Englishman's Concordance/9
Θαδδαῖος (Thaddæus)
[edit]Matthew 10:3
- KJV: Philip and Bartholomew Thomas and Matthew the publican James of Alphaeus and Lebbaeus whose surname was Thaddaeus
- GK: Φίλιππος και Βαρθολομαίος Θωμάς και Ματθαίος ο τελώνης Ιάκωβος ο του Αλφαίου και Λεββαίος ο επικληθείς Θαδδαίος
Mark 3:18
- KJV: And Andrew and Philip and Bartholomew and Matthew and Thomas and James the of Alphaeus and Thaddaeus and Simon the Canaanite
- GK: και Ανδρέαν και Φίλιππον και Βαρθολομαίον και Ματθαίον και Θωμάν και Ιάκωβον τον του Αλφαίου και Θαδδαίον και Σίμωνα τον Κανανίτην
θάλασσα (sea)
[edit]Matthew 4:15
- KJV: The land of Zabulon and the land of Nephthalim the way of the sea beyond Jordan Galilee of the Gentiles
- GK: γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου Γαλιλαία των εθνών
Matthew 4:18
- KJV: And Jesus walking by the sea of Galilee saw two brethren Simon called Peter and Andrew his brother casting a net into the sea for they were fishers
- GK: περιπατών δε ο Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δυο αδελφούς Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού βάλλοντας αμφίβληστρον εις την θάλασσαν ήσαν γαρ αλιείς
Matthew 8:24
- KJV: And behold there arose a great tempest in the sea insomuch that the ship was covered with the waves but he was asleep
- GK: και ιδού σεισμός μέγας εγένετο εν τη θαλάσση ώστε το πλοίον καλύπτεσθαι υπό των κυμάτων αυτός δε εκάθευδε
Matthew 8:26
- KJV: And he saith unto them Why are ye fearful O ye of little faith Then he arose and rebuked the winds and the sea and there was a great calm
- GK: και λέγει αυτοίς τι δειλοί εστε ολιγόπιστοι τότε εγερθείς επετίμησε τοις ανέμοις και τη θαλάσση και εγένετο γαλήνη μεγάλη
Matthew 8:27
- KJV: But the men marvelled saying What manner of man is this that even the winds and the sea obey him
- GK: οι δε άνθρωποι εθαύμασαν λέγοντες ποταπός εστιν ούτος ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ
Matthew 8:32
- KJV: And he said unto them Go And when they were come out they went into the herd of swine and behold the whole herd of swine ran violently down a steep place into the sea and perished in the waters
- GK: και είπεν αυτοίς υπάγετε οι δε εξελθόντες απήλθον εις την αγέλην των χοίρων και ιδού ώρμησε πάσα η αγέλη των χοίρων κατά του κρημνού εις την θάλασσαν και απέθανον εν τοις ύδασιν
Matthew 13:1
- KJV: The same day went Jesus out of the house and sat by the sea side
- GK: εν δε τη ημέρα εκείνη εξελθών ο Ιησούς από της οικίας εκάθητο παρά την θάλασσαν
Matthew 13:47
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto a net that was cast into the sea and gathered of every kind
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών σαγήνη βληθείση εις την θάλασσαν και εκ παντός γένους συναγαγούση
Matthew 14:24
- KJV: But the ship was now in the midst of the sea tossed with waves for the wind was contrary
- GK: το δε πλοίον ήδη μέσον της θαλάσσης ην βασανιζόμενον υπό των κυμάτων ην γαρ εναντίος ο άνεμος
θάλπω (cherish)
[edit]Ephesians 5:29
- KJV: For no man ever yet hated his own flesh but nourisheth and cherisheth it even as the Lord the church
- GK: ουδείς γαρ ποτε την εαυτού σάρκα εμίσησεν αλλ΄ εκτρέφει και θάλπει αυτήν καθώς και ο κύριος την εκκλησίαν
1 Thessalonians 2:7
- KJV: But we were gentle among you even as a nurse cherisheth her children
- GK: αλλ΄ εγενήθημεν ήπιοι εν μέσω υμών ως αν τροφός θάλπη τα εαυτής τέκνα
Θάμαρ (Thamar)
[edit]Matthew 1:3
- KJV: And Judas begat Phares and Zara of Thamar and Phares begat Esrom and Esrom begat Aram
- GK: Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ Φαρές δε εγέννησε τον Εσρώμ Εσρώμ δε εγέννησε τον Αράμ
θαμβέω (amaze)
[edit]Mark 1:27
- KJV: And they were all amazed insomuch that they questioned among themselves saying What thing is this what new doctrine this for with authority commandeth he even the unclean spirits and they do obey him
- GK: και εθαμβήθησαν πάντες ώστε συζητείν προς εαυτούς λέγοντας τι εστι τούτο τις η διδαχή η καινή αύτη ότι κατ΄ εξουσίαν και τοις πνεύμασι τοις ακαθάρτοις επιτάσσει και υπακούουσιν αυτώ
Mark 10:24
- KJV: And the disciples were astonished at his words But Jesus answereth again and saith unto them Children how hard is it for them that trust in riches to enter into the kingdom of God
- GK: οι δε μαθηταί εθαμβούντο επί τοις λόγοις αύτου ο δε Ιησούς πάλιν αποκριθείς λέγει αυτοίς τέκνα πως δύσκολόν εστι τους πεποιθότας επί τοις χρήμασιν εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν
Mark 10:32
- KJV: And they were in the way going up to Jerusalem and Jesus went before them and they were amazed and as they followed they were afraid And he took again the twelve and began to tell them what things should happen unto him
- GK: ήσαν δε εν τη οδώ αναβαίνοντες εις Ιεροσόλυμα και ην προάγων αυτούς ο Ιησούς και εθαμβούντο και ακολουθούντες εφοβούντο και παραλαβών πάλιν τους δώδεκα ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν
Acts 9:6
- KJV: And he trembling and astonished said Lord what wilt thou have me to do And the Lord unto him Arise and go into the city and it shall be told thee what thou must do
- GK: τρέμων τε και θαμβών είπε κύριε τι με θέλεις ποιήσαι και ο κύριος προς αυτόν αλλά ανάστηθι και είσελθε εις την πόλιν και λαληθήσεταί σοι τι σε δει ποιείν
θάμβος (X amazed)
[edit]Luke 4:36
- KJV: And they were all amazed and spake among themselves saying What a word this for with authority and power he commandeth the unclean spirits and they come out
- GK: και εγένετο θάμβος επί πάντας και συνελάλουν προς αλλήλους λέγοντες τις ο λόγος ούτος ότι εν εξουσία και δυνάμει επιτάσσει τοις ακαθάρτοις πνεύμασι και εξέρχονται
Luke 5:9
- KJV: For he was astonished and all that were with him at the draught of the fishes which they had taken
- GK: θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον
Acts 3:10
- KJV: And they knew that it was he which sat for alms at the Beautiful gate of the temple and they were filled with wonder and amazement at that which had happened unto him
- GK: επεγίνωσκόν τε αυτόν ότι ούτος ην ο προς την ελεημοσύνην καθήμενος επί τη ωραία πύλη του ιερού και επλήσθησαν θάμβους και εκστάσεως επί τω συμβεβηκότι αυτώ
θανάσιμος (deadly)
[edit]Mark 16:18
- KJV: They shall take up serpents and if they drink any deadly thing it shall not hurt them they shall lay hands on the sick and they shall recover
- GK: όφεις αρούσι καν θανάσιμόν τι πίωσιν ου αυτούς βλάψει επί αρρώστους χείρας επιθήσουσι και καλώς έξουσιν
θανατηφόρος (deadly)
[edit]James 3:8
- KJV: But the tongue can no man tame an unruly evil full of deadly poison
- GK: την δε γλώσσαν ουδείς δύναται ανθρώπων δαμάσαι ακατάσχετον κακόν μεστή ιού θανατήφορου
θάνατος (X deadly)
[edit]Matthew 4:16
- KJV: The people which sat in darkness saw great light and to them which sat in the region and shadow of death light is sprung up
- GK: ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα και τοις καθημένοις εν χώρα και σκιά θανάτου φως ανέτειλεν αυτοίς
Matthew 10:21
- KJV: And the brother shall deliver up the brother to death and the father the child and the children shall rise up against parents and cause them to be put to death
- GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς
Matthew 15:4
- KJV: For God commanded saying Honour thy father and mother and He that curseth father or mother let him die the death
- GK: ο γαρ θεός ενετείλατο λέγων τίμα τον πατέρα και την μητέρα και ο κακολογών πατέρα η μητέρα θανάτω τελευτάτω
Matthew 16:28
- KJV: Verily I say unto you There be some standing here which shall not taste of death till they see the Son of man coming in his kingdom
- GK: αμήν λέγω υμίν εισί τινες των ώδε εστηκότων οίτινες ου γευσόνται θανάτου έως αν ίδωσιν τον υιόν του ανθρώπου ερχόμενον εν τη βασιλεία
Matthew 20:18
- KJV: Behold we go up to Jerusalem and the Son of man shall be betrayed unto the chief priests and unto the scribes and they shall condemn him to death
- GK: ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι και κατακρινούσιν αυτόν θανάτω
Matthew 26:38
- KJV: Then saith he unto them My soul is exceeding sorrowful even unto death tarry ye here and watch with me
- GK: τότε λέγει αυτοίς περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου μείνατε ώδε και γρηγορείτε μετ΄ εμού
Matthew 26:66
- KJV: What think ye They answered and said He is guilty of death
- GK: τι υμίν δοκεί οι δε αποκριθέντες είπον ένοχος θανάτου εστί
Mark 7:10
- KJV: For Moses said Honour thy father and thy mother and Whoso curseth father or mother let him die the death
- GK: Μωσής γαρ είπε τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου και ο κακολογών πατέρα η μητέρα θανάτω τελευτάτω
Mark 9:1
- KJV: And he said unto them Verily I say unto you That there be some of them that stand here which shall not taste of death till they have seen the kingdom of God come with power
- GK: και έλεγεν αυτοίς αμήν λέγω υμίν ότι εισί τινες των ώδε εστηκότων οίτινες ου γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι την βασιλείαν του θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει
θανατόω (become dead)
[edit]Matthew 10:21
- KJV: And the brother shall deliver up the brother to death and the father the child and the children shall rise up against parents and cause them to be put to death
- GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς
Matthew 26:59
- KJV: Now the chief priests and elders and all the council sought false witness against Jesus to put him to death
- GK: οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και το συνέδριον όλον εζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατά του Ιησού όπως θανατώσωσιν αυτόν
Matthew 27:1
- KJV: When the morning was come all the chief priests and elders of the people took counsel against Jesus to put him to death
- GK: πρωϊας δε γενομένης συμβούλιον έλαβον πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού ωστε θανατώσαι αυτόν
Mark 13:12
- KJV: Now the brother shall betray the brother to death and the father the son and children shall rise up against parents and shall cause them to be put to death
- GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς
Mark 14:55
- KJV: And the chief priests and all the council sought for witness against Jesus to put him to death and found none
- GK: οι δε αρχιερείς και όλον το συνέδριον εζήτουν κατά του Ιησού μαρτυρίαν εις το θανατώσαι αυτόν και ουχ εύρισκον
Luke 21:16
- KJV: And ye shall be betrayed both by parents and brethren and kinsfolks and friends and of you shall they cause to be put to death
- GK: παραδοθήσεσθε δε και υπό γονέων και αδελφών και συγγενών και φίλων και θανατώσουσιν εξ υμών
Romans 7:4
- KJV: Wherefore my brethren ye also are become dead to the law by the body of Christ that ye should be married to another to him who is raised from the dead that we should bring forth fruit unto God
- GK: ώστε αδελφοί μου και υμείς εθανατώθητε τω νόμω διά του σώματος του χριστού εις το γενέσθαι υμάς ετέρω τω εκ νεκρών εγερθέντι ίνα καρποφορήσωμεν τω θεώ
Romans 8:13
- KJV: For if ye live after the flesh ye shall die but if ye through the Spirit do mortify the deeds of the body ye shall live
- GK: ει γαρ κατά σάρκα ζήτε μέλλετε αποθνήσκειν ει δε πνεύματι τας πράξεις του σώματος θανατούτε ζήσεσθε
Romans 8:36
- KJV: As it is written For thy sake we are killed all the day long we are accounted as sheep for the slaughter
- GK: καθώς γέγραπται ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής
θάπτω (bury)
[edit]Matthew 8:21
- KJV: And another of his disciples said unto him Lord suffer me first to go and bury my father
- GK: έτερος δε των μαθητών αυτού είπεν αυτώ κύριε επίτρεψόν μοι πρώτον απελθείν και θάψαι τον πατέρα μου
Matthew 8:22
- KJV: But Jesus said unto him Follow me and let the dead bury their dead
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτώ ακολούθει μοι και άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς
Matthew 14:12
- KJV: And his disciples came and took up the body and buried it and went and told Jesus
- GK: και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ήραν το σώμα και έθαψαν αυτό και ελθόντες απήγγειλαν τω Ιησού
Luke 9:59
- KJV: And he said unto another Follow me But he said Lord suffer me first to go and bury my father
- GK: είπε δε προς έτερον ακολούθει μοι ο δε είπεν κύριε επίτρεψόν μοι απελθόντι πρώτον θάψαι τον πατέρα μου
Luke 9:60
- KJV: Jesus said unto him Let the dead bury their dead but go thou and preach the kingdom of God
- GK: είπε δε αυτώ ο Ιησούς άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς συ δε απελθών διάγγελλε την βασιλείαν του θεού
Luke 16:22
- KJV: And it came to pass that the beggar died and was carried by the angels into Abraham’s bosom the rich man also died and was buried
- GK: εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη
Acts 2:29
- KJV: Men brethren let me freely speak unto you of the patriarch David that he is both dead and buried and his sepulchre is with us unto this day
- GK: άνδρες αδελφοί εξόν ειπείν μετά παρρησίας προς υμάς περί του πατριάρχου Δαβίδ ότι και ετελεύτησε και ετάφη και το μνήμα αυτού εστιν εν ημίν άχρι της ημέρας ταύτης
Acts 5:6
- KJV: And the young men arose wound him up and carried out and buried
- GK: αναστάντες δε οι νεώτεροι συνέστειλαν αυτόν και εξενέγκαντες έθαψαν
Acts 5:9
- KJV: Then Peter said unto her How is it that ye have agreed together to tempt the Spirit of the Lord behold the feet of them which have buried thy husband at the door and shall carry thee out
- GK: ο δε Πέτρος είπεν προς αυτήν τι ότι συνεφωνήθη υμίν πειράσαι το πνεύμα κυρίου ιδού οι πόδες των θαψάντων τον άνδρα σου επί τη θύρα και εξοίσουσί σε
Θάρα (Thara)
[edit]Luke 3:34
- KJV: Which was of Jacob which was of Isaac which was of Abraham which was of Thara which was of Nachor
- GK: του Ιακώβ του Ισαάκ του Αβραάμ του Θάρρα του Ναχώρ
θαρρέω (be bold)
[edit]2 Corinthians 5:6
- KJV: Therefore always confident knowing that whilst we are at home in the body we are absent from the Lord
- GK: θαρρούντες ούν πάντοτε και ειδότες ότι ενδημούντες εν τω σώματι εκδημούμεν από του κυρίου
2 Corinthians 5:8
- KJV: We are confident and willing rather to be absent from the body and to be present with the Lord
- GK: θαρρούμεν δε και ευδοκούμεν μάλλον εκδημήσαι εκ του σώματος και ενδημήσαι προς τον κύριον
2 Corinthians 7:16
- KJV: I rejoice therefore that I have confidence in you in all
- GK: χαίρω ότι εν παντί θαρρώ εν υμίν
2 Corinthians 10:1
- KJV: Now I Paul myself beseech you by the meekness and gentleness of Christ who in presence base among you but being absent am bold toward you
- GK: αυτός δε εγώ Παύλος παρακαλώ υμάς διά της πραότητος και επιεκείας του χριστού ος κατά πρόσωπον μεν ταπεινός εν υμίν απών δε θαρρώ εις υμάς
2 Corinthians 10:2
- KJV: But I beseech that I may not be bold when I am present with that confidence wherewith I think to be bold against some which think of us as if we walked according to the flesh
- GK: δέομαι δε το μη παρών θαρρήσαι τη πεποιθήσει η λογίζομαι τολμήσαι επί τινας τους λογιζομένους ημάς ως κατά σάρκα περιπατούντας
Hebrews 13:6
- KJV: So that we may boldly say The Lord my helper and I will not fear what man shall do unto me
- GK: ώστε θαρρούντας ημάς λέγειν κύριος εμοί βοηθός και ου φοβηθήσομαι τι ποιήσει μοι άνθρωπος
θαρσέω (be of good cheer (comfort))
[edit]Matthew 9:2
- KJV: And behold they brought to him a man sick of the palsy lying on a bed and Jesus seeing their faith said unto the sick of the palsy Son be of good cheer thy sins be forgiven thee
- GK: και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
Matthew 9:22
- KJV: But Jesus turned him about and when he saw her he said Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole And the woman was made whole from that hour
- GK: ο δε Ιησούς επιστραφείς και ιδών αυτήν είπε θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης
Matthew 14:27
- KJV: But straightway Jesus spake unto them saying Be of good cheer it is I be not afraid
- GK: ευθέως δε ελάλησεν αυτοίς ο Ιησούς λέγων θαρσείτε εγώ ειμι μη φοβείσθε
Mark 6:50
- KJV: For they all saw him and were troubled And immediately he talked with them and saith unto them Be of good cheer it is I be not afraid
- GK: πάντες γαρ αυτόν είδον και εταράχθησαν και ευθέως ελάλησε μετ΄ αυτών και λέγει αυτοίς θαρσείτε εγώ ειμι μη φοβείσθε
Mark 10:49
- KJV: And Jesus stood still and commanded him to be called And they call the blind man saying unto him Be of good comfort rise he calleth thee
- GK: και στας ο Ιησούς είπεν αυτόν φωνηθήναι και φωνούσι τον τυφλόν λέγοντες αυτώ θάρσει έγειραι φωνεί σε
Luke 8:48
- KJV: And he said unto her Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole go in peace
- GK: ο δε είπεν αυτή θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε πορεύου εις ειρήνην
John 16:33
- KJV: These things I have spoken unto you that in me ye might have peace In the world ye shall have tribulation but be of good cheer I have overcome the world
- GK: ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε εν τω κόσμω θλίψιν έχετε αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον
Acts 23:11
- KJV: And the night following the Lord stood by him and said Be of good cheer Paul for as hast testified of me in Jerusalem so must thou bear witness also at Rome
- GK: τη δε επιούση νυκτί επιστάς αυτώ ο κύριος είπε θάρσει Παύλε ως γαρ διεμαρτύρω τα περί εμού εις Ιερουσαλήμ ούτω σε δει και εις Ρώμην μαρτυρήσαι
θάρσος (courage)
[edit]Acts 28:15
- KJV: And from thence when the brethren heard of us they came to meet us as far as Appii forum and The three taverns whom when Paul saw he thanked God and took courage
- GK: κακείθεν οι αδελφοί ακούσαντες τα περί ημών εξήλθον εις απάντησιν ημίν άχρις Αππίου και Τριών Ταβερνών ους ιδών ο Παύλος ευχαριστήσας τω θεώ έλαβε θάρσος
θαῦμα (admiration)
[edit]Revelation 17:6
- KJV: And I saw the woman drunken with the blood of the saints and with the blood of the martyrs of Jesus and when I saw her I wondered with great admiration
- GK: και είδον την γυναίκα μεθύουσαν εκ του αίματος των αγίων και εκ του αίματος των μαρτύρων Ιησού και εθαύμασα ιδών αυτήν θαύμα μέγα
θαυμάζω (admire)
[edit]Matthew 8:10
- KJV: When Jesus heard he marvelled and said to them that followed Verily I say unto you I have not found so great faith no, not in Israel
- GK: ακούσας δε ο Ιησούς εθαύμασε και είπε τοις ακολουθούσιν αμήν λέγω υμίν ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον
Matthew 8:27
- KJV: But the men marvelled saying What manner of man is this that even the winds and the sea obey him
- GK: οι δε άνθρωποι εθαύμασαν λέγοντες ποταπός εστιν ούτος ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ
Matthew 9:8
- KJV: But when the multitudes saw they marvelled and glorified God which had given such power unto men
- GK: ιδόντες δε οι όχλοι εθαύμασαν και εδόξασαν τον θεόν τον δόντα εξουσίαν τοιαύτην τοις ανθρώποις
Matthew 9:33
- KJV: And when the devil was cast out the dumb spake and the multitudes marvelled saying It was never so seen in Israel
- GK: και εκβληθέντος του δαιμονίου ελάλησεν ο κωφός και εθαύμασαν οι όχλοι λέγοντες ουδέποτε εφάνη ούτως εν τω Ισραήλ
Matthew 15:31
- KJV: Insomuch that the multitude wondered when they saw the dumb to speak the maimed to be whole the lame to walk and the blind to see and they glorified the God of Israel
- GK: ώστε τους όχλους θαυμάσαι βλέποντας κωφούς λαλούντας κυλλούς υγιείς χωλούς περιπατούντας και τυφλούς βλέποντας και εδόξασαν τον θεόν Ισραήλ
Matthew 21:20
- KJV: And when the disciples saw they marvelled saying How soon is the fig tree withered away
- GK: και ιδόντες οι μαθηταί εθαύμασαν λέγοντες πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή
Matthew 22:22
- KJV: When they had heard they marvelled and left him and went their way
- GK: και ακούσαντες εθαύμασαν και αφέντες αυτόν απήλθον
Matthew 27:14
- KJV: And he answered him to never a word insomuch that the governor marvelled greatly
- GK: και ουκ απεκρίθη αυτώ προς ουδέ εν ρήμα ώστε θαυμάζειν τον ηγεμόνα λίαν
Mark 5:20
- KJV: And he departed and began to publish in Decapolis how great things Jesus had done for him and all did marvel
- GK: και απήλθε και ήρξατο κηρύσσειν εν τη δεκαπόλει όσα εποίησεν αυτώ ο Ιησούς και πάντες εθαύμαζον
θαυμάσιος (wonderful thing)
[edit]Matthew 21:15
- KJV: And when the chief priests and scribes saw the wonderful things that he did and the children crying in the temple and saying Hosanna to the Son of David they were sore displeased
- GK: ιδόντες δε οι αρχιερείς και οι γραμματείς τα θαυμάσια α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ηγανάκτησαν
θαυμαστός (marvel(-lous))
[edit]Matthew 21:42
- KJV: Jesus saith unto them Did ye never read in the scriptures The stone which the builders rejected the same is become the head of the corner this is the Lord’s doing and it is marvellous in our eyes
- GK: λέγει αυτοίς ο Ιησούς ουδέποτε ανέγνωτε εν ταις γραφαίς λίθον ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες ούτος εγένηθη εις κεφαλήν γωνίας παρά κυρίου εγένετο αύτη και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών
Mark 12:11
- KJV: This was the Lord’s doing and it is marvellous in our eyes
- GK: παρά κυρίου εγένετο αύτη και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών
John 9:30
- KJV: The man answered and said unto them Why herein is a marvellous thing that ye know not from whence he is and he hath opened mine eyes
- GK: απεκρίθη ο άνθρωπος και είπεν αυτοίς εν γαρ τούτω θαυμαστόν εστιν ότι υμείς ουκ οίδατε πόθεν εστί και ανέωξέ μου τους οφθαλμούς
2 Corinthians 11:14
- KJV: And no marvel for Satan himself is transformed into an angel of light
- GK: και ου θαυμαστόν αυτός γαρ ο σατανάς μετασχηματίζεται εις άγγελον φωτός
1 Peter 2:9
- KJV: But ye a chosen generation a royal priesthood an holy nation a peculiar people that ye should shew forth the praises of him who hath called you out of darkness into his marvellous light
- GK: υμείς δε γένος εκλεκτόν βασίλειον ιεράτευμα έθνος άγιον λαός εις περιποίησιν όπως τας αρετάς εξαγγείλητε του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως
Revelation 15:1
- KJV: And I saw another sign in heaven great and marvellous seven angels having the seven last plagues for in them is filled up the wrath of God
- GK: και είδον άλλο σημείον εν τω ουρανώ μέγα και θαυμαστόν αγγέλους επτά έχοντας πληγάς επτά τας εσχάτας ότι εν αυταίς ετελέσθη ο θυμός του θεού
Revelation 15:3
- KJV: And they sing the song of Moses the servant of God and the song of the Lamb saying Great and marvellous thy works Lord God Almighty just and true thy ways King of saints
- GK: και άδουσι την ωδήν Μωυσέως του δούλου του θεού και την ωδήν του αρνίου λέγοντες μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου κύριε ο θεός ο παντοκράτωρ δίκαιαι και αληθιναί αι οδοί σου ο βασιλεύς των εθνων
θεά (goddess)
[edit]Acts 19:27
- KJV: So that not only this our craft is in danger to be set at nought but also that the temple of the great goddess Diana should be despised and her magnificence should be destroyed whom all Asia and the world worshippeth
- GK: ου μόνον δε τούτο κινδυνεύει ημίν το μέρος εις απελεγμόν ελθείν αλλά και το της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος ιερόν εις ουδέν λογισθήναι μέλλειν δε και καθαιρείσθαι την μεγαλειότητα αυτής ην όλη η Ασία και η οικουμένη σέβεται
Acts 19:35
- KJV: And when the townclerk had appeased the people he said men of Ephesus what man is there that knoweth not the city of the Ephesians is a worshipper of the great goddess Diana and of the which fell down from Jupiter
- GK: καταστείλας δε ο γραμματεύς τον όχλον φησίν άνδρες Εφέσιοι τις γαρ εστιν άνθρωπος ος ου γινώσκει την Εφεσίων πόλιν νεωκόρον ούσαν της μεγάλης θεάς Αρτέμιδος και του Διοπετούς
Acts 19:37
- KJV: For ye have brought hither these men which are neither robbers of churches nor yet blasphemers of your goddess
- GK: ηγάγετε γαρ τους άνδρας τούτους ούτε ιεροσύλους ούτε βλασφημούντας την θεόν υμών
θεάομαι (behold)
[edit]Matthew 6:1
- KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
- GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς
Matthew 11:7
- KJV: And as they departed Jesus began to say unto the multitudes concerning John What went ye out into the wilderness to see A reed shaken with the wind
- GK: τούτων δε πορευομένων ήρξατο ο Ιησούς λέγειν τοις όχλοις περί Ιωάννου τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον
Matthew 22:11
- KJV: And when the king came in to see the guests he saw there a man which had not on a wedding garment
- GK: εισελθών δε ο βασιλεύς θεάσασθαι τους ανακειμένους είδεν εκεί άνθρωπον ουκ ενδεδυμένον ένδυμα γάμου
Matthew 23:5
- KJV: But all their works they do for to be seen of men they make broad their phylacteries and enlarge the borders of their garments
- GK: πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις πλατύνουσι δε τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσιν τα κράσπεδα των ιματίων αυτών
Mark 16:11
- KJV: And they when they had heard that he was alive and had been seen of her believed not
- GK: κακείνοι ακούσαντες ότι ζη και εθεάθη υπ΄ αυτής ηπίστησαν
Mark 16:14
- KJV: Afterward he appeared unto the eleven as they sat at meat and upbraided them with their unbelief and hardness of heart because they believed not them which had seen him after he was risen
- GK: ύστερον ανακειμένοις αυτοίς τοις ένδεκα εφανερώθη και ωνείδισε την απιστίαν αυτών και σκληροκαρδίαν ότι τοις θεασσαμένοις αυτόν εγηγερμένον ουκ επίστευσαν
Luke 5:27
- KJV: And after these things he went forth and saw a publican named Levi sitting at the receipt of custom and he said unto him Follow me
- GK: και μετά ταύτα εξήλθε και εθεάσατο τελώνην ονόματι Λευϊν καθήμενον επί το τελώνιον και είπεν αυτώ ακολούθει μοι
Luke 7:24
- KJV: And when the messengers of John were departed he began to speak unto the people concerning John What went ye out into the wilderness for to see A reed shaken with the wind
- GK: απελθόντων δε των αγγέλων Ιωάννου ήρξατο λεγείν τοις όχλοις περί Ιωάννου τι εξεληλύθατε εις την έρημον θεάσασθαι κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον
Luke 23:55
- KJV: And the women also which came with him from Galilee followed after and beheld the sepulchre and how his body was laid
- GK: κατακολουθήσασαι δε και γυναίκες αίτινες ήσαν συνεληλυθυίαι αυτώ εκ της Γαλιλαίας εθεάσαντο το μνημείον και ως ετέθη το σώμα αυτού
θεατρίζω (make a gazing stock)
[edit]Hebrews 10:33
- KJV: Partly whilst ye were made a gazingstock both by reproaches and afflictions and partly whilst ye became companions of them that were so used
- GK: τούτο μεν ονειδισμοίς τε και θλίψεσι θεατριζόμενοι τούτο δε κοινωνοί των ούτως αναστρεφομένων γενηθέντες
θέατρον (spectacle)
[edit]Acts 19:29
- KJV: And the whole city was filled with confusion and having caught Gaius and Aristarchus men of Macedonia Paul’s companions in travel they rushed with one accord into the theatre
- GK: και επλήσθη η πόλις όλη συγχύσεως ώρμησάν τε ομοθυμαδόν εις το θέατρον συναρπάσαντες Γαϊον και Αρίσταρχον Μακεδόνας συνεκδήμους του Παύλου
Acts 19:31
- KJV: And certain of the chief of Asia which were his friends sent unto him desiring that he would not adventure himself into the theatre
- GK: τινές δε και των Ασιαρχών όντες αυτώ φίλοι πέμψαντες προς αυτόν παρεκάλουν μη δούναι εαυτόν εις το θέατρον
1 Corinthians 4:9
- KJV: For I think that God hath set forth us the apostles last as it were appointed to death for we are made a spectacle unto the world and to angels and to men
- GK: δοκώ γαρ ότι ο θεός ημάς αποστόλους εσχάτους απέδειξεν ως επιθανατίους ότι θέατρον εγενήθημεν τω κόσμω και αγγέλοις και ανθρώποις
θεῖον (brimstone)
[edit]Luke 17:29
- KJV: But the same day that Lot went out of Sodom it rained fire and brimstone from heaven and destroyed all
- GK: η δε ημέρα εξήλθε Λωτ από Σοδόμων έβρεξε πυρ και θείον απ΄ ουρανού και απώλεσεν άπαντας
Revelation 9:17
- KJV: And thus I saw the horses in the vision and them that sat on them having breastplates of fire and of jacinth and brimstone and the heads of the horses as the heads of lions and out of their mouths issued fire and smoke and brimstone
- GK: και ούτως είδον τους ίππους εν τη οράσει και τους καθημένους επ΄ αυτών έχοντας θώρακας πυρίνους και υακινθίνους και θειώδεις και αι κεφαλαί των ίππων ως κεφαλαί λεόντων και εκ των στομάτων αυτών εκπορεύεται πυρ και καπνός και θείον
Revelation 9:18
- KJV: By these three the third part of men killed by the fire and by the smoke and by the brimstone which issued out of their mouths
- GK: από των τριών πληγών τούτων απεκτάνθησαν το τρίτον των ανθρώπων εκ του πυρός και εκ του καπνού και του θείου του εκπορευομένου εκ των στομάτων αυτών
Revelation 14:10
- KJV: The same shall drink of the wine of the wrath of God which is poured out without mixture into the cup of his indignation and he shall be tormented with fire and brimstone in the presence of the holy angels and in the presence of the Lamb
- GK: και αυτός πίεται εκ του οίνου του θυμού του θεού του κεκερασμένου ακράτου εν τω ποτηρίω της οργής αυτού και βασανισθήσεται εν πυρί και θείω ενώπιον των αγίων αγγέλων και ενώπιον του αρνίου
Revelation 19:20
- KJV: And the beast was taken and with him the false prophet that wrought miracles before him with which he deceived them that had received the mark of the beast and them that worshipped his image These both were cast alive into a lake of fire burning with brimstone
- GK: και επιάσθη το θηρίον και μετά τούτου ο ψευδοπροφήτης ο ποιήσας τα σημεία ενώπιον αυτού εν οις επλάνησε τους λαβόντας το χάραγμα του θηρίου και τους προσκυνούντας τη εικόνι αυτού ζώντες εβλήθησαν οι δύο εις την λίμνην του πυρός την καοιμένην εν τω θείω
Revelation 20:10
- KJV: And the devil that deceived them was cast into the lake of fire and brimstone where the beast and the false prophet and shall be tormented day and night for ever and ever
- GK: και ο διάβολος ο πλανών αυτούς εβλήθη εις την λίμνην του πυρός και θείου όπου το θηρίον και ο ψευδοπροφήτης και βασανισθήσονται ημέρας και νυκτός εις τους αιώνας των αιώνων
Revelation 21:8
- KJV: But the fearful and unbelieving and the abominable and murderers and whoremongers and sorcerers and idolaters and all liars shall have their part in the lake which burneth with fire and brimstone which is the second death
- GK: τοις δε δειλοίς και απίστοις και αμαρτωλοίς και εβδελυγμένοις και φονεύσι και πόρνοις και φαρμακοίς και ειδωλολάτραις και πάσι τοις ψευδέσι το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη πυρί και θείω ο εστίν ο θάνατος ο δεύτερος
θεῖος (divine)
[edit]Acts 17:29
- KJV: Forasmuch then as we are the offspring of God we ought not to think that the Godhead is like unto gold or silver or stone graven by art and man’s device
- GK: γένος ούν υπάρχοντες του θεού ουκ οφείλομεν νομίζειν χρυσώ η αργύρω η λίθω χαράγματι τέχνης και ενθυμήσεως ανθρώπου το θείον είναι όμοιον
2 Peter 1:3
- KJV: According as his divine power hath given unto us all things that unto life and godliness through the knowledge of him that hath called us to glory and virtue
- GK: ως πάντα ημίν της θείας δυνάμεως αυτού τα προς ζωήν και ευσέβειαν δεδωρημένης διά της επιγνώσεως του καλέσαντος ημάς διά δόξης και αρετής
2 Peter 1:4
- KJV: Whereby are given unto us exceeding great and precious promises that by these ye might be partakers of the divine nature having escaped the corruption that is in the world through lust
- GK: δι΄ ων τα τίμια ημίν και μέγιστα επαγγέλματα δεδώρηται ίνα διά τούτων γένησθε θείας κοινωνοί φύσεως αποφυγόντες της εν κόσμω εν επιθυμία φθοράς
θειότης (godhead)
[edit]Romans 1:20
- KJV: For the invisible things of him from the creation of the world are clearly seen being understood by the things that are made his eternal power and Godhead so that they are without excuse
- GK: τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασιν νοούμενα καθοράται η τε αϊδιος αυτού δύναμις και θειότης εις το είναι αυτούς αναπολογήτους
θειώδης (brimstone)
[edit]Revelation 9:17
- KJV: And thus I saw the horses in the vision and them that sat on them having breastplates of fire and of jacinth and brimstone and the heads of the horses as the heads of lions and out of their mouths issued fire and smoke and brimstone
- GK: και ούτως είδον τους ίππους εν τη οράσει και τους καθημένους επ΄ αυτών έχοντας θώρακας πυρίνους και υακινθίνους και θειώδεις και αι κεφαλαί των ίππων ως κεφαλαί λεόντων και εκ των στομάτων αυτών εκπορεύεται πυρ και καπνός και θείον
θέλημα (desire)
[edit]Matthew 6:10
- KJV: Thy kingdom come Thy will be done in earth as in heaven
- GK: ελθέτω η βασιλεία σου γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης
Matthew 7:21
- KJV: Not every one that saith unto me Lord Lord shall enter into the kingdom of heaven but he that doeth the will of my Father which is in heaven
- GK: ου πας ο λέγων μοι κύριε κύριε εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών αλλ΄ ο ποιών το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς
Matthew 12:50
- KJV: For who soever shall do the will of my Father which is in heaven the same is my brother and sister and mother
- GK: όστις γαρ αν ποιήση το θέλημα του πατρός μου του εν ουρανοίς αυτός μου αδελφός και αδελφή και μήτηρ εστίν
Matthew 18:14
- KJV: Even so it is not the will of your Father which is in heaven that one of these little ones should perish
- GK: ούτως ουκ έστι θέλημα έμπροσθεν του πατρός υμών του εν ουρανοίς ίνα απόληται εις των μικρών τούτων
Matthew 21:31
- KJV: Whether of them twain did the will of his father They say unto him The first Jesus saith unto them Verily I say unto you That the publicans and the harlots go into the kingdom of God before you
- GK: τις εκ των δύο εποίησε το θέλημα του πατρός λέγουσιν αυτώ ο πρώτος λέγει αυτοίς ο Ιησούς αμήν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του θεού
Matthew 26:42
- KJV: He went away again the second time and prayed saying O my Father if this cup may not pass away from me except I drink it thy will be done
- GK: πάλιν εκ δευτέρου απελθών προσήυξατο λέγων πάτερ μου ει ου δύναται τούτο το ποτήριον παρελθείν απ΄ εμού εάν μη αυτό πίω γενηθήτω το θέλημά σου
Mark 3:35
- KJV: For whosoever shall do the will of God the same is my brother and my sister and mother
- GK: ος γαρ αν ποιήση το θέλημα του θεού ούτος αδελφός μου και αδελφή και μήτηρ εστί
Luke 11:2
- KJV: And he said unto them When ye pray say Our Father which art in heaven Hallowed be thy name Thy kingdom come Thy will be done as in heaven so in earth
- GK: είπε δε αυτοίς όταν προσεύχησθε λέγετε πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς αγιασθήτω το όνομά σου ελθέτω η βασιλεία σου γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης
Luke 12:47
- KJV: And that servant which knew his lord’s will and prepared not neither did according to his will shall be beaten with many
- GK: εκείνος δε ο δούλος ο γνούς το θέλημα του κυρίου εαυτού και μη ετοιμάσας μηδέ ποιήσας προς το θέλημα αυτού δαρήσεται πολλάς
θέλησις (will)
[edit]Hebrews 2:4
- KJV: God also bearing witness both with signs and wonders and with divers miracles and gifts of the Holy Ghost according to his own will
- GK: συνεπιμαρτυρούντος του θεού σημείοις τε και τέρασι και ποικίλαις δυνάμεσι και πνεύματος αγίου μερισμοίς κατά την αυτού θέλησιν
θέλω (desire)
[edit]Matthew 1:19
- KJV: Then Joseph her husband being a just and not willing to make her a publick example was minded to put her away privily
- GK: Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν
Matthew 2:18
- KJV: In Rama was there a voice heard lamentation and weeping and great mourning Rachel weeping her children and would not be comforted because they are not
- GK: φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί
Matthew 5:40
- KJV: And if any man will sue thee at the law and take away thy coat let him have cloke also
- GK: και τω θέλοντί σοι κριθήναι και τον χιτώνά σου λαβείν άφες αυτώ και το ιμάτιον
Matthew 5:42
- KJV: Give to him that asketh thee and from him that would borrow of thee turn not thou away
- GK: τω αιτούντί σε δίδου και τον θέλοντα από σου δανείσασθαι μη αποστραφής
Matthew 7:12
- KJV: Therefore all things whatsoever ye would that men should do to you do ye even so to them for this is the law and the prophets
- GK: πάντα ουν όσα αν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι ούτω και υμείς ποιείτε αυτοίς ούτος γαρ εστιν ο νόμος και οι προφήται
Matthew 8:2
- KJV: And behold there came a leper and worshipped him saying Lord if thou wilt thou canst make me clean
- GK: και ιδού λεπρός ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων κύριε εάν θέλης δύνασαί με καθαρίσαι
Matthew 8:3
- KJV: And Jesus put forth hand and touched him saying I will be thou clean And immediately his leprosy was cleansed
- GK: και εκτείνας την χείρα ήψατο αυτού ο Ιησούς λέγων θέλω καθαρίσθητι και ευθέως εκαθαρίσθη αυτού η λέπρα
Matthew 9:13
- KJV: But go ye and learn what meaneth I will have mercy and not sacrifice for I am not come to call the righteous but sinners to repentance
- GK: πορευθέντες δε μάθετε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν
Matthew 11:14
- KJV: And if ye will receive this is Elias which was for to come
- GK: και ει θέλετε δέξασθαι αυτός εστιν Ηλίας ο μέλλων έρχεσθαι
θεμέλιος (foundation)
[edit]Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Luke 6:49
- KJV: But he that heareth and doeth not is like a man that without a foundation built an house upon the earth against which the stream did beat vehemently and immediately it fell and the ruin of that house was great
- GK: ο δε ακούσας και μη ποιήσας όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομήσαντι οικίαν επί την γην χωρίς θεμελίου η προσέρρηξεν ο ποταμός και ευθέως έπεσε και εγένετο το ρήγμα της οικίας εκείνης μέγα
Luke 14:29
- KJV: Lest haply after he hath laid the foundation and is not able to finish all that behold begin to mock him
- GK: ίνα μήποτε θέντος αυτού θεμέλιον και μη ισχύοντος εκτελέσαι πάντες οι θεωρούντες άρξωνται έμπαιζειν αυτώ
Acts 16:26
- KJV: And suddenly there was a great earthquake so that the foundations of the prison were shaken and immediately all the doors were opened and every one’s bands were loosed
- GK: άφνω δε σεισμός εγένετο μέγας ώστε σαλευθήναι τα θεμέλια του δεσμωτηρίου ανεώχθησάν τε παραχρήμα αι θύραι πάσαι και πάντων τα δεσμά ανέθη
Romans 15:20
- KJV: Yea so have I strived to preach the gospel not where Christ was named lest I should build upon another man’s foundation
- GK: ούτω δε φιλοτιμούμενον ευαγγελίζεσθαι ουχ όπου ωνομάσθη χριστός ίνα μη επ΄ αλλότριον θεμέλιον οικοδομώ
1 Corinthians 3:10
- KJV: According to the grace of God which is given unto me as a wise masterbuilder I have laid the foundation and another buildeth thereon But let every man take heed how he buildeth thereupon
- GK: κατά την χάριν του θεού την δοθείσάν μοι ως σοφός αρχιτέκτων θεμέλιον τέθεικα άλλος δε εποικοδομεί έκαστος δε βλεπέτω πως εποικοδομεί
1 Corinthians 3:11
- KJV: For other foundation can no man lay than that is laid which is Jesus Christ
- GK: θεμέλιον γαρ άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον ος εστιν Ιησούς χριστός
1 Corinthians 3:12
- KJV: Now if any man build upon this foundation gold silver precious stones wood hay stubble
- GK: ει δε τις εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν άργυρον λίθους τιμίους ξύλα χόρτον καλάμην
Ephesians 2:20
- KJV: And are built upon the foundation of the apostles and prophets Jesus Christ himself being the chief corner
- GK: εποικοδομηθέντες επί τω θεμελιώ των αποστόλων και προφητών όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού χριστού
θεμελιόω ((lay the) found(- ation))
[edit]Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Ephesians 3:17
- KJV: That Christ may dwell in your hearts by faith that ye, being rooted and grounded in love
- GK: κατοικήσαι τον χριστόν διά της πίστεως εν ταις καρδίαις υμών εν αγάπη ερριζωμένοι και τεθεμελιωμένοι
Colossians 1:23
- KJV: If ye continue in the faith grounded and settled and not moved away from the hope of the gospel which ye have heard which was preached to every creature under heaven whereof I Paul am made a minister
- GK: είγε επιμένετε τη πίστει τεθεμελιωμένοι και εδραίοι και μη μετακινούμενοι από της ελπίδος του ευαγγελίου ου ηκούσατε του κηρυχθέντος εν πάση τη κτίσει τη υπό τον ουρανόν ου εγενόμην εγώ Παύλος διάκονος
Hebrews 1:10
- KJV: And Thou Lord in the beginning hast laid the foundation of the earth and the heavens are the works of thine hands
- GK: και συ κατ΄ αρχάς κύριε την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου εισιν οι ουρανοί
1 Peter 5:10
- KJV: But the God of all grace who hath called us unto his eternal glory by Christ Jesus after that ye have suffered a while make you perfect stablish strengthen settle
- GK: ο δε θεός πάσης χάριτος ο καλέσας ημάς εις την αιώνιον αυτού δόξαν εν χριστώ Ιησού ολίγον παθόντας αυτός καταρτίσαι υμάς στηρίξαι σθενώσαι θεμελιώσαι
θεοδίδακτος (taught of God)
[edit]1 Thessalonians 4:9
- KJV: But as touching brotherly love ye need not that I write unto you for ye yourselves are taught of God to love one another
- GK: περί δε της φιλαδελφίας ου χρείαν έχετε γράφειν υμίν αυτοί γαρ υμείς θεοδίδακτοί εστε εις το αγαπάν αλλήλους
θεομαχέω (fight against God)
[edit]Acts 23:9
- KJV: And there arose a great cry and the scribes of the Pharisees’ part arose and strove saying We find no evil in this man but if a spirit or an angel hath spoken to him let us not fight against God
- GK: εγένετο δε κραυγή μεγάλη και αναστάντες οι γραμματείς του μέρους των Φαρισαίων διεμάχοντο λέγοντες ουδέν κακόν ευρίσκομεν εν τω ανθρώπω τούτω ει δε και πνεύμα ελάλησεν αυτώ η άγγελος μη θεομαχώμεν
θεομάχος (to fight against God)
[edit]Acts 5:39
- KJV: But if it be of God can not overthrow it lest haply ye be found even to fight against God
- GK: ει δε εκ θεού εστιν ου δύνασθε καταλύσαι αυτό μήποτε και θεομάχοι ευρεθήτε
θεόπνευστος (given by inspiration of God)
[edit]2 Timothy 3:16
- KJV: All scripture given by inspiration of God and profitable for doctrine for reproof for correction for instruction in righteousness
- GK: πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν προς έλεγχον προς επανόρθωσιν προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη
θεός (X exceeding)
[edit]Matthew 1:23
- KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
- GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός
Matthew 3:9
- KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
- GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ
Matthew 3:16
- KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
- GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν
Matthew 4:3
- KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
- GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται
Matthew 4:4
- KJV: But he answered and said It is written Man shall not live by bread alone but by every word that proceedeth out of the mouth of God
- GK: ο δε αποκριθείς είπε γέγραπται ουκ επ΄ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος αλλ΄ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος θεού
Matthew 4:6
- KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
Matthew 4:7
- KJV: Jesus said unto him It is written again Thou shalt not tempt the Lord thy God
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς πάλιν γέγραπται ουκ εκπειράσεις κύριον τον θεόν σου
Matthew 4:10
- KJV: Then saith Jesus unto him Get thee hence Satan for it is written Thou shalt worship the Lord thy God and him only shalt thou serve
- GK: τότε λέγει αυτώ ο Ιησούς ύπαγε οπίσω μου Σατανά γέγραπται γαρ κύριον τον θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις
θεοσέβεια (godliness)
[edit]1 Timothy 2:10
- KJV: But which becometh women professing godliness with good works
- GK: αλλ΄ ο πρέπει γυναιξίν επαγγελλομέναις θεοσέβειαν δι΄ έργων αγαθών
θεοσεβής (worshipper of God)
[edit]John 9:31
- KJV: Now we know that God heareth not sinners but if any man be a worshipper of God and doeth his will him he heareth
- GK: οίδαμεν δε ότι αμαρτωλών ο θεός ουκ ακούει αλλ΄ εάν τις θεοσεβής η και το θέλημα αυτού ποιή τούτου ακούει
θεοστυγής (hater of God)
[edit]Romans 1:30
- KJV: Backbiters haters of God despiteful proud boasters inventors of evil things disobedient to parents
- GK: καταλάλους θεοστυγείς υβριστάς υπερηφάνους αλαζόνας εφευρετάς κακών γονεύσιν απειθείς
θεότης (godhead)
[edit]Colossians 2:9
- KJV: For in him dwelleth all the fulness of the Godhead bodily
- GK: ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς
Θεόφιλος (Theophilus)
[edit]Luke 1:3
- KJV: It seemed good to me also having had perfect understanding of all things from the very first to write unto thee in order most excellent Theophilus
- GK: έδοξε κάμοι παρηκολουθηκότι άνωθεν πάσιν ακριβώς καθεξής σοι γράψαι κράτιστε Θεόφιλε
Acts 1:1
- KJV: The former treatise have I made O Theophilus of all that Jesus began both to do and teach
- GK: τον μεν πρώτον λόγον εποιησάμην περί πάντων ω Θεόφιλε ων ήρξατο ο Ιησούς ποιείν τε και διδάσκειν
θεραπεία (healing)
[edit]Matthew 24:45
- KJV: Who then is a faithful and wise servant whom his lord hath made ruler over his household to give them meat in due season
- GK: τις άρα εστίν ο πιστός δούλος και φρόνιμος ον κατέστησεν ο κύριος αυτού επί της θεραπείας αυτού του διδόναι αυτοίς την τροφήν εν καιρώ
Luke 9:11
- KJV: And the people when they knew followed him and he received them and spake unto them of the kingdom of God and healed them that had need of healing
- GK: οι δε όχλοι γνόντες ηκολούθησαν αυτώ και δεξάμενος αυτούς ελάλει αυτοίς περί της βασιλείας του θεού και τους χρείαν έχοντας θεραπείας ιάτο
Luke 12:42
- KJV: And the Lord said Who then is that faithful and wise steward whom lord shall make ruler over his household to give portion of meat in due season
- GK: είπε δε ο κύριος τις άρα εστίν ο πιστός οικονόμος και φρόνιμος ον καταστήσει ο κύριος επί της θεραπείας αυτού του διδόναι εν καιρώ το σιτομέτριον
Revelation 22:2
- KJV: In the midst of the street of it and on either side of the river the tree of life which bare twelve fruits yielded her fruit every month and the leaves of the tree for the healing of the nations
- GK: εν μέσω της πλατείας αυτής και του ποταμού εντεύθεν και εντεύθεν ξύλον ζωής ποιούν καρπούς δώδεκα κατά μήνα έκαστον αποδιδούς τον καρπόν αυτού και τα φύλλα του ξύλου εις θεραπείαν των εθνών
θεραπεύω (cure)
[edit]Matthew 4:23
- KJV: And Jesus went about all Galilee teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing all manner of sickness and all manner of disease among the people
- GK: και περιήγεν όλην την Γαλιλαίαν ο Ιησούς διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ
Matthew 4:24
- KJV: And his fame went throughout all Syria and they brought unto him all sick people that were taken with divers diseases and torments and those which were possessed with devils and those which were lunatick and those that had the palsy and he healed them
- GK: και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς
Matthew 8:7
- KJV: And Jesus saith unto him I will come and heal him
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς εγώ ελθών θεραπεύσω αυτόν
Matthew 8:16
- KJV: When the even was come they brought unto him many that were possessed with devils and he cast out the spirits with word and healed all that were sick
- GK: οψίας δε γενομένης προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λόγω και πάντας του κακώς έχοντας εθεράπευσεν
Matthew 9:35
- KJV: And Jesus went about all the cities and villages teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing every sickness and every disease among the people
- GK: και περιήγεν ο Ισηούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 10:1
- KJV: And when he had called unto his twelve disciples he gave them power unclean spirits to cast them out and to heal all manner of sickness and all manner of disease
- GK: και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 10:8
- KJV: Heal the sick cleanse the lepers raise the dead cast out devils freely ye have received freely give
- GK: ασθενούντας θεραπεύετε νεκρούς εγείρετε λεπρούς καθαρίζετε δαιμόνια εκβάλλετε δωρεάν ελάβετε δωρεάν δότε
Matthew 12:10
- KJV: And behold there was a man which had hand withered And they asked him saying Is it lawful to heal on the sabbath days that they might accuse him
- GK: και ιδού άνθρωπος ην την χείρα έχων ξηράν και επηρώτησαν αυτόν λέγοντες ει έξεστι τοις σάββασι θεραπεύειν ίνα κατηγορήσωσιν αυτού
Matthew 12:15
- KJV: But when Jesus knew he withdrew himself from thence and great multitudes followed him and he healed them all
- GK: ο δε Ιησούς γνους ανεχώρησεν εκείθεν και ηκολούθησαν αυτώ όχλοι πολλοί και εθεράπευσεν αυτούς πάντας
θεράπων (servant)
[edit]Hebrews 3:5
- KJV: And Moses verily faithful in all his house as a servant for a testimony of those things which were to be spoken after
- GK: και Μωϋσης μεν πιστός εν όλω τω οίκω αυτού ως θεράπων εις μαρτύριον των λαληθησομένων
θερίζω (reap)
[edit]Matthew 6:26
- KJV: Behold the fowls of the air for they sow not neither do they reap nor gather into barns yet your heavenly Father feedeth them Are ye not much better than they
- GK: εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών
Matthew 25:24
- KJV: Then he which had received the one talent came and said Lord I knew thee that thou art an hard man reaping where thou hast not sown and gathering where thou hast not strawed
- GK: προσελθών δε και ο το εν τάλαντον ειληφώς είπε κύριε έγνων σε ότι σκληρός ει άνθρωπος θερίζων όπου ουκ έσπειρας και συνάγων όθεν ου διεσκόρπισας
Matthew 25:26
- KJV: His lord answered and said unto him wicked and slothful servant thou knewest that I reap where I sowed not and gather where I have not strawed
- GK: αποκριθείς δε ο κύριος αυτού είπεν αυτώ πονηρέ δούλε και οκνηρέ ήδεις ότι θερίζω όπου ουκέσπειρα και συνάγω όθεν ου διεσκόρπισα
Luke 12:24
- KJV: Consider the ravens for they neither sow nor reap which neither have storehouse nor barn and God feedeth them how much more are ye better than the fowls
- GK: κατανοήσατε τους κόρακας ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν οις ουκ έστι ταμείον ουδέ αποθήκη και ο θεός τρέφει αυτούς πόσω μάλλον υμείς διαφέρετε των πετεινών
Luke 19:21
- KJV: For I feared thee because thou art an austere man thou takest up that thou layedst not down and reapest that thou didst not sow
- GK: εφοβούμην γαρ σε ότι άνθρωπος αυστηρός ει αίρεις ο ουκ έθηκας και θερίζεις ο ουκ έσπειρας
Luke 19:22
- KJV: And he saith unto him Out of thine own mouth will I judge thee wicked servant Thou knewest that I was an austere man taking up that I laid not down and reaping that I did not sow
- GK: λέγει δε αυτώ εκ του στόματός σου κρινώ σε πονηρέ δούλε ήδεις ότι εγώ άνθρωπος αυστηρός ειμι αίρων ο ουκ έθηκα και θερίζων ο ουκ έσπειρα
John 4:36
- KJV: And he that reapeth receiveth wages and gathereth fruit unto life eternal that both he that soweth and he that reapeth may rejoice together
- GK: και ο θερίζων μισθόν λαμβάνει και συνάγει καρπόν εις ζωήν αιώνιον ίνα και ο σπείρων ομού χαίρη και ο θερίζων
John 4:37
- KJV: And herein is that saying true One soweth and another reapeth
- GK: εν γαρ τούτω ο λόγος εστίν ο αληθινός ότι άλλος εστίν ο σπείρων και άλλος ο θερίζων
John 4:38
- KJV: I sent you to reap that whereon ye bestowed no labour other men laboured and ye are entered into their labours
- GK: εγώ απέστειλα υμάς θερίζειν ο ουχ υμείς κεκοπιάκατε άλλοι κεκοπιάκασι και υμείς εις τον κόπον αυτών εισεληλύθατε
θερισμός (harvest)
[edit]Matthew 9:37
- KJV: Then saith he unto his disciples The harvest truly plenteous but the labourers few
- GK: τότε λέγει τοις μαθηταίς αυτού ο μεν θερισμός πολύς οι δε εργάται ολίγοι
Matthew 9:38
- KJV: Pray ye therefore the Lord of the harvest that he will send forth labourers into his harvest
- GK: δεήθητε ουν του κυρίου του θερισμού όπως εκβάλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού
Matthew 13:30
- KJV: Let both grow together until the harvest and in the time of harvest I will say to the reapers Gather ye together first the tares and bind them in bundles to burn them but gather the wheat into my barn
- GK: άφετε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού και εν τω καιρώ του θερισμού ερώ τοις θερισταίς συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθήκην μου
Matthew 13:39
- KJV: The enemy that sowed them is the devil the harvest is the end of the world and the reapers are the angels
- GK: ο δε εχθρός ο σπείρας αυτά εστιν ο διάβολος ο δε θερισμός συντέλεια του αιώνός εστιν οι δε θερισταί άγγελοί εισιν
Mark 4:29
- KJV: But when the fruit is brought forth immediately he putteth in the sickle because the harvest is come
- GK: όταν δε παραδώ ο καρπός ευθέως αποστέλλει το δρέπανον ότι παρέστηκεν ο θερισμός
Luke 10:2
- KJV: Therefore said he unto them The harvest truly great but the labourers few pray ye therefore the Lord of the harvest that he would send forth labourers into his harvest
- GK: έλεγεν ουν προς αυτούς ο μεν θερισμός πολύς οι δε εργάται ολίγοι δεήθητε ούν του κυρίου του θερισμού όπως εκβάλλη εργάτας εις τον θερισμόν αυτού
John 4:35
- KJV: Say not ye There are yet four months and cometh harvest behold I say unto you Lift up your eyes and look on the fields for they are white already to harvest
- GK: ουχ υμείς λέγετε ότι έτι τετράμηνός εστι και ο θερισμός έρχεται ιδού λέγω υμίν επάρατε τους οφθαλμούς υμών και θεάσασθε τας χώρας ότι λευκαί εισι προς θερισμόν ήδη
Revelation 14:15
- KJV: And another angel came out of the temple crying with a loud voice to him that sat on the cloud Thrust in thy sickle and reap for the time is come for thee to reap for the harvest of the earth is ripe
- GK: και άλλος άγγελος εξήλθεν εκ του ναού κράζων εν φωνή μεγάλη τω καθημένω επί της νεφέλης πέμψον το δρέπανόν σου και θέρισον ότι ήλθεν η ώρα του θερίσαι ότι εξηράνθη ο θερισμός της γης
θεριστής (reaper)
[edit]Matthew 13:30
- KJV: Let both grow together until the harvest and in the time of harvest I will say to the reapers Gather ye together first the tares and bind them in bundles to burn them but gather the wheat into my barn
- GK: άφετε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού και εν τω καιρώ του θερισμού ερώ τοις θερισταίς συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθήκην μου
Matthew 13:39
- KJV: The enemy that sowed them is the devil the harvest is the end of the world and the reapers are the angels
- GK: ο δε εχθρός ο σπείρας αυτά εστιν ο διάβολος ο δε θερισμός συντέλεια του αιώνός εστιν οι δε θερισταί άγγελοί εισιν
θερμαίνω ((be) warm(-ed)
[edit]Mark 14:54
- KJV: And Peter followed him afar off even into the palace of the high priest and he sat with the servants and warmed himself at the fire
- GK: και ο Πέτρος από μακρόθεν ηκολούθησεν αυτώ έως έσω εις την αυλήν του αρχιερέως και ην συγκαθήμενος μετά των υπηρετών και θερμαινόμενος προς το φως
Mark 14:67
- KJV: And when she saw Peter warming himself she looked upon him and said And thou also wast with Jesus of Nazareth
- GK: και ιδούσα τον Πέτρον θερμαινόμενον εμβλέψασα αυτώ λέγει και συ μετά του Ναζαρηνού Ιησού ήσθα
John 18:18
- KJV: And the servants and officers stood there who had made a fire of coals for it was cold and they warmed themselves and Peter stood with them and warmed himself
- GK: ειστήκεισαν δε οι δούλοι και οι υπηρέται ανθρακιάν πεποιηκότες ότι ψύχος ην και εθερμαίνοντο ην δε μετ΄ αυτών ο Πέτρος εστώς και θερμαινόμενος
John 18:25
- KJV: And Simon Peter stood and warmed himself They said therefore unto him Art not thou also of his disciples He denied and said I am not
- GK: ην δε Σίμων Πέτρος εστώς και θερμαινόμενος είπον ουν αυτώ μη και συ εκ των μαθητών αυτού ει ηρνήσατο εκείνος και είπεν ουκ ειμί
James 2:16
- KJV: And one of you say unto them Depart in peace be warmed and filled notwithstanding ye give them not those things which are needful to the body what profit
- GK: είπη δε τις αυτοίς εξ υμών υπάγετε εν ειρήνη θερμαίνεσθε και χορτάζεσθε μη δώτε δε αυτοίς τα επιτήδεια του σώματος τι το όφελος
θέρμη (heat)
[edit]Acts 28:3
- KJV: And when Paul had gathered a bundle of sticks and laid on the fire there came a viper out of the heat and fastened on his hand
- GK: συστρέψαντος δε του Παύλου φρυγάνων πλήθος και επιθέντος επί την πυράν έχιδνα εκ της θέρμης διεξελθούσα καθήψε της χειρός αυτού
θέρος (summer)
[edit]Matthew 24:32
- KJV: Now learn a parable of the fig tree When his branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer nigh
- GK: από δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν ήδη ο κλάδος αυτής γένηται απαλός και τα φύλλα εκφύη γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος
Mark 13:28
- KJV: Now learn a parable of the fig tree When her branch is yet tender and putteth forth leaves ye know that summer is near
- GK: απο δε της συκής μάθετε την παραβολήν όταν αυτής ήδη ο κλάδος απαλός γένηται και εκφύη τα φύλλα γινώσκετε ότι εγγύς το θέρος εστίν
Luke 21:30
- KJV: When they now shoot forth ye see and know of your own selves that summer is now nigh at hand
- GK: όταν προβάλωσιν ήδη βλέποντες αφ΄ εαυτών γινώσκετε ότι ήδη εγγύς το θέρος εστίν
Θεσσαλονικεύς (Thessalonian)
[edit]Acts 20:4
- KJV: And there accompanied him into Asia Sopater of Berea and of the Thessalonians Aristarchus and Secundus and Gaius of Derbe and Timotheus and of Asia Tychicus and Trophimus
- GK: συνείπετο δε αυτώ άχρι της Ασίας Σώπατρος Βερροιαίος Θεσσαλονικέων δε Αρίσταρχος και Σεκούνδος και Γαϊος Δερβαίος και Τιμόθεος Ασιανοί δε Τυχικός και Τρόφιμος
Acts 27:2
- KJV: And entering into a ship of Adramyttium we launched meaning to sail by the coasts of Asia Aristarchus a Macedonian of Thessalonica being with us
- GK: επιβάντες δε πλοίω Αδραμυττηνώ μέλλοντες πλείν τους κατά την Ασίαν τόπους ανήχθημεν όντος συν ημίν Αριστάρχου Μακεδόνος Θεσσαλονικέως
1 Thessalonians 1:1
- KJV: Paul and Silvanus and Timotheus unto the church of the Thessalonians in God the Father and the Lord Jesus Christ Grace unto you and peace from God our Father and the Lord Jesus Christ
- GK: Παύλος και Σιλουανός και Τιμόθεος τη εκκλησία Θεσσαλονικέων εν θεώ πατρί και κυρίω Ιησού χριστώ χάρις υμίν και ειρήνη από θεού πατρός ημών και κυρίου Ιησού χριστού
2 Thessalonians 1:1
- KJV: Paul and Silvanus and Timotheus unto the church of the Thessalonians in God our Father and the Lord Jesus Christ
- GK: Παύλος και Σιλουανός και Τιμόθεος τη εκκλησία Θεσσαλονικέων εν θεώ πατρί ημών και κυρίω Ιησού χριστώ
Θεσσαλονίκη (Thessalonica)
[edit]Acts 17:1
- KJV: Now when they had passed through Amphipolis and Apollonia they came to Thessalonica where was a synagogue of the Jews
- GK: διοδεύσαντες δε την Αμφίπολιν και Απολλωνίαν ήλθον εις Θεσσαλονίκην όπου ην η συναγωγή των Ιουδαίων
Acts 17:11
- KJV: These were more noble than those in Thessalonica in that they received the word with all readiness of mind and searched the scriptures daily whether those things were so
- GK: ούτοι δε ήσαν ευγενέστεροι των εν Θεσσαλονίκη οίτινες εδέξαντο τον λόγον μετά πάσης προθυμίας το καθ΄ ημέραν ανακρίνοντες τας γραφάς ει έχοι ταύτα ούτως
Acts 17:13
- KJV: But when the Jews of Thessalonica had knowledge that the word of God was preached of Paul at Berea they came thither also and stirred up the people
- GK: ως δε έγνωσαν οι από της Θεσσαλονίκης Ιουδαίοι ότι και εν τη Βεροία κατηγγέλη υπό του Παύλου ο λόγος του θεού ήλθον κακεί σαλεύοντες τους όχλους
Philippians 4:16
- KJV: For even in Thessalonica ye sent once and again unto my necessity
- GK: ότι και εν Θεσσαλονίκη και άπαξ και δις εις την χρείαν μοι επέμψατε
2 Timothy 4:10
- KJV: For Demas hath forsaken me having loved this present world and is departed unto Thessalonica Crescens to Galatia Titus unto Dalmatia
- GK: Δημάς γαρ με εγκατέλιπεν αγαπήσας τον νυν αιώνα και επορεύθη εις Θεσσαλονίκην Κρήσκης εις Γαλατίαν Τίτος εις Δαλματίαν
Θευδᾶς (Theudas)
[edit]Acts 5:36
- KJV: For before these days rose up Theudas boasting himself to be somebody to whom a number of men about four hundred joined themselves who was slain and all as many as obeyed him were scattered and brought to nought
- GK: προ γαρ τούτων των ημερών ανέστη Θευδάς λέγων είναί τινα εαυτόν ω προσεκλήθη αριθμός ανδρών ωσεί τετρακοσίων ος ανηρέθη και πάντες όσοι επείθοντο αυτώ διελύθησαν και εγένοντο εις ουδέν
θεωρέω (behold)
[edit]Matthew 27:55
- KJV: And many women were there beholding afar off which followed Jesus from Galilee ministering unto him
- GK: ήσαν δε εκεί γυναίκες πολλαί από μακρόθεν θεωρούσαι αίτινες ηκολούθησαν τω Ιησού από της Γαλιλαίας διακονούσαι αυτώ
Matthew 28:1
- KJV: In the end of the sabbath as it began to dawn toward the first of the week came Mary Magdalene and the other Mary to see the sepulchre
- GK: οψέ δε σαββάτων τη επιφωσκούση εις μίαν σαββάτων ήλθε Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία θεωρήσαι τον τάφον
Mark 3:11
- KJV: And unclean spirits when they saw him fell down before him and cried saying Thou art the Son of God
- GK: και τα πνεύματα τα ακάθαρτα όταν αυτόν εθεώρει προσέπιπτεν αυτώ και έκραζε λέγοντα ότι συ ει ο υιός του θεού
Mark 5:15
- KJV: And they come to Jesus and see him that was possessed with the devil and had the legion sitting and clothed and in his right mind and they were afraid
- GK: και έρχονται προς τον Ιησούν και θεωρούσι τον δαιμονιζόμενον καθήμενον και ιματισμένον και σωφρονούντα τον εσχηκότα τον λεγεώνα και εφοβήθησαν
Mark 5:38
- KJV: And he cometh to the house of the ruler of the synagogue and seeth the tumult and them that wept and wailed greatly
- GK: και έρχεται εις τον οίκον του αρχισυναγώγου και θεωρεί θόρυβον και κλαίοντας και αλαλάζοντας πολλά
Mark 12:41
- KJV: And Jesus sat over against the treasury and beheld how the people cast money into the treasury and many that were rich cast in much
- GK: και καθίσας ο Ιησούς κατέναντι του γαζοφυλακίου εθεώρει πως ο όχλος βάλλει χαλκόν εις το γαζοφυλάκιον και πολλοί πλούσιοι έβαλλον πολλά
Mark 15:40
- KJV: There were also women looking on afar off among whom was Mary Magdalene and Mary the mother of James the less and of Joses and Salome
- GK: ήσαν δε και γυναίκες από μακρόθεν θεωρούσαι εν αις ην Μαρία Μαγδαληνή και Μαρία η του Ιακώβου του μικρού και Ιωσή μήτηρ και Σαλώμη
Mark 15:47
- KJV: And Mary Magdalene and Mary of Joses beheld where he was laid
- GK: η δε Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία Ιωσή εθεώρουν που τίθεται
Mark 16:4
- KJV: And when they looked they saw that the stone was rolled away for it was very great
- GK: και αναβλέψασαι θεωρούσιν ότι αποκεκύλισται ο λίθος ην γαρ μέγας σφόδρα
θεωρία (sight)
[edit]Luke 23:48
- KJV: And all the people that came together to that sight beholding the things which were done smote their breasts and returned
- GK: και πάντες οι συμπαραγενόμενοι όχλοι επί την θεωρίαν ταύτην θεωρούντες τα γενόμενα τύπτοντες εαυτών τα στήθη υπέστρεφον
θήκη (sheath)
[edit]John 18:11
- KJV: Then said Jesus unto Peter Put up thy sword into the sheath the cup which my Father hath given me shall I not drink it
- GK: είπεν ουν ο Ιησούς τω Πέτρω βάλε την μάχαιράν σου εις την θήκην το ποτήριον ο δέδωκέ μοι ο πατήρ ου πίω αυτό
θηλάζω ((give) suck(-ling))
[edit]Matthew 21:16
- KJV: And said unto him Hearest thou what these say And Jesus saith unto them Yea have ye never read Out of the mouth of babes and sucklings thou hast perfected praise
- GK: και είπον αυτώ ακούεις τι ούτοι λέγουσιν ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς ναι ουδέποτε ανέγνωτε οτι εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον
Matthew 24:19
- KJV: And woe unto them that are with child and to them that give suck in those days
- GK: ουαί δε ταις εν γαστρί εχούσαις και ταις θηλαζούσαις εν εκείναις ταις ημέραις
Mark 13:17
- KJV: But woe to them that are with child and to them that give suck in those days
- GK: ουαί δε ταις εν γαστρί εχούσαις και ταις θηλαζούσαις εν εκείναις ταις ημέραις
Luke 11:27
- KJV: And it came to pass as he spake these things a certain woman of the company lifted up her voice and said unto him Blessed the womb that bare thee and the paps which thou hast sucked
- GK: εγένετο δε εν τω λέγειν αυτόν ταύτα επάρασά τις γυνή φωνήν εκ του όχλου είπεν αυτώ μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας
Luke 21:23
- KJV: But woe unto them that are with child and to them that give suck in those days for there shall be great distress in the land and wrath upon this people
- GK: ουαί δε ταις εν γαστρί εχούσαις και ταις θηλαζούσαις εν εκείναις ταις ημέραις έσται γαρ ανάγκη μεγάλη επί της γης και οργή εν τω λαώ τούτω
Luke 23:29
- KJV: For behold the days are coming in the which they shall say Blessed the barren and the wombs that never bare and the paps which never gave suck
- GK: ότι ιδού έρχονται ημέραι εν αις ερούσι μακάριαι αι στείραι και κοιλίαι αι ουκ εγέννησαν και μαστοί οι ουκ εθήλασαν
θῆλυς (female)
[edit]Matthew 19:4
- KJV: And he answered and said unto them Have ye not read that he which made at the beginning made them male and female
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς ουκ ανέγνωτε ότι ο ποιήσας απ΄ αρχής άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς
Mark 10:6
- KJV: But from the beginning of the creation God made them male and female
- GK: από δε αρχής κτίσεως άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς ο θεός
Romans 1:26
- KJV: For this cause God gave them up unto vile affections for even their women did change the natural use into that which is against nature
- GK: διά τούτο παρέδωκεν αυτούς ο θεός εις πάθη ατιμίας αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν
Romans 1:27
- KJV: And likewise also the men leaving the natural use of the woman burned in their lust one toward another men with men working that which is unseemly and receiving in themselves that recompence of their error which was meet
- GK: ομοίως τε και οι άρρενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες
Galatians 3:28
- KJV: There is neither Jew nor Greek there is neither bond nor free there is neither male nor female for ye are all one in Christ Jesus
- GK: ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος ουκ ένι άρσεν και θήλυ πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν χριστώ Ιησού
θήρα (trap)
[edit]Romans 11:9
- KJV: And David saith Let their table be made a snare and a trap and a stumblingblock and a recompence unto them
- GK: και Δαβίδ λέγει γενηθήτω η τράπεζα αυτών εις παγίδα και εις θήραν και εις σκάνδαλον και εις ανταπόδομα αυτοίς
θηρεύω (catch)
[edit]Luke 11:54
- KJV: Laying wait for him and seeking to catch something out of his mouth that they might accuse him
- GK: ενεδρεύοντες αυτόν ζητούντες θηρεύσαί τι εκ του στόματος αυτού ίνα κατηγορήσωσιν αυτού
θηριομαχέω (fight with wild beasts)
[edit]1 Corinthians 15:32
- KJV: If after the manner of men I have fought with beasts at Ephesus what advantageth it me if the dead rise not let us eat and drink for to morrow we die
- GK: ει κατά άνθρωπον εθηριομάχησα εν Εφέσω τι μοι το όφελος ει νεκροί ουκ εγείρονται φάγωμεν και πίωμεν αύριον γαρ αποθνήσκομεν
θηρίον ((venomous)
[edit]Mark 1:13
- KJV: And he was there in the wilderness forty days tempted of Satan and was with the wild beasts and the angels ministered unto him
- GK: και ην εκεί εν τη ερήμω ημέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος υπό του σατανά και ην μετά των θηρίων και οι άγγελοι διηκόνουν αυτώ
Acts 10:12
- KJV: Wherein were all manner of fourfooted beasts of the earth and wild beasts and creeping things and fowls of the air
- GK: εν ω υπήρχε πάντα τα τετράποδα της γης και τα θηρία και τα ερπετά και τα πετεινά του ουρανού
Acts 11:6
- KJV: Upon the which when I had fastened mine eyes I considered and saw fourfooted beasts of the earth and wild beasts and creeping things and fowls of the air
- GK: εις ην ατενίσας κατενόουν και είδον τα τετράποδα της γης και τα θηρία και τα ερπετά και τα πετεινά του ουρανού
Acts 28:4
- KJV: And when the barbarians saw the beast hang on his hand they said among themselves No doubt this man is a murderer whom though he hath escaped the sea yet vengeance suffereth not to live
- GK: ως δε είδον οι βάρβαροι κρεμάμενον το θηρίον εκ της χειρός αυτού έλεγον προς αλλήλους πάντως φονεύς εστιν ο άνθρωπος ούτος ον διασωθέντα εκ της θαλάσσης η δίκη ζην ουκ είασεν
Acts 28:5
- KJV: And he shook off the beast into the fire and felt no harm
- GK: ο μεν ούν αποτινάξας το θηρίον εις το πυρ έπαθεν ουδέν κακόν
Titus 1:12
- KJV: One of themselves a prophet of their own said The Cretians alway liars evil beasts slow bellies
- GK: είπέ τις εξ αυτών ίδιος αυτών προφήτης Κρήτες αεί ψεύσται κακά θηρία γαστέρες αργαί
Hebrews 12:20
- KJV: For they could not endure that which was commanded And if so much as a beast touch the mountain it shall be stoned or thrust through with a dart
- GK: ουκ έφερον γαρ το διαστελλόμενον καν θηρίον θίγη του όρους λιθοβοληθήσεται η βολίδι κατατοξευθήσεται
James 3:7
- KJV: For every kind of beasts and of birds and of serpents and of things in the sea is tamed and hath been tamed of mankind
- GK: πάσα γαρ φύσις θηρίων τε και πετεινών ερπετών τε και εναλίων δαμάζεται και δεδάμασται τη φύσει τη ανθρωπίνη
Revelation 6:8
- KJV: And I looked and behold a pale horse and his name that sat on him was Death and Hell followed with him And power was given unto them over the fourth part of the earth to kill with sword and with hunger and with death and with the beasts of the earth
- GK: και είδον και ιδού ίππος χλωρός και ο καθήμενος επάνω αυτού όνομα αυτώ θάνατος και ο άδης ακολουθεί μετ΄ αυτού και εδόθη αυτώ εξουσία επί το τέταρτον της γης αποκτείναι εν ρομφαία και εν λιμώ και εν θανάτω και υπό των θηρίων της γης
θησαυρίζω (lay up (treasure))
[edit]Matthew 6:19
- KJV: Lay not up for yourselves treasures upon earth where moth and rust doth corrupt and where thieves break through and steal
- GK: μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι
Matthew 6:20
- KJV: But lay up for yourselves treasures in heaven where neither moth nor rust doth corrupt and where thieves do not break through nor steal
- GK: θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν
Luke 12:21
- KJV: So he that layeth up treasure for himself and is not rich toward God
- GK: ούτως ο θησαυρίζων εαυτώ και μη εις θεόν πλουτών
Romans 2:5
- KJV: But after thy hardness and impenitent heart treasurest up unto thyself wrath against the day of wrath and revelation of the righteous judgment of God
- GK: κατά δε την σκληρότητά σου και αμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως δικαιοκρισίας του θεού
1 Corinthians 16:2
- KJV: Upon the first of the week let every one of you lay by him in store as hath prospered him that there be no gatherings when I come
- GK: κατά μίαν σαββάτων έκαστος υμών παρ΄ εαυτώ τιθέτω θησαυρίζων ο αν ευοδώται ίνα μη όταν έλθω τότε λογίαι γίνωνται
2 Corinthians 12:14
- KJV: Behold the third time I am ready to come to you and I will not be burdensome to you for I seek not yours but you for the children ought not to lay up for the parents but the parents for the children
- GK: ιδού τρίτον ετοίμως έχω ελθείν προς υμάς και ου κατανάρκησω υμών ου γαρ ζητώ τα υμών αλλ΄ υμάς ου γαρ οφείλει τα τέκνα τοις γονεύσι θησαυρίζειν αλλ΄ οι γονείς τοις τέκνοις
James 5:3
- KJV: Your gold and silver is cankered and the rust of them shall be a witness against you and shall eat your flesh as it were fire Ye have heaped treasure together for the last days
- GK: ο χρυσός υμών και ο άργυρος κατίωται και ο ιός αυτών εις μαρτύριον υμίν έσται και φάγεται τας σάρκας υμών ως πυρ εθησαυρίσατε εν εσχάταις ημέραις
2 Peter 3:7
- KJV: But the heavens and the earth which are now by the same word are kept in store reserved unto fire against the day of judgment and perdition of ungodly men
- GK: οι δε νυν ουρανοί και η γη τω αυτού λόγω τεθησαυρισμένοι εισί πυρί τηρούμενοι εις ημέραν κρίσεως και απωλείας των ασεβών ανθρώπων
θησαυρός (treasure)
[edit]Matthew 2:11
- KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
- GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν
Matthew 6:19
- KJV: Lay not up for yourselves treasures upon earth where moth and rust doth corrupt and where thieves break through and steal
- GK: μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι
Matthew 6:20
- KJV: But lay up for yourselves treasures in heaven where neither moth nor rust doth corrupt and where thieves do not break through nor steal
- GK: θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν
Matthew 6:21
- KJV: For where your treasure is there will your heart be also
- GK: όπου γαρ εστιν ο θησαυρός υμών εκεί έσται και η καρδία υμών
Matthew 12:35
- KJV: A good man out of the good treasure of the heart bringeth forth good things and an evil man out of the evil treasure bringeth forth evil things
- GK: ο αγαθός άνθρωπος εκ του αγαθού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα αγαθά και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά
Matthew 13:44
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto treasure hid in a field the which when a man hath found he hideth and for joy thereof goeth and selleth all that he hath and buyeth that field
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών θησαυρώ κεκρυμμένω εν τω αγρώ ον ευρών άνθρωπος έκρυψε και από της χαράς αυτού υπάγει και πάντα όσα έχει πωλεί και αγοράζει τον αγρόν εκείνον
Matthew 13:52
- KJV: Then said he unto them Therefore every scribe instructed unto the kingdom of heaven is like unto a man an householder which bringeth forth out of his treasure new and old
- GK: ο δε είπεν αυτοίς διά τούτο πας γραμματεύς μαθητευθείς εις την βασιλείαν των ουρανών όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδεσπότη όστις εκβάλλει εκ του θησαυρού αυτού καινά και παλαιά
Matthew 19:21
- KJV: Jesus said unto him If thou wilt be perfect go sell that thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come follow me
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς ει θέλεις τέλειος είναι ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι
Mark 10:21
- KJV: Then Jesus beholding him loved him and said unto him One thing thou lackest go thy way sell whatsoever thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come take up the cross and follow me
- GK: ο δε Ιησούς εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν και είπεν αυτώ εν σοι υστερεί ύπαγε όσα έχεις πώλησον και δος τοις πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι άρας τον σταυρόν
θιγγάνω (handle)
[edit]Colossians 2:21
- KJV: Touch not taste not handle not
- GK: μη άψη μηδέ γεύση μηδέ θίγης
Hebrews 11:28
- KJV: Through faith he kept the passover and the sprinkling of blood lest he that destroyed the firstborn should touch them
- GK: πίστει πεποίηκε το πάσχα και την πρόσχυσιν του αίματος ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών
Hebrews 12:20
- KJV: For they could not endure that which was commanded And if so much as a beast touch the mountain it shall be stoned or thrust through with a dart
- GK: ουκ έφερον γαρ το διαστελλόμενον καν θηρίον θίγη του όρους λιθοβοληθήσεται η βολίδι κατατοξευθήσεται
θλίβω (afflict)
[edit]Matthew 7:14
- KJV: Because strait the gate and narrow the way which leadeth unto life and few there be that find it
- GK: ότι στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν
Mark 3:9
- KJV: And he spake to his disciples that a small ship should wait on him because of the multitude lest they should throng him
- GK: και είπεν τοις μαθηταίς αυτού ίνα πλοιάριον προσκαρτερή αυτώ διά τον όχλον ίνα μη θλίβωσιν αυτόν
2 Corinthians 1:6
- KJV: And whether we be afflicted for your consolation and salvation which is effectual in the enduring of the same sufferings which we also suffer or whether we be comforted for your consolation and salvation
- GK: είτε δε θλιβόμεθα υπέρ της υμών παρακλήσεως και σωτηρίας της ενεργουμένης εν υπομονή των αυτών παθημάτων ων και ημείς πάσχομεν
2 Corinthians 4:8
- KJV: troubled on every side yet not distressed perplexed but not in despair
- GK: εν παντί θλιβόμενοι αλλ΄ ου στενοχωρούμενοι απορούμενοι αλλ΄ ουκ εξαπορούμενοι
2 Corinthians 7:5
- KJV: For when we were come into Macedonia our flesh had no rest but we were troubled on every side without fightings within fears
- GK: και γαρ ελθόντων ημών εις Μακεδονίαν ουδεμίαν έσχηκεν άνεσιν η σαρξ ημών αλλ΄ εν παντί θλιβόμενοι έξωθεν μάχαι έσωθεν φόβοι
1 Thessalonians 3:4
- KJV: For verily when we were with you we told you before that we should suffer tribulation even as it came to pass and ye know
- GK: και γαρ ότε προς υμάς ήμεν προελέγομεν υμίν ότι μέλλομεν θλίβεσθαι καθώς και εγένετο και οίδατε
2 Thessalonians 1:6
- KJV: Seeing a righteous thing with God to recompense tribulation to them that trouble you
- GK: είπερ δίκαιον παρά θεώ ανταποδούναι τοις θλίβουσιν υμάς θλίψιν
2 Thessalonians 1:7
- KJV: And to you who are troubled rest with us when the Lord Jesus shall be revealed from heaven with his mighty angels
- GK: και υμίν τοις θλιβομένοις άνεσιν μεθ΄ ημών εν τη αποκαλύψει του κυρίου Ιησού απ΄ ουρανού μετ΄ αγγέλων δυνάμεως αυτού
1 Timothy 5:10
- KJV: Well reported of for good works if she have brought up children if she have lodged strangers if she have washed the saints’ feet if she have relieved the afflicted if she have diligently followed every good work
- GK: εν έργοις καλοίς μαρτυρουμένη ει ετεκνοτρόφησεν ει εξενοδόχησεν ει αγίων πόδας ένιψεν ει θλιβομένοις επήρκεσεν ει παντί έργω αγαθώ επηκολούθησε
θλῖψις (afflicted(-tion))
[edit]Matthew 13:21
- KJV: Yet hath he not root in himself but dureth for a while for when tribulation or persecution ariseth because of the word by and by he is offended
- GK: ουκ έχει δε ρίζαν εν εαυτώ αλλά πρόσκαιρός εστι γενομένης δε θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθύς σκανδαλίζεται
Matthew 24:9
- KJV: Then shall they deliver you up to be afflicted and shall kill you and ye shall be hated of all nations for my name’s sake
- GK: τότε παραδώσουσιν υμάς εις θλίψιν και αποκτενούσιν υμάς και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων των εθνών διά το όνομά μου
Matthew 24:21
- KJV: For then shall be great tribulation such as was not since the beginning of the world to this time no nor ever shall be
- GK: έσται γαρ τότε θλίψις μεγάλη οία ου γέγονεν απ΄ αρχής κόσμου έως του νυν ουδ΄ ου γένηται
Matthew 24:29
- KJV: Immediately after the tribulation of those days shall the sun be darkened and the moon shall not give her light and the stars shall fall from heaven and the powers of the heavens shall be shaken
- GK: ευθέως δε μετά την θλίψιν των ημερών εκείνων ο ήλιος σκοτισθήσεται και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής και οι αστέρες πεσούνται από του ουρανού και αι δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται
Mark 4:17
- KJV: And have no root in themselves and so endure but for a time afterward when affliction or persecution ariseth for the word’s sake immediately they are offended
- GK: και ουκ έχουσι ρίζαν εν εαυτοίς αλλά πρόσκαιροί εισιν είτα γενομένης θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθέως σκανδαλίζονται
Mark 13:19
- KJV: For those days shall be affliction such as was not from the beginning of the creation which God created unto this time neither shall be
- GK: έσονται γαρ αι ημέραι εκείναι θλίψις οία ου γέγονε τοιαύτη απ΄ αρχής κτίσεως ης έκτισεν ο θεος έως του νυν και ου γένηται
Mark 13:24
- KJV: But in those days after that tribulation the sun shall be darkened and the moon shall not give her light
- GK: αλλ΄ εν εκείναις ταις ημέραις μετά την θλίψιν εκείνην ο ήλιος σκοτισθήσεται και η σελήνη ου δώσει το φέγγος αυτής
John 16:21
- KJV: A woman when she is in travail hath sorrow because her hour is come but as soon as she is delivered of the child she remembereth no more the anguish for joy that a man is born into the world
- GK: η γυνή όταν τίκτη λύπην έχει ότι ήλθεν η ώρα αυτής όταν δε γεννήση το παιδίον ουκέτι μνημονεύει της θλίψεως διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον
John 16:33
- KJV: These things I have spoken unto you that in me ye might have peace In the world ye shall have tribulation but be of good cheer I have overcome the world
- GK: ταύτα λελάληκα υμίν ίνα εν εμοί ειρήνην έχητε εν τω κόσμω θλίψιν έχετε αλλά θαρσείτε εγώ νενίκηκα τον κόσμον
θνήσκω (be dead)
[edit]Matthew 2:20
- KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
- GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου
Mark 15:44
- KJV: And Pilate marvelled if he were already dead and calling the centurion he asked him whether he had been any while dead
- GK: ο δε Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανεν
Luke 7:12
- KJV: Now when he came nigh to the gate of the city behold there was a dead man carried out the only son of his mother and she was a widow and much people of the city was with her
- GK: ως δε ήγγισε τη πύλη της πόλεως και ιδού εξεκομίζετο τεθνηκώς υιός μονογενής τη μητρί αυτού και αυτή ην χήρα και όχλος της πόλεως ικανός συν αυτή
Luke 8:49
- KJV: While he yet spake there cometh one from the ruler of the synagogue’s saying to him Thy daughter is dead trouble not the Master
- GK: έτι δε αυτού λαλούντος έρχεταί τις παρά του αρχισυναγώγου λέγων αυτώ ότι τέθνηκεν η θυγάτηρ σου μη σκύλλε τον διδάσκαλον
John 11:21
- KJV: Then said Martha unto Jesus Lord if thou hadst been here my brother had not died
- GK: είπεν ουν η Μάρθα προς τον Ιησούν κύριε ει ης ώδε ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει
John 11:39
- KJV: Jesus said Take ye away the stone Martha the sister of him that was dead saith unto him Lord by this time he stinketh for he hath been four days
- GK: λέγει ο Ιησούς άρατε τον λίθον λέγει αυτώ η αδελφή του τεθνηκότος Μάρθα κύριε ήδη όζει τεταρταίος γαρ εστι
John 11:41
- KJV: Then they took away the stone where the dead was laid And Jesus lifted up eyes and said Father I thank thee that thou hast heard me
- GK: ήραν ουν τον λίθον ου ην ο τεθνηκώς κείμενος ο δε Ιησούς ήρε τους οφθαλμούς άνω και είπε πάτερ ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου
John 11:44
- KJV: And he that was dead came forth bound hand and foot with graveclothes and his face was bound about with a napkin Jesus saith unto them Loose him and let him go
- GK: και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις και η όψις σουδαρίω περιεδέδετο λέγει αυτοίς ο Ιησούς λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν
John 12:1
- KJV: Then Jesus six days before the passover came to Bethany where Lazarus was which had been dead whom he raised from the dead
- GK: ο ούν Ιησούς προ εξ ημέρων του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς ον ήγειρεν εκ νεκρών
θνητός (mortal(-ity))
[edit]Romans 6:12
- KJV: Let not sin therefore reign in your mortal body that ye should obey it in the lusts thereof
- GK: μη ούν βασιλευέτω η αμαρτία εν τω θνητώ υμών σώματι εις το υπακούειν αυτή εν ταις επιθυμίαις αυτού
Romans 8:11
- KJV: But if the Spirit of him that raised up Jesus from the dead dwell in you he that raised up Christ from the dead shall also quicken your mortal bodies by his Spirit that dwelleth in you
- GK: ει δε το πνεύμα του εγείραντος Ιησούν εκ νεκρών οικεί εν υμίν ο εγείρας τον χριστόν εκ νεκρών ζωοποιήσει και το θνητά σώματα υμών διά το ενοικούντος αυτού πνεύματος εν υμίν
1 Corinthians 15:53
- KJV: For this corruptible must put on incorruption and this mortal put on immortality
- GK: δει γαρ το φθαρτόν τούτου ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσαθαι αθανασίαν
1 Corinthians 15:54
- KJV: So when this corruptible shall have put on incorruption and this mortal shall have put on immortality then shall be brought to pass the saying that is written Death is swallowed up in victory
- GK: όταν δε το φθαρτόν τούτο ενδύσηται αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσηται αθανασίαν τότε γενήσεται ο λόγος ο γεγραμμένος κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος
2 Corinthians 4:11
- KJV: For we which live are alway delivered unto death for Jesus’ sake that the life also of Jesus might be made manifest in our mortal flesh
- GK: αεί γαρ ημείς οι ζώντες εις θάνατον παραδιδόμεθα διά Ιησούν ίνα και η ζωή του Ιησού φανερωθή εν τη θνητή σαρκί ημών
2 Corinthians 5:4
- KJV: For we that are in tabernacle do groan being burdened not for that we would be unclothed but clothed that mortality might be swallowed up life
- GK: και γαρ οι όντες εν τω σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι επειδή ου θέλομεν εκδύσασθαι αλλ΄ επενδύσασθαι ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής
θορυβέω (make ado (a noise))
[edit]Matthew 9:23
- KJV: And when Jesus came into the ruler’s house and saw the minstrels and the people making a noise
- GK: και ελθών ο Ιησούς εις την οικίαν του άρχοντος και ιδών τους αυλητάς και τον όχλον θορυβούμενον
Mark 5:39
- KJV: And when he was come in he saith unto them Why make ye this ado and weep the damsel is not dead but sleepeth
- GK: και εισελθών λέγει αυτοίς τι θορυβείσθε και κλαίετε το παίδιον ουκ απέθανεν αλλά καθεύδει
Acts 17:5
- KJV: But the Jews which believed not moved with envy took unto them certain lewd fellows of the baser sort and gathered a company and set all the city on an uproar and assaulted the house of Jason and sought to bring them out to the people
- GK: προσλαβόμενοι δε οι Ιουδαιοι οι απειθούντες των αγοραίων τινάς άνδρας πονηρούς και οχλοποιήσαντες εθορύβουν την πόλιν επιστάντες τε τη οικία Ιάσονος εζήτουν αυτούς αγαγείν εις τον δήμον
Acts 20:10
- KJV: And Paul went down and fell on him and embracing said Trouble not yourselves for his life is in him
- GK: καταβάς δε ο Παύλος επέπεσεν αυτώ και συμπεριλαβών είπε μη θορυβείσθε η γαρ ψυχή αυτού εν αυτώ εστιν
θόρυβος (tumult)
[edit]Matthew 26:5
- KJV: But they said Not on the feast lest there be an uproar among the people
- GK: έλεγον δε μη εν τη εορτή ίνα μη θόρυβος γένηται εν τω λαώ
Matthew 27:24
- KJV: When Pilate saw that he could prevail nothing but rather a tumult was made he took water and washed hands before the multitude saying I am innocent of the blood of this just person see ye
- GK: ιδών δε ο Πιλάτος ότι ουδέν ωφελεί αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων αθώός ειμι από του αίματος του δικαίου τούτου υμείς όψεσθε
Mark 5:38
- KJV: And he cometh to the house of the ruler of the synagogue and seeth the tumult and them that wept and wailed greatly
- GK: και έρχεται εις τον οίκον του αρχισυναγώγου και θεωρεί θόρυβον και κλαίοντας και αλαλάζοντας πολλά
Mark 14:2
- KJV: But they said Not on the feast lest there be an uproar of the people
- GK: έλεγον δε μη εν τη εορτή μήποτε θόρυβος έσται του λαού
Acts 20:1
- KJV: And after the uproar was ceased Paul called unto the disciples and embraced and departed for to go into Macedonia
- GK: μετά δε το παύσασθαι τον θόρυβον προσκαλεσάμενος ο Παύλος τους μαθητάς και ασπασάμενος εξήλθε πορευθήναι εις την Μακεδονίαν
Acts 21:34
- KJV: And some cried one thing another among the multitude and when he could not know the certainty for the tumult he commanded him to be carried into the castle
- GK: άλλοι δε άλλο τι εβόων εν τω όχλω μη δυνάμενος δε γνώναι το ασφαλές διά τον θόρυβον εκέλευσεν άγεσθαι αυτόν εις την παρεμβολήν
Acts 24:18
- KJV: Whereupon certain Jews from Asia found me purified in the temple neither with multitude nor with tumult
- GK: εν οις εύρόν με ηγνισμένον εν τω ιερώ ου μετά όχλου ουδέ μετά θορύβου τινές δε από της Ασίας Ιουδαίοι
θραύω (bruise)
[edit]Luke 4:18
- KJV: The Spirit of the Lord upon me because he hath anointed me to preach the gospel to the poor he hath sent me to heal the brokenhearted to preach deliverance to the captives and recovering of sight to the blind to set at liberty them that are bruised
- GK: πνεύμα κυρίου επ΄ εμέ ου ένεκεν έχρισέ με ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει
θρέμμα (cattle)
[edit]John 4:12
- KJV: Art thou greater than our father Jacob which gave us the well and drank thereof himself and his children and his cattle
- GK: μη συ μείζων ει του πατρός ημών Ιακώβ ος έδωκεν ημίν το φρέαρ και αυτός εξ αυτού έπιε και οι υιοί αυτού και τα θρέμματα αυτού
θρηνέω (lament)
[edit]Matthew 11:17
- KJV: And saying We have piped unto you and ye have not danced we have mourned unto you and ye have not lamented
- GK: και λέγουσιν ηυλήσαμεν υμίν και ουκ ωρχήσασθε εθρηνήσαμεν υμίν και ουκ εκόψασθε
Luke 7:32
- KJV: They are like unto children sitting in the marketplace and calling one to another and saying We have piped unto you and ye have not danced we have mourned to you and ye have not wept
- GK: όμοιοί εισι παιδίοις τοις εν αγορά καθημένοις και προσφωνούσιν αλλήλοις και λέγουσιν ηυλήσαμεν υμίν και ουκ ωρχήσασθε εθρηνήσαμεν υμίν και ουκ εκλαύσατε
Luke 23:27
- KJV: And there followed him a great company of people and of women which also bewailed and lamented him
- GK: ηκολούθει δε αυτώ πολύ πλήθος του λαού και γυναικών αι και εκόπτοντο και εθρήνουν αυτόν
John 16:20
- KJV: Verily verily I say unto you That ye shall weep and lament but the world shall rejoice and ye shall be sorrowful but your sorrow shall be turned into joy
- GK: αμήν αμήν λέγω υμίν ότι κλαύσετε και θρηνήσετε υμείς ο δε κόσμος χαρήσεται υμείς δε λυπηθήσεσθε αλλ΄ λύπη υμών εις χαράν γενήσεται
θρῆνος (lamentation)
[edit]Matthew 2:18
- KJV: In Rama was there a voice heard lamentation and weeping and great mourning Rachel weeping her children and would not be comforted because they are not
- GK: φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί
θρησκεία (religion)
[edit]Acts 26:5
- KJV: Which knew me from the beginning if they would testify that after the most straitest sect of our religion I lived a Pharisee
- GK: προγινώσκοντές με άνωθεν εάν θέλωσι μαρτυρείν ότι κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της ημετέρας θρησκείας έζησα Φαρισαίος
Colossians 2:18
- KJV: no man beguile you of your reward in a voluntary humility and worshipping of angels intruding into those things which he hath not seen vainly puffed up by his fleshly mind
- GK: μηδείς υμάς καταβραβεύετω θέλων εν ταπεινοφροσύνη και θρησκεία των αγγέλων α μη εώρακεν εμβατεύων εική φυσιούμενος υπό του νοός της σαρκός αυτού
James 1:26
- KJV: If any man among you seem to be religious and bridleth not his tongue but deceiveth his own heart this man’s religion vain
- GK: ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού αλλά απατών καρδίαν αυτού τούτου μάταιος η θρησκεία
James 1:27
- KJV: Pure religion and undefiled before God and the Father is this To visit the fatherless and widows in their affliction to keep himself unspotted from the world
- GK: θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω θεώ και πατρί αύτη εστίν επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών άσπιλον εαυτόν τηρείν από του κόσμου
θρῆσκος (religious)
[edit]James 1:26
- KJV: If any man among you seem to be religious and bridleth not his tongue but deceiveth his own heart this man’s religion vain
- GK: ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού αλλά απατών καρδίαν αυτού τούτου μάταιος η θρησκεία
θριαμβεύω ((cause) to triumph (over))
[edit]2 Corinthians 2:14
- KJV: Now thanks unto God which always causeth us in Christ and maketh manifest the savour of his knowledge by us in every place
- GK: τω δε θεώ χάρις τω πάντοτε θριαμβεύοντι ημάς εν τω χριστώ και την οσμήν της γνώσεως αυτού φανερούντι δι΄ ημών εν παντί τόπω
Colossians 2:15
- KJV: having spoiled principalities and powers he made a shew openly triumphing over them in it
- GK: απεκδυσάμενος τας αρχάς και τας εξουσίας εδειγμάτισεν εν παρρησία θριαμβεύσας αυτούς εν αυτώ
θρίξ (hair)
[edit]Matthew 3:4
- KJV: And the same John had his raiment of camel’s hair and a leathern girdle about his loins and his meat was locusts and wild honey
- GK: αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον
Matthew 5:36
- KJV: Neither shalt thou swear by thy head because thou canst not make one hair white or black
- GK: μήτε εν τη κεφαλή σου ομόσης ότι ου δύνασαι μίαν τρίχα λευκήν η μέλαιναν ποιήσαι
Matthew 10:30
- KJV: But the very hairs of your head are all numbered
- GK: υμών δε και αι τρίχες της κεφαλής πάσαι ηριθμημέναι εισί
Mark 1:6
- KJV: And John was clothed with camel’s hair and with a girdle of a skin about his loins and he did eat locusts and wild honey
- GK: ην δε Ιωάννης ενδεδυμένος τρίχας καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού και εσθίων ακρίδας και μέλι άγριον
Luke 7:38
- KJV: And stood at his feet behind weeping and began to wash his feet with tears and did wipe with the hairs of her head and kissed his feet and anointed with the ointment
- GK: και στάσα παρά τους πόδας αυτού οπίσω κλαίουσα ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω
Luke 7:44
- KJV: And he turned to the woman and said unto Simon Seest thou this woman I entered into thine house thou gavest me no water for my feet but she hath washed my feet with tear and wiped with the hairs of her head
- GK: και στραφείς προς την γυναίκα τω Σίμωνι έφη βλέπεις ταύτην την γυναίκα εισήλθόν σου εις την οικίαν ύδωρ επί τους πόδας μου ουκ έδωκας αύτη δε τοις δάκρυσιν έβρεξέ μου τους πόδας και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμαξε
Luke 12:7
- KJV: But even the hairs of your head are all numbered Fear not therefore ye are of more value than many sparrows
- GK: αλλά και αι τρίχες της κεφαλής υμών πάσαι ηρίθμηνται μη ούν φοβείσθε πολλών στρουθίων διαφέρετε υμεις
Luke 21:18
- KJV: But there shall not an hair of your head perish
- GK: και θρίξ εκ της κεφαλής υμών ου απόληται
John 11:2
- KJV: It was Mary which anointed the Lord with ointment and wiped his feet with her hair whose brother Lazarus was sick
- GK: ην δε Μαρια η αλείψασα τον κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτού ταις θριξίν αυτής ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένει
θροέω (trouble)
[edit]Matthew 24:6
- KJV: And ye shall hear of wars and rumours of wars see that ye be not troubled for all must come to pass but the end is not yet
- GK: μελλήσετε δε ακούειν πολέμους και ακοάς πολέμων οράτε μη θροείσθε δει γαρ πάντα γενέσθαι αλλ΄ ούπω εστί το τέλος
Mark 13:7
- KJV: And when ye shall hear of wars and rumours of wars be ye not troubled for must needs be but the end yet
- GK: όταν δε ακούσητε πολέμους και ακοάς πολέμων μη θροείσθε δει γαρ γενέσθαι αλλ΄ ούπω το τέλος
2 Thessalonians 2:2
- KJV: That ye be not soon shaken in mind or be troubled neither by spirit nor by word nor by letter as from us as that the day of Christ is at hand
- GK: εις το μη ταχέως σαλευθήναι υμάς από του νοός μήτε θροείσθαι μήτε διά πνεύματος μήτε διά λόγου μήτε δι΄ επιστολής ως δι΄ ημών ως ότι ενέστηκεν η ημέρα του χριστού
θρόμβος (great drop)
[edit]Luke 22:44
- KJV: And being in an agony he prayed more earnestly and his sweat was as it were great drops of blood falling down to the ground
- GK: και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος καταβαίνοντες επί την γην
θρόνος (seat)
[edit]Matthew 5:34
- KJV: But I say unto you Swear not at all neither by heaven for it is God’s throne
- GK: εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως μήτε εν τω ουρανώ ότι θρόνος εστί του θεού
Matthew 19:28
- KJV: And Jesus said unto them Verily I say unto you That ye which have followed me in the regeneration when the Son of man shall sit in the throne of his glory ye also shall sit upon twelve thrones judging the twelve tribes of Israel
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι εν τη παλιγγενεσία όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ
Matthew 23:22
- KJV: And he that shall swear by heaven sweareth by the throne of God and by him that sitteth thereon
- GK: και ο ομόσας εν τω ουρανώ ομνύει εν τω θρόνω του θεού και εν τω καθημένω επάνω αυτού
Matthew 25:31
- KJV: When the Son of man shall come in his glory and all the holy angels with him then shall he sit upon the throne of his glory
- GK: όταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ΄ αυτού τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού
Luke 1:32
- KJV: He shall be great and shall be called the Son of the Highest and the Lord God shall give unto him the throne of his father David
- GK: ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται και δώσει αυτώ κύριος ο θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού
Luke 1:52
- KJV: He hath put down the mighty from seats and exalted them of low degree
- GK: καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς
Luke 22:30
- KJV: That ye may eat and drink at my table in my kingdom and sit on thrones judging the twelve tribes of Israel
- GK: ίνα εσθίητε και πίνητε επί της τραπέζης μου εν τη βασιλεία μου και καθίσησθε επί θρόνων κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ
Acts 2:30
- KJV: Therefore being a prophet and knowing that God had sworn with an oath to him that of the fruit of his loins according to the flesh he would raise up Christ to sit on his throne
- GK: προφήτης ούν υπάρχων και ειδώς ότι όρκω ώμοσεν αυτώ ο θεός εκ καρπού της οσφύος αυτού το κατά σάρκα αναστήσειν τον χριστόν καθίσαι επί του θρόνου αυτού
Acts 7:49
- KJV: Heaven my throne and earth my foot stool what house will ye build me saith the Lord or what the place of my rest
- GK: ο ουρανός μοι θρόνος η δε γη υποπόδιον των ποδών μου ποίον οίκον οικοδομήσετέ μοι λέγει κύριος η τις τόπος της καταπαύσεώς μου
Θυάτειρα (Thyatira)
[edit]Acts 16:14
- KJV: And a certain woman named Lydia a seller of purple of the city of Thyatira which worshipped God heard whose heart the Lord opened that she attended unto the things which were spoken of Paul
- GK: και τις γυνή ονόματι Λυδία πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων σεβομένη τον θεόν ήκουεν ης ο κύριος διήνοιξε την καρδίαν προσέχειν τοις λαλουμένοις υπό του Παύλου
Revelation 1:11
- KJV: Saying I am Alpha and Omega the first and the last and What thou seest write in a book and send unto the seven churches which are in Asia unto Ephesus and unto Smyrna and unto Pergamos and unto Thyatira and unto Sardis and unto Philadelphia and unto Laodicea
- GK: λεγούσης ο βλέπεις γράψον εις βιβλίον και πέμψον ταις επτά εκκλησίαις εις Εφεσον και εις Σμύρναν και εις Πέργαμον και εις Θυάτειρα και εις Σάρδεις και εις Φιλαδέλφειαν και εις Λαοδίκειαν
Revelation 2:18
- KJV: And unto the angel of the church in Thyatira write These things saith the Son of God who hath his eyes like unto a flame of fire and his feet like fine brass
- GK: και τω αγγέλω της εν Θυατείροις εκκλησίας γράψον τάδε λέγει ο υιός του θεού ο έχων τους οφθαλμούς αυτού ως φλόγα πυρός και οι πόδες αυτού όμοιοι χαλκολιβάνω
Revelation 2:24
- KJV: But unto you I say and unto the rest in Thyatira as many as have not this doctrine and which have not known the depths of Satan as they speak I will put upon you none other burden
- GK: υμίν δε λέγω τοις λοιποίς τοις εν Θυατείροις όσοι ουκ έχουσι την διδαχήν ταύτην και οίτινες ουκ έγνωσαν τα βαθεα του σατανά ως λέγουσιν ου βαλώ εφ΄ υμάς άλλο βάρος
θυγάτηρ (daughter)
[edit]Matthew 9:18
- KJV: While he spake these things unto them behold there came a certain ruler and worshipped him saying My daughter is even now dead but come and lay thy hand upon her and she shall live
- GK: ταύτα αυτού λαλούντος αυτοίς ιδού άρχων εις ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ΄ αυτήν και ζήσεται
Matthew 9:22
- KJV: But Jesus turned him about and when he saw her he said Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole And the woman was made whole from that hour
- GK: ο δε Ιησούς επιστραφείς και ιδών αυτήν είπε θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης
Matthew 10:35
- KJV: For I am come to set a man at variance against his father and the daughter against her mother and the daughter in law against her mother in law
- GK: ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής
Matthew 10:37
- KJV: He that loveth father or mother more than me is not worthy of me and he that loveth son or daughter more than me is not worthy of me
- GK: ο φιλών πατέρα η μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος και ο φιλών υιόν η θυγατέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος
Matthew 14:6
- KJV: But when Herod’s birthday was kept the daughter of Herodias danced before them and pleased Herod
- GK: γενεσίων δε αγομένων του Ηρώδου ωρχήσατο η θυγάτηρ της Ηρωδιάδος εν τω μέσω και ήρεσε τω Ηρώδη
Matthew 15:22
- KJV: And behold a woman of Canaan came out of the same coasts and cried unto him saying Have mercy on me O Lord Son of David my daughter is grievously vexed with a devil
- GK: και ιδού γυνή Χαναναία από των ορίων εκείνων εξελθούσα εκραύγασεν αυτώ λέγουσα ελέησόν με κύριε υιέ Δαβίδ η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται
Matthew 15:28
- KJV: Then Jesus answered and said unto her O woman great thy faith be it unto thee even as thou wilt And her daughter was made whole from that very hour
- GK: τότε αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή ω γύναι μεγάλη σου η πίστις γενηθήτω σοι ως θέλεις και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης
Matthew 21:5
- KJV: Tell ye the daughter of Sion Behold thy King cometh unto thee meek and sitting upon an ass and a colt the foal of an ass
- GK: είπατε τη θυγατρί Σιών ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πραϋς και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου
Mark 5:34
- KJV: And he said unto her Daughter thy faith hath made thee whole go in peace and be whole of thy plague
- GK: ο δε είπεν αυτή θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε ύπαγε εις ειρήνην και ίσθι υγιής από της μάστιγός σου
θυγάτριον (little (young) daughter)
[edit]Mark 5:23
- KJV: And besought him greatly saying My little daughter lieth at the point of death come and lay thy hands on her that she may be healed and she shall live
- GK: και παρεκάλει αυτόν πολλά λέγων ότι το θυγάτριόν μου εσχάτως έχει ίνα ελθών επιθής αυτή τας χείρας όπως σωθή και ζήσεται
Mark 7:25
- KJV: For a woman whose young daughter had an unclean spirit heard of him and came and fell at his feet
- GK: ακούσασα γαρ γυνή περί αυτού ης είχε το θυγάτριον αυτής πνεύμα ακάθαρτον ελθούσα προσέπεσε προς τους πόδας αυτού
θύελλα (tempest)
[edit]Hebrews 12:18
- KJV: For ye are not come unto the mount that might be touched and that burned with fire nor unto blackness and darkness and tempest
- GK: ου γαρ προσεληλύθατε ψηλαφωμένω όρει και κεκαυμένω πυρί και γνόφω και σκότω και θυέλλη
θύϊνος (thyine)
[edit]Revelation 18:12
- KJV: The merchandise of gold and silver and precious stones and of pearls and fine linen and purple and silk and scarlet and all thyine wood and all manner vessels of ivory and all manner vessels of most precious wood and of brass and iron and marble
- GK: γόμον χρυσού και αργύρου και λίθου τιμίου και μαργαρίτου και βύσσου και πορφυρού και σηρικού και κοκκίνου και παν ξύλον θυϊνον και παν σκεύος ελεφάντινον και παν σκεύος εκ ξύλου τιμιωτάτου και χαλκού και σιδήρου και μαρμάρου
θυμίαμα (incense)
[edit]Luke 1:10
- KJV: And the whole multitude of the people were praying without at the time of incense
- GK: και παν το πλήθος του λαού ην προσευχόμενον έξω τη ώρα του θυμιάματος
Luke 1:11
- KJV: And there appeared unto him an angel of the Lord standing on the right side of the altar of incense
- GK: ώφθη δε αυτώ άγγελος κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος
Revelation 5:8
- KJV: And when he had taken the book the four beasts and four twenty elders fell down before the Lamb having every harps and golden vials full of odours which are the prayers of saints
- GK: και ότε έλαβε το βιβλίον τα τέσσαρα ζώα και εικοσιτέσσαρες πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του αρνίου έχοντες έκαστος κιθάρας και φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων αι εισιν αι προσευχαί των αγίων
Revelation 8:3
- KJV: And another angel came and stood at the altar having a golden censer and there was given unto him much incense that he should offer with the prayers of all saints upon the golden altar which was before the throne
- GK: και άλλος άγγελος ήλθε και εστάθη επί του θυσιαστηρίου έχων λιβανωτόν χρυσούν και εδόθη αυτώ θυμιάματα πολλά ίνα δώση ταις προσευχαίς των αγίων πάντων επί το θυσιαστήριον το χρυσούν το ενώπιον του θρόνου
Revelation 8:4
- KJV: And the smoke of the incense with the prayers of the saints ascended up before God out of the angel’s hand
- GK: και ανέβη ο καπνός των θυμιαμάτων ταις προσευχαίς των αγίων εκ χειρός του αγγέλου ενώπιον του θεού
Revelation 18:13
- KJV: And cinnamon and odours and ointments and frankincense and wine and oil and fine flour and wheat and beasts and sheep and horses and chariots and slaves and souls of men
- GK: και κινάμωμον και θυμιάματα και μύρον και λίβανον και οίνον και έλαιον και σεμίδαλιν και σίτον και κτήνη και πρόβατα και ίππων και ραιδών και σωμάτων και ψυχάς ανθρώπων
θυμιατήριον (censer)
[edit]Hebrews 9:4
- KJV: Which had the golden censer and the ark of the covenant overlaid round about with gold where in the golden pot that had manna and Aaron’s rod that budded and the tables of the covenant
- GK: χρυσούν έχουσα θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω εν η στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα και η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα και αι πλάκες της διαθήκης
θυμιάω (burn incense)
[edit]Luke 1:9
- KJV: According to the custom of the priest’s office his lot was to burn incense when he went into the temple of the Lord
- GK: κατά το έθος της ιερατείας έλαχε του θυμιάσαι εισελθών εις τον ναόν του κυρίου
θυμομαχέω (be highly displeased)
[edit]Acts 12:20
- KJV: And Herod was highly displeased with them of Tyre and Sidon but they came with one accord to him and having made Blastus the king’s chamberlain their friend desired peace because their country was nourished by the king’s
- GK: ην δε Ηρώδης θυμομαχών Τυρίοις και Σιδωνίοις ομοθυμαδόν δε παρήσαν προς αυτόν και πείσαντες Βλάστον τον επί του κοιτώνος του βασιλεώς ητούντο ειρήνην διά το τρέφεσθαι αυτών την χώραν από της βασιλικής
θυμός (fierceness)
[edit]Luke 4:28
- KJV: And all they in the synagogue when they heard these things were filled with wrath
- GK: και επλήσθησαν πάντες θυμού εν τη συναγωγή ακούοντες ταύτα
Acts 19:28
- KJV: And when they heard they were full of wrath and cried out saying Great Diana of the Ephesians
- GK: ακούσαντες δε και γενόμενοι πλήρεις θυμού έκραζον λέγοντες μεγάλη η Άρτεμις Εφεσίων
Romans 2:8
- KJV: But unto them that are contentious and do not obey the truth but obey unrighteousness indignation and wrath
- GK: τοις δε εξ εριθείας και απειθούσιν μεν τη αληθεία πειθομένοις δε τη αδικία θυμός και οργή
2 Corinthians 12:20
- KJV: For I fear lest when I come I shall not find you such as I would and I shall be found unto you such as ye would not lest debates envyings wraths strifes backbitings whisperings swellings tumults
- GK: φοβούμαι γαρ μήπως ελθών ουχ οίους θέλω εύρω υμάς καγώ ευρεθώ υμίν οίον ου θέλετε μήπως έρις ζήλοι θυμοί ερίθειαι καταλαλιαί ψιθυρισμοί φυσιώσεις ακαταστασίαι
Galatians 5:20
- KJV: Idolatry witchcraft hatred variance emulations wrath strife seditions heresies
- GK: ειδωλολατρία φαρμακεία έχθραι έρεις ζήλοι θυμοί εριθείαι διχοστασίαι αιρέσεις
Ephesians 4:31
- KJV: Let all bitterness and wrath and anger and clamour and evil speaking be put away from you with all malice
- GK: πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία αρθήτω αφ΄ υμών συν πάση κακία
Colossians 3:8
- KJV: But now ye also put off all these anger wrath malice blasphemy filthy communication out of your mouth
- GK: νυνί δε απόθεσθε και υμείς τα πάντα οργήν θυμόν κακίαν βλασφημίαν αισχρολογίαν εκ του στόματος υμών
Hebrews 11:27
- KJV: By faith he forsook Egypt not fearing the wrath of the king for he endured as seeing him who is invisible
- GK: πίστει κατέλιπεν Αίγυπτου μη φοβηθείς τον θυμόν του βασιλέως τον γαρ αόρατον ως ορών εκαρτέρησε
Revelation 12:12
- KJV: Therefore rejoice heavens and ye that dwell in them Woe to the inhabiters of the earth and of the sea for the devil is come down unto you having great wrath because he knoweth that he hath but a short time
- GK: διά τούτο ευφραίνεσθε οι ουρανοί και οι εν αυτοίς σκηνούντες ουαί τη γη και τη θαλάσση ότι κατέβη ο διάβολος προς υμάς έχων θυμόν μέγαν ειδώς ότι ολίγον καιρόν έχει
θυμόω (be wroth)
[edit]Matthew 2:16
- KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
- GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων
θύρα (door)
[edit]Matthew 6:6
- KJV: But thou when thou prayest enter into thy closet and when thou hast shut thy door pray to thy Father which is in secret and thy Father which seeth in secret shall reward thee openly
- GK: συ δε όταν προσεύχη είσελθε εις το ταμείον σου και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ
Matthew 24:33
- KJV: So likewise ye when ye shall see all these things know that it is near at the doors
- GK: ούτως και υμείς όταν ίδητε πάντα ταύτα γινώσκετε ότι εγγύς εστιν επί θύραις
Matthew 25:10
- KJV: And while they went to buy the bridegroom came and they that were ready went in with him to the marriage and the door was shut
- GK: απερχομένων δε αυτών αγοράσαι ήλθεν ο νυμφίος και αι έτοιμοι εισήλθον μετ΄ αυτού εις τους γάμους και εκλείσθη η θύρα
Matthew 27:60
- KJV: And laid it in his own new tomb which he had hewn out in the rock and he rolled a great stone to the door of the sepulchre and departed
- GK: και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν
Matthew 28:2
- KJV: And behold there was a great earthquake for the angel of the Lord descended from heaven and came and rolled back the stone from the door and sat upon it
- GK: και ιδού σεισμός εγένετο μέγας άγγελος γαρ κυρίου καταβάς εξ ουρανού προσελθών απεκύλισε τον λίθον από της θύρας και εκάθητο επάνω αυτού
Mark 1:33
- KJV: And all the city was gathered together at the door
- GK: και η πόλις όλη επισυνηγμένη ην προς την θύραν
Mark 2:2
- KJV: And straightway many were gathered together insomuch that there was no room to receive no, not so much as about door and he preached the word unto them
- GK: και ευθέως συνήχθησαν πολλοί ώστε μηκέτι χωρείν μηδέ τα προς την θύραν και ελάλει αυτοίς τον λόγον
Mark 11:4
- KJV: And they went their way and found the colt tied by the door without in a place where two ways met and they loose him
- GK: απήλθον δε και εύρον τον πώλον δεδεμένον προς την θύραν έξω επί του αμφόδου και λύουσιν αυτόν
Mark 13:29
- KJV: So ye in like manner when ye shall see these things come to pass know that it is nigh at the doors
- GK: ούτω και υμείς όταν ταύτα ίδητε γινόμενα γινώσκετε ότι εγγύς εστιν επί θύραις
θυρεός (shield)
[edit]Ephesians 6:16
- KJV: Above all taking the shield of faith wherewith ye shall be able to quench all the fiery darts of the wicked
- GK: επί πάσιν αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως εν ω δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι
θυρίς (window)
[edit]Acts 20:9
- KJV: And there sat in a window a certain young man named Eutychus being fallen into a deep sleep and as Paul was long preaching he sunk down with sleep and fell down from the third loft and was taken up dead
- GK: καθήμενος δε τις νεανίας ονόματι Εύτυχος επί της θυρίδος καταφερόμενος ύπνω βαθεί διαλεγομένου του Παύλου επί πλείον κατενεχθείς από του ύπνου έπεσεν από του τριστέγου κάτω και ήρθη νεκρός
2 Corinthians 11:33
- KJV: And through a window in a basket was I let down by the wall and escaped his hands
- GK: και διά θυρίδος εν σαργάνη εχαλάσθην διά του τείχους και εξέφυγον τας χείρας αυτού
θυρωρός (that kept the door)
[edit]Mark 13:34
- KJV: as a man taking a far journey who left his house and gave authority to his servants and to every man his work and commanded the porter to watch
- GK: ως άνθρωπος απόδημος αφείς την οικίαν αυτού και δους τοις δούλοις αυτού την εξουσίαν και εκάστω το έργον αυτού και τω θυρωρώ ενετείλατο ίνα γρηγορή
John 10:3
- KJV: To him the porter openeth and the sheep hear his voice and he calleth his own sheep by name and leadeth them out
- GK: τούτω ο θυρωρός ανοίγει και τα πρόβατα της φωνής αυτού ακούει και τα ίδια πρόβατα καλεί κατ΄ όνομα και εξάγει αυτά
John 18:16
- KJV: But Peter stood at the door without Then went out that other disciple which was known unto the high priest and spake unto her that kept the door and brought in Peter
- GK: ο δε Πέτρος ειστήκει προς τη θύρα έξω εξήλθεν ούν ο μαθητής ο άλλος ος ην γνωστός τω αρχιερεί και είπε τη θυρωρώ και εισήγαγεν τον Πέτρον
John 18:17
- KJV: Then saith the damsel that kept the door unto Peter Art not thou also of this man’s disciples He saith I am not
- GK: λέγει ούν η παιδίσκη η θυρωρός τω Πέτρω μη και συ εκ των μαθητών ει του ανθρώπου τούτου λέγει εκείνος ουκ ειμί
θυσία (sacrifice)
[edit]Matthew 9:13
- KJV: But go ye and learn what meaneth I will have mercy and not sacrifice for I am not come to call the righteous but sinners to repentance
- GK: πορευθέντες δε μάθετε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν
Matthew 12:7
- KJV: But if ye had known what meaneth I will have mercy and not sacrifice ye would not have condemned the guiltless
- GK: ει δε εγνώκειτε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ουκ αν κατεδικάσατε τους αναιτίους
Mark 9:49
- KJV: For every one shall be salted with fire and every sacrifice shall be salted with salt
- GK: πας γαρ πυρί αλισθήσεται και πάσα θυσία άλι αλισθήσεται
Mark 12:33
- KJV: And to love him with all the heart and with all the understanding and with all the soul and with all the strength and to love neighbour as himself is more than all whole burnt offerings and sacrifices
- GK: και το αγαπάν αυτόν εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της συνέσεως και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της ισχύος και το αγαπάν τον πλησίον ως εαυτόν πλείόν εστι πάντων των ολοκαυτωμάτων και των θυσίων
Luke 2:24
- KJV: And to offer a sacrifice according to that which is said in the law of the Lord A pair of turtledoves or two young pigeons
- GK: και του δούναι θυσίαν κατά το ειρημένον εν νόμω κυρίου ζεύγος τρυγόνων η δύο νεοσσούς περιστερών
Luke 13:1
- KJV: There were present at that season some that told him of the Galilæans whose blood Pilate had mingled with their sacrifices
- GK: παρήσαν δε τινες εν αυτώ τω καιρώ απαγγέλλοντες αυτώ περί των Γαλιλαίων ων το αίμα Πιλάτος έμιξε μετά των θυσιών αυτών
Acts 7:41
- KJV: And they made a calf in those days and offered sacrifice unto the idol and rejoiced in the works of their own hands
- GK: και εμοσχοποίησαν εν ταις ημέραις εκείναις και ανήγαγον θυσίαν τω ειδώλω και ευφραίνοντο εν τοις έργοις των χειρών αυτών
Acts 7:42
- KJV: Then God turned and gave them up to worship the host of heaven as it is written in the book of the prophets house of Israel have ye offered to me slain beasts and sacrifices forty years in the wilderness
- GK: έστρεψε δε ο θεός και παρέδωκεν αυτούς λατρεύειν τη στρατιά του ουρανού καθώς γέγραπται εν βίβλω των προφητών μη σφάγια και θυσίας προσηνέγκατέ μοι έτη τεσσαράκοντα εν τη ερήμω οίκος Ισραήλ
Romans 12:1
- KJV: I beseech you therefore brethren by the mercies of God that ye present your bodies a living sacrifice holy acceptable unto God your reasonable service
- GK: παρακαλώ ούν υμάς αδελφοί διά των οικτιρμών του θεού παραστήσαι τα σώματα υμών θυσίαν ζώσαν αγίαν ευάρεστον τω θεώ την λογικήν λατρείαν υμών
θυσιαστήριον (altar)
[edit]Matthew 5:23
- KJV: Therefore if thou bring thy gift to the altar and there rememberest that thy brother hath ought against thee
- GK: εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον και εκεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου
Matthew 5:24
- KJV: Leave there thy gift before the altar and go thy way first be reconciled to thy brother and then come and offer thy gift
- GK: άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου
Matthew 23:18
- KJV: And Whosoever shall swear by the altar it is nothing but whosoever sweareth by the gift that is upon it he is guilty
- GK: και ος εάν ομόση εν τω θυσιαστηρίω ουδέν εστιν ος δ΄ αν ομόση εν τω δώρω τω επάνω αυτού οφείλει
Matthew 23:19
- KJV: fools and blind for whether greater the gift or the altar that sanctifieth the gift
- GK: μωροί και τυφλοί τι γαρ μείζον τον δώρον η το θυσιαστήριον το αγιάζον το δώρον
Matthew 23:20
- KJV: Whoso therefore shall swear by the altar sweareth by it and by all things thereon
- GK: ο ουν ομόσας εν τω θυσιαστηρίω ομνύει εν αυτώ και εν πάσι τοις επάνω αυτού
Matthew 23:35
- KJV: That upon you may come all the righteous blood shed upon the earth from the blood of righteous Abel unto the blood of Zacharias son of Barachias whom ye slew between the temple and the altar
- GK: όπως έλθη εφ΄ υμάς παν αίμα δίκαιον εκχυνόμενον επί της γης απο του αίματος Αβελ του δικαίου έως του αίματος Ζαχαρίου υιού Βαραχίου ον εφονεύσατε μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου
Luke 1:11
- KJV: And there appeared unto him an angel of the Lord standing on the right side of the altar of incense
- GK: ώφθη δε αυτώ άγγελος κυρίου εστώς εκ δεξιών του θυσιαστηρίου του θυμιάματος
Luke 11:51
- KJV: From the blood of Abel unto the blood of Zacharias which perished between the altar and the temple verily I say unto you It shall be required of this generation
- GK: από του αίματος Αβελ έως του αίματος Ζαχαρίου του απολομένου μεταξύ του θυσιαστηρίου και του οίκου ναι λέγω υμίν εκζητηθήσεται από της γενεάς ταύτης
Romans 11:3
- KJV: Lord they have killed thy prophets and digged down thine altars and I am left alone and they seek my life
- GK: κύριε τους προφήτας σου απέκτειναν και τα θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν καγώ υπελείφθην μόνος και ζητούσι την ψυχήν μου
θύω (kill)
[edit]Matthew 22:4
- KJV: Again he sent forth other servants saying Tell them which are bidden Behold I have prepared my dinner my oxen and fatlings killed and all things ready come unto the marriage
- GK: πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους λέγων είπατε τοις κεκλημένοις ιδού το άριστόν μου ητοίμασα οι ταύροί μου και τα σιτιστά τεθυμένα και πάντα έτοιμα δεύτε εις τους γάμους
Mark 14:12
- KJV: And the first day of unleavened bread when they killed the passover his disciples said unto him Where wilt thou that we go and prepare that thou mayest eat the passover
- GK: και τη πρώτη ημέρα των αζύμων ότε το πάσχα έθυον λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού που θέλεις απελθόντες ετοιμάσομεν ίνα φάγης το πάσχα
Luke 15:23
- KJV: And bring hither the fatted calf and kill and let us eat and be merry
- GK: και ενέγκαντες τον μόσχον τον σιτευτόν θύσατε και φαγόντες ευφρανθώμεν
Luke 15:27
- KJV: And he said unto him Thy brother is come and thy father hath killed the fatted calf because he hath received him safe and sound
- GK: ο δε είπεν αυτώ ότι ο αδελφός σου ήκει και έθυσεν ο πατήρ σου τον μόσχον τον σιτευτόν ότι υγιαίνοντα αυτόν απέλαβεν
Luke 15:30
- KJV: But as soon as this thy son was come which hath devoured thy living with harlots thou hast killed for him the fatted calf
- GK: ότε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών ήλθεν έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν
Luke 22:7
- KJV: Then came the day of unleavened bread when the passover must be killed
- GK: ήλθε δε η ημέρα των αζύμων εν η έδει θύεσθαι το πάσχα
John 10:10
- KJV: The thief cometh not but for to steal and to kill and to destroy I am come that they might have life and that they might have more abundantly
- GK: ο κλέπτης ουκ έρχεται ει ίνα κλέψη και θύση και απολέση εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν
Acts 10:13
- KJV: And there came a voice to him Rise Peter kill and eat
- GK: και εγένετο φωνή προς αυτόν αναστάς Πέτρε θύσον και φάγε
Acts 11:7
- KJV: And I heard a voice saying unto me Arise Peter slay and eat
- GK: ήκουσα δε φωνής λεγούσης μοι αναστάς Πέτρε θύσον και φάγε
Θωμᾶς (Thomas)
[edit]Matthew 10:3
- KJV: Philip and Bartholomew Thomas and Matthew the publican James of Alphaeus and Lebbaeus whose surname was Thaddaeus
- GK: Φίλιππος και Βαρθολομαίος Θωμάς και Ματθαίος ο τελώνης Ιάκωβος ο του Αλφαίου και Λεββαίος ο επικληθείς Θαδδαίος
Mark 3:18
- KJV: And Andrew and Philip and Bartholomew and Matthew and Thomas and James the of Alphaeus and Thaddaeus and Simon the Canaanite
- GK: και Ανδρέαν και Φίλιππον και Βαρθολομαίον και Ματθαίον και Θωμάν και Ιάκωβον τον του Αλφαίου και Θαδδαίον και Σίμωνα τον Κανανίτην
Luke 6:15
- KJV: Matthew and Thomas James the of Alphæus and Simon called Zelotes
- GK: Ματθαίον και Θωμάν Ιάκωβον τον του Αλφαίου και Σίμωνα τον καλούμενον Ζηλωτήν
John 11:16
- KJV: Then said Thomas which is called Didymus unto his fellowdisciples Let us also go that we may die with him
- GK: είπεν ουν Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοις συμμαθηταίς άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ΄ αυτού
John 14:5
- KJV: Thomas saith unto him Lord we know not whither thou goest and how can we know the way
- GK: λέγει αυτώ Θωμάς κύριε ουκ οίδαμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα την οδόν ειδέναι
John 20:24
- KJV: But Thomas one of the twelve called Didymus was not with them when Jesus came
- GK: Θωμάς δε εις εκ των δώδεκα ο λεγόμενος Δίδυμος ουκ ην μετ΄ αυτών ότε ήλθεν ο Ιησούς
John 20:26
- KJV: And after eight days again his disciples were within and Thomas with them came Jesus the doors being shut and stood in the midst and said Peace unto you
- GK: και μεθ΄ ημέρας οκτώ πάλιν ήσαν έσω οι μαθηταί αυτού και Θωμάς μετ΄ αυτών έρχεται ο Ιησούς των θυρών κεκλεισμένων και έστη εις το μέσον και είπεν ειρήνη υμίν
John 20:27
- KJV: Then saith he to Thomas Reach hither thy finger and behold my hands and reach hither thy hand and thrust into my side and be not faithless but believing
- GK: είτα λέγει τω Θωμά φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείράς μου και φέρε την χείρά σου και βάλε εις την πλευράν μου και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός
John 20:28
- KJV: And Thomas answered and said unto him My Lord and my God
- GK: και απεκρίθη ο Θωμάς και είπεν αυτώ ο κύριός μου και ο θεός μου
θώραξ (breast-plate)
[edit]Ephesians 6:14
- KJV: Stand therefore having your loins girt about with truth and having on the breastplate of righteousness
- GK: στήτε ούν περιζωσάμενοι την οσφύν υμών εν αληθεία και ενδυσάμενοι τον θώρακα της δικαιοσύνης
1 Thessalonians 5:8
- KJV: But let us who are of the day be sober putting on the breastplate of faith and love and for an helmet the hope of salvation
- GK: ημείς δε ημέρας όντες νήφωμεν ενδυσάμενοι θώρακα πίστεως και αγάπης και περικεφαλαίαν ελπίδα σωτηρίας
Revelation 9:9
- KJV: And they had breastplates as it were breastplates of iron and the sound of their wings as the sound of chariots of many horses running to battle
- GK: και είχον θώρακας ως θώρακας σιδηρούς και η φωνή των πτερύγων αυτών ως φωνή αρμάτων ίππων πολλών τρεχόντων εις πόλεμον
Revelation 9:17
- KJV: And thus I saw the horses in the vision and them that sat on them having breastplates of fire and of jacinth and brimstone and the heads of the horses as the heads of lions and out of their mouths issued fire and smoke and brimstone
- GK: και ούτως είδον τους ίππους εν τη οράσει και τους καθημένους επ΄ αυτών έχοντας θώρακας πυρίνους και υακινθίνους και θειώδεις και αι κεφαλαί των ίππων ως κεφαλαί λεόντων και εκ των στομάτων αυτών εκπορεύεται πυρ και καπνός και θείον