[edit]

Matthew 1:20

KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου

Matthew 9:4

KJV: And Jesus knowing their thoughts said Wherefore think ye evil in your hearts
GK: και ιδών ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν ίνατι υμείς ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών

Acts 10:19

KJV: While Peter thought on the vision the Spirit said unto him Behold three men seek thee
GK: του δε Πέτρου ενθυμουμένου περί του οράματος είπεν αυτώ το πνεύμα ιδού άνδρες τρεις ζητούσί σε

ἐνθύμησις (device)

[edit]

Matthew 9:4

KJV: And Jesus knowing their thoughts said Wherefore think ye evil in your hearts
GK: και ιδών ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν ίνατι υμείς ενθυμείσθε πονηρά εν ταις καρδίαις υμών

Matthew 12:25

KJV: And Jesus knew their thoughts and said unto them Every kingdom divided against itself is brought to desolation and every city or house divided against itself shall not stand
GK: ειδώς δε ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν αυτοίς πάσα βασιλεία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ερημούται και πάσα πόλις η οικία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ου σταθήσεται

Acts 17:29

KJV: Forasmuch then as we are the offspring of God we ought not to think that the Godhead is like unto gold or silver or stone graven by art and man’s device
GK: γένος ούν υπάρχοντες του θεού ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ η αργύρω η λίθω χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον

Hebrews 4:12

KJV: For the word of God quick and powerful and sharper than any twoedged sword piercing even to the dividing asunder of soul and spirit and of the joints and marrow and a discerner of the thoughts and intents of the heart
GK: ζων γαρ ο λόγος του θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμόυ ψυχής τε και πνεύματος αρμών τε και μυελών και κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας

ἔνι (be)

[edit]

Galatians 3:28

KJV: There is neither Jew nor Greek there is neither bond nor free there is neither male nor female for ye are all one in Christ Jesus
GK: ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν χριστώ Ιησού

Colossians 3:11

KJV: Where there is neither Greek nor Jew circumcision nor uncircumcision Barbarian Scythian bond free but Christ all and in all
GK: όπου ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος περιτομή και ακροβυστία βάρβαρος Σκύθης δούλος ελεύθερος αλλά τα πάντα και εν πάσι χριστός

James 1:17

KJV: Every good gift and every perfect gift is from above and cometh down from the Father of lights with whom is no variableness neither shadow of turning
GK: πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων παρ΄ ω ουκ ένι παραλλαγή η τροπής αποσκίασμα

ἐνιαυτός (year)

[edit]

Luke 4:19

KJV: To preach the acceptable year of the Lord
GK: κηρύξαι ενιαυτόν κυρίου δεκτόν

John 11:49

KJV: And one of them Caiaphas being the high priest that same year said unto them Ye know nothing at all
GK: εις δε τις εξ αυτών Καϊάφας αρχιερεύς ων του ενιαυτό εκείνου είπεν αυτοίς υμείς ουκ οίδατε ουδέν

John 11:51

KJV: And this spake he not of himself but being high priest that year he prophesied that Jesus should die for that nation
GK: τούτο δε αφ΄ εαυτού ουκ είπεν αλλά αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου προεφήτευσεν ότι έμελλεν ο Ιησούς αποθνήσκειν υπέρ του έθνους

John 18:13

KJV: And led him away to Annas first for he was father in law to Caiaphas which was the high priest that same year
GK: και απήγαγον αυτόν προς Άνναν πρώτον ην γαρ πενθερός του Καϊάφα ος ην αρχιερεύς του ενιαυτού εκείνου

Acts 11:26

KJV: And when he had found him he brought him unto Antioch And it came to pass, that a whole year they assembled themselves with the church and taught much people And the disciples were called Christians first in Antioch
GK: και ευρών αυτόν ήγαγεν αυτόν εις Αντιόχειαν εγένετο δε αυτούς ενιαυτόν όλον συναχθήναι εν τη εκκλησία και διδάξαι όχλον ικανόν χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχεία τους μαθητάς χριστιανούς

Acts 18:11

KJV: And he continued a year and six months teaching the word of God among them
GK: εκάθισέ τε ενιαυτόν και μήνας εξ διδάσκων εν αυτοίς τον λόγον του θεού

Galatians 4:10

KJV: Ye observe days and months and times and years
GK: ημέρας παρατηρείσθε και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς

Hebrews 9:7

KJV: But into the second the high priest alone once every year not without blood which he offered for himself and the errors of the people
GK: εις δε την δευτέραν άπαξ του ενιαυτού μόνος ο αρχιερεύς ου χωρίς αίματος ο προσφέρει υπέρ εαυτού και των του λαού αγνοημάτων

Hebrews 9:25

KJV: Nor yet that he should offer himself often as the high priest entereth into the holy place every year with blood of others
GK: ουδ΄ ίνα πολλάκις προσφέρη εαυτόν ώσπερ ο αρχιερεύς εισέρχεται εις τα άγια κατ΄ ενιαυτόν εν αίματι αλλοτρίω

ἐνίστημι (come)

[edit]

Romans 8:38

KJV: For I am persuaded that neither death nor life nor angels nor principalities nor powers nor things present nor things to come
GK: πέπεισμαι γαρ ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις ούτε ενεστώτα ούτε μέλλοντα

1 Corinthians 3:22

KJV: Whether Paul or Apollos or Cephas or the world or life or death or things present or things to come all are yours
GK: είτε Παύλος είτε Απολλώς είτε Κηφάς είτε κόσμος είτε ζωή είτε θάνατος είτε ενεστώτα είτε μέλλοντα πάντα υμών εστιν

1 Corinthians 7:26

KJV: I suppose therefore that this is good for the present distress that good for a man so to be
GK: νομίζω ούν τούτο καλόν υπάρχειν διά την ενεστώσαν ανάγκην ότι καλόν ανθρώπω το ούτως είναι

Galatians 1:4

KJV: Who gave himself for our sins that he might deliver us from this present evil world according to the will of God and our Father
GK: του δόντος εαυτόν περί των αμαρτιων ημών όπως εξέληται ημάς εκ του ενεστώτος αιώνος πονηρού κατά το θέλημα του θεού και πατρός ημών

2 Thessalonians 2:2

KJV: That ye be not soon shaken in mind or be troubled neither by spirit nor by word nor by letter as from us as that the day of Christ is at hand
GK: εις το μη ταχέως σαλευθήναι υμάς από του νοός μήτε θροείσθαι μήτε διά πνεύματος μήτε διά λόγου μήτε δι΄ επιστολής ως δι΄ ημών ως ότι ενέστηκεν η ημέρα του χριστού

2 Timothy 3:1

KJV: This know also that in the last days perilous times shall come
GK: τούτο γίνωσκε ότι εν εσχάταις ημέραις ενστήσονται καιροί χαλεποί

Hebrews 9:9

KJV: Which a figure for the time then present in which were offered both gifts and sacrifices that could not make him that did the service perfect as pertaining to the conscience
GK: ήτις παραβολή εις τον καιρόν τον ενεστηκότα καθ΄ ον δώρά τε και θυσίαι προσφέρονται μη δυνάμεναι κατά συνείδησιν τελειώσαι τον λατρεύοντα

ἐνισχύω (strengthen)

[edit]

Luke 22:43

KJV: And there appeared an angel unto him from heaven strengthening him
GK: ώφθη δε αυτώ άγγελος απ΄ ουρανού ενισχύων αυτόν

Acts 9:19

KJV: And when he had received meat he was strengthened Then was Saul certain days with the disciples which were at Damascus
GK: και λαβών τροφήν ενίσχυσεν εγένετο δε ο Σαύλος μετά των εν Δαμασκώ μαθητών ημέρας τινάς

ἔνατος (ninth)

[edit]

Matthew 20:5

KJV: Again he went out about the sixth and ninth hour and did likewise
GK: οι δε απήλθον πάλιν εξελθών περί έκτην και εννάτην ώραν εποίησεν ωσαύτως

Matthew 27:45

KJV: Now from the sixth hour there was darkness over all the land unto the ninth hour
GK: από δε έκτης ώρας σκότος εγένετο επί πάσαν την γην έως ώρας ενάτης

Matthew 27:46

KJV: And about the ninth hour Jesus cried with a loud voice saying Eli Eli lama sabachthani that is to say My God my God why hast thou forsaken me
GK: περί δε την ενάτην ώραν ανεβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων ηλί ηλί λιμά σαβαχθανί τουτ΄ θεέ μου θεέ μου ίνατι με εγκατέλιπες

Mark 15:33

KJV: And when the sixth hour was come there was darkness over the whole land until the ninth hour
GK: γενομένης δε ώρας έκτης σκότος εγένετο εφ΄ όλην την γην έως ώρας ενάτης

Mark 15:34

KJV: And at the ninth hour Jesus cried with a loud voice saying Eloi Eloi lama sabachthani which is being interpreted My God my God why hast thou forsaken me
GK: και τη ώρα τη εννάτη εβόησεν ο Ιησούς φωνή μεγάλη λέγων ελωϊ ελωϊ λιμά σαβαχθανί ο εστι μεθερμηνευόμενον ο θεός μου ο θεός μου εις τι με εγκατέλιπες

Luke 23:44

KJV: And it was about the sixth hour and there was a darkness over all the earth until the ninth hour
GK: ην δε ωσεί ώρα έκτη και σκότος εγένετο εφ΄ όλην την γην έως ώρας ενάτης

Acts 3:1

KJV: Now Peter and John went up together into the temple at the hour of prayer the ninth
GK: επί το αυτό δε Πέτρος και Ιωάννης ανέβαινον εις το ιερόν επί την ώραν της προσευχής την εννάτην

Acts 10:3

KJV: He saw in a vision evidently about the ninth hour of the day an angel of God coming in to him and saying unto him Cornelius
GK: είδεν εν οράματι φανερώς ωσεί ώραν εννάτην της ημέρας άγγελον του θεού εισελθόντα προς αυτόν και ειπόντα αυτώ Κορνήλιε

Acts 10:30

KJV: And Cornelius said Four days ago I was fasting until this hour and at the ninth hour I prayed in my house and behold a man stood before me in bright clothing
GK: και ο Κορνήλιος έφη από τετάρτης ημέρας μέχρι ταύτης της ώρας ήμην νηστεύων και την ενάτην ώραν προσευχόμενος εν τω οίκω μου και ιδού ανήρ έστη ενώπίον μου εν εσθήτι λαμπρά

ἐννέα (nine)

[edit]

Luke 17:17

KJV: And Jesus answering said Were there not ten cleansed but where the nine
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν ουχί οι δέκα εκαθαρίσθησαν οι δε εννέα που

ἐνενήκοντα (ninety and nine)

[edit]

Matthew 18:12

KJV: How think ye if a man have an hundred sheep and one of them be gone astray doth he not leave the ninety and nine and goeth into the mountains and seeketh that which is gone astray
GK: τι υμίν δοκεί εάν γένηταί τινι ανθρώπω εκατόν πρόβατα και πλανηθή εν εξ αυτών ουχί αφείς τα ενενήκοντα εννέα επί τα όρη πορευθείς ζητεί το πλανώμενον

Matthew 18:13

KJV: And if so be that he find it verily I say unto you he rejoiceth more of that than of the ninety and nine which went not astray
GK: και εάν γένηται ευρείν αυτό αμήν λέγω υμίν ότι χαίρει επ΄ αυτώ μάλλον η επί τοις ενενήκοντα εννέα τοις μη πεπλανημένοις

Luke 15:4

KJV: What man of you having an hundred sheep if he lose one of them doth not leave the ninety and nine in the wilderness and go after that which is lost until he find it
GK: τις άνθρωπος εξ υμών έχων εκατόν πρόβατα και απολέσας εν εξ αυτών ου καταλείπει τα ενενήκοντα εννέα εν τη ερήμω και πορεύεται επί το απολωλός έως εύρη αυτό

Luke 15:7

KJV: I say unto you that likewise joy shall be in heaven over one sinner that repenteth more than over ninety and nine just persons which need no repentance
GK: λέγω υμίν ότι ούτως χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι η επί ενενήκοντα εννέα δικαίοις οίτινες ου χρείαν έχουσι μετανοίας

ἐνεός (speechless)

[edit]

Acts 9:7

KJV: And the men which journeyed with him stood speechless hearing a voice but seeing no man
GK: οι δε άνδρες οι συνοδεύοντες αυτώ ειστήκεισαν εννεοί ακούοντες μεν της φωνής μηδένα δε θεωρούντες

ἐννεύω (make signs)

[edit]

Luke 1:62

KJV: And they made signs to his father how he would have him called
GK: ενένευον δε τω πατρί αυτού το τι αν θέλοι καλείσθαι αυτόν

ἔννοια (intent)

[edit]

Hebrews 4:12

KJV: For the word of God quick and powerful and sharper than any twoedged sword piercing even to the dividing asunder of soul and spirit and of the joints and marrow and a discerner of the thoughts and intents of the heart
GK: ζων γαρ ο λόγος του θεού και ενεργής και τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διϊκνούμενος άχρι μερισμόυ ψυχής τε και πνεύματος αρμών τε και μυελών και κριτικός ενθυμήσεων και εννοιών καρδίας

1 Peter 4:1

KJV: Forasmuch then as Christ hath suffered for us in the flesh arm yourselves likewise with the same mind for he that hath suffered in the flesh hath ceased from sin
GK: χριστού ούν παθόντος υπέρ ημών σαρκί και υμείς την αυτήν έννοιαν οπλίσασθε ότι ο παθών εν σαρκί πέπαυται αμαρτίας

ἔννομος (lawful)

[edit]

Acts 19:39

KJV: But if ye enquire any thing concerning other matters it shall be determined in a lawful assembly
GK: ει δε τι περί ετέρων επιζητείτε εν τη εννόμω εκκλησία επιλυθήσεται

1 Corinthians 9:21

KJV: To them that are without law as without law being not without law to God but under the law to Christ that I might gain them that are without law
GK: τοις ανόμοις ως άνομος μη ων άνομος θεώ αλλ΄ έννομος χριστώ ίνα κερδήσω ανόμους

ἔννυχος (before day)

[edit]

Mark 1:35

KJV: And in the morning rising up a great while before day he went out and departed into a solitary place and there prayed
GK: και πρωϊ έννυχον λίαν αναστάς εξήλθε και απήλθεν εις έρημον τόπον κακεί προσηύχετο

ἐνοικέω (dwell in)

[edit]

Romans 8:11

KJV: But if the Spirit of him that raised up Jesus from the dead dwell in you he that raised up Christ from the dead shall also quicken your mortal bodies by his Spirit that dwelleth in you
GK: ει δε το πνεύμα του εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν ο εγείρας τον χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και το θνητά σώματα υμών διά το ενοικούντος αυτού πνεύματος εν υμίν

2 Corinthians 6:16

KJV: And what agreement hath the temple of God with idols for ye are the temple of the living God as God hath said I will dwell in them and walk in and I will be their God and they shall be my people
GK: τις δε συγκατάθεσις ναώ θεού μετά ειδώλων υμείς γαρ ναός θεού εστε ζώντος καθώς είπεν ο θεός ότι ενοικήσω εν αυτοίς και εμπεριπατήσω και έσομαι αυτών θεός και αυτοί έσονταί μοι λαός

Colossians 3:16

KJV: Let the word of Christ dwell in you richly in all wisdom teaching and admonishing one another in psalms and hymns and spiritual songs singing with grace in your hearts to the Lord
GK: ο λόγος του χριστού ενοικείτω εν υμίν πλουσίως εν πάση σοφία διδάσκοντες και νουθετούντες εαυτούς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς εν χάριτι άδοντες εν τη καρδία υμών τω κυρίω

2 Timothy 1:5

KJV: When I call to remembrance the unfeigned faith that is in thee which dwelt first in thy grandmother Lois and thy mother Eunice and I am persuaded that in thee also
GK: υπόμνησιν λαμβάνων της εν σοι ανυποκρίτου πίστεως ήτις ενώκησε πρώτον εν τη μάμμη σου Λωϊδι και τη μητρί σου Ευνίκη πέπεισμαι δε ότι και εν σοι

2 Timothy 1:14

KJV: That good thing which was committed unto thee keep by the Holy Ghost which dwelleth in us
GK: την καλήν παραθήκην φύλαξον διά πνεύματος αγίου του ενοικούντος εν ημίν

ἑνότης (unity)

[edit]

Ephesians 4:3

KJV: Endeavouring to keep the unity of the Spirit in the bond of peace
GK: σπουδάζοντες τηρείν την ενότητα του πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης

Ephesians 4:13

KJV: Till we all come in the unity of the faith and of the knowledge of the Son of God unto a perfect man unto the measure of the stature of the fulness of Christ
GK: μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του υιού του θεού εις άνδρα τέλειον εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του χριστού

ἐνοχλέω (trouble)

[edit]

Hebrews 12:15

KJV: Looking diligently lest any man fail of the grace of God lest any root of bitterness springing up trouble and there by many be defiled
GK: επισκοπούντες μη τις υστερών από της χάριτος του θεού μη τις ρίζα πικρίας άνω φύουσα ενοχλή και διά ταύτης μιανθώσι πολλοί

ἔνοχος (in danger of)

[edit]

Matthew 5:21

KJV: Ye have heard that it was said by them of old time Thou shalt not kill and whosoever shall kill shall be in danger of the judgment
GK: ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις ου φονεύσεις ος δ΄ αν φονεύση ένοχος έσται τη κρίσει

Matthew 5:22

KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός

Matthew 26:66

KJV: What think ye They answered and said He is guilty of death
GK: τι υμίν δοκεί οι δε αποκριθέντες είπον ένοχος θανάτου εστί

Mark 3:29

KJV: But he that shall blaspheme against the Holy Ghost hath never forgiveness but is in danger of eternal damnation
GK: ος δ΄ αν βλασφημήση εις το πνεύμα το άγιον ουκ έχει άφεσιν εις τον αιώνα αλλ΄ ένοχός εστιν αιωνίου κρίσεως

Mark 14:64

KJV: Ye have heard the blasphemy what think ye And they all condemned him to be guilty of death
GK: ηκούσατε της βλασφημίας τι υμίν φαίνεται οι δε πάντες κατέκριναν αυτόν είναι ένοχον θανάτου

1 Corinthians 11:27

KJV: Wherefore whosoever shall eat this bread and drink cup of the Lord unworthily shall be guilty of the body and blood of the Lord
GK: ώστε ος αν εσθίη τον άρτον τούτον η πίνη το ποτήριον του κυρίου αναξίως ένοχος έσται του σώματος και αίματος του κυρίου

Hebrews 2:15

KJV: And deliver them who through fear of death were all their lifetime subject to bondage
GK: και απαλλάξη τούτους όσοι φόβω θανάτου διά παντός του ζην ένοχοι ήσαν δουλείας

James 2:10

KJV: For whosoever shall keep the whole law and yet offend in one he is guilty of all
GK: όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήσει πταίσει δε εν ενί γέγονε πάντων ένοχος

ἔνταλμα (commandment)

[edit]

Matthew 15:9

KJV: But in vain they do worship me teaching doctrines the commandments of men
GK: μάτην δε σέβονταί με διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων

Mark 7:7

KJV: Howbeit in vain do they worship me teaching doctrines the commandments of men
GK: μάτην δε σέβονταί με διδάσκοντες διδασκαλίας εντάλματα ανθρώπων

Colossians 2:22

KJV: Which all are to perish with the using after the commandments and doctrines of men
GK: α εστι πάντα εις φθοράν τη αποχρήσει κατά τα εντάλματα και διδασκαλίας των ανθρώπων

ἐνταφιάζω (bury)

[edit]

Matthew 26:12

KJV: For in that she hath poured this ointment on my body she did for my burial
GK: βαλούσα γαρ αύτη το μύρον τούτο επί του σώματός μου προς το ενταφιάσαι με εποίησεν

John 19:40

KJV: Then took they the body of Jesus and wound it in linen clothes with the spices as the manner of the Jews is to bury
GK: έλαβον ουν το σώμα του Ιησού και έδησαν αυτό εν οθονίοις μετά των αρωμάτων καθώς έθος εστί τοις Ιουδαίος ενταφιάζειν

ἐνταφιασμός (burying)

[edit]

Mark 14:8

KJV: She hath done what she could she is come aforehand to anoint my body to the burying
GK: ο είχεν αυτή εποίησεν προέλαβε μυρίσαι μου το σώμα εις τον ενταφιασμόν

John 12:7

KJV: Then said Jesus Let her alone against the day of my burying hath she kept this
GK: είπεν ουν ο Ιησούς άφες αυτήν εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό

ἐντέλλομαι ((give) charge)

[edit]

Matthew 4:6

KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου

Matthew 15:4

KJV: For God commanded saying Honour thy father and mother and He that curseth father or mother let him die the death
GK: ο γαρ θεός ενετείλατο λέγων τίμα τον πατέρα και την μητέρα και ο κακολογών πατέρα η μητέρα θανάτω τελευτάτω

Matthew 17:9

KJV: And as they came down from the mountain Jesus charged them saying Tell the vision to no man until the Son of man be risen again from the dead
GK: και καταβαινόντων αυτών από του όρους ενετείλατο αυτοίς ο Ιησούς λέγων μηδενί είπητε το όραμα εώς ου ο υιός του ανθρώπου εκ νεκρών αναστή

Matthew 19:7

KJV: They say unto him Why did Moses then command to give a writing of divorcement and to put her away
GK: λέγουσιν αυτώ τι ουν Μωσής ενετείλατο δούναι βιβλίον αποστασίου και απολύσαι αυτήν

Matthew 28:20

KJV: Teaching them to observe all things whatsoever I have commanded you and lo I am with you alway unto the end of the world Amen
GK: διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν και ιδού εγώ μεθ΄ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος αμήν

Mark 10:3

KJV: And he answered and said unto them What did Moses command you
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς τι υμίν ενετείλατο Μωσής

Mark 11:6

KJV: And they said unto them even as Jesus had commanded and they let them go
GK: οι δε είπον αυτοίς καθώς ενετείλατο ο Ιησούς και αφήκαν αυτούς

Mark 13:34

KJV: as a man taking a far journey who left his house and gave authority to his servants and to every man his work and commanded the porter to watch
GK: ως άνθρωπος απόδημος αφείς την οικίαν αυτού και δους τοις δούλοις αυτού την εξουσίαν και εκάστω το έργον αυτού και τω θυρωρώ ενετείλατο ίνα γρηγορή

Luke 4:10

KJV: For it is written He shall give his angels charge over thee to keep thee
GK: γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαι σε

ἐντεῦθεν ((from) hence)

[edit]

Matthew 17:20

KJV: And Jesus said unto them Because of your unbelief for verily I say unto you If ye have faith as a grain of mustard seed ye shall say unto this mountain Remove hence to yonder place and it shall remove and nothing shall be impossible unto you
GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς διά την απιστίαν υμών αμήν γαρ λέγω υμίν εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί και μεταβήσεται και ουδέν αδυνατήσει υμίν

Luke 4:9

KJV: And he brought him to Jerusalem and set him on a pinnacle of the temple and said unto him If thou be the Son of God cast thyself down from hence
GK: και ήγαγεν αυτόν εις Ιερουσαλήμ και έστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού και είπεν αυτώ ει ο υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν εντεύθεν κάτω

Luke 13:31

KJV: The same day there came certain of the Pharisees saying unto him Get thee out and depart hence for Herod will kill thee
GK: εν αυτή τη ημέρα προσήλθόν τινες Φαρισαίοι λέγοντες αυτώ έξελθε και πορεύου εντεύθεν ότι Ηρώδης θέλει σε αποκτείναι

Luke 16:26

KJV: And beside all this between us and you there is a great gulf fixed so that they which would pass from hence to you cannot neither can they pass to us that from thence
GK: και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν

John 2:16

KJV: And said unto them that sold doves Take these things hence make not my Father’s house an house of merchandise
GK: και τοις τας περιστεράς πωλούσιν είπεν άρατε ταύτα εντεύθεν μη ποιείτε τον οίκον του πατρός μου οίκον εμπορίου

John 7:3

KJV: His brethren therefore said unto him Depart hence and go into Judæa that thy disciples also see the works that thou doest
GK: είπον ουν προς αυτόν οι αδελφοί αυτού μετάβηθι εντεύθεν και ύπαγε εις την Ιουδαίαν ίνα και οι μαθηταί σου θεωρήσωσιν τα έργα σου α ποιείς

John 14:31

KJV: But that the world may know that I love the Father and as the Father gave me commandment even so I do Arise let us go hence
GK: αλλ΄ ίνα γνώ ο κόσμος ότι αγαπώ τον πατέρα και καθώς ενετείλατό μοι ο πατήρ ούτως ποιώ εγείρεσθε άγωμεν εντεύθεν

John 18:36

KJV: Jesus answered My kingdom is not of this world if my kingdom were of this world then would my servants fight that I should not be delivered to the Jews but now is my kingdom not from hence
GK: απεκρίθη ο Ιησούς η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου ει εκ του κόσμου τούτου ην η βασιλεία η εμή οι υπηρέται αν οι εμοί ηγωνίζοντο ίνα μη παραδοθώ τοις Ιουδαίοις νυν δε η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν

John 19:18

KJV: Where they crucified him and two other with him on either side one and Jesus in the midst
GK: όπου αυτόν εσταύρωσαν και μετ΄ αυτού άλλους δύο εντεύθεν και εντεύθεν μέσον δε τον Ιησούν

ἔντευξις (intercession)

[edit]

1 Timothy 2:1

KJV: I exhort therefore that first of all supplications prayers intercessions giving of thanks be made for all men
GK: παρακαλώ ούν πρώτον πάντων ποιείσθαι δεήσεις προσευχάς εντεύξεις ευχαριστίας υπέρ πάντων ανθρώπων

1 Timothy 4:5

KJV: For it is sanctified by the word of God and prayer
GK: αγιάζεται γαρ διά λόγου θεού και εντεύξεως

ἔντιμος (dear)

[edit]

Luke 7:2

KJV: And a certain centurion’s servant who was dear unto him was sick and ready to die
GK: εκατοντάρχου δε τινος δούλος κακώς έχων έμελλε τελευτάν ος ην αυτώ έντιμος

Luke 14:8

KJV: When thou art bidden of any to a wedding sit not down in the highest room lest a more honourable man than thou be bidden of him
GK: όταν κληθής υπό τινος εις γάμους μη κατακλιθής εις την πρωτοκλισίαν μήποτε εντιμότερός σου η κεκλημένος υπ΄ αυτού

Philippians 2:29

KJV: Receive him therefore in the Lord with all gladness and hold such in reputation
GK: προσδέχεσθε ουν αυτόν εν κυρίω μετά πάσης χαράς και τους τοιούτους εντίμους έχετε

1 Peter 2:4

KJV: To whom coming a living stone disallowed indeed of men but chosen of God precious
GK: προς ον προσερχόμενοι λίθον ζώντα υπό ανθρώπων μεν αποδεδοκιμασμένον παρά δε θεώ εκλεκτόν έντιμον

1 Peter 2:6

KJV: Wherefore also it is contained in the scripture Behold I lay in Sion a chief corner stone elect precious and he that believeth on him shall not be confounded
GK: διότι περιέχει εν τη γραφή ιδού τίθημι εν Σιών λίθον ακρογωνιαίον εκλεκτόν έντιμον και ο πιστεύων επ΄ αυτώ ου καταισχυνθη

ἐντολή (commandment)

[edit]

Matthew 5:19

KJV: Whosoever therefore shall break one of these least commandments and shall teach men so shall be called the least in the kingdom of heaven but whosoever shall do and teach the same shall be called great in the kingdom of heaven
GK: ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτως τους ανθρώπους ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών

Matthew 15:3

KJV: But he answered and said unto them Why do ye also transgress the commandment of God by your tradition
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς διατί και υμείς παραβαίνετε την εντολήν του θεού διά την παράδοσιν υμών

Matthew 15:6

KJV: And honour not his father or his mother Thus have ye made the commandment of God of none effect by your tradition
GK: και ου τιμήση τον πατέρα αυτού η την μητέρα αυτού και ηκυρώσατε την εντολήν του θεού διά την παράδοσιν υμών

Matthew 19:17

KJV: And he said unto him Why callest thou me good none good but one God but if thou wilt enter into life keep the commandments
GK: ο δε είπεν αυτώ τι με λέγεις αγαθόν ουδείς αγαθός ει εις ο θεός ει δε θέλεις εισελθείν εις την ζωήν τήρησον τας εντολάς

Matthew 22:36

KJV: Master which the great commandment in the law
GK: διδάσκαλε ποία εντολή μεγάλη εν τω νόμω

Matthew 22:38

KJV: This is the first and great commandment
GK: αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή

Matthew 22:40

KJV: On these two commandments hang all the law and the prophets
GK: εν ταύταις ταις δυσίν εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται

Mark 7:8

KJV: For laying aside the commandment of God ye hold the tradition of men the washing of pots and cups and many other such like things ye do
GK: αφέντες γαρ την εντολήν του θεού κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων βαπτισμούς ξεστών και ποτηρίων και άλλα παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε

Mark 7:9

KJV: And he said unto them Full well ye reject the commandment of God that ye may keep your own tradition
GK: και έλεγεν αυτοίς καλώς αθετείτε την εντολήν του θεού ίνα την παράδοσιν υμών τηρήσητε

ἐντόπιος (of that place)

[edit]

Acts 21:12

KJV: And when we heard these things both we and they of that place besought him not to go up to Jerusalem
GK: ως δε ηκούσαμεν ταύτα παρεκαλούμεν ημείς τε και οι εντόπιοι του μη αναβαίνειν αυτόν εις Ιερουσαλήμ

ἐντός (within)

[edit]

Matthew 23:26

KJV: blind Pharisee cleanse first that within the cup and platter that the outside of them may be clean also
GK: Φαρισαίε τυφλέ καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηρίου και της παροψίδος ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν

Luke 17:21

KJV: Neither shall they say Lo here or lo there for behold the kingdom of God is within you
GK: ουδέ ερούσιν ιδού ώδε η ιδού εκεί ιδού γαρ η βασιλεία του θεού εντός υμών εστίν

ἐντρέπω (regard)

[edit]

Matthew 21:37

KJV: But last of all he sent unto them his son saying They will reverence my son
GK: ύστερον δε απέστειλεν προς αυτούς τον υιόν αυτού λέγων εντραπήσονται τον υιόν μου

Mark 12:6

KJV: Having yet therefore one son his wellbeloved he sent him also last unto them saying They will reverence my son
GK: έτι ούν ένα υιόν έχων αγαπητόν αυτού απέστειλε και αυτόν προς αυτούς έσχατον λέγων ότι εντραπήσονται τον υιόν μου

Luke 18:2

KJV: Saying There was in a city a judge which feared not God neither regarded man
GK: λέγων κριτής τις ην εν τινι πόλει τον θεόν μη φοβούμενος και άνθρωπον μη εντρεπόμενος

Luke 18:4

KJV: And he would not for a while but afterward he said within himself Though I fear not God nor regard man
GK: και ουκ ηθέλησεν επί χρόνον μετά δε ταύτα είπεν εν εαυτώ ει τον θεόν ου φοβούμαι και άνθρωπον ουκ εντρέπομαι

Luke 20:13

KJV: Then said the lord of the vineyard What shall I do I will send my beloved son it may be they will reverence when they see him
GK: είπεν δε ο κύριος του αμπελώνος τι ποιήσω πέμψω τον υιόν μου τον αγαπητόν ίσως τούτον ιδόντες εντραπήσονται

1 Corinthians 4:14

KJV: I write not these things to shame you but as my beloved sons I warn
GK: ουκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα αλλ΄ ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ

2 Thessalonians 3:14

KJV: And if any man obey not our word by this epistle note that man and have no company with him that he may be ashamed
GK: ει δε τις ουχ υπακούει τω λόγω ημών διά της επιστολής τούτον σημειούσθε και μη συναναμίγνυσθε αυτώ ίνα εντραπή

Titus 2:8

KJV: Sound speech that cannot be condemned that he that is of the contrary part may be ashamed having no evil thing to say of you
GK: λόγον υγιή ακατάγνωστον ίνα ο εξ εναντίας εντραπή μηδέν έχων περί ημών λέγειν φαύλον

Hebrews 12:9

KJV: Furthermore we have had fathers of our flesh which corrected and we gave reverence shall we not much rather be in subjection unto the Father of spirits and live
GK: είτα τους μεν της σαρκός ημών πατέρας είχομεν παιδευτάς και ενετρεπόμεθα ου πολλώ μάλλον υποταγησόμεθα τω πατρί των πνευμάτων και ζήσομεν

ἐντρέφω (nourish up in)

[edit]

1 Timothy 4:6

KJV: If thou put the brethren in remembrance of these things thou shalt be a good minister of Jesus Christ nourished up in the words of faith and of good doctrine whereunto thou hast attained
GK: ταύτα υποτιθέμενος τοις αδελφοίς καλός έση διάκονος Ιησού χριστού εντρεφόμενος τοις λόγοις της πίστεως και της καλής διδασκαλίας η παρηκολούθηκας

ἔντρομος (X quake)

[edit]

Acts 7:32

KJV: I the God of thy fathers the God of Abraham and the God of Isaac and the God of Jacob Then Moses trembled durst not behold
GK: εγώ ο θεός των πατέρων σου ο θεός Αβραάμ και ο θεός Ισαάκ και ο θεός Ιακώβ έντρομος δε γενόμενος Μωυσής ουκ ετόλμα κατανοήσαι

Acts 16:29

KJV: Then he called for a light and sprang in and came trembling and fell down before Paul and Silas
GK: αιτήσας δε φώτα εισεπήδησε και έντρομος γενόμενος προσέπεσε τω Παύλω και τω Σίλα

Hebrews 12:21

KJV: And so terrible was the sight Moses said I exceedingly fear and quake
GK: και ούτω φοβερόν ην το φανταζόμενον Μωϋσης είπεν έκφοβός ειμι και έντρομος

ἐντροπή (shame)

[edit]

1 Corinthians 6:5

KJV: I speak to your shame Is it so not a wise among you no, not one that shall be able to judge between his brethren
GK: προς εντροπήν υμίν λέγω ούτως ουκ ένι εν υμίν σοφός ουδέ εις ος δυνήσεται διακρίναι αναμέσον του αδελφού αυτού

1 Corinthians 15:34

KJV: Awake to righteousness and sin not for some have not the knowledge of God I speak to your shame
GK: εκνήψατε δικαίως και μη αμαρτάνετε αγνωσίαν γαρ θεού τινές έχουσι προς εντροπήν υμίν λέγω

ἐντρυφάω (sporting selves)

[edit]

2 Peter 2:13

KJV: And shall receive the reward of unrighteousness they that count it pleasure to riot in the day time Spots and blemishes sporting themselves with their own deceivings while they feast with you
GK: κομιούμενοι μισθόν αδικίας ηδονήν ηγούμενοι την εν ημέρα τρυφήν σπίλοι και μώμοι εντρυφώντες εν ταις απάταις αυτών συνευωχούμενοι υμίν

ἐντυγχάνω (deal with)

[edit]

Acts 25:24

KJV: And Festus said King Agrippa and all men which are here present with us ye see this man about whom all the multitude of the Jews have dealt with me both at Jerusalem and here crying that he ought not to live any longer
GK: και φησιν ο Φήστος Αγρίππα βασιλεύ και πάντες οι συμπαρόντες ημίν άνδρες θεωρείτε τούτον περί ου παν το πλήθος των Ιουδαίων ενέτυχόν μοι εν τε Ιεροσολύμοις και ενθάδε επιβοώντες μη δειν ζην αυτόν μηκέτι

Romans 8:27

KJV: And he that searcheth the hearts knoweth what the mind of the Spirit because he maketh intercession for the saints according to God
GK: ο δε ερευνών τας καρδίας οίδε τι το φρόνημα του πνεύματος ότι κατά θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων

Romans 8:34

KJV: Who he that condemneth Christ that died yea rather that is risen again who is even at the right hand of God who also maketh intercession for us
GK: τις ο κατακρίνων χριστός ο αποθανών μάλλον δε και εγερθείς ος και έστιν εν δεξιά του θεού ος και εντυγχάνει υπέρ ημών

Romans 11:2

KJV: God hath not cast away his people which he foreknew Wot ye not what the scripture saith of Elias how he maketh intercession to God against Israel saying
GK: ουκ απώσατο ο θεός τον λαόν αυτού ον προέγνω η ουκ οίδατε εν Ηλία τι λέγει η γραφή ως εντυγχάνει τω θεώ κατά του Ισραήλ λέγων

Hebrews 7:25

KJV: Wherefore he is able also to save them to the uttermost that come unto God by him seeing he ever liveth to make intercession for them
GK: όθεν και σώζειν εις το παντελές δύναται τους προσερχομένους δι΄ αυτού τω θεώ πάντοτε ζων εις το εντυγχάνειν υπέρ αυτών

ἐντυλίσσω (wrap in (together))

[edit]

Matthew 27:59

KJV: And when Joseph had taken the body he wrapped it in a clean linen cloth
GK: και λαβών το σώμα ο Ιωσήφ ενετύλιξεν αυτό σινδόνι καθαρά

Luke 23:53

KJV: And he took it down and wrapped it in linen and laid it in a sepulchre that was hewn in stone wherein never man before was laid
GK: και καθελών αυτό ενετύλιξεν αυτό σινδόνι και έθηκεν αυτό εν μνήματι λαξευτώ ου ουκ ην ουδέπω ουδείς κείμενος

John 20:7

KJV: And the napkin that was about his head not lying with the linen clothes but wrapped together in a place by itself
GK: και το σουδάριον ο ην επί της κεφαλής αυτού ου μετά των οθονίων κείμενον αλλά χωρίς εντετυλιγμένον εις ένα τόπον

ἐντυπόω (engrave)

[edit]

2 Corinthians 3:7

KJV: But if the ministration of death written engraven in stones was glorious so that the children of Israel could not stedfastly behold the face of Moses for the glory of his countenance which was to be done away
GK: ει δε η διακονία του θανάτου εν γράμμασιν εντετυπώμενη εν λίθοις εγενήθη εν δόξη ώστε μη δύνασθαι ατενίσαι τους υιούς Ισραήλ εις το πρόσωπον Μωυσέως διά την δόξαν του προσώπου αυτού την καταργουμένην

ἐνυβρίζω (do despite unto)

[edit]

Hebrews 10:29

KJV: Of how much sorer punishment suppose ye shall he be thought worthy who hath trodden under foot the Son of God and hath counted the blood of the covenant where with he was sanctified an unholy thing and hath done despite unto the Spirit of grace
GK: πόσω δοκείτε χείρονος αξιωθήσεται τιμωρίας ο τον υιόν του θεού καταπατήσας και το αίμα της διαθήκης κοινόν ηγησάμενος εν ω ηγιάσθη και το πνεύμα της χάριτος ενυβρίσας

ἐνυπνιάζομαι (dream(-er))

[edit]

Acts 2:17

KJV: And it shall come to pass in the last days saith God I will pour out of my Spirit upon all flesh and your sons and your daughters shall prophesy and your young men shall see visions and your old men shall dream dreams
GK: και έσται εν ταις εσχάταις ημέραις λέγει ο θεός εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα και προφητεύσουσιν οι υιοί υμών και αι θυγατέρες υμών και οι νεανίσκοι υμών οράσεις όψονται και οι πρεσβύτεροι υμών ενύπνια ενυπνιασθήσονται

Jude 1:8

KJV: Likewise also these dreamers defile the flesh despise dominion and speak evil of dignities
GK: ομοίως μέντοι και ούτοι ενυπνιαζόμενοι σάρκα μεν μιαίνουσι κυριότητα δε αθετούσι δόξας δε βλασφημούσιν

ἐνύπνιον (dream)

[edit]

Acts 2:17

KJV: And it shall come to pass in the last days saith God I will pour out of my Spirit upon all flesh and your sons and your daughters shall prophesy and your young men shall see visions and your old men shall dream dreams
GK: και έσται εν ταις εσχάταις ημέραις λέγει ο θεός εκχεώ από του πνεύματός μου επί πάσαν σάρκα και προφητεύσουσιν οι υιοί υμών και αι θυγατέρες υμών και οι νεανίσκοι υμών οράσεις όψονται και οι πρεσβύτεροι υμών ενύπνια ενυπνιασθήσονται

ἐνώπιον (before)

[edit]

Luke 1:6

KJV: And they were both righteous before God walking in all the commandments and ordinances of the Lord blameless
GK: ήσαν δε δίκαιοι αμφότεροι ενώπιον του θεού πορευόμενοι εν πάσαις ταις εντολαίς και δικαιώμασι του κυρίου άμεμπτοι

Luke 1:15

KJV: For he shall be great in the sight of the Lord and shall drink neither wine nor strong drink and he shall be filled with the Holy Ghost even from his mother’s womb
GK: έσται γαρ μέγας ενώπιον του κυρίου και οίνον και σίκερα ου πίη και πνεύματος αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού

Luke 1:17

KJV: And he shall go before him in the spirit and power of Elias to turn the hearts of the fathers to the children and the disobedient to the wisdom of the just to make ready a people prepared for the Lord
GK: και αυτός προελεύσεται ενώπιον αυτού εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου επιστρέψαι καρδίας πατέρων επί τέκνα και απειθείς εν φρονήσει δικαίων ετοιμάσαι κυρίω λαόν κατεσκευασμένον

Luke 1:19

KJV: And the angel answering said unto him I am Gabriel that stand in the presence of God and am sent to speak unto thee and to shew thee these glad tidings
GK: και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτώ εγώ ειμι Γαβριήλ ο παρεστηκώς ενώπιον του θεού και απεστάλην λαλήσαι προς σε και ευαγγελίσασθαί σοι ταύτα

Luke 1:75

KJV: In holiness and righteousness before him all the days of our life
GK: εν οσιότητι και δικαιοσύνη ενώπιον αυτού πάσας τας ημέρας της ζωής ημών

Luke 4:7

KJV: If thou therefore wilt worship me all shall be thine
GK: συ ούν εάν προσκυνήσης ενώπιόν μού έσται σου πάντα

Luke 5:18

KJV: And behold men brought in a bed a man which was taken with a palsy and they sought to bring him in and to lay before him
GK: και ιδού άνδρες φέροντες επί κλίνης άνθρωπον ος ην παραλελυμένος και εζήτουν αυτόν εισενεγκείν και θείναι ενώπιον αυτού

Luke 5:25

KJV: And immediately he rose up before them and took up that whereon he lay and departed to his own house glorifying God
GK: και παραχρήμα αναστάς ενώπιον αυτών άρας εφ΄ ω κατέκειτο απήλθεν εις τον οίκον αυτού δοξάζων τον θεόν

Luke 8:47

KJV: And when the woman saw that she was not hid she came trembling and falling down before him she declared unto him before all the people for what cause she had touched him and how she was healed immediately
GK: ιδούσα δε η γυνή ότι ουκ έλαθε τρέμουσα ήλθε και προσπεσούσα αυτώ δι΄ ην αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός του λαού και ως ιάθη παραχρήμα

Ἐνώς (Enos)

[edit]

Luke 3:38

KJV: Which was of Enos which was of Seth which was of Adam which was of God
GK: του Ενώς του Σηθ του Αδαμ του θεού

ἐνωτίζομαι (hearken)

[edit]

Acts 2:14

KJV: But Peter standing up with the eleven lifted up his voice and said unto them Ye men of Judæa and all that dwell at Jerusalem be this known unto you and hearken to my words
GK: σταθείς δε Πέτρος συν τοις ένδεκα επήρε την φωνήν αυτού και απεφθέγξατο αυτοίς άνδρες Ιουδαίοι και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ άπαντες τούτο υμίν γνωστόν έστω και ενωτίσασθε τα ρήματά μου

Ἐνώχ (Enoch)

[edit]

Luke 3:37

KJV: Which was of Mathusala which was of Enoch which was of Jared which was of Maleleel which was of Cainan
GK: του Μαθουσάλα του Ενώχ του Ιαρέδ του Μαλελεήλ του Καϊνάν

Hebrews 11:5

KJV: By faith Enoch was translated that he should not see death and was not found because God had translated him for before his translation he had this testimony that he pleased God
GK: πίστει Ενώχ μετετέθη του μη ιδείν θάνατον και ουχ ευρίσκετο διότι μετέθηκεν αυτόν ο θεός προ γαρ της μεταθέσεως αυτού μεμαρτύρηται ευηρεστηκέναι τω θεώ

Jude 1:14

KJV: And Enoch also the seventh from Adam prophesied of these saying Behold the Lord cometh with ten thousands of his saints
GK: προεφήτευσε δε και τούτοις έβδομος από Αδάμ Ενώχ λέγων ιδού ήλθε κύριος εν αγίαις μυριάσιν αυτού

ἕξ (six)

[edit]

Matthew 17:1

KJV: And after six days Jesus taketh Peter James and John his brother and bringeth them up into an high mountain apart
GK: και μεθ΄ ημέρας εξ παραλαμβάνει ο Ιησούς τον Πέτρον και Ιάκωβον και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού και αναφέρει αυτούς εις όρος υψηλόν κατ΄ ιδίαν

Mark 9:2

KJV: And after six days Jesus taketh Peter and James and John and leadeth them up into an high mountain apart by themselves and he was transfigured before them
GK: και μεθ΄ ημέρας εξ παραλαμβάνει ο Ιησούς τον Πέτρον και τον Ιάκωβον και τον Ιωάννην και αναφέρει αυτούς εις όρος υψηλόν κατ΄ ιδίαν μόνους και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών

Luke 4:25

KJV: But I tell you of a truth many widows were in Israel in the days of Elias when the heaven was shut up three years and six months when great famine was throughout all the land
GK: επ΄ αληθείας δε λέγω υμίν πολλαί χήραι ήσαν εν ταις ημέραις Ηλίου εν τω Ισραήλ ότε εκλείσθη ο ουρανός επί έτη τρία και μήνας εξ ως εγένετο λιμός μέγας επί πάσαν την γην

Luke 13:14

KJV: And the ruler of the synagogue answered with indignation because that Jesus had healed on the sabbath day and said unto the people There are six days in which men ought to work in them therefore come and be healed and not on the sabbath day
GK: αποκριθείς δε ο αρχισυνάγωγος αγανακτών ότι τω σαββάτω εθεράπευσεν ο Ιησούς έλεγεν τω όχλω εξ ημέραι εισίν εν αις δει εργάζεσθαι εν ταύταις ούν ερχόμενοι θεραπεύεσθε και μη τη ημέρα του σαββάτου

John 2:6

KJV: And there were set there six waterpots of stone after the manner of the purifying of the Jews containing two or three firkins apiece
GK: ήσαν δε εκεί υδρίαι λίθιναι εξ κείμεναι κατά τον καθαρισμόν των Ιουδαίων χωρούσαι ανά μετρητάς δύο η τρείς

John 2:20

KJV: Then said the Jews Forty and six years was this temple in building and wilt thou rear it up in three days
GK: είπον ουν οι Ιουδαίοι τεσσαράκοντα και εξ έτεσιν ωκοδομήθη ο ναός ούτος και συ εν τρισίν ημέραις εγερείς αυτόν

John 12:1

KJV: Then Jesus six days before the passover came to Bethany where Lazarus was which had been dead whom he raised from the dead
GK: ο ούν Ιησούς προ εξ ημέρων του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς ον ήγειρεν εκ νεκρών

Acts 11:12

KJV: And the Spirit bade me go with them nothing doubting Moreover these six brethren accompanied me and we entered into the man’s house
GK: είπε δε μοι το πνεύμα συνελθείν αυτοίς μηδέν διακρινόμενον ήλθον δε συν εμοί και οι εξ αδελφοί ούτοι και εισήλθομεν εις την οίκον του ανδρός

Acts 18:11

KJV: And he continued a year and six months teaching the word of God among them
GK: εκάθισέ τε ενιαυτόν και μήνας εξ διδάσκων εν αυτοίς τον λόγον του θεού

ἐξαγγέλλω (shew forth)

[edit]

1 Peter 2:9

KJV: But ye a chosen generation a royal priesthood an holy nation a peculiar people that ye should shew forth the praises of him who hath called you out of darkness into his marvellous light
GK: υμείς δε γένος εκλεκτόν βασίλειον ιεράτευμα έθνος άγιον λαός εις περιποίησιν όπως τας αρετάς εξαγγείλητε του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως

ἐξαγοράζω (redeem)

[edit]

Galatians 3:13

KJV: Christ hath redeemed us from the curse of the law being made a curse for us for it is written Cursed every one that hangeth on a tree
GK: χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου

Galatians 4:5

KJV: To redeem them that were under the law that we might receive the adoption of sons
GK: ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν

Ephesians 5:16

KJV: Redeeming the time because the days are evil
GK: εξαγοραζόμενοι τον καιρόν ότι αι ημέραι πονηραί εισι

Colossians 4:5

KJV: Walk in wisdom toward them that are without redeeming the time
GK: εν σοφία περιπατείτε προς τους έξω τον καιρόν εξαγοραζόμενοι

ἐξάγω (bring forth (out))

[edit]

Mark 8:23

KJV: And he took the blind man by the hand and led him out of the town and when he had spit on his eyes and put his hands upon him he asked him if he saw ought
GK: και επιλαβόμενος της χειρός του τυφλού εξήγαγεν αυτόν έξω της κώμης και πτύσας εις τα όμματα αυτού επιθείς τας χείρας αυτώ επηρώτα αυτόν ει βλέπει

Mark 15:20

KJV: And when they had mocked him they took off the purple from him and put his own clothes on him and led him out to crucify him
GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την πορφύραν και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια τα ίδια και εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν

Luke 24:50

KJV: And he led them out as far as to Bethany and he lifted up his hands and blessed them
GK: εξήγαγε δε αυτούς έξω έως εις Βηθανίαν και επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς

John 10:3

KJV: To him the porter openeth and the sheep hear his voice and he calleth his own sheep by name and leadeth them out
GK: τούτω ο θυρωρός ανοίγει και τα πρόβατα της φωνής αυτού ακούει και τα ίδια πρόβατα καλεί κατ΄ όνομα και εξάγει αυτά

Acts 5:19

KJV: But the angel of the Lord by night opened the prison doors and brought them forth and said
GK: άγγελος δε κυρίου διά της νυκτός ήνοιξε τας θύρας της φυλακής εξαγαγών τε αυτούς είπεν

Acts 7:36

KJV: He brought them out after that he had shewed wonders and signs in the land of Egypt and in the sea and in the wilderness forty years
GK: ούτος εξήγαγεν αυτούς ποιήσας τέρατα και σημεία εν γη Αιγύπτω και εν ερυθρά θαλάσση και εν τη ερήμω έτη τεσσαράκοντα

Acts 7:40

KJV: Saying unto Aaron Make us gods to go before us for this Moses which brought us out of the land of Egypt we wot not what is become of him
GK: ειπόντες τω Ααρών ποίησον ημίν θεούς οι προπορεύσονται ημών ο γαρ Μωυσής ούτος ος εξήγαγεν ημάς εκ γης Αιγύπτου ουκ οίδαμεν τι γέγονεν αυτώ

Acts 12:17

KJV: But he, beckoning unto them with the hand to hold their peace declared unto them how the Lord had brought him out of the prison And he said Go shew these things unto James and to the brethren And he departed and went into another place
GK: κατασείσας δε αυτοίς τη χειρί σιγάν διηγήσατο αυτοίς πως ο κύριος αυτόν εξήγαγεν εκ της φυλακής είπε δε απαγγείλατε Ιακώβω και τοις αδελφοίς ταύτα και εξελθών επορεύθη εις έτερον τόπον

Acts 13:17

KJV: The God of this people of Israel chose our fathers and exalted the people when they dwelt as strangers in the land of Egypt and with an high arm brought he them out of it
GK: ο θεός του λαού τούτου Ισραήλ εξελέξατο τους πατέρας ημών και τον λαόν ύψωσεν εν τη παροικία εν γη Αιγύπτω και μετά βραχίονος υψηλού εξήγαγεν αυτούς εξ αυτής

ἐξαιρέω (deliver)

[edit]

Matthew 5:29

KJV: And if thy right eye offend thee pluck it out and cast from thee for it is profitable for thee that one of thy members should perish and not thy whole body should be cast into hell
GK: ει δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σκανδαλίζει σε έξελε αυτόν και βάλε από σου συμφέρει γαρ σοι ίνα απόληται εν των μελών σου και μη όλον το σώμά σου βληθή εις γέενναν

Matthew 18:9

KJV: And if thine eye offend thee pluck it out and cast from thee it is better for thee to enter into life with one eye rather than having two eyes to be cast into hell fire
GK: και ει ο οφθαλμός σου σκανδαλίζει σε έξελε αυτόν και βάλε από σου καλόν σοι εστι μονόφθαλμον εις την ζωήν εισελθείν η δύο οφθαλμούς έχοντα βληθήναι εις την γέενναν του πυρός

Acts 7:10

KJV: And delivered him out of all his afflictions and gave him favour and wisdom in the sight of Pharaoh king of Egypt and he made him governor over Egypt and all his house
GK: και εξείλετο αυτόν εκ πασών των θλίψεων αυτού και έδωκεν αυτώ χάριν και σοφίαν εναντίον Φαράω βασιλέως Αιγύπτου και κατέστησεν αυτόν ηγούμενον επ΄ Αίγυπτον και όλον τον οίκον αυτού

Acts 7:34

KJV: I have seen I have seen the affliction of my people which is in Egypt and I have heard their groaning and am come down to deliver them And now come I will send thee into Egypt
GK: ιδών είδον την κάκωσιν του λαού μου του εν Αιγύπτω και του στεναγμού αυτών ήκουσα και κατέβην εξελέσθαι αυτούς και νυν δεύρο αποστελώ σε εις Αίγυπτον

Acts 12:11

KJV: And when Peter was come to himself he said Now I know a surety that the Lord hath sent his angel and hath delivered me out of the hand of Herod and all the expectation of the people of the Jews
GK: και ο Πέτρος γενόμενος εν εαυτώ είπε νυν οίδα αληθώς ότι εξαπέστειλε κύριος τον άγγελον αυτού και εξείλετό με εκ χειρός Ηρώδου και πάσης της προσδοκίας του λαού των Ιουδαίων

Acts 23:27

KJV: This man was taken of the Jews and should have been killed of them then came I with an army and rescued him having understood that he was a Roman
GK: τον άνδρα τούτον συλληφθέντα υπό των Ιουδαίων και μέλλοντα αναιρείσθαι υπ΄ αυτών επιστάς συν τω στρατεύματι εξειλόμην αυτόν μαθών ότι Ρωμαίός εστι

Acts 26:17

KJV: Delivering thee from the people and the Gentiles unto whom now I send thee
GK: εξαιρούμενός σε εκ του λαού και των εθνών εις ους νυν σε αποστέλλω

Galatians 1:4

KJV: Who gave himself for our sins that he might deliver us from this present evil world according to the will of God and our Father
GK: του δόντος εαυτόν περί των αμαρτιων ημών όπως εξέληται ημάς εκ του ενεστώτος αιώνος πονηρού κατά το θέλημα του θεού και πατρός ημών

ἐξαίρω (put (take) away)

[edit]

1 Corinthians 5:2

KJV: And ye are puffed up and have not rather mourned that he that hath done this deed might be taken away from among you
GK: και υμείς πεφυσιωμένοι εστέ και ουχί μάλλον επενθήσατε ίνα εξαρθή εκ μέσου υμών ο το έργον τούτο ποιήσας

1 Corinthians 5:13

KJV: But them that are without God judgeth Therefore put away from among yourselves that wicked person
GK: τους δε έξω ο θεός κρίνει και εξαρείτε τον πονηρόν εξ υμών αυτών

ἐξαιτέω (desire)

[edit]

Luke 22:31

KJV: And the Lord said Simon Simon behold Satan hath desired you that he may sift as wheat
GK: είπε δε ο κύριος Σίμων Σίμων ιδού ο σατανάς εξητήσατο υμάς του σινιάσαι ως τον σίτον

ἐξαίφνης (suddenly)

[edit]

Mark 13:36

KJV: Lest coming suddenly he find you sleeping
GK: μη ελθών εξαίφνης εύρη υμάς καθεύδοντας

Luke 2:13

KJV: And suddenly there was with the angel a multitude of the heavenly host praising God and saying
GK: και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τον θεόν και λεγόντων

Luke 9:39

KJV: And lo a spirit taketh him and he suddenly crieth out and it teareth him that he foameth again and bruising him hardly departeth from him
GK: και ιδού πνεύμα λαμβάνει αυτόν και εξαίφνης κράζει και σπαράσσει αυτόν μετά αφρού και μόγις αποχωρεί απ΄ αυτού συντρίβον αυτόν

Acts 9:3

KJV: And as he journeyed he came near Damascus and suddenly there shined round about him a light from heaven
GK: εν δε τω πορεύεσθαι εγένετο αυτόν εγγίζειν τη Δαμασκώ και εξαίφνης περιήστραψεν αυτόν φως από του ουρανού

Acts 22:6

KJV: And it came to pass, that as I made my journey and was come nigh unto Damascus about noon suddenly there shone from heaven a great light round about me
GK: εγένετο δε μοι πορευομένω και εγγίζοντι τη Δαμασκώ περί μεσημβρίαν εξαίφνης εκ του ουρανού περιαστράψαι φως ικανόν περί εμέ

ἐξακολουθέω (follow)

[edit]

2 Peter 1:16

KJV: For we have not followed cunningly devised fables when we made known unto you the power and coming of our Lord Jesus Christ but were eyewitnesses of his majesty
GK: ου γαρ σεσοφισμένοις μύθοις εξακολουθήσαντες εγνωρίσαμεν υμίν την του κυρίου ημών Ιησού χριστού δύναμιν και παρουσίαν αλλ΄ επόπται γενηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος

2 Peter 2:2

KJV: And many shall follow their pernicious ways by reason of whom the way of truth shall be evil spoken of
GK: και πολλοί εξακολουθήσουσιν αυτών ταις απωλείαις δι΄ ους η οδός της αληθείας βλασφημηθήσεται

2 Peter 2:15

KJV: Which have forsaken the right way and are gone astray following the way of Balaam of Bosor who loved the wages of unrighteousness
GK: καταλιπόντες την ευθείαν οδόν επλανήθησαν εξακολουθήσαντες τη οδώ του Βαλαάμ του Βοσόρ ος μισθόν αδικίας ηγάπησεν

ἑξακόσιοι (six hundred)

[edit]

Revelation 14:20

KJV: And the winepress was trodden without the city and blood came out of the winepress even unto the horse bridles by the space of a thousand six hundred furlongs
GK: και επατήθη η ληνός έξωθεν της πόλεως και εξήλθεν αίμα εκ της ληνού άχρι των χαλινών των ίππων από σταδίων χιλίων εξακοσίων

ἐξαλείφω (blot out)

[edit]

Acts 3:19

KJV: Repent ye therefore and be converted that your sins may be blotted out when the times of refreshing shall come from the presence of the Lord
GK: μετανοήσατε ούν και επιστρέψατε εις το εξαλειφθήναι υμών τας αμαρτίας όπως αν έλθωσι καιροί αναψύξεως από προσώπου του κυρίου

Colossians 2:14

KJV: Blotting out the handwriting of ordinances that was against us contrary to us and took it out of the way nailing it to his cross
GK: εξαλείψας το καθ΄ ημών χειρόγραφον τοις δόγμασιν ο ην υπεναντίον ημίν και αυτό ήρκεν εκ του μέσου προσηλώσας αυτό τω σταυρώ

Revelation 3:5

KJV: He that overcometh the same shall be clothed in white raiment and I will not blot out his name out of the book of life but I will confess his name before my Father and before his angels
GK: ο νικών ούτος περιβαλείται εν ιματίοις λευκοίς και ου εξαλείψω το όνομα αυτού εκ της βίβλου της ζωής και ομολογησομαι το όνομα αυτού ενώπιον του πατρός μου και ενώπιον των αγγέλων αυτου

Revelation 7:17

KJV: For the Lamb which is in the midst of the throne shall feed them and shall lead them unto living fountains of waters and God shall wipe away all tears from their eyes
GK: ότι το αρνίον το αναμέσον του θρόνου ποιμαινεί αυτούς και οδηγήσει αυτούς επί ζωης πηγάς υδάτων και εξαλείψει ο θεός παν δάκρυον εκ των οφθαλμών αυτών

Revelation 21:4

KJV: And God shall wipe away all tears from their eyes and there shall be no more death neither sorrow nor crying neither shall there be any more pain for the former things are passed away
GK: και εξαλείψει παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών και ο θάνατος ουκ έσται έτι ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ουκ έσται έτι ότι τα πρώτα απήλθον

ἐξάλλομαι (leap up)

[edit]

Acts 3:8

KJV: And he leaping up stood and walked and entered with them into the temple walking and leaping and praising God
GK: και εξαλλόμενος έστη και περιεπάτει και εισήλθε συν αυτοίς εις το ιερόν περιπατών και αλλόμενος και αινών τον θεόν

ἐξανάστασις (resurrection)

[edit]

Philippians 3:11

KJV: If by any means I might attain unto the resurrection of the dead
GK: ει καταντήσω εις την εξανάστασιν των νεκρών

ἐξανατέλλω (spring up)

[edit]

Matthew 13:5

KJV: Some fell upon stony places where they had not much earth and forthwith they sprung up because they had no deepness of earth
GK: αλλά δε έπεσεν επί τα πετρώδη όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης

Mark 4:5

KJV: And some fell on stony ground where it had not much earth and immediately it sprang up because it had no depth of earth
GK: άλλο δε έπεσεν επί το πετρώδες όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης

ἐξανίστημι (raise (rise) up)

[edit]

Mark 12:19

KJV: Master Moses wrote unto us If a man’s brother die and leave wife and leave no children that his brother should take his wife and raise up seed unto his brother
GK: διδάσκαλε Μωσής έγραψεν ημίν ότι εάν τινος αδελφός αποθάνη και καταλίπη γυναίκα και τέκνα μη αφή ίνα λάβη ο αδελφός αυτού την γυναίκα αυτού και εξαναστήση σπέρμα τω αδελφώ αυτού

Luke 20:28

KJV: Saying Master Moses wrote unto us If any man’s brother die having a wife and he die without children that his brother should take his wife and raise up seed unto his brother
GK: λέγοντες διδάσκαλε Μωσής έγραψεν ημίν εάν τινος αδελφός αποθάνη έχων γυναίκα και ούτος άτεκνος αποθάνη ίνα λάβη ο αδελφός αυτού την γυναίκα και εξαναστήση σπέρμα τω αδελφώ αυτού

Acts 15:5

KJV: But there rose up certain of the sect of the Pharisees which believed saying That it was needful to circumcise them and to command to keep the law of Moses
GK: εξανέστησαν δε τινες των από της αιρέσεως των Φαρισαίων πεπιστευκότες λέγοντες ότι δει περιτέμνειν αυτούς παραγγέλλειν τε τηρείν τον νόμον Μωϋσέως

ἐξαπατάω (beguile)

[edit]

Romans 7:11

KJV: For sin taking occasion by the commandment deceived me and by it slew
GK: η γαρ αμαρτία αφορμήν λαβούσα διά της εντολής εξηπάτησέ με και δι΄ αυτής απέκτεινεν

Romans 16:18

KJV: For they that are such serve not our Lord Jesus Christ but their own belly and by good words and fair speeches deceive the hearts of the simple
GK: οι γαρ τοιούτοι τω κυρίω ημών Ιησού χριστώ ου δουλεύουσιν αλλά τη εαυτών κοιλία και διά της χρηστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων

1 Corinthians 3:18

KJV: Let no man deceive himself If any man among you seemeth to be wise in this world let him become a fool that he may be wise
GK: μηδείς εαυτόν εξαπατάτω ει δοκεί σοφός είναι εν υμίν εν τω αιώνι τούτω μωρός γενέσθω ίνα γένηται σοφός

2 Corinthians 11:3

KJV: But I fear lest by any means as the serpent beguiled Eve through his subtilty so your minds should be corrupted from the simplicity that is in Christ
GK: φοβούμαι δε μήπως ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον χριστόν

2 Thessalonians 2:3

KJV: Let no man deceive you by any means for except there come a falling away first and that man of sin be revealed the son of perdition
GK: μη τις υμάς εξαπατήση κατά μηδένα τρόπον ότι εάν μη έλθη η αποστασία πρώτον και αποκαλυφθή ο άνθρωπος της αμαρτίας ο υιός της απωλείας

ἐξάπινα (suddenly)

[edit]

Mark 9:8

KJV: And suddenly when they had looked round about they saw no man any more save Jesus only with themselves
GK: και εξάπινα περιβλεψάμενοι ουκέτι ουδένα είδον αλλά τον Ιησούν μόνον μεθ΄ εαυτών

ἐξαπορέομαι ((in) despair)

[edit]

2 Corinthians 1:8

KJV: For we would not brethren have you ignorant of our trouble which came to us in Asia that we were pressed out of measure above strength insomuch that we despaired even of life
GK: ου γαρ θέλομεν υμάς αγνοείν αδελφοί υπέρ της θλίψεως ημών της γενομένης ημίν εν τη Ασία ότι καθ΄ υπερβολήν βαρήθημεν υπέρ δύναμιν ώστε εξαπορηθήναι ημάς και του ζην

2 Corinthians 4:8

KJV: troubled on every side yet not distressed perplexed but not in despair
GK: εν παντί θλιβόμενοι αλλ΄ ου στενοχωρούμενοι απορούμενοι αλλ΄ ουκ εξαπορούμενοι

ἐξαποστέλλω (send (away)

[edit]

Luke 1:53

KJV: He hath filled the hungry with good things and the rich he hath sent empty away
GK: πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλεν κενούς

Luke 20:10

KJV: And at the season he sent a servant to the husbandmen that they should give him of the fruit of the vineyard but the husbandmen beat him and sent away empty
GK: και εν καιρώ απέστειλεν προς τους γεωργούς δούλον ίνα από του καρπού του αμπελώνος δώσιν αυτώ οι δε γεωργοί δείραντες αυτόν εξαπέστειλαν κενόν

Luke 20:11

KJV: And again he sent another servant and they beat him also and entreated shamefully and sent away empty
GK: και προσέθετο πέμψαι έτερον δούλον οι δε κακείνον δείραντες και ατιμάσαντες εξαπέστειλαν κενόν

Acts 7:12

KJV: But when Jacob heard that there was corn in Egypt he sent out our fathers first
GK: ακούσας δε Ιακώβ όντα σίτα εν Αιγύπτω εξαπέστειλε τους πατέρας ημών πρώτον

Acts 9:30

KJV: when the brethren knew they brought him down to Cæsarea and sent him forth to Tarsus
GK: επιγνόντες δε οι αδελφοί κατήγαγον αυτόν εις Καισάρειαν και εξαπέστειλαν αυτόν εις Ταρσόν

Acts 11:22

KJV: Then tidings of these things came unto the ears of the church which was in Jerusalem and they sent forth Barnabas that he should go as far as Antioch
GK: ηκούσθη δε ο λόγος εις τα ώτα της εκκλησίας της εν Ιεροσολύμοις περί αυτών και εξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθείν έως Αντιόχειας

Acts 12:11

KJV: And when Peter was come to himself he said Now I know a surety that the Lord hath sent his angel and hath delivered me out of the hand of Herod and all the expectation of the people of the Jews
GK: και ο Πέτρος γενόμενος εν εαυτώ είπε νυν οίδα αληθώς ότι εξαπέστειλε κύριος τον άγγελον αυτού και εξείλετό με εκ χειρός Ηρώδου και πάσης της προσδοκίας του λαού των Ιουδαίων

Acts 17:14

KJV: And then immediately the brethren sent away Paul to go as it were to the sea but Silas and Timotheus abode there still
GK: ευθέως δε τότε τον Παύλον εξαπέστειλαν οι αδελφοί πορεύεσθαι ως επί την θάλασσαν υπέμενον δε ο τε Σίλας και ο Τιμόθεος εκεί

Acts 22:21

KJV: And he said unto me Depart for I will send thee far hence unto the Gentiles
GK: και είπε προς με πορεύου ότι εγώ εις έθνη μακράν εξαποστελώ σε

ἐξαρτίζω (accomplish)

[edit]

Acts 21:5

KJV: And when we had accomplished those days we departed and went our way and they all brought us on our way with wives and children till out of the city and we kneeled down on the shore and prayed
GK: ότε δε εγένετο ημάς εξαρτίσαι τας ημέρας εξελθόντες επορευόμεθα προπεμπόντων ημάς πάντων συν γυναιξί και τέκνοις έως έξω της πόλεως και θέντες τα γόνατα επί τον αιγιαλόν προσηυξάμεθα

2 Timothy 3:17

KJV: That the man of God may be perfect throughly furnished unto all good works
GK: ίνα άρτιος η ο του θεού άνθρωπος προς παν έργον αγαθόν εξηρτισμένος

ἐξαστράπτω (glistening)

[edit]

Luke 9:29

KJV: And as he prayed the fashion of his countenance was altered and his raiment white glistering
GK: και εγένετο εν τω προσεύξασθαι αυτόν το είδος του προσώπου έτερον και ο ιματισμός αυτού λευκός εξαστράπτων

ἐξαυτῆς (by and by)

[edit]

Mark 6:25

KJV: And she came in straightway with haste unto the king and asked saying I will that thou give me by and by in a charger the head of John the Baptist
GK: και εισελθούσα ευθέως μετά σπουδής προς τον βασιλέα ητήσατο λέγουσα θέλω ίνα μοι δως εξαυτής επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού

Acts 10:33

KJV: Immediately therefore I sent to thee and thou hast well done that thou art come Now therefore are we all here present before God to hear all things that are commanded thee of God
GK: εξαυτής ούν έπεμψα προς σε συ τε καλώς εποίησας παραγενόμενος νυν ούν πάντες ημείς ενώπιον του θεού πάρεσμεν ακούσαι πάντα τα προστεταγμένα σοι υπό του θεού

Acts 11:11

KJV: And behold immediately there were three men already come unto the house where I was sent from Cæsarea unto me
GK: και ιδού εξαυτής τρεις άνδρες επέστησαν επί την οικίαν εν η ήμην απεσταλμένοι από Καισαρείας προς με

Acts 21:32

KJV: Who immediately took soldiers and centurions and ran down unto them and when they saw the chief captain and the soldiers they left beating of Paul
GK: ος εξαυτής παραλαβών στρατιώτας και εκατοντάρχους κατέδραμεν επ΄ αυτούς οι δε ιδόντες τον χιλίαρχον και τους στρατιώτας επαύσαντο τύπτοντες τον Παύλον

Acts 23:30

KJV: And when it was told me how that the Jews laid wait for the man I sent straightway to thee and gave commandment to his accusers also to say before thee what against him Farewell
GK: μηνυθείσης δε μοι επιβουλής εις τον άνδρα μέλλειν έσεσθαι υπό των Ιουδαίων εξαυτής έπεμψα προς σε παραγγείλας και τοις κατηγόροις λέγειν τα προς αυτόν επί σου έρρωσο

Philippians 2:23

KJV: Him therefore I hope to send presently so soon as I shall see
GK: τούτον μεν ούν ελπίζω πέμψαι ως αν απίδω τα περί εμέ εξαυτής

ἐξεγείρω (raise up)

[edit]

Romans 9:17

KJV: For the scripture saith unto Pharaoh Even for this same purpose have I raised thee up that I might shew my power in thee and that my name might be declared throughout all the earth
GK: λέγει γαρ η γραφή τω Φαραώ ότι εις αυτό τούτο εξήγειρά σε όπως ενδείξωμαι εν σοι την δύναμίν μου και όπως διαγγελή το όνομά μου εν πάση τη γη

1 Corinthians 6:14

KJV: And God hath both raised up the Lord and will also raise up us by his own power
GK: ο δε θεός και τον κύριον ήγειρε και ημάς εξεγερεί διά της δυνάμεως αυτού

ἔξειμι (depart)

[edit]

Acts 13:42

KJV: And when the Jews were gone out of the synagogue the Gentiles besought that these words might be preached to them the next sabbath
GK: εξιόντων δε εκ της συναγωγής των Ιουδαίων παρεκάλουν τα έθνη εις το μεταξύ σάββατον λαληθήναι αυτοίς ταύτα ρήματα

Acts 17:15

KJV: And they that conducted Paul brought him unto Athens and receiving a commandment unto Silas and Timotheus for to come to him with all speed they departed
GK: οι δε καθιστώντες τον Παύλον ήγαγον αυτόν έως Αθηνών και λαβόντες εντολήν προς τον Σίλαν και Τιμόθεον ίνα ως τάχιστα έλθωσι προς αυτόν εξήεσαν

Acts 20:7

KJV: And upon the first of the week when the disciples came together to break bread Paul preached unto them ready to depart the morrow and continued his speech until midnight
GK: εν δε τη μιά των σαββάτων συνηγμένων των μαθητών κλάσαι άρτον ο Παύλος διελέγετο αυτοίς μέλλων εξιέναι τη επαύριον παρέτεινέ τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου

Acts 27:43

KJV: But the centurion willing to save Paul kept them from purpose and commanded that they which could swim should cast first and get to land
GK: ο δε εκατόνταρχος βουλόμενος διασώσαι τον Παύλον εκώλυσεν αυτούς του βουλήματος εκέλευσέ τε τους δυναμένους κολυμβάν απορρίψαντας πρώτους επί την γην εξιέναι

ἐξελέγχω (convince)

[edit]

Jude 1:15

KJV: To execute judgment upon all and to convince all that are ungodly among them of all their ungodly deeds which they have ungodly committed and of all their hard which ungodly sinners have spoken against him
GK: ποιήσαι κρίσιν κατά πάντων και ελέγξαι πάντας τους ασεβείς αυτών περί πάντων των έργων ασεβείας αυτών ων ησέβησαν και περί πάντων των σκληρών ων ελάλησαν κατ΄ αυτού αμαρτωλοί ασεβείς

ἐξέλκω (draw away)

[edit]

James 1:14

KJV: But every man is tempted when he is drawn away of his own lust and enticed
GK: έκαστος δε πειράζεται υπό της ιδίας επιθυμίας εξελκόμενος και δελεαζόμενος

ἐξέραμα (vomit)

[edit]

2 Peter 2:22

KJV: But it is happened unto them according to the true proverb The dog turned to his own vomit again and the sow that was washed to her wallowing in the mire
GK: συμβέβηκε δε αυτοίς το της αληθούς παροιμίας κύων επιστρέψας επί το ίδιον εξέραμα και υς λουσαμένη εις κύλισμα βορβόρου

ἐξερευνάω (search diligently)

[edit]

1 Peter 1:10

KJV: Of which salvation the prophets have enquired and searched diligently who prophesied of the grace unto you
GK: περί ης σωτηρίας εξεζήτησαν και εξηρεύνησαν προφήται οι περί της εις υμάς χάριτος προφητεύσαντες

ἐξέρχομαι (come (forth)

[edit]

Matthew 2:6

KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ

Matthew 5:26

KJV: Verily I say unto thee by no means come out thence till thou hast paid the uttermost farthing
GK: αμήν λέγω σοι ου εξέλθης εκείθεν έως αν αποδώς τον έσχατον κοδράντην

Matthew 8:28

KJV: And when he was come to the other side into the country of the Gergesenes there met him two possessed with devils coming out of the tombs exceeding fierce so that no man might pass by that way
GK: και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι χαλεποί λίαν ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν διά της οδού εκείνης

Matthew 8:32

KJV: And he said unto them Go And when they were come out they went into the herd of swine and behold the whole herd of swine ran violently down a steep place into the sea and perished in the waters
GK: και είπεν αυτοίς υπάγετε οι δε εξελθόντες απήλθον εις την αγέλην των χοίρων και ιδού ώρμησε πάσα η αγέλη των χοίρων κατά του κρημνού εις την θάλασσαν και απέθανον εν τοις ύδασιν

Matthew 8:34

KJV: And behold the whole city came out to meet Jesus and when they saw him they besought that he would depart out of their coasts
GK: και ιδού πάσα η πόλις εξήλθεν εις συνάντησιν τω Ιησού και ιδόντες αυτόν παρεκάλεσαν όπως μεταβή από των ορίων αυτών

Matthew 9:26

KJV: And the fame hereof went abroad into all that land
GK: και εξήλθεν η φήμη αύτη εις όλην την γην εκείνην

Matthew 9:31

KJV: But they when they were departed spread abroad his fame in all that country
GK: οι δε εξελθόντες διεφήμισαν αυτόν εν όλη τη γη εκείνη

Matthew 9:32

KJV: As they went out behold they brought to him a dumb man possessed with a devil
GK: αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον

Matthew 10:11

KJV: And into whatsoever city or town ye shall enter enquire who in it is worthy and there abide till ye go thence
GK: εις ην δ΄ αν πόλιν η κώμην εισέλθητε εξετάσατε τις εν αυτή άξιός εστι κακεί μείνατε έως αν εξέλθητε

ἔξεστι (be lawful)

[edit]

Matthew 12:2

KJV: But when the Pharisees saw they said unto him Behold thy disciples do that which is not lawful to do upon the sabbath day
GK: οι δε Φαρισαίοι ιδόντες είπον αυτώ ιδού οι μαθηταί ποιούσιν ο ουκ έξεστι ποιείν εν σαββάτω

Matthew 12:4

KJV: How he entered into the house of God and did eat the shew bread which was not lawful for him to eat neither for them which were with him but only for the priests
GK: πως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού και τους άρτους της προθέσεως έφαγεν ους ουκ εξόν ην αυτώ φαγείν ουδέ τοις μετ΄ αυτού ει τοις ιερεύσι μόνοις

Matthew 12:10

KJV: And behold there was a man which had hand withered And they asked him saying Is it lawful to heal on the sabbath days that they might accuse him
GK: και ιδού άνθρωπος ην την χείρα έχων ξηράν και επηρώτησαν αυτόν λέγοντες ει έξεστι τοις σάββασι θεραπεύειν ίνα κατηγορήσωσιν αυτού

Matthew 12:12

KJV: How much then is a man better than a sheep Wherefore it is lawful to do well on the sabbath days
GK: πόσω ουν διαφέρει άνθρωπος προβάτου ώστε έξεστι τοις σάββασι καλώς ποιείν

Matthew 14:4

KJV: For John said unto him It is not lawful for thee to have her
GK: έλεγε γαρ αυτώ ο Ιωάννης ουκ έξεστί σοι έχειν αυτήν

Matthew 19:3

KJV: The Pharisees also came unto him tempting him and saying unto him Is it lawful for a man to put away his wife for every cause
GK: και προσήλθον αυτώ οι Φαρισαίοι πειράζοντες αυτόν και λέγοντες αυτώ ει έξεστιν ανθρώπω απολύσαι την γυναίκα αυτού κατά πάσαν αιτίαν

Matthew 20:15

KJV: Is it not lawful for me to do what I will with mine own Is thine eye evil because I am good
GK: η ουκ έξεστί μοι ποιήσαι ο έλω εν τοις εμοίς ει ο οφθαλμός σου πονηρός εστιν ότι εγώ αγαθός ειμι

Matthew 22:17

KJV: Tell us therefore What thinkest thou Is it lawful to give tribute unto Caesar or not
GK: ειπέ ουν ημίν τι σοι δοκεί έξεστι δούναι κήνσον Καίσαρι η ου

Matthew 27:6

KJV: And the chief priests took the silver pieces and said It is not lawful for to put them into the treasury because it is the price of blood
GK: οι δε αρχιερείς λαβόντες τα αργύρια είπον ουκ έξεστι βαλείν αυτά εις τον κορβανάν επεί τιμή αίματός εστι

ἐξετάζω (ask)

[edit]

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Matthew 10:11

KJV: And into whatsoever city or town ye shall enter enquire who in it is worthy and there abide till ye go thence
GK: εις ην δ΄ αν πόλιν η κώμην εισέλθητε εξετάσατε τις εν αυτή άξιός εστι κακεί μείνατε έως αν εξέλθητε

John 21:12

KJV: Jesus saith unto them Come dine And none of the disciples durst ask him Who art thou knowing that it was the Lord
GK: λέγει αυτοίς ο Ιησούς δεύτε αριστήσατε ουδείς δε ετόλμα των μαθητών εξετάσαι αυτόν συ τις ει ειδότες ότι ο κύριός εστιν

ἐξηγέομαι (declare)

[edit]

Luke 24:35

KJV: And they told what things in the way and how he was known of them in breaking of bread
GK: και αυτοί εξηγούντο τα εν τη οδώ και ως εγνώσθη αυτοίς εν τη κλάσει του άρτου

John 1:18

KJV: No man hath seen God at any time the only begotten Son which is in the bosom of the Father he hath declared
GK: θεόν ουδείς εώρακε πώποτε ο μονογενής υιός ο ων εις τον κόλπον του πατρός εκείνος εξηγήσατο

Acts 10:8

KJV: And when he had declared all things unto them he sent them to Joppa
GK: και εξηγησάμενος αυτοίς άπαντα απέστειλεν αυτούς εις την Ιόππην

Acts 15:12

KJV: Then all the multitude kept silence and gave audience to Barnabas and Paul declaring what miracles and wonders God had wrought among the Gentiles by them
GK: εσίγησε δε παν το πλήθος και ήκουον Βαρνάβα και Παύλου εξηγουμένων όσα εποίησεν ο θεός σημεία και τέρατα εν τοις έθνεσι δι΄ αυτών

Acts 15:14

KJV: Simeon hath declared how God at the first did visit the Gentiles to take out of them a people for his name
GK: Συμεών εξηγήσατο καθώς πρώτον ο θεός επεσκέψατο λαβείν εξ εθνών λαόν επί τω ονόματι αυτού

Acts 21:19

KJV: And when he had saluted them he declared particularly what things God had wrought among the Gentiles by his ministry
GK: και ασπασάμενος αυτούς εξηγείτο καθ΄ εν έκαστον ων εποίησεν ο θεός εν τοις έθνεσι διά της διακονίας αυτού

ἑξήκοντα (sixty(-fold))

[edit]

Matthew 13:8

KJV: But other fell into good ground and brought forth fruit some an hundredfold some sixtyfold some thirtyfold
GK: αλλά δε έπεσεν επί την γην την καλήν και εδίδου καρπόν ο μεν εκατόν ο δε εξήκοντα ο δε τριάκοντα

Matthew 13:23

KJV: But he that received seed into the good ground is he that heareth the word and understandeth which also beareth fruit and bringeth forth some an hundredfold some sixty some thirty
GK: ο δε επί την γην την καλήν σπαρείς ούτός εστιν ο τον λόγον ακούων και συνιών ος δη καρποφορεί και ποιεί ο μεν εκατόν ο δε εξήκοντα ο δε τριάκοντα

Mark 4:8

KJV: And other fell on good ground and did yield fruit that sprang up and increased and brought forth some thirty and some sixty and some an hundred
GK: και άλλο έπεσεν εις την γην την καλήν και εδίδου καρπόν αναβαίνοντα και αυξάνοντα και έφερεν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν

Mark 4:20

KJV: And these are they which are sown on good ground such as hear the word and receive and bring forth fruit some thirtyfold some sixty and some an hundred
GK: και ούτοί εισιν οι επί την γην την καλήν σπαρέντες οίτινες ακούουσι τον λόγον και παραδέχονται και καρποφορούσιν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν

Luke 24:13

KJV: And behold two of them went that same day to a village called Emmaus which was from Jerusalem threescore furlongs
GK: και ιδού δύο εξ αυτών ήσαν πορευόμενοι εν αυτή τη ημέρα εις κώμην απέχουσαν σταδίους εξήκοντα από Ιερουσαλήμ η όνομα Εμμαούς

1 Timothy 5:9

KJV: Let not a widow be taken into the number under threescore years old having been the wife of one man
GK: χήρα καταλεγέσθω μη έλαττον ετών εξήκοντα γεγονυία ενός ανδρός γυνή

Revelation 11:3

KJV: And I will give unto my two witnesses and they shall prophesy a thousand two hundred threescore days clothed in sackcloth
GK: και δώσω τοις δυσί μάρτυσί μου και προφητεύσουσιν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα περιβεβλημένοι σάκκους

Revelation 12:6

KJV: And the woman fled into the wilderness where she hath a place prepared of God that they should feed her there a thousand two hundred threescore days
GK: και η γυνή έφυγεν εις την έρημον όπου έχει τόπον ητοιμασμένον από του θεού ίνα εκεί εκτρέφωσιν αυτήν ημέρας χιλίας διακοσίας εξήκοντα

ἑξῆς (after)

[edit]

Luke 7:11

KJV: And it came to pass the day after that he went into a city called Nain and many of his disciples went with him and much people
GK: και εγένετο εν τη εξής επορεύετο εις πόλιν καλουμένην Ναϊν και συνεπορεύοντο αυτώ οι μαθηταί αυτού ικανοί και όχλος πολύς

Luke 9:37

KJV: And it came to pass, that on the next day when they were come down from the hill much people met him
GK: εγένετο δε εν τη εξής ημέρα κατελθόντων αυτών από του όρους συνήντησεν αυτώ όχλος πολύς

Acts 21:1

KJV: And it came to pass that after we were gotten from them and had launched we came with a straight course unto Coos and the following unto Rhodes and from thence unto Patara
GK: ως δε εγένετο αναχθήναι ημάς αποσπασθέντας απ΄ αυτών ευθυδρομήσαντες ήλθομεν εις την Κων τη δε εξής εις την Ρόδον κακείθεν εις Πάταρα

Acts 25:17

KJV: Therefore when they were come hither without any delay on the morrow I sat on the judgment seat and commanded the man to be brought forth
GK: συνελθόντων ούν αυτών ενθάδε αναβολήν μηδεμίαν ποιησάμενος τη εξής καθίσας επί του βήματος εκέλευσα αχθήναι τον άνδρα

Acts 27:18

KJV: And we being exceedingly tossed with a tempest the next they lightened the ship
GK: σφοδρώς δε χειμαζομένων ημών τη εξής εκβολήν εποιούντο

ἐξηχέω (sound forth)

[edit]

1 Thessalonians 1:8

KJV: For from you sounded out the word the Lord not only in Macedonia and Achaia but also in every place your faith to God ward is spread abroad so that we need not to speak any thing
GK: αφ΄ υμών γαρ εξήχηται ο λόγος του κυρίου ου μόνον εν τη Μακεδονία και εν Αχαϊα αλλά και εν παντί τόπω η πίστις υμών η προς τον θεόν εξελήλυθεν ώστε μη χρείαν ημάς έχειν λαλείν τι

ἕξις (use)

[edit]

Hebrews 5:14

KJV: But strong meat belongeth to them that are of full age those who by reason of use have their senses exercised to discern both good and evil
GK: τελείων δε εστιν η στερεά τροφή των διά την έξιν τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εχόντων προς διάκρισιν καλού τε και κακού

ἐξίστημι (amaze)

[edit]

Matthew 12:23

KJV: And all the people were amazed and said Is not this the son of David
GK: και εξίσταντο πάντες οι όχλοι και έλεγον μήτι ούτός εστιν ο χριστός ο υιός Δαβίδ

Mark 2:12

KJV: And immediately he arose took up the bed and went forth before them all insomuch that they were all amazed and glorified God saying We never saw it on this fashion
GK: και ηγέρθη ευθέως και άρας τον κράββατον εξήλθεν εναντίον πάντων ώστε εξίστασθαι πάντας και δοξάζειν τον θεόν λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν

Mark 3:21

KJV: And when his friends heard they went out to lay hold on him for they said He is beside himself
GK: και ακούσαντες οι παρ΄ αυτού εξήλθον κρατήσαι αυτόν έλεγον γαρ ότι εξέστη

Mark 5:42

KJV: And straightway the damsel arose and walked for she was of twelve years And they were astonished with a great astonishment
GK: και ευθέως ανέστη το κοράσιον και περιεπάτει ην γαρ ετών δώδεκα και εξέστησαν εκστάσει μεγάλη

Mark 6:51

KJV: And he went up unto them into the ship and the wind ceased and they were sore amazed in themselves beyond measure and wondered
GK: και ανέβη προς αυτούς εις το πλοίον και εκόπασεν ο άνεμος και λίαν εκ περισσού εν εαυτοίς εξίσταντο και εθαύμαζον

Luke 2:47

KJV: And all that heard him were astonished at his understanding and answers
GK: εξίσταντο δε πάντες οι ακούοντες αυτού επί τη συνέσει και ταις αποκρίσεσιν αυτού

Luke 8:56

KJV: And her parents were astonished but he charged them that they should tell no man what was done
GK: και εξέστησαν οι γονείς αυτής ο δε παρήγγειλεν αυτοίς μηδενί ειπείν το γεγονός

Luke 24:22

KJV: Yea and certain women also of our company made us astonished which were early at the sepulchre
GK: αλλά και γυναίκές τινες εξ ημών εξέστησαν ημάς γενόμεναι όρθριαι επί το μνημείον

Acts 2:7

KJV: And they were all amazed and marvelled saying one to another Behold are not all these which speak Galilæans
GK: εξίσταντο δε και εθαύμαζον λέγοντες προς αλλήλους ουκ ιδού πάντες ούτοί εισιν οι λαλούντες Γαλιλαίοι

ἐξισχύω (be able)

[edit]

Ephesians 3:18

KJV: May be able to comprehend with all saints what the breadth and length and depth and height
GK: ίνα εξισχύσητε καταλαβέσθαι συν πάσι τοις αγίοις τι το πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος

ἔξοδος (decease)

[edit]

Luke 9:31

KJV: Who appeared in glory and spake of his decease which he should accomplish at Jerusalem
GK: οι οφθέντες εν δόξη έλεγον την έξοδον αυτού ην έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ

Hebrews 11:22

KJV: By faith Joseph when he died made mention of the departing of the children of Israel and gave commandment concerning his bones
GK: πίστει Ιωσήφ τελευτών περί της εξόδου των υιών Ισραήλ εμνημόνευσε και περί των οστέων αυτού ενετείλατο

2 Peter 1:15

KJV: Moreover I will endeavour that ye may be able after my decease to have these things always in remembrance
GK: σπουδάσω δε και εκάστοτε έχειν υμάς μετά την εμήν έξοδον την τούτων μνήμην ποιείσθαι

ἐξολοθρεύω (destroy)

[edit]

Acts 3:23

KJV: And it shall come to pass every soul which will not hear that prophet shall be destroyed from among the people
GK: έσται δε πάσα ψυχή ήτις αν μη ακούση του προφήτου εκείνου εξολοθρευθήσεται εκ του λαού

ἐξομολογέω (confess)

[edit]

Matthew 3:6

KJV: And were baptized of him in Jordan confessing their sins
GK: και εβαπτίζοντο εν τω Ιορδάνη υπ΄ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτων

Matthew 11:25

KJV: At that time Jesus answered and said I thank thee O Father Lord of heaven and earth because thou hast hid these things from the wise and prudent and hast revealed them unto babes
GK: εν εκείνω τω καιρώ αποκριθείς ο Ιησούς είπεν εξομολούγούμαι σοι πάτερ κύριε του ουρανού και της γης ότι απέκρυψας τάυτα από σοφών και συνετών και απεκάλυψας αυτά νηπίοις

Mark 1:5

KJV: And there went out unto him all the land of Judæa and they of Jerusalem and were all baptized of him in the river of Jordan confessing their sins
GK: και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ΄ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών

Luke 10:21

KJV: In that hour Jesus rejoiced in spirit and said thank thee O Father Lord of heaven and earth that thou hast hid these things from the wise and prudent and hast revealed them unto babes even so Father for so it seemed good in thy sight
GK: εν αυτή τη ώρα ηγαλλιάσατο τω πνεύματι ο Ιησούς και είπεν εξομολογούμαί σοι πάτερ κύριε του ουρανού και της γης ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών και απεκάλυψας αυτά νηπίος ναι ο πατήρ ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθέν σου

Luke 22:6

KJV: And he promised and sought opportunity to betray him unto them in the absence of the multitude
GK: και εξωμολόγησε και εζήτει ευκαιρίαν του παραδούναι αυτόν αυτοίς άτερ όχλου

Acts 19:18

KJV: And many that believed came and confessed and shewed their deeds
GK: πολλοί τε των πεπιστευκότων ήρχοντο εξομολογούμενοι και αναγγέλλοντες τας πράξεις αυτών

Romans 14:11

KJV: For it is written I live saith the Lord every knee shall bow to me and every tongue shall confess to God
GK: γέγραπται γαρ ζω εγώ λέγει κύριος ότι εμοί κάμψει παν γόνυ και πάσα γλώσσα εξομολογήσεται τω θεώ

Romans 15:9

KJV: And that the Gentiles might glorify God for mercy as it is written For this cause I will confess to thee among the Gentiles and sing unto thy name
GK: τα δε έθνη υπέρ ελέους δοξάσαι τον θεόν καθώς γέγραπται διά τούτο εξομολογήσομαί σοι εν έθνεσι και τω ονόματί σου ψαλώ

Philippians 2:11

KJV: And every tongue should confess that Jesus Christ Lord to the glory of God the Father
GK: και πάσα γλώσσα εξομολογήσηται ότι κύριος Ιησούς χριστός εις δόξαν θεού πατρός

ἐξορκίζω (adjure)

[edit]

Matthew 26:63

KJV: But Jesus held his peace And the high priest answered and said unto him I adjure thee by the living God that thou tell us whether thou be the Christ the Son of God
GK: ο δε Ιησούς εσιώπα και αποκριθείς ο αρχιερεύς είπεν αυτώ εξορκίζω σε κατά του θεού του ζώντος ίνα ημίν είπης ει συ ει ο Χριστός ο υιός του θεού

ἐξορκιστής (exorcist)

[edit]

Acts 19:13

KJV: Then certain of the vagabond Jews exorcists took upon them to call over them which had evil spirits the name of the Lord Jesus saying We adjure you by Jesus whom Paul preacheth
GK: επεχείρησαν δε τινες από των περιερχομένων Ιουδαίων εξορκιστών ονομάζειν επί τους έχοντας τα πνεύματα τα πονηρά το όνομα του κυρίου Ιησού λέγοντες ορκίζομεν υμάς τον Ιησούν ον ο Παύλος κηρύσσει

ἐξορύσσω (break up)

[edit]

Mark 2:4

KJV: And when they could not come nigh unto him for the press they uncovered the roof where he was and when they had broken up they let down the bed wherein the sick of the palsy lay
GK: και μη δυνάμενοι προσεγγίσαι αυτώ διά τον όχλον απεστέγασαν την στέγην όπου ην και εξορύξαντες χαλώσι τον κράββατον εφ΄ ω ο παραλυτικός κατέκειτο

Galatians 4:15

KJV: Where is then the blessedness ye spake of for I bear you record that if possible ye would have plucked out your own eyes and have given them to me
GK: τις ούν ην ο μακαρισμός υμών μαρτυρώ γαρ υμίν ότι ει δυνατόν τους οφθαλμούς υμών εξορύξαντες αν εδώκατέ μοι

ἐξουδενόω (set at nought)

[edit]

Mark 9:12

KJV: And he answered and told them Elias verily cometh first and restoreth all things and how it is written of the Son of man that he must suffer many things and be set at nought
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς Ηλίας μεν ελθών πρώτον αποκαθιστά πάντα και πως γέγραπται επί τον υιόν του ανθρώπου ίνα πολλά πάθη και εξουδενωθή

ἐξουθενέω (contemptible)

[edit]

Luke 18:9

KJV: And he spake this parable unto certain which trusted in themselves that they were righteous and despised others
GK: είπε δε και προς τινας τους πεποιθότας εφ΄ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι και εξουθενούντας τους λοιπούς την παραβολήν ταύτην

Luke 23:11

KJV: And Herod with his men of war set him at nought and mocked and arrayed him in a gorgeous robe and sent him again to Pilate
GK: εξουθενήσας δε αυτόν ο Ηρώδης συν τοις στρατεύμασιν αυτού και εμπαίξας περιβαλών αυτόν εσθήτα λαμπράν ανέπεμψεν αυτόν τω Πιλάτω

Acts 4:11

KJV: This is the stone which was set at nought of you builders which is become the head of the corner
GK: ούτός εστιν ο λίθος ο εξουθενηθείς υφ υμών των οικοδομούντων ο γενόμενος εις κεφαλήν γωνίας

Romans 14:3

KJV: Let not him that eateth despise him that eateth not and let not him which eateth not judge him that eateth for God hath received him
GK: ο εσθίων τον μη εσθίοντα μη εξουθενείτω και ο μη εσθίων τον εσθίοντα μη κρινέτω ο θεός γαρ αυτόν προσελάβετο

Romans 14:10

KJV: But why dost thou judge thy brother or why dost thou set at nought thy brother for we shall all stand before the judgment seat of Christ
GK: συ δε τι κρίνεις τον αδελφόν σου η και συ τι εξουθενείς τον αδελφόν σου πάντες γαρ παραστησόμεθα τω βήματι του χριστού

1 Corinthians 1:28

KJV: And base things of the world and things which are despised hath God chosen and things which are not to bring to nought things that are
GK: και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο θεος και τα μη όντα ίνα τα όντα καταργήση

1 Corinthians 6:4

KJV: If then ye have judgments of things pertaining to this life set them to judge who are least esteemed in the church
GK: βιωτικά μεν ούν κριτήρια εάν έχητε τους εξουθενημένους εν τη εκκλησία τούτους καθίζετε

1 Corinthians 16:11

KJV: Let no man therefore despise him but conduct him forth in peace that he may come unto me for I look for him with the brethren
GK: μη τις ούν αυτόν εξουθενήση προπέμψατε δε αυτόν εν ειρήνη ίνα έλθη προς με εκδέχομαι γαρ αυτόν μετά των αδελφών

2 Corinthians 10:10

KJV: For letters say they weighty and powerful but bodily presence weak and speech contemptible
GK: ότι αι μεν επιστολαί φησί βαρείαι και ισχυραί η δε παρουσία του σώματος ασθενής και ο λόγος εξουθενημένος

ἐξουσία (authority)

[edit]

Matthew 7:29

KJV: For he taught them as having authority and not as the scribes
GK: ην γαρ διδάσκων αυτούς ως εξουσίαν έχων και ουχ ως οι γραμματείς

Matthew 8:9

KJV: For I am a man under authority having soldiers under me and I say to this Go and he goeth and to another Come and he cometh and to my servant Do this and he doeth
GK: και γαρ εγώ άνθρωπός ειμι υπό εξουσίαν έχων υπ΄ εμαυτόν στρατιώτας και λέγω τούτω πορεύθητι και πορεύεται και άλλω έρχου και έρχεται και τω δούλω μου ποίησον τούτο και ποιεί

Matthew 9:6

KJV: But that ye may know that the Son of man hath power on earth to forgive sins then saith he to the sick of the palsy Arise take up thy bed and go unto thine house
GK: ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας τότε λέγει τω παραλυτικώ εγερθείς άρόν σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκόν σου

Matthew 9:8

KJV: But when the multitudes saw they marvelled and glorified God which had given such power unto men
GK: ιδόντες δε οι όχλοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον θεόν τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις

Matthew 10:1

KJV: And when he had called unto his twelve disciples he gave them power unclean spirits to cast them out and to heal all manner of sickness and all manner of disease
GK: και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν

Matthew 21:23

KJV: And when he was come into the temple the chief priests and the elders of the people came unto him as he was teaching and said By what authority doest thou these things and who gave thee this authority
GK: και ελθόντι αυτώ εις το ιερόν προσήλθον αυτώ διδάσκοντι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού λέγοντες εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς και τις σοι έδωκεν την εξουσίαν ταύτην

Matthew 21:24

KJV: And Jesus answered and said unto them I also will ask you one thing which if ye tell me I in like wise will tell you by what authority I do these things
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα ον εάν είπητέ μοι καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ

Matthew 21:27

KJV: And they answered Jesus and said We cannot tell And he said unto them Neither tell I you by what authority I do these things
GK: και αποκριθέντες τω Ιησού είπον ουκ οίδαμεν έφη αυτοίς και αυτός ουδέ εγώ λέγω υμίν εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ

Matthew 28:18

KJV: And Jesus came and spake unto them saying All power is given unto me in heaven and in earth
GK: και πρόσελθων ο Ιησούς ελάλησεν αυτοίς λέγων εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης

ἐξουσιάζω (exercise authority upon)

[edit]

Luke 22:25

KJV: And he said unto them The kings of the Gentiles exercise lordship over them and they that exercise authority upon them are called benefactors
GK: ο δε είπεν αυτοίς οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτών και οι εξουσιάζοντες αυτών ευεργέται καλούνται

1 Corinthians 6:12

KJV: All things are lawful unto me but all things are not expedient all things are lawful for me but I will not be brought under the power of any
GK: πάντα μοι έξεστιν αλλ΄ ου πάντα συμφέρει πάντα μοι έξεστιν αλλ΄ ουκ εγώ εξουσιασθήσομαι υπό τινος

1 Corinthians 7:4

KJV: The wife hath not power of her own body but the husband and likewise also the husband hath not power of his own body but the wife
GK: η γυνή του ιδίου σώματος ουκ εξουσιάζει αλλ΄ ο ανήρ ομοίως δε και ο ανήρ του ιδίου σώματος ουκ εξουσιάζει αλλ΄ γυνή

ἐξοχή (principal)

[edit]

Acts 25:23

KJV: And on the morrow when Agrippa was come and Bernice with great pomp and was entered into the place of hearing with the chief captains and principal men of the city at Festus’ commandment Paul was brought forth
GK: τη ουν επαύριον ελθόντος του Αγρίππα και της Βερνίκης μετά πολλής φαντασίας και εισελθόντων εις το ακροατήριον συν τε τοις χιλιάρχοις και ανδράσι τοις κατ΄ εξοχήν ούσι της πόλεως και κελεύσαντος του Φήστου ήχθη ο Παύλος

ἐξυπνίζω (awake out of sleep)

[edit]

John 11:11

KJV: These things said he and after that he saith unto them Our friend Lazarus sleepeth but I go that I may awake him out of sleep
GK: ταύτα είπε και μετά τούτο λέγει αυτοίς Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν

ἔξυπνος (X out of sleep)

[edit]

Acts 16:27

KJV: And the keeper of the prison awaking out of his sleep and seeing the prison doors open he drew out his sword and would have killed himself supposing that the prisoners had been fled
GK: έξυπνος δε γενόμενος ο δεσμοφύλαξ και ιδών ανεωγμένας τας θύρας της φυλακής σπασάμενος μάχαιραν έμελλεν εαυτόν αναιρείν νομίζων εκπεφευγέναι τους δεσμίους

ἔξω (away)

[edit]

Matthew 5:13

KJV: Ye are the salt of the earth but if the salt have lost his savour wherewith shall it be salted it is thenceforth good for nothing but to be cast out and to be trodden under foot of men
GK: υμείς εστέ το άλας της γης εάν δε το άλας μωρανθή εν τίνι αλισθήσεται εις ουδέν ισχύει έτι ει βληθήναι έξω και καταπατείσθαι υπό των ανθρώπων

Matthew 12:46

KJV: While he yet talked to the people behold mother and his brethren stood without desiring to speak with him
GK: έτι δε αυτού λαλούντος τοις όχλοις ιδού η μήτηρ και οι αδελφοί αυτού ειστήκεισαν έξω ζητούντες αυτώ λαλήσαι

Matthew 12:47

KJV: Then one said unto him Behold thy mother and thy brethren stand without desiring to speak with thee
GK: είπε δε τις αυτώ ιδού η μήτηρ σου και οι αδελφοί σου έξω εστήκασι ζητούντές σοι λαλήσαι

Matthew 13:48

KJV: Which when it was full they drew to shore and sat down and gathered the good into vessels but cast the bad away
GK: ην ότε επληρώθη αναβιβάσαντες επί τον αιγιαλόν και καθίσαντες συνέλεξαν τα καλά εις αγγεία τα δε σαπρά έξω έβαλον

Matthew 21:17

KJV: And he left them and went out of the city into Bethany and he lodged there
GK: και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πόλεως εις Βηθανίαν και ηυλίσθη εκεί

Matthew 21:39

KJV: And they caught him and cast out of the vineyard and slew
GK: και λαβόντες εξέβαλον αυτόν έξω του αμπελώνος και απέκτειναν

Matthew 26:69

KJV: Peter sat without in the palace and a damsel came unto him saying Thou also wast with Jesus of Galilee
GK: ο δε Πέτρος έξω εκάθητο εν τη αυλή και προσήλθεν αυτώ μία παιδίσκη λέγουσα και συ ήσθα μετά Ιησού του Γαλιλαίου

Matthew 26:75

KJV: And Peter remembered the word of Jesus which said unto him Before the cock crow thou shalt deny me thrice And he went out and wept bitterly
GK: και εμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος Ιησού ειρηκότος αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς

Mark 1:45

KJV: But he went out and began to publish much and to blaze abroad the matter insomuch that Jesus could no more openly enter into the city but was without in desert places and they came to him from every quarter
GK: ο δε εξελθών ήρξατο κηρύσσειν πολλά και διαφημίζειν τον λόγον ώστε μηκέτι αυτόν δύνασθαι φανερώς εις πόλιν εισελθείν αλλ΄ έξω εν ερήμοις τόποις ην και ήρχοντο προς αυτόν πανταχόθεν

ἔξωθεν (out(-side)

[edit]

Matthew 23:25

KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye make clean the outside of the cup and of the platter but within they are full of extortion and excess
GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος έσωθεν δε γέμουσιν εξ αρπαγής και ακρασίας

Matthew 23:27

KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye are like unto whited sepulchres which indeed appear beautiful outward but are within full of dead bones and of all uncleanness
GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας

Matthew 23:28

KJV: Even so ye also outwardly appear righteous unto men but within ye are full of hypocrisy and iniquity
GK: ούτω και υμείς έξωθεν μεν φαίνεσθε τοις ανθρώποις δίκαιοι έσωθεν δε μεστοί εστε υποκρίσεως και ανομίας

Mark 7:15

KJV: There is nothing from without a man that entering into him can defile him but the things which come out of him those are they that defile the man
GK: ουδέν εστιν έξωθεν του ανθρώπου εισπορευόμενον εις αυτόν ο δύναται αυτόν κοινώσαι αλλά τα εκπορευόμενα απ΄ αυτού εκείνά εστι τα κοινούντα τον άνθρωπον

Mark 7:18

KJV: And he saith unto them Are ye so without understanding also Do ye not perceive that whatsoever thing from without entereth into the man can not defile him
GK: και λέγει αυτοίς ούτω και υμείς ασύνετοί εστε ου νοείτε ότι παν το έξωθεν εισπορευόμενον εις τον άνθρωπον ου δύναται αυτόν κοινώσαι

Luke 11:39

KJV: And the Lord said unto him Now do ye Pharisees make clean the outside of the cup and the platter but your inward part is full of ravening and wickedness
GK: είπε δε ο κύριος προς αυτόν νυν υμείς οι Φαρισαίοι το έξωθεν του ποτηρίου και του πίνακος καθαρίζετε το δε έσωθεν υμών γέμει αρπαγής και πονηρίας

Luke 11:40

KJV: fools did not he that made that which is without make that which is within also
GK: άφρονες ουχ ο ποιήσας το έξωθεν και το έσωθεν εποίησε

2 Corinthians 7:5

KJV: For when we were come into Macedonia our flesh had no rest but we were troubled on every side without fightings within fears
GK: και γαρ ελθόντων ημών εις Μακεδονίαν ουδεμίαν έσχηκεν άνεσιν η σαρξ ημών αλλ΄ εν παντί θλιβόμενοι έξωθεν μάχαι έσωθεν φόβοι

1 Timothy 3:7

KJV: Moreover he must have a good report of them which are without lest he fall into reproach and the snare of the devil
GK: δει δε αυτόν και μαρτυρίαν καλήν έχειν από των έξωθεν ίνα μη εις ονειδισμόν εμπέση και παγίδα του διαβόλου

ἐξωθέω (drive out)

[edit]

Acts 7:45

KJV: Which also our fathers that came after brought in with Jesus into the possession of the Gentiles whom God drave out before the face of our fathers unto the days of David
GK: ην και εισήγαγον διαδεξάμενοι οι πατέρες ημών μετά Ιησού εν τη κατασχέσει των εθνών ων εξώσεν ο θεός από προσώπου των πατέρων ημών έως των ημερών Δαβίδ

Acts 27:39

KJV: And when it was day they knew not the land but they discovered a certain creek with a shore into the which they were minded if it were possible to thrust in the ship
GK: ότε δε ημέρα εγένετο την γην ουκ επεγίνωσκον κόλπον δε τινα κατενόουν έχοντα αιγιαλόν εις ον εβουλεύσαντο ει δυνατόν εξώσαι το πλοίον

ἐξώτερος (outer)

[edit]

Matthew 8:12

KJV: But the children of the kingdom shall be cast out into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 22:13

KJV: Then said the king to the servants Bind him hand and foot and take him away and cast into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: τότε είπεν ο βασιλεύς τοις διακόνοις δήσαντες αυτού πόδας και χείρας άρατε αυτόν και εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 25:30

KJV: And cast ye the unprofitable servant into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: και τον αχρείον δούλον εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

ἑορτάζω (keep the feast)

[edit]

1 Corinthians 5:8

KJV: Therefore let us keep the feast not with old leaven neither with the leaven of malice and wickedness but with the unleavened of sincerity and truth
GK: ώστε εορτάζωμεν μη εν ζύμη παλαιά μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας αλλ΄ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας

ἑορτή (feast)

[edit]

Matthew 26:5

KJV: But they said Not on the feast lest there be an uproar among the people
GK: έλεγον δε μη εν τη εορτή ίνα μη θόρυβος γένηται εν τω λαώ

Matthew 27:15

KJV: Now at feast the governor was wont to release unto the people a prisoner whom they would
GK: κατά δε εορτήν ειώθει ο ηγεμών απολύειν ένα τω όχλω δέσμιον ον ήθελον

Mark 14:2

KJV: But they said Not on the feast lest there be an uproar of the people
GK: έλεγον δε μη εν τη εορτή μήποτε θόρυβος έσται του λαού

Mark 15:6

KJV: Now at feast he released unto them one prisoner whomsoever they desired
GK: κατά δε εορτήν απέλυεν αυτοίς ένα δέσμιον όνπερ ητούντο

Luke 2:41

KJV: Now his parents went to Jerusalem every year at the feast of the passover
GK: και επορεύοντο οι γονείς κατ΄ έτος εις Ιερουσαλήμ τη εορτή του πάσχα

Luke 2:42

KJV: And when he was twelve years old they went up to Jerusalem after the custom of the feast
GK: και ότε εγένετο ετών δώδεκα αναβάντων αυτών εις Ιεροσόλυμα κατά το έθος της εορτής

Luke 22:1

KJV: Now the feast of unleavened bread drew nigh which is called the Passover
GK: ήγγιζε δε η εορτή των αζύμων η λεγομένη πάσχα

Luke 23:17

KJV: For of necessity he must release one unto them at the feast
GK: ανάγκην δε είχεν απολύειν αυτοίς κατά εορτήν ένα

John 2:23

KJV: Now when he was in Jerusalem at the passover in the feast many believed in his name when they saw the miracles which he did
GK: ως δε ην εν Ιεροσολύμοις εν τω πάσχα εν τη εορτή πολλοί επίστευσαν εις το όνομα αυτού θεωρούντες αυτού τα σημεία α εποίει

ἐπαγγελία (message)

[edit]

Luke 24:49

KJV: And behold I send the promise of my Father upon you but tarry ye in the city of Jerusalem until ye be endued with power from on high
GK: και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός μου εφ΄ υμάς υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους

Acts 1:4

KJV: And being assembled together with commanded them that they should not depart from Jerusalem but wait for the promise of the Father which ye have heard of me
GK: και συναλιζόμενος παρήγγειλεν αυτοίς από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι αλλά περιμένειν την επαγγελίαν του πατρός ην ηκούσατέ μου

Acts 2:33

KJV: Therefore being by the right hand of God exalted and having received of the Father the promise of the Holy Ghost shed forth this which ye now see and hear
GK: τη δεξιά ούν του θεού υψωθείς την τε επαγγελίαν του αγίου πνεύματος λαβών παρά του πατρός εξέχεε τούτο ο νυν υμείς βλέπετε και ακούετε

Acts 2:39

KJV: For the promise is unto you and to your children and to all that are afar off as many as the Lord our God shall call
GK: υμίν γαρ εστιν η επαγγελία και τοις τέκνοις υμών και πάσι τοις εις μακράν όσους αν προσκαλέσηται κύριος ο θεός ημών

Acts 7:17

KJV: But when the time of the promise drew nigh which God had sworn to Abraham the people grew and multiplied in Egypt
GK: καθώς δε ήγγιζεν ο χρόνος της επαγγελίας ης ώμοσεν ο θεός τω Αβραάμ ηύξησεν ο λαός και επληθύνθη εν Αιγύπτω

Acts 13:23

KJV: Of this man’s seed hath God according to promise raised unto Israel a Saviour Jesus
GK: τούτου ο θεός από του σπέρματος κατ΄ επαγγελίαν ήγειρε τω Ισραήλ σωτήριαν σωτήρα Ιησούν

Acts 13:32

KJV: And we declare unto you glad tidings the promise which was made unto the fathers
GK: και ημείς υμάς ευαγγελιζόμεθα την προς τους πατέρας επαγγελίαν γενομένην

Acts 23:21

KJV: But do not thou yield unto them for there lie in wait for him of them more than forty men which have bound themselves with an oath that they will neither eat nor drink till they have killed him and now are they ready looking for a promise from thee
GK: συ ούν μη πεισθής αυτοίς ενεδρεύουσι γαρ αυτόν εξ αυτών άνδρες πλείους τεσσαράκοντα οίτινες ανεθεμάτισαν εαυτούς μήτε φαγείν μήτε πιείν έως ου ανέλωσιν αυτόν και νυν έτοιμοί εισι προσδεχόμενοι την από σου επαγγελίαν

Acts 26:6

KJV: And now I stand and am judged for the hope of the promise made of God unto our fathers
GK: και νυν επ΄ ελπίδι της προς τους πατέρας επαγγελίας γενομένης υπό του θεού έστηκα κρινόμενος

ἐπαγγέλλω (profess)

[edit]

Mark 14:11

KJV: And when they heard they were glad and promised to give him money And he sought how he might conveniently betray him
GK: οι δε ακούσαντες εχάρησαν και επηγγείλαντο αυτώ αργύριον δούναι και εζήτει πως ευκαίρως αυτόν παραδώ

Acts 7:5

KJV: And he gave him none inheritance in it no, not to set his foot on yet he promised that he would give it to him for a possession and to his seed after him when he had no child
GK: και ουκ έδωκεν αυτώ κληρονομίαν εν αυτή ουδέ βήμα ποδός και επηγγείλατο δούναι αυτώ εις κατάσχεσιν αυτήν και τω σπέρματι αυτού μετ΄ αυτόν ουκ όντος αυτώ τέκνου

Romans 4:21

KJV: And being fully persuaded that what he had promised he was able also to perform
GK: και πληροφορηθείς ότι ο επήγγελται δυνατός εστι και ποιήσαι

Galatians 3:19

KJV: Wherefore then the law It was added because of transgressions till the seed should come to whom the promise was made ordained by angels in the hand of a mediator
GK: τι ούν ο νόμος των παραβάσεων χάριν προσετέθη άχρις ου έλθη το σπέρμα ω επήγγελται διαταγείς δι΄ αγγέλων εν χειρί μεσίτου

1 Timothy 2:10

KJV: But which becometh women professing godliness with good works
GK: αλλ΄ ο πρέπει γυναιξίν επαγγελλομέναις θεοσέβειαν δι΄ έργων αγαθών

1 Timothy 6:21

KJV: Which some professing have erred concerning faith Grace with thee Amen
GK: ην τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν η χάρις μετά σου αμήν

Titus 1:2

KJV: In hope of eternal life which God that cannot lie promised before the world began
GK: επ΄ ελπίδι ζωής αιωνίου ην επηγγείλατο ο αψευδής θεός προ χρόνων αιωνίων

Hebrews 6:13

KJV: For when God made promise to Abraham because he could swear by no greater he sware by himself
GK: τω γαρ Αβραάμ επαγγειλάμενος ο θεός επεί κατ΄ ουδενός είχε μείζονος ομόσαι ώμοσε καθ΄ εαυτού

Hebrews 10:23

KJV: Let us hold fast the profession of faith without wavering for he faithful that promised
GK: κατέχωμεν την ομολογίαν της ελπίδος ακλινή πιστός γαρ ο επαγγειλάμενος

ἐπάγγελμα (promise)

[edit]

2 Peter 1:4

KJV: Whereby are given unto us exceeding great and precious promises that by these ye might be partakers of the divine nature having escaped the corruption that is in the world through lust
GK: δι΄ ων τα τίμια ημίν και μέγιστα επαγγέλματα δεδώρηται ίνα διά τούτων γένησθε θείας κοινωνοί φύσεως αποφυγόντες της εν κόσμω εν επιθυμία φθοράς

2 Peter 3:13

KJV: Nevertheless we according to his promise look for new heavens and a new earth wherein dwelleth righteousness
GK: καινούς δε ουρανούς και γην καινήν κατά το επάγγελμα αυτού προσδοκώμεν εν οις δικαιοσύνη κατοικεί

ἐπάγω (bring upon)

[edit]

Acts 5:28

KJV: Saying not we straitly command you that ye should not teach in this name and behold ye have filled Jerusalem with your doctrine and intend to bring this man’s blood upon us
GK: λέγων ου παραγγελία παρηγγείλαμεν υμίν μη διδάσκειν επί τω ονόματι τούτω και ιδού πεπληρώκατε την Ιερουσαλήμ της διδαχής υμών και βούλεσθε επαγαγείν εφ΄ ημάς το αίμα του ανθρώπου τούτου

2 Peter 2:1

KJV: But there were false prophets also among the people even as there shall be false teachers among you who privily shall bring in damnable heresies even denying the Lord that bought them and bring upon themselves swift destruction
GK: εγένοντο δε και ψευδοπροφήται εν τω λαώ ως και εν υμίν έσονται ψευδοδιδάσκαλοι οίτινες παρεισάξουσιν αιρέσεις απωλείας και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην αρνούμενοι επάγοντες εν ευτοίς ταχινήν απώλειαν

2 Peter 2:5

KJV: And spared not the old world but saved Noah the eighth a preacher of righteousness bringing in the flood upon the world of the ungodly
GK: και αρχαίου κόσμου ουκ εφείσατο αλλά όγδοον Νώε δικαιοσύνης κήρυκα εφύλαξε κατακλυσμόν κόσμω ασεβών επάξας

ἐπαγωνίζομαι (earnestly contend for)

[edit]

Jude 1:3

KJV: Beloved when I gave all diligence to write unto you of the common salvation it was needful for me to write unto you and exhort that ye should earnestly contend for the faith which was once delivered unto the saints
GK: αγαπητοί πάσαν σπουδήν ποιούμενος γράφειν υμίν περί της κοινής σωτηρίας ανάγκην έσχον γράψαι υμίν παρακαλών επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει

ἐπαθροίζω (gather thick together)

[edit]

Luke 11:29

KJV: And when the people were gathered thick together he began to say This is an evil generation they seek a sign and there shall no sign be given it but the sign of Jonas the prophet
GK: των δε όχλων επαθροιζομένων ήρξατο λέγειν η γενεά αύτη πονηρά εστι σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου

Ἐπαίνετος (Epenetus)

[edit]

Romans 16:5

KJV: Likewise the church that is in their house Salute my wellbeloved Epaenetus who is the firstfruits of Achaia unto Christ
GK: και την κατ΄ οίκον αυτών εκκλησίαν ασπάσασθε Επαινετόν τον αγαπητόν μου ος εστιν απαρχή της Αχαϊας εις χριστόν

ἐπαινέω (commend)

[edit]

Luke 16:8

KJV: And the lord commended the unjust steward because he had done wisely for the children of this world are in their generation wiser than the children of light
GK: και επήνεσεν ο κύριος τον οικονόμον της αδικίας ότι φρονίμως εποίησεν ότι οι υιοί του αιώνος τούτου φρονιμώτεροι υπέρ τους υιούς του φωτός εις την γενεάν την εαυτών εισι

Romans 15:11

KJV: And again Praise the Lord all ye Gentiles and laud him all ye people
GK: και πάλιν αινείτε τον κύριον πάντα τα έθνη και επαινέσατε αυτόν πάντες οι λαοί

1 Corinthians 11:2

KJV: Now I praise you brethren that ye remember me in all things and keep the ordinances as I delivered to you
GK: επαινώ δε υμάς αδελφοί ότι πάντα μου μέμνησθε και καθώς παρέδωκα υμίν τας παραδόσεις κατέχετε

1 Corinthians 11:17

KJV: Now in this that I declare I praise not that ye come together not for the better but for the worse
GK: τούτο δε παραγγέλλων ουκ επαινώ ότι ουκ εις το κρείττον αλλ΄ εις το ήττον συνέρχεσθε

1 Corinthians 11:22

KJV: What have ye not houses to eat and to drink in or despise ye the church of God and shame them that have not What shall I say to you shall I praise you in this I praise not
GK: μη γαρ οικίας ουκ έχετε εις το εσθίειν και πίνειν η της εκκλησίας του θεού καταφρονείτε και καταισχύνετε τους μη έχοντας τι υμίν είπω επαινέσω υμάς εν τούτω ουκ επαινώ

ἔπαινος (praise)

[edit]

Romans 2:29

KJV: But he a Jew which is one inwardly and circumcision of the heart in the spirit not in the letter whose praise not of men but of God
GK: αλλ΄ ο εν τω κρυπτώ Ιουδαίος και περιτομή καρδίας εν πνεύματι ου γράμματι ου ο έπαινος ουκ εξ ανθρώπων αλλ΄ εκ του θεού

Romans 13:3

KJV: For rulers are not a terror to good works but to the evil Wilt thou then not be afraid of the power do that which is good and thou shalt have praise of the same
GK: οι γαρ άρχοντες ουκ εισί φόβος των αγαθών έργων αλλά των κακών θέλεις δε μη φοβείσθαι την εξουσίαν το αγαθόν ποίει και έξεις έπαινον εξ αυτής

1 Corinthians 4:5

KJV: Therefore judge nothing before the time until the Lord come who both will bring to light the hidden things of darkness and will make manifest the counsels of the hearts and then shall every man have praise of God
GK: ώστε μη προ καιρού τι κρίνετε έως αν έλθη ο κύριος ος και φωτίσει το κρυπτά του σκότους και φανερώσει τας βουλάς των καρδιών και τότε ο έπαινος γενήσεται εκάστω από του θεού

2 Corinthians 8:18

KJV: And we have sent with him the brother whose praise in the gospel throughout all the churches
GK: συνεπέμψαμεν δε μετ΄ αυτού τον αδελφόν ου ο έπαινος εν τω ευαγγελίω διά πασών των εκκλησιών

Ephesians 1:6

KJV: To the praise of the glory of his grace wherein he hath made us accepted in the beloved
GK: εις έπαινον δόξης της χάριτος εν η εχαρίτωσεν ημάς εν τω ηγαπημένω

Ephesians 1:12

KJV: That we should be to the praise of his glory who first trusted in Christ
GK: εις το είναι ημάς εις έπαινον της δόξης αυτού τους προηλπικότας εν τω χριστώ

Ephesians 1:14

KJV: Which is the earnest of our inheritance until the redemption of the purchased possession unto the praise of his glory
GK: ος εστιν αρραβών της κληρονομίας ημών εις απολύτρωσιν της περιποιήσεως εις έπαινον της δόξης αυτού

Philippians 1:11

KJV: Being filled with the fruits of righteousness which are by Jesus Christ unto the glory and praise of God
GK: πεπληρωμένοι καρπών δικαιοσύνης των διά Ιησού χριστού εις δόξαν και έπαινον θεού

Philippians 4:8

KJV: Finally brethren whatsoever things are true whatsoever things honest whatsoever things just whatsoever things pure whatsoever things lovely whatsoever things of good report if any virtue and if any praise think on these things
GK: το λοιπόν αδελφοί όσα εστίν αληθή όσα σεμνά όσα δίκαια όσα αγνά όσα προσφιλή όσα εύφημα ει αρετή και ει έπαινος ταύτα λογίζεσθε

ἐπαίρω (exalt self)

[edit]

Matthew 17:8

KJV: And when they had lifted up their eyes they saw no man save Jesus only
GK: επάραντες δε τους οφθαλμούς αυτών ουδένα είδον ει τον Ιησούν μόνον

Luke 6:20

KJV: And he lifted up his eyes on his disciples and said Blessed poor for yours is the kingdom of God
GK: και αυτός επάρας τους οφθαλμούς αυτού εις τους μαθητάς αυτού έλεγε μακάριοι οι πτωχοί ότι υμετέρα εστίν η βασιλεία του θεού

Luke 11:27

KJV: And it came to pass as he spake these things a certain woman of the company lifted up her voice and said unto him Blessed the womb that bare thee and the paps which thou hast sucked
GK: εγένετο δε εν τω λέγειν αυτόν ταύτα επάρασά τις γυνή φωνήν εκ του όχλου είπεν αυτώ μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας

Luke 16:23

KJV: And in hell he lift up his eyes being in torments and seeth Abraham afar off and Lazarus in his bosom
GK: και εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού υπάρχων εν βασάνοις ορά τον Αβραάμ από μακρόθεν και Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού

Luke 18:13

KJV: And the publican standing afar off would not lift up so much as eyes unto heaven but smote upon his breast saying God be merciful to me a sinner
GK: και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι αλλ΄ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων ο θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ

Luke 21:28

KJV: And when these things begin to come to pass then look up and lift up your heads for your redemption draweth nigh
GK: αρχομένων δε τούτων γίνεσθαι ανακύψατε και επάρατε τας κεφαλάς υμών διότι εγγίζει η απολύτρωσις

Luke 24:50

KJV: And he led them out as far as to Bethany and he lifted up his hands and blessed them
GK: εξήγαγε δε αυτούς έξω έως εις Βηθανίαν και επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς

John 4:35

KJV: Say not ye There are yet four months and cometh harvest behold I say unto you Lift up your eyes and look on the fields for they are white already to harvest
GK: ουχ υμείς λέγετε ότι έτι τετράμηνός εστι και ο θερισμός έρχεται ιδού λέγω υμίν επάρατε τους οφθαλμούς υμών και θεάσασθε τας χώρας ότι λευκαί εισι προς θερισμόν ήδη

John 6:5

KJV: When Jesus then lifted up eyes and saw a great company come unto him he saith unto Philip Whence shall we buy bread that these may eat
GK: επάρας ούν ο Ιησούς τους οφθαλμούς και θεασάμενος ότι πολύς όχλος έρχεται προς αυτόν λέγει προς τον Φίλιππον πόθεν αγοράσομεν αρτούς ίνα φάγωσιν ούτοι

ἐπαισχύνομαι (be ashamed)

[edit]

Mark 8:38

KJV: Whosoever therefore shall be ashamed of me and of my words in this adulterous and sinful generation of him also shall the Son of man be ashamed when he cometh in the glory of his Father with the holy angels
GK: ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων

Luke 9:26

KJV: For whosoever shall be ashamed of me and of my words of him shall the Son of man be ashamed when he shall come in his own glory and Father’s and of the holy angels
GK: ος γαρ αν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους τούτον ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται όταν έλθη εν τη δόξη αυτού και του πατρός και των αγίων αγγέλων

Romans 1:16

KJV: For I am not ashamed of the gospel of Christ for it is the power of God unto salvation to every one that believeth to the Jew first and also to the Greek
GK: ου γαρ επαισχύνομαι το ευαγγέλιον του χριστού δύναμις γαρ θεού εστιν εις σωτηρίαν παντί τω πιστεύοντι Ιουδαίω τε πρώτον και Έλληνι

Romans 6:21

KJV: What fruit had ye then in those things whereof ye are now ashamed for the end of those things death
GK: τίνα ουν καρπόν είχετε τότε εφ οις νυν επαισχύνεσθε το γαρ τέλος εκείνων θάνατος

2 Timothy 1:8

KJV: not thou therefore ashamed of the testimony of our Lord nor of me his prisoner but be thou partaker of the afflictions of the gospel according to the power of God
GK: μη ουν επαισχυνθής το μαρτύριον του κυρίου ημών μηδέ εμέ τον δέσμιον αυτού αλλά συγκακοπάθησον τω ευαγγελίω κατά δύναμιν θεού

2 Timothy 1:12

KJV: For the which I also these things nevertheless I am not ashamed for I know whom I have believed and am persuaded that he is able to keep that which I have committed against that day
GK: δι΄ ην αιτίαν και ταύτα πάσχω αλλ΄ ουκ επαισχύνομαι οίδα γαρ ω πεπίστευκα και πέπεισμαι ότι δυνατός εστι την παρακαταθήκην μου φυλάξαι εις εκείνην την ημέραν

2 Timothy 1:16

KJV: The Lord give mercy unto the house of Onesiphorus for he oft refreshed me and was not ashamed of my chain
GK: δώη έλεος ο κύριος τω Ονησιφόρου οίκω ότι πολλάκις με ανέψυξε και την άλυσίν μου ουκ επαισχύνθη

Hebrews 2:11

KJV: For both he that sanctifieth and they who are sanctified all of one for which cause he is not ashamed to call them brethren
GK: ο τε γαρ αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες δι΄ ην αιτίαν ουκ επαισχύνεται αδελφούς αυτούς καλείν

Hebrews 11:16

KJV: But now they desire a better that is an heavenly wherefore God is not ashamed to be called their God for he hath prepared for them a city
GK: νυν δε κρείττονος ορέγονται τουτ΄ επουρανίου διό ουκ επαισχύνεται αυτούς ο θεός θεός επικαλείσθαι αυτών ητοίμασε γαρ αυτοίς πόλιν

ἐπαιτέω (beg)

[edit]

Luke 16:3

KJV: Then the steward said within himself What shall I do for my lord taketh away from me the stewardship I cannot dig to beg I am ashamed
GK: είπε δε εν εαυτώ ο οικονόμος τι ποιήσω ότι ο κύριός μου αφαιρείται την οικονομίαν απ΄ εμού σκάπτειν ουκ ισχύω επαιτείν αισχύνομαι

ἐπακολουθέω (follow (after))

[edit]

Mark 16:20

KJV: And they went forth and preached every where the Lord working with and confirming the word with signs following Amen
GK: εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού του κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος διά των επακολουθούντων σημείων αμην

1 Timothy 5:10

KJV: Well reported of for good works if she have brought up children if she have lodged strangers if she have washed the saints’ feet if she have relieved the afflicted if she have diligently followed every good work
GK: εν έργοις καλοίς μαρτυρουμένη ει ετεκνοτρόφησεν ει εξενοδόχησεν ει αγίων πόδας ένιψεν ει θλιβομένοις επήρκεσεν ει παντί έργω αγαθώ επηκολούθησε

1 Timothy 5:24

KJV: Some men’s sins are open beforehand going before to judgment and some they follow after
GK: τινών ανθρώπων αι αμαρτίαι πρόδηλοί εισι προάγουσαι εις κρίσιν τισί δε και επακολουθούσιν

1 Peter 2:21

KJV: For even hereunto were ye called because Christ also suffered for us leaving us an example that ye should follow his steps
GK: εις τούτο γαρ εκλήθητε ότι και χριστός έπαθεν υπέρ ημών ημίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσητε τοις ίχνεσιν αυτού

ἐπακούω (hear)

[edit]

2 Corinthians 6:2

KJV: For he saith I have heard thee in a time accepted and in the day of salvation have I succoured thee behold now the accepted time behold now the day of salvation
GK: λέγει γαρ καιρώ δεκτώ επήκουσά σου και εν ημέρα σωτηρίας εβοήθησά σοι ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος ιδού νυν ημέρα σωτηρίας

ἐπακροάομαι (hear)

[edit]

Acts 16:25

KJV: And at midnight Paul and Silas prayed and sang praises unto God and the prisoners heard them
GK: κατά δε το μεσονύκτιον Παύλος και Σίλας προσευχόμενοι ύμνουν τον θεόν επηκροώντο δε αυτών οι δέσμιοι

ἐπάν (when)

[edit]

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Luke 11:22

KJV: But when a stronger than he shall come upon him and overcome him he taketh from him all his armour wherein he trusted and divideth his spoils
GK: επάν δε ο ισχυρότερος αυτού επελθών νικήση αυτόν την πανοπλίαν αυτού αίρει εφ΄ η επεποίθει και τα σκύλα αυτού διαδίδωσιν

Luke 11:34

KJV: The light of the body is the eye therefore when thine eye is single thy whole body also is full of light but when is evil thy body also full of darkness
GK: ο λύχνος του σώματός εστιν ο οφθαλμός όταν ούν ο οφθαλμός σου απλούς η και όλον το σώμά σου φωτεινόν εστιν επάν δε πονηρός η και το σώμά σου σκοτεινόν

ἐπάναγκεσ (necessary)

[edit]

Acts 15:28

KJV: For it seemed good to the Holy Ghost and to us to lay upon you no greater burden than these necessary things
GK: έδοξε γαρ τω αγίω πνεύματι και ημίν μηδέν πλέον επιτίθεσθαι υμίν βάρος πλην των επάναγκες τούτων

ἐπανάγω (launch (thrust) out)

[edit]

Matthew 21:18

KJV: Now in the morning as he returned into the city he hungered
GK: πρωϊας δε επανάγων εις την πόλιν επείνασε

Luke 5:3

KJV: And he entered into one of the ships which was Simon’s and prayed him that he would thrust out a little from the land And he sat down and taught the people out of the ship
GK: εμβάς δε εις εν των πλοίων ο ην του Σίμωνος ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους

Luke 5:4

KJV: Now when he had left speaking he said unto Simon Launch out into the deep and let down your nets for a draught
GK: ως δε επαύσατο λαλών είπε προς τον Σίμωνα επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν

ἐπαναμιμνήσκω (put in mind)

[edit]

Romans 15:15

KJV: Nevertheless brethren I have written the more boldly unto you in some sort as putting you in mind because of the grace that is given to me of God
GK: τολμηρότερον δε έγραψα υμίν αδελφοί από μέρους ως επαναμιμνήσκων υμάς διά την χάριν την δοθείσάν μοι υπό του θεού

ἐπαναπαύομαι (rest in (upon))

[edit]

Luke 10:6

KJV: And if the son of peace be there your peace shall rest upon it if not it shall turn to you again
GK: και εάν η εκεί υιός ειρήνης επαναπαύσεται επ΄ αυτόν η ειρήνη υμών ει εφ΄ υμάς ανακάμψει

Romans 2:17

KJV: Behold thou art called a Jew and restest in the law and makest thy boast of God
GK: ίδε συ Ιουδαίος επονομάζη και επαναπαύη τω νόμω και καυχάσαι εν θεώ

ἐπανέρχομαι (come again)

[edit]

Luke 10:35

KJV: And on the morrow when he departed he took out two pence and gave to the host and said unto him Take care of him and whatsoever thou spendest more when I come again I will repay thee
GK: και επί την αύριον εξελθών εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ επιμελήθητι αυτού και ο τι αν προσδαπανήσης εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι

Luke 19:15

KJV: And it came to pass that when he was returned having received the kingdom then he commanded these servants to be called unto him to whom he had given the money that he might know how much every man had gained by trading
GK: και εγένετο εν τω επανελθείν αυτόν λαβόντα την βασιλείαν και είπε φωνηθήναι αυτώ τους δούλους τούτους οις έδωκε το αργύριον ίνα γνω τις τι διεπραγματεύσατο

ἐπανίστημι (rise up against)

[edit]

Matthew 10:21

KJV: And the brother shall deliver up the brother to death and the father the child and the children shall rise up against parents and cause them to be put to death
GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς

Mark 13:12

KJV: Now the brother shall betray the brother to death and the father the son and children shall rise up against parents and shall cause them to be put to death
GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς

ἐπανόρθωσις (correction)

[edit]

2 Timothy 3:16

KJV: All scripture given by inspiration of God and profitable for doctrine for reproof for correction for instruction in righteousness
GK: πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν προς έλεγχον προς επανόρθωσιν προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη

ἐπάνω (above)

[edit]

Matthew 2:9

KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον

Matthew 5:14

KJV: Ye are the light of the world A city that is set on an hill cannot be hid
GK: υμείς εστέ το φως του κόσμου ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη

Matthew 21:7

KJV: And brought the ass and the colt and put on them their clothes and they set thereon
GK: ήγαγον την όνον και τον πώλον και επέθηκαν επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών και επεκάθισεν επάνω αυτών

Matthew 23:18

KJV: And Whosoever shall swear by the altar it is nothing but whosoever sweareth by the gift that is upon it he is guilty
GK: και ος εάν ομόση εν τω θυσιαστηρίω ουδέν εστιν ος δ΄ αν ομόση εν τω δώρω τω επάνω αυτού οφείλει

Matthew 23:20

KJV: Whoso therefore shall swear by the altar sweareth by it and by all things thereon
GK: ο ουν ομόσας εν τω θυσιαστηρίω ομνύει εν αυτώ και εν πάσι τοις επάνω αυτού

Matthew 23:22

KJV: And he that shall swear by heaven sweareth by the throne of God and by him that sitteth thereon
GK: και ο ομόσας εν τω ουρανώ ομνύει εν τω θρόνω του θεού και εν τω καθημένω επάνω αυτού

Matthew 27:37

KJV: And set up over his head his accusation written THIS IS JESUS THE KING OF THE JEWS
GK: και επέθηκαν επάνω της κεφαλής αυτού την αιτίαν αυτού γεγραμμένην ούτός εστιν Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Matthew 28:2

KJV: And behold there was a great earthquake for the angel of the Lord descended from heaven and came and rolled back the stone from the door and sat upon it
GK: και ιδού σεισμός εγένετο μέγας άγγελος γαρ κυρίου καταβάς εξ ουρανού προσελθών απεκύλισε τον λίθον από της θύρας και εκάθητο επάνω αυτού

Mark 14:5

KJV: For it might have been sold for more than three hundred pence and have been given to the poor And they murmured against her
GK: ηδύνατο γαρ τούτο πραθήναι επάνω τριακοσίων δηναρίων και δοθήναι τοις πτωχοίς και ενεβριμώντο αυτή

ἐπαρκέω (relieve)

[edit]

1 Timothy 5:10

KJV: Well reported of for good works if she have brought up children if she have lodged strangers if she have washed the saints’ feet if she have relieved the afflicted if she have diligently followed every good work
GK: εν έργοις καλοίς μαρτυρουμένη ει ετεκνοτρόφησεν ει εξενοδόχησεν ει αγίων πόδας ένιψεν ει θλιβομένοις επήρκεσεν ει παντί έργω αγαθώ επηκολούθησε

1 Timothy 5:16

KJV: If any man or woman that believeth have widows let them relieve them and let not the church be charged that it may relieve them that are widows indeed
GK: ει πίστος η πιστή έχει χήρας επαρκείτω αυταίς και μη βαρείσθω η εκκλησία ίνα ταις όντως χήραις επαρκέση

ἐπαρχία (province)

[edit]

Acts 23:34

KJV: And when the governor had read he asked of what province he was And when he understood that of Cilicia
GK: αναγνούς δε ο ηγεμών και επερωτήσας εκ ποίας επαρχίας εστί και πυθόμενος ότι από Κιλικίας

Acts 25:1

KJV: Now when Festus was come into the province after three days he ascended from Cæsarea to Jerusalem
GK: Φήστος ουν επιβάς τη επαρχία μετά τρείς ημέρας ανέβη εις Ιεροσόλυμα από Καισαρείας

ἔπαυλις (habitation)

[edit]

Acts 1:20

KJV: For it is written in the book of Psalms Let his habitation be desolate and let no man dwell therein and his bishoprick let another take
GK: γέγραπται γαρ εν βίβλω ψαλμών γενηθήτω η έπαυλις αυτού έρημος και μη έστω ο κατοικών εν αυτή και την επισκοπήν αυτού λάβοι έτερος

ἐπαύριον (day following)

[edit]

Matthew 27:62

KJV: Now the next day that followed the day of the preparation the chief priests and Pharisees came together unto Pilate
GK: τη δε επαύριον ήτις εστί μετά την παρασκευήν συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς Πιλάτον

Mark 11:12

KJV: And on the morrow when they were come from Bethany he was hungry
GK: και τη επαύριον εξελθόντων αυτών από Βηθανίας επείνασεν

John 1:29

KJV: The next day John seeth Jesus coming unto him and saith Behold the Lamb of God which taketh away the sin of the world
GK: τη επαύριον βλέπει ο Ιωάννης τον Ιησούν ερχόμενον προς αυτόν και λέγει ίδε ο αμνός του θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου

John 1:35

KJV: Again the next day after John stood and two of his disciples
GK: τη επαύριον πάλιν ειστήκει ο Ιωάννης και εξ των μαθητών αυτού δύο

John 1:43

KJV: The day following Jesus would go forth into Galilee and findeth Philip and saith unto him Follow me
GK: τη επαύριον ηθέλησεν εξελθείν εις την Γαλιλαίαν και ευρίσκει Φίλιππον και λέγει αυτώ ο Ιησούς ακολούθει μοι

John 6:22

KJV: The day following the people which stood on the other side of the sea saw that there was none other boat there save that one whereinto his disciples were entered and that Jesus went not with his disciples into the boat but his disciples were gone away alone
GK: τη επαύριον ο όχλος ο εστηκώς πέραν της θαλάσσης ιδών ότι πλοιάριον άλλο ουκ ην εκεί ει εν εκείνο εις ο ενέβησαν οι μαθηταί αυτού και ότι ου συνεισήλθε τοις μαθηταίς αυτού ο Ιησούς εις το πλοιάριον αλλά μόνοι οι μαθηταί αυτού απήλθον

John 12:12

KJV: On the next day much people that were come to the feast when they heard that Jesus was coming to Jerusalem
GK: τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν ακούσαντες ότι έρχεται ο Ιησούς εις Ιεροσόλυμα

Acts 10:9

KJV: On the morrow as they went on their journey and drew nigh unto the city Peter went up upon the housetop to pray about the sixth hour
GK: τη δε επαύριον οδοιπορούντων εκείνων και τη πόλει εγγιζόντων ανέβη Πέτρος επί το δώμα προσεύξασθαι περί ώραν έκτην

Acts 10:23

KJV: Then called he them in and lodged And on the morrow Peter went away with them and certain brethren from Joppa accompanied him
GK: εισκαλεσάμενος ουν αυτούς εξένισε τη δε επαύριον ο Πέτρος εξήλθε συν αυτοίς και τινες των αδελφών των από Ιόππης συνήλθον αυτώ

αὐτόφωρος (in the very act)

[edit]

John 8:4

KJV: They say unto him Master this woman was taken in adultery in the very act
GK: λέγουσιν αυτώ διδάσκαλε ταύτην εύρομεν επαυτοφώρω μοιχευομένην

Ἐπαφρᾶς (Epaphras)

[edit]

Colossians 1:7

KJV: As ye also learned of Epaphras our dear fellowservant who is for you a faithful minister of Christ
GK: καθώς και εμάθετε από Επαφρά του αγαπητού συνδούλου ημών ος εστι πιστός υπέρ υμών διάκονος του χριστού

Colossians 4:12

KJV: Epaphras who is of you a servant of Christ saluteth you always labouring fervently for you in prayers that ye may stand perfect and complete in all the will of God
GK: ασπάζεται υμάς Επαφράς ο εξ υμών δούλος χριστού πάντοτε αγωνιζόμενος υπέρ υμών εν ταις προσευχαίς ίνα στήτε τέλειοι και πεπληρωμένοι εν παντί θελήματι του θεού

Philemon 1:23

KJV: There salute thee Epaphras my fellowprisoner in Christ Jesus
GK: ασπάζονταί σε Επαφράς ο συναιχμάλωτός μου εν χριστώ Ιησού

ἐπαφρίζω (foam out)

[edit]

Jude 1:13

KJV: Raging waves of the sea foaming out their own shame wandering stars to whom is reserved blackness of darkness for ever
GK: κύματα άγρια θαλάσσης επαφρίζοντα τας εαυτών αισχύνας αστέρες πλανήται οις ο ζόφος του σκότους εις τον αιώνα τετήρηται

Ἐπαφρόδιτος (Epaphroditus)

[edit]

Philippians 2:25

KJV: Yet I supposed it necessary to send to you Epaphroditus my brother and companion in labour and fellowsoldier but your messenger and he that ministered to my wants
GK: αναγκαίον δε ηγησάμην Επαφρόδιτον τον αδελφόν και συνεργόν και συστρατιώτην μου υμών δε απόστολον και λειτουργόν της χρείας μου πέμψαι προς υμάς

Philippians 4:18

KJV: But I have all and abound I am full having received of Epaphroditus the things from you an odour of a sweet smell a sacrifice acceptable wellpleasing to God
GK: απέχω δε πάντα και περισσεύω πεπλήρωμαι δεξάμενος παρά Επαφροδίτου τα παρ΄ υμών οσμήν ευωδίας θυσίαν δεκτήν ευάρεστον τω θεώ

ἐπεγείρω (raise)

[edit]

Acts 13:50

KJV: But the Jews stirred up the devout and honourable women and the chief men of the city and raised persecution against Paul and Barnabas and expelled them out of their coasts
GK: οι δε Ιουδαίοι παρώτρυναν τας σεβομένας γυναίκας και τας ευσχήμονας και τους πρώτους της πόλεως και επήγειραν διωγμόν επί τον Παύλον και τον Βαρνάβαν και εξέβαλον αυτούς από των ορίων αυτών

Acts 14:2

KJV: But the unbelieving Jews stirred up the Gentiles and made their minds evil affected against the brethren
GK: οι δε απειθούντες Ιουδαίοι επήγειραν και εκάκωσαν τας ψυχάς των εθνών κατά των αδελφών

ἐπεί (because)

[edit]

Matthew 18:32

KJV: Then his lord after that he had called him said unto him O thou wicked servant I forgave thee all that debt because thou desiredst me
GK: τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ δούλε πονηρέ πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκά σοι επεί παρεκάλεσάς με

Matthew 27:6

KJV: And the chief priests took the silver pieces and said It is not lawful for to put them into the treasury because it is the price of blood
GK: οι δε αρχιερείς λαβόντες τα αργύρια είπον ουκ έξεστι βαλείν αυτά εις τον κορβανάν επεί τιμή αίματός εστι

Mark 15:42

KJV: And now when the even was come because it was the preparation that is the day before the sabbath
GK: και ήδη οψίας γενομένης επεί ην παρασκευή ο εστι προσάββατον

Luke 1:34

KJV: Then said Mary unto the angel How shall this be seeing I know not a man
GK: είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον πως έσται τούτο επεί άνδρα ου γινώσκω

Luke 7:1

KJV: Now when he had ended all his sayings in the audience of the people he entered into Capernaum
GK: επεί δε επλήρωσε πάντα τα ρήματα αυτού εις τας ακοάς του λαού εισήλθεν εις Καπερναούμ

John 13:29

KJV: For some thought because Judas had the bag that Jesus had said unto him Buy that we have need of against the feast or that he should give something to the poor
GK: τινές γαρ εδόκουν επεί το γλωσσόκομον είχεν ο Ιούδας ότι λέγει αυτώ ο Ιησούς αγόρασον ων χρείαν έχομεν εις την εορτήν η τοις πτωχοίς ίνα τι δώ

John 19:31

KJV: The Jews therefore because it was the preparation that the bodies should not remain upon the cross on the sabbath day for that sabbath day was an high day besought Pilate that their legs might be broken and they might be taken away
GK: οι ουν Ιουδαίοι ίνα μη μείνη επί του σταυρού τα σώματα εν τω σαββάτω επεί παρασκευή ην ην γαρ μεγάλη η ημέρα εκείνου του σαββάτου ηρώτησαν τον Πιλάτον ίνα κατεαγώσιν αυτών τα σκέλη και αρθώσιν

Romans 3:6

KJV: God forbid for then how shall God judge the world
GK: μη γένοιτο επεί πως κρινεί ο θεός τον κόσμον

Romans 11:6

KJV: And if by grace then no more of works otherwise grace is no more grace But if of works then is it no more grace otherwise work is no more work
GK: ει δε χάριτι ουκέτι εξ έργων επεί η χάρις ουκέτι γίνεται χάρις ει δε εξ έργων ουκέτι εστί χάρις επεί το έργον ουκέτι εστίν έργον

ἐπειδή (after that)

[edit]

Matthew 21:46

KJV: But when they sought to lay hands on him they feared the multitude because they took him for a prophet
GK: και ζητούντες αυτόν κρατήσαι εφοβήθησαν τους όχλους επειδή ως προφήτην αυτόν είχον

Luke 11:6

KJV: For a friend of mine in his journey is come to me and I have nothing to set before him
GK: επειδή φίλος μου παρεγένετο εξ οδού προς με και ουκ έχω ο παραθήσω αυτώ

Acts 13:46

KJV: Then Paul and Barnabas waxed bold and said It was necessary that the word of God should first have been spoken to you but seeing ye put it from you and judge yourselves unworthy of everlasting life lo we turn to the Gentiles
GK: παρρησιασάμενοι δε ο Παύλος και ο Βαρνάβας είπον υμίν ην αναγκαίον πρώτον λαληθήναι τον λόγον του θεού επειδή απωθείσθε αυτόν και ουκ αξίους κρίνετε εαυτούς της αιωνίου ζωής ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη

Acts 14:12

KJV: And they called Barnabas Jupiter and Paul Mercurius because he was the chief speaker
GK: εκάλουν τε τον μεν Βαρνάβαν Δία τον δε Παύλον Ερμήν επειδή αυτός ην ο ηγούμενος του λόγου

Acts 15:24

KJV: Forasmuch as we have heard that certain which went out from us have troubled you with words subverting your souls saying be circumcised and keep the law to whom we gave no commandment
GK: επειδή ηκούσαμεν ότι τινές εξ ημών εξελθόντες ετάραξαν υμάς λόγοις ανασκευάζοντες τας ψυχάς υμών λέγοντες περιτέμνεσθαι και τηρείν τον νόμον οις ου διεστείλαμεθα

1 Corinthians 1:21

KJV: For after that in the wisdom of God the world by wisdom knew not God it pleased God by the foolishness of preaching to save them that believe
GK: επειδή γαρ εν τη σοφία του θεού ουκ έγνω ο κόσμος διά της σοφίας τον θεόν ευδόκησεν ο θεός διά της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας

1 Corinthians 1:22

KJV: For the Jews require a sign and the Greeks seek after wisdom
GK: επειδή και Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και Έλληνες σοφίαν ζητούσιν

1 Corinthians 14:16

KJV: Else when thou shalt bless with the spirit how shall he that occupieth the room of the unlearned say Amen at thy giving of thanks seeing he understandeth not what thou sayest
GK: επεί εάν ευλογήσης τω πνεύματι ο αναπληρών τον τόπον του ιδιώτου πως ερεί το αμήν επί τη ση ευχαριστία επειδή τι λέγεις ουκ οίδε

1 Corinthians 15:21

KJV: For since by man death by man also the resurrection of the dead
GK: επειδή γαρ δι΄ ανθρώπου ο θάνατος και δι΄ ανθρώπου ανάστασις νεκρών

ἐπειδήπερ (forasmuch)

[edit]

Luke 1:1

KJV: Forasmuch as many have taken in hand to set forth in order a declaration of those things which are most surely believed among us
GK: επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι διήγησιν περί των πεπληροφορημένων εν ημίν πραγμάτων

ἐπεῖδον (behold)

[edit]

Luke 1:25

KJV: Thus hath the Lord dealt with me in the days wherein he looked on to take away my reproach among men
GK: ούτω μοι πεποίηκεν ο κύριος εν ημέραις αις επείδεν αφελείν το όνειδός μου εν ανθρώποις

Acts 4:29

KJV: And now Lord behold their threatenings and grant unto thy servants that with all boldness they may speak thy word
GK: και τα κύριε έπιδε επί τας απειλάς αυτών και δος τοις δούλοις σου μετά παρρησίας πάσης λαλείν τον λόγον σου

ἐπείπερ (seeing)

[edit]

Romans 3:30

KJV: Seeing one God which shall justify the circumcision by faith and uncircumcision through faith
GK: επείπερ εις ο θεός ος δικαιώσει περιτομήν εκ πίστεως και ακροβυστίαν διά της πίστεως

ἐπεισαγωγή (bringing in)

[edit]

Hebrews 7:19

KJV: For the law made nothing perfect but the bringing in of a better hope by the which we draw nigh unto God
GK: ουδέν γαρ ετελείωσεν ο νόμος επεισαγωγή δε κρείττονος ελπίδος δι΄ ης εγγίζομεν τω θεώ

ἔπειτα (after that(-ward))

[edit]

Mark 7:5

KJV: Then the Pharisees and scribes asked him Why walk not thy disciples according to the tradition of the elders but eat bread with unwashen hands
GK: έπειτα επερωτώσιν αυτόν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς διατί οι μαθηταί σου ου περιπατούσι κατά την παράδοσιν των πρεσβυτέρων αλλά ανίπτοις χερσίν εσθίουσι τον άρτον

Luke 16:7

KJV: Then said he to another And how much owest thou And he said An hundred measures of wheat And he said unto him Take thy bill and write fourscore
GK: έπειτα ετέρω είπεν συ δε πόσον οφείλεις ο δε είπεν εκατόν κόρους σίτου και λέγει αυτώ δέξαι σου το γράμμα και γράψον ογδοήκοντα

John 11:7

KJV: Then after that saith he to disciples Let us go into Judæa again
GK: έπειτα μετά τούτο λέγει τοις μαθηταίς άγωμεν εις την Ιουδαίαν πάλιν

1 Corinthians 12:28

KJV: And God hath set some in the church first apostles secondarily prophets thirdly teachers after that miracles then gifts of healings helps governments diversities of tongues
GK: και ους μεν έθετο ο θεός εν τη εκκλησία πρώτον αποστόλους δεύτερον προφήτας τρίτον διδασκάλους έπειτα δυνάμεις είτα χαρίσματα ιαμάτων αντιλήψεις κυβερνήσεις γένη γλωσσών

1 Corinthians 15:6

KJV: After that he was seen of above five hundred brethren at once of whom the greater part remain unto this present but some are fallen asleep
GK: έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφάπαξ εξ ων οι πλείους μένουσιν έως άρτι τινές δε και εκοιμήθησαν

1 Corinthians 15:7

KJV: After that he was seen of James then of all the apostles
GK: έπειτα ώφθη Ιακώβω είτα τοις αποστόλοις πάσιν

1 Corinthians 15:23

KJV: But every man in his own order Christ the firstfruits afterward they that are Christ’s at his coming
GK: έκαστος δε εν τω ιδίω τάγματι απαρχή χριστός έπειτα οι του χριστού εν τη παρουσία αυτού

1 Corinthians 15:46

KJV: Howbeit that not first which is spiritual but that which is natural and afterward that which is spiritual
GK: αλλ΄ ου πρώτον το πνευματικόν αλλά το ψυχικόν έπειτα το πνευματικόν

Galatians 1:18

KJV: Then after three years I went up to Jerusalem to see Peter and abode with him fifteen days
GK: έπειτα μετά έτη τρία ανήλθον εις Ιεροσόλυμα ιστορήσαι Πέτρον και επέμεινα προς αυτόν ημέρας δεκαπέντε

ἐπέκεινα (beyond)

[edit]

Acts 7:43

KJV: Yea ye took up the tabernacle of Moloch and the star of your god Remphan figures which ye made to worship them and I will carry you away beyond Babylon
GK: και ανελάβετε την σκηνήν του Μολόχ και το άστρον του θεού υμών Ρεμφάν τους τύπους ους εποιήσατε προσκυνείν αυτοίς και μετοικιώ υμάς επέκεινα Βαβυλώνος

ἐπεκτείνομαι (reach forth)

[edit]

Philippians 3:13

KJV: Brethren I count not myself to have apprehended but one thing forgetting those things which are behind and reaching forth unto those things which are before
GK: αδελφοί εγώ εμαυτόν ου λογίζομαι κατειληφέναι εν δε τα μεν οπίσω επιλανθανόμενος τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενος

ἐπενδύομαι (be clothed upon)

[edit]

2 Corinthians 5:2

KJV: For in this we groan earnestly desiring to be clothed upon with our house from heaven
GK: και γαρ εν τούτω στενάζομεν το οικητήριον ημών το εξ ουρανού επενδύσασθαι επιποθούντες

2 Corinthians 5:4

KJV: For we that are in tabernacle do groan being burdened not for that we would be unclothed but clothed that mortality might be swallowed up life
GK: και γαρ οι όντες εν τω σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι επειδή ου θέλομεν εκδύσασθαι αλλ΄ επενδύσασθαι ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής

ἐπενδύτης (fisher's coat)

[edit]

John 21:7

KJV: Therefore that disciple whom Jesus loved saith unto Peter It is the Lord Now when Simon Peter heard that it was the Lord he girt fisher’s coat for he was naked and did cast himself into the sea
GK: λέγει ούν ο μαθητής εκείνος ον ηγάπα ο Ιησούς τω Πέτρω ο κύριός εστι Σίμων ουν Πέτρος ακούσας ότι ο κύριός εστι τον επενδύτην διεζώσατο ην γαρ γυμνός και έβαλεν εαυτόν εις την θάλασσαν

ἐπέρχομαι (come (in)

[edit]

Luke 1:35

KJV: And the angel answered and said unto her The Holy Ghost shall come upon thee and the power of the Highest shall overshadow thee therefore also that holy thing which shall be born of thee shall be called the Son of God
GK: και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον εκ σου άγιον κληθήσεται υιός θεού

Luke 11:22

KJV: But when a stronger than he shall come upon him and overcome him he taketh from him all his armour wherein he trusted and divideth his spoils
GK: επάν δε ο ισχυρότερος αυτού επελθών νικήση αυτόν την πανοπλίαν αυτού αίρει εφ΄ η επεποίθει και τα σκύλα αυτού διαδίδωσιν

Luke 21:26

KJV: Men’s hearts failing them for fear and for looking after those things which are coming on the earth for the powers of heaven shall be shaken
GK: αποψυχόντων ανθρώπων από φόβου και προσδοκίας των επερχομένων τη οικουμένη αι γαρ δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται

Luke 21:35

KJV: For as a snare shall it come on all them that dwell on the face of the whole earth
GK: ως παγίς γαρ επελεύσεται επί πάντας τους καθημένους επί πρόσωπον πάσης της γης

Acts 1:8

KJV: But ye shall receive power after that the Holy Ghost is come upon you and ye shall be witnesses unto me both in Jerusalem and in all Judæa and in Samaria and unto the uttermost part of the earth
GK: αλλά λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του αγίου πνεύματος εφ΄ υμάς και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης

Acts 8:24

KJV: Then answered Simon and said Pray ye to the Lord for me that none of these things which ye have spoken come upon me
GK: αποκριθείς δε ο Σίμων είπε δεήθητε υμείς υπέρ εμού προς τον κύριον όπως μηδέν επέλθη επ΄ εμέ ων ειρήκατε

Acts 13:40

KJV: Beware therefore lest that come upon you which is spoken of in the prophets
GK: βλέπετε ούν μη επέλθη εφ΄ υμάς το ειρημένον εν τοις προφήταις

Acts 14:19

KJV: And there came thither Jews from Antioch and Iconium who persuaded the people and having stoned Paul drew out of the city supposing he had been dead
GK: επήλθον δε από Αντιοχείας και Ικονίου Ιουδαίοι και πείσαντες τους όχλους και λιθάσαντες τον Παύλον έσυραν έξω της πόλεως νομίσαντες αυτόν τεθνάναι

Ephesians 2:7

KJV: That in the ages to come he might shew the exceeding riches of his grace in kindness toward us through Christ Jesus
GK: ίνα ενδείξηται εν τοις αιώσι τοις επερχομένοις τον υπερβάλλοντα πλούτον της χάριτος αυτού εν χρηστότητι εφ΄ ημάς εν χριστώ Ιησού

ἐπερωτάω (ask (after)

[edit]

Matthew 12:10

KJV: And behold there was a man which had hand withered And they asked him saying Is it lawful to heal on the sabbath days that they might accuse him
GK: και ιδού άνθρωπος ην την χείρα έχων ξηράν και επηρώτησαν αυτόν λέγοντες ει έξεστι τοις σάββασι θεραπεύειν ίνα κατηγορήσωσιν αυτού

Matthew 16:1

KJV: The Pharisees also with the Sadducees came and tempting desired him that he would shew them a sign from heaven
GK: και προσελθόντες οι Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι πειράζοντες επηρώτησαν αυτόν σημείον εκ του ουρανού επιδείξαι αυτοίς

Matthew 17:10

KJV: And his disciples asked him saying Why then say the scribes that Elias must first come
GK: και επηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες τι ουν οι γραμματείς λέγουσιν ότι Ηλίαν δει ελθείν πρώτον

Matthew 22:23

KJV: The same day came to him the Sadducees which say that there is no resurrection and asked him
GK: εν εκείνη τη ημέρα προσήλθον αυτώ Σαδδουκαίοι οι λέγοντες μη είναι ανάστασιν και επηρώτησαν αυτόν

Matthew 22:35

KJV: Then one of them a lawyer asked tempting him and saying
GK: και επηρώτησεν εις εξ αυτών νομικός πειράζων αυτόν και λέγων

Matthew 22:41

KJV: While the Pharisees were gathered together Jesus asked them
GK: συνηγμένων δε των Φαρισαίων επηρώτησεν αυτούς ο Ιησούς

Matthew 22:46

KJV: And no man was able to answer him a word neither durst any from that day forth ask him any more
GK: και ουδείς εδύνατο αυτώ αποκριθήναι λόγον ουδέ ετόλμησέ τις απ΄ εκείνης της ημέρας επερωτήσαι αυτόν ουκέτι

Matthew 27:11

KJV: And Jesus stood before the governor and the governor asked him saying Art thou the King of the Jews And Jesus said unto him Thou sayest
GK: ο δε Ιησούς έστη έμπροσθεν του ηγεμόνος και επηρώτησεν αυτόν ο ηγεμών λέγων συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων ο δε Ιησούς έφη αυτώ συ λέγεις

Mark 5:9

KJV: And he asked him What thy name And he answered saying My name Legion for we are many
GK: και επηρώτα αυτόν τι σοι όνομα και απεκρίθη λέγων λεγεών όνομά μοι ότι πολλοί εσμεν

ἐπερώτημα (answer)

[edit]

1 Peter 3:21

KJV: The like figure whereunto baptism doth also now save us not the putting away of the filth of the flesh but the answer of a good conscience toward God by the resurrection of Jesus Christ
GK: ο και ημάς αντίτυπον νυν σώζει βάπτισμα ου σαρκός απόθεσις ρύπου αλλά συνειδήσεως αγαθής επερώτημα εις θεόν δι΄ αναστάσεως Ιησού χριστού

ἐπέχω (give (take) heed unto)

[edit]

Luke 14:7

KJV: And he put forth a parable to those which were bidden when he marked how they chose out the chief rooms saying unto them
GK: έλεγε δε προς τους κεκλημένους παραβολήν επέχων πως τας πρωτοκλισίας εξελέγοντο λέγων προς αυτούς

Acts 3:5

KJV: And he gave heed unto them expecting to receive something of them
GK: ο δε επείχεν αυτοίς προσδοκών τι παρ΄ αυτών λαβείν

Acts 19:22

KJV: So he sent into Macedonia two of them that ministered unto him Timotheus and Erastus but he himself stayed in Asia for a season
GK: αποστείλας δε εις την Μακεδονίαν δύο των διακονούντων αυτώ Τιμόθεον και Έραστον αυτός επέσχε χρόνον εις την Ασίαν

Philippians 2:16

KJV: Holding forth the word of life that I may rejoice in the day of Christ that I have not run in vain neither laboured in vain
GK: λόγον ζωής επέχοντες εις καύχημα εμοί εις ημέραν χριστού ότι ουκ εις κενόν έδραμον ουδέ εις κενόν εκοπίασα

1 Timothy 4:16

KJV: Take heed unto thyself and unto the doctrine continue in them for in doing this thou shalt both save thyself and them that hear thee
GK: επέχε σεαυτώ και τη διδασκαλία επίμενε αυτοίς τούτο γαρ ποιών και σεαυτόν σώσεις και τους ακούοντάς σου

ἐπηρεάζω (use despitefully)

[edit]

Matthew 5:44

KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς

Luke 6:28

KJV: Bless them that curse you and pray for them which despitefully use you
GK: ευλογείτε τους καταρωμένους υμίν και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς

1 Peter 3:16

KJV: Having a good conscience that whereas they speak evil of you as of evildoers they may be ashamed that falsely accuse your good conversation in Christ
GK: συνείδησιν έχοντες αγαθήν ίνα εν ω καταλαλώσιν υμών ως κακοποιών καταισχυνθώσιν οι επηρεάζοντες υμών την αγαθήν εν χριστώ αναστροφήν

ἐπί (about (the times))

[edit]

Matthew 1:11

KJV: And Josias begat Jechonias and his brethren about the time they were carried away to Babylon
GK: Ιωσίας δε εγέννησε τον Ιεχονίαν και τους αδελφούς αυτού επί της μετοικεσίας Βαβυλώνος

Matthew 2:22

KJV: But when he heard that Archelaus did reign in Judaea in the room of his father Herod he was afraid to go thither notwithstanding being warned of God in a dream he turned aside into the parts of Galilee
GK: ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί της Ιουδαίας αντί Ηρώδου του πατρός αυτου εφοβήθη εκεί απελθείν χρηματισθείς δε κατ΄ όναρ ανεχώρησεν εις τα μέρη της Γαλιλαίας

Matthew 3:7

KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Matthew 3:13

KJV: Then cometh Jesus from Galilee to Jordan unto John to be baptized of him
GK: τοτε παραγίνεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας επί τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννη του βαπτισθήναι υπ΄ αυτού

Matthew 3:16

KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν

Matthew 4:4

KJV: But he answered and said It is written Man shall not live by bread alone but by every word that proceedeth out of the mouth of God
GK: ο δε αποκριθείς είπε γέγραπται ουκ επ΄ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος αλλ΄ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος θεού

Matthew 4:5

KJV: Then the devil taketh him up into the holy city and setteth him on a pinnacle of the temple
GK: τότε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις την αγίαν πόλιν και ίστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού

Matthew 4:6

KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου

Matthew 5:15

KJV: Neither light a candle and put it under a bushel but on a candlestick and it giveth light unto all that are in the house
GK: ουδέ καίουσι λύχνον και τιθέασιν αυτόν υπό τον μόδιον αλλ΄ επί την λυχνίαν και λάμπει πάσι τοις εν τη οικία

ἐπιβαίνω (come (into))

[edit]

Matthew 21:5

KJV: Tell ye the daughter of Sion Behold thy King cometh unto thee meek and sitting upon an ass and a colt the foal of an ass
GK: είπατε τη θυγατρί Σιών ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πραϋς και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου

Acts 20:18

KJV: And when they were come to him he said unto them Ye know from the first day that I came into Asia after what manner I have been with you at all seasons
GK: ως δε παρεγένοντο προς αυτόν είπεν αυτοίς υμείς επίστασθε από πρώτης ημέρας αφ΄ ης επέβην εις την Ασίαν πως μεθ΄ υμών τον πάντα χρόνον εγενόμην

Acts 21:2

KJV: And finding a ship sailing over unto Phenicia we went aboard and set forth
GK: και ευρόντες πλοίον διαπερών εις Φοινίκην επιβάντες ανήχθημεν

Acts 21:6

KJV: And when we had taken our leave one of another we took ship and they returned home again
GK: και ασπασάμενοι αλλήλους επέβημεν εις το πλοίον εκείνοι δε υπέστρεψαν εις τα ίδια

Acts 25:1

KJV: Now when Festus was come into the province after three days he ascended from Cæsarea to Jerusalem
GK: Φήστος ουν επιβάς τη επαρχία μετά τρείς ημέρας ανέβη εις Ιεροσόλυμα από Καισαρείας

Acts 27:2

KJV: And entering into a ship of Adramyttium we launched meaning to sail by the coasts of Asia Aristarchus a Macedonian of Thessalonica being with us
GK: επιβάντες δε πλοίω Αδραμυττηνώ μέλλοντες πλείν τους κατά την Ασίαν τόπους ανήχθημεν όντος συν ημίν Αριστάρχου Μακεδόνος Θεσσαλονικέως

ἐπιβάλλω (beat into)

[edit]

Matthew 9:16

KJV: No man putteth a piece of new cloth unto an old garment for that which is put in to fill it up taketh from the garment and the rent is made worse
GK: ουδείς δε επιβάλλει επίβλημα ράκους αγνάφου επί ιματίω παλαιώ αίρει γαρ το πλήρωμα αυτού από του ιματίου και χείρον σχίσμα γίνεται

Matthew 26:50

KJV: And Jesus said unto him Friend wherefore art thou come Then and laid hands on Jesus and took him
GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτώ εταίρε εφ΄ ω πάρει τότε προσελθόντες επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν και εκράτησαν αυτόν

Mark 4:37

KJV: And there arose a great storm of wind and the waves beat into the ship so that it was now full
GK: και γίνεται λαίλαψ ανέμου μεγάλη τα δε κύματα επέβαλλεν εις το πλοίον ώστε αυτό ήδη γεμίζεσθαι

Mark 11:7

KJV: And they brought the colt to Jesus and cast their garments on him and he sat upon him
GK: και ήγαγον τον πώλον προς τον Ιησούν και επέβαλον αυτώ τα ιμάτια αυτών και εκάθισεν επ΄ αυτώ

Mark 14:46

KJV: And they laid their hands on him and took him
GK: οι δε επέβαλον επ΄ αυτόν τας χείρας αυτών και εκράτησαν αυτόν

Mark 14:72

KJV: And the second time the cock crew And Peter called to mind the word that Jesus said unto him Before the cock crow twice thou shalt deny me thrice And when he thought thereon he wept
GK: και εκ δευτέρου αλέκτωρ εφώνησε και ανεμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος ου είπεν αυτώ ο Ιησούς ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι δις απαρνήση με τρίς και επιβαλών έκλαιε

Luke 5:36

KJV: And he spake also a parable unto them No man putteth a piece of a new garment upon an old if otherwise then both the new maketh a rent and the piece that was out of the new agreeth not with the old
GK: έλεγε δε και παραβολήν προς αυτούς ότι ουδείς επίβλημα ιματίου καινού επιβάλλει επί ιμάτιον παλαιόν ει και το καινόν σχίζει και τω παλαιώ ου συμφωνεί το από του καινού

Luke 9:62

KJV: And Jesus said unto him No man having put his hand to the plough and looking back is fit for the kingdom of God
GK: είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς ουδείς επιβαλών την χείρα αυτού επ΄ άροτρον και βλέπων εις τα οπίσω εύθετός εστιν εις την βασιλείαν του θεού

Luke 15:12

KJV: And the younger of them said to father Father give me the portion of goods that falleth And he divided unto them living
GK: και είπεν ο νεώτερος αυτών τω πατρί πάτερ δος μοι το επιβάλλον μέρος της ουσίας και διείλεν αυτοίς τον βίον

ἐπιβαρέω (be chargeable to)

[edit]

2 Corinthians 2:5

KJV: But if any have caused grief he hath not grieved me but in part that I may not overcharge you all
GK: ει δε τις λελύπηκεν ουκ εμέ λελύπηκεν αλλ΄ από μέρους ίνα μη επιβαρώ πάντας υμάς

1 Thessalonians 2:9

KJV: For ye remember brethren our labour and travail for labouring night and day because we would not be chargeable unto any of you we preached unto you the gospel of God
GK: μνημονεύετε γαρ αδελφοί τον κόπον ημών και τον μόχθον νυκτός γαρ και ημέρας εργαζόμενοι προς το μη επιβαρήσαί τινα υμών εκηρύξαμεν εις υμάς το ευαγγέλιον του θεού

2 Thessalonians 3:8

KJV: Neither did we eat any man’s bread for nought but wrought with labour and travail night and day that we might not be chargeable to any of you
GK: ουδέ δωρεάν άρτον εφάγομεν παρά τινος αλλ΄ εν κόπω και μόχθω νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι προς το μη επιβαρήσαί τινα υμών

ἐπιβιβάζω (set on)

[edit]

Luke 10:34

KJV: And went to and bound up his wounds pouring in oil and wine and set him on his own beast and brought him to an inn and took care of him
GK: και προσελθών κετέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού

Luke 19:35

KJV: And they brought him to Jesus and they cast their garments upon the colt and they set Jesus thereon
GK: και ήγαγον αυτόν προς τον Ιησούν και επιρρίψαντες εαυτών τα ιμάτια επί τον πώλον επεβίβασαν τον Ιησούν

Acts 23:24

KJV: And provide beasts that they may set Paul on and bring safe unto Felix the governor
GK: κτήνη τε παραστήσαι ίνα επιβιβάσαντες τον Παύλον διασώσωσι προς Φήλικα τον ηγεμόνα

ἐπιβλέπω (look upon)

[edit]

Luke 1:48

KJV: For he hath regarded the low estate of his handmaiden for behold from henceforth all generations shall call me blessed
GK: ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού ιδού από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί

Luke 9:38

KJV: And behold a man of the company cried out saying Master I beseech thee look upon my son for he is mine only child
GK: και ιδού ανήρ από του όχλου ανεβόησε λέγων διδάσκαλε δέομαί σου επιβλέψαι επί τον υιόν μου ότι μονογενής εστί μοι

James 2:3

KJV: And ye have respect to him that weareth the gay clothing and say unto him Sit thou here in a good place and say to the poor Stand thou there or sit here under my footstool
GK: και επιβλέψητε επί τον φορούντα την εσθήτα την λαμπράν και είπητε αυτώ συ κάθου ώδε καλώς και τω πτωχώ είπητε συ στήθι εκεί η κάθου ώδε υπό του υποπόδιόν

ἐπίβλημα (piece)

[edit]

Matthew 9:16

KJV: No man putteth a piece of new cloth unto an old garment for that which is put in to fill it up taketh from the garment and the rent is made worse
GK: ουδείς δε επιβάλλει επίβλημα ράκους αγνάφου επί ιματίω παλαιώ αίρει γαρ το πλήρωμα αυτού από του ιματίου και χείρον σχίσμα γίνεται

Mark 2:21

KJV: No man also seweth a piece of new cloth on an old garment else the new piece that filled it up taketh away from the old and the rent is made worse
GK: και ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιρράπτει επί ιματίω παλαιώ ει αίρει το πλήρωμα αυτού το καινόν του παλαιού και χείρον σχίσμα γίνεται

Luke 5:36

KJV: And he spake also a parable unto them No man putteth a piece of a new garment upon an old if otherwise then both the new maketh a rent and the piece that was out of the new agreeth not with the old
GK: έλεγε δε και παραβολήν προς αυτούς ότι ουδείς επίβλημα ιματίου καινού επιβάλλει επί ιμάτιον παλαιόν ει και το καινόν σχίζει και τω παλαιώ ου συμφωνεί το από του καινού

ἐπιβοάω (cry)

[edit]

Acts 25:24

KJV: And Festus said King Agrippa and all men which are here present with us ye see this man about whom all the multitude of the Jews have dealt with me both at Jerusalem and here crying that he ought not to live any longer
GK: και φησιν ο Φήστος Αγρίππα βασιλεύ και πάντες οι συμπαρόντες ημίν άνδρες θεωρείτε τούτον περί ου παν το πλήθος των Ιουδαίων ενέτυχόν μοι εν τε Ιεροσολύμοις και ενθάδε επιβοώντες μη δειν ζην αυτόν μηκέτι

ἐπιβουλή (laying (lying) in wait)

[edit]

Acts 9:24

KJV: But their laying await was known of Saul And they watched the gates day and night to kill him
GK: εγνώσθη δε τω Σαύλω η επιβουλή αυτών παρετήρουν τε τας πύλας ημέρας τε και νυκτός όπως αυτόν ανέλωσι

Acts 20:3

KJV: And abode three months And when the Jews laid wait for him as he was about to sail into Syria he purposed to return through Macedonia
GK: ποιήσας μήνας τρεις γενομένης αυτώ επιβουλής υπό των Ιουδαίων μέλλοντι ανάγεσθαι εις την Συρίαν εγένετο γνώμη του υποστρέφειν διά Μακεδονίας

Acts 20:19

KJV: Serving the Lord with all humility of mind and with many tears and temptations which befell me by the lying in wait of the Jews
GK: δουλεύων τω κυρίω μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πολλών δακρύων και πειρασμών των συμβάντων μοι εν ταις επιβουλαίς των Ιουδαίων

Acts 23:30

KJV: And when it was told me how that the Jews laid wait for the man I sent straightway to thee and gave commandment to his accusers also to say before thee what against him Farewell
GK: μηνυθείσης δε μοι επιβουλής εις τον άνδρα μέλλειν έσεσθαι υπό των Ιουδαίων εξαυτής έπεμψα προς σε παραγγείλας και τοις κατηγόροις λέγειν τα προς αυτόν επί σου έρρωσο

ἐπιγαμβρεύω (marry)

[edit]

Matthew 22:24

KJV: Saying Master Moses said If a man die having no children his brother shall marry his wife and raise up seed unto his brother
GK: λέγοντες διδάσκαλε Μωσής είπεν εάν τις αποθάνη μη έχων τέκνα επιγαμβρεύσει ο αδελφός αυτού την γυναίκα αυτού και αναστήσει σπέρμα τω αδελφώ αυτού

ἐπίγειος (earthly)

[edit]

John 3:12

KJV: If I have told you earthly things and ye believe not how shall ye believe if I tell you heavenly things
GK: ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε πως εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε

1 Corinthians 15:40

KJV: also celestial bodies and bodies terrestrial but the glory of the celestial one and the of the terrestrial another
GK: και σώματα επουρανία και σώματα επίγεια αλλ΄ ετέρα μεν η των επουρανίων δόξα ετέρα δε η των επιγείων

2 Corinthians 5:1

KJV: For we know that if our earthly house of tabernacle were dissolved we have a building of God an house not made with hands eternal in the heavens
GK: οίδαμεν γαρ ότι εάν η επίγειος ημών οικία του σκήνους καταλυθή οικοδομήν εκ θεού έχομεν οικίαν αχειροποίητον αιώνιον εν τοις ουρανοίς

Philippians 2:10

KJV: That at the name of Jesus every knee should bow of in heaven and in earth and under the earth
GK: ίνα εν τω ονόματι Ιησού παν γόνυ κάμψη επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων

Philippians 3:19

KJV: Whose end destruction whose God belly and glory in their shame who mind earthly things
GK: ων το τέλος απώλεια ων ο θεός η κοιλία και η δόξα εν τη αισχύνη αυτών οι τα επίγεια φρονούντες

James 3:15

KJV: This wisdom descendeth not from above but earthly sensual devilish
GK: ουκ έστιν αύτη η σοφία άνωθεν κατερχομένη αλλ΄ επίγειος ψυχική δαιμονιώδης

ἐπιγίνομαι (blow)

[edit]

Acts 28:13

KJV: And from thence we fetched a compass and came to Rhegium and after one day the south wind blew and we came the next day to Puteoli
GK: όθεν περιελθόντες κατηντήσαμεν εις Ρήγιον και μετά μίαν ημέραν επιγενομένου νότου δευτεραίοι ήλθομεν εις Ποτιόλους

ἐπιγινώσκω ((ac-)

[edit]

Matthew 7:16

KJV: Ye shall know them by their fruits Do men gather grapes of thorns or figs of thistles
GK: από των καρπών αυτών επιγνώσεσθε αυτούς μήτι συλλέγουσιν από ακανθών σταφυλήν η από τριβόλων σύκα

Matthew 7:20

KJV: Wherefore by their fruits ye shall know them
GK: άρα γε από των καρπών επιγνώσεσθε αυτούς

Matthew 11:27

KJV: All things are delivered unto me of my Father and no man knoweth the Son but the Father neither knoweth any man the Father save the Son and to whom soever the Son will reveal
GK: πάντα μοι παρεδόθη υπό του πατρός μου και ουδείς επιγινώσκει τον υιόν ει ο πατήρ ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει ο υιός και ω εάν βούληται ο υιός αποκαλύψαι

Matthew 14:35

KJV: And when the men of that place had knowledge of him they sent out into all that country round about and brought unto him all that were diseased
GK: και επιγνόντες αυτόν οι άνδρες του τόπου εκείνου απέστειλαν εις όλην την περίχωρον εκείνην και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας

Matthew 17:12

KJV: But I say unto you That Elias is come already and they knew him not but have done unto him whatsoever they listed Likewise shall also the Son of man suffer of them
GK: λέγω δε υμίν ότι Ηλίας ήδη ήλθε και ουκ επέγνωσαν αυτόν αλλ΄ εποίησαν εν αυτώ οσα ηθέλησαν ούτω και ο υιός του ανθρώπου μέλλει πάσχειν υπ΄ αυτών

Mark 2:8

KJV: And immediately when Jesus perceived in his spirit that they so reasoned within themselves he said unto them Why reason ye these things in your hearts
GK: και ευθέως επιγνούς ο Ιησους τω πνεύματι αυτού ότι ούτως διαλογίζονται εν εαυτοίς είπεν αυτοίς τι ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών

Mark 5:30

KJV: And Jesus immediately knowing in himself that virtue had gone out of him turned him about in the press and said Who touched my clothes
GK: και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ την εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν επιστρεφείς εν τω όχλω έλεγε τις μου ήψατο των ιματίων

Mark 6:33

KJV: And the people saw them departing and many knew him and ran afoot thither out of all cities and outwent them and came together unto him
GK: και είδον αυτούς υπάγοντας και επέγνωσαν αυτόν πολλοί και πεζή από πασών των πόλεων συνέδραμον εκεί και προήλθον αυτούς και συνήλθον προς αυτόν

Mark 6:54

KJV: And when they were come out of the ship straightway they knew him
GK: και εξελθόντων αυτών εκ του πλοίου ευθέως επιγνόντες αυτόν

ἐπίγνωσις ((ac-)knowledge(-ing)

[edit]

Romans 1:28

KJV: And even as they did not like to retain God in knowledge God gave them over to a reprobate mind to do those things which are not convenient
GK: και καθώς ουκ εδοκίμασαν τον θεόν έχειν εν επιγνώσει παρέδωκεν αυτούς ο θεός εις αδόκιμον νουν ποιείν τα μη καθήκοντα

Romans 3:20

KJV: Therefore by the deeds of the law there shall no flesh be justified in his sight for by the law the knowledge of sin
GK: διότι εξ έργων νόμου ου δικαιωθήσεται πάσα σαρξ ενώπιον αυτού διά γαρ νόμου επίγνωσις αμαρτίας

Romans 10:2

KJV: For I bear them record that they have a zeal of God but not according to knowledge
GK: μαρτυρώ γαρ αυτοίς ότι ζήλον θεού έχουσιν αλλ΄ ου κατ΄ επίγνωσιν

Ephesians 1:17

KJV: That the God of our Lord Jesus Christ the Father of glory may give unto you the spirit of wisdom and revelation in the knowledge of him
GK: ίνα ο θεός του κυρίου ημών Ιησού χριστού ο πατήρ της δόξης δώη υμίν πνεύμα σοφίας και αποκαλύψεως εν επιγνώσει αυτού

Ephesians 4:13

KJV: Till we all come in the unity of the faith and of the knowledge of the Son of God unto a perfect man unto the measure of the stature of the fulness of Christ
GK: μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του υιού του θεού εις άνδρα τέλειον εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του χριστού

Philippians 1:9

KJV: And this I pray that your love may abound yet more and more in knowledge and all judgment
GK: και τούτο προσεύχομαι ίνα η αγάπη υμών έτι μάλλον και μάλλον περισσεύη εν επιγνώσει και πάση αισθήσει

Colossians 1:9

KJV: For this cause we also since the day we heard do not cease to pray for you and to desire that ye might be filled with the knowledge of his will in all wisdom and spiritual understanding
GK: διά τούτο και ημείς αφ΄ ης ημέρας ηκούσαμεν ου παυόμεθα υπέρ υμών προσευχόμενοι και αιτούμενοι ίνα πληρωθήτε την επίγνωσιν του θελήματος αυτου εν πάση σοφία και συνέσει πνευματική

Colossians 1:10

KJV: That ye might walk worthy of the Lord unto all pleasing being fruitful in every good work and increasing in the knowledge of God
GK: περιπατήσαι υμάς αξίως του κυρίου εις πάσαν αρέσκειαν εν παντί έργω αγαθώ καρποφορούντες και αυξανόμενοι εις την επίγνωσιν του θεού

Colossians 2:2

KJV: That their hearts might be comforted being knit together in love and unto all riches of the full assurance of understanding to the acknowledgement of the mystery of God and of the Father and of Christ
GK: ίνα παρακληθώσιν αι καρδίαι αυτών συμβιβασθέντων εν αγάπη και εις πάντα πλούτον της πληροφορίας της συνέσεως εις επίγνωσιν του μυστηρίου του θεού και πατρός και του χριστού

ἐπιγραφή (superscription)

[edit]

Matthew 22:20

KJV: And he saith unto them Whose this image and superscription
GK: και λέγει αυτοίς τίνος η εικών αύτη και η επιγραφή

Mark 12:16

KJV: And they brought And he saith unto them Whose this image and superscription And they said unto him Cæsar’s
GK: οι δε ήνεγκαν και λέγει αυτοίς τίνος η εικών αύτη και η επιγραφή οι δε είπον αυτώ Καίσαρος

Mark 15:26

KJV: And the superscription of his accusation was written over THE KING OF THE JEWS
GK: και ην η επιγραφή της αιτίας αυτού επιγεγραμμένη ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Luke 20:24

KJV: Shew me a penny Whose image and superscription hath it They answered and said Cæsar’s
GK: επιδείξατέ μοι δηνάριον τίνος έχει εικόνα και επιγραφήν αποκριθέντες δε είπον Καίσαρος

Luke 23:38

KJV: And a superscription also was written over him in letters of Greek and Latin and Hebrew THIS IS THE KING OF THE JEWS
GK: ην δε και επιγραφή γεγραμμένη επ΄ αυτώ γράμμασιν Ελληνικοίς και Ρωμαϊκοίς και Εβραϊκοίς ούτός εστιν ο βασιλεύς των Ιουδαίων

ἐπιγράφω (inscription)

[edit]

Mark 15:26

KJV: And the superscription of his accusation was written over THE KING OF THE JEWS
GK: και ην η επιγραφή της αιτίας αυτού επιγεγραμμένη ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Acts 17:23

KJV: For as I passed by and beheld your devotions I found an altar with this inscription TO THE UNKNOWN GOD Whom therefore ye ignorantly worship him declare I unto you
GK: διερχόμενος γαρ και αναθεωρών τα σεβάσματα υμών εύρον και βωμόν εν ω επεγέγραπτο αγνώστω θεώ ον ούν αγνοούντες ευσεβείτε τούτον εγώ καταγγέλλω υμίν

Hebrews 8:10

KJV: For this the covenant that I will make with the house of Israel after those days saith the Lord I will put my laws into their mind and write them in their hearts and I will be to them a God and they shall be to me a people
GK: ότι αύτη η διαθήκη ην διαθήσομαι τω οίκω Ισραήλ μετά τας ημέρας εκείνας λέγει κύριος διδούς νόμους μου εις την διάνοιαν και επί καρδίας αυτών επιγράψω αυτούς και έσομαι αυτοίς εις θεόν και αυτοί έσονταί μοι εις λαόν

Hebrews 10:16

KJV: This the covenant that I will make with them after those days saith the Lord I will put my laws into their hearts and in their minds will I write them
GK: αύτη η διαθήκη ην διαθήσομαι προς αυτούς μετά τας ημέρας εκείνας λέγει κύριος διδούς νόμους μου επί καρδίας αυτών και επί των διανοιών αυτών επιγράψω αυτούς

Revelation 21:12

KJV: And had a wall great and high had twelve gates and at the gates twelve angels and names written thereon which are of the twelve tribes of the children of Israel
GK: έχουσαν τείχος μέγα και υψηλόν έχουσαν πυλώνας δώδεκα και επί τοις πυλώσιν αγγέλους δώδεκα και ονόματα επιγεγραμμένα α εστι των δώδεκα φυλών των υιών Ισραήλ

ἐπιδείκνυμι (shew)

[edit]

Matthew 16:1

KJV: The Pharisees also with the Sadducees came and tempting desired him that he would shew them a sign from heaven
GK: και προσελθόντες οι Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι πειράζοντες επηρώτησαν αυτόν σημείον εκ του ουρανού επιδείξαι αυτοίς

Matthew 22:19

KJV: Shew me the tribute money And they brought unto him a penny
GK: επιδείξατέ μοι το νόμισμα του κήνσου οι δε προσήνεγκαν αυτώ δηνάριον

Matthew 24:1

KJV: And Jesus went out and departed from the temple and his disciples came to for to shew him the buildings of the temple
GK: και εξελθών ο Ιησούς επορεύετο από του ιερού και προσήλθον οι μαθηταί αυτού επιδείξαι αυτώ τας οικοδομάς του ιερού

Luke 17:14

KJV: And when he saw he said unto them Go shew yourselves unto the priests And it came to pass, that as they went they were cleansed
GK: και ιδών είπεν αυτοίς πορευθέντες επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσι και εγένετο εν τω υπάγειν αυτούς εκαθαρίσθησαν

Luke 20:24

KJV: Shew me a penny Whose image and superscription hath it They answered and said Cæsar’s
GK: επιδείξατέ μοι δηνάριον τίνος έχει εικόνα και επιγραφήν αποκριθέντες δε είπον Καίσαρος

Luke 24:40

KJV: And when he had thus spoken he shewed them hands and feet
GK: και τούτο ειπών επέδειξεν αυτοίς τας χείρας και τους πόδας

Acts 9:39

KJV: Then Peter arose and went them When he was come they brought him into the upper chamber and all the widows stood by him weeping and shewing the coats and garments which Dorcas made while she was with them
GK: αναστάς δε Πέτρος συνήλθεν αυτοίς ον παραγενόμενον ανήγαγον εις το υπερώον και παρέστησαν αυτώ πάσαι αι χήραι κλαίουσαι και επιδεικνύμεναι χιτώνας και ιμάτια όσα εποίει μετ΄ αυτών ούσα η Δορκάς

Acts 18:28

KJV: For he mightily convinced the Jews publickly shewing by the scriptures that Jesus was Christ
GK: ευτόνως γαρ τοις Ιουδαίοις διακατηλέγχετο δημοσία επιδεικνύς διά των γραφών είναι τον χριστόν Ιησούν

Hebrews 6:17

KJV: Where in God willing more abundantly to shew unto the heirs of promise the immutability of his counsel confirmed by an oath
GK: εν ω περισσότερον βουλόμενος ο θεός επιδείξαι τοις κληρονόμοις της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού εμεσίτευσεν όρκω

ἐπιδέχομαι (receive)

[edit]

3 John 1:9

KJV: I wrote unto the church but Diotrephes who loveth to have the preeminence among them receiveth us not
GK: έγραψα τη εκκλησία αλλ΄ ο φιλοπρώτευων αυτών Διοτρεφής ουκ επιδέχεται ημάς

3 John 1:10

KJV: Wherefore if I come I will remember his deeds which he doeth prating against us with malicious words and not content therewith neither doth he himself receive the brethren and forbiddeth them that would and casteth out of the church
GK: δια τούτο εάν έλθω υπομνήσω αυτού τα έργα α ποιεί λόγοις πονηροίς φλυαρών ημάς και μη αρκούμενος επί τούτοις ούτε αυτός επιδέχεται τους αδελφούς και τους βουλομένους κωλύει και εκ της εκκλησίας εκβάλλει

ἐπιδημέω ((be) dwelling (which were) there)

[edit]

Acts 2:10

KJV: Phrygia and Pamphylia in Egypt and in the parts of Libya about Cyrene and strangers of Rome Jews and proselytes
GK: Φρυγίαν τε και Παμφυλίαν Αίγυπτον και τα μέρη της Λιβύης της κατά Κυρήνην και οι επιδημούντες Ρωμαίοι Ιουδαίοί τε και προσήλυτοι

Acts 17:21

KJV: For all the Athenians and strangers which were there spent their time in nothing else but either to tell or to hear some new thing
GK: Αθηναίοι δε πάντες και οι επιδημούντες ξένοι εις ουδέν έτερον ηυκαίρουν η λέγειν τι και ακούειν καινότερον

ἐπιδιατάσσομαι (add to)

[edit]

Galatians 3:15

KJV: Brethren I speak after the manner of men Though but a man’s covenant confirmed no man disannulleth or addeth thereto
GK: αδελφοί κατά άνθρωπον λέγω όμως ανθρώπου κεκυρωμένην διαθήκην ουδείς αθετεί η επιδιατάσσεται

ἐπιδίδωμι (deliver unto)

[edit]

Matthew 7:9

KJV: Or what man is there of you whom if his son ask bread will he give him a stone
GK: η τις εστιν εξ υμών άνθρωπος ον εάν αιτήση ο υιός αυτού άρτον μη λίθον επιδώσει αυτώ

Matthew 7:10

KJV: Or if he ask a fish will he give him a serpent
GK: και εάν ιχθύν αιτήση μη όφιν επιδώσει αυτώ

Luke 4:17

KJV: And there was delivered unto him the book of the prophet Esaias And when he had opened the book he found the place where it was written
GK: και επεδόθη αυτώ βιβλίον Ησαϊου του προφήτου και αναπτύξας το βιβλίον εύρε τον τόπον ου ην γεγραμμένον

Luke 11:11

KJV: If a son shall ask bread of any of you that is a father will he give him a stone or if a fish will he for a fish give him a serpent
GK: τίνα δε υμών τον πατέρα αιτήσει ο υιός άρτον μη λίθον επιδώσει αυτώ ει και ιχθύν μη αντί ιχθύος όφιν επιδώσει αυτώ

Luke 11:12

KJV: Or if he shall ask an egg will he offer him a scorpion
GK: η και εάν αιτήση ωόν μη επιδώσει αυτώ σκορπίον

Luke 24:30

KJV: And it came to pass as he sat at meat with them he took bread and blessed and brake and gave to them
GK: και εγένετο εν τω κατακλιθήναι αυτόν μετ΄ αυτών λαβών τον άρτον ευλόγησε και κλάσας επεδίδου αυτοίς

Luke 24:42

KJV: And they gave him a piece of a broiled fish and of an honeycomb
GK: οι δε επέδωκαν αυτώ ιχθύος οπτού μέρος και από μελισσίου κηρίου

John 13:26

KJV: Jesus answered He it is to whom I shall give a sop when I have dipped And when he had dipped the sop he gave to Judas Iscariot of Simon
GK: αποκρίνεται ο Ιησούς εκείνός εστιν ω εγώ βάψας το ψωμίον επιδώσω και εμβάψας το ψωμίον δίδωσιν Ιούδα Σίμωνος Ισκαριώτη

Acts 15:30

KJV: So when they were dismissed they came to Antioch and when they had gathered the multitude together they delivered the epistle
GK: οι μεν ουν απολυθέντες ήλθον εις Αντιόχειαν και συναγαγόντες το πλήθος επέδωκαν την επιστολήν

ἐπιδιορθόω (set in order)

[edit]

Titus 1:5

KJV: For this cause left I thee in Crete that thou shouldest set in order the things that are wanting and ordain elders in every city as I had appointed thee
GK: τούτου χάριν κατέλιπόν σε εν Κρήτη ίνα τα λείποντα επιδιορθώση και καταστήσης κατά πόλιν πρεσβυτέρους ως εγώ σοι διεταξάμην

ἐπιδύω (go down)

[edit]

Ephesians 4:26

KJV: Be ye angry and sin not let not the sun go down upon your wrath
GK: οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε ο ήλιος μη επιδυέτω επί τω παροργισμώ υμών

ἐπιείκεια (clemency)

[edit]

Acts 24:4

KJV: Notwithstanding that I be not further tedious unto thee I pray thee that thou wouldest hear us of thy clemency a few words
GK: ινα δε μη επί πλείόν σε εγκόπτω παρακαλώ ακούσαί σε ημών συντόμως τη ση επιεικεία

2 Corinthians 10:1

KJV: Now I Paul myself beseech you by the meekness and gentleness of Christ who in presence base among you but being absent am bold toward you
GK: αυτός δε εγώ Παύλος παρακαλώ υμάς διά της πραότητος και επιεκείας του χριστού ος κατά πρόσωπον μεν ταπεινός εν υμίν απών δε θαρρώ εις υμάς

ἐπιεικής (gentle)

[edit]

Philippians 4:5

KJV: Let your moderation be known unto all men The Lord at hand
GK: το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις ο κύριος εγγύς

1 Timothy 3:3

KJV: Not given to wine no striker not greedy of filthy lucre but patient not a brawler not covetous
GK: μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή αλλ΄ επιεική άμαχον αφιλάργυρον

Titus 3:2

KJV: To speak evil of no man to be no brawlers gentle shewing all meekness unto all men
GK: μηδένα βλασφημείν αμάχους είναι επιεικείς πάσαν ενδεικνυμένους πραότητα προς πάντας ανθρώπους

James 3:17

KJV: But the wisdom that is from above is first pure then peaceable gentle easy to be intreated full of mercy and good fruits without partiality and without hypocrisy
GK: η δε άνωθεν σοφία πρώτον μεν αγνή εστιν έπειτα ειρηνική επιεικής ευπειθής μεστή ελέους και καρπών αγαθών αδιάκριτος και ανυπόκριτος

1 Peter 2:18

KJV: Servants subject to masters with all fear not only to the good and gentle but also to the froward
GK: οι οικέται υποτασσόμενοι εν παντί φόβω τοις δεσπόταις ου μόνον τοις αγαθοίς και επιεικέσιν αλλά και τοις σκολιοίς

ἐπιζητέω (desire)

[edit]

Matthew 6:32

KJV: For after all these things do the Gentiles seek for your heavenly Father knoweth that ye have need of all these things
GK: πάντα γαρ ταύτα τα έθνη επιζητεί οίδε γαρ ο πατήρ υμών ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων

Matthew 12:39

KJV: But he answered and said unto them An evil and adulterous generation seeketh after a sign and there shall no sign be given to it but the sign of the prophet Jonas
GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου

Matthew 16:4

KJV: A wicked and adulterous generation seeketh after a sign and there shall no sign be given unto it but the sign of the prophet Jonas And he left them and departed
GK: γενεά πονηρά μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου και καταλιπών αυτούς απήλθε

Mark 8:12

KJV: And he sighed deeply in his spirit and saith Why doth this generation seek after a sign verily I say unto you There shall no sign be given unto this generation
GK: και αναστενάξας τω πνεύματι αυτού λέγει τι η γενεά αυτή σημείον επιζητεί αμήν λέγω υμίν ει δοθήσεται τη γενεά ταύτη σημείον

Luke 11:29

KJV: And when the people were gathered thick together he began to say This is an evil generation they seek a sign and there shall no sign be given it but the sign of Jonas the prophet
GK: των δε όχλων επαθροιζομένων ήρξατο λέγειν η γενεά αύτη πονηρά εστι σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή ει το σημείον Ιωνά του προφήτου

Luke 12:30

KJV: For all these things do the nations of the world seek after and your Father knoweth that ye have need of these things
GK: ταυτα γαρ πάντα τα έθνη του κόσμου επιζητεί υμών δε ο πατήρ οίδεν ότι χρήζετε τούτων

Acts 12:19

KJV: And when Herod had sought for him and found him not he examined the keepers and commanded that should be put to death And he went down from Judæa to Cæsarea and abode
GK: Ηρώδης επιζητήσας αυτόν και μη ευρών ανακρίνας τους φύλακας εκέλευσεν απαχθήναι και κατελθών από της Ιουδαίας εις την Καισάρειαν διέτριβεν

Acts 13:7

KJV: Which was with the deputy of the country Sergius Paulus a prudent man who called for Barnabas and Saul and desired to hear the word of God
GK: ος ην συν τω ανθυπάτω Σεργίω Παύλω ανδρί συνετώ ούτος προσκαλεσάμενος Βαρνάβαν και Σαύλον επεζήτησεν ακούσαι τον λόγον του θεού

Acts 19:39

KJV: But if ye enquire any thing concerning other matters it shall be determined in a lawful assembly
GK: ει δε τι περί ετέρων επιζητείτε εν τη εννόμω εκκλησία επιλυθήσεται

ἐπιθανάτιος (appointed to death)

[edit]

1 Corinthians 4:9

KJV: For I think that God hath set forth us the apostles last as it were appointed to death for we are made a spectacle unto the world and to angels and to men
GK: δοκώ γαρ ότι ο θεός ημάς αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους ότι θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω και αγγέλοις και ανθρώποις

ἐπίθεσις (laying (putting) on)

[edit]

Acts 8:18

KJV: And when Simon saw that through laying on of the apostles’ hands the Holy Ghost was given he offered them money
GK: θεασάμενος δε ο Σίμων ότι διά της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων δίδοται το πνεύμα το άγιον προσήνεγκεν αυτοίς χρήματα

1 Timothy 4:14

KJV: Neglect not the gift in thee which was given thee by prophecy with the laying on of the hands of the presbytery
GK: μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος ο εδόθη σοι διά προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου

2 Timothy 1:6

KJV: Wherefore I put thee in remembrance that thou stir up the gift of God which is in thee by the putting on of my hands
GK: δι΄ ην αιτίαν αναμιμνήσκω σε αναζωπυρείν το χάρισμα του θεού ο εστιν εν σοι διά της επιθέσεως των χειρών μου

Hebrews 6:2

KJV: Of the doctrine of baptisms and of laying on of hands and of resurrection of the dead and of eternal judgment
GK: βαπτισμών διδαχής επιθέσεως τε χειρών αναστάσεως τε νεκρών και κρίματος αιωνίου

ἐπιθυμέω (covet)

[edit]

Matthew 5:28

KJV: But I say unto you That whosoever looketh on a woman to lust after her hath committed adultery with her already in his heart
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού

Matthew 13:17

KJV: For verily I say unto you That many prophets and righteous have desired to see which ye see and have not seen and to hear which ye hear and have not heard
GK: αμήν γαρ λέγω υμίν ότι πολλοί προφήται και δίκαιοι επεθύμησαν ιδείν α βλέπετε και ουκ είδον και ακούσαι α ακούετε και ουκ ήκουσαν

Luke 15:16

KJV: And he would fain have filled his belly with the husks that the swine did eat and no man gave unto him
GK: και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι και ουδείς εδίδου αυτώ

Luke 16:21

KJV: And desiring to be fed with the crumbs which fell from the rich man’s table moreover the dogs came and licked his sores
GK: και επιθυμών χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου αλλά και οι κύνες ερχόμενοι απέλειχον τα έλκη αυτού

Luke 17:22

KJV: And he said unto the disciples The days will come when ye shall desire to see one of the days of the Son of man and ye shall not see
GK: είπε δε προς τους μαθητάς ελεύσονται ημέραι ότε επιθυμήσετε μίαν των ημερών του υιού του ανθρώπου ιδείν και ουκ όψεσθε

Luke 22:15

KJV: And he said unto them With desire I have desired to eat this passover with you before I suffer
GK: και είπε προς αυτούς επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ΄ υμών προ του με παθείν

Acts 20:33

KJV: I have coveted no man’s silver or gold or apparel
GK: αργυρίου η χρυσίου η ιματισμού ουδενός επεθύμησα

Romans 7:7

KJV: What shall we say then the law sin God forbid Nay I had not known sin but by the law for I had not known lust except the law had said Thou shalt not covet
GK: τι ούν ερούμεν ο νόμος αμαρτία μη γένοιτο αλλά την αμαρτίαν ουκ έγνων ει διά νόμου την τε γαρ επιθυμίαν ουκ ήδειν ει ο νόμος έλεγεν ουκ επιθυμήσεις

Romans 13:9

KJV: For this Thou shalt not commit adultery Thou shalt not kill Thou shalt not steal Thou shalt not bear false witness Thou shalt not covet and if any other commandment it is briefly comprehended in this saying namely Thou shalt love thy neighbour as thyself
GK: το γαρ ου μοιχεύσεις ου φονεύσεις ου κλέψεις ουκ επιθυμήσεις και ει ετέρα εντολή εν τούτω τω λόγω ανακεφαλαιούται εν τω αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν

ἐπιθυμητής (+ lust after)

[edit]

1 Corinthians 10:6

KJV: Now these things were our examples to the intent we should not lust after evil things as they also lusted
GK: ταύτα δε τύποι ημών εγενήθησαν εις το μη είναι ημάς επιθυμητάς κακών καθώς κακείνοι επεθύμησαν

ἐπιθυμία (concupiscence)

[edit]

Mark 4:19

KJV: And the cares of this world and the deceitfulness of riches and the lusts of other things entering in choke the word and it becometh unfruitful
GK: και αι μέριμναι του αιώνος τούτου και η απάτη του πλούτου και αι περί τα λοιπά επιθυμίαι εισπορευόμεναι συμπνίγουσι τον λόγον και άκαρπος γίνεται

Luke 22:15

KJV: And he said unto them With desire I have desired to eat this passover with you before I suffer
GK: και είπε προς αυτούς επιθυμία επεθύμησα τούτο το πάσχα φαγείν μεθ΄ υμών προ του με παθείν

John 8:44

KJV: Ye are of father the devil and the lusts your father ye will do He was a murderer from the beginning and abode not in the truth because there is no truth in him When he speaketh a lie speaketh of his own for he is a liar and the father of it
GK: υμείς εκ του πατρός του διαβόλου εστέ και τας επιθυμίας του πατρός υμών θέλετε ποιείν εκείνος ανθρωποκτόνος ην απ΄ αρχής και εν τη αληθεία ουχ έστηκεν ότι ουκ έστιν αλήθεια εν αυτώ όταν λαλή το ψεύδος εκ των ιδίων λαλεί ότι ψεύστης εστί και ο πατήρ αυτού

Romans 1:24

KJV: Wherefore God also gave them up to uncleanness through the lusts of their own hearts to dishonour their own bodies between themselves
GK: διό και παρέδωκεν αυτούς ο θεός εν ταις επιθυμίαις των καρδιών αυτών εις ακαθαρσίαν του ατιμάζεσθαι τα σώματα αυτών εν εαυτοίς

Romans 6:12

KJV: Let not sin therefore reign in your mortal body that ye should obey it in the lusts thereof
GK: μη ούν βασιλευέτω η αμαρτία εν τω θνητώ υμών σώματι εις το υπακούειν αυτή εν ταις επιθυμίαις αυτού

Romans 7:7

KJV: What shall we say then the law sin God forbid Nay I had not known sin but by the law for I had not known lust except the law had said Thou shalt not covet
GK: τι ούν ερούμεν ο νόμος αμαρτία μη γένοιτο αλλά την αμαρτίαν ουκ έγνων ει διά νόμου την τε γαρ επιθυμίαν ουκ ήδειν ει ο νόμος έλεγεν ουκ επιθυμήσεις

Romans 7:8

KJV: But sin taking occasion by the commandment wrought in me all manner of concupiscence For without the law sin dead
GK: αφορμήν δε λαβούσα η αμαρτία διά της εντολής κατειργάσατο εν εμοί πάσαν επιθυμίαν χωρίς γαρ νόμου αμαρτία νεκρά

Romans 13:14

KJV: But put ye on the Lord Jesus Christ and make not provision for the flesh to the lusts
GK: αλλ΄ ενδύσασθε τον κύριον Ιησούν χριστόν και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας

Galatians 5:16

KJV: I say then Walk in the Spirit and ye shall not fulfil the lust of the flesh
GK: λέγω δε πνεύματι περιπατείτε και επιθυμίαν σαρκός ου τελέσητε

ἐπικαθίζω (set on)

[edit]

Matthew 21:7

KJV: And brought the ass and the colt and put on them their clothes and they set thereon
GK: ήγαγον την όνον και τον πώλον και επέθηκαν επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών και επεκάθισεν επάνω αυτών

ἐπικαλέω (appeal (unto))

[edit]

Matthew 10:3

KJV: Philip and Bartholomew Thomas and Matthew the publican James of Alphaeus and Lebbaeus whose surname was Thaddaeus
GK: Φίλιππος και Βαρθολομαίος Θωμάς και Ματθαίος ο τελώνης Ιάκωβος ο του Αλφαίου και Λεββαίος ο επικληθείς Θαδδαίος

Luke 22:3

KJV: Then entered Satan into Judas surnamed Iscariot being of the number of the twelve
GK: εισήλθε δε σατανάς εις Ιούδαν τον επικαλούμενον Ισκαριώτην όντα εκ του αριθμού των δώδεκα

Acts 1:23

KJV: And they appointed two Joseph called Barsabas who was surnamed Justus and Matthias
GK: και έστησαν δύο Ιωσήφ τον καλούμενον Βαρσαβάν ος επεκλήθη Ιούστος και Ματθίαν

Acts 2:21

KJV: And it shall come to pass whosoever shall call on the name of the Lord shall be saved
GK: και έσται πας ος αν επικαλέσηται το όνομα κυρίου σωθήσεται

Acts 4:36

KJV: And Joses who by the apostles was surnamed Barnabas which is being interpreted The son of consolation a Levite of the country of Cyprus
GK: Ιωσής δε ο επικληθείς Βαρναβάς υπό των αποστόλων ο εστι μεθερμηνευόμενον υιός παρακλήσεως Λευϊτης Κύπριος τω γένει

Acts 7:59

KJV: And they stoned Stephen calling upon and saying Lord Jesus receive my spirit
GK: και ελιθοβόλουν τον Στέφανον επικαλούμενον και λέγοντα κύριε Ιησού δέξαι το πνεύμά μου

Acts 9:14

KJV: And here he hath authority from the chief priests to bind all that call on thy name
GK: και ώδε έχει εξουσίαν παρά των αρχιερέων δήσαι πάντας τους επικαλουμένους το όνομά σου

Acts 9:21

KJV: But all that heard were amazed and said Is not this he that destroyed them which called on this name in Jerusalem and came hither for that intent that he might bring them bound unto the chief priests
GK: εξίσταντο δε πάντες οι ακούοντες και έλεγον ουχ ούτός εστιν ο πορθήσας εν Ιερουσαλήμ τους επικαλουμένους το όνομα τούτο και ώδε εις τούτο ελήλυθει ίνα δεδεμένους αυτούς αγάγη επί τους αρχιερείς

Acts 10:5

KJV: And now send men to Joppa and call for Simon whose surname is Peter
GK: και νυν πέμψον εις Ιόππην άνδρας και μετάπεμψαι Σίμωνα ος επικαλείται Πέτρος

ἐπικάλυμμα (cloke)

[edit]

1 Peter 2:16

KJV: As free and not using liberty for a cloke of maliciousness but as the servants of God
GK: ως ελεύθεροι και μη ως επικάλυμμα έχοντες της κακίας την ελευθερίαν αλλ΄ ως δούλοι θεού

ἐπικαλύπτω (cover)

[edit]

Romans 4:7

KJV: Blessed they whose iniquities are forgiven and whose sins are covered
GK: μακάριοι ων αφέθησαν αι ανομίαι και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι

ἐπικατάρατος (accursed)

[edit]

John 7:49

KJV: But this people who knoweth not the law are cursed
GK: αλλ΄ ο όχλος ούτος ο μη γινώσκων τον νόμον επικατάρατοί εισι

Galatians 3:10

KJV: For as many as are of the works of the law are under the curse for it is written Cursed every one that continueth not in all things which are written in the book of the law to do them
GK: όσοι γαρ εξ έργων νόμου εισίν υπό κατάραν εισί γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ος ουκ εμμένει εν πάσι τοις γεγραμμένοις εν τω βιβλίω του νομου του ποιήσαι αυτά

Galatians 3:13

KJV: Christ hath redeemed us from the curse of the law being made a curse for us for it is written Cursed every one that hangeth on a tree
GK: χριστός ημάς εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα γέγραπται γαρ επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου

ἐπίκειμαι (impose)

[edit]

Luke 5:1

KJV: And it came to pass that, as the people pressed upon him to hear the word of God he stood by the lake of Gennesaret
GK: εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ

Luke 23:23

KJV: And they were instant with loud voices requiring that he might be crucified And the voices of them and of the chief priests prevailed
GK: οι δε επέκειντο φωναίς μεγάλαις αιτούμενοι αυτόν σταυρωθήναι και κατίσχυον αι φωναί αυτών και των αρχιερέων

John 11:38

KJV: Jesus therefore again groaning in himself cometh to the grave It was a cave and a stone lay upon it
GK: Ιησούς ούν πάλιν εμβριμώμενος εν εαυτώ έρχεται εις το μνημείον ην δε σπήλαιον και λίθος επέκειτο επ΄ αυτώ

John 21:9

KJV: As soon then as they were come to land they saw a fire of coals there and fish laid thereon and bread
GK: ως ουν απέβησαν εις την γην βλέπουσιν ανθρακίαν κειμένην και οψάριον επικείμενον και άρτον

Acts 27:20

KJV: And when neither sun nor stars in many days appeared and no small tempest lay on all hope that we should be saved was then taken away
GK: μήτε δε ηλίου μήτε άστρων επιφαινόντων επί πλείονας ημέρας χείμωνός τε ουκ ολίγου επικειμένου λοιπόν περιηρείτο πάσα ελπίς του σώζεσθαι ημάς

1 Corinthians 9:16

KJV: For though I preach the gospel I have nothing to glory of for necessity is laid upon me yea woe is unto me if I preach not the gospel
GK: εάν γαρ ευαγγελίζωμαι ουκ έστι μοι καύχημα ανάγκη γαρ μοι επίκειται ουαί δε μοι εστιν εάν μη ευαγγελίζωμαι

Hebrews 9:10

KJV: only in meats and drinks and divers washings and carnal ordinances imposed until the time of reformation
GK: μόνον επί βρώμασι και πόμασι και διαφόροις βαπτισμοίς και δικαιώμασι σαρκός μέχρι καιρού διορθώσεως επικείμενα

Ἐπικούρειος (Epicurean)

[edit]

Acts 17:18

KJV: Then certain philosophers of the Epicureans and of the Stoicks encountered him And some said What will this babbler say other some He seemeth to be a setter forth of strange gods because he preached unto them Jesus and the resurrection
GK: τινές δε των Επικουρείων και των Στωϊκων φιλοσόφων συνέβαλλον αυτώ και τινες έλεγον τι αν θέλοι ο σπερμολόγος ούτος λέγειν οι δε ξένων δαιμονίων δοκεί καταγγελεύς είναι ότι τον Ιησούν και την ανάστασιν αυτοίς ευηγγελίζετο

ἐπικουρία (help)

[edit]

Acts 26:22

KJV: Having therefore obtained help of God I continue unto this day witnessing both to small and great saying none other things than those which the prophets and Moses did say should come
GK: επικουρίας ουν τυχών της παρά του θεού άχρι της ημέρας ταύτης έστηκα μαρτυρόμενος μικρώ τε και μεγάλω ουδέν εκτός λέγων ων τε οι προφήται ελάλησαν μελλόντων γίνεσθαι και Μωυσής

ἐπικρίνω (give sentence)

[edit]

Luke 23:24

KJV: And Pilate gave sentence that it should be as they required
GK: ο δε Πιλάτος επέκρινε γενέσθαι το αίτημα αυτών

ἐπιλαμβάνομαι (catch)

[edit]

Matthew 14:31

KJV: And immediately Jesus stretched forth hand and caught him and said unto him O thou of little faith wherefore didst thou doubt
GK: ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας την χείρα επελάβετο αυτού και λέγει αυτώ ολιγόπιστε εις τι εδίστασας

Mark 8:23

KJV: And he took the blind man by the hand and led him out of the town and when he had spit on his eyes and put his hands upon him he asked him if he saw ought
GK: και επιλαβόμενος της χειρός του τυφλού εξήγαγεν αυτόν έξω της κώμης και πτύσας εις τα όμματα αυτού επιθείς τας χείρας αυτώ επηρώτα αυτόν ει βλέπει

Luke 9:47

KJV: And Jesus perceiving the thought of their heart took a child and set him by him
GK: ο δε Ιησούς ιδών τον διαλογισμόν της καρδίας αυτών επιλαβόμενος παιδίου έστησεν αυτό παρ΄ εαυτώ

Luke 14:4

KJV: And they held their peace And he took and healed him and let him go
GK: οι δε ησύχασαν και επιλαβόμενος ιάσατο αυτόν και απέλυσεν

Luke 20:20

KJV: And they watched and sent forth spies which should feign themselves just men that they might take hold of his words that so they might deliver him unto the power and authority of the governor
GK: και παρατηρήσαντες απέστειλαν εγκαθέτους υποκρινομένους εαυτούς δικαίους είναι ίνα επιλάβωνται αυτού λόγου εις το παραδούναι αυτόν τη αρχή και τη εξουσία του ηγεμόνος

Luke 20:26

KJV: And they could not take hold of his words before the people and they marvelled at his answer and held their peace
GK: και ουκ ίσχυσαν επιλαβέσθαι αυτού ρήματος εναντίον του λαού και θαυμάσαντες επί τη αποκρίσει αυτού εσίγησαν

Luke 23:26

KJV: And as they led him away they laid hold upon one Simon a Cyrenian coming out of the country and on him they laid the cross that he might bear after Jesus
GK: και ως απήγαγον αυτόν επιλαβόμενοι Σίμωνός τινος Κυρηναίου του ερχομένου απ΄ αγρού επέθηκαν αυτώ τον σταυρόν φέρειν όπισθεν του Ιησού

Acts 9:27

KJV: But Barnabas took him and brought to the apostles and declared unto them how he had seen the Lord in the way and that he had spoken to him and how he had preached boldly at Damascus in the name of Jesus
GK: Βαρναβάς δε επιλαβόμενος αυτόν ήγαγε προς τους αποστόλους και διηγήσατο αυτοίς πως εν τη οδώ είδε τον κύριον και ότι ελάλησεν αυτώ και πως εν Δαμασκώ επαρρησιάσατο εν τω ονόματι του Ιησού

Acts 16:19

KJV: And when her masters saw that the hope of their gains was gone they caught Paul and Silas and drew into the marketplace unto the rulers
GK: ιδόντες δε οι κύριοι αυτής ότι εξήλθεν η ελπίς της εργασίας αυτών επιλαβόμενοι τον Παύλον και τον Σίλαν είλκυσαν εις την αγοράν επί τους άρχοντας

ἐπιλανθάνομαι ((be) forget(-ful of))

[edit]

Matthew 16:5

KJV: And when his disciples were come to the other side they had forgotten to take bread
GK: και ελθόντες οι μαθηταί αυτού εις το πέραν επελάθοντο άρτους λαβείν

Mark 8:14

KJV: Now had forgotten to take bread neither had they in the ship with them one loaf
GK: και επελάθοντο λαβείν άρτους και ει ένα άρτον ουκ είχον μεθ΄ εαυτών εν τω πλοίω

Luke 12:6

KJV: Are not five sparrows sold for two farthings and not one of them is forgotten before God
GK: ουχί πέντε στρουθία πωλείται ασσαρίων δύο και εν εξ αυτών ουκ έστιν επιλελησμένον ενώπιον του θεού

Philippians 3:13

KJV: Brethren I count not myself to have apprehended but one thing forgetting those things which are behind and reaching forth unto those things which are before
GK: αδελφοί εγώ εμαυτόν ου λογίζομαι κατειληφέναι εν δε τα μεν οπίσω επιλανθανόμενος τοις δε έμπροσθεν επεκτεινόμενος

Hebrews 6:10

KJV: For God not unrighteous to forget your work and labour of love which ye have shewed toward his name in that ye have ministered to the saints and do minister
GK: ου γαρ άδικος ο θεός επιλαθέσθαι του έργου υμών και του κόπου της αγάπης ης ενεδείξασθε εις το όνομα αυτού διακονήσαντες τοις αγίοις και διακονούντες

Hebrews 13:2

KJV: Be not forgetful to entertain strangers for there by some have entertained angels unawares
GK: της φιλοξενίας μη επιλανθάνεσθε διά ταύτης γαρ έλαθόν ξενίσαντες αγγέλους

Hebrews 13:16

KJV: But to do good and to communicate forget not for with such sacrifices God is well pleased
GK: της δε ευποιϊας και κοινωνίας μη επιλανθάνεσθε τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο θεός

James 1:24

KJV: For he beholdeth himself and goeth his way and straightway forgetteth what manner of man he was
GK: κατενόησε γαρ εαυτόν και απελήλυθε και ευθέως επελάθετο οποίος ην

ἐπιλέγω (call)

[edit]

John 5:2

KJV: Now there is at Jerusalem by the sheep a pool which is called in the Hebrew tongue Bethesda having five porches
GK: έστι δε εν τοις Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα η επιλεγομένη Εβραϊστί Βηθεσδά πέντε στοάς έχουσα

Acts 15:40

KJV: And Paul chose Silas and departed being recommended by the brethren unto the grace of God
GK: Παύλος δε επιλεξάμενος Σίλαν εξηλθέ παραδοθείς τη χάριτι του θεού υπό των αδελφών

ἐπιλείπω (fail)

[edit]

Hebrews 11:32

KJV: And what shall I more say for the time would fail me to tell of Gedeon and Barak and Samson and Jephthae David also and Samuel and the prophets
GK: και τι έτι λέγω επιλείψει γαρ με διηγούμενον ο χρόνος περί Γεδεών Βαράκ τε και Σαμψών και Ιεφθάε Δαβίδ τε και Σαμουήλ και των προφητών

ἐπιλησμονή (X forgetful)

[edit]

James 1:25

KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται

ἐπίλοιπος (rest)

[edit]

1 Peter 4:2

KJV: That he no longer should live the rest of time in the flesh to the lusts of men but to the will of God
GK: εις το μηκέτι ανθρώπων επιθυμίαις αλλά θελήματι θεού τον επίλοιπον εν σαρκί βιώσαι χρόνον

ἐπίλυσις (interpretation)

[edit]

2 Peter 1:20

KJV: Knowing this first that no prophecy of the scripture is of any private interpretation
GK: τούτο πρώτον γινώσκοντες ότι πάσα προφητεία γραφής ιδίας επιλύσεως ου γίνεται

ἐπιλύω (determine)

[edit]

Mark 4:34

KJV: But without a parable spake he not unto them and when they were alone he expounded all things to his disciples
GK: χωρίς δε παραβολής ουκ ελάλει αυτοίς κατ΄ ιδίαν δε τοις μαθηταίς αυτού επέλυε πάντα

Acts 19:39

KJV: But if ye enquire any thing concerning other matters it shall be determined in a lawful assembly
GK: ει δε τι περί ετέρων επιζητείτε εν τη εννόμω εκκλησία επιλυθήσεται

ἐπιμαρτυρέω (testify)

[edit]

1 Peter 5:12

KJV: By Silvanus a faithful brother unto you as I suppose I have written briefly exhorting and testifying that this is the true grace of God wherein ye stand
GK: διά Σιλουανού υμίν του πιστού αδελφού ως λογίζομαι δι ολίγων έγραψα παρακαλών και επιμαρτυρών ταύτην είναι αληθή χάριν του θεού εις ην εστήκατε

ἐπιμέλεια (+ refresh self)

[edit]

Acts 27:3

KJV: And the next we touched at Sidon And Julius courteously entreated Paul and gave liberty to go unto his friends to refresh himself
GK: τη τε ετέρα κατήχθημεν εις Σιδώνα φιλανθρώπως τε ο Ιούλιος τω Παύλω χρησάμενος επετρέψε προς τους φίλους πορευθέντα επιμελείας τυχείν

ἐπιμελέομαι (take care of)

[edit]

Luke 10:34

KJV: And went to and bound up his wounds pouring in oil and wine and set him on his own beast and brought him to an inn and took care of him
GK: και προσελθών κετέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού

Luke 10:35

KJV: And on the morrow when he departed he took out two pence and gave to the host and said unto him Take care of him and whatsoever thou spendest more when I come again I will repay thee
GK: και επί την αύριον εξελθών εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ επιμελήθητι αυτού και ο τι αν προσδαπανήσης εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι

1 Timothy 3:5

KJV: For if a man know not how to rule his own house how shall he take care of the church of God
GK: ει δε τις του ιδίου οίκου προστήναι ουκ οίδε πως εκκλησίας θεού επιμελήσεται

ἐπιμελῶσ (diligently)

[edit]

Luke 15:8

KJV: Either what woman having ten pieces of silver if she lose one piece doth not light a candle and sweep the house and seek diligently till she find
GK: η τις γυνή δραχμάς έχουσα δέκα εάν απολέση δραχμήν μίαν ουχί άπτει λύχνον και σαροί την οικίαν και ζητεί επιμελώς έως ότου εύρη

ἐπιμένω (abide (in))

[edit]

John 8:7

KJV: So when they continued asking him he lifted up himself and said unto them He that is without sin among you let him first cast a stone at her
GK: ως δε επέμενον ερωτώντες αυτόν ανακύψας είπε προς αυτούς ο αναμάρτητος υμών πρώτος τον λίθον επ΄ αυτή βαλέτω

Acts 10:48

KJV: And he commanded them to be baptized in the name of the Lord Then prayed they him to tarry certain days
GK: προσέταξέ τε αυτούς βαπτισθήναι εν τω ονόματι του κυρίου τότε ηρώτησαν αυτόν επιμείναι ημέρας τινάς

Acts 12:16

KJV: But Peter continued knocking and when they had opened and saw him they were astonished
GK: ο δε Πέτρος επέμενε κρούων ανοίξαντες δε είδον αυτόν και εξέστησαν

Acts 13:43

KJV: Now when the congregation was broken up many of the Jews and religious proselytes followed Paul and Barnabas who speaking to them persuaded them to continue in the grace of God
GK: λυθείσης δε της συναγωγής ηκολούθησαν πολλοί των Ιουδαίων και των σεβομένων προσηλύτων τω Παύλω και τω Βαρνάβα οίτινες προσλαλούντες έπειθον αυτούς επιμένειν τη χάριτι του θεού

Acts 15:34

KJV: Notwithstanding it pleased Silas to abide there still
GK: έδοξε δε τω Σίλα επιμείναι αυτού

Acts 21:4

KJV: And finding disciples we tarried there seven days who said to Paul through the Spirit that he should not go up to Jerusalem
GK: και ανευρόντες τους μαθητάς επεμείναμεν αυτού ημέρας επτά οίτινες τω Παύλω έλεγον διά του πνεύματος μη αναβαίνειν εις Ιεροσολήν

Acts 21:10

KJV: And as we tarried many days there came down from Judæa a certain prophet named Agabus
GK: επιμενόντων δε ημών ημέρας πλείους κατήλθέ τις από της Ιουδαίας προφήτης ονόματι Άγαβος

Acts 28:12

KJV: And landing at Syracuse we tarried three days
GK: και καταχθέντες εις Συρακούσας επεμείναμεν ημέρας τρεις

Acts 28:14

KJV: Where we found brethren and were desired to tarry with them seven days and so we went toward Rome
GK: ου ευρόντες αδελφούς παρεκλήθημεν επ΄ αυτοίς επιμείναι ημέρας επτά και ούτως εις την Ρώμην ήλθομεν

ἐπινεύω (consent)

[edit]

Acts 18:20

KJV: When they desired to tarry longer time with them he consented not
GK: ερωτώντων δε αυτών επί πλείονα χρόνον μείναι παρ΄ αυτοίς ουκ επένευσεν

ἐπίνοια (thought)

[edit]

Acts 8:22

KJV: Repent therefore of this thy wickedness and pray God if perhaps the thought of thine heart may be forgiven thee
GK: μετανόησον ούν από της κακίας σου ταύτης και δεήθητι του θεού ει άρα αφεθήσεταί σοι η επίνοια της καρδίας σου

ἐπιορκέω (forswear self)

[edit]

Matthew 5:33

KJV: Again ye have heard that it hath been said by them of old time Thou shalt not forswear thyself but shalt perform unto the Lord thine oaths
GK: πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις ουκ επιορκήσεις αποδώσεις δε τω κυρίω τους όρκους σου

ἐπίορκος (perjured person)

[edit]

1 Timothy 1:10

KJV: For whoremongers for them that defile themselves with mankind for menstealers for liars for perjured persons and if there be any other thing that is contrary to sound doctrine
GK: πόρνοις αρσενοκοίταις ανδραποδισταίς ψεύσταις επιόρκοις και ει έτερον τη υγιαινούση διδασκαλία αντίκειται

ἐπιοῦσα (following)

[edit]

Acts 7:26

KJV: And the next day he shewed himself unto them as they strove and would have set them at one again saying Sirs ye are brethren why do ye wrong one to another
GK: τη τε επιούση ημέρα ώφθη αυτοίς μαχομένοις και συνήλασεν αυτούς εις ειρήνην ειπών άνδρες αδελφοί εστε υμείς ινατί αδικείτε αλλήλους

Acts 16:11

KJV: Therefore loosing from Troas we came with a straight course to Samothracia and the next to Neapolis
GK: αναχθέντες ούν από της Τρωάδος ευθυδρομήσαμεν εις Σαμοθράκην τη τε επιούση εις Νεάπολιν

Acts 20:15

KJV: And we sailed thence and came the next over against Chios and the next we arrived at Samos and tarried at Trogyllium and the next we came to Miletus
GK: κακείθεν αποπλεύσαντες τη επιούση κατηντήσαμεν αντικρύ Χίου τη δε ετέρα παρεβάλομεν εις Σάμον και μείναντες εν Τρωγυλλίω τη εχομένη ήλθομεν εις Μίλητον

Acts 21:18

KJV: And the following Paul went in with us unto James and all the elders were present
GK: τη δε επιούση εισήει ο Παύλος συν ημίν προς Ιάκωβον πάντες τε παρέγενοντο οι πρεσβύτεροι

Acts 23:11

KJV: And the night following the Lord stood by him and said Be of good cheer Paul for as hast testified of me in Jerusalem so must thou bear witness also at Rome
GK: τη δε επιούση νυκτί επιστάς αυτώ ο κύριος είπε θάρσει Παύλε ως γαρ διεμαρτύρω τα περί εμού εις Ιερουσαλήμ ούτω σε δει και εις Ρώμην μαρτυρήσαι

ἐπιούσιος (daily)

[edit]

Matthew 6:11

KJV: Give us this day our daily bread
GK: τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον

Luke 11:3

KJV: Give us day by day our daily bread
GK: τον άρτον ημών τον επιούσιον δίδου ημίν το καθ΄ ημέραν

ἐπιπίπτω (fall into (on)

[edit]

Mark 3:10

KJV: For he had healed many insomuch that they pressed upon him for to touch him as many as had plagues
GK: πολλούς γαρ εθεράπευσεν ώστε επιπίπτειν αυτώ ίνα αυτού άψωνται όσοι είχον μάστιγας

Luke 1:12

KJV: And when Zacharias saw he was troubled and fear fell upon him
GK: και εταράχθη Ζαχαρίας ιδών και φόβος επέπεσεν επ΄ αυτόν

Luke 15:20

KJV: And he arose and came to his father But when he was yet a great way off his father saw him and had compassion and ran and fell on his neck and kissed him
GK: και αναστάς ήλθε προς τον πατέρα αυτού έτι δε αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν ο πατήρ αυτού και εσπλαγχνίσθη και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν

John 13:25

KJV: He then lying on Jesus’ breast saith unto him Lord who is it
GK: επιπεσών δε εκείνος επί το στήθος του Ιησού λέγει αυτώ κύριε τις εστιν

Acts 8:16

KJV: For as yet he was fallen upon none of them only they were baptized in the name of the Lord Jesus
GK: ούπω γαρ ην επ΄ ουδενί αυτών επιπεπτωκός μόνον δε βεβαπτισμένοι υπήρχον εις το όνομα του κυρίου Ιησού

Acts 10:10

KJV: And he became very hungry and would have eaten but while they made ready he fell into a trance
GK: εγένετο δε πρόσπεινος και ήθελε γεύσασθαι παρασκευαζόντων δε εκείνων επέπεσεν επ΄ αυτόν έκστασις

Acts 10:44

KJV: While Peter yet spake these words the Holy Ghost fell on all them which heard the word
GK: έτι λαλούντος του Πέτρου τα ρήματα ταύτα επέπεσε το πνεύμα το άγιον επί πάντας τους ακούοντας τον λόγον

Acts 11:15

KJV: And as I began to speak the Holy Ghost fell on them as on us at the beginning
GK: εν δε τω άρξασθαί με λαλείν επέπεσε το πνεύμα το άγιον επ΄ αυτούς ώσπερ και εφ΄ ημάς εν αρχή

Acts 13:11

KJV: And now behold the hand of the Lord upon thee and thou shalt be blind not seeing the sun for a season And immediately there fell on him a mist and a darkness and he went about seeking some to lead him by the hand
GK: και νυν ιδού χειρ κυρίου επί σε και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον άχρι καιρού παραχρήμα δε επέπεσεν επ΄ αυτόν αχλύς και σκότος και περιάγων εζήτει χειραγωγούς

ἐπιπλήσσω (rebuke)

[edit]

1 Timothy 5:1

KJV: Rebuke not an elder but intreat as a father the younger men as brethren
GK: πρεσβυτέρω μη επιπλήξης αλλά παρακάλει ως πατέρα νεωτέρους ως αδελφούς

ἐπιπνίγω (choke)

[edit]

Luke 8:7

KJV: And some fell among thorns and the thorns sprang up with it and choked it
GK: και ετέρον έπεσεν εν μέσω των ακανθών και συμφυείσαι αι άκανθαι απέπνιξαν αυτό

ἐπιποθέω ((earnestly) desire (greatly))

[edit]

Romans 1:11

KJV: For I long to see you that I may impart unto you some spiritual gift to the end ye may be established
GK: επιποθώ γαρ ιδείν υμάς ίνα τι μεταδώ χάρισμα υμίν πνευματικόν εις το στηριχθήναι υμάς

2 Corinthians 5:2

KJV: For in this we groan earnestly desiring to be clothed upon with our house from heaven
GK: και γαρ εν τούτω στενάζομεν το οικητήριον ημών το εξ ουρανού επενδύσασθαι επιποθούντες

2 Corinthians 9:14

KJV: And by their prayer for you which long after you for the exceeding grace of God in you
GK: και αυτών δεήσει υπέρ υμών επιποθούντων υμάς διά την υπερβάλλουσαν χάριν του θεού εφ΄ υμίν

Philippians 1:8

KJV: For God is my record how greatly I long you all in the bowels of Jesus Christ
GK: μάρτυς γαρ μου εστιν ο θεός ως επιποθώ πάντας υμάς εν σπλάγχνοις Ιησού χριστού

Philippians 2:26

KJV: For he longed after you all and was full of heaviness because that ye had heard that he had been sick
GK: επειδή επιποθών ην πάντας υμάς και αδημονών διότι ηκούσατε ότι ησθένησε

1 Thessalonians 3:6

KJV: But now when Timotheus came from you unto us and brought us good tidings of your faith and charity and that ye have good remembrance of us always desiring greatly to see us as we also you
GK: άρτι δε ελθόντος Τιμοθέου προς ημάς αφ΄ υμών και ευαγγελισαμένου ημίν την πίστιν και την αγάπην υμών και ότι έχετε μνείαν ημών αγαθήν πάντοτε επιποθούντες ημάς ιδείν καθάπερ και ημείς υμάς

2 Timothy 1:4

KJV: Greatly desiring to see thee being mindful of thy tears that I may be filled with joy
GK: επιποθών σε ιδείν μεμνημένος σου των δακρύων ίνα χαράς πληρωθώ

James 4:5

KJV: Do ye think that the scripture saith in vain The spirit that dwelleth in us lusteth to envy
GK: η δοκείτε ότι κενώς η γραφή λέγει προς φθόνον επιποθεί το πνεύμα ο κατώκησεν εν ημίν

1 Peter 2:2

KJV: As newborn babes desire the sincere milk of the word that ye may grow thereby
GK: ως αρτιγέννητα βρέφη το λογικόν άδολον γάλα επιποθήσατε ίνα εν αυτώ αυξηθήτε

ἐπιπόθησις (earnest (vehement) desire)

[edit]

2 Corinthians 7:7

KJV: And not by his coming only but by the consolation wherewith he was comforted in you when he told us your earnest desire your mourning your fervent mind toward me so that I rejoiced the more
GK: ου μόνον δε εν τη παρουσία αυτού αλλά και εν τη παρακλήσει η παρεκλήθη εφ΄ υμίν αναγγέλλων ημίν την υμών επιπόθησιν τον υμών οδυρμόν τον υμών ζήλον υπέρ εμού ώστε με μάλλον χαρήναι

2 Corinthians 7:11

KJV: For behold this selfsame thing that ye sorrowed after a godly sort what carefulness it wrought in you yea clearing of yourselves yea indignation yea fear yea vehement desire yea zeal yea revenge In all ye have approved yourselves to be clear in this matter
GK: ιδού γαρ αυτό τούτο το κατά θεόν λυπηθήναι υμάς πόσην κατειργάσατο υμίν σπουδήν αλλά απολογίαν αλλά αγανάκτησιν αλλά φόβον αλλά επιπόθησιν αλλά ζήλον αλλ΄ εκδίκησιν εν παντί συνεστήσατε εαυτούς αγνούς είναι εν τω πράγματι

ἐπιπόθητος (longed for)

[edit]

Philippians 4:1

KJV: Therefore my brethren dearly beloved and longed for my joy and crown so stand fast in the Lord dearly beloved
GK: ώστε αδελφοί μου αγαπητοί και επιπόθητοι χαρά και στέφανός μου ούτως στήκετε εν κυρίω αγαπητοί

ἐπιποθία (great desire)

[edit]

Romans 15:23

KJV: But now having no more place in these parts and having a great desire these many years to come unto you
GK: νυνί δε μηκέτι τόπον έχων εν τοις κλίμασι τούτοις επιποθίαν δε έχων του ελθείν προς υμάς από πολλών ετών

ἐπιπορεύομαι (come)

[edit]

Luke 8:4

KJV: And when much people were gathered together and were come to him out of every city he spake by a parable
GK: συνιόντος δε όχλου πολλού και των κατά πόλιν επιπορευομένων προς αυτόν είπε διά παραβολής

ἐπιρράπτω (sew on)

[edit]

Mark 2:21

KJV: No man also seweth a piece of new cloth on an old garment else the new piece that filled it up taketh away from the old and the rent is made worse
GK: και ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιρράπτει επί ιματίω παλαιώ ει αίρει το πλήρωμα αυτού το καινόν του παλαιού και χείρον σχίσμα γίνεται

ἐπιρρίπτω (cast upon)

[edit]

Luke 19:35

KJV: And they brought him to Jesus and they cast their garments upon the colt and they set Jesus thereon
GK: και ήγαγον αυτόν προς τον Ιησούν και επιρρίψαντες εαυτών τα ιμάτια επί τον πώλον επεβίβασαν τον Ιησούν

1 Peter 5:7

KJV: Casting all your care upon him for he careth for you
GK: πάσαν την μέριμναν υμών επιρρίψαντες επ΄ αυτόν ότι αυτώ μέλει περί υμών

ἐπίσημος (notable)

[edit]

Matthew 27:16

KJV: And they had then a notable prisoner called Barabbas
GK: είχον δε τότε δέσμιον επίσημον λεγόμενον Βαραββάν

Romans 16:7

KJV: Salute Andronicus and Junia my kinsmen and my fellowprisoners who are of note among the apostles who also were in Christ before me
GK: ασπάσασθε Ανδρόνικον και Ιουνίαν τους συγγενείς μου και συναιχμαλώτους μου οίτινές εισιν επίσημοι εν τοις αποστόλοις οι και προ εμού γεγόνασιν εν χριστώ

ἐπισιτισμός (victuals)

[edit]

Luke 9:12

KJV: And when the day began to wear away then came the twelve and said unto him Send the multitude away that they may go into the towns and country round about and lodge and get victuals for we are here in a desert place
GK: η δε ημέρα ήρξατο κλίνειν προσελθόντες δε οι δώδεκα είπον αυτώ απόλυσον τον όχλον ίνα απελθόντες εις τας κύκλω κώμας και τους αγρούς καταλύσωσι και εύρωσιν επισιτισμόν ότι ώδε εν ερήμω τόπω εσμέν

ἐπισκέπτομαι (look out)

[edit]

Matthew 25:36

KJV: Naked and ye clothed me I was sick and ye visited me I was in prison and ye came unto me
GK: γυμνός και περιεβάλετέ με ησθένησα και επεσκέψασθέ με εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με

Matthew 25:43

KJV: I was a stranger and ye took me not in naked and ye clothed me not sick and in prison and ye visited me not
GK: ξενός ήμην και ου συνηγάγετέ με γυμνός και ου περιεβάλετέ με ασθενής και εν φυλακή και ουκ επεσκέψασθέ με

Luke 1:68

KJV: Blessed the Lord God for he hath visited and redeemed his people
GK: ευλογητός κύριος ο θεός του Ισραήλ ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού

Luke 1:78

KJV: Through the tender mercy of our God whereby the dayspring from on high hath visited us
GK: διά σπλάγχνα ελέους θεού ημών εν οις επεσκέψατο ημάς ανατολή εξ ύψους

Luke 7:16

KJV: And there came a fear on all and they glorified God saying That a great prophet is risen up among us and That God hath visited his people
GK: έλαβε δε φόβος πάντας και εδόξαζον τον θεόν λέγοντες ότι προφήτης μέγας εγήγερται εν ημίν και ότι επεσκέψατο ο θεός τον λαόν αυτού

Acts 6:3

KJV: Wherefore brethren look ye out among you seven men of honest report full of the Holy Ghost and wisdom whom we may appoint over this business
GK: επισκέψασθε ούν αδελφοί άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά πλήρεις πνεύματος αγίου και σοφίας ους καταστήσομεν επί της χρείας ταύτης

Acts 7:23

KJV: And when he was full forty years old it came into his heart to visit his brethren the children of Israel
GK: ως δε επληρούτο αυτώ τεσσαρακονταετής χρόνος ανέβη επί την καρδίαν αυτού επισκέψασθαι τους αδελφούς αυτού τους υιούς Ισραήλ

Acts 15:14

KJV: Simeon hath declared how God at the first did visit the Gentiles to take out of them a people for his name
GK: Συμεών εξηγήσατο καθώς πρώτον ο θεός επεσκέψατο λαβείν εξ εθνών λαόν επί τω ονόματι αυτού

Acts 15:36

KJV: And some days after Paul said unto Barnabas Let us go again and visit our brethren in every city where we have preached the word of the Lord how they do
GK: μετά δε τινας ημέρας είπε Παύλος προς Βαρνάβαν επιστρέψαντες δη επισκεψώμεθα τους αδελφούς ημών κατά πάσαν πόλιν εν αις κατηγγείλαμεν τον λόγον του κυρίου πως έχουσι

ἐπισκηνόω (rest upon)

[edit]

2 Corinthians 12:9

KJV: And he said unto me My grace is sufficient for thee for my strength is made perfect in weakness Most gladly therefore will I rather glory in my infirmities that the power of Christ may rest upon me
GK: και είρηκέ μοι αρκεί σοι η χάρις μου η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται ήδιστα ούν μάλλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου ίνα επισκηνώση επ΄ εμέ η δύναμις του χριστού

ἐπισκιάζω (overshadow)

[edit]

Matthew 17:5

KJV: While he yet spake behold a bright cloud overshadowed them and behold a voice out of the cloud which said This is my beloved Son in whom I am well pleased hear ye him
GK: έτι αυτού λαλούντος ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα αυτού ακούετε

Mark 9:7

KJV: And there was a cloud that overshadowed them and a voice came out of the cloud saying This is my beloved Son hear him
GK: και εγένετο νεφέλη επισκιάζουσα αυτοίς και ήλθε φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός αυτού ακούετε

Luke 1:35

KJV: And the angel answered and said unto her The Holy Ghost shall come upon thee and the power of the Highest shall overshadow thee therefore also that holy thing which shall be born of thee shall be called the Son of God
GK: και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι διό και το γεννώμενον εκ σου άγιον κληθήσεται υιός θεού

Luke 9:34

KJV: While he thus spake there came a cloud and overshadowed them and they feared as they entered into the cloud
GK: ταύτα δε αυτού λέγοντος εγένετο νεφέλη και επεσκίασεν αυτούς εφοβήθησαν δε εν τω εκείνους εισελθείν εις την νεφέλην

Acts 5:15

KJV: Insomuch that they brought forth the sick into the streets and laid on beds and couches that at the least the shadow of Peter passing by might overshadow some of them
GK: ώστε κατά τας πλατείας εκφέρειν τους ασθενείς και τιθέναι επί κλινών και κραββάτων ίνα ερχομένου Πέτρου καν η σκιά επισκιάση τινί αυτών

ἐπισκοπέω (look diligently)

[edit]

Hebrews 12:15

KJV: Looking diligently lest any man fail of the grace of God lest any root of bitterness springing up trouble and there by many be defiled
GK: επισκοπούντες μη τις υστερών από της χάριτος του θεού μη τις ρίζα πικρίας άνω φύουσα ενοχλή και διά ταύτης μιανθώσι πολλοί

1 Peter 5:2

KJV: Feed the flock of God which is among you taking the oversight not by constraint but willingly not for filthy lucre but of a ready mind
GK: ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του θεού επισκοπούντες μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως

ἐπισκοπή (the office of a "bishop")

[edit]

Luke 19:44

KJV: And shall lay thee even with the ground and thy children within thee and they shall not leave in thee one stone upon another because thou knewest not the time of thy visitation
GK: και εδαφιούσί σε και τα τέκνα σου εν σοι και ουκ αφήσουσιν εν σοι λίθον επί λίθω ανθ΄ ουκ έγνως τον καιρόν της επισκοπής σου

Acts 1:20

KJV: For it is written in the book of Psalms Let his habitation be desolate and let no man dwell therein and his bishoprick let another take
GK: γέγραπται γαρ εν βίβλω ψαλμών γενηθήτω η έπαυλις αυτού έρημος και μη έστω ο κατοικών εν αυτή και την επισκοπήν αυτού λάβοι έτερος

1 Timothy 3:1

KJV: This a true saying If a man desire the office of a bishop he desireth a good work
GK: πιστός ο λόγος ει επισκοπής ορέγεται καλού έργου επιθυμεί

1 Peter 2:12

KJV: Having your conversation honest among the Gentiles that whereas they speak against you as evildoers they may by good works which they shall behold glorify God in the day of visitation
GK: την αναστροφήν υμών έχοντες καλήν εν τοις έθνεσιν ίνα εν ω καταλαλούσιν υμών ως κακοποιών εκ των καλών έργων εποπτεύσαντες δοξάσωσι τον θεόν εν ημέρα επισκοπής

ἐπίσκοπος (bishop)

[edit]

Acts 20:28

KJV: Take heed therefore unto yourselves and to all the flock over the which the Holy Ghost hath made you overseers to feed the church of God which he hath purchased with his own blood
GK: προσέχετε ούν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την εκκλησίαν του θεού ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος

Philippians 1:1

KJV: Paul and Timotheus the servants of Jesus Christ to all the saints in Christ Jesus which are at Philippi with the bishops and deacons
GK: Παύλος και Τιμόθεος δούλοι Ιησού χριστού πάσι τοις αγίοις εν χριστώ Ιησού τοις όυσιν εν Φιλίπποις συν επισκόποις και διακόνοις

1 Timothy 3:2

KJV: A bishop then must be blameless the husband of one wife vigilant sober of good behaviour given to hospitality apt to teach
GK: δει ούν τον επίσκοπον ανεπίληπτον είναι μιάς γυναικός άνδρα νηφάλιον σώφρονα κόσμιον φιλόξενον διδακτικόν

Titus 1:7

KJV: For a bishop must be blameless as the steward of God not selfwilled not soon angry not given to wine no striker not given to filthy lucre
GK: δει γαρ τον επίσκοπον ανέγκλητον είναι ως θεού οικονόμον μη αυθάδη μη οργίλον μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή

1 Peter 2:25

KJV: For ye were as sheep going astray but are now returned unto the Shepherd and Bishop of your souls
GK: ήτε γαρ ως πρόβατα πλανώμενα αλλ΄ επεστράφητε νυν επί τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών υμών

ἐπισπάομαι (become uncircumcised)

[edit]

1 Corinthians 7:18

KJV: Is any man called being circumcised let him not become uncircumcised Is any called in uncircumcision let him not be circumcised
GK: περιτετμημένος τις εκλήθη μη επισπάσθω εν ακροβυστία τις εκλήθη μη περιτεμνέσθω

ἐπίσταμαι (know)

[edit]

Mark 14:68

KJV: But he denied saying I know not neither understand I what thou sayest And he went out into the porch and the cock crew
GK: ο δε ηρνήσατο λέγων ουκ οίδα ουδέ επίσταμαι τι συ λέγεις και εξήλθεν έξω εις το προαύλιον και αλέκτωρ εφώνησε

Acts 10:28

KJV: And he said unto them Ye know how that it is an unlawful thing for a man that is a Jew to keep company or come unto one of another nation but God hath shewed me that I should not call any man common or unclean
GK: έφη τε προς αυτούς υμείς επίστασθε ως αθέμιτόν εστιν ανδρί Ιουδαίω κολλάσθαι η προσέρχεσθαι αλλοφύλω και εμοί ο θεός έδειξε μηδένα κοινόν η ακάθαρτον λέγειν άνθρωπον

Acts 15:7

KJV: And when there had been much disputing Peter rose up and said unto them Men brethren ye know how that a good while ago God made choice among us that the Gentiles by my mouth should hear the word of the gospel and believe
GK: πολλής δε συζητήσεως γενομένης αναστάς Πέτρος είπε προς αυτούς άνδρες αδελφοί υμείς επίστασθε ότι αφ΄ ημερών αρχαίων ο θεός εν ημίν εξελέξατο διά του στόματός μου ακούσαι τα έθνη τον λόγον του ευαγγελίου και πιστεύσαι

Acts 18:25

KJV: This man was instructed in the way of the Lord and being fervent in the spirit he spake and taught diligently the things of the Lord knowing only the baptism of John
GK: ούτος ην κατηχημένος την οδόν του κυρίου και ζέων τω πνεύματι ελάλει και εδίδασκεν ακριβώς τα περί του κυρίου επιστάμενος μόνον το βάπτισμα Ιωάννου

Acts 19:15

KJV: And the evil spirit answered and said Jesus I know and Paul I know but who are ye
GK: αποκριθέν το πνεύμα το πονηρόν είπε τον Ιησούν γινώσκω και τον Παύλον επίσταμαι υμείς τίνες εστέ

Acts 19:25

KJV: Whom he called together with the workmen of like occupation and said Sirs ye know that by this craft we have our wealth
GK: ους συναθροίσας και τους περί τα τοιαύτα εργάτας είπεν άνδρες επίστασθε ότι εκ ταύτης της εργασίας η ευπορία ημών εστι

Acts 20:18

KJV: And when they were come to him he said unto them Ye know from the first day that I came into Asia after what manner I have been with you at all seasons
GK: ως δε παρεγένοντο προς αυτόν είπεν αυτοίς υμείς επίστασθε από πρώτης ημέρας αφ΄ ης επέβην εις την Ασίαν πως μεθ΄ υμών τον πάντα χρόνον εγενόμην

Acts 22:19

KJV: And I said Lord they know that I imprisoned and beat in every synagogue them that believed on thee
GK: καγώ είπον κύριε αυτοί επίστανται ότι εγώ ήμην φυλακίζων και δέρων κατά τας συναγωγάς τους πιστεύοντας επί σε

Acts 24:10

KJV: Then Paul after that the governor had beckoned unto him to speak answered Forasmuch as I know that thou hast been of many years a judge unto this nation the more cheerfully answer for myself
GK: απεκρίθη δε ο Παύλος νεύσαντος αυτώ του ηγεμόνος λέγειν εκ πολλών ετών όντα σε κριτήν τω έθνει τούτω επιστάμενος ευθυμότερον τα περί εμαυτού απολογούμαι

ἐπιστάτης (master)

[edit]

Luke 5:5

KJV: And Simon answering said unto him Master we have toiled all the night and have taken nothing nevertheless at thy word I will let down the net
GK: και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ επιστάτα δι΄ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον

Luke 8:24

KJV: And they came to him and awoke him saying Master master we perish Then he arose and rebuked the wind and the raging of the water and they ceased and there was a calm
GK: προσελθόντες δε διήγειραν αυτόν λέγοντες επιστάτα επιστάτα απολλύμεθα ο δε εγερθείς επετίμησε τω ανέμω και τω κλύδωνι του ύδατος και επαύσαντο και εγένετο γαλήνη

Luke 8:45

KJV: And Jesus said Who touched me When all denied Peter and they that were with him said Master the multitude throng thee and press and sayest thou Who touched me
GK: και είπεν ο Ιησούς τις ο αψάμενός μου αρνουμένων δε πάντων είπεν ο Πέτρος και οι μετ΄ αυτού επιστάτα οι όχλοι συνέχουσί σε και αποθλίβουσι και λέγεις τις ο αψάμενός μου

Luke 9:33

KJV: And it came to pass as they departed from him Peter said unto Jesus Master it is good for us to be here and let us make three tabernacles one for thee and one for Moses and one for Elias not knowing what he said
GK: και εγένετο εν τω διαχωρίζεσθαι αυτούς απ΄ αυτού είπεν ο Πέτρος προς τον Ιησούν επιστάτα καλόν εστιν ημάς ώδε είναι και ποιήσωμεν σκηνάς τρείς μίαν σοι και Μωσεί μίαν και μίαν Ηλία μη ειδώς ο λέγει

Luke 9:49

KJV: And John answered and said Master we saw one casting out devils in thy name and we forbad him because he followeth not with us
GK: αποκριθείς δε ο Ιωάννης είπεν επιστάτα είδομέν τινα επί τω ονόματί σου εκβάλλοντα τα δαιμόνια και εκωλύσαμεν αυτόν ότι ουκ ακολουθεί μεθ΄ ημών

Luke 17:13

KJV: And they lifted up voices and said Jesus Master have mercy on us
GK: και αυτοί ήραν φωνήν λέγοντες Ιησού επιστάτα ελέησον ημάς

ἐπιστέλλω (write (a letter)

[edit]

Acts 15:20

KJV: But that we write unto them that they abstain from pollutions of idols and fornication and things strangled and blood
GK: αλλά επιστείλαι αυτοίς του απέχεσθαι από των αλισγημάτων των ειδώλων και της πορνείας και του πνικτού και του αίματος

Acts 21:25

KJV: As touching the Gentiles which believe we have written concluded that they observe no such thing save only that they keep themselves from to idols and from blood and from strangled and from fornication
GK: περί δε των πεπιστευκότων εθνών ημείς επεστείλαμεν κρίναντες μηδέν τοιούτον τηρείν αυτούς ει φυλάσσεσθαι αυτούς το τε ειδωλόθυτον και το αίμα και πνικτόν και πορνείαν

Hebrews 13:22

KJV: And I beseech you brethren suffer the word of exhortation for I have written a letter unto you in few words
GK: παρακαλώ δε υμάς αδελφοί ανέχεσθε του λόγου της παρακλήσεως και γαρ διά βραχέων επέστειλα υμίν

ἐπιστήμων (endued with knowledge)

[edit]

James 3:13

KJV: Who a wise man and endued with knowledge among you let him shew out of a good conversation his works with meekness of wisdom
GK: τις σοφός και επιστήμων εν υμίν δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτού εν πραϋτητι σοφίας

ἐπιστηρίζω (confirm)

[edit]

Acts 14:22

KJV: Confirming the souls of the disciples exhorting them to continue in the faith and that we must through much tribulation enter into the kingdom of God
GK: επιστηρίζοντες τας ψυχάς των μαθητών παρακαλούντες εμμένειν τη πίστει και ότι διά πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του θεού

Acts 15:32

KJV: And Judas and Silas being prophets also themselves exhorted the brethren with many words and confirmed
GK: Ιούδας τε και Σίλας και αυτοί προφήται όντες διά λόγου πολλού παρεκάλεσαν τους αδελφούς και επεστήριξαν

Acts 15:41

KJV: And he went through Syria and Cilicia confirming the churches
GK: διήρχετο δε την Συρίαν και Κιλικίαν επιστηρίζων τας εκκλησίας

Acts 18:23

KJV: And after he had spent some time he departed and went over the country of Galatia and Phrygia in order strengthening all the disciples
GK: και ποιήσας χρόνον τινά εξήλθε διερχόμενος καθεξής την Γαλατικήν χώραν και Φρυγίαν επιστηρίζων πάντας τους μαθητάς

ἐπιστολή ("epistle)

[edit]

Acts 9:2

KJV: And desired of him letters to Damascus to the synagogues that if he found any of this way whether they were men or women he might bring them bound unto Jerusalem
GK: ητήσατο παρ΄ αυτού επιστολάς εις Δαμασκόν προς τας συναγωγάς όπως εάν τινας εύρη της οδού όντας άνδρας τε και γυναίκας δεδεμένους αγάγη εις Ιερουσαλήμ

Acts 15:30

KJV: So when they were dismissed they came to Antioch and when they had gathered the multitude together they delivered the epistle
GK: οι μεν ουν απολυθέντες ήλθον εις Αντιόχειαν και συναγαγόντες το πλήθος επέδωκαν την επιστολήν

Acts 22:5

KJV: As also the high priest doth bear me witness and all the estate of the elders from whom also I received letters unto the brethren and went to Damascus to bring them which were there bound unto Jerusalem for to be punished
GK: ως και ο αρχιερεύς μαρτυρεί μοι και παν το πρεσβυτέριον παρ΄ ων και επιστολάς δεξάμενος προς τους αδελφούς εις Δαμασκόν επορευόμην άξων και τους εκείσε όντας δεδεμένους εις Ιερουσαλήμ ίνα τιμωρηθώσιν

Acts 23:25

KJV: And he wrote a letter after this manner
GK: γράψας επιστολήν περιέχουσαν τον τύπον τούτον

Acts 23:33

KJV: Who when they came to Cæsarea and delivered the epistle to the governor presented Paul also before him
GK: οίτινες εισελθόντες εις την Καισάρειαν και αναδόντες την επιστολήν τω ηγεμόνι παρέστησαν και τον Παύλον αυτώ

Romans 16:22

KJV: I Tertius who wrote epistle salute you in the Lord
GK: ασπάζομαι υμάς εγώ Τέρτιος ο γράψας την επιστολήν εν κυρίω

1 Corinthians 5:9

KJV: I wrote unto you in an epistle not to company with fornicators
GK: έγραψα υμίν εν τη επιστολή μη συναναμίγνυσθαι πόρνοις

1 Corinthians 16:3

KJV: And when I come whomsoever ye shall approve by letters them will I send to bring your liberality unto Jerusalem
GK: όταν δε παραγένωμαι ους εάν δοκιμάσητε δι΄ επιστολών τούτους πέμψω απενεγκείν την χάριν υμών εις Ιερουσαλήμ

2 Corinthians 3:1

KJV: Do we begin again to commend ourselves or need we as some epistles of commendation to you or of commendation from you
GK: αρχόμεθα πάλιν εαυτούς συνιστάνειν ει χρήζομεν ως τινες συστατικών επιστολών προς υμάς η εξ υμών συστατικών

ἐπιστομίζω (stop mouths)

[edit]

Titus 1:11

KJV: Whose mouths must be stopped who subvert whole houses teaching things which they ought not for filthy lucre’s sake
GK: ους δει επιστομίζειν οίτινες όλους οίκους ανατρέπουσι διδάσκοντες α μη δει αισχρού κέρδους χάριν

ἐπιστρέφω (come (go) again)

[edit]

Matthew 9:22

KJV: But Jesus turned him about and when he saw her he said Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole And the woman was made whole from that hour
GK: ο δε Ιησούς επιστραφείς και ιδών αυτήν είπε θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης

Matthew 10:13

KJV: And if the house be worthy let your peace come upon it but if it be not worthy let your peace return to you
GK: και εάν μεν η η οικία αξία ελθετω η ειρήνη υμών επ΄ αυτήν εάν δε μη η αξία η ειρήνη υμών προς υμάς επιστραφήτω

Matthew 12:44

KJV: Then he saith I will return into my house from whence I came out and when he is come he findeth empty swept and garnished
GK: τότε λέγει επιστρέψω εις τον οίκόν μου όθεν εξήλθον και ελθόν ευρίσκει σχολάζοντα σεσαρωμένον και κεκοσμημένον

Matthew 13:15

KJV: For this people’s heart is waxed gross and ears are dull of hearing and their eyes they have closed lest at any time they should see with eyes and hear with ears and should understand with heart and should be converted and I should heal them
GK: επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσιν και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι και ιάσομαι αυτούς

Matthew 24:18

KJV: Neither let him which is in the field return back to take his clothes
GK: και ο εν τω αγρώ μη επιστρεψάτω οπίσω άραι τα ιμάτια αυτού

Mark 4:12

KJV: That seeing they may see and not perceive and hearing they may hear and not understand lest at any time they should be converted and sins should be forgiven them
GK: ίνα βλέποντες βλέπωσι και μη ίδωσι και ακούοντες ακούωσι και μη συνιώσι μήποτε επιστρέψωσι και αφεθή αυτοίς τα αμαρτήματα

Mark 5:30

KJV: And Jesus immediately knowing in himself that virtue had gone out of him turned him about in the press and said Who touched my clothes
GK: και ευθέως ο Ιησούς επιγνούς εν εαυτώ την εξ αυτού δύναμιν εξελθούσαν επιστρεφείς εν τω όχλω έλεγε τις μου ήψατο των ιματίων

Mark 8:33

KJV: But when he had turned about and looked on his disciples he rebuked Peter saying Get thee behind me Satan for savourest not the things that be of God but the things that be of men
GK: ο δε επιστραφείς και ιδών τους μαθητάς αυτού επετίμησεν τω Πέτρω λέγων ύπαγε οπίσω μου σατανά ότι ου φρονείς τα του θεού αλλά τα των ανθρώπων

Mark 13:16

KJV: And let him that is in the field not turn back again for to take up his garment
GK: και ο εις τον αγρόν ων μη επιστρεψάτω εις τα οπίσω άραι το ιμάτιον αυτού

ἐπιστροφή (conversion)

[edit]

Acts 15:3

KJV: And being brought on their way by the church they passed through Phenice and Samaria declaring the conversion of the Gentiles and they caused great joy unto all the brethren
GK: οι μεν ουν προπεμφθέντες υπό της εκκλησίας διήρχοντο την Φοινίκην και Σαμάρειαν εκδιηγούμενοι την επιστροφήν των εθνών και εποίουν χαράν μεγάλην πάσι τοις αδελφοίς

ἐπισυνάγω (gather (together))

[edit]

Matthew 23:37

KJV: O Jerusalem Jerusalem that killest the prophets and stonest them which are sent unto thee how often would I have gathered thy children together even as a hen gathereth her chickens under wings and ye would not
GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτένουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυναγαγείν τα τέκνα σου ον τρόπον επισύναγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε

Matthew 24:31

KJV: And he shall send his angels with a great sound of a trumpet and they shall gather together his elect from the four winds from one end of heaven to the other
GK: και αποστελεί τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος φωνής μεγάλης και επισυνάξουσι τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ΄ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών

Mark 1:33

KJV: And all the city was gathered together at the door
GK: και η πόλις όλη επισυνηγμένη ην προς την θύραν

Mark 13:27

KJV: And then shall he send his angels and shall gather together his elect from the four winds from the uttermost part of the earth to the uttermost part of heaven
GK: και τότε αποστελεί τους αγγέλους αυτού και επισυνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων απ΄ άκρου γης έως άκρου ουρανού

Luke 12:1

KJV: In the mean time when there were gathered together an innumerable multitude of people insomuch that they trode one upon another he began to say unto his disciples first of all Beware ye of the leaven of the Pharisees which is hypocrisy
GK: εν οις επισυναχθεισών των μυριάδων του όχλου ώστε καταπατείν αλλήλους ήρξατο λέγειν προς τους μαθητάς αυτού πρώτον προσέχετε εαυτοίς από της ζύμης των Φαρισαίων ήτις εστίν υπόκρισις

Luke 13:34

KJV: O Jerusalem Jerusalem which killest the prophets and stonest them that are sent unto thee how often would I have gathered thy children together as a hen her brood under wings and ye would not
GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτενούσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυνάξαι τα τέκνα σου ον τρόπον όρνις την εαυτής νοσσιάν υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε

ἐπισυναγωγή (assembling (gathering) together)

[edit]

2 Thessalonians 2:1

KJV: Now we beseech you brethren by the coming of our Lord Jesus Christ and our gathering together unto him
GK: ερωτώμεν δε υμάς αδελφοί υπέρ της παρουσίας του κυρίου ημών Ιησού χριστόυ και ημών επισυναγωγής επ΄ αυτόν

Hebrews 10:25

KJV: Not forsaking the assembling of ourselves together as the manner of some but exhorting and so much the more as ye see the day approaching
GK: μη εγκαταλείποντες την επισυναγωγήν εαυτών καθώς έθος τισίν αλλά παρακαλούντες και τοσούτω μάλλον όσω βλέπετε εγγίζουσαν την ημέραν

ἐπισυντρέχω (come running together)

[edit]

Mark 9:25

KJV: When Jesus saw that the people came running together he rebuked the foul spirit saying unto him dumb and deaf spirit I charge thee come out of him and enter no more into him
GK: ιδών δε ο Ιησούς ότι επισυντρέχει όχλος επετίμησε τω πνεύματι τω ακαθάρτω λέγων αυτώ το πνεύμα το άλαλον και κωφόν εγώ σοι επιτάσσω έξελθε εξ αυτού και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν

ἐπισύστασις (that which cometh upon)

[edit]

Acts 24:12

KJV: And they neither found me in the temple disputing with any man neither raising up the people neither in the synagogues nor in the city
GK: και ούτε εν τω ιερώ εύρόν με προς τινα διαλεγόμενον η επισύστασιν ποιούντα όχλου ούτε εν ταις συναγωγαίς ούτε κατά την πόλιν

2 Corinthians 11:28

KJV: Beside those things that are without that which cometh upon me daily the care of all the churches
GK: χωρίς των παρεκτός η επισύστασίς μου η καθ ημέραν η μέριμνα πασών των εκκλησιών

ἐπισφαλής (dangerous)

[edit]

Acts 27:9

KJV: Now when much time was spent and when sailing was now dangerous because the fast was now already past Paul admonished
GK: ικανού δε χρόνου διαγενομένου και όντος ήδη επισφαλούς του πλοός διά το και την νηστείαν ήδη παρεληλυθέναι παρήνει ο Παύλος

ἐπισχύω (be the more fierce)

[edit]

Luke 23:5

KJV: And they were the more fierce saying He stirreth up the people teaching throughout all Jewry beginning from Galilee to this place
GK: οι δε επίσχυον λέγοντες ότι ανασείει τον λαόν διδάσκων καθ΄ όλης της Ιουδαίας αρξάμενος από της Γαλιλαίας έως ώδε

ἐπισωρεύω (heap)

[edit]

2 Timothy 4:3

KJV: For the time will come when they will not endure sound doctrine but after their own lusts shall they heap to themselves teachers having itching ears
GK: έσται γαρ καιρός ότε της υγιαινούσης διδασκαλίας ουκ ανέξονται αλλά κατά τας επιθυμίας τας ιδίας εαυτοίς επισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι την ακοήν

ἐπιταγή (authority)

[edit]

Romans 16:26

KJV: But now is made manifest and by the scriptures of the prophets according to the commandment of the everlasting God made known to all nations for the obedience of faith
GK: φανερωθέντος δε νυν διά τε γραφών προφητικών κατ΄ επιταγήν του αιωνίου θεού εις υπακοήν πίστεως εις πάντα τα έθνη γνωρισθέντος

1 Corinthians 7:6

KJV: But I speak this by permission not of commandment
GK: τούτο δε λέγω κατά συγγνώμην ου κατ΄ επιταγήν

1 Corinthians 7:25

KJV: Now concerning virgins I have no commandment of the Lord yet I give my judgment as one that hath obtained mercy of the Lord to be faithful
GK: περί δε των παρθένων επιταγήν κυρίου ουκ έχω γνώμην δε δίδωμι ως ηλεημένος υπό κυρίου πιστός είναι

2 Corinthians 8:8

KJV: I speak not by commandment but by occasion of the forwardness of others and to prove the sincerity of your love
GK: ου κατ΄ επιταγήν λέγω αλλ΄ διά της ετέρων σπουδής και το της υμετέρας αγάπης γνήσιον δοκιμάζων

1 Timothy 1:1

KJV: Paul an apostle of Jesus Christ by the commandment of God our Saviour and Lord Jesus Christ our hope
GK: Παύλος απόστολος Ιησού χριστού κατ΄ επιταγήν θεού πατρός και σώτηρος ημών Ιησού χριστού της ελπίδος ημών

Titus 1:3

KJV: But hath in due times manifested his word through preaching which is committed unto me according to the commandment of God our Saviour
GK: εφανέρωσε δε καιροίς ιδίοις τον λόγον αυτού εν κηρύγματι ο επιστεύθην εγώ κατ΄ επιταγήν του σωτήρος ημών θεού

Titus 2:15

KJV: These things speak and exhort and rebuke with all authority Let no man despise thee
GK: ταύτα λάλει και παρακάλει και έλεγχε μετά πάσης επιταγής μηδείς σου περιφρονείτω

ἐπιτάσσω (charge)

[edit]

Mark 1:27

KJV: And they were all amazed insomuch that they questioned among themselves saying What thing is this what new doctrine this for with authority commandeth he even the unclean spirits and they do obey him
GK: και εθαμβήθησαν πάντες ώστε συζητείν προς εαυτούς λέγοντας τι εστι τούτο τις η διδαχή η καινή αύτη ότι κατ΄ εξουσίαν και τοις πνεύμασι τοις ακαθάρτοις επιτάσσει και υπακούουσιν αυτώ

Mark 6:27

KJV: And immediately the king sent an executioner and commanded his head to be brought and he went and beheaded him in the prison
GK: και ευθέως αποστείλας ο βασιλεύς σπεκουλάτωρα επέταξεν ενεχθήναι την κεφαλήν αυτού ο δε απελθών απεκεφάλισεν αυτόν εν τη φυλακή

Mark 6:39

KJV: And he commanded them to make all sit down by companies upon the green grass
GK: και επέταξεν αυτοίς ανακλίναι πάντας συμπόσια συμπόσια επί τω χλωρώ χόρτω

Mark 9:25

KJV: When Jesus saw that the people came running together he rebuked the foul spirit saying unto him dumb and deaf spirit I charge thee come out of him and enter no more into him
GK: ιδών δε ο Ιησούς ότι επισυντρέχει όχλος επετίμησε τω πνεύματι τω ακαθάρτω λέγων αυτώ το πνεύμα το άλαλον και κωφόν εγώ σοι επιτάσσω έξελθε εξ αυτού και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν

Luke 4:36

KJV: And they were all amazed and spake among themselves saying What a word this for with authority and power he commandeth the unclean spirits and they come out
GK: και εγένετο θάμβος επί πάντας και συνελάλουν προς αλλήλους λέγοντες τις ο λόγος ούτος ότι εν εξουσία και δυνάμει επιτάσσει τοις ακαθάρτοις πνεύμασι και εξέρχονται

Luke 8:25

KJV: And he said unto them Where is your faith And they being afrai wondered saying one to another What manner of man is this for he commandeth even the winds and water and they obey him
GK: είπε δε αυτοίς που εστιν η πίστις υμών φοβηθέντες εθαύμασαν λέγοντες προς αλλήλους τις άρα ούτός εστιν ότι και τοις ανέμοις επιτάσσει και τω ύδατι και υπακούουσιν αυτώ

Luke 8:31

KJV: And they besought him that he would not command them to go out into the deep
GK: και παρεκάλει αυτόν ίνα μη επιτάξη αυτοίς εις την άβυσσον απελθείν

Luke 14:22

KJV: And the servant said Lord it is done as thou hast commanded and yet there is room
GK: και είπεν ο δούλος κύριε γέγονεν ως επέταξας και έτι τόπος εστί

Acts 23:2

KJV: And the high priest Ananias commanded them that stood by him to smite him on the mouth
GK: ο δε αρχιερεύς Ανανίας επέταξε τοις παρεστώσιν αυτώ τύπτειν αυτού το στόμα

ἐπιτελέω (accomplish)

[edit]

Luke 13:32

KJV: And he said unto them Go ye and tell that fox Behold I cast out devils and I do cures to day and to morrow and the third I shall be perfected
GK: και είπεν αυτοίς πορευθέντες είπατε τη αλώπεκι ταύτη ιδού εκβάλλω δαιμόνια και ιάσεις επιτελώ σήμερον και αύριον και τη τρίτη τελειούμαι

Romans 15:28

KJV: When therefore I have performed this and have sealed to them this fruit I will come by you into Spain
GK: τούτο ούν επιτελέσας και σφραγισάμενος αυτοίς τον καρπόν τούτον απελεύσομαι δι΄ υμών εις την Σπανίαν

2 Corinthians 7:1

KJV: Having therefore these promises dearly beloved let us cleanse ourselves from all filthiness of the flesh and spirit perfecting holiness in the fear of God
GK: ταύτας ούν έχοντες τας επαγγελίας αγαπητοί καθαρίσωμεν εαυτούς από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος επιτελούντες αγιωσύνην εν φόβω θεού

2 Corinthians 8:6

KJV: Insomuch that we desired Titus that as he had begun so also finish in you the same grace also
GK: εις το παρακαλέσαι ημάς Τίτον ίνα καθώς προενήρξατο ούτω και επιτελέση εις υμάς και την χάριν ταύτην

2 Corinthians 8:11

KJV: Now therefore perform the doing that as a readiness to will so a performance also out of that which ye have
GK: νυνί δε και το ποιήσαι επιτελέσατε όπως καθάπερ η προθυμία του θέλειν ούτω και το επιτελέσαι εκ του έχειν

Galatians 3:3

KJV: Are ye so foolish having begun in the Spirit are ye now made perfect by the flesh
GK: ούτως ανόητοί εστε εναρξάμενοι πνεύματι νυν σαρκί επιτελείσθε

Philippians 1:6

KJV: Being confident of this very thing that he which hath begun a good work in you will perform until the day of Jesus Christ
GK: πεποιθώς αυτό τούτο ότι ο εναρξάμενος εν υμίν έργον αγαθόν επιτελέσει άχρις ημέρας Ιησού χριστού

Hebrews 8:5

KJV: Who serve unto the example and shadow of heavenly things as Moses was admonished of God when he was about to make the tabernacle for See saith he thou make all things according to the pattern shewed to thee in the mount
GK: οίτινες υποδείγματι και σκιά λατρεύουσι των επουρανίων καθώς κεχρημάτισται Μωϋσης μέλλων επιτελείν την σκηνήν όρα γαρ φησι ποιήσεις πάντα κατά τον τύπον τον δειχθέντα σοι εν τω όρει

Hebrews 9:6

KJV: Now when these things were thus ordained the priests went always into the first tabernacle accomplishing the service
GK: τούτων δε ούτω κατεσκευασμένων εις μεν την πρώτην σκηνήν διά πάντος εισίασιν οι ιερείς τας λατρείας επιτελούντες

ἐπιτήδειος (things which are needful)

[edit]

James 2:16

KJV: And one of you say unto them Depart in peace be warmed and filled notwithstanding ye give them not those things which are needful to the body what profit
GK: είπη δε τις αυτοίς εξ υμών υπάγετε εν ειρήνη θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια του σώματος τι το όφελος

ἐπιτίθημι (add unto)

[edit]

Matthew 9:18

KJV: While he spake these things unto them behold there came a certain ruler and worshipped him saying My daughter is even now dead but come and lay thy hand upon her and she shall live
GK: ταύτα αυτού λαλούντος αυτοίς ιδού άρχων εις ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ΄ αυτήν και ζήσεται

Matthew 19:13

KJV: Then were there brought unto him little children that he should put hands on them and pray and the disciples rebuked them
GK: τότε προσηνέχθη αυτώ παιδία ίνα τας χείρας επιθή αυτοίς και προσεύξηται οι δε μαθηταί επετίμησαν αυτοίς

Matthew 19:15

KJV: And he laid hands on them and departed thence
GK: και επιθείς αυτοίς τας χείρας επορεύθη εκείθεν

Matthew 21:7

KJV: And brought the ass and the colt and put on them their clothes and they set thereon
GK: ήγαγον την όνον και τον πώλον και επέθηκαν επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών και επεκάθισεν επάνω αυτών

Matthew 23:4

KJV: For they bind heavy burdens and grievous to be borne and lay on men’s shoulders but they themselves will not move them with one of their fingers
GK: δεσμεύουσι γαρ φορτία βαρέα και δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επί τους ώμους των ανθρώπων τω δε δακτύλω αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά

Matthew 27:29

KJV: And when they had platted a crown of thorns they put upon his head and a reed in his right hand and they bowed the knee before him and mocked him saying Hail King of the Jews
GK: και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν επί την κεφαλήν αυτού και κάλαμον επί την δεξιάν αυτού και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού ενέπαιζον αυτώ λέγοντες χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Matthew 27:37

KJV: And set up over his head his accusation written THIS IS JESUS THE KING OF THE JEWS
GK: και επέθηκαν επάνω της κεφαλής αυτού την αιτίαν αυτού γεγραμμένην ούτός εστιν Ιησούς ο βασιλεύς των Ιουδαίων

Mark 3:16

KJV: And Simon he surnamed
GK: και επέθηκε τω Σίμωνι όνομα Πέτρον

Mark 3:17

KJV: And James the of Zebedee and John the brother of James and he surnamed them Boanerges which is The sons of thunder
GK: και Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν του Ιακώβου και επέθηκεν αυτοίς ονόματα Βοανεργές ο εστιν υιοί βροντής

ἐπιτιμάω ((straitly) charge)

[edit]

Matthew 8:26

KJV: And he saith unto them Why are ye fearful O ye of little faith Then he arose and rebuked the winds and the sea and there was a great calm
GK: και λέγει αυτοίς τι δειλοί εστε ολιγόπιστοι τότε εγερθείς επετίμησε τοις ανέμοις και τη θαλάσση και εγένετο γαλήνη μεγάλη

Matthew 12:16

KJV: And charged them that they should not make him known
GK: και επετίμησεν αυτοίς ίνα μη φανερόν αυτόν ποιήσωσιν

Matthew 16:22

KJV: Then Peter took him and began to rebuke him saying Be it far from thee Lord this shall not be unto thee
GK: και προσλαβόμενος αυτόν ο Πέτρος ήρξατο επιτιμάν αυτώ λέγων ίλεώς σοι κύριε ου έσται σοι τούτο

Matthew 17:18

KJV: And Jesus rebuked the devil and he departed out of him and the child was cured from that very hour
GK: και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς και εξήλθεν απ΄ αυτού το δαιμόνιον και εθεραπεύθη ο παις από της ώρας εκείνης

Matthew 19:13

KJV: Then were there brought unto him little children that he should put hands on them and pray and the disciples rebuked them
GK: τότε προσηνέχθη αυτώ παιδία ίνα τας χείρας επιθή αυτοίς και προσεύξηται οι δε μαθηταί επετίμησαν αυτοίς

Matthew 20:31

KJV: And the multitude rebuked them because they should hold their peace but they cried the more saying Have mercy on us O Lord Son of David
GK: ο δε όχλος επετίμησεν αυτοίς ίνα σιωπήσωσιν οι δε μείζον έκραζον λέγοντες ελέησον ημάς κύριε υιός Δαβίδ

Mark 1:25

KJV: And Jesus rebuked him saying Hold thy peace and come out of him
GK: και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς λέγων φιμώθητι και έξελθε εξ αυτού

Mark 3:12

KJV: And he straitly charged them that they should not make him known
GK: και πολλά επετίμα αυτοίς ίνα μη αυτόν φανερόν ποιήσωσι

Mark 4:39

KJV: And he arose and rebuked the wind and said unto the sea Peace be still And the wind ceased and there was a great calm
GK: και διεγερθείς επετίμησεν τω ανέμω και είπε τη θαλάσση σιώπα πεφίμωσο και εκόπασεν ο άνεμος και εγένετο γαλήνη μεγάλη

ἐπιτιμία (punishment)

[edit]

2 Corinthians 2:6

KJV: Sufficient to such a man this punishment which of many
GK: ικανόν τω τοιούτω η επιτιμία αύτη η υπό των πλειόνων

ἐπιτρέπω (give leave (liberty)

[edit]

Matthew 8:21

KJV: And another of his disciples said unto him Lord suffer me first to go and bury my father
GK: έτερος δε των μαθητών αυτού είπεν αυτώ κύριε επίτρεψόν μοι πρώτον απελθείν και θάψαι τον πατέρα μου

Matthew 8:31

KJV: So the devils besought him saying If thou cast us out suffer us to go away into the herd of swine
GK: οι δε δαίμονες παρεκάλουν αυτόν λέγοντες ει εκβάλλεις ημάς επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων

Matthew 19:8

KJV: He saith unto them Moses because of the hardness of your hearts suffered you to put away your wives but from the beginning it was not so
GK: λέγει αυτοίς ότι Μωσής προς την σκληροκαρδίαν υμών επέτρεψεν υμίν απολύσαι τας γυναίκας υμών απ΄ αρχής δε ου γέγονεν ούτως

Mark 5:13

KJV: And forthwith Jesus gave them leave And the unclean spirits went out and entered into the swine and the herd ran violently down a steep place into the sea they were about two thousand and were choked in the sea
GK: και επέτρεψεν αυτοίς ευθέως ο Ιησούς και εξελθόντα τα πνεύματα τα ακάθαρτα εισήλθον εις τους χοίρους και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την θάλασσαν ήσαν δε ως δισχίλιοι και επνίγοντο εν τη θαλάσση

Mark 10:4

KJV: And they said Moses suffered to write a bill of divorcement and to put her away
GK: οι δε είπον Μωσής επέτρεψεν βιβλίον αποστασίου γράψαι και απολύσαι

Luke 8:32

KJV: And there was there an herd of many swine feeding on the mountain and they besought him that he would suffer them to enter into them And he suffered them
GK: ην δε εκεί αγέλη χοίρων ικανών βοσκομένων εν τω όρει και παρεκάλουν αυτόν ίνα επιτρέψη αυτοίς εις εκείνους εισελθείν και επετρέψεν αυτοίς

Luke 9:59

KJV: And he said unto another Follow me But he said Lord suffer me first to go and bury my father
GK: είπε δε προς έτερον ακολούθει μοι ο δε είπεν κύριε επίτρεψόν μοι απελθόντι πρώτον θάψαι τον πατέρα μου

Luke 9:61

KJV: And another also said Lord I will follow thee but let me first go bid them farewell which are at home at my house
GK: είπε δε και έτερος ακολουθήσω σοι κύριε πρώτον δε επίτρεψόν μοι αποτάξασθαι τοις εις τον οίκόν μου

John 19:38

KJV: And after this Joseph of Arimathaea being a disciple of Jesus but secretly for fear of the Jews besought Pilate that he might take away the body of Jesus and Pilate gave leave He came therefore and took the body of Jesus
GK: μετά δε ταύτα ηρώτησε τον Πιλάτον ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ων μαθητής του Ιησού κεκρυμμένος δε διά τον φόβον των Ιουδαίων ίνα άρη το σώμα του Ιησού και επέτρεψεν ο Πιλάτος ήλθεν ουν και ήρε το σώμα του Ιησού

ἐπιτροπή (commission)

[edit]

Acts 26:12

KJV: Whereupon as I went to Damascus with authority and commission from the chief priests
GK: εν οις και πορευόμενος εις την Δαμασκόν μετ΄ εξουσίας και επιτροπής της παρά των αρχιερέων

ἐπίτροπος (steward)

[edit]

Matthew 20:8

KJV: So when even was come the lord of the vineyard saith unto his steward Call the labourers and give them hire beginning from the last unto the first
GK: οψίας δε γενομένης λέγει ο κύριος του αμπελώνος τω επιτρόπω αυτού κάλεσον τους εργάτας και απόδος αυτοίς τον μισθόν αρξάμενος από των εσχάτων έως των πρώτων

Luke 8:3

KJV: And Joanna the wife of Chuza Herod’s steward and Susanna and many others which ministered unto him of their substance
GK: και Ιωάννα γυνή Χουζά επιτρόπου Ηρώδου και Σουσάννα και έτεραι πολλαί αίτινες διηκόνουν αυτώ από των υπαρχόντων

Galatians 4:2

KJV: But is under tutors and governors until the time appointed of the father
GK: αλλά υπό επιτρόπους εστί και οικονόμους άχρι της προθεσμίας του πατρός

ἐπιτυγχάνω (obtain)

[edit]

Romans 11:7

KJV: What then Israel hath not obtained that which he seeketh for but the election hath obtained it and the rest were blinded
GK: τι ούν ο επιζητεί Ισραήλ τούτου ουκ επέτυχεν η δε εκλογή επέτυχεν οι δε λοιποί επωρώθησαν

Hebrews 6:15

KJV: And so after he had patiently endured he obtained the promise
GK: και ούτω μακροθυμήσας επέτυχε της επαγγελίας

Hebrews 11:33

KJV: Who through faith subdued kingdoms wrought righteousness obtained promises stopped the mouths of lions
GK: οι διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας ειργάσαντο δικαιοσύνην επέτυχον επαγγελιών έφραξαν στόματα λεόντων

James 4:2

KJV: Ye lust and have not ye kill and desire to have and cannot obtain ye fight and war yet ye have not because ye ask not
GK: επιθυμείτε και ουκ έχετε φονεύετε και ζηλούτε και ου δύνασθε επιτυχείν μάχεσθε και πολεμείτε ουκ έχετε διά το μη αιτείσθαι υμάς

ἐπιφαίνω (appear)

[edit]

Luke 1:79

KJV: To give light to them that sit in darkness and the shadow of death to guide our feet into the way of peace
GK: επιφάναι τοις εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις του κατευθύναι τους πόδας ημών εις οδόν ειρήνης

Acts 27:20

KJV: And when neither sun nor stars in many days appeared and no small tempest lay on all hope that we should be saved was then taken away
GK: μήτε δε ηλίου μήτε άστρων επιφαινόντων επί πλείονας ημέρας χείμωνός τε ουκ ολίγου επικειμένου λοιπόν περιηρείτο πάσα ελπίς του σώζεσθαι ημάς

Titus 2:11

KJV: For the grace of God that bringeth salvation hath appeared to all men
GK: επεφάνη γαρ η χάρις του θεού η σωτηρίος πάσιν ανθρώποις

Titus 3:4

KJV: But after that the kindness and love of God our Saviour toward man appeared
GK: ότε δε η χρηστότης και η φιλανθρωπία επεφάνη του σωτήρος ημών θεού

ἐπιφάνεια (appearing)

[edit]

2 Thessalonians 2:8

KJV: And then shall that Wicked be revealed whom the Lord shall consume with the spirit of his mouth and shall destroy with the brightness of his coming
GK: και τότε αποκαλυφθήσεται ο άνομος ον ο κύριος αναλώσει τω πνεύματι του στόματος αυτού και καταργήσει τη επιφανεία της παρουσίας αυτού

1 Timothy 6:14

KJV: That thou keep commandment without spot unrebukeable until the appearing of our Lord Jesus Christ
GK: τηρήσαί σε την εντολήν άσπιλον ανεπίληπτον μέχρι της επιφανείας του κυρίου ημών Ιησού χριστού

2 Timothy 1:10

KJV: But is now made manifest by the appearing of our Saviour Jesus Christ who hath abolished death and hath brought life and immortality to light through the gospel
GK: φανερωθείσαν δε νυν διά της επιφανείας του σωτήρος ημών Ιησού χριστού καταργήσαντος μεν τον θάνατον φωτίσαντος δε ζωήν και αφθαρσίαν διά του ευαγγελίου

2 Timothy 4:1

KJV: I charge therefore before God and the Lord Jesus Christ who shall judge the quick and the dead at his appearing and his kingdom
GK: διαμαρτύρομαι ούν εγώ ενώπιον του θεού και του κυρίου Ιησού χριστού του μέλλοντος κρίνειν ζώντας και νεκρούς κατά την επιφάνειαν αυτού και την βασιλείαν αυτού

2 Timothy 4:8

KJV: Henceforth there is laid up for me a crown of righteousness which the Lord the righteous judge shall give me at that day and not to me only but unto all them also that love his appearing
GK: λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος ον αποδώσει μοι ο κύριος εν εκείνη τη ημέρα ο δίκαιος κριτής ου μόνον δε εμοί αλλά και πάσι τοις ηγαπηκόσι την επιφάνειαν αυτού

Titus 2:13

KJV: Looking for that blessed hope and the glorious appearing of the great God and our Saviour Jesus Christ
GK: προσδεχόμενοι την μακαρίαν ελπίδα και επιφάνειαν της δόξης του μεγάλου θεού και σωτήρος ημών Ιησού χριστού

ἐπιφανής (notable)

[edit]

Acts 2:20

KJV: The sun shall be turned into darkness and the moon into blood before that great and notable day of the Lord come
GK: ο ήλιος μεταστραφήσεται εις σκότος και η σελήνη εις αίμα πριν η ελθείν την ημέραν κυρίου την μεγάλην και επιφανή

ἐπιφαύω (give light)

[edit]

Ephesians 5:14

KJV: Wherefore he saith Awake thou that sleepest and arise from the dead and Christ shall give thee light
GK: διό λέγει έγειρε ο καθεύδων και ανάστα εκ των νεκρών και επιφαύσει σοι ο χριστός

ἐπιφέρω (add)

[edit]

Acts 19:12

KJV: So that from his body were brought unto the sick handkerchiefs or aprons and the diseases departed from them and the evil spirits went out of them
GK: ώστε και επί τους ασθενούντας επιφέρεσθαι από του χρωτός αυτού σουδάρια η σιμικίνθια και απαλλάσσεσθαι απ΄ αυτών τας νόσους τα τε πνεύματα τα πονηρά εξέρχεσθαι απ΄ αυτών

Acts 25:18

KJV: Against whom when the accusers stood up they brought none accusation of such things as I supposed
GK: περί ου σταθέντες οι κατήγοροι ουδεμίαν αιτίαν επέφερον ον υπενόουν εγώ

Romans 3:5

KJV: But if our unrighteousness commend the righteousness of God what shall we say God unrighteous who taketh vengeance I speak as a man
GK: ει δε η αδικία ημών θεού δικαιοσύνην συνίστησι τι ερούμεν μη άδικος ο θεός ο επιφέρων την οργήν κατά άνθρωπον λέγω

Philippians 1:16

KJV: The one preach Christ of contention not sincerely supposing to add affliction to my bonds
GK: οι μεν εξ εριθείας τον χριστόν καταγγέλλουσιν ουχ αγνώς οιόμενοι θλίψιν επιφέρειν τοις δεσμοίς μου

Jude 1:9

KJV: Yet Michael the archangel when contending with the devil he disputed about the body of Moses durst not bring against him a railing accusation but said The Lord rebuke thee
GK: ο δε Μιχαήλ ο αρχάγγελος ότε τω διαβόλω διακρινόμενος διελέγετο περί του Μωσέως σώματος ουκ ετόλμησε κρίσιν επενεγκείν βλασφημίας αλλ΄ είπεν επιτιμήσαι σοι κύριος

ἐπιφωνέω (cry (against))

[edit]

Luke 23:21

KJV: But they cried saying Crucify crucify him
GK: οι δε επεφώνουν λέγοντες σταύρωσον σταύρωσον αυτόν

Acts 12:22

KJV: And the people gave a shout the voice of a god and not of a man
GK: ο δε δήμος επεφώνει φωνή θεού και ουκ ανθρώπου

Acts 22:24

KJV: The chief captain commanded him to be brought into the castle and bade that he should be examined by scourging that he might know wherefore they cried so against him
GK: εκέλευσεν αυτόν ο χιλίαρχος άγεσθαι εις την παρεμβολήν ειπών μάστιξιν ανετάζεσθαι αυτόν ίνα επιγνώ δι΄ ην αιτίαν ούτως επεφώνουν αυτώ

ἐπιφώσκω (begin to dawn)

[edit]

Matthew 28:1

KJV: In the end of the sabbath as it began to dawn toward the first of the week came Mary Magdalene and the other Mary to see the sepulchre
GK: οψέ δε σαββάτων τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων ήλθε Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία θεωρήσαι τον τάφον

Luke 23:54

KJV: And that day was the preparation and the sabbath drew on
GK: και ημέρα ην παρασκευή και σάββατον επέφωσκε

ἐπιχειρέω (go about)

[edit]

Luke 1:1

KJV: Forasmuch as many have taken in hand to set forth in order a declaration of those things which are most surely believed among us
GK: επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι διήγησιν περί των πεπληροφορημένων εν ημίν πραγμάτων

Acts 9:29

KJV: And he spake boldly in the name of the Lord Jesus and disputed against the Grecians but they went about to slay him
GK: και παρρησιαζόμενος εν τω ονόματι του κυρίου Ιησού ελάλει τε και συνεζήτει προς τους Ελληνιστάς οι δε επεχείρουν αυτόν ανελείν

Acts 19:13

KJV: Then certain of the vagabond Jews exorcists took upon them to call over them which had evil spirits the name of the Lord Jesus saying We adjure you by Jesus whom Paul preacheth
GK: επεχείρησαν δε τινες από των περιερχομένων Ιουδαίων εξορκιστών ονομάζειν επί τους έχοντας τα πνεύματα τα πονηρά το όνομα του κυρίου Ιησού λέγοντες ορκίζομεν υμάς τον Ιησούν ον ο Παύλος κηρύσσει

ἐπιχέω (to pour upon:--pour in)

[edit]

Luke 10:34

KJV: And went to and bound up his wounds pouring in oil and wine and set him on his own beast and brought him to an inn and took care of him
GK: και προσελθών κετέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού

ἐπιχορηγέω (add)

[edit]

2 Corinthians 9:10

KJV: Now he that ministereth seed to the sower both minister bread for food and multiply your seed sown and increase the fruits of your righteousness
GK: ο δε επιχορηγών σπέρμα τω σπείροντι και άρτον εις βρώσιν χορηγήσαι και πληθύναι τον σπόρον υμών και αυξήσαι τα γενήματα της δικαιοσύνης υμών

Galatians 3:5

KJV: He therefore that ministereth to you the Spirit and worketh miracles among you by the works of the law or by the hearing of faith
GK: ο ούν επιχορηγών υμίν το πνεύμα και ενεργών δυνάμεις εν υμίν εξ έργων νόμου η εξ ακοής πίστεως

Colossians 2:19

KJV: And not holding the Head from which all the body by joints and bands having nourishment ministered and knit together increaseth with the increase of God
GK: και ου κρατών την κεφαλήν εξ ου παν το σώμα διά των αφών και συνδέσμων επιχορηγούμενον και συμβιβαζόμενον αύξει την αύξησιν του θεού

2 Peter 1:5

KJV: And beside this giving all diligence add to your faith virtue and to virtue knowledge
GK: και αυτό τούτο δε σπουδήν πάσαν παρεισενέγκαντες επιχορηγήσατε εν τη πίστει υμών την αρετήν εν δε τη αρετή την γνώσιν

2 Peter 1:11

KJV: For so an entrance shall be ministered unto you abundantly into the everlasting kingdom of our Lord and Saviour Jesus Christ
GK: ούτω γαρ πλουσίως επιχορηγηθήσεται υμίν η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του κυρίου ημών και σωτήρος Ιησού χριστού

ἐπιχορηγία (supply)

[edit]

Ephesians 4:16

KJV: From whom the whole body fitly joined together and compacted by that which every joint supplieth according to the effectual working in the measure of every part maketh increase of the body unto the edifying of itself in love
GK: εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συμβιβαζόμενον διά πάσης αφής της επιχορηγίας κατ΄ ενέργειαν εν μέτρω ενός εκάστου μέρους την αύξησιν του σώματος ποιείται εις οικοδομήν εαυτού εν αγάπη

Philippians 1:19

KJV: For I know that this shall turn to my salvation through your prayer and the supply of the Spirit of Jesus Christ
GK: οίδα γαρ ότι τούτό μοι αποβήσεται εις σωτηρίαν διά της υμών δεήσεως και επιχορηγίας του πνεύματος Ιησού χριστού

ἐπιχρίω (anoint)

[edit]

John 9:6

KJV: When he had thus spoken he spat on the ground and made clay of the spittle and he anointed the eyes of the blind man with the clay
GK: ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού

John 9:11

KJV: He answered and said A man that is called Jesus made clay and anointed mine eyes and said unto me Go to the pool of Siloam and wash and I went and washed and I received sight
GK: απεκρίθη εκείνος και είπεν άνθρωπος λεγόμενος Ιησούς πηλόν εποίησε και επέχρισέ μου τους οφθαλμούς και είπέ μοι ύπαγε εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ και νίψαι απελθών δε και νιψάμενος ανέβλεψα

ἐποικοδομέω (build thereon (thereupon)

[edit]

Acts 20:32

KJV: And now brethren I commend you to God and to the word of his grace which is able to build you up and to give you an inheritance among all them which are sanctified
GK: και τα παρατίθεμαι υμάς αδελφοί τω θεώ και τω λόγω της χάριτος αυτού τω δυναμένω εποικοδομήσαι και δούναι υμίν κληρονομίαν εν τοις ηγιασμένοις πάσιν

1 Corinthians 3:10

KJV: According to the grace of God which is given unto me as a wise masterbuilder I have laid the foundation and another buildeth thereon But let every man take heed how he buildeth thereupon
GK: κατά την χάριν του θεού την δοθείσάν μοι ως σοφός αρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα άλλος δε εποικοδομεί έκαστος δε βλεπέτω πως εποικοδομεί

1 Corinthians 3:12

KJV: Now if any man build upon this foundation gold silver precious stones wood hay stubble
GK: ει δε τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν άργυρον λίθους τιμίους ξύλα χόρτον καλάμην

1 Corinthians 3:14

KJV: If any man’s work abide which he hath built thereupon receive a reward
GK: ει το έργον μένει ο επωκοδόμησεν μισθόν λήψεται

Ephesians 2:20

KJV: And are built upon the foundation of the apostles and prophets Jesus Christ himself being the chief corner
GK: εποικοδομηθέντες επί τω θεμελιώ των αποστόλων και προφητών όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού χριστού

Colossians 2:7

KJV: Rooted and built up in him and stablished in the faith as ye have been taught abounding there in with thanksgiving
GK: ερριζωμένοι και εποικοδομούμενοι εν αυτώ και βεβαιούμενοι εν τη πίστει καθώς εδιδάχθητε περισσεύοντες εν αυτή εν ευχαριστία

Jude 1:20

KJV: But ye beloved building up yourselves on your most holy faith praying in the Holy Ghost
GK: υμείς δε αγαπητοί τη αγιωτάτη υμών πίστει εποικοδομούντες εαυτούς εν πνεύματι αγίω προσευχόμενοι

ἐποκέλλω (run aground)

[edit]

Acts 27:41

KJV: And falling into a place where two seas met they ran the ship aground and the forepart stuck fast and remained unmoveable but the hinder part was broken with the violence of the waves
GK: περιπεσόντες δε εις τόπον διθάλασσον επώκειλαν την ναύν και η μεν πρώρα ερείσασα έμεινεν ασάλευτος η δε πρύμνα ελύετο υπό της βίας των κυμάτων

ἐπονομάζω (call)

[edit]

Romans 2:17

KJV: Behold thou art called a Jew and restest in the law and makest thy boast of God
GK: ίδε συ Ιουδαίος επονομάζη και επαναπαύη τω νόμω και καυχάσαι εν θεώ

ἐποπτεύω (behold)

[edit]

1 Peter 2:12

KJV: Having your conversation honest among the Gentiles that whereas they speak against you as evildoers they may by good works which they shall behold glorify God in the day of visitation
GK: την αναστροφήν υμών έχοντες καλήν εν τοις έθνεσιν ίνα εν ω καταλαλούσιν υμών ως κακοποιών εκ των καλών έργων εποπτεύσαντες δοξάσωσι τον θεόν εν ημέρα επισκοπής

1 Peter 3:2

KJV: While they behold your chaste conversation with fear
GK: εποπτεύσαντες την εν φόβω αγνήν αναστροφήν υμών

ἐπόπτης (eye-witness)

[edit]

2 Peter 1:16

KJV: For we have not followed cunningly devised fables when we made known unto you the power and coming of our Lord Jesus Christ but were eyewitnesses of his majesty
GK: ου γαρ σεσοφισμένοις μύθοις εξακολουθήσαντες εγνωρίσαμεν υμίν την του κυρίου ημών Ιησού χριστού δύναμιν και παρουσίαν αλλ΄ επόπται γενηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος

ἔπος (X say)

[edit]

Hebrews 7:9

KJV: And as I may so say Levi also who receiveth tithes payed tithes in Abraham
GK: και ως έπος ειπείν διά Αβραάμ και Λευϊ ο δεκάτας λαμβάνων δεδεκάτωται

ἐπουράνιος (celestial)

[edit]

Matthew 18:35

KJV: So likewise shall my heavenly Father do also unto you if ye from your hearts forgive not every one his brother their trespasses
GK: ούτως και ο πατήρ μου ο επουρανίος ποιήσει υμίν εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών

John 3:12

KJV: If I have told you earthly things and ye believe not how shall ye believe if I tell you heavenly things
GK: ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε πως εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε

1 Corinthians 15:40

KJV: also celestial bodies and bodies terrestrial but the glory of the celestial one and the of the terrestrial another
GK: και σώματα επουρανία και σώματα επίγεια αλλ΄ ετέρα μεν η των επουρανίων δόξα ετέρα δε η των επιγείων

1 Corinthians 15:48

KJV: As the earthy such they also that are earthy and as the heavenly such they also that are heavenly
GK: οίος ο χοϊκός τοιούτοι και οι χοϊκοί και οίος ο επουρανίος τοιούτοι και οι επουρανίοι

1 Corinthians 15:49

KJV: And as we have borne the image of the earthy we shall also bear the image of the heavenly
GK: και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα του χοϊκού φορεσόμεν και την εικόνα του επουρανίου

Ephesians 1:3

KJV: Blessed the God and Father of our Lord Jesus Christ who hath blessed us with all spiritual blessings in heavenly in Christ
GK: ευλογητός ο θεός και πατήρ του κυρίου ημών Ιησού χριστού ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν χριστώ

Ephesians 1:20

KJV: Which he wrought in Christ when he raised him from the dead and set at his own right hand in the heavenly
GK: ην ενήργησεν εν τω χριστώ εγείρας αυτόν εκ των νεκρών και εκάθισεν εν δεξιά αυτού εν τοις επουρανίοις

Ephesians 2:6

KJV: And hath raised up together and made sit together in heavenly in Christ Jesus
GK: και συνήγειρε και συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις εν χριστώ Ιησού

Ephesians 3:10

KJV: To the intent that now unto the principalities and powers in heavenly might be known by the church the manifold wisdom of God
GK: ίνα γνωρισθή νυν ταις αρχαίς και ταις εξουσίαις εν τοις επουρανίοις διά της εκκλησίας η πολυποίκιλος σοφία του θεού

ἑπτά (seven)

[edit]

Matthew 12:45

KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά

Matthew 15:34

KJV: And Jesus saith unto them How many loaves have ye And they said Seven and a few little fishes
GK: και λέγει αυτοίς ο Ιησούς πόσους άρτους έχετε οι δε είπον επτά και ολίγα ιχθύδια

Matthew 15:36

KJV: And he took the seven loaves and the fishes and gave thanks and brake and gave to his disciples and the disciples to the multitude
GK: και λαβών τους επτά άρτους και τους ιχθύας ευχαριστήσας έκλασε και έδωκε τοις μαθηταίς αυτού οι δε μαθηταί τω όχλω

Matthew 15:37

KJV: And they did all eat and were filled and they took up of the broken that was left seven baskets full
GK: και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων επτά σπυρίδας πλήρεις

Matthew 16:10

KJV: Neither the seven loaves of the four thousand and how many baskets ye took up
GK: ουδέ τους επτά άρτους των τετρακισχιλίων και πόσας σπυρίδας ελάβετε

Matthew 18:22

KJV: Jesus saith unto him I say not unto thee Until seven times but Until seventy times seven
GK: λέγει αυτώ ο Ιησούς ου λέγω σοι εως επτάκις αλλ΄ έως εβδομηκοντάκις επτά

Matthew 22:25

KJV: Now there were with us seven brethren and the first when he had married a wife deceased and having no issue left his wife unto his brother
GK: ήσαν δε παρ΄ ημίν επτά αδελφοί και ο πρώτος γαμήσας ετελεύτησεν και μη έχων σπέρμα αφήκεν την γυναίκα αυτού τω αδελφώ αυτού

Matthew 22:26

KJV: Likewise the second also and the third unto the seventh
GK: ομοίως και ο δεύτερος και το τρίτος έως των επτά

Matthew 22:28

KJV: Therefore in the resurrection whose wife shall she be of the seven for they all had her
GK: εν τη ουν αναστάσει τίνος των επτά έσται γυνή πάντες γαρ έσχον αυτήν

ἑπτάκις (seven times)

[edit]

Matthew 18:21

KJV: Then came Peter to him and said Lord how oft shall my brother sin against me and I forgive him till seven times
GK: τότε προσελθών αυτώ ο Πέτρος είπε κύριε ποσάκις αμαρτήσει εις εμέ ο αδελφός μου και αφήσω αυτώ έως επτάκις

Matthew 18:22

KJV: Jesus saith unto him I say not unto thee Until seven times but Until seventy times seven
GK: λέγει αυτώ ο Ιησούς ου λέγω σοι εως επτάκις αλλ΄ έως εβδομηκοντάκις επτά

Luke 17:4

KJV: And if he trespass against thee seven times in a day and seven times in a day turn again to thee saying I repent thou shalt forgive him
GK: και εάν επτάκις της ημέρας αμάρτη εις σε και επτάκις της ημέρας επιστρέψη λέγων μετανοώ αφήσεις αυτώ

ἑπτακισχίλιοι (seven thousand)

[edit]

Romans 11:4

KJV: But what saith the answer of God unto him I have reserved to myself seven thousand men who have not bowed the knee to Baal
GK: αλλά τι λέγει αυτώ ο χρηματισμός κατέλιπον εμαυτώ επτακισχιλίους άνδρας οίτινες ουκ έκαμψαν γόνυ τη Βάαλ

ἔπω (answer)

[edit]

Matthew 2:5

KJV: And they said unto him In Bethlehem of Judaea for thus it is written by the prophet
GK: οι δε είπον αυτώ εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας ούτως γαρ γέγραπται διά του προφήτου

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Matthew 2:13

KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό

Matthew 3:7

KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Matthew 3:15

KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν

Matthew 4:3

KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται

Matthew 4:4

KJV: But he answered and said It is written Man shall not live by bread alone but by every word that proceedeth out of the mouth of God
GK: ο δε αποκριθείς είπε γέγραπται ουκ επ΄ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος αλλ΄ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος θεού

Matthew 5:11

KJV: Blessed are ye when shall revile you and persecute and shall say all manner of evil against you falsely for my sake
GK: μακάριοί εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ΄ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού

Matthew 5:22

KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός

Ἔραστος (Erastus)

[edit]

Acts 19:22

KJV: So he sent into Macedonia two of them that ministered unto him Timotheus and Erastus but he himself stayed in Asia for a season
GK: αποστείλας δε εις την Μακεδονίαν δύο των διακονούντων αυτώ Τιμόθεον και Έραστον αυτός επέσχε χρόνον εις την Ασίαν

Romans 16:23

KJV: Gaius mine host and of the whole church saluteth you Erastus the chamberlain of the city saluteth you and Quartus a brother
GK: ασπάζεται υμάς Γαϊος ο ξένος μου και της εκκλησίας όλης ασπάζεται υμάς Εραστος ο οικονόμος της πόλεως και Κούαρτος ο αδελφός

2 Timothy 4:20

KJV: Erastus abode at Corinth but Trophimus have I left at Miletum sick
GK: Εραστος έμεινεν εν Κορίνθω Τρόφιμον δε απέλιπον εν Μιλήτω ασθενούντα

ἐργάζομαι (commit)

[edit]

Matthew 7:23

KJV: And then will I profess unto them I never knew you depart from me ye that work iniquity
GK: και τότε ομολογήσω αυτοίς ότι ουδέποτε έγνων υμάς αποχωρείτε απ΄ εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν

Matthew 21:28

KJV: But what think ye A certain man had two sons and he came to the first and said Son go work to day in my vineyard
GK: τι δε υμίν δοκεί άνθρωπος τις είχε τέκνα δύο και προσελθών τω πρώτω είπεν τέκνον ύπαγε σήμερον εργάζου εν τω αμπελώνί μου

Matthew 25:16

KJV: Then he that had received the five talents went and traded with the same and made other five talents
GK: πορευθείς δε ο τα πέντε τάλαντα λαβών ειργάσατο εν αυτοίς και εποίησεν αλλά πέντε τάλαντα

Matthew 26:10

KJV: When Jesus understood he said unto them Why trouble ye the woman for she hath wrought a good work upon me
GK: γνους δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς τι κόπους παρέχετε τη γυναικί έργον γαρ καλόν ειργάσατο εις εμέ

Mark 14:6

KJV: And Jesus said Let her alone why trouble ye her she hath wrought a good work on me
GK: ο δε Ιησούς είπεν άφετε αυτήν τι αυτή κόπους παρέχετε καλόν έργον ειργάσατο εις εμέ

Luke 13:14

KJV: And the ruler of the synagogue answered with indignation because that Jesus had healed on the sabbath day and said unto the people There are six days in which men ought to work in them therefore come and be healed and not on the sabbath day
GK: αποκριθείς δε ο αρχισυνάγωγος αγανακτών ότι τω σαββάτω εθεράπευσεν ο Ιησούς έλεγεν τω όχλω εξ ημέραι εισίν εν αις δει εργάζεσθαι εν ταύταις ούν ερχόμενοι θεραπεύεσθε και μη τη ημέρα του σαββάτου

John 3:21

KJV: But he that doeth truth cometh to the light that his deeds may be made manifest that they are wrought in God
GK: ο δε ποιών την αλήθειαν έρχεται προς το φως ίνα φανερωθή αυτού τα έργα ότι εν θεώ εστιν ειργασμένα

John 5:17

KJV: But Jesus answered them My Father worketh hitherto and I work
GK: ο δε Ιησούς απεκρίνατο αυτοίς ο πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι

John 6:27

KJV: Labour not for the meat which perisheth but for that meat which endureth unto everlasting life which the Son of man shall give unto you for him hath God the Father sealed
GK: εργάζεσθε μη την βρώσιν την απολλυμένην αλλά την βρώσιν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον ην ο υιός του ανθρώπου υμίν δώσει τούτον γαρ ο πατήρ εσφράγισεν ο θεός

ἐργασία (craft)

[edit]

Luke 12:58

KJV: When thou goest with thine adversary to the magistrate in the way give diligence that thou mayest be delivered from him lest he hale thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and the officer cast thee into prison
GK: ως γαρ υπάγεις μετά του αντιδίκου σου επ΄ άρχοντα εν τη οδώ δος εργασίαν απηλλάχθαι απ΄ αυτού μήποτε κατασύρη σε προς τον κριτήν και ο κριτής σε παραδώ τω πράκτορι και ο πράκτωρ σε βάλλη εις φυλακήν

Acts 16:16

KJV: And it came to pass as we went to prayer a certain damsel possessed with a spirit of divination met us which brought her masters much gain by soothsaying
GK: εγένετο δε πορευομένων ημών εις προσευχήν παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος απαντήσαι ημίν ήτις εργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αυτής μαντευομένη

Acts 16:19

KJV: And when her masters saw that the hope of their gains was gone they caught Paul and Silas and drew into the marketplace unto the rulers
GK: ιδόντες δε οι κύριοι αυτής ότι εξήλθεν η ελπίς της εργασίας αυτών επιλαβόμενοι τον Παύλον και τον Σίλαν είλκυσαν εις την αγοράν επί τους άρχοντας

Acts 19:24

KJV: For a certain named Demetrius a silversmith which made silver shrines for Diana brought no small gain unto the craftsmen
GK: Δημήτριος γαρ τις ονόματι αργυροκόπος ποιών ναούς αργυρούς Αρτέμιδος παρείχετο τοις τεχνίταις εργασίαν ουκ ολίγην

Acts 19:25

KJV: Whom he called together with the workmen of like occupation and said Sirs ye know that by this craft we have our wealth
GK: ους συναθροίσας και τους περί τα τοιαύτα εργάτας είπεν άνδρες επίστασθε ότι εκ ταύτης της εργασίας η ευπορία ημών εστι

Ephesians 4:19

KJV: Who being past feeling have given themselves over unto lasciviousness to work all uncleanness with greediness
GK: οίτινες απηλγηκότες εαυτούς παρέδωκαν τη ασελγεία εις εργασίαν ακαθαρσίας πάσης εν πλεονεξία

ἐργάτης (labourer)

[edit]

Matthew 9:37

KJV: Then saith he unto his disciples The harvest truly plenteous but the labourers few
GK: τότε λέγει τοις μαθηταίς αυτού ο μεν θερισμός πολύς οι δε εργάται ολίγοι

Matthew 9:38

KJV: Pray ye therefore the Lord of the harvest that he will send forth labourers into his harvest
GK: δεήθητε ουν του κυρίου του θερισμού όπως εκβάλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού

Matthew 10:10

KJV: Nor scrip for journey neither two coats neither shoes nor yet staves for the workman is worthy of his meat
GK: μη πήραν εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδους άξιος γαρ ο εργάτης της τροφής αυτού εστιν

Matthew 20:1

KJV: For the kingdom of heaven is like unto a man an householder which went out early in the morning to hire labourers into his vineyard
GK: ομοία γαρ εστιν η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω οικοδεσπότη όστις εξήλθεν άμα πρωϊ μισθώσασθαι εργάτας εις τον αμπελώνα αυτού

Matthew 20:2

KJV: And when he had agreed with the labourers for a penny a day he sent them into his vineyard
GK: και συμφωνήσας μετά των εργατών εκ δηναρίου τη ημέραν απέστειλεν αυτούς εις τον αμπελώνα αυτού

Matthew 20:8

KJV: So when even was come the lord of the vineyard saith unto his steward Call the labourers and give them hire beginning from the last unto the first
GK: οψίας δε γενομένης λέγει ο κύριος του αμπελώνος τω επιτρόπω αυτού κάλεσον τους εργάτας και απόδος αυτοίς τον μισθόν αρξάμενος από των εσχάτων έως των πρώτων

Luke 10:2

KJV: Therefore said he unto them The harvest truly great but the labourers few pray ye therefore the Lord of the harvest that he would send forth labourers into his harvest
GK: έλεγεν ουν προς αυτούς ο μεν θερισμός πολύς οι δε εργάται ολίγοι δεήθητε ούν του κυρίου του θερισμού όπως εκβάλλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού

Luke 10:7

KJV: And in the same house remain eating and drinking such things as they give for the labourer is worthy of his hire Go not from house to house
GK: εν αυτή δε τη οικία μένετε εσθίοντες και πίνοντες τα παρ΄ αυτών άξιος γαρ ο εργάτης του μισθού αυτού εστι μη μεταβαίνετε εξ οικίας εις οικίαν

Luke 13:27

KJV: But he shall say I tell you I know you not whence ye are depart from me all workers of iniquity
GK: και ερεί λέγω υμίν ουκ οίδα υμάς πόθεν εστέ απόστητε απ΄ εμού πάντες οι εργάται της αδικίας

ἔργον (deed)

[edit]

Matthew 5:16

KJV: your light so shine before men that they may see your good works and glorify your Father which is in heaven
GK: ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς

Matthew 11:2

KJV: Now when John had heard in the prison the works of Christ he sent two of his disciples
GK: ο δε Ιωάννης ακούσας εν τω δεσμωτηρίω τα έργα του Χριστού πέμψας δύο των μαθητών αυτού

Matthew 23:3

KJV: All therefore whatsoever they bid you observe observe and do but do not ye after their works for they say and do not
GK: πάντα ουν όσα αν είπωσιν υμίν τηρείν τηρείτε και ποιείτε κατά δε τα έργα αυτών μη ποιείτε λέγουσιν γαρ και ου ποιούσι

Matthew 23:5

KJV: But all their works they do for to be seen of men they make broad their phylacteries and enlarge the borders of their garments
GK: πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις πλατύνουσι δε τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσιν τα κράσπεδα των ιματίων αυτών

Matthew 26:10

KJV: When Jesus understood he said unto them Why trouble ye the woman for she hath wrought a good work upon me
GK: γνους δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς τι κόπους παρέχετε τη γυναικί έργον γαρ καλόν ειργάσατο εις εμέ

Mark 13:34

KJV: as a man taking a far journey who left his house and gave authority to his servants and to every man his work and commanded the porter to watch
GK: ως άνθρωπος απόδημος αφείς την οικίαν αυτού και δους τοις δούλοις αυτού την εξουσίαν και εκάστω το έργον αυτού και τω θυρωρώ ενετείλατο ίνα γρηγορή

Mark 14:6

KJV: And Jesus said Let her alone why trouble ye her she hath wrought a good work on me
GK: ο δε Ιησούς είπεν άφετε αυτήν τι αυτή κόπους παρέχετε καλόν έργον ειργάσατο εις εμέ

Luke 11:48

KJV: Truly ye bear witness that ye allow the deeds of your fathers for they indeed killed them and ye build their sepulchres
GK: άρα μαρτυρείτε και συνευδοκείτε τοις έργοις των πατέρων υμών ότι αυτοί μεν απέκτειναν αυτούς υμείς δε οικοδομείτε αυτών τα μνημεία

Luke 24:19

KJV: And he said unto them What things And they said unto him Concerning Jesus of Nazareth which was a prophet mighty in deed and word before God and all the people
GK: και είπεν αυτοίς ποία οι δε είπον αυτώ τα περί Ιησού του Ναζωραίου ος εγένετο ανήρ προφήτης δυνατός εν έργω και λόγω εναντίον του θεού και παντός του λαού

ἐρεθίζω (provoke)

[edit]

2 Corinthians 9:2

KJV: For I know the forwardness of your mind for which I boast of you to them of Macedonia that Achaia was ready a year ago and your zeal hath provoked very many
GK: οίδα γαρ την προθυμίαν υμών ην υπέρ υμών καυχώμαι Μακεδόσιν ότι Αχαϊα παρεσκεύασται από πέρυσι και ο εξ υμών ζήλος ηρέθισε τους πλείονας

Colossians 3:21

KJV: Fathers provoke not your children lest they be discouraged
GK: οι πατέρες μη ερεθίζετε τα τέκνα υμών ίνα μη αθυμώσιν

ἐρείδω (stick fast)

[edit]

Acts 27:41

KJV: And falling into a place where two seas met they ran the ship aground and the forepart stuck fast and remained unmoveable but the hinder part was broken with the violence of the waves
GK: περιπεσόντες δε εις τόπον διθάλασσον επώκειλαν την ναύν και η μεν πρώρα ερείσασα έμεινεν ασάλευτος η δε πρύμνα ελύετο υπό της βίας των κυμάτων

ἐρεύγομαι (utter)

[edit]

Matthew 13:35

KJV: That it might be fulfilled which was spoken by the prophet saying I will open my mouth in parables I will utter things which have been kept secret from the foundation of the world
GK: όπως πληρωθή το ρηθέν διά του προφήτου λέγοντος ανοίξω εν παραβολαίς το στόμα μου ερεύξομαι κεκρυμμένα από καταβολής κόσμου

ἐρευνάω (search)

[edit]

John 5:39

KJV: Search the scriptures for in them ye think ye have eternal life and they are they which testify of me
GK: ερευνάτε τας γραφάς ότι υμείς δοκείτε εν αυταίς ζωήν αιώνιον έχειν και εκείναί εισιν αι μαρτυρούσαι περί εμού

John 7:52

KJV: They answered and said unto him Art thou also of Galilee Search and look for out of Galilee ariseth no prophet
GK: απεκρίθησαν και είπον αυτώ μη και συ εκ της Γαλιλαίας ει ερεύνησον και ίδε ότι προφήτης εκ της Γαλιλαίας ουκ εγήγερται

Romans 8:27

KJV: And he that searcheth the hearts knoweth what the mind of the Spirit because he maketh intercession for the saints according to God
GK: ο δε ερευνών τας καρδίας οίδε τι το φρόνημα του πνεύματος ότι κατά θεόν εντυγχάνει υπέρ αγίων

1 Corinthians 2:10

KJV: But God hath revealed unto us by his Spirit for the Spirit searcheth all things yea the deep things of God
GK: ημίν δε ο θεός απεκάλυψε διά του πνεύματος αυτού το γαρ πνεύμα πάντα ερευνά και τα βάθη του θεού

1 Peter 1:11

KJV: Searching what or what manner of time the Spirit of Christ which was in them did signify when it testified the sufferings of Christ and the glory that should follow
GK: ερευνώντες εις τίνα η ποίον καιρόν εδήλου το εν αυτοίς πνεύμα χριστού προμαρτυρόμενον τα εις χριστόν παθήματα και τας μετά ταύτα δόξας

Revelation 2:23

KJV: And I will kill her children with death and all the churches shall know that I am he which searcheth the reins and hearts and I will give unto every one of you according to your works
GK: και τα τέκνα αυτής αποκτενώ εν θανάτω και γνώσονται πάσαι αι εκκλησίαι ότι εγώ ειμι ο ερεύνων νεφρούς και καρδίας και δώσω υμίν εκάστω κατά τα έργα υμών

ἐρέω (call)

[edit]

Matthew 7:4

KJV: Or how wilt thou say to thy brother Let me pull out the mote out of thine eye and behold a beam in thine own eye
GK: η πως ερείς τω αδελφώ σου άφες εκβάλω το κάρφος από του οφθαλμού σου και ιδού η δοκός εν τω οφθαλμώ σου

Matthew 7:22

KJV: Many will say to me in that day Lord Lord have we not prophesied in thy name and in thy name have cast out devils and in thy name done many wonderful works
GK: πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα κύριε κύριε ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν

Matthew 13:30

KJV: Let both grow together until the harvest and in the time of harvest I will say to the reapers Gather ye together first the tares and bind them in bundles to burn them but gather the wheat into my barn
GK: άφετε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού και εν τω καιρώ του θερισμού ερώ τοις θερισταίς συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθήκην μου

Matthew 17:20

KJV: And Jesus said unto them Because of your unbelief for verily I say unto you If ye have faith as a grain of mustard seed ye shall say unto this mountain Remove hence to yonder place and it shall remove and nothing shall be impossible unto you
GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς διά την απιστίαν υμών αμήν γαρ λέγω υμίν εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί και μεταβήσεται και ουδέν αδυνατήσει υμίν

Matthew 21:3

KJV: And if any say ought unto you ye shall say The Lord hath need of them and straightway he will send them
GK: και εάν τις υμίν είπη τι ερείτε ότι ο κύριος αυτών χρείαν έχει ευθέως δε αποστελλεί αυτούς

Matthew 21:24

KJV: And Jesus answered and said unto them I also will ask you one thing which if ye tell me I in like wise will tell you by what authority I do these things
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα ον εάν είπητέ μοι καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ

Matthew 21:25

KJV: The baptism of John whence was it from heaven or of men And they reasoned with themselves saying If we shall say From heaven he will say unto us Why did ye not then believe him
GK: το βάπτισμα Ιωάννου πόθεν ην εξ ουρανού η εξ ανθρώπων οι δε διελογίζοντο παρ΄ εαυτοίς λέγοντες εάν είπωμεν εξ ουρανού ερεί ημίν διάτι ουν ουκ επιστεύσατε αυτώ

Matthew 25:34

KJV: Then shall the King say unto them on his right hand Come, ye blessed of my Father inherit the kingdom prepared for you from the foundation of the world
GK: τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου

Matthew 25:40

KJV: And the King shall answer and say unto them Verily I say unto you Inasmuch as ye have done unto one of the least of these my brethren ye have done unto me
GK: και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς αμήν λέγω υμίν εφ΄ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων εμοί εποιήσατε

ἐρημία (desert)

[edit]

Matthew 15:33

KJV: And his disciples say unto him Whence should we have so much bread in the wilderness as to fill so great a multitude
GK: και λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού πόθεν ημίν εν ερημία άρτοι τοσούτοι ώστε χορτάσαι όχλον τοσούτον

Mark 8:4

KJV: And his disciples answered him From whence can a man satisfy these with bread here in the wilderness
GK: και απεκρίθησαν αυτώ οι μαθηταί αυτού πόθεν τούτους δυνήσεταί τις ώδε χορτάσαι άρτων επ΄ ερημίας

2 Corinthians 11:26

KJV: journeyings often perils of waters perils of robbers perils by countrymen perils by the heathen perils in the city perils in the wilderness perils in the sea perils among false brethren
GK: οδοιπορίας πολλάκις κινδύνοις ποταμών κινδύνοις ληστών κινδύνοις εκ γένους κινδύνοις εξ εθνών κινδύνοις εν πόλει κινδύνοις εν ερημία κινδύνοις εν θαλάσση κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις

Hebrews 11:38

KJV: Of whom the world was not worthy they wandered in deserts and mountains and dens and caves of the earth
GK: ων ουκ ην άξιος ο κόσμος εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και τας οπαίς της γης

ἔρημος (desert)

[edit]

Matthew 3:1

KJV: In those days came John the Baptist preaching in the wilderness of Judaea
GK: εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας

Matthew 3:3

KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Matthew 4:1

KJV: Then was Jesus led up of the Spirit into the wilderness to be tempted of the devil
GK: τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου

Matthew 11:7

KJV: And as they departed Jesus began to say unto the multitudes concerning John What went ye out into the wilderness to see A reed shaken with the wind
GK: τούτων δε πορευομένων ήρξατο ο Ιησούς λέγειν τοις όχλοις περί Ιωάννου τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον

Matthew 14:13

KJV: When Jesus heard he departed thence by ship into a desert place apart and when the people had heard they followed him on foot out of the cities
GK: και ακούσας ο Ιησούς ανεχώρησεν εκείθεν εν πλοίω εις έρημον τόπον κατ΄ ιδίαν και ακούσαντες οι όχλοι ηκολούθησαν αυτώ πεζή από των πόλεων

Matthew 14:15

KJV: And when it was evening his disciples came to him saying This is a desert place and the time is now past send the multitude away that they may go into the villages and buy themselves victuals
GK: οψίας δε γενομένης προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγοντες έρημός εστιν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν απόλυσον τους όχλους ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα

Matthew 23:38

KJV: Behold your house is left unto you desolate
GK: ιδού αφίεται υμίν ο οίκος υμών έρημος

Matthew 24:26

KJV: Wherefore if they shall say unto you Behold he is in the desert go not forth behold in the secret chambers believe not
GK: εάν ουν είπωσιν υμίν ιδού εν τη ερήμω εστί μη εξέλθητε ιδού εν τοις ταμείοις μη πιστεύσητε

Mark 1:3

KJV: The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

ἐρημόω ((bring to)

[edit]

Matthew 12:25

KJV: And Jesus knew their thoughts and said unto them Every kingdom divided against itself is brought to desolation and every city or house divided against itself shall not stand
GK: ειδώς δε ο Ιησούς τας ενθυμήσεις αυτών είπεν αυτοίς πάσα βασιλεία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ερημούται και πάσα πόλις η οικία μερισθείσα καθ΄ εαυτής ου σταθήσεται

Luke 11:17

KJV: But he knowing their thoughts said unto them Every kingdom divided against itself is brought to desolation and a house against a house falleth
GK: αυτος δε ειδώς αυτών τα διανοήματα είπεν αυτοίς πάσα βασιλεία εφ΄ εαυτήν διαμερισθείσα ερημούται και οίκος επί οίκον πίπτει

Revelation 17:16

KJV: And the ten horns which thou sawest upon the beast these shall hate the whore and shall make her desolate and naked and shall eat her flesh and burn her with fire
GK: και τα δέκα κέρατα α είδες επί το θηρίον ούτοι μισήσουσιν την πόρνην και ηρημωμένην ποιήσουσιν αυτήν και γυμνήν ποιήσουσιν αυτήν και τας σάρκας αυτής φάγονται και αυτήν κατακαύσουσιν εν πυρί

Revelation 18:17

KJV: For in one hour so great riches is come to nought And every shipmaster and all the company in ships and sailors and as many as trade by sea stood afar off
GK: ότι μιά ώρα ηρημώθη ο τοσούτος πλούτος και πας κυβερνήτης και πας ο επί των πλοίων πλέων και ναύται και όσοι την θάλασσαν εργάζονται από μακρόθεν έστησαν

Revelation 18:19

KJV: And they cast dust on their heads and cried weeping and wailing saying Alas alas that great city wherein were made rich all had ships in the sea by reason of her costliness for in one hour is she made desolate
GK: και έβαλον χουν επί τας κεφαλάς αυτών και έκραζον κλαίοντες και πενθούντες και λέγοντες ουαί ουαί η πόλις η μεγάλη εν η επλούτησαν πάντες οι έχοντες τα πλοία εν τη θαλάσση εκ της τιμιότητος αυτής ότι μιά ώρα ηρημώθη

ἐρήμωσις (desolation)

[edit]

Matthew 24:15

KJV: When ye therefore shall see the abomination of desolation spoken of by Daniel the prophet stand in the holy place whoso readeth let him understand
GK: όταν ουν ίδητε το βδέλυγμα της ερημώσεως το ρηθέν διά Δανιήλ του προφήτου εστός εν τόπω αγίω ο αναγινώσκων νοείτω

Mark 13:14

KJV: But when ye shall see the abomination of desolation spoken of by Daniel the prophet standing where it ought not let him that readeth understand then let them that be in Judæa flee to the mountains
GK: όταν δε ίδητε το βδέλυγμα της ερημώσεως το ρηθέν υπό Δανιήλ του προφήτου εστώς όπου ου δει ο αναγινώσκων νοείτω τότε οι εν τη Ιουδαία φευγέτωσαν εις τα όρη

Luke 21:20

KJV: And when ye shall see Jerusalem compassed with armies then know that the desolation thereof is nigh
GK: όταν δε ίδητε κυκλουμένην υπό στρατοπέδων την Ιεροσαλήμ τότε γνώτε ότι ήγγικεν η ερήμωσις αυτης

ἐρίζω (strive)

[edit]

Matthew 12:19

KJV: He shall not strive nor cry neither shall any man hear his voice in the streets
GK: ουκ ερίσει ουδέ κραυγάσει ουδέ ακούσει τις εν ταις πλατείαις την φωνήν αυτού

ἐριθεία (contention(-ious))

[edit]

Romans 2:8

KJV: But unto them that are contentious and do not obey the truth but obey unrighteousness indignation and wrath
GK: τοις δε εξ εριθείας και απειθούσιν μεν τη αληθεία πειθομένοις δε τη αδικία θυμός και οργή

2 Corinthians 12:20

KJV: For I fear lest when I come I shall not find you such as I would and I shall be found unto you such as ye would not lest debates envyings wraths strifes backbitings whisperings swellings tumults
GK: φοβούμαι γαρ μήπως ελθών ουχ οίους θέλω εύρω υμάς καγώ ευρεθώ υμίν οίον ου θέλετε μήπως έρις ζήλοι θυμοί ερίθειαι καταλαλιαί ψιθυρισμοί φυσιώσεις ακαταστασίαι

Galatians 5:20

KJV: Idolatry witchcraft hatred variance emulations wrath strife seditions heresies
GK: ειδωλολατρία φαρμακεία έχθραι έρεις ζήλοι θυμοί εριθείαι διχοστασίαι αιρέσεις

Philippians 1:16

KJV: The one preach Christ of contention not sincerely supposing to add affliction to my bonds
GK: οι μεν εξ εριθείας τον χριστόν καταγγέλλουσιν ουχ αγνώς οιόμενοι θλίψιν επιφέρειν τοις δεσμοίς μου

Philippians 2:3

KJV: nothing through strife or vainglory but in lowliness of mind let each esteem other better than themselves
GK: μηδέν κατά ερίθειαν η κενοδοξίαν αλλά τη ταπεινοφροσύνη αλλήλους ηγούμενοι υπερέχοντας εαυτών

James 3:14

KJV: But if ye have bitter envying and strife in your hearts glory not and lie not against the truth
GK: ει δε ζήλον πικρόν έχετε και ερίθειαν εν τη καρδία μη κατακαυχάσθε και ψεύδεσθε κατά της αληθείας

James 3:16

KJV: For where envying and strife there confusion and every evil work
GK: όπου γαρ ζήλος και ερίθεια εκεί ακαταστασία και παν φαύλον πράγμα

ἔριον (wool)

[edit]

Hebrews 9:19

KJV: For when Moses had spoken every precept to all the people according to the law he took the blood of calves and of goats with water and scarlet wool and hyssop sprinkled both the book and all the people
GK: λαληθείσης γαρ πάσης εντολής κατά τον νόμον υπό Μωϋσέως παντί τω λαώ λαβών το αίμα των μόσχων και τράγων μετά ύδατος και ερίου κοκκίνου και υσσώπου αυτό τε το βιβλίον και πάντα τον λαόν ερράντισε

Revelation 1:14

KJV: His head and hairs white like wool as white as snow and his eyes as a flame of fire
GK: η δε κεφαλή αυτού και αι τρίχες λευκαί ωσεί έριον λευκόν ως χιών και οι οφθαλμοί αυτού ως φλοξ πυρός

ἔρις (contention)

[edit]

Romans 1:29

KJV: Being filled with all unrighteousness fornication wickedness covetousness maliciousness full of envy murder debate deceit malignity whisperers
GK: πεπληρωμένους πάση αδικία πορνεία πονηρία πλεονεξία κακία μεστούς φθόνου φόνου έριδος δόλου κακοηθείας ψιθυριστάς

Romans 13:13

KJV: Let us walk honestly as in the day not in rioting and drunkenness not in chambering and wantonness not in strife and envying
GK: ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν μη κώμοις και μέθαις μη κοίταις και ασελγείαις μη έριδι και ζήλω

1 Corinthians 1:11

KJV: For it hath been declared unto me of you my brethren by them of Chloe that there are contentions among you
GK: εδηλώθη γαρ μοι περί υμών αδελφοί μου υπό των Χλόης ότι έριδες εν υμίν εισι

1 Corinthians 3:3

KJV: For ye are yet carnal for whereas among you envying and strife and divisions are ye not carnal and walk as men
GK: έτι γαρ σαρκικοί εστε όπου γαρ εν υμίν ζήλος και έρις και διχοστασίαι ουχί σαρκικοί εστε και κατά άνθρωπον περιπατείτε

2 Corinthians 12:20

KJV: For I fear lest when I come I shall not find you such as I would and I shall be found unto you such as ye would not lest debates envyings wraths strifes backbitings whisperings swellings tumults
GK: φοβούμαι γαρ μήπως ελθών ουχ οίους θέλω εύρω υμάς καγώ ευρεθώ υμίν οίον ου θέλετε μήπως έρις ζήλοι θυμοί ερίθειαι καταλαλιαί ψιθυρισμοί φυσιώσεις ακαταστασίαι

Galatians 5:20

KJV: Idolatry witchcraft hatred variance emulations wrath strife seditions heresies
GK: ειδωλολατρία φαρμακεία έχθραι έρεις ζήλοι θυμοί εριθείαι διχοστασίαι αιρέσεις

Philippians 1:15

KJV: Some indeed preach Christ even of envy and strife and some also of good will
GK: τινές μεν και διά φθόνον και έριν τινές δε και δι΄ ευδοκίαν τον χριστόν κηρύσσουσιν

1 Timothy 6:4

KJV: He is proud knowing nothing but doting about questions and strifes of words where of cometh envy strife railings evil surmisings
GK: τετύφωται μηδέν επιστάμενος αλλά νοσών περί ζητήσεις και λογομαχίας εξ ων γίνεται φθόνος έρις βλασφημίαι υπόνοιαι πονηραί

Titus 3:9

KJV: But avoid foolish questions and genealogies and contentions and strivings about the law for they are unprofitable and vain
GK: μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιϊστασο εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι

ἐρίφιον (goat)

[edit]

Matthew 25:33

KJV: And he shall set the sheep on his right hand but the goats on the left
GK: και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού τα δε ερίφια εξ ευωνύμων

ἔριφος (goat)

[edit]

Matthew 25:32

KJV: And before him shall be gathered all nations and he shall separate them one from another as a shepherd divideth sheep from the goats
GK: και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη και αφοριεί αυτούς απ΄ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων

Luke 15:29

KJV: And he answering said to father Lo these many years do I serve thee neither transgressed I at any time thy commandment and yet thou never gavest me a kid that I might make merry with my friends
GK: ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ

Ἑρμᾶς (Hermas)

[edit]

Romans 16:14

KJV: Salute Asyncritus Phlegon Hermas Patrobas Hermes and the brethren which are with them
GK: ασπάσασθε Ασύγκριτον Φλέγοντα Ερμάν Πατρόβαν Ερμήν και τους συν αυτοίς αδελφούς

ἑρμηνεία (interpretation)

[edit]

1 Corinthians 12:10

KJV: To another the working of miracles to another prophecy to another discerning of spirits to another kinds of tongues to another the interpretation of tongues
GK: άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων άλλω δε προφητεία άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων ετέρω δε γένη γλωσσών άλλω δε ερμηνεία γλωσσών

1 Corinthians 14:26

KJV: How is it then brethren when ye come together every one of you hath a psalm hath a doctrine hath a tongue hath a revelation hath an interpretation Let all things be done unto edifying
GK: τι ούν εστιν αδελφοί όταν συνέρχησθε έκαστος υμών ψαλμόν έχει διδαχήν έχει γλώσσαν έχει αποκάλυψιν έχει ερμηνείαν έχει πάντα προς οικοδομήν γενέσθω

ἑρμηνεύω (interpret)

[edit]

John 1:38

KJV: Then Jesus turned and saw them following saith unto them What seek ye They said unto him Rabbi which is to say being interpreted Master where dwellest thou
GK: στραφείς δε ο Ιησούς και θεασάμενος αυτούς ακολουθούντας λέγει αυτοίς τι ζητείτε οι δε είπον αυτώ ραββί ο λέγεται ερμηνευόμενον διδάσκαλε που μένεις

John 1:42

KJV: And he brought him to Jesus And when Jesus beheld him he said Thou art Simon the son of Jona thou shalt be called Cephas which is by interpretation A stone
GK: και ήγαγεν αυτόν προς τον Ισηούν εμβλέψας δε αυτώ ο Ιησούς είπε συ ει Σίμων ο υιός Ιωνά συ κληθήση Κηφάς ο ερμηνεύεται πέτρος

John 9:7

KJV: And said unto him Go wash in the pool of Siloam which is by interpretation Sent He went his way therefore and washed and came seeing
GK: και είπεν αυτώ ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ ο ερμηνεύεται απεσταλμένος απήλθεν ούν και ενίψατο και ήλθεν βλέπων

Hebrews 7:2

KJV: To whom also Abraham gave a tenth part of all first being by interpretation King of righteousness and after that also King of Salem which is King of peace
GK: ω και δεκάτην από πάντων εμέρισεν Αβραάμ πρώτον μεν ερμηνευόμενος βασιλεύς δικαιοσύνης έπειτα δε και βασιλεύς Σαλήμ ο εστι βασιλεύς ειρήνης

Ἑρμῆς (Hermes)

[edit]

Acts 14:12

KJV: And they called Barnabas Jupiter and Paul Mercurius because he was the chief speaker
GK: εκάλουν τε τον μεν Βαρνάβαν Δία τον δε Παύλον Ερμήν επειδή αυτός ην ο ηγούμενος του λόγου

Romans 16:14

KJV: Salute Asyncritus Phlegon Hermas Patrobas Hermes and the brethren which are with them
GK: ασπάσασθε Ασύγκριτον Φλέγοντα Ερμάν Πατρόβαν Ερμήν και τους συν αυτοίς αδελφούς

Ἑρμογένης (Hermogenes)

[edit]

2 Timothy 1:15

KJV: This thou knowest that all they which are in Asia be turned away from me of whom are Phygellus and Hermogenes
GK: οίδας τούτο ότι απεστράφησάν με πάντες οι εν τη Ασία ων εστί Φύγελλος και Ερμογένης

ἑρπετόν (creeping thing)

[edit]

Acts 10:12

KJV: Wherein were all manner of fourfooted beasts of the earth and wild beasts and creeping things and fowls of the air
GK: εν ω υπήρχε πάντα τα τετράποδα της γης και τα θηρία και τα ερπετά και τα πετεινά του ουρανού

Acts 11:6

KJV: Upon the which when I had fastened mine eyes I considered and saw fourfooted beasts of the earth and wild beasts and creeping things and fowls of the air
GK: εις ην ατενίσας κατενόουν και είδον τα τετράποδα της γης και τα θηρία και τα ερπετά και τα πετεινά του ουρανού

Romans 1:23

KJV: And changed the glory of the uncorruptible God into an image made like to corruptible man and to birds and fourfooted beasts and creeping things
GK: και ήλλαξαν την δόξαν του αφθάρτου θεού εν ομοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών

James 3:7

KJV: For every kind of beasts and of birds and of serpents and of things in the sea is tamed and hath been tamed of mankind
GK: πάσα γαρ φύσις θηρίων τε και πετεινών ερπετών τε και εναλίων δαμάζεται και δεδάμασται τη φύσει τη ανθρωπίνη

ἐρυθρός (red)

[edit]

Acts 7:36

KJV: He brought them out after that he had shewed wonders and signs in the land of Egypt and in the sea and in the wilderness forty years
GK: ούτος εξήγαγεν αυτούς ποιήσας τέρατα και σημεία εν γη Αιγύπτω και εν ερυθρά θαλάσση και εν τη ερήμω έτη τεσσαράκοντα

Hebrews 11:29

KJV: By faith they passed through the Red sea as by dry which the Egyptians assaying to do were drowned
GK: πίστει διέβησαν την ερυθράν θάλασσαν ως διά ξηράς ης πείραν λαβόντες οι Αιγύπτιοι κατεπόθησαν

ἔρχομαι (accompany)

[edit]

Matthew 2:2

KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Matthew 2:9

KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον

Matthew 2:11

KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν

Matthew 2:21

KJV: And he arose and took the young child and his mother and came into the land of Israel
GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ

Matthew 2:23

KJV: And he came and dwelt in a city called Nazareth that it might be fulfilled which was spoken by the prophets He shall be called a Nazarene
GK: και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέθ όπως πληρωθή το ρηθέν διά των προφητών ότι Ναζωραίος κληθήσεται

Matthew 3:7

KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Matthew 3:11

KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί

Matthew 3:14

KJV: But John forbad him saying I have need to be baptized of thee and comest thou to me
GK: ο δε Ιωάννης διεκώλυεν αυτόν λέγων εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι και συ έρχη πρός με

ἐρωτάω (ask)

[edit]

Matthew 15:23

KJV: But he answered her not a word And his disciples came and besought him saying Send her away for she crieth after us
GK: ο δε ουκ απεκρίθη αυτή λόγον και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ηρώτων αυτόν λέγοντες απόλυσον αυτήν ότι κράζει όπισθεν ημών

Matthew 16:13

KJV: When Jesus came into the coasts of Caesarea Philippi he asked his disciples saying Whom do men say that I the Son of man am
GK: ελθών δε ο Ιησούς εις τα μέρη Καισαρείας της Φιλίππου ηρώτα τους μαθητάς αυτού λέγων τίνα με λέγουσιν οι άνθρωποι είναι τον υιόν του ανθρώπου

Matthew 21:24

KJV: And Jesus answered and said unto them I also will ask you one thing which if ye tell me I in like wise will tell you by what authority I do these things
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα ον εάν είπητέ μοι καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ

Mark 4:10

KJV: And when he was alone they that were about him with the twelve asked of him the parable
GK: ότε δε εγένετο καταμόνας ηρώτησαν αυτόν οι περί αυτόν συν τοις δώδεκα την παραβολήν

Mark 7:26

KJV: The woman was a Greek a Syrophenician by nation and she besought him that he would cast forth the devil out of her daughter
GK: ην δε η γυνή Ελληνίς Συροφοίνισσα τω γένει και ηρώτα αυτόν ίνα το δαιμόνιον εκβάλλη εκ της θυγατρός αυτής

Luke 4:38

KJV: And he arose out of the synagogue and entered into Simon’s house And Simon’s wife’s mother was taken with a great fever and they besought him for her
GK: αναστάς δε εκ της συναγωγής εισήλθεν εις την οικίαν Σίμωνος η πενθερά δε του Σίμωνος ην συνεχομένη πυρετώ μεγάλω και ηρώτησαν αυτόν περί αυτής

Luke 5:3

KJV: And he entered into one of the ships which was Simon’s and prayed him that he would thrust out a little from the land And he sat down and taught the people out of the ship
GK: εμβάς δε εις εν των πλοίων ο ην του Σίμωνος ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους

Luke 7:3

KJV: And when he heard of Jesus he sent unto him the elders of the Jews beseeching him that he would come and heal his servant
GK: ακούσας δε περί του Ιησού απέστειλεν προς αυτόν πρεσβυτέρους των Ιουδαίων ερωτών αυτόν όπως ελθών διασώση τον δούλον αυτού

Luke 7:36

KJV: And one of the Pharisees desired him that he would eat with him And he went into the Pharisee’s house and sat down to meat
GK: ηρώτα δε τις αυτόν των Φαρισαίων ίνα φάγη μετ΄ αυτού και εισελθών εις την οικίαν του Φαρισαίου ανεκλίθη

ἐσθής (apparel)

[edit]

Luke 23:11

KJV: And Herod with his men of war set him at nought and mocked and arrayed him in a gorgeous robe and sent him again to Pilate
GK: εξουθενήσας δε αυτόν ο Ηρώδης συν τοις στρατεύμασιν αυτού και εμπαίξας περιβαλών αυτόν εσθήτα λαμπράν ανέπεμψεν αυτόν τω Πιλάτω

Acts 1:10

KJV: And while they looked stedfastly toward heaven as he went up behold two men stood by them in white apparel
GK: και ως ατενίζοντες ήσαν εις τον ουρανόν πορευομένου αυτού και ιδού άνδρες δύο παρειστήκεισαν αυτοίς εν εσθήτι λευκή

Acts 10:30

KJV: And Cornelius said Four days ago I was fasting until this hour and at the ninth hour I prayed in my house and behold a man stood before me in bright clothing
GK: και ο Κορνήλιος έφη από τετάρτης ημέρας μέχρι ταύτης της ώρας ήμην νηστεύων και την ενάτην ώραν προσευχόμενος εν τω οίκω μου και ιδού ανήρ έστη ενώπίον μου εν εσθήτι λαμπρά

Acts 12:21

KJV: And upon a set day Herod arrayed in royal apparel sat upon his throne and made an oration unto them
GK: τακτή δε ημέρα ο Ηρώδης ενδυσάμενος εσθήτα βασιλικήν και καθίσας επί του βήματος εδημηγόρει προς αυτούς

James 2:2

KJV: For if there come unto your assembly a man with a gold ring in goodly apparel and there come in also a poor man in vile raiment
GK: εάν γαρ εισέλθη εις την συναγωγήν υμών ανήρ χρυσοδακτύλιος εν εσθήτι λαμπρά εισέλθη δε και πτωχός εν ρυπαρά εσθήτι

James 2:3

KJV: And ye have respect to him that weareth the gay clothing and say unto him Sit thou here in a good place and say to the poor Stand thou there or sit here under my footstool
GK: και επιβλέψητε επί τον φορούντα την εσθήτα την λαμπράν και είπητε αυτώ συ κάθου ώδε καλώς και τω πτωχώ είπητε συ στήθι εκεί η κάθου ώδε υπό του υποπόδιόν

ἔσθησις (government)

[edit]

Luke 24:4

KJV: And it came to pass as they were much perplexed thereabout behold two men stood by them in shining garments
GK: και εγένετο εν τω διαπορείσθαι αυτάς περί τούτου και ιδού δύο άνδρες επέστησαν αύταις εν εσθήσεσιν αστραπτούσαις

ἐσθίω (devour)

[edit]

Matthew 9:11

KJV: And when the Pharisees saw they said unto his disciples Why eateth your Master with publicans and sinners
GK: και ιδόντες οι Φαρισαίοι είπον τοις μαθηταίς αυτού διατί μετά των τελωνών και αμαρτωλών εσθίει ο διδάσκαλος υμών

Matthew 11:18

KJV: For John came neither eating nor drinking and they say He hath a devil
GK: ήλθεν γαρ Ιωάννης μήτε εσθίων μήτε πίνων και λέγουσι δαιμόνιον έχει

Matthew 11:19

KJV: The Son of man came eating and drinking and they say Behold a man gluttonous and a winebibber a friend of publicans and sinners But wisdom is justified of her children
GK: ήλθεν ο υιός του ανθρώπου εσθίων και πίνων και λέγουσιν ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης τελωνών φίλος και αμαρτωλών και εδικαιώθη η σοφία από των τέκνων αυτής

Matthew 12:1

KJV: At that time Jesus went on the sabbath day through the corn and his disciples were an hungred and began to pluck the ears of corn and to eat
GK: εν εκείνω τω καιρώ επορεύθη ο Ιησούς τοις σάββασι διά των σπορίμων οι δε μαθηταί αυτού επείνασαν και ήρξαντο τίλλειν στάχυας και εσθίειν

Matthew 14:21

KJV: And they that had eaten were about five thousand men beside women and children
GK: οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων

Matthew 15:2

KJV: Why do thy disciples transgress the tradition of the elders for they wash not their hands when they eat bread
GK: διατί οι μαθηταί σου παραβαίνουσιν την παράδοσιν των πρεσβυτέρων ου γαρ νίπτονται τας χείρας αυτών όταν άρτον εσθίωσιν

Matthew 15:27

KJV: And she said Truth Lord yet the dogs eat of the crumbs which fall from their masters’ table
GK: η δε είπεν ναι κύριε και γαρ τα κυνάρια εσθίει απο των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών

Matthew 15:38

KJV: And they that did eat were four thousand men beside women and children
GK: οι δε εσθίοντες ήσαν τετρακισχίλιοι άνδρες χωρίς γυναικών και παιδίων

Matthew 24:49

KJV: And shall begin to smite fellowservants and to eat and drink with the drunken
GK: και άρξηται τύπτειν τους συνδούλους εσθίειν δε και πίνειν μετά των μεθυόντων

Ἐσλί (Esli)

[edit]

Luke 3:25

KJV: Which was of Mattathias which was of Amos which was of Naum which was of Esli which was of Nagge
GK: του Ματταθίου του Αμώς του Ναούμ του Εσλί του Ναγγαί

ἐσμέν (are)

[edit]

Mark 5:9

KJV: And he asked him What thy name And he answered saying My name Legion for we are many
GK: και επηρώτα αυτόν τι σοι όνομα και απεκρίθη λέγων λεγεών όνομά μοι ότι πολλοί εσμεν

Luke 9:12

KJV: And when the day began to wear away then came the twelve and said unto him Send the multitude away that they may go into the towns and country round about and lodge and get victuals for we are here in a desert place
GK: η δε ημέρα ήρξατο κλίνειν προσελθόντες δε οι δώδεκα είπον αυτώ απόλυσον τον όχλον ίνα απελθόντες εις τας κύκλω κώμας και τους αγρούς καταλύσωσι και εύρωσιν επισιτισμόν ότι ώδε εν ερήμω τόπω εσμέν

Luke 17:10

KJV: So likewise ye when ye shall have done all those things which are commanded you say We are unprofitable servants we have done that which was our duty to do
GK: ούτω και υμείς όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν λέγετε ότι δούλοι αχρείοί εσμεν ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν

John 8:33

KJV: They answered him We be Abraham’s seed and were never in bondage to any man how sayest thou Ye shall be made free
GK: απεκρίθησαν αυτώ σπέρμα Αβραάμ εσμεν και ουδενί δεδουλεύκαμεν πώποτε πως συ λέγεις ότι ελεύθεροι γενήσεσθε

John 9:28

KJV: Then they reviled him and said Thou art his disciple but we are Moses’ disciples
GK: ελοιδόρησαν ουν αυτόν και είπον συ ει μαθητής εκείνου ημείς δε του Μωσέως εσμέν μαθηταί

John 9:40

KJV: And of the Pharisees which were with him heard these words and said unto him Are we blind also
GK: και ήκουσαν εκ των Φαρισαίων ταύτα οι όντες μετ΄ αυτού και είπον αυτώ μη και ημείς τυφλοί εσμεν

John 10:30

KJV: I and Father are one
GK: εγώ και ο πατήρ εν εσμεν

John 17:22

KJV: And the glory which thou gavest me I have given them that they may be one even as we are one
GK: και εγώ την δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμεν

Acts 2:32

KJV: This Jesus hath God raised up whereof we all are witnesses
GK: τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο θεός ου πάντες ημείς εσμεν μάρτυρες

ἔσομαι (shall (should) be (have))

[edit]

Matthew 5:21

KJV: Ye have heard that it was said by them of old time Thou shalt not kill and whosoever shall kill shall be in danger of the judgment
GK: ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις ου φονεύσεις ος δ΄ αν φονεύση ένοχος έσται τη κρίσει

Matthew 5:22

KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός

Matthew 5:48

KJV: Be ye therefore perfect even as your Father which is in heaven is perfect
GK: έσεσθε ουν υμείς τέλειοι ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειός εστι

Matthew 6:5

KJV: And when thou prayest thou shalt not be as the hypocrites for they love to pray standing in the synagogues and in the corners of the streets that they may be seen of men Verily I say unto you They have their reward
GK: και όταν προσεύχη ουκ έση ώσπερ οι υποκριταί ότι φιλούσιν εν ταις συναγωγαίς και εν ταις γωνίαις των πλατειών εστώτες προσεύχεσθαι όπως αν φανώσι τοις ανθρώποις αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών

Matthew 6:21

KJV: For where your treasure is there will your heart be also
GK: όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών εκεί έσται και η καρδία υμών

Matthew 6:22

KJV: The light of the body is the eye if therefore thine eye be single thy whole body shall be full of light
GK: ο λύχνος του σώματός εστιν ο οφθαλμός εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η όλον το σώμά σου φωτεινόν έσται

Matthew 6:23

KJV: But if thine eye be evil thy whole body shall be full of darkness If therefore the light that is in thee be darkness how great that darkness
GK: εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η όλον το σώμά σου σκοτεινόν έσται ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί το σκότος πόσον

Matthew 8:12

KJV: But the children of the kingdom shall be cast out into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
GK: οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων

Matthew 10:15

KJV: Verily I say unto you It shall be more tolerable for the land of Sodom and Gomorrha in the day of judgment than for that city
GK: αμήν λέγω υμίν ανεκτότερον έσται γη Σοδόμων και Γομόρρων εν ημέρα κρίσεως η τη πόλει εκείνη

ἔσοπτρον (glass)

[edit]

1 Corinthians 13:12

KJV: For now we see through a glass darkly but then face to face now I know in part but then shall I know even as also I am known
GK: βλέπομεν γαρ άρτι δι΄ εσόπτρου εν αινίγματι τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον άρτι γινώσκω εκ μέρους τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην

James 1:23

KJV: For if any be a hearer of the word and not a doer he is like unto a man beholding his natural face in a glass
GK: ότι ει ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω

ἑσπέρα (evening(-tide))

[edit]

Luke 24:29

KJV: But they constrained him saying Abide with us for it is toward evening and the day is far spent And he went in to tarry with them
GK: και παρεβιάσαντο αυτόν λέγοντες μείνον μεθ΄ ημών ότι προς εσπέραν εστί και κέκλικεν η ημέρα και εισήλθε του μείναι συν αυτοίς

Acts 4:3

KJV: And they laid hands on them and put in hold unto the next day for it was now eventide
GK: και επέβαλον αυτοίς τας χείρας και έθεντο εις τήρησιν εις την αύριον ην γαρ εσπέρα ήδη

Acts 28:23

KJV: And when they had appointed him a day there came many to him into lodging to whom he expounded and testified the kingdom of God persuading them concerning Jesus both out of the law of Moses and the prophets from morning till evening
GK: ταξάμενοι δε αυτώ ημέραν ήκον προς αυτόν εις την ξενίαν πλείονες οις εξετίθετο διαμαρτυρόμενος την βασιλείαν του θεού πείθων τε αυτούς τα περί του Ιησού από τε του νόμου Μωσέως και των προφητών από πρωϊ έως εσπέρας

Ἑσρώμ (Esrom)

[edit]

Matthew 1:3

KJV: And Judas begat Phares and Zara of Thamar and Phares begat Esrom and Esrom begat Aram
GK: Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ Φαρές δε εγέννησε τον Εσρώμ Εσρώμ δε εγέννησε τον Αράμ

Luke 3:33

KJV: Which was of Aminadab which was of Aram which was of Esrom which was of Phares which was of Juda
GK: του Αμιναδάβ του Αράμ του Εσρώμ του Φαρές του Ιούδα

ἐστέ (be)

[edit]

Matthew 5:11

KJV: Blessed are ye when shall revile you and persecute and shall say all manner of evil against you falsely for my sake
GK: μακάριοί εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ΄ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού

Matthew 5:13

KJV: Ye are the salt of the earth but if the salt have lost his savour wherewith shall it be salted it is thenceforth good for nothing but to be cast out and to be trodden under foot of men
GK: υμείς εστέ το άλας της γης εάν δε το άλας μωρανθή εν τίνι αλισθήσεται εις ουδέν ισχύει έτι ει βληθήναι έξω και καταπατείσθαι υπό των ανθρώπων

Matthew 5:14

KJV: Ye are the light of the world A city that is set on an hill cannot be hid
GK: υμείς εστέ το φως του κόσμου ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη

Matthew 8:26

KJV: And he saith unto them Why are ye fearful O ye of little faith Then he arose and rebuked the winds and the sea and there was a great calm
GK: και λέγει αυτοίς τι δειλοί εστε ολιγόπιστοι τότε εγερθείς επετίμησε τοις ανέμοις και τη θαλάσση και εγένετο γαλήνη μεγάλη

Matthew 10:20

KJV: For it is not ye that speak but the Spirit of your Father which speaketh in you
GK: ου γαρ υμείς εστέ οι λαλούντες αλλά το πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν

Matthew 15:16

KJV: And Jesus said Are ye also yet without understanding
GK: ο δε Ιησούς είπεν ακμήν και υμείς ασύνετοί εστε

Matthew 23:8

KJV: But be not ye called Rabbi for one is your Master Christ and all ye are brethren
GK: υμείς δε μη κληθήτε ραββί εις γαρ εστιν υμών ο καθηγητής ο Χριστός πάντες δε υμείς αδελφοί εστε

Matthew 23:28

KJV: Even so ye also outwardly appear righteous unto men but within ye are full of hypocrisy and iniquity
GK: ούτω και υμείς έξωθεν μεν φαίνεσθε τοις ανθρώποις δίκαιοι έσωθεν δε μεστοί εστε υποκρίσεως και ανομίας

Matthew 23:31

KJV: Wherefore ye be witnesses unto yourselves that ye are the children of them which killed the prophets
GK: ώστε μαρτυρείτε εαυτοίς ότι υιοί εστε των φονευσάντων τους προφήτας

ἐστί (are)

[edit]

Matthew 1:20

KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου

Matthew 1:23

KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός

Matthew 2:2

KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ

Matthew 3:3

KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Matthew 3:11

KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί

Matthew 3:15

KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν

Matthew 3:17

KJV: And lo a voice from heaven saying This is my beloved Son in whom I am well pleased
GK: και ιδού φωνή εκ των ουρανών λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα

Matthew 5:3

KJV: Blessed the poor in spirit for theirs is the kingdom of heaven
GK: μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών

Matthew 5:10

KJV: Blessed they which are persecuted for righteousness’ sake for theirs is the kingdom of heaven
GK: μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν δικαιοσύνης ότι αυτών εστίν η βασιλεία των ουρανών

ἔστω (be)

[edit]

Matthew 5:37

KJV: But let your communication be Yea yea Nay nay for whatsoever is more than these cometh of evil
GK: έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι ου ου το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν

Matthew 18:17

KJV: And if he shall neglect to hear them tell unto the church but if he neglect to hear the church let him be unto thee as an heathen man and a publican
GK: εάν δε παρακούση αυτών ειπέ τη εκκλησία εάν δε και της εκκλησίας παρακούση έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης

Matthew 20:26

KJV: But it shall not be so among you but whosoever will be great among you let him be your minister
GK: ουχ ούτως δε έσται εν υμίν αλλ΄ ος εάν θέλη εν υμίν μέγας γενέσθαι έσται υμών διάκονος

Matthew 20:27

KJV: And whosoever will be chief among you let him be your servant
GK: και ος εάν θέλη εν υμίν είναι πρώτος έσται υμών δούλος

Luke 12:35

KJV: Let your loins be girded about and lights burning
GK: έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι

Acts 1:20

KJV: For it is written in the book of Psalms Let his habitation be desolate and let no man dwell therein and his bishoprick let another take
GK: γέγραπται γαρ εν βίβλω ψαλμών γενηθήτω η έπαυλις αυτού έρημος και μη έστω ο κατοικών εν αυτή και την επισκοπήν αυτού λάβοι έτερος

Acts 2:14

KJV: But Peter standing up with the eleven lifted up his voice and said unto them Ye men of Judæa and all that dwell at Jerusalem be this known unto you and hearken to my words
GK: σταθείς δε Πέτρος συν τοις ένδεκα επήρε την φωνήν αυτού και απεφθέγξατο αυτοίς άνδρες Ιουδαίοι και οι κατοικούντες Ιερουσαλήμ άπαντες τούτο υμίν γνωστόν έστω και ενωτίσασθε τα ρήματά μου

Acts 4:10

KJV: Be it known unto you all and to all the people of Israel that by the name of Jesus Christ of Nazareth whom ye crucified whom God raised from the dead by him doth this man stand here before you whole
GK: γνωστόν έστω πάσιν υμίν και παντί τω λαώ Ισραήλ ότι εν τω ονόματι Ιησού χριστού του Ναζωραίου ον υμείς εσταυρώσατε ον ο θεός ήγειρεν εκ νεκρών εν τούτω ούτος παρέστηκεν ενώπιον υμών υγιής

Acts 13:38

KJV: Be it known unto you therefore men brethren that through this man is preached unto you the forgiveness of sins
GK: γνωστόν ούν έστω υμίν άνδρες αδελφοί ότι διά τούτου υμίν άφεσις αμαρτιών καταγγέλλεται

ἔσχατος (ends of)

[edit]

Matthew 5:26

KJV: Verily I say unto thee by no means come out thence till thou hast paid the uttermost farthing
GK: αμήν λέγω σοι ου εξέλθης εκείθεν έως αν αποδώς τον έσχατον κοδράντην

Matthew 12:45

KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά

Matthew 19:30

KJV: But many first shall be last and the last first
GK: πολλοί δε έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι

Matthew 20:8

KJV: So when even was come the lord of the vineyard saith unto his steward Call the labourers and give them hire beginning from the last unto the first
GK: οψίας δε γενομένης λέγει ο κύριος του αμπελώνος τω επιτρόπω αυτού κάλεσον τους εργάτας και απόδος αυτοίς τον μισθόν αρξάμενος από των εσχάτων έως των πρώτων

Matthew 20:12

KJV: Saying These last have wrought one hour and thou hast made them equal unto us which have borne the burden and heat of the day
GK: λέγοντες ότι ούτοι οι έσχατοι μίαν ώραν εποίησαν και ίσους ημίν αυτούς εποίησας τοις βαστάσασι το βάρος της ημέρας και τον καύσωνα

Matthew 20:14

KJV: Take thine and go thy way I will give unto this last even as unto thee
GK: άρον το σον και υπάγε θέλω τούτω τω εσχάτω δούναι ως και σοι

Matthew 20:16

KJV: So the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
GK: ούτως έσονται οι έσχατοι πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι πολλοί γαρ εισι κηλτοί ολίγοι δε εκλεκτοί

Matthew 27:64

KJV: Command therefore that the sepulchre be made sure until the third day lest his disciples come by night and steal him away and say unto the people He is risen from the dead so the last error shall be worse than the first
GK: κέλευσον ουν ασφαλισθήναι τον τάφον έως της τρίτης ημέρας μήποτε ελθόντες οι μαθηταί αυτού νυκτός κλέψωσιν αυτόν και είπωσι τω λαώ ηγέρθη από των νεκρών και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης

Mark 9:35

KJV: And he sat down and called the twelve and saith unto them If any man desire to be first shall be last of all and servant of all
GK: και καθίσας εφώνησε τους δώδεκα και λέγει αυτοίς ει θέλει πρώτος είναι έσται πάντων έσχατος και πάντων διάκονος

ἐσχάτωσ (point of death)

[edit]

Mark 5:23

KJV: And besought him greatly saying My little daughter lieth at the point of death come and lay thy hands on her that she may be healed and she shall live
GK: και παρεκάλει αυτόν πολλά λέγων ότι το θυγάτριόν μου εσχάτως έχει ίνα ελθών επιθής αυτή τας χείρας όπως σωθή και ζήσεται

ἔσω ((with-)in(-ner)

[edit]

Matthew 26:58

KJV: But Peter followed him afar off unto the high priest’s palace and went in and sat with the servants to see the end
GK: ο δε Πέτρος ηκολούθει αυτώ από μακρόθεν έως της αυλής του αρχιερέως και εισελθών έσω εκάθητο μετά των υπηρετών ιδείν το τέλος

Mark 14:54

KJV: And Peter followed him afar off even into the palace of the high priest and he sat with the servants and warmed himself at the fire
GK: και ο Πέτρος από μακρόθεν ηκολούθησεν αυτώ έως έσω εις την αυλήν του αρχιερέως και ην συγκαθήμενος μετά των υπηρετών και θερμαινόμενος προς το φως

Mark 15:16

KJV: And the soldiers led him away into the hall called Prætorium and they call together the whole band
GK: οι δε στρατιώται απήγαγον αυτόν έσω της αυλής ο εστι πραιτώριον και συγκαλούσιν όλην την σπείραν

John 20:26

KJV: And after eight days again his disciples were within and Thomas with them came Jesus the doors being shut and stood in the midst and said Peace unto you
GK: και μεθ΄ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ΄ αυτών έρχεται ο Ιησούς των θυρών κεκλεισμένων και έστη εις το μέσον και είπεν ειρήνη υμίν

Acts 5:23

KJV: Saying The prison truly found we shut with all safety and the keepers standing without before the doors but when we had opened we found no man within
GK: λέγοντες ότι το μεν δεσμωτήριον εύρομεν κεκλεισμένον εν πάση ασφαλεία και τους φύλακας εστώτας προ των θυρών ανοίξαντες δε έσω ουδένα εύρομεν

Romans 7:22

KJV: For I delight in the law of God after the inward man
GK: συνήδομαι γαρ τω νόμω του θεού κατά τον έσω άνθρωπον

1 Corinthians 5:12

KJV: For what have I to do to judge them also that are without do not ye judge them that are within
GK: τι γαρ μοι και τους έξω κρίνειν ουχί τους έσω υμείς κρίνετε

Ephesians 3:16

KJV: That he would grant you according to the riches of his glory to be strengthened with might by his Spirit in the inner man
GK: ίνα δώη υμίν κατά τον πλούτον της δόξης αυτού δυνάμει κραταιωθήναι διά του πνεύματος αυτού εις τον έσω άνθρωπον

ἔσωθεν (inward(-ly))

[edit]

Matthew 7:15

KJV: Beware of false prophets which come to you in sheep’s clothing but inwardly they are ravening wolves
GK: προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες

Matthew 23:25

KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye make clean the outside of the cup and of the platter but within they are full of extortion and excess
GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος έσωθεν δε γέμουσιν εξ αρπαγής και ακρασίας

Matthew 23:27

KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye are like unto whited sepulchres which indeed appear beautiful outward but are within full of dead bones and of all uncleanness
GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας

Matthew 23:28

KJV: Even so ye also outwardly appear righteous unto men but within ye are full of hypocrisy and iniquity
GK: ούτω και υμείς έξωθεν μεν φαίνεσθε τοις ανθρώποις δίκαιοι έσωθεν δε μεστοί εστε υποκρίσεως και ανομίας

Mark 7:21

KJV: For from within out of the heart of men proceed evil thoughts adulteries fornications murders
GK: έσωθεν γαρ εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί οι κακοί εκπορεύονται μοιχείαι πορνείαι φόνοι

Mark 7:23

KJV: All these evil things come from within and defile the man
GK: πάντα ταύτα τα πονηρά έσωθεν εκπορεύεται και κοινοί τον άνθρωπον

Luke 11:7

KJV: And he from within shall answer and say Trouble me not the door is now shut and my children are with me in bed I can not rise and give thee
GK: κακείνος έσωθεν αποκριθείς είπη μη μοι κόπους πάρεχε ήδη η θύρα κέκλεισται και τα παιδία μου μετ΄ εμού εις την κοίτην εισίν ου δύναμαι αναστάς δούναί σοι

Luke 11:39

KJV: And the Lord said unto him Now do ye Pharisees make clean the outside of the cup and the platter but your inward part is full of ravening and wickedness
GK: είπε δε ο κύριος προς αυτόν νυν υμείς οι Φαρισαίοι το έξωθεν του ποτηρίου και του πίνακος καθαρίζετε το δε έσωθεν υμών γέμει αρπαγής και πονηρίας

Luke 11:40

KJV: fools did not he that made that which is without make that which is within also
GK: άφρονες ουχ ο ποιήσας το έξωθεν και το έσωθεν εποίησε

ἐσώτερος (inner)

[edit]

Acts 16:24

KJV: Who having received such a charge thrust them into the inner prison and made their feet fast in the stocks
GK: ος παραγγελίαν τοιαύτην ειληφώς έβαλεν αυτούς εις την εσωτέραν φυλακήν και τους πόδας αυτών ησφαλίσατο εις το ξύλον

Hebrews 6:19

KJV: Which we have as an anchor of the soul both sure and stedfast and which entereth into that within the veil
GK: ην ως άγκυραν έχομεν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν και εισερχομένην εις το εσώτερον του καταπετάσματος

ἑταῖρος (fellow)

[edit]

Matthew 11:16

KJV: But whereunto shall I liken this generation It is like unto children sitting in the markets and calling unto their fellows
GK: τίνι δε ομοιώσω την γενεάν ταύτην ομοία εστί παιδίοις εν αγορά καθημένοις και προσφωνούσι τοις εταίροις αυτών

Matthew 20:13

KJV: But he answered one of them and said Friend I do thee no wrong didst not thou agree with me for a penny
GK: ο δε αποκριθείς είπεν ενί αυτών εταίρε ουκ αδικώ σε ουχί δηναρίου συνεφώνησάς μοι

Matthew 22:12

KJV: And he saith unto him Friend how camest thou in hither not having a wedding garment And he was speechless
GK: και λέγει αυτώ εταίρε πως εισήλθες ώδε μη έχων ένδυμα γάμου ο δε εφιμώθη

Matthew 26:50

KJV: And Jesus said unto him Friend wherefore art thou come Then and laid hands on Jesus and took him
GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτώ εταίρε εφ΄ ω πάρει τότε προσελθόντες επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν και εκράτησαν αυτόν

ἑτερόγλωσσος (man of other tongue)

[edit]

1 Corinthians 14:21

KJV: In the law it is written With other tongues and other lips will I speak unto this people and yet for all that will they not hear me saith the Lord
GK: εν τω νόμω γέγραπται ότι εν ετερογλώσσοις και εν χείλεσιν ετέροις λαλήσω τω λαώ τούτω και ουδ΄ ούτως εισακούσονταί μου λέγει κύριος

ἑτεροδιδασκαλέω (teach other doctrine(-wise))

[edit]

1 Timothy 1:3

KJV: As I besought thee to abide still at Ephesus when I went into Macedonia that thou mightest charge some that they teach no other doctrine
GK: καθώς παρεκάλεσά σε προσμείναι εν Εφέσω πορευόμενος εις Μακεδονίαν ίνα παραγγείλης τισί μη ετεροδιδασκαλείν

1 Timothy 6:3

KJV: If any man teach otherwise and consent not to wholesome words the of our Lord Jesus Christ and to the doctrine which is according to godliness
GK: ει ετεροδιδασκαλεί και μη προσέρχεται υγιαίνουσι λόγοις τοις του κυρίου ημών Ιησού χριστού και τη κατ΄ ευσέβειαν διδασκαλία

ἑτεροζυγέω (unequally yoke together with)

[edit]

2 Corinthians 6:14

KJV: Be ye not unequally yoked together with unbelievers for what fellowship hath righteousness with unrighteousness and what communion hath light with darkness
GK: μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος

ἕτερος (altered)

[edit]

Matthew 6:24

KJV: No man can serve two masters for either he will hate the one and love the other or else he will hold to the one and despise the other Ye cannot serve God and mammon
GK: ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν η γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει η ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει ου δύνασθε θεώ δουλεύειν και μαμμωνά

Matthew 8:21

KJV: And another of his disciples said unto him Lord suffer me first to go and bury my father
GK: έτερος δε των μαθητών αυτού είπεν αυτώ κύριε επίτρεψόν μοι πρώτον απελθείν και θάψαι τον πατέρα μου

Matthew 11:3

KJV: And said unto him Art thou he that should come or do we look for another
GK: είπεν αυτώ συ ει ο ερχόμενος η έτερον προσδοκώμεν

Matthew 12:45

KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά

Matthew 15:30

KJV: And great multitudes came unto him having with them lame blind dumb maimed and many others and cast them down at Jesus’ feet and he healed them
GK: και προσήλθον αυτώ όχλοι πολλοί έχοντες μεθ΄ εαυτών χωλούς τυφλούς κωφούς κυλλούς και ετέρους πολλούς και έρριψαν αυτούς παρά τους πόδας του Ιησού και εθεράπευσεν αυτούς

Matthew 16:14

KJV: And they said Some John the Baptist some Elias and others Jeremias or one of the prophets
GK: οι δε είπον οι μεν Ιωάννην τον βαπτιστήν άλλοι δε Ηλίαν έτεροι δε Ιερεμίαν η ένα των προφητών

Mark 16:12

KJV: After that he appeared in another form unto two of them as they walked and went into the country
GK: μετά δε ταύτα δυσίν εξ αυτών περιπατούσιν εφανερώθη εν ετέρα μορφή πορευομένοις εις αγρόν

Luke 3:18

KJV: And many other things in his exhortation preached he unto the people
GK: πολλά μεν ούν και έτερα παρακαλών ευηγγελίζετο τον λαόν

Luke 4:43

KJV: And he said unto them I must preach the kingdom of God to other cities also for therefore am I sent
GK: ο δε είπε προς αυτούς ότι και ταις ετέραις πόλεσιν ευαγγελίσασθαί με δει την βασιλείαν του θεού ότι εις τούτο απέσταλμαι

ἑτέρως (otherwise)

[edit]

Philippians 3:15

KJV: Let us therefore as many as be perfect thus minded and if in any thing ye be otherwise minded God shall reveal even this unto you
GK: όσοι ούν τέλειοι τούτο φρονώμεν και ει ετέρως φρονείτε και τούτο ο θεός υμίν αποκαλύψει

ἔτι (after that)

[edit]

Matthew 5:13

KJV: Ye are the salt of the earth but if the salt have lost his savour wherewith shall it be salted it is thenceforth good for nothing but to be cast out and to be trodden under foot of men
GK: υμείς εστέ το άλας της γης εάν δε το άλας μωρανθή εν τίνι αλισθήσεται εις ουδέν ισχύει έτι ει βληθήναι έξω και καταπατείσθαι υπό των ανθρώπων

Matthew 12:46

KJV: While he yet talked to the people behold mother and his brethren stood without desiring to speak with him
GK: έτι δε αυτού λαλούντος τοις όχλοις ιδού η μήτηρ και οι αδελφοί αυτού ειστήκεισαν έξω ζητούντες αυτώ λαλήσαι

Matthew 17:5

KJV: While he yet spake behold a bright cloud overshadowed them and behold a voice out of the cloud which said This is my beloved Son in whom I am well pleased hear ye him
GK: έτι αυτού λαλούντος ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα αυτού ακούετε

Matthew 18:16

KJV: But if he will not hear take with thee one or two more that in the mouth of two or three witnesses every word may be established
GK: εάν δε μη ακούση παράλαβε μετά σου έτι ένα η δύο ίνα επί στόματος δύο μαρτύρων η τριών σταθή παν ρήμα

Matthew 19:20

KJV: The young man saith unto him All these things have I kept from my youth up what lack I yet
GK: λέγει αυτώ ο νεανίσκος πάντα ταύτα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου τι έτι υστερώ

Matthew 26:47

KJV: And while he yet spake lo Judas one of the twelve came and with him a great multitude with swords and staves from the chief priests and elders of the people
GK: και έτι αυτού λαλούντος ιδού Ιούδας εις των δώδεκα ήλθε και μετ΄ αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων από των αρχιερέων και πρεσβυτέρων του λαού

Matthew 26:65

KJV: Then the high priest rent his clothes saying He hath spoken blasphemy what further need have we of witnesses behold now ye have heard his blasphemy
GK: τότε ο αρχιερεύς διέρρηξε τα ιμάτια αυτού λέγων ότι εβλασφήμησε τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων ίδε νυν ηκούσατε την βλασφημίαν αυτού

Matthew 27:63

KJV: Saying Sir we remember that that deceiver said while he was yet alive After three days I will rise again
GK: λέγοντες κύριε εμνήσθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων μετά τρεις ημέρας εγείρομαι

Mark 5:35

KJV: While he yet spake there came from the ruler of the synagogue’s which said Thy daughter is dead why troublest thou the Master any further
GK: έτι αυτού λαλούντος έρχονται από του αρχισυναγώγου λέγοντες ότι η θυγάτηρ σου απέθανε τι έτι σκύλλεις τον διδάσκαλον

ἑτοιμάζω (prepare)

[edit]

Matthew 3:3

KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Matthew 20:23

KJV: And he saith unto them Ye shall drink indeed of my cup and be baptized with the baptism that I am baptized with but to sit on my right hand and on my left is not mine to give but for whom it is prepared of my Father
GK: και λέγει αυτοίς το μεν ποτήριόν μου πίεσθε και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται υπο του πατρός μου

Matthew 22:4

KJV: Again he sent forth other servants saying Tell them which are bidden Behold I have prepared my dinner my oxen and fatlings killed and all things ready come unto the marriage
GK: πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους λέγων είπατε τοις κεκλημένοις ιδού το άριστόν μου ητοίμασα οι ταύροί μου και τα σιτιστά τεθυμένα και πάντα έτοιμα δεύτε εις τους γάμους

Matthew 25:34

KJV: Then shall the King say unto them on his right hand Come, ye blessed of my Father inherit the kingdom prepared for you from the foundation of the world
GK: τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου

Matthew 25:41

KJV: Then shall he say also unto them on the left hand Depart from me ye cursed into everlasting fire prepared for the devil and his angels
GK: τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων πορεύεσθε απ΄ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού

Matthew 26:17

KJV: Now the first of the feast of unleavened bread the disciples came to Jesus saying unto him Where wilt thou that we prepare for thee to eat the passover
GK: τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί τω Ιησού λέγοντες αυτώ που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα

Matthew 26:19

KJV: And the disciples did as Jesus had appointed them and they made ready the passover
GK: και εποίησαν οι μαθηταί ως συνέταξεν αυτοίς ο Ιησούς και ητοίμασαν το πάσχα

Mark 1:3

KJV: The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Mark 10:40

KJV: But to sit on my right hand and on my left hand is not mine to give but for whom it is prepared
GK: το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται

ἑτοιμασία (preparation)

[edit]

Ephesians 6:15

KJV: And your feet shod with the preparation of the gospel of peace
GK: και υποδησάμενοι τους πόδας εν ετοιμασία του ευαγγελίου της ειρήνης

ἕτοιμος (prepared)

[edit]

Matthew 22:4

KJV: Again he sent forth other servants saying Tell them which are bidden Behold I have prepared my dinner my oxen and fatlings killed and all things ready come unto the marriage
GK: πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους λέγων είπατε τοις κεκλημένοις ιδού το άριστόν μου ητοίμασα οι ταύροί μου και τα σιτιστά τεθυμένα και πάντα έτοιμα δεύτε εις τους γάμους

Matthew 22:8

KJV: Then saith he to his servants The wedding is ready but they which were bidden were not worthy
GK: τότε λέγει τοις δούλοις αυτού ο μεν γάμος έτοιμός εστιν οι δε κεκλημένοι ουκ ήσαν άξιοι

Matthew 24:44

KJV: Therefore be ye also ready for in such an hour as ye think not the Son of man cometh
GK: διά τούτο και υμείς γίνεσθε έτοιμοι ότι η ώρα ου δοκείτε ο υιός του ανθρώπου έρχεται

Matthew 25:10

KJV: And while they went to buy the bridegroom came and they that were ready went in with him to the marriage and the door was shut
GK: απερχομένων δε αυτών αγοράσαι ήλθεν ο νυμφίος και αι έτοιμοι εισήλθον μετ΄ αυτού εις τους γάμους και εκλείσθη η θύρα

Mark 14:15

KJV: And he will shew you a large upper room furnished prepared there make ready for us
GK: και αυτός υμίν δείξει ανώγεον μέγα εστρωμένον έτοιμον εκεί ετοιμάσατε ημίν

Luke 12:40

KJV: Be ye therefore ready also for the Son of man cometh at an hour when ye think not
GK: και υμείς ούν γίνεσθε έτοιμοι ότι η ώρα ου δοκείτε ο υιός του ανθρώπου έρχεται

Luke 14:17

KJV: And sent his servant at supper time to say to them that were bidden Come for all things are now ready
GK: και απέστειλε τον δούλου αυτού τη ώρα του δείπνου ειπείν τοις κεκλημένοις έρχεσθε ότι ήδη έτοιμά εστι πάντα

Luke 22:33

KJV: And he said unto him Lord I am ready to go with thee both into prison and to death
GK: ο δε είπεν αυτώ κύριε μετά σου έτοιμός ειμι και εις φυλακήν και εις θάνατον πορεύεσθαι

John 7:6

KJV: Then Jesus said unto them My time is not yet come but your time is alway ready
GK: λέγει ουν αυτοίς ο Ιησούς ο καιρός ο εμός ούπω πάρεστιν ο δε καιρός ο υμέτερος πάντοτέ εστιν έτοιμος

ἑτοίμωσ (ready)

[edit]

Acts 21:13

KJV: Then Paul answered What mean ye to weep and to break mine heart for I am ready not to be bound only but also to die at Jerusalem for the name of the Lord Jesus
GK: απεκρίθη τε ο Παύλος τι ποιείτε κλαίοντες και συνθρύπτοντές μου την καρδίαν εγώ γαρ ου μόνον δεθήναι αλλά και αποθανείν εις Ιερουσαλήμ ετοίμως έχω υπέρ του ονόματος του κυρίου Ιησού

2 Corinthians 12:14

KJV: Behold the third time I am ready to come to you and I will not be burdensome to you for I seek not yours but you for the children ought not to lay up for the parents but the parents for the children
GK: ιδού τρίτον ετοίμως έχω ελθείν προς υμάς και ου κατανάρκησω υμών ου γαρ ζητώ τα υμών αλλ΄ υμάς ου γαρ οφείλει τα τέκνα τοις γονεύσι θησαυρίζειν αλλ΄ οι γονείς τοις τέκνοις

1 Peter 4:5

KJV: Who shall give account to him that is ready to judge the quick and the dead
GK: οι αποδώσουσι λόγον τω ετοίμως έχοντι κρίναι ζώντας και νεκρούς

ἔτος (year)

[edit]

Matthew 9:20

KJV: And behold a woman which was diseased with an issue of blood twelve years came behind and touched the hem of his garment
GK: και ιδού γυνή αιμορροούσα δώδεκα έτη προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού

Mark 5:25

KJV: And a certain woman which had an issue of blood twelve years
GK: και γυνή τις ούσα εν ρύσει αίματος έτη δώδεκα

Mark 5:42

KJV: And straightway the damsel arose and walked for she was of twelve years And they were astonished with a great astonishment
GK: και ευθέως ανέστη το κοράσιον και περιεπάτει ην γαρ ετών δώδεκα και εξέστησαν εκστάσει μεγάλη

Luke 2:36

KJV: And there was one Anna a prophetess the daughter of Phanuel of the tribe of Aser she was of a great age and had lived with an husband seven years from her virginity
GK: και ην Άννα προφήτις θυγάτηρ Φανουήλ εκ φυλής Ασήρ αύτη προβεβηκυία εν ημέραις πολλαίς ζήσασα έτη μετά ανδρός επτά από της παρθενίας αυτής

Luke 2:37

KJV: And she a widow of about fourscore and four years which departed not from the temple but served with fastings and prayers night and day
GK: και αύτη χήρα ως ετών ογδοηκοντατεσσάρων η ουκ αφίστατο από του ιερού νηστείαις και δεήσεσι λατρεύουσα νύκτα και ημέραν

Luke 2:41

KJV: Now his parents went to Jerusalem every year at the feast of the passover
GK: και επορεύοντο οι γονείς κατ΄ έτος εις Ιερουσαλήμ τη εορτή του πάσχα

Luke 2:42

KJV: And when he was twelve years old they went up to Jerusalem after the custom of the feast
GK: και ότε εγένετο ετών δώδεκα αναβάντων αυτών εις Ιεροσόλυμα κατά το έθος της εορτής

Luke 3:1

KJV: Now in the fifteenth year of the reign of Tiberius Cæsar Pontius Pilate being governor of Judæa and Herod being tetrarch of Galilee and his brother Philip tetrarch of Ituraea and of the region of Trachonitis and Lysanias the tetrarch of Abilene
GK: εν έτει δε πεντεκαιδεκάτω της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και τετραρχούντος της Γαλιλαίας Ηρώδου Φιλίππου δε του αδελφού αυτού τετραρχούντος της Ιτουραίας και Τραχωνίτιδος χώρας και Λυσανίου της Αβιληνής τετραρχούντος

Luke 3:23

KJV: And Jesus himself began to be about thirty years of age being as was supposed the son of Joseph which was of Heli
GK: και αυτός ην ο Ιησούς ωσεί ετών τριάκοντα αρχόμενος ων ως ενομίζετο υιός Ιωσήφ του Ηλί

εὖ (good)

[edit]

Matthew 25:21

KJV: His lord said unto him Well done good and faithful servant thou hast been faithful over a few things I will make thee ruler over many things enter thou into the joy of thy lord
GK: έφη δε αυτώ ο κύριος αυτού ευ δούλε αγαθέ και πιστέ επί ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου

Matthew 25:23

KJV: His lord said unto him Well done good and faithful servant thou hast been faithful over a few things I will make thee ruler over many things enter thou into the joy of thy lord
GK: έφη αυτώ ο κύριος αυτού ευ δούλε αγαθέ και πιστέ επί ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου

Mark 14:7

KJV: For ye have the poor with you always and whensoever ye will ye may do them good but me ye have not always
GK: πάντοτε γαρ τους πτωχούς έχετε μεθ΄ εαυτών και όταν θέλητε δύνασθε αυτούς ευ ποιήσαι εμέ δε ου πάντοτε έχετε

Luke 19:17

KJV: And he said unto him Well thou good servant because thou hast been faithful in a very little have thou authority over ten cities
GK: και είπεν αυτώ ευ αγαθέ δούλε ότι εν ελαχίστω πιστός εγένου ίσθι εξουσίαν έχων επάνω δέκα πόλεων

Acts 15:29

KJV: That ye abstain from meats offered to idols and from blood and from things strangled and from fornication from which if ye keep yourselves ye shall do well Fare ye well
GK: απέχεσθαι ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας εξ ων διατηρούντες εαυτούς ευ πράξετε έρρωσθε

Ephesians 6:3

KJV: That it may be well with thee and thou mayest live long on the earth
GK: ίνα ευ σοι γένηται και έση μακροχρόνιος επί της γης

Εὔα (Eve)

[edit]

2 Corinthians 11:3

KJV: But I fear lest by any means as the serpent beguiled Eve through his subtilty so your minds should be corrupted from the simplicity that is in Christ
GK: φοβούμαι δε μήπως ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον χριστόν

1 Timothy 2:13

KJV: For Adam was first formed then Eve
GK: Αδάμ γαρ πρώτος επλάσθη είτα Εύα

εὐαγγελίζω (declare)

[edit]

Matthew 11:5

KJV: The blind receive their sight and the lame walk the lepers are cleansed and the deaf hear the dead are raised up and the poor have the gospel preached to them
GK: τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται

Luke 1:19

KJV: And the angel answering said unto him I am Gabriel that stand in the presence of God and am sent to speak unto thee and to shew thee these glad tidings
GK: και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτώ εγώ ειμι Γαβριήλ ο παρεστηκώς ενώπιον του θεού και απεστάλην λαλήσαι προς σε και ευαγγελίσασθαί σοι ταύτα

Luke 2:10

KJV: And the angel said unto them Fear not for behold I bring you good tidings of great joy which shall be to all people
GK: και είπεν αυτοίς ο άγγελος μη φοβείσθε ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην ήτις έσται παντί τω λαώ

Luke 3:18

KJV: And many other things in his exhortation preached he unto the people
GK: πολλά μεν ούν και έτερα παρακαλών ευηγγελίζετο τον λαόν

Luke 4:18

KJV: The Spirit of the Lord upon me because he hath anointed me to preach the gospel to the poor he hath sent me to heal the brokenhearted to preach deliverance to the captives and recovering of sight to the blind to set at liberty them that are bruised
GK: πνεύμα κυρίου επ΄ εμέ ου ένεκεν έχρισέ με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει

Luke 4:43

KJV: And he said unto them I must preach the kingdom of God to other cities also for therefore am I sent
GK: ο δε είπε προς αυτούς ότι και ταις ετέραις πόλεσιν ευαγγελίσασθαί με δει την βασιλείαν του θεού ότι εις τούτο απέσταλμαι

Luke 7:22

KJV: Then Jesus answering said unto them Go your way and tell John what things ye have seen and heard how that the blind see the lame walk the lepers are cleansed the deaf hear the dead are raised to the poor the gospel is preached
GK: και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς πορευθέντες απαγγείλατε Ιωάννη α είδετε και ηκούσατε ότι τυφλοί αναβλέπουσι χωλοί περιπατούσι λεπροί καθαρίζονται κωφοί ακούουσι νεκροί εγείρονται πτωχοί ευαγγελίζονται

Luke 8:1

KJV: And it came to pass afterward that he went throughout every city and village preaching and shewing the glad tidings of the kingdom of God and the twelve with him
GK: και εγένετο εν τω καθεξής και αυτός διώδευε κατά πόλιν και κώμην κηρύσσων και ευαγγελιζόμενος την βασιλείαν του θεού και οι δώδεκα συν αυτώ

Luke 9:6

KJV: And they departed and went through the towns preaching the gospel and healing every where
GK: εξερχόμενοι δε διήρχοντο κατά τας κώμας ευαγγελιζόμενοι και θεραπεύοντες πανταχού

εὐαγγέλιον (gospel)

[edit]

Matthew 4:23

KJV: And Jesus went about all Galilee teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing all manner of sickness and all manner of disease among the people
GK: και περιήγεν όλην την Γαλιλαίαν ο Ιησούς διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ

Matthew 9:35

KJV: And Jesus went about all the cities and villages teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing every sickness and every disease among the people
GK: και περιήγεν ο Ισηούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν

Matthew 24:14

KJV: And this gospel of the kingdom shall be preached in all the world for a witness unto all nations and then shall the end come
GK: και κηρυχθήσεται τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη εις μαρτύριον πάσι τοις έθνεσι και τότε ήξει το τέλος

Matthew 26:13

KJV: Verily I say unto you Wheresoever this gospel shall be preached in the whole world shall also this, that this woman hath done be told for a memorial of her
GK: αμήν λέγω υμίν όπου εάν κηρυχθή το ευαγγέλιον τούτο εν όλω τω κόσμω λαληθήσεται και ο εποίησεν αύτη εις μνημόσυνον αυτής

Mark 1:1

KJV: The beginning of the gospel of Jesus Christ the Son of God
GK: αρχή του ευαγγελίου Ιησού Χριστού υιού του θεού

Mark 1:14

KJV: Now after John was put in prison Jesus came into Galilee preaching the gospel of the kingdom of God
GK: μετά δε το παραδοθήναι τον Ιωάννη ήλθεν ο Ιησούς εις την Γαλιλαίαν κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας του θεού

Mark 1:15

KJV: And saying The time is fulfilled and the kingdom of God is at hand repent ye and believe the gospel
GK: και λέγων ότι πεπλήρωται ο καιρός και ήγγικεν η βασιλεία του θεού μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω

Mark 8:35

KJV: For whosoever will save his life shall lose it but whosoever shall lose his life for my sake and the gospel’s the same shall save it
GK: ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι απολέσει αυτήν ος δ΄ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού και του ευαγγελίου ούτος σώσει αυτήν

Mark 10:29

KJV: And Jesus answered and said Verily I say unto you There is no man that hath left house or brethren or sisters or father or mother or wife or children or lands for my sake and the gospel’s
GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αμήν λέγω υμίν ουδείς εστιν ος αφήκεν οικίαν η αδελφούς η αδελφάς η πατέρα η μητέρα η γυναίκα η τέκνα η αγρούς ένεκεν εμού και του ευαγγελίου

εὐαγγελιστής (evangelist)

[edit]

Acts 21:8

KJV: And the next we that were of Paul’s company departed and came unto Cæsarea and we entered into the house of Philip the evangelist which was of the seven and abode with him
GK: τη δε επαύριον εξελθόντες οι περί τον Παύλον ήλθον εις Καισάρειαν και εισελθόντες εις τον οίκον Φιλίππου του ευαγγελιστού όντος εκ των επτά εμείναμεν παρ΄ αυτώ

Ephesians 4:11

KJV: And he gave some apostles and some prophets and some evangelists and some pastors and teachers
GK: και αυτός έδωκε τους μεν αποστόλους τους δε προφήτας τους δε ευαγγελιστάς τους δε ποιμένας και διδασκάλους

2 Timothy 4:5

KJV: But watch thou in all things endure afflictions do the work of an evangelist make full proof of thy ministry
GK: συ δε νήφε εν πάσι κακοπάθησον έργον ποίησον ευαγγελιστού την διακονίαν σου πληροφόρησον

εὐαρεστέω (please (well))

[edit]

Hebrews 11:5

KJV: By faith Enoch was translated that he should not see death and was not found because God had translated him for before his translation he had this testimony that he pleased God
GK: πίστει Ενώχ μετετέθη του μη ιδείν θάνατον και ουχ ευρίσκετο διότι μετέθηκεν αυτόν ο θεός προ γαρ της μεταθέσεως αυτού μεμαρτύρηται ευηρεστηκέναι τω θεώ

Hebrews 11:6

KJV: But without faith impossible to please for he that cometh to God must believe that he is and he is a rewarder of them that diligently seek him
GK: χωρίς δε πίστεως αδύνατον ευαρεστήσαι πιστεύσαι γαρ δει τον προσερχόμενον τω θεώ ότι έστι και τοις εκζητούσιν αυτόν μισθαποδότης γίνεται

Hebrews 13:16

KJV: But to do good and to communicate forget not for with such sacrifices God is well pleased
GK: της δε ευποιϊας και κοινωνίας μη επιλανθάνεσθε τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο θεός

εὐάρεστος (acceptable(-ted))

[edit]

Romans 12:1

KJV: I beseech you therefore brethren by the mercies of God that ye present your bodies a living sacrifice holy acceptable unto God your reasonable service
GK: παρακαλώ ούν υμάς αδελφοί διά των οικτιρμών του θεού παραστήσαι τα σώματα υμών θυσίαν ζώσαν αγίαν ευάρεστον τω θεώ την λογικήν λατρείαν υμών

Romans 12:2

KJV: And be not conformed to this world but be ye transformed by the renewing of your mind that ye may prove what that good and acceptable and perfect will of God
GK: και μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω αλλά μεταμορφούσθε τη ανακαινώσει του νοός υμών εις το δοκιμάζειν υμάς τι το θέλημα του θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον

Romans 14:18

KJV: For he that in these things serveth Christ acceptable to God and approved of men
GK: ο γαρ εν τούτοις δουλεύων τω χριστώ ευάρεστος τω θεώ και δόκιμος τοις ανθρώποις

2 Corinthians 5:9

KJV: Wherefore we labour that whether present or absent we may be accepted of him
GK: διό και φιλοτιμούμεθα είτε ενδημούντες είτε εκδημούντες ευάρεστοι αυτώ είναι

Ephesians 5:10

KJV: Proving what is acceptable unto the Lord
GK: δοκιμάζοντες τι εστιν ευάρεστον τω κυρίω

Philippians 4:18

KJV: But I have all and abound I am full having received of Epaphroditus the things from you an odour of a sweet smell a sacrifice acceptable wellpleasing to God
GK: απέχω δε πάντα και περισσεύω πεπλήρωμαι δεξάμενος παρά Επαφροδίτου τα παρ΄ υμών οσμήν ευωδίας θυσίαν δεκτήν ευάρεστον τω θεώ

Colossians 3:20

KJV: Children obey parents in all things for this is well pleasing unto the Lord
GK: τα τέκνα υπακούετε τοις γονεύσι κατά πάντα τούτο γαρ εστιν ευάρεστον τω κυρίω

Titus 2:9

KJV: servants to be obedient unto their own masters to please well in all not answering again
GK: δούλους ιδίοις δεσπόταις υποτάσσεσθαι εν πάσιν ευαρέστους είναι μη αντιλέγοντας

Hebrews 13:21

KJV: Make you perfect in every good work to do his will working in you that which is wellpleasing in his sight through Jesus Christ to whom glory for ever and ever Amen
GK: καταρτίσαι υμάς εν παντί έργω αγαθώ εις το ποιήσαι το θέλημα αυτού ποιών εν υμίν το ευάρεστον ενώπιον αυτού διά Ιησού χριστού ω η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων αμήν

εὐαρέστωσ (acceptably)

[edit]

Hebrews 12:28

KJV: Wherefore we receiving a kingdom which cannot be moved let us have grace whereby we may serve God acceptably with reverence and godly fear
GK: διό βασιλείαν ασάλευτον παραλαμβάνοντες έχωμεν χάριν δι΄ ης λατρεύωμεν ευαρέστως τω θεώ μετά αιδούς και ευλαβείας

Εὔβουλος (Eubulus)

[edit]

2 Timothy 4:21

KJV: Do thy diligence to come before winter Eubulus greeteth thee and Pudens and Linus and Claudia and all the brethren
GK: σπούδασον προ χειμώνος ελθείν ασπάζεταί σε Εύβουλος και Πούδης και Λίνος και Κλαυδία και οι αδελφοί πάντες

εὐγενής (more noble)

[edit]

Luke 19:12

KJV: He said therefore A certain nobleman went into a far country to receive for himself a kingdom and to return
GK: είπεν ούν άνθρωπός τις ευγενής επορεύθη εις χώραν μακράν λαβείν εαυτώ βασιλείαν και υποστρέψαι

Acts 17:11

KJV: These were more noble than those in Thessalonica in that they received the word with all readiness of mind and searched the scriptures daily whether those things were so
GK: ούτοι δε ήσαν ευγενέστεροι των εν Θεσσαλονίκη οίτινες εδέξαντο τον λόγον μετά πάσης προθυμίας το καθ΄ ημέραν ανακρίνοντες τας γραφάς ει έχοι ταύτα ούτως

1 Corinthians 1:26

KJV: For ye see your calling brethren how that not many wise men after the flesh not many mighty not many noble
GK: βλέπετε γαρ την κλήσιν υμών αδελφοί ότι ου πολλοί σοφοί κατά σάρκα ου πολλοί δυνατοί ου πολλοί ευγενείς

εὐδία (fair weather)

[edit]

Matthew 16:2

KJV: He answered and said unto them When it is evening ye say fair weather for the sky is red
GK: ο δε αποκρίθεις είπεν αυτοίς οψίας γενομένης λέγετε ευδία πυρράζει γαρ ο ουρανός

εὐδοκέω (think good)

[edit]

Matthew 3:17

KJV: And lo a voice from heaven saying This is my beloved Son in whom I am well pleased
GK: και ιδού φωνή εκ των ουρανών λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα

Matthew 12:18

KJV: Behold my servant whom I have chosen my beloved in whom my soul is well pleased I will put my spirit upon him and he shall shew judgment to the Gentiles
GK: ιδού ο παις μου ον ηρέτισα ο αγαπητός μου εις ον ευδόκησεν η ψυχή μου θήσω το πνεύμά μου επ΄ αυτόν και κρίσιν τοις έθνεσιν απαγγελεί

Matthew 17:5

KJV: While he yet spake behold a bright cloud overshadowed them and behold a voice out of the cloud which said This is my beloved Son in whom I am well pleased hear ye him
GK: έτι αυτού λαλούντος ιδού νεφέλη φωτεινή επεσκίασεν αυτούς και ιδού φωνή εκ της νεφέλης λέγουσα ούτός εστιν ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα αυτού ακούετε

Mark 1:11

KJV: And there came a voice from heaven Thou art my beloved Son in whom I am well pleased
GK: και φωνή εγένετο εκ των ουρανών συ ει ο υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκησα

Luke 3:22

KJV: And the Holy Ghost descended in a bodily shape like a dove upon him and a voice came from heaven which said Thou art my beloved Son in thee I am well pleased
GK: και καταβήναι το πνεύμα το άγιον σωματικώ είδει ωσεί περιστεράν επ΄ αυτόν και φωνήν εξ ουρανού γενέσθαι λέγουσαν συ ει ο υιός μου ο αγαπητός εν σοι ευδόκησα

Luke 12:32

KJV: Fear not little flock for it is your Father’s good pleasure to give you the kingdom
GK: μη φοβού το μικρόν ποίμνιον ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν

Romans 15:26

KJV: For it hath pleased them of Macedonia and Achaia to make a certain contribution for the poor saints which are at Jerusalem
GK: ευδόκησαν γαρ Μακεδονία και Αχαϊα κοινωνίαν τινά ποιήσασθαι εις τους πτωχούς των αγίων των εν Ιερουσαλήμ

Romans 15:27

KJV: It hath pleased them verily and their debtors they are For if the Gentiles have been made partakers of their spiritual things their duty is also to minister unto them in carnal things
GK: ευδόκησαν γαρ και οφειλέται αυτών εισιν ει γαρ τοις πνευματικοίς αυτών εκοινώνησαν τα έθνη οφείλουσιν και εν τοις σαρκικοίς λειτουργήσαι αυτοίς

1 Corinthians 1:21

KJV: For after that in the wisdom of God the world by wisdom knew not God it pleased God by the foolishness of preaching to save them that believe
GK: επειδή γαρ εν τη σοφία του θεού ουκ έγνω ο κόσμος διά της σοφίας τον θεόν ευδόκησεν ο θεός διά της μωρίας του κηρύγματος σώσαι τους πιστεύοντας

εὐδοκία (desire)

[edit]

Matthew 11:26

KJV: Even so Father for so it seemed good in thy sight
GK: ναι ο πατήρ ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθέν σου

Luke 2:14

KJV: Glory to God in the highest and on earth peace good will toward men
GK: δόξα εν υψίστοις θεώ και επί γης ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία

Luke 10:21

KJV: In that hour Jesus rejoiced in spirit and said thank thee O Father Lord of heaven and earth that thou hast hid these things from the wise and prudent and hast revealed them unto babes even so Father for so it seemed good in thy sight
GK: εν αυτή τη ώρα ηγαλλιάσατο τω πνεύματι ο Ιησούς και είπεν εξομολογούμαί σοι πάτερ κύριε του ουρανού και της γης ότι απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών και απεκάλυψας αυτά νηπίος ναι ο πατήρ ότι ούτως εγένετο ευδοκία έμπροσθέν σου

Romans 10:1

KJV: Brethren my heart’s desire and prayer to God for Israel is that they might be saved
GK: αδελφοί η μεν ευδοκία της εμής καρδίας και η δέησις η προς τον θεόν υπέρ του Ισραήλ εστιν εις σωτηρίαν

Ephesians 1:5

KJV: Having predestinated us unto the adoption of children by Jesus Christ to himself according to the good pleasure of his will
GK: προορίσας ημάς εις υιοθεσίαν διά Ιησού χριστού εις αυτόν κατά την ευδοκίαν του θελήματος αυτού

Ephesians 1:9

KJV: Having made known unto us the mystery of his will according to his good pleasure which he hath purposed in himself
GK: γνωρίσας ημίν το μυστήριον του θελήματος αυτού κατά την ευδοκίαν αυτού ην προέθετο εν αυτώ

Philippians 1:15

KJV: Some indeed preach Christ even of envy and strife and some also of good will
GK: τινές μεν και διά φθόνον και έριν τινές δε και δι΄ ευδοκίαν τον χριστόν κηρύσσουσιν

Philippians 2:13

KJV: For it is God which worketh in you both to will and to do of good pleasure
GK: ο θεός γαρ εστιν ο ενεργών εν υμίν και το θέλειν και το ενεργείν υπέρ της ευδοκίας

2 Thessalonians 1:11

KJV: Wherefore also we pray always for you that our God would count you worthy of calling and fulfil all the good pleasure of goodness and the work of faith with power
GK: εις ο και προσευχόμεθα πάντοτε περί υμών ίνα υμάς αξιώση της κλήσεως ο θεός ημών και πληρώση πάσαν ευδοκίαν αγαθωσύνης και έργον πίστεως εν δυνάμει

εὐεργεσία (benefit)

[edit]

Acts 4:9

KJV: If we this day be examined of the good deed done to the impotent man by what means he is made whole
GK: ει ημείς σήμερον ανακρινόμεθα επί ευεργεσία ανθρώπου ασθενούς εν τίνι ούτος σέσωσται

1 Timothy 6:2

KJV: And they that have believing masters let them not despise because they are brethren but rather do service because they are faithful and beloved partakers of the benefit These things teach and exhort
GK: οι δε πιστούς έχοντες δεσπότας μη καταφρονείτωσαν ότι αδελφοί εισιν αλλά μάλλον δουλευέτωσαν ότι πιστοί εισι και αγαπητοί οι της ευεργεσίας αντιλαμβανόμενοι ταύτα δίδασκε και παρακάλει

εὐεργετέω (do good)

[edit]

Acts 10:38

KJV: How God anointed Jesus of Nazareth with the Holy Ghost and with power who went about doing good and healing all that were oppressed of the devil for God was with him
GK: Ιησούν τον από Ναζαρέτ ως έχρισεν αυτόν ο θεός πνεύματι αγίω και δυνάμει ος διήλθεν ευεργετών και ιώμενος πάντας τους καταδυναστευομένους υπό του διαβόλου ότι ο θεός ην μετ΄ αυτού

εὐεργέτης (benefactor)

[edit]

Luke 22:25

KJV: And he said unto them The kings of the Gentiles exercise lordship over them and they that exercise authority upon them are called benefactors
GK: ο δε είπεν αυτοίς οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτών και οι εξουσιάζοντες αυτών ευεργέται καλούνται

εὔθετος (fit)

[edit]

Luke 9:62

KJV: And Jesus said unto him No man having put his hand to the plough and looking back is fit for the kingdom of God
GK: είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς ουδείς επιβαλών την χείρα αυτού επ΄ άροτρον και βλέπων εις τα οπίσω εύθετός εστιν εις την βασιλείαν του θεού

Luke 14:35

KJV: It is neither fit for the land nor yet for the dunghill men cast it out He that hath ears to hear let him hear
GK: ούτε εις γην ούτε εις κοπρίαν εύθετόν εστιν έξω βάλλουσιν αυτό ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω

Hebrews 6:7

KJV: For the earth which drinketh in the rain that cometh oft upon it and bringeth forth herbs meet for them by whom it is dressed receiveth blessing from God
GK: γη γαρ η πιούσα τον επ΄ αυτής πολλάκις ερχόμενον υετόν και τίκτουσα βοτάνην εύθετον εκείνοις δι΄ ους και γεωργείται μεταλαμβάνει ευλογίας από του θεού

εὐθέωσ (anon)

[edit]

Matthew 4:20

KJV: And they straightway left nets and followed him
GK: οι δε ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ

Matthew 4:22

KJV: And they immediately left the ship and their father and followed him
GK: οι δε ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών ηκολούθησαν αυτώ

Matthew 8:3

KJV: And Jesus put forth hand and touched him saying I will be thou clean And immediately his leprosy was cleansed
GK: και εκτείνας την χείρα ήψατο αυτού ο Ιησούς λέγων θέλω καθαρίσθητι και ευθέως εκαθαρίσθη αυτού η λέπρα

Matthew 13:5

KJV: Some fell upon stony places where they had not much earth and forthwith they sprung up because they had no deepness of earth
GK: αλλά δε έπεσεν επί τα πετρώδη όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης

Matthew 14:22

KJV: And straightway Jesus constrained his disciples to get into a ship and to go before him unto the other side while he sent the multitudes away
GK: και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν εώς ου απολύση τους όχλους

Matthew 14:27

KJV: But straightway Jesus spake unto them saying Be of good cheer it is I be not afraid
GK: ευθέως δε ελάλησεν αυτοίς ο Ιησούς λέγων θαρσείτε εγώ ειμι μη φοβείσθε

Matthew 14:31

KJV: And immediately Jesus stretched forth hand and caught him and said unto him O thou of little faith wherefore didst thou doubt
GK: ευθέως δε ο Ιησούς εκτείνας την χείρα επελάβετο αυτού και λέγει αυτώ ολιγόπιστε εις τι εδίστασας

Matthew 20:34

KJV: So Jesus had compassion and touched their eyes and immediately their eyes received sight and they followed him
GK: σπλαγχνισθείς δε ο Ιησούς ήψατο των οφθαλμών αυτών και ευθέως ανέβλεψαν αυτών οι οφθαλμοί και ηκολούθησαν αυτώ

Matthew 21:2

KJV: Saying unto them Go into the village over against you and straightway ye shall find an ass tied and a colt with her loose and bring unto me
GK: λέγων αυτοίς πορεύθητε εις την κώμην την απέναντι υμών και ευθέως ευρήσετε όνον δεδεμένην και πώλον μετ΄ αυτής λύσαντες αγάγετέ μοι

εὐθυδρομέω ((come) with a straight course)

[edit]

Acts 16:11

KJV: Therefore loosing from Troas we came with a straight course to Samothracia and the next to Neapolis
GK: αναχθέντες ούν από της Τρωάδος ευθυδρομήσαμεν εις Σαμοθράκην τη τε επιούση εις Νεάπολιν

Acts 21:1

KJV: And it came to pass that after we were gotten from them and had launched we came with a straight course unto Coos and the following unto Rhodes and from thence unto Patara
GK: ως δε εγένετο αναχθήναι ημάς αποσπασθέντας απ΄ αυτών ευθυδρομήσαντες ήλθομεν εις την Κων τη δε εξής εις την Ρόδον κακείθεν εις Πάταρα

εὐθυμέω (be of good cheer (merry))

[edit]

Acts 27:22

KJV: And now I exhort you to be of good cheer for there shall be no loss of life among you but of the ship
GK: και τανύν παραινώ υμάς ευθυμείν αποβολή γαρ ψυχής ουδεμία έσται εξ υμών πλην του πλοίου

Acts 27:25

KJV: Wherefore sirs be of good cheer for I believe God that it shall be even as it was told me
GK: διό ευθυμείτε άνδρες πιστεύω γαρ τω θεώ ότι ούτως έσται καθ΄ ον τρόπον λελάληταί μοι

James 5:13

KJV: Is any among you afflicted let him pray Is any merry let him sing psalms
GK: κακοπαθεί τις εν υμίν προσευχέσθω ευθυμεί τις ψαλλέτω

εὔθυμος (of good cheer)

[edit]

Acts 24:10

KJV: Then Paul after that the governor had beckoned unto him to speak answered Forasmuch as I know that thou hast been of many years a judge unto this nation the more cheerfully answer for myself
GK: απεκρίθη δε ο Παύλος νεύσαντος αυτώ του ηγεμόνος λέγειν εκ πολλών ετών όντα σε κριτήν τω έθνει τούτω επιστάμενος ευθυμότερον τα περί εμαυτού απολογούμαι

Acts 27:36

KJV: Then were they all of good cheer and they also took meat
GK: εύθυμοι δε γενόμενοι πάντες και αυτοί προσελάβοντο τροφής

εὐθύνω (governor)

[edit]

John 1:23

KJV: He said I the voice of one crying in the wilderness Make straight the way of the Lord as said the prophet Esaias
GK: έφη εγώ φωνή βοώντος εν τη ερήμω ευθύνατε την οδόν κυρίου καθώς είπεν Ησαϊας ο προφήτης

James 3:4

KJV: Behold also the ships which though so great and driven of fierce winds yet are they turned about with a very small helm whithersoever the governor listeth
GK: ιδού και τα πλοία τηλικαύτα όντα και υπό σκληρών ανέμων ελαυνόμενα μετάγεται υπό ελαχίστου πηδαλίου όπου αν η ορμή του ευθύνοντος βούληται

εὐθύς (anon)

[edit]

Matthew 3:3

KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Matthew 3:16

KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν

Matthew 13:20

KJV: But he that received the seed into stony places the same is he that heareth the word and anon with joy receiveth it
GK: ο δε επί τα πετρώδη σπαρείς ούτός εστιν ο τον λόγον ακούων και ευθύς μετά χαράς λαμβάνων αυτόν

Matthew 13:21

KJV: Yet hath he not root in himself but dureth for a while for when tribulation or persecution ariseth because of the word by and by he is offended
GK: ουκ έχει δε ρίζαν εν εαυτώ αλλά πρόσκαιρός εστι γενομένης δε θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθύς σκανδαλίζεται

Mark 1:3

KJV: The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Mark 1:12

KJV: And immediately the Spirit driveth him into the wilderness
GK: και ευθύς το πνεύμα αυτόν εκβάλλει εις την έρημον

Mark 1:28

KJV: And immediately his fame spread abroad throughout all the region round about Galilee
GK: εξήλθε δε η ακοή αυτού ευθύς εις όλην την περίχωρον της Γαλιλαίας

Luke 3:4

KJV: As it is written in the book of the words of Esaias the prophet saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
GK: ως γέγραπται εν βίβλω λόγων Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού

Luke 3:5

KJV: Every valley shall be filled and every mountain and hill shall be brought low and the crooked shall be made straight and the rough ways made smooth
GK: πάσα φάραγξ πληρωθήσεται και παν όρος και βουνός ταπεινωθήσεται και έσται τα σκολιά εις ευθείαν και αι τραχείαι εις οδούς λείας

εὐθύτης (righteousness)

[edit]

Hebrews 1:8

KJV: But unto the Son Thy throne O God for ever and ever a sceptre of righteousness the sceptre of thy kingdom
GK: προς δε τον υιόν ο θρόνος σου ο θεός εις τον αιώνα του αιώνος ράβδος ευθύτητος η ράβδος της βασιλείας σου

εὐκαιρέω (have leisure (convenient time))

[edit]

Mark 6:31

KJV: And he said unto them Come ye yourselves apart into a desert place and rest a while for there were many coming and going and they had no leisure so much as to eat
GK: και είπεν αυτοίς δεύτε υμείς αυτοί κατ΄ ιδίαν εις έρημον τόπον και αναπαύεσθε ολίγον ήσαν γαρ οι ερχόμενοι και οι υπάγοντες πολλοί και ουδέ φαγείν ηυκαίρουν

Acts 17:21

KJV: For all the Athenians and strangers which were there spent their time in nothing else but either to tell or to hear some new thing
GK: Αθηναίοι δε πάντες και οι επιδημούντες ξένοι εις ουδέν έτερον ηυκαίρουν η λέγειν τι και ακούειν καινότερον

1 Corinthians 16:12

KJV: As touching brother Apollos I greatly desired him to come unto you with the brethren but his will was not at all to come at this time but he will come when he shall have convenient time
GK: περί δε Απολλώ του αδελφού πολλά παρεκάλεσα αυτόν ίνα έλθη προς υμάς μετά των αδελφών και πάντως ουκ ην θέλημα ίνα νυν έλθη ελεύσεται δε όταν ευκαιρήση

εὐκαιρία (opportunity)

[edit]

Matthew 26:16

KJV: And from that time he sought opportunity to betray him
GK: και από τότε εζήτει ευκαιρίαν ίνα αυτόν παραδώ

Luke 22:6

KJV: And he promised and sought opportunity to betray him unto them in the absence of the multitude
GK: και εξωμολόγησε και εζήτει ευκαιρίαν του παραδούναι αυτόν αυτοίς άτερ όχλου

εὔκαιρος (convenient)

[edit]

Mark 6:21

KJV: And when a convenient day was come that Herod on his birthday made a supper to his lords high captains and chief of Galilee
GK: και γενομένης ημέρας ευκαίρου ότε Ηρώδης τοις γενεσίοις αυτού δείπνον εποίει τοις μεγιστάσιν αυτού και τοις χιλιάρχοις και τοις πρώτοις της Γαλιλαίας

Hebrews 4:16

KJV: Let us therefore come bold ly unto the throne of grace that we may obtain mercy and find grace to help in time of need
GK: προσερχώμεθα ούν μετά παρρησίας τω θρόνω της χάριτος ίνα λάβωμεν έλεον και χάριν εύρωμεν εις εύκαιρον βοήθειαν

εὐκαίρωσ (conveniently)

[edit]

Mark 14:11

KJV: And when they heard they were glad and promised to give him money And he sought how he might conveniently betray him
GK: οι δε ακούσαντες εχάρησαν και επηγγείλαντο αυτώ αργύριον δούναι και εζήτει πως ευκαίρως αυτόν παραδώ

2 Timothy 4:2

KJV: Preach the word be instant in season out of season reprove rebuke exhort with all longsuffering and doctrine
GK: κήρυξον τον λόγον επίστηθι ευκαίρως ακαίρως έλεγξον επιτίμησον παρακάλεσον εν πάση μακροθυμία και διδαχή

εὐκοπώτερον (easier)

[edit]

Matthew 9:5

KJV: For whether is easier to say sins be forgiven thee or to say Arise and walk
GK: τι γαρ εστιν ευκοπώτερον ειπείν αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και περιπάτει

Matthew 19:24

KJV: And again I say unto you It is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter into the kingdom of God
GK: πάλιν δε λέγω υμίν ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά τρυπήματος ραφίδος διελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν

Mark 2:9

KJV: Whether is it easier to say to the sick of the palsy sins be forgiven thee or to say Arise and take up thy bed and walk
GK: τι εστιν ευκοπώτερον ειπείν τω παραλυτικώ αφέωνταί σου αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και άρόν σου τον κράββατον και περιπάτει

Mark 10:25

KJV: It is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter into the kingdom of God
GK: ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά της τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν

Luke 5:23

KJV: Whether is easier to say Thy sins be forgiven thee or to say Rise up and walk
GK: τι εστιν ευκοπώτερον ειπείν αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου η ειπείν έγειραι και περιπάτει

Luke 16:17

KJV: And it is easier for heaven and earth to pass than one tittle of the law to fail
GK: ευκοπώτερον δε εστι τον ουρανόν και την γην παρελθείν η του νόμου μίαν κεραίαν πεσείν

Luke 18:25

KJV: For it is easier for a camel to go through a needle’s eye than for a rich man to enter into the kingdom of God
GK: ευκοπώτερον γαρ εστι κάμηλον διά τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν

εὐλάβεια (fear(-ed))

[edit]

Hebrews 5:7

KJV: Who in the days of his flesh when he had offered up prayers and supplications with strong crying and tears unto him that was able to save him from death and was heard in that he feared
GK: ος εν ταις ημέραις της σαρκός αυτού δεήσεις τε και ικετηρίας προς τον δυνάμενον σωζείν αυτόν εκ θανάτου μετά κραυγής ισχυράς και δακρύων προσενέγκας και εισακουσθείς από της ευλαβείας

Hebrews 12:28

KJV: Wherefore we receiving a kingdom which cannot be moved let us have grace whereby we may serve God acceptably with reverence and godly fear
GK: διό βασιλείαν ασάλευτον παραλαμβάνοντες έχωμεν χάριν δι΄ ης λατρεύωμεν ευαρέστως τω θεώ μετά αιδούς και ευλαβείας

εὐλαβέομαι ((moved with) fear)

[edit]

Acts 23:10

KJV: And when there arose a great dissension the chief captain fearing lest Paul should have been pulled in pieces of them commanded the soldiers to go down and to take him by force from among them and to bring into the castle
GK: πολλής δε γενομένης στάσεως ευλαβηθείς ο χιλίαρχος μη διασπασθή ο Παύλος υπ΄ αυτών εκέλευσε το στράτευμα καταβήναι και αρπάσαι αυτόν εκ μέσου αυτών άγειν τε εις την παρεμβολήν

Hebrews 11:7

KJV: By faith Noah being warned of God of things not seen as yet moved with fear prepared an ark to the saving of his house by the which he condemned the world and became heir of the righteousness which is by faith
GK: πίστει χρηματισθείς Νώε περί των μηδέπω βλεπομένων ευλαβηθείς κατεσκεύασε κιβωτόν εις σωτηρίαν του οίκου αυτού δι΄ ης κατέκρινε τον κόσμον και της κατά πίστιν δικαιοσύνης εγένετο κληρονόμος

εὐλαβής (devout)

[edit]

Luke 2:25

KJV: And behold there was a man in Jerusalem whose name Simeon and the same man just and devout waiting for the consolation of Israel and the Holy Ghost was upon him
GK: και ιδού ην άνθρωπος εν Ιερουσαλήμ ω όνομα Συμεών και ο άνθρωπος ούτος δίκαιος και ευλαβής προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ και πνεύμα άγιον ην επ΄ αυτόν

Acts 2:5

KJV: And there were dwelling at Jerusalem Jews devout men out of every nation under heaven
GK: ήσαν δε εν Ιερουσαλήμ κατοικούντες Ιουδαίοι άνδρες ευλαβείς από παντός έθνους των υπό τον ουρανόν

Acts 8:2

KJV: And devout men carried Stephen and made great lamentation over him
GK: συνεκόμισαν δε τον Στέφανον άνδρες ευλαβείς και εποιήσαντο κοπετόν μέγαν επ΄ αυτώ

εὐλογέω (bless)

[edit]

Matthew 5:44

KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς

Matthew 14:19

KJV: And he commanded the multitude to sit down on the grass and took the five loaves and the two fishes and looking up to heaven he blessed and brake and gave the loaves to disciples and the disciples to the multitude
GK: και κελεύσας τους όχλους ανακλιθήναι επί τους χόρτους και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κλάσας έδωκε τοις μαθηταίς τους άρτους ο δε μαθηταί τοις όχλοις

Matthew 21:9

KJV: And the multitudes that went before and that followed cried saying Hosanna to the Son of David Blessed he that cometh in the name of the Lord Hosanna in the highest
GK: οι δε όχλοι οι προάγοντες και οι ακολουθούντες έκραζον λέγοντες ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου ωσαννά εν τοις υψίστοις

Matthew 23:39

KJV: For I say unto you Ye shall not see me henceforth till ye shall say Blessed he that cometh in the name of the Lord
GK: λέγω γαρ υμίν ου με ίδητε απ΄ άρτι έως αν είπητε ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου

Matthew 25:34

KJV: Then shall the King say unto them on his right hand Come, ye blessed of my Father inherit the kingdom prepared for you from the foundation of the world
GK: τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου

Matthew 26:26

KJV: And as they were eating Jesus took bread and blessed and brake and gave to the disciples and said Take eat this is my body
GK: εσθιόντων δε αυτών λαβών ο Ιησούς τον άρτον και ευλογήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς και είπε λάβετε φάγετε τούτό εστι το σώμά μου

Mark 6:41

KJV: And when he had taken the five loaves and the two fishes he looked up to heaven and blessed and brake the loaves and gave to his disciples to set before them and the two fishes divided he among them all
GK: και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κατέκλασεν τους άρτους και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσιν αυτοίς και τους δύο ιχθύας εμέρισε πάσι

Mark 8:7

KJV: And they had a few small fishes and he blessed and commanded to set them also before
GK: και είχον ιχθύδια ολίγα και ευλογήσας είπε παραθείναι και αυτά

Mark 10:16

KJV: And he took them up in his arms put hands upon them and blessed them
GK: και εναγκαλισάμενος αυτά τιθείς τας χείρας επ΄ αυτά ηυλόγει αυτά

εὐλογητός (blessed)

[edit]

Mark 14:61

KJV: But he held his peace and answered nothing Again the high priest asked him and said unto him Art thou the Christ the Son of the Blessed
GK: ο δε εσιώπα και ουδέν απεκρίνατο πάλιν ο αρχιερεύς επηρώτα αυτόν και λέγει αυτώ συ ει ο Χριστός ο υιός του ευλογητού

Luke 1:68

KJV: Blessed the Lord God for he hath visited and redeemed his people
GK: ευλογητός κύριος ο θεός του Ισραήλ ότι επεσκέψατο και εποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού

Romans 1:25

KJV: Who changed the truth of God into a lie and worshipped and served the creature more than the Creator who is blessed for ever Amen
GK: οίτινες μετήλλαξαν την αλήθειαν του θεού εν τω ψεύδει και εσεβάσθησαν και ελάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα ος εστιν ευλογητός εις τους αιώνας αμήν

Romans 9:5

KJV: Whose the fathers and of whom as concerning the flesh Christ who is over all God blessed for ever Amen
GK: ων οι πατέρες και εξ ων ο χριστός το κατά σάρκα ο ων επί πάντων θεός ευλογητός εις τους αιώνας αμήν

2 Corinthians 1:3

KJV: Blessed God even the Father of our Lord Jesus Christ the Father of mercies and the God of all comfort
GK: ευλογητός ο θεός και πατήρ του κυρίου ημών Ιησού χριστού ο πατήρ των οικτιρμών και θεός πάσης παρακλήσεως

2 Corinthians 11:31

KJV: The God and Father of our Lord Jesus Christ which is blessed for evermore knoweth that I lie not
GK: ο θεός και πατήρ του κυρίου Ιησού χριστού οίδεν ο ων ευλογητός εις τους αιώνας ότι ου ψεύδομαι

Ephesians 1:3

KJV: Blessed the God and Father of our Lord Jesus Christ who hath blessed us with all spiritual blessings in heavenly in Christ
GK: ευλογητός ο θεός και πατήρ του κυρίου ημών Ιησού χριστού ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν χριστώ

1 Peter 1:3

KJV: Blessed the God and Father of our Lord Jesus Christ which according to his abundant mercy hath begotten us again unto a lively hope by the resurrection of Jesus Christ from the dead
GK: ευλογητός ο θεός και πατήρ του κυρίου ημών Ιησού Χριστού ο κατά το πολύ αυτού έλεος αναγεννήσας ημάς εις ελπίδα ζώσαν δι΄ αναστάσεως Ιησού χριστού εκ νεκρών

εὐλογία (blessing (a matter of) bounty (X -tifully))

[edit]

Romans 15:29

KJV: And I am sure that when I come unto you I shall come in the fulness of the blessing of the gospel of Christ
GK: οίδα δε ότι ερχόμενος προς υμάς εν πληρώματι ευλογίας του ευαγγελίου του χριστού ελεύσομαι

Romans 16:18

KJV: For they that are such serve not our Lord Jesus Christ but their own belly and by good words and fair speeches deceive the hearts of the simple
GK: οι γαρ τοιούτοι τω κυρίω ημών Ιησού χριστώ ου δουλεύουσιν αλλά τη εαυτών κοιλία και διά της χρηστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων

1 Corinthians 10:16

KJV: The cup of blessing which we bless is it not the communion of the blood of Christ The bread which we break is it not the communion of the body of Christ
GK: το ποτήριον της ευλογίας ο ευλογούμεν ουχί κοινωνία του αίματος του χριστού εστι τον άρτον ον κλώμεν ουχί κοινωνία του σώματος του χριστού εστιν

2 Corinthians 9:5

KJV: Therefore I thought it necessary to exhort the brethren that they would go before unto you and make up beforehand your bounty whereof ye had notice before that the same might be ready as bounty and not as covetousness
GK: αναγκαίον ούν ηγησάμην παρακαλέσαι τους αδελφούς ίνα προέλθωσιν εις υμάς και προκαταρτίσωσι την προκατηγγελμένην ευλογίαν υμών ταύτην ετοίμην είναι ούτως ως ευλογίαν και μη ώσπερ πλεονεξίαν

2 Corinthians 9:6

KJV: But this He which soweth sparingly shall reap also sparingly and he which soweth bountifully shall reap also bountifully
GK: τούτο δε ο σπείρων φειδομένως φειδομένως και θερίσει και ο σπείρων επ΄ ευλογίαις επ΄ ευλογίαις και θερίσει

Galatians 3:14

KJV: That the blessing of Abraham might come on the Gentiles through Jesus Christ that we might receive the promise of the Spirit through faith
GK: ίνα εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ γένηται εν χριστώ Ιησού ίνα την επαγγελίαν του πνεύματος λάβωμεν διά της πίστεως

Ephesians 1:3

KJV: Blessed the God and Father of our Lord Jesus Christ who hath blessed us with all spiritual blessings in heavenly in Christ
GK: ευλογητός ο θεός και πατήρ του κυρίου ημών Ιησού χριστού ο ευλογήσας ημάς εν πάση ευλογία πνευματική εν τοις επουρανίοις εν χριστώ

Hebrews 6:7

KJV: For the earth which drinketh in the rain that cometh oft upon it and bringeth forth herbs meet for them by whom it is dressed receiveth blessing from God
GK: γη γαρ η πιούσα τον επ΄ αυτής πολλάκις ερχόμενον υετόν και τίκτουσα βοτάνην εύθετον εκείνοις δι΄ ους και γεωργείται μεταλαμβάνει ευλογίας από του θεού

Hebrews 12:17

KJV: For ye know how that afterward when he would have inherited the blessing he was rejected for he found no place of repentance though he sought it carefully with tears
GK: ίστε γαρ ότι και μετέπειτα θέλων κληρονομήσαι την ευλογίαν απεδοκιμάσθη μετανοίας γαρ τόπον ουχ εύρε καίπερ μετά δακρύων εκζητήσας αυτήν

εὐμετάδοτος (ready to distribute)

[edit]

1 Timothy 6:18

KJV: That they do good that they be rich in good works ready to distribute willing to communicate
GK: αγαθοεργείν πλουτείν εν έργοις καλοίς ευμεταδότους είναι κοινωνικούς

Εὐνίκη (Eunice)

[edit]

2 Timothy 1:5

KJV: When I call to remembrance the unfeigned faith that is in thee which dwelt first in thy grandmother Lois and thy mother Eunice and I am persuaded that in thee also
GK: υπόμνησιν λαμβάνων της εν σοι ανυποκρίτου πίστεως ήτις ενώκησε πρώτον εν τη μάμμη σου Λωϊδι και τη μητρί σου Ευνίκη πέπεισμαι δε ότι και εν σοι

εὐνοέω (agree)

[edit]

Matthew 5:25

KJV: Agree with thine adversary quickly whiles thou art in the way with him lest at any time the adversary deliver thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and thou be cast into prison
GK: ίσθι ευνοών τω αντιδίκω σου ταχύ έως ότου ει εν τη οδώ μετ΄ αυτού μήποτέ σε παραδώ ο αντίδικος τω κριτή και ο κριτής σε παραδώ τω υπηρέτη και εις φυλακήν βληθήση

εὔνοια (benevolence)

[edit]

1 Corinthians 7:3

KJV: Let the husband render unto the wife due benevolence and likewise also the wife unto the husband
GK: τη γυναικί ο ανήρ την οφειλομένην εύνοιαν αποδιδότω ομοίως δε και η γυνή τω ανδρί

Ephesians 6:7

KJV: With good will doing service as to the Lord and not to men
GK: μετ΄ ευνοίας δουλεύοντες ως τω κυρίω και ουκ ανθρώποις

εὐνουχίζω (make…eunuch)

[edit]

Matthew 19:12

KJV: For there are some eunuchs which were so born from mother’s womb and there are some eunuchs which were made eunuchs of men and there be eunuchs which have made themselves eunuchs for the kingdom of heaven’s sake He that is able to receive let him receive
GK: εισί γαρ ευνούχοι οίτινες εκ κοιλίας μητρός εγεννήθησαν ούτως και εισίν ευνούχοι οίτινες ευνουχίσθησαν υπό των ανθρώπων και εισίν ευνούχοι οίτινες ευνούχισαν εαυτούς διά την βασιλείαν των ουρανών ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω

εὐνοῦχος (eunuch)

[edit]

Matthew 19:12

KJV: For there are some eunuchs which were so born from mother’s womb and there are some eunuchs which were made eunuchs of men and there be eunuchs which have made themselves eunuchs for the kingdom of heaven’s sake He that is able to receive let him receive
GK: εισί γαρ ευνούχοι οίτινες εκ κοιλίας μητρός εγεννήθησαν ούτως και εισίν ευνούχοι οίτινες ευνουχίσθησαν υπό των ανθρώπων και εισίν ευνούχοι οίτινες ευνούχισαν εαυτούς διά την βασιλείαν των ουρανών ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω

Acts 8:27

KJV: And he arose and went and behold a man of Ethiopia an eunuch of great authority under Candace queen of the Ethiopians who had of all her treasure and had come to Jerusalem for to worship
GK: και αναστάς επορεύθη και ιδού ανήρ Αιθίοψ ευνούχος δυνάστης Κανδάκης της βασιλίσσης Αιθιόπων ος ην επί πάσης της γάζης αυτής ος εληλύθει προσκυνήσων εις Ιερουσαλήμ

Acts 8:34

KJV: And the eunuch answered Philip and said I pray thee of whom speaketh the prophet this of himself or of some other man
GK: αποκριθείς δε ο ευνούχος τω Φιλίππω είπε δέομαί σου περί τίνος ο προφήτης λέγει τούτο περί εαυτού η περί ετέρου τινός

Acts 8:36

KJV: And as they went on way they came unto a certain water and the eunuch said See water what doth hinder me to be baptized
GK: ως δε επορεύοντο κατά την οδόν ήλθον επί τι ύδωρ και φησιν ο ευνούχος ιδού ύδωρ τι κωλύει με βαπτισθήναι

Acts 8:38

KJV: And he commanded the chariot to stand still and they went down both into the water both Philip and the eunuch and he baptized him
GK: και εκέλευσε στήναι το άρμα και κατέβησαν αμφότεροι εις το ύδωρ ο τε Φίλιππος και ο ευνούχος και εβάπτισεν αυτόν

Acts 8:39

KJV: And when they were come up out of the water the Spirit of the Lord caught away Philip that the eunuch saw him no more and he went on his way rejoicing
GK: ότε δε ανέβησαν εκ του ύδατος πνεύμα κυρίου ήρπασε τον Φίλιππον και ουκ είδεν αυτόν ουκέτι ο ευνούχος επορεύετο γαρ την οδόν αυτού χαίρων

Εὐοδία (Euodias)

[edit]

Philippians 4:2

KJV: I beseech Euodias and beseech Syntyche in the Lord
GK: Ευοδίαν παρακαλώ και Συντύχην παρακαλώ το αυτό φρονειν εν κυρίω

εὐοδόω ((have a) prosper(-ous journey))

[edit]

Romans 1:10

KJV: Making request if by any means now at length I might have a prosperous journey by the will of God to come unto you
GK: δεόμενος ει ήδη ποτέ ευοδωθήσομαι εν τω θελήματι του θεού ελθείν προς υμάς

1 Corinthians 16:2

KJV: Upon the first of the week let every one of you lay by him in store as hath prospered him that there be no gatherings when I come
GK: κατά μίαν σαββάτων έκαστος υμών παρ΄ εαυτώ τιθέτω θησαυρίζων ο αν ευοδώται ίνα μη όταν έλθω τότε λογίαι γίνωνται

3 John 1:2

KJV: Beloved I wish above all things that thou mayest prosper and be in health even as thy soul prospereth
GK: αγαπητέ περί πάντων εύχομαί σε ευοδούσθαι και υγιαίνειν καθώς ευοδούταί σου η ψυχή

εὐπειθής (easy to be intreated)

[edit]

James 3:17

KJV: But the wisdom that is from above is first pure then peaceable gentle easy to be intreated full of mercy and good fruits without partiality and without hypocrisy
GK: η δε άνωθεν σοφία πρώτον μεν αγνή εστιν έπειτα ειρηνική επιεικής ευπειθής μεστή ελέους και καρπών αγαθών αδιάκριτος και ανυπόκριτος

εὐπερίστατος (which doth so easily beset)

[edit]

Hebrews 12:1

KJV: Wherefore seeing we also are compassed about with so great a cloud of witnesses let us lay aside every weight and the sin which doth so easily beset let us run with patience the race that is set before us
GK: τοιγαρούν και ημείς τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν δι΄ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα

εὐποιΐα (to do good)

[edit]

Hebrews 13:16

KJV: But to do good and to communicate forget not for with such sacrifices God is well pleased
GK: της δε ευποιϊας και κοινωνίας μη επιλανθάνεσθε τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο θεός

εὐπορέω (ability)

[edit]

Acts 11:29

KJV: Then the disciples every man according to his ability determined to send relief unto the brethren which dwelt in Judæa
GK: των δε μαθητών καθώς ηυπορείτό τις ώρισαν έκαστος αυτών εις διακονίαν πέμψαι τοις κατοικούσιν εν τη Ιουδαία αδελφοίς

εὐπορία (wealth)

[edit]

Acts 19:25

KJV: Whom he called together with the workmen of like occupation and said Sirs ye know that by this craft we have our wealth
GK: ους συναθροίσας και τους περί τα τοιαύτα εργάτας είπεν άνδρες επίστασθε ότι εκ ταύτης της εργασίας η ευπορία ημών εστι

εὐπρέπεια (grace)

[edit]

James 1:11

KJV: For the sun is no sooner risen with a burning heat but it withereth the grass and the flower thereof falleth and the grace of the fashion of it perisheth so also shall the rich man fade away in his ways
GK: ανέτειλε γαρ ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανε τον χόρτον και το άνθος αυτού εξέπεσε και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο ούτω και ο πλούσιος εν ταις πορείαις αυτού μαρανθήσεται

εὐπρόσδεκτος (acceptable(-ted))

[edit]

Romans 15:16

KJV: That I should be the minister of Jesus Christ to the Gentiles ministering the gospel of God that the offering up of the Gentiles might be acceptable being sanctified by the Holy Ghost
GK: εις το είναί με λειτουργόν Ιησού χριστού εις τα έθνη ιερουργούντα το ευαγγέλιον του θεού ίνα γένηται η προσφορά των εθνών ευπρόσδεκτος ηγιασμένη εν πνεύματι αγίω

Romans 15:31

KJV: That I may be delivered from them that do not believe in Judaea and that my service which for Jerusalem may be accepted of the saints
GK: ίνα ρυσθώ από των απειθούντων εν τη Ιουδαία και ίνα η διακονία μου η εις Ιερουσαλήμ ευπρόσδεκτος γένηται τοις αγίοις

2 Corinthians 6:2

KJV: For he saith I have heard thee in a time accepted and in the day of salvation have I succoured thee behold now the accepted time behold now the day of salvation
GK: λέγει γαρ καιρώ δεκτώ επήκουσά σου και εν ημέρα σωτηρίας εβοήθησά σοι ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος ιδού νυν ημέρα σωτηρίας

2 Corinthians 8:12

KJV: For if there be first a willing mind accepted according to that a man hath not according to that he hath not
GK: ει γαρ η προθυμία πρόκειται καθό εάν έχη τις ευπρόσδεκτος ου καθό ουκ έχει

1 Peter 2:5

KJV: Ye also as lively stones are built up a spiritual house an holy priesthood to offer up spiritual sacrifices acceptable to God by Jesus Christ
GK: και αυτοί ως λίθοι ζώντες οικοδομείσθε οίκος πνευματικός ιεράτευμα άγιον ανενέγκαι πνευματικάς θυσίας ευπροσδέκτους τω θεώ διά Ιησού χριστού

εὐπρόσεδρος (X attend upon)

[edit]

1 Corinthians 7:35

KJV: And this I speak for your own profit not that I may cast a snare upon you but for that which is comely and that ye may attend upon the Lord without distraction
GK: τούτο δε προς το υμών αυτών συμφέρον λέγω ουχ ίνα βρόχον υμίν επιβάλω αλλά προς το εύσχημον και ευπρόσεδρον τω κυρίω απερισπάστως

εὐπροσωπέω (make a fair show)

[edit]

Galatians 6:12

KJV: As many as desire to make a fair shew in the flesh they constrain you to be circumcised only lest they should suffer persecution for the cross of Christ
GK: όσοι θέλουσιν ευπροσωπήσαι εν σαρκί ούτοι αναγκάζουσιν υμάς περιτέμνεσθαι μόνον ίνα μη τω σταυρώ του χριστού διώκωνται

εὑρίσκω (find)

[edit]

Matthew 1:18

KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου

Matthew 2:8

KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ

Matthew 2:11

KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν

Matthew 7:7

KJV: Ask and it shall be given you seek and ye shall find knock and it shall be opened unto you
GK: αιτείτε και δοθήσεται υμίν ζητείτε και ευρήσετε κρούετε και ανοιγήσεται υμίν

Matthew 7:8

KJV: For every one that asketh receiveth and he that seeketh findeth and to him that knocketh it shall be opened
GK: πας γαρ ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται

Matthew 7:14

KJV: Because strait the gate and narrow the way which leadeth unto life and few there be that find it
GK: ότι στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν

Matthew 8:10

KJV: When Jesus heard he marvelled and said to them that followed Verily I say unto you I have not found so great faith no, not in Israel
GK: ακούσας δε ο Ιησούς εθαύμασε και είπε τοις ακολουθούσιν αμήν λέγω υμίν ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον

Matthew 10:39

KJV: He that findeth his life shall lose it and he that loseth his life for my sake shall find it
GK: ο ευρών την ψυχήν αυτού απολέσει αυτήν και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν

Matthew 11:29

KJV: Take my yoke upon you and learn of me for I am meek and lowly in heart and ye shall find rest unto your souls
GK: άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς και μάθετε απ΄ εμού ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών

Εὐροκλύδων (Euroklydon)

[edit]

Acts 27:14

KJV: But not long after there arose against it a tempestuous wind called Euroclydon
GK: μετ΄ ου πολύ δε έβαλε κατ΄ αυτής άνεμος τυφωνικός ο καλούμενος Ευροκλύδων

εὐρύχωρος (broad)

[edit]

Matthew 7:13

KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής

εὐσέβεια (godliness)

[edit]

Acts 3:12

KJV: And when Peter saw he answered unto the people Ye men of Israel why marvel ye at this or why look ye so earnestly on us as though by our own power or holiness we had made this man to walk
GK: ιδών δε Πέτρος απεκρίνατο προς τον λαόν άνδρες Ισραηλίται τι θαυμάζετε επί τούτω η ημίν τι ατενίζετε ως ιδία δυνάμει η ευσεβεία πεποιηκόσι του περιπατείν αυτόν

1 Timothy 2:2

KJV: For kings and all that are in authority that we may lead a quiet and peaceable life in all godliness and honesty
GK: υπέρ βασιλέων και πάντων των εν υπεροχή όντων ίνα ήρεμον και ησύχιον βίον διάγωμεν εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι

1 Timothy 3:16

KJV: And without controversy great is the mystery of godliness God was manifest in the flesh justified in the Spirit seen of angels preached unto the Gentiles believed on in the world received up into glory
GK: και ομολογουμένως μέγα εστί το της ευσεβείας μυστήριον θεός εφανερώθη εν σαρκί εδικαιώθη εν πνεύματι ώφθη αγγέλοις εκηρύχθη εν έθνεσιν επιστεύθη εν κόσμω ανελήφθη εν δόξη

1 Timothy 4:7

KJV: But refuse profane and old wives’ fables and exercise thyself unto godliness
GK: τους δε βεβήλους και γραώδεις μύθους παραιτού γύμναζε δε σεαυτόν προς ευσέβειαν

1 Timothy 4:8

KJV: For bodily exercise profiteth little but godliness is profitable unto all things having promise of the life that now is and of that which is to come
GK: η γαρ σωματική γυμνασία προς ολίγον εστίν ωφέλιμος η δε ευσέβεια προς πάντα ωφέλιμός εστιν επαγγελίαν έχουσα ζωής της νυν και της μελλούσης

1 Timothy 6:3

KJV: If any man teach otherwise and consent not to wholesome words the of our Lord Jesus Christ and to the doctrine which is according to godliness
GK: ει ετεροδιδασκαλεί και μη προσέρχεται υγιαίνουσι λόγοις τοις του κυρίου ημών Ιησού χριστού και τη κατ΄ ευσέβειαν διδασκαλία

1 Timothy 6:5

KJV: Perverse disputings of men of corrupt minds and destitute of the truth supposing that gain is godliness from such withdraw thyself
GK: διαπαρατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν αφίστασο από των τοιούτων

1 Timothy 6:6

KJV: But godliness with contentment is great gain
GK: έστι δε πορισμός μέγας η ευσεβέια μετά αυταρκείας

1 Timothy 6:11

KJV: But thou O man of God flee these things and follow after righteousness godliness faith love patience meekness
GK: συ δε ω άνθρωπε του θεού ταύτα φεύγε δίωκε δε δικαιοσύνην ευσέβειαν πίστιν αγάπην υπομονήν πραότητα

εὐσεβέω (show piety)

[edit]

Acts 17:23

KJV: For as I passed by and beheld your devotions I found an altar with this inscription TO THE UNKNOWN GOD Whom therefore ye ignorantly worship him declare I unto you
GK: διερχόμενος γαρ και αναθεωρών τα σεβάσματα υμών εύρον και βωμόν εν ω επεγέγραπτο αγνώστω θεώ ον ούν αγνοούντες ευσεβείτε τούτον εγώ καταγγέλλω υμίν

1 Timothy 5:4

KJV: But if any widow have children or nephews let them learn first to shew piety at home and to requite their parents for that is good and acceptable before God
GK: ει δε τις χήρα τέκνα η έκγονα έχει μανθανέτωσαν πρώτον τον ίδιον οίκον ευσεβείν και αμοιβάς αποδιδόναι τοις προγόνοις τούτο γαρ εστι καλόν και απόδεκτον ενώπιον του θεού

εὐσεβής (devout)

[edit]

Acts 10:2

KJV: devout and one that feared God with all his house which gave much alms to the people and prayed to God alway
GK: ευσεβής και φοβούμενος τον θεόν συν παντί τω οίκω αυτού ποιών τε ελεημοσύνας πολλάς τω λαώ και δεόμενος του θεού διά

Acts 10:7

KJV: And when the angel which spake unto Cornelius was departed he called two of his household servants and a devout soldier of them that waited on him continually
GK: ως δε απήλθεν ο άγγελος ο λαλών τω Κορνηλίω φωνήσας δύο των οικετών αυτού και στρατιώτην ευσεβή των προσκαρτερούντων αυτώ

Acts 22:12

KJV: And one Ananias a devout man according to the law having a good report of all the Jews which dwelt
GK: Ανανίας δε τις ανήρ ευσεβής κατά τον νόμον μαρτυρούμενος υπό πάντων των κατοικούντων εν Δαμασκώ Ιουδαίων

2 Peter 2:9

KJV: The Lord knoweth how to deliver the godly out of temptations and to reserve the unjust unto the day of judgment to be punished
GK: οίδε κύριος ευσεβείς εκ πειρασμών ρύεσθαι αδίκους δε εις ημέραν κρίσεως κολαζομένους τηρείν

εὐσεβῶσ (godly)

[edit]

2 Timothy 3:12

KJV: Yea and all that will live godly in Christ Jesus shall suffer persecution
GK: και πάντες δε οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν χριστώ Ιησού διωχθήσονται

Titus 2:12

KJV: Teaching us that denying ungodliness and worldly lusts we should live soberly righteously and godly in this present world
GK: παιδεύουσα ημάς ίνα αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι

εὔσημος (easy to be understood)

[edit]

1 Corinthians 14:9

KJV: So likewise ye except ye utter by the tongue words easy to be understood how shall it be known what is spoken for ye shall speak into the air
GK: ούτως και υμείς διά της γλώσσης εάν μη εύσημον λόγον δώτε πως γνωσθήσεται το λαλούμενον έσεσθε γαρ εις αέρα λαλούντες

εὔσπλαγχνος (pitiful)

[edit]

Ephesians 4:32

KJV: And be ye kind one to another tenderhearted forgiving one another even as God for Christ’s sake hath forgiven you
GK: γίνεσθε δε εις αλλήλους χρηστοί εύσπλαγχνοι χαριζόμενοι εαυτοίς καθώς και ο θεός εχαρίσατο ημίν εν χριστω

1 Peter 3:8

KJV: Finally all of one mind having compassion one of another love as brethren pitiful courteous
GK: το δε τέλος πάντες ομόφρονες συμπαθείς φιλάδελφοι εύσπλαγχνοι φιλόφρονες

εὐσχημόνωσ (decently)

[edit]

Romans 13:13

KJV: Let us walk honestly as in the day not in rioting and drunkenness not in chambering and wantonness not in strife and envying
GK: ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν μη κώμοις και μέθαις μη κοίταις και ασελγείαις μη έριδι και ζήλω

1 Corinthians 14:40

KJV: Let all things be done decently and in order
GK: πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω

1 Thessalonians 4:12

KJV: That ye may walk honestly toward them that are without and ye may have lack of nothing
GK: ίνα περιπατήτε ευσχημόνως προς τους έξω και μηδενός χρείαν έχητε

εὐσχημοσύνη (comeliness)

[edit]

1 Corinthians 12:23

KJV: And those of the body which we think to be less honourable upon these we bestow more abundant honour and our uncomely have more abundant comeliness
GK: και α δοκούμεν ατιμότερα είναι του σώματος τούτοις τιμήν περισσοτέραν περιτίθεμεν και τα ασχήμονα ημών ευσχημοσύνην περισσοτέραν έχει

εὐσχήμων (comely)

[edit]

Mark 15:43

KJV: Joseph of Arimathaea an honourable counsellor which also waited for the kingdom of God came and went in boldly unto Pilate and craved the body of Jesus
GK: ήλθεν Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ευσχήμων βουλευτής ος και αυτός ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του θεού τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού

Acts 13:50

KJV: But the Jews stirred up the devout and honourable women and the chief men of the city and raised persecution against Paul and Barnabas and expelled them out of their coasts
GK: οι δε Ιουδαίοι παρώτρυναν τας σεβομένας γυναίκας και τας ευσχήμονας και τους πρώτους της πόλεως και επήγειραν διωγμόν επί τον Παύλον και τον Βαρνάβαν και εξέβαλον αυτούς από των ορίων αυτών

Acts 17:12

KJV: Therefore many of them believed also of honourable women which were Greeks and of men not a few
GK: πολλοί μεν ούν εξ αυτών επίστευσαν και των Ελληνίδων γυναικών των ευσχημόνων και ανδρών ουκ ολίγοι

1 Corinthians 7:35

KJV: And this I speak for your own profit not that I may cast a snare upon you but for that which is comely and that ye may attend upon the Lord without distraction
GK: τούτο δε προς το υμών αυτών συμφέρον λέγω ουχ ίνα βρόχον υμίν επιβάλω αλλά προς το εύσχημον και ευπρόσεδρον τω κυρίω απερισπάστως

1 Corinthians 12:24

KJV: For our comely have no need but God hath tempered the body together having given more abundant honour to that which lacked
GK: τα δε ευσχήμονα ημών ου χρείαν έχει αλλ΄ ο θεός συνεκέρασε το σώμα τω υστερούντι περισσοτέραν δους τιμήν

εὐτόνωσ (mightily)

[edit]

Luke 23:10

KJV: And the chief priests and scribes stood and vehemently accused him
GK: ειστήκεισαν δε οι αρχιερείς και οι γραμματείς ευτόνως κατηγορούντες αυτού

Acts 18:28

KJV: For he mightily convinced the Jews publickly shewing by the scriptures that Jesus was Christ
GK: ευτόνως γαρ τοις Ιουδαίοις διακατηλέγχετο δημοσία επιδεικνύς διά των γραφών είναι τον χριστόν Ιησούν

εὐτραπελία (jesting)

[edit]

Ephesians 5:4

KJV: Neither filthiness nor foolish talking nor jesting which are not convenient but rather giving of thanks
GK: και αισχρότης και μωρολογία η ευτραπελία τα ουκ ανήκοντα αλλά μάλλον ευχαριστία

Εὔτυχος (Eutychus)

[edit]

Acts 20:9

KJV: And there sat in a window a certain young man named Eutychus being fallen into a deep sleep and as Paul was long preaching he sunk down with sleep and fell down from the third loft and was taken up dead
GK: καθήμενος δε τις νεανίας ονόματι Εύτυχος επί της θυρίδος καταφερόμενος ύπνω βαθεί διαλεγομένου του Παύλου επί πλείον κατενεχθείς από του ύπνου έπεσεν από του τριστέγου κάτω και ήρθη νεκρός

εὐφημία (good report)

[edit]

2 Corinthians 6:8

KJV: By honour and dishonour by evil report and good report as deceivers and true
GK: διά δόξης και ατιμίας διά δυσφημίας και ευφημίας ως πλάνοι και αληθείς

εὔφημος (of good report)

[edit]

Philippians 4:8

KJV: Finally brethren whatsoever things are true whatsoever things honest whatsoever things just whatsoever things pure whatsoever things lovely whatsoever things of good report if any virtue and if any praise think on these things
GK: το λοιπόν αδελφοί όσα εστίν αληθή όσα σεμνά όσα δίκαια όσα αγνά όσα προσφιλή όσα εύφημα ει αρετή και ει έπαινος ταύτα λογίζεσθε

εὐφορέω (bring forth abundantly)

[edit]

Luke 12:16

KJV: And he spake a parable unto them saying The ground of a certain rich man brought forth plentifully
GK: είπε δε παραβολήν προς αυτούς λέγων ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα

εὐφραίνω (fare)

[edit]

Luke 12:19

KJV: And I will say to my soul Soul thou hast much goods laid up for many years take thine ease eat drink be merry
GK: και ερώ τη ψυχή μου ψυχή έχεις πολλά αγαθά κείμενα εις έτη πολλά αναπαύου φάγε πίε ευφραίνου

Luke 15:23

KJV: And bring hither the fatted calf and kill and let us eat and be merry
GK: και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε και φαγόντες ευφρανθώμεν

Luke 15:24

KJV: For this my son was dead and is alive again he was lost and is found And they began to be merry
GK: ότι ούτος ο υιός μου νεκρός ην και ανέζησε και απολωλώς ην και ευρέθη και ήρξαντο ευφραίνεσθαι

Luke 15:29

KJV: And he answering said to father Lo these many years do I serve thee neither transgressed I at any time thy commandment and yet thou never gavest me a kid that I might make merry with my friends
GK: ο δε αποκριθείς είπε τω πατρί ιδού τοσαύτα έτη δουλεύω σοι και ουδέποτε εντολήν σου παρήλθον και εμοί ουδέποτε έδωκας έριφον ίνα μετά των φίλων μου ευφρανθώ

Luke 15:32

KJV: It was meet that we should make merry and be glad for this thy brother was dead and is alive again and was lost and is found
GK: ευφρανθήναι δε και χαρήναι έδει ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε και απολωλώς ην και ευρέθη

Luke 16:19

KJV: There was a certain rich man which was clothed in purple and fine linen and fared sumptuously every day
GK: άνθρωπος δε τις ην πλούσιος και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ ημέραν λαμπρώς

Acts 2:26

KJV: Therefore did my heart rejoice and my tongue was glad moreover also my flesh shall rest in hope
GK: διά τούτο ευφράνθη η καρδία μου και ηγαλλιάσατο η γλώσσά μου έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ΄ ελπίδι

Acts 7:41

KJV: And they made a calf in those days and offered sacrifice unto the idol and rejoiced in the works of their own hands
GK: και εμοσχοποίησαν εν ταις ημέραις εκείναις και ανήγαγον θυσίαν τω ειδώλω και ευφραίνοντο εν τοις έργοις των χειρών αυτών

Romans 15:10

KJV: And again he saith Rejoice ye Gentiles with his people
GK: και πάλιν λέγει ευφράνθητε έθνη μετά του λαού αυτού

Εὐφράτης (Euphrates)

[edit]

Revelation 9:14

KJV: Saying to the sixth angel which had the trumpet Loose the four angels which are bound in the great river Euphrates
GK: λέγουσαν τω έκτω αγγέλω ο έχων την σάλπιγγα λύσον τους τέσσαρας αγγέλους τους δεδεμένους επί τω ποταμώ τω μεγάλω Ευφράτη

Revelation 16:12

KJV: And the sixth angel poured out his vial upon the great river Euphrates and the water thereof was dried up that the way of the kings of the east might be prepared
GK: και ο έκτος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού επί τον ποταμόν τον μέγαν τον Ευφράτην και εξηράνθη το ύδωρ αυτού ίνα ετοιμασθή η οδός των βασιλέων των από ανατολών ηλίου

εὐφροσύνη (gladness)

[edit]

Acts 2:28

KJV: Thou hast made known to me the ways of life thou shalt make me full of joy with thy countenance
GK: εγνώρισάς μοι οδούς ζωής πληρώσεις με ευφροσύνης μετά του προσώπου σου

Acts 14:17

KJV: Nevertheless he left not himself without witness in that he did good and gave us rain from heaven and fruitful filling our hearts with food and gladness
GK: καίτοιγε ουκ αμάρτυρον αφήκεν αγαθοποιών ουρανόθεν υμίν υετούς δίδους και καιρούς καρποφόρους εμπιπλών τροφής και ευφροσύνης τας καρδίας ημών

εὐχαριστέω ((give) thank(-ful)

[edit]

Matthew 15:36

KJV: And he took the seven loaves and the fishes and gave thanks and brake and gave to his disciples and the disciples to the multitude
GK: και λαβών τους επτά άρτους και τους ιχθύας ευχαριστήσας έκλασε και έδωκε τοις μαθηταίς αυτού οι δε μαθηταί τω όχλω

Matthew 26:27

KJV: And he took the cup and gave thanks and gave to them saying Drink ye all of it
GK: και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων πίετε εξ αυτού πάντες

Mark 8:6

KJV: And he commanded the people to sit down on the ground and he took the seven loaves and gave thanks and brake and gave to his disciples to set before and they did set before the people
GK: και παρήγγειλεν τω όχλω αναπεσείν επί της γης και λαβών τους επτά άρτους ευχαριστήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσι και παρέθηκαν τω όχλω

Mark 14:23

KJV: And he took the cup and when he had given thanks he gave to them and they all drank of it
GK: και λαβών το ποτήριον ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς και έπιον εξ αυτού πάντες

Luke 17:16

KJV: And fell down on face at his feet giving him thanks and he was a Samaritan
GK: και έπεσεν επί πρόσωπον παρά τους πόδας αυτού ευχαριστών αυτώ και αυτός ην Σαμαρείτης

Luke 18:11

KJV: The Pharisee stood and prayed thus with himself God I thank thee that I am not as other men extortioners unjust adulterers or even as this publican
GK: ο Φαρισαίος σταθείς προς εαυτόν ταύτα προσηύχετο ο θεός ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων άρπαγες άδικοι μοιχοί η και ως ούτος ο τελώνης

Luke 22:17

KJV: And he took the cup and gave thanks and said Take this and divide among yourselves
GK: και δεξάμενος ποτήριον ευχαριστήσας είπε λάβετε τούτο και διαμερίσατε εαυτοίς

Luke 22:19

KJV: And he took bread and gave thanks and brake and gave unto them saying This is my body which is given for you this do in remembrance of me
GK: και λαβών άρτον ευχαριστήσας έκλασε και έδωκεν αυτοίς λέγων τούτό εστι το σώμά μου το υπέρ υμών διδόμενον τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν

John 6:11

KJV: And Jesus took the loaves and when he had given thanks he distributed to the disciples and the disciples to them that were set down and likewise of the fishes as much as they would
GK: έλαβε δε τους άρτους ο Ιησούς και ευχαριστήσας διέδωκε τοις μαθηταίς οι δε μαθηταί τοις ανακειμένοις ομοίως και εκ των οψαρίων όσον ήθελον

εὐχαριστία (thankfulness)

[edit]

Acts 24:3

KJV: We accept always and in all places most noble Felix with all thankfulness
GK: πάντη τε και πανταχού αποδεχόμεθα κράτιστε Φήλιξ μετά πασης ευχαριστίας

1 Corinthians 14:16

KJV: Else when thou shalt bless with the spirit how shall he that occupieth the room of the unlearned say Amen at thy giving of thanks seeing he understandeth not what thou sayest
GK: επεί εάν ευλογήσης τω πνεύματι ο αναπληρών τον τόπον του ιδιώτου πως ερεί το αμήν επί τη ση ευχαριστία επειδή τι λέγεις ουκ οίδε

2 Corinthians 4:15

KJV: For all things for your sakes that the abundant grace might through the thanksgiving of many redound to the glory of God
GK: τα γαρ πάντα δι΄ υμάς ίνα η χάρις πλεονάσασα διά των πλειόνων την ευχαριστίαν περισσεύση εις την δόξαν του θεού

2 Corinthians 9:11

KJV: Being enriched in every thing to all bountifulness which causeth through us thanksgiving to God
GK: εν παντί πλουτιζόμενοι εις πάσαν απλότητα ήτις κατεργάζεται δι΄ ημών ευχαριστίαν τω θεώ

2 Corinthians 9:12

KJV: For the administration of this service not only supplieth the want of the saints but is abundant also by many thanksgivings unto God
GK: ότι η διακονία της λειτουργίας ταύτης ου μόνον εστί προσαναπληρούσα τα υστερήματα των αγίων αλλά και περισσεύουσα διά πολλών ευχαριστιών τω θεώ

Ephesians 5:4

KJV: Neither filthiness nor foolish talking nor jesting which are not convenient but rather giving of thanks
GK: και αισχρότης και μωρολογία η ευτραπελία τα ουκ ανήκοντα αλλά μάλλον ευχαριστία

Philippians 4:6

KJV: Be careful for nothing but in every thing by prayer and supplication with thanksgiving let your requests be made known unto God
GK: μηδέν μεριμνάτε αλλ΄ εν παντί τη προσευχή και τη δεήσει μετά ευχαριστίας τα αιτήματα υμών γνωριζέσθω προς τον θεόν

Colossians 2:7

KJV: Rooted and built up in him and stablished in the faith as ye have been taught abounding there in with thanksgiving
GK: ερριζωμένοι και εποικοδομούμενοι εν αυτώ και βεβαιούμενοι εν τη πίστει καθώς εδιδάχθητε περισσεύοντες εν αυτή εν ευχαριστία

Colossians 4:2

KJV: Continue in prayer and watch in the same with thanksgiving
GK: τη προσευχή προσκαρτερείτε γρηγορούντες εν αυτή εν ευχαριστία

εὐχάριστος (thankful)

[edit]

Colossians 3:15

KJV: And let the peace of God rule in your hearts to the which also ye are called in one body and be ye thankful
GK: και η ειρήνη του θεού βραβευέτω εν ταις καρδίαις υμών εις ην και εκλήθητε εν ενί σώματι και ευχάριστοι γίνεσθε

εὐχή (prayer)

[edit]

Acts 18:18

KJV: And Paul tarried yet a good while and then took his leave of the brethren and sailed thence into Syria and with him Priscilla and Aquila having shorn head in Cenchrea for he had a vow
GK: ο δε Παύλος έτι προσμείνας ημέρας ικανάς τοις αδελφοίς αποταξάμενος εξέπλει εις την Συρίαν και συν αυτώ Πρίσκιλλα και Ακύλας κειράμενος την κεφαλήν εν Κεγχρεαίς είχε γαρ ευχήν

Acts 21:23

KJV: Do therefore this we say to thee We have four men which have a vow on them
GK: τούτο ούν ποίησον ο σοι λέγομεν εισίν ημίν άνδρες τέσσαρες ευχήν έχοντες εφ΄ εαυτών

James 5:15

KJV: And the prayer of faith shall save the sick and the Lord shall raise him up and if he have committed sins they shall be forgiven him
GK: και η ευχή της πίστεως σώσει τον κάμνοντα και εγερεί αυτόν ο κύριος καν αμαρτίας η πεποιηκώς αφεθήσεται αυτώ

εὔχομαι (pray)

[edit]

Acts 26:29

KJV: And Paul said I would to God that not only thou but also all that hear me this day were both almost and altogether such as I am except these bonds
GK: ο δε Παύλος είπεν ευξαίμην αν τω θεώ και εν ολίγω και εν πολλώ ου μόνον σε αλλά και πάντας τους ακούοντάς μου σήμερον γενέσθαι τοιούτους οποίος καγώ ειμι παρεκτός των δεσμών τούτων

Acts 27:29

KJV: Then fearing lest we should have fallen upon rocks they cast four anchors out of the stern and wished for the day
GK: φοβούμενοί τε μήπως εις τραχείς τόπους εκπέσωμεν εκ πρύμνης ρίψαντες αγκύρας τέσσαρας ηύχοντο ημέραν γενέσθαι

Romans 9:3

KJV: For I could wish that myself were accursed from Christ for my brethren my kinsmen according to the flesh
GK: ηυχόμην γαρ αυτός εγώ ανάθεμα είναι από του χριστού υπέρ των αδελφών μου των συγγενών μου κατά σάρκα

2 Corinthians 13:7

KJV: Now I pray to God that ye do no evil not that we should appear approved but that ye should do that which is honest though we be as reprobates
GK: εύχομαι δε προς τον θεόν μη ποιήσαι υμάς κακόν μηδέν ουχ ίνα ημείς δόκιμοι φανώμεν αλλ΄ ίνα υμείς το καλόν ποιήτε ημείς δε ως αδόκιμοι ώμεν

2 Corinthians 13:9

KJV: For we are glad when we are weak and ye are strong and this also we wish your perfection
GK: χαίρομεν γαρ όταν ημείς ασθενώμεν υμείς δε δυνατοί ήτε τούτο δε και ευχόμεθα την υμών κατάρτισιν

James 5:16

KJV: Confess faults one to another and pray one for another that ye may be healed The effectual fervent prayer of a righteous man availeth much
GK: εξομολογείσθε αλλήλοις τα παραπτώματα και εύχεσθε υπέρ αλλήλων όπως ιαθήτε πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουμένη

3 John 1:2

KJV: Beloved I wish above all things that thou mayest prosper and be in health even as thy soul prospereth
GK: αγαπητέ περί πάντων εύχομαί σε ευοδούσθαι και υγιαίνειν καθώς ευοδούταί σου η ψυχή

εὔχρηστος (profitable)

[edit]

2 Timothy 2:21

KJV: If a man therefore purge himself from these he shall be a vessel unto honour sanctified and meet for the master’s use prepared unto every good work
GK: εάν ούν τις εκκαθάρη εαυτόν από τούτων έσται σκεύος εις τιμήν ηγιασμένον και εύχρηστον τω δεσπότη εις παν έργον αγαθόν ητοιμασμένον

2 Timothy 4:11

KJV: Only Luke is with me Take Mark and bring with thee for he is profitable to me for the ministry
GK: Λουκάς εστί μόνος μετ΄ εμού Μάρκον αναλαβών άγε μετά σεαυτού έστι γαρ μοι εύχρηστος εις διακονίαν

Philemon 1:11

KJV: Which in time past was to thee unprofitable but now profitable to thee and to me
GK: τον ποτέ σοι άχρηστον νυνί δε σοι και εμοί εύχρηστον ον ανέπεμψα

εὐψυχέω (be of good comfort)

[edit]

Philippians 2:19

KJV: But I trust in the Lord Jesus to send Timotheus shortly unto you that I also may be of good comfort when I know your state
GK: ελπίζω δε εν κυρίω Ιησού Τιμόθεον ταχέως πέμψαι υμίν ίνα καγώ ευψυχώ γνούς τα περί υμών

εὐωδία (sweet savour (smell)

[edit]

2 Corinthians 2:15

KJV: For we are unto God a sweet savour of Christ in them that are saved and in them that perish
GK: ότι χριστού ευωδία εσμέν τω θεώ εν τοις σωζομένοις και εν τοις απολλυμένοις

Ephesians 5:2

KJV: And walk in love as Christ also hath loved us and hath given himself for us an offering and a sacrifice to God for a sweetsmelling savour
GK: και περιπατείτε εν αγάπη καθώς και ο χριστός ηγάπησεν ημάς και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και θυσίαν τω θεώ εις οσμήν ευωδίας

Philippians 4:18

KJV: But I have all and abound I am full having received of Epaphroditus the things from you an odour of a sweet smell a sacrifice acceptable wellpleasing to God
GK: απέχω δε πάντα και περισσεύω πεπλήρωμαι δεξάμενος παρά Επαφροδίτου τα παρ΄ υμών οσμήν ευωδίας θυσίαν δεκτήν ευάρεστον τω θεώ

εὐώνυμος ((on the) left)

[edit]

Matthew 20:21

KJV: And he said unto her What wilt thou She saith unto him Grant that these my two sons may sit the one on thy right hand and the other on the left in thy kingdom
GK: ο δε είπεν αυτή τι θέλεις λέγει αυτώ ειπέ ίνα καθίσωσιν ούτοι οι δύο υιοί μου εις εκ δεξιών σου και εις εξ ευωνύμων σου εν τη βασιλεία σου

Matthew 20:23

KJV: And he saith unto them Ye shall drink indeed of my cup and be baptized with the baptism that I am baptized with but to sit on my right hand and on my left is not mine to give but for whom it is prepared of my Father
GK: και λέγει αυτοίς το μεν ποτήριόν μου πίεσθε και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται υπο του πατρός μου

Matthew 25:33

KJV: And he shall set the sheep on his right hand but the goats on the left
GK: και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού τα δε ερίφια εξ ευωνύμων

Matthew 25:41

KJV: Then shall he say also unto them on the left hand Depart from me ye cursed into everlasting fire prepared for the devil and his angels
GK: τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων πορεύεσθε απ΄ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού

Matthew 27:38

KJV: Then were there two thieves with him one on the right hand and another on the left
GK: τότε σταυρούνται συν αυτώ δύο λησταί εις εκ δεξιών και εις εξ ευωνύμων

Mark 10:37

KJV: They said unto him Grant unto us that we may sit one on thy right hand and the other on thy left hand in thy glory
GK: οι δε είπον αυτώ δος ημίν ίνα εις εκ δεξιών σου και εις εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξη σου

Mark 10:40

KJV: But to sit on my right hand and on my left hand is not mine to give but for whom it is prepared
GK: το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται

Mark 15:27

KJV: And with him they crucify two thieves the one on his right hand and the other on his left
GK: και συν αυτώ σταυρούσι δύο ληστάς ένα εκ δεξιών και ένα εξ ευωνύμων αυτού

Acts 21:3

KJV: Now when we had discovered Cyprus we left it on the left hand and sailed into Syria and landed at Tyre for there the ship was to unlade her burden
GK: αναφανέντες δε την Κύπρον και καταλιπόντες αυτήν ευώνυμον επλέομεν εις Συρίαν και κατήχθημεν εις Τύρον εκείσε γαρ ην το πλοίον αποφορτιζόμενον τον γόμον

ἐφάλλομαι (leap on)

[edit]

Acts 19:16

KJV: And the man in whom the evil spirit was leaped on them and overcame them and prevailed against them so that they fled out of that house naked and wounded
GK: και εφαλλόμενος επ΄ αυτούς ο άνθρωπος εν ω ην το πνεύμα το πονηρόν και κατακυριεύσας αυτών ίσχυσε κατ΄ αυτών ώστε γυμνούς και τετραυματισμένους εκφυγείν εκ του οίκου εκείνου

ἐφάπαξ ((at) once (for all))

[edit]

Romans 6:10

KJV: For in that he died he died unto sin once but in that he liveth he liveth unto God
GK: ο γαρ απέθανεν τη αμαρτία απέθανεν εφάπαξ ο ζη ζη τω θεώ

1 Corinthians 15:6

KJV: After that he was seen of above five hundred brethren at once of whom the greater part remain unto this present but some are fallen asleep
GK: έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφάπαξ εξ ων οι πλείους μένουσιν έως άρτι τινές δε και εκοιμήθησαν

Hebrews 7:27

KJV: Who needeth not daily as those high priests to offer up sacrifice first for his own sins and then for the people’s for this he did once when he offered up himself
GK: ος ουκ έχει καθ΄ ημέραν ανάγκην ώσπερ οι αρχιερείς πρότερον υπέρ των ιδίων αμαρτιών θυσίας αναφέρειν έπειτα των του λαού τούτο γαρ εποίησεν εφάπαξ εαυτόν ανενέγκας

Hebrews 9:12

KJV: Neither by the blood of goats and calves but by his own blood he entered in once into the holy place having obtained eternal redemption
GK: ουδέ δι΄ αίματος τράγων και μόσχων διά δε του ιδίου αίματος εισήλθεν εφάπαξ εις τα άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος

Hebrews 10:10

KJV: By the which will we are sanctified through the offering of the body of Jesus Christ once
GK: εν ω θελήματι ηγιασμένοι εσμέν διά της προσφοράς του σώματος του Ιησού χριστού εφάπαξ

Ἐφεσῖνος (of Ephesus)

[edit]

Revelation 2:1

KJV: Unto the angel of the church of Ephesus write These things saith he that holdeth the seven stars in his right hand who walketh in the midst of the seven golden candlesticks
GK: τω αγγέλω της εκκλησίας Εφέσω γράψον τάδε λέγει ο κρατών τους επτά αστέρας εν τη δεξιά αυτού ο περιπατών εν μέσω των επτά λυχνιών των χρυσών

Ἐφέσιος (Ephesian)

[edit]

Acts 19:28

KJV: And when they heard they were full of wrath and cried out saying Great Diana of the Ephesians
GK: ακούσαντες δε και γενόμενοι πλήρεις θυμού έκραζον λέγοντες μεγάλη η Άρτεμις Εφεσίων

Acts 19:34

KJV: But when they knew that he was a Jew all with one voice about the space of two hours cried out Great Diana of the Ephesians
GK: επιγνόντες δε ότι Ιουδαίός εστι φωνή εγένετο μία εκ πάντων ως επί ώρας δύο κραζόντων μεγάλη η Άρτεμις Εφεσίων

Acts 19:35

KJV: And when the townclerk had appeased the people he said men of Ephesus what man is there that knoweth not the city of the Ephesians is a worshipper of the great goddess Diana and of the which fell down from Jupiter
GK: καταστείλας δε ο γραμματεύς τον όχλον φησίν άνδρες Εφέσιοι τις γαρ εστιν άνθρωπος ος ου γινώσκει την Εφεσίων πόλιν νεωκόρον ούσαν της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος και του Διοπετούς

Acts 21:29

KJV: For they had seen before with him in the city Trophimus an Ephesian whom they supposed that Paul had brought into the temple
GK: ήσαν γαρ εωρακότες Τρόφιμον τον Εφέσιον εν τη πόλει συν αυτώ ον ενόμιζον ότι εις το ιερόν εισήγαγεν ο Παύλος

Ἔφεσος (Ephesus)

[edit]

Acts 18:19

KJV: And he came to Ephesus and left them there but he himself entered into the synagogue and reasoned with the Jews
GK: κατήντησε δε εις Έφεσον κακείνους κατέλιπεν αυτού αυτός δε εισελθών εις την συναγωγήν διελέχθη τοις Ιουδαίοις

Acts 18:21

KJV: But bade them farewell saying I must by all means keep this feast that cometh in Jerusalem but I will return again unto you if God will And he sailed from Ephesus
GK: αλλά απετάξατο αυτοίς ειπών δει με πάντως την εορτήν την ερχομένην ποιήσαι εις Ιεροσόλυμα πάλιν δε ανακάμψω προς υμάς του θεού θέλοντος και ανήχθη από της Εφέσου

Acts 18:24

KJV: And a certain Jew named Apollos born at Alexandria an eloquent man mighty in the scriptures came to Ephesus
GK: Ιουδαίος δε τις Απολλώς ονόματι Αλεξανδρεύς τω γένει ανήρ λόγοις κατήντησεν εις Έφεσον δυνατός ων εν ταις γραφαίς

Acts 19:1

KJV: And it came to pass that while Apollos was at Corinth Paul having passed through the upper coasts came to Ephesus and finding certain disciples
GK: εγένετο δε εν τω τον Απολλώ είναι εν Κορίνθω Παύλον διελθόντα τα ανωτερικά μέρη ελθείν εις Έφεσον και ευρών τινας μαθητάς

Acts 19:17

KJV: And this was known to all the Jews and Greeks also dwelling at Ephesus and fear fell on them all and the name of the Lord Jesus was magnified
GK: τούτο δε εγένετο γνωστόν πάσιν Ιουδαίοις τε και Έλλησι τοις κατοικούσι την Έφεσον και επέπεσε φόβος επί παντός αυτούς και εμεγαλύνετο το όνομα του κυρίου Ιησού

Acts 19:26

KJV: Moreover ye see and hear that not alone at Ephesus but almost throughout all Asia this Paul hath persuaded and turned away much people saying that they be no gods which are made with hands
GK: και θεωρείτε και ακούετε ότι ου μόνον Εφέσου αλλά σχεδόν πάσης της Ασίας ο Παύλος ούτος πείσας μετέστησεν ικανόν όχλον λέγων ότι ουκ εισί θεοί οι διά χειρών γινόμενοι

Acts 20:16

KJV: For Paul had determined to sail by Ephesus because he would not spend the time in Asia for he hasted if it were possible for him to be at Jerusalem the day of Pentecost
GK: έκρινε γαρ ο Παύλος παραπλεύσαι την Έφεσον όπως μη γένηται αυτώ χρονοτριβήσαι εν τη Ασία έσπευδε γαρ ει δυνατόν ην αυτώ την ημέραν της πεντηκοστής γενέσθαι εις Ιεροσόλυμα

Acts 20:17

KJV: And from Miletus he sent to Ephesus and called the elders of the church
GK: απο δε της Μιλήτου πέμψας εις Έφεσον μετεκαλέσατο τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας

1 Corinthians 15:32

KJV: If after the manner of men I have fought with beasts at Ephesus what advantageth it me if the dead rise not let us eat and drink for to morrow we die
GK: ει κατά άνθρωπον εθηριομάχησα εν Εφέσω τι μοι το όφελος ει νεκροί ουκ εγείρονται φάγωμεν και πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν

ἐφευρετής (inventor)

[edit]

Romans 1:30

KJV: Backbiters haters of God despiteful proud boasters inventors of evil things disobedient to parents
GK: καταλάλους θεοστυγείς υβριστάς υπερηφάνους αλαζόνας εφευρετάς κακών γονεύσιν απειθείς

ἐφημερία (course)

[edit]

Luke 1:5

KJV: There was in the days of Herod the king of Judæa a certain priest named Zacharias of the course of Abia and his wife of the daughters of Aaron and her name Elisabeth
GK: εγένετο εν ταις ημέραις Ηρώδου του βασιλέως της Ιουδαίας ιερεύς τις ονόματι Ζαχαρίας εξ εφημερίας Αβιά και η γυνή αυτού εκ των θυγατέρων Ααρών και το όνομα αυτής Ελισάβετ

Luke 1:8

KJV: And it came to pass that while he executed the priest’s office before God in the order of his course
GK: εγένετο δε εν τω ιερατεύειν αυτόν εν τη τάξει της εφημερίας αυτού έναντι του θεού

ἐφήμερος (daily)

[edit]

James 2:15

KJV: If a brother or sister be naked and destitute of daily food
GK: εάν δε αδελφός η αδελφή γυμνοί υπάρχωσι και λειπόμενοι ώσι της εφημέρου τροφής

ἐφικνέομαι (reach)

[edit]

2 Corinthians 10:13

KJV: But we will not boast of things without measure but according to the measure of the rule which God hath distributed to us a measure to reach even unto you
GK: ημείς δε ουχί εις τα άμετρα καυχησόμεθα αλλά κατά το μέτρον του κανόνος ου εμέρισεν ο θεός ημίν μέτρου εφικέσθαι άχρι και υμών

2 Corinthians 10:14

KJV: For we stretch not ourselves beyond as though we reached not unto you for we are come as far as to you also in the gospel of Christ
GK: ου γαρ ως μη εφικνούμενοι εις υμάς υπερεκτείνομεν εαυτούς άχρι γαρ και υμών εφθάσαμεν εν τω ευαγγελίω του χριστού

ἐφίστημι (assault)

[edit]

Luke 2:9

KJV: And lo the angel of the Lord came upon them and the glory of the Lord shone round about them and they were sore afraid
GK: και ιδού άγγελος κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα κυρίου περιέλαμψεν αυτούς και εφοβήθησαν φόβον μέγαν

Luke 2:38

KJV: And she coming in that instant gave thanks likewise unto the Lord and spake of him to all them that looked for redemption in Jerusalem
GK: και αύτη αυτή τη ώρα επιστάσα ανθωμολογείτο τω κυρίω και ελάλει περί αυτού πάσι τοις προσδεχομένοις λύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ

Luke 4:39

KJV: And he stood over her and rebuked the fever and it left her and immediately she arose and ministered unto them
GK: και επιστάς επάνω αυτής επετίμησε τω πυρετώ και αφήκεν αυτήν παραχρήμα δε αναστάσα διηκόνει αυτοίς

Luke 10:40

KJV: But Martha was cumbered about much serving and came to him and said Lord dost thou not care that my sister hath left me to serve alone bid her therefore that she help me
GK: η δε Μάρθα περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν επιστάσα δε είπε κύριε ου μέλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονείν είπε ούν αυτή ίνα μοι συναντιλάβηται

Luke 20:1

KJV: And it came to pass on one of those days as he taught the people in the temple and preached the gospel the chief priests and the scribes came upon with the elders
GK: και εγένετο εν μιά των ημερών εκείνων διδάσκοντος αυτού τον λαόν εν τω ιερώ και ευαγγελιζομένου επέστησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς συν τοις πρεσβυτέροις

Luke 21:34

KJV: And take heed to yourselves lest at any time your hearts be overcharged with surfeiting and drunkenness and cares of this life and that day come upon you unawares
GK: προσέχετε δε εαυτοίς μήποτε βαρυνθώσιν υμών αι καρδίαι εν κραιπάλη και μέθη και μερίμναις βιωτικαίς και αιφνίδιος εφ΄ υμάς επιστή η ημέρα εκείνη

Luke 24:4

KJV: And it came to pass as they were much perplexed thereabout behold two men stood by them in shining garments
GK: και εγένετο εν τω διαπορείσθαι αυτάς περί τούτου και ιδού δύο άνδρες επέστησαν αύταις εν εσθήσεσιν αστραπτούσαις

Acts 4:1

KJV: And as they spake unto the people the priests and the captain of the temple and the Sadducees came upon them
GK: λαλούντων δε αυτών προς τον λαόν επέστησαν αυτοίς οι ιερείς και ο στρατηγός του ιερού και οι Σαδδουκαίοι

Acts 6:12

KJV: And they stirred up the people and the elders and the scribes and came upon and caught him and brought to the council
GK: συνεκίνησάν τε τον λαόν και τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς και επιστάντες συνήρπασαν αυτόν και ήγαγον εις το συνέδριον

Ἐφραΐμ (Ephraim)

[edit]

John 11:54

KJV: Jesus therefore walked no more openly among the Jews but went thence unto a country near to the wilderness into a city called Ephraim and there continued with his disciples
GK: Ιησούς ούν ουκέτι παρρησία περιεπάτει εν τοις Ιουδαίοις αλλά απήλθεν εκείθεν εις την χώραν εγγύς της ερήμου εις Εφραϊμ λεγομένην πόλιν κακεί διέτριβε μετά των μαθηών αυτού

ἐφφαθά (Ephphatha)

[edit]

Mark 7:34

KJV: And looking up to heaven he sighed and saith unto him Ephphatha that is Be opened
GK: και αναβλέψας εις τον ουρανόν εστέναξε και λέγει αυτώ εφφαθά ο εστιν διανοίχθητι

ἔχθρα (enmity)

[edit]

Luke 23:12

KJV: And the same day Pilate and Herod were made friends together for before they were at enmity between themselves
GK: εγένοντο δε φίλοι ο τε Πιλάτος και ο Ηρώδης εν αυτή τη ημέρα μετ΄ αλλήλων προϋπήρχον γαρ εν έχθρα όντες προς εαυτούς

Romans 8:7

KJV: Because the carnal mind enmity against God for it is not subject to the law of God neither indeed can be
GK: διότι το φρόνημα της σαρκός έχθρα εις θεόν τω γαρ νόμω του θεού ουχ υποτάσσεται ουδέ γαρ δύναται

Galatians 5:20

KJV: Idolatry witchcraft hatred variance emulations wrath strife seditions heresies
GK: ειδωλολατρία φαρμακεία έχθραι έρεις ζήλοι θυμοί εριθείαι διχοστασίαι αιρέσεις

Ephesians 2:15

KJV: Having abolished in his flesh the enmity the law of commandments in ordinances for to make in himself of twain one new man making peace
GK: την έχθραν εν τη σαρκί αυτού τον νόμον των εντολών εν δόγμασι καταργήσας ίνα τους δύο κτίση εν εαυτώ εις ένα καινόν άνθρωπον ποιών ειρήνην

Ephesians 2:16

KJV: And that he might reconcile both unto God in one body by the cross having slain the enmity thereby
GK: και αποκαταλλάξη τους αμφοτέρους εν ενί σώματι τω θεώ διά του σταυρού αποκτείνας την έχθραν εν αυτώ

James 4:4

KJV: Ye adulterers and adulteresses know ye not that the friendship of the world is enmity with God whosoever therefore will be a friend of the world is the enemy of God
GK: μοιχοί και μοιχαλίδες ουκ οίδατε ότι η φιλία του κόσμου έχθρα του θεού εστίν ος αν ούν βουληθή φίλος είναι του κόσμου εχθρός του θεού καθίσταται

ἐχθρός (enemy)

[edit]

Matthew 5:43

KJV: Ye have heard that it hath been said Thou shalt love thy neighbour and hate thine enemy
GK: ηκούσατε ότι ερρέθη αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρόν σου

Matthew 5:44

KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς

Matthew 10:36

KJV: And a man’s foes they of his own household
GK: και εχθροί του ανθρώπου οι οικιακοί αυτού

Matthew 13:25

KJV: But while men slept his enemy came and sowed tares among the wheat and went his way
GK: εν δε τω καθεύδειν τους ανθρώπους ήλθεν αυτού ο εχθρός και έσπειρε ζιζάνια αναμέσον του σίτου και απήλθεν

Matthew 13:28

KJV: He said unto them An enemy hath done this The servants said unto him Wilt thou then that we go and gather them up
GK: ο δε έφη αυτοίς εχθρός άνθρωπος τούτο εποίησεν οι δε δούλοι είπον αυτώ θέλεις ουν απελθόντες συλλέξομεν αυτά

Matthew 13:39

KJV: The enemy that sowed them is the devil the harvest is the end of the world and the reapers are the angels
GK: ο δε εχθρός ο σπείρας αυτά εστιν ο διάβολος ο δε θερισμός συντέλεια του αιώνός εστιν οι δε θερισταί άγγελοί εισιν

Matthew 22:44

KJV: LORD said unto my Lord Sit thou on my right hand till I make thine enemies thy footstool
GK: είπεν ο κύριος τω κυρίω μου κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου

Mark 12:36

KJV: For David himself said by the Holy Ghost LORD said to my Lord Sit thou on my right hand till I make thine enemies thy footstool
GK: αυτός γαρ Δαβίδ είπεν εν πνεύματι αγίω είπεν ο κύριος τω κυρίω μου κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου

Luke 1:71

KJV: That we should be saved from our enemies and from the hand of all that hate us
GK: σωτηρίαν εξ εχθρών ημών και εκ χειρός πάντων των μισούντων ημάς

ἔχιδνα (viper)

[edit]

Matthew 3:7

KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Matthew 12:34

KJV: O generation of vipers how can ye being evil speak good things for out of the abundance of the heart the mouth speaketh
GK: γεννήματα εχιδνών πως δύνασθε αγαθά λαλείν πονηροί όντες εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας το στόμα λαλεί

Matthew 23:33

KJV: serpents generation of vipers how can ye escape the damnation of hell
GK: οφείς γεννήματα εχιδνών πως φύγητε από της κρίσεως της γεέννης

Luke 3:7

KJV: Then said he to the multitude that came forth to be baptized of him O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
GK: έλεγεν ούν τοις εκπορευομένοις όχλοις βαπτισθήναι υπ΄ αυτού γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής

Acts 28:3

KJV: And when Paul had gathered a bundle of sticks and laid on the fire there came a viper out of the heat and fastened on his hand
GK: συστρέψαντος δε του Παύλου φρυγάνων πλήθος και επιθέντος επί την πυράν έχιδνα εκ της θέρμης διεξελθούσα καθήψε της χειρός αυτού

ἔχω (be (able)

[edit]

Matthew 1:18

KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου

Matthew 1:23

KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός

Matthew 3:4

KJV: And the same John had his raiment of camel’s hair and a leathern girdle about his loins and his meat was locusts and wild honey
GK: αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον

Matthew 3:9

KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ

Matthew 3:14

KJV: But John forbad him saying I have need to be baptized of thee and comest thou to me
GK: ο δε Ιωάννης διεκώλυεν αυτόν λέγων εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι και συ έρχη πρός με

Matthew 4:24

KJV: And his fame went throughout all Syria and they brought unto him all sick people that were taken with divers diseases and torments and those which were possessed with devils and those which were lunatick and those that had the palsy and he healed them
GK: και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς

Matthew 5:23

KJV: Therefore if thou bring thy gift to the altar and there rememberest that thy brother hath ought against thee
GK: εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον και εκεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου

Matthew 5:46

KJV: For if ye love them which love you what reward have ye do not even the publicans the same
GK: εάν γαρ αγαπήσητε τους αγαπώντας υμάς τίνα μισθόν έχετε ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσι

Matthew 6:1

KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς

ἕως (even (until)

[edit]

Matthew 1:17

KJV: So all the generations from Abraham to David fourteen generations and from David until the carrying away into Babylon fourteen generations and from the carrying away into Babylon unto Christ fourteen generations
GK: πάσαι ουν αι γενεαί από Αβραάμ έως Δαβίδ γενεαί δεκατέσσαρες και από Δαβίδ έως της μετοικεσίας Βαβυλώνος γενεαί δεκατέσσαρες και από της μετοικεσίας Βαβυλώνος έως του Χριστού γενεαί δεκατέσσαρες

Matthew 1:25

KJV: And knew her not till she had brought forth her firstborn son and he called his name JESUS
GK: και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν

Matthew 2:9

KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον

Matthew 2:13

KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό

Matthew 2:15

KJV: And was there until the death of Herod that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying Out of Egypt have I called my son
GK: και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου

Matthew 5:18

KJV: For verily I say unto you Till heaven and earth pass one jot or one tittle shall in no wise pass from the law till all be fulfilled
GK: αμήν γαρ λέγω υμίν έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη ιώτα εν η μία κεραία ου παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται

Matthew 5:25

KJV: Agree with thine adversary quickly whiles thou art in the way with him lest at any time the adversary deliver thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and thou be cast into prison
GK: ίσθι ευνοών τω αντιδίκω σου ταχύ έως ότου ει εν τη οδώ μετ΄ αυτού μήποτέ σε παραδώ ο αντίδικος τω κριτή και ο κριτής σε παραδώ τω υπηρέτη και εις φυλακήν βληθήση

Matthew 5:26

KJV: Verily I say unto thee by no means come out thence till thou hast paid the uttermost farthing
GK: αμήν λέγω σοι ου εξέλθης εκείθεν έως αν αποδώς τον έσχατον κοδράντην

Matthew 10:11

KJV: And into whatsoever city or town ye shall enter enquire who in it is worthy and there abide till ye go thence
GK: εις ην δ΄ αν πόλιν η κώμην εισέλθητε εξετάσατε τις εν αυτή άξιός εστι κακεί μείνατε έως αν εξέλθητε